ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1993) 4 ΑΑΔ 1069
13 Μαΐου, 1993
[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ/στής]
ANAΦOPIKA ME TO APΘPO 146 TOY ΣYNTAΓMATOΣ
ΘΕΟΔΩΡΟΣ Π. ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ ΚAI AΛΛOI,
Αιτητές,
v.
KYΠPIAKHΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,
MEΣΩ YΠOYPΓOY EΣΩTEPIKΩN KAI AΛΛOY,
Καθ' ων η αίτηση.
(Συνεκδικαζόμενες Υποθέσεις Αρ. 822/90, 851/90, 886/90,
989/90, 1001/90, 1027/90, 1031/90, 1050/90 και 1066/90)
Ο περί Αστυνομίας Νόμος Κεφ. 285, (όπως τροποποιήθηκε με το Άρθρο 6 των Ν. 69/87 και Ν. 27/89), Άρθρο 13 και οι περί Αστυνομίας (Προαγωγές) Κανονισμοί του 1989 (Κ.Δ.Π. 52/89), Κανονισμός 21 — Οι νομοθετικές διατάξεις τηρήθηκαν σχολαστικά στην κριθείσα περίπτωση — Αρμοδιότητα του Υπουργού σε συναρμογή με αυτήν του Αρχηγού της Αστυνομίας — Θέμα αιτιολόγησης της τελικής απόφασης του Υπουργού.
Οι αιτητές των συνεκδικασθεισών προσφυγών, προσέβαλαν την προαγωγή των ενδιαφερομένων μερών στη θέση Αστυνόμου Β'. Κρίσιμο νομοθετικό πλαίσιο, όπως επισημάνθηκε από το Δικαστήριο, για την κρίση του κύρους της επίδικης διαδικασίας προαγωγών, ήταν το Άρθρο 13 του περί Αστυνομίας Νόμου, Κεφ. 285 και ο Καν. 21 των περί Αστυνομίας (Προαγωγές) Κανονισμών του 1989 (Κ.Δ.Π. 52/89).
Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας τις προσφυγές, αποφάσισε ότι:
1. Οι νομοθετικές διατάξεις που αφορούν στις επίδικες προαγωγές έχουν τηρηθεί σχολαστικά. Όντως οι δικηγόροι των αιτητών δεν προβαίνουν σε οποιαδήποτε σοβαρή εισήγηση περί του αντιθέτου. Ισχυρίζονται όμως πως οι αξιολογικές συστάσεις του Αρχηγού της Αστυνομίας πάσχουν, γιατί δεν είναι αξιοκρατικές και κατά συνέπεια συμπαρασύρουν προς την ακυρότητα την κρινόμενη απόφαση του Υπουργού. Ο ισχυρισμός αυτός είναι αβάσιμος.
2. Η επιλογή των υποψηφίων για προαγωγή στη θέση ανώτερου αξιωματικού γίνεται από τον Υπουργό. Η επιλογή όμως αυτή περιορίζεται στον κατάλογο που υποβάλλει ο Αρχηγός της Αστυνομίας, ο οποίος αξιολογεί και συστήνει τους πιο κατάλληλους για προαγωγή, μάλιστα δε όταν υπάρχουν κατάλληλοι υποψήφιοι σε αριθμό τετραπλάσιο των κενών θέσεων. Η τελική επομένως αξιολόγηση για προαγωγή, με βάση το κυριαρχικό κριτήριο αξία και προσόντα, γίνεται από τον Αρχηγό της Αστυνομίας, ο οποίος έχει ενώπιόν του όλα τα στοιχεία και συγκρίνει ταυτόχρονα όλους τους υποψηφίους. Οι Αστυνομικοί Διευθυντές ή Βοηθοί Αρχηγοί δεν προβαίνουν σε σύγκριση όλων των υποψηφίων. Οι συστάσεις τους αφορούν μόνο τους υποψηφίους που υπηρετούν υπό τη διοίκησή τους. Κατά συνέπεια, η σύσταση των Διευθυντών και Βοηθών Αρχηγών είναι συμβουλευτική και υποβοηθητική προς τον Αρχηγό της Αστυνομίας, στο βαθμό που το επιτρέπουν οι αντικειμενικές συνθήκες κάτω από τις οποίες δίδονται.
Δεν αποδεικνύεται να έχει διαπραχθεί οτιδήποτε το μεπτό, τόσο στην προβλεπόμενη από το Νόμο διαδικασία, ή κατά την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας για την επιλογή των καταλληλοτέρων για προαγωγή.
3. Ο ισχυρισμός περί αναιτιολογήτου της επίδικης απόφασης δεν ευσταθεί. Πράγματι η απόφαση του Υπουργού δεν περιέχει εκτεταμένη αιτιολογία. Τέτοια όμως δε χρειαζόταν ενόψει της όλης διαδικασίας που ακολουθήθηκε στις επίδικες προαγωγές και του γεγονότος βέβαια πως ο Υπουργός είχε ενώπιον του τις συστάσεις του Αρχηγού, τα συμπληρωμένα έντυπα από τους Διευθυντές Σταθμών ή Βοηθών Αστυνόμων, καθώς επίσης και τους προσωπικούς φακέλους των υποψηφίων. Αυτό που είχε να κάμει ο Υπουργός, ήταν να επιλέξει ποιοι, στην κρίση του, ήσαν οι καταλληλότεροι για προαγωγή από ένα μακροσκελή κατάλογο υποψηφίων, στον οποίο μάλιστα πολλοί ισοβαθμούσαν στην αξιολόγηση. Ο Υπουργός δε αναφέρει στην απόφασή του ότι μελέτησε όλα τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιόν του, προτού καταλήξει σ' αυτήν.
4. Οι προσφυγές απορρίπτονται με έξοδα εις βάρος των αιτητών, που θα επιμεριστούν εξίσου, πλην του πρώτου αιτητή στην προσφυγή 822/90, που η προσφυγή του ήταν συζητήσιμη. Τα έξοδα θα υπολογιστούν από τον πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.
Οι προσφυγές απορρίπτονται.
Προσφυγές.
Προσφυγές εναντίον της απόφασης των καθ' ων η αίτηση με την οποία προάχθηκαν τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα στη θέση Αστυνόμου Β, που έγινε από τον Υπουργό στις 17.9.90 και 21.9.90.
Γ. Σαββίδης, για τον Αιτητή στην Υπόθεση Αρ. 822/90.
Α. Σ. Αγγελίδης, για τον Αιτητή στις Υποθέσεις Αρ. 886/90, 851/90.
Γ. Τριανταφυλλίδης, για τον Αιτητή στην Υπόθεση Αρ. 1001/90.
Κρ. Παπαλοΐζου, για τον Αιτητή στην Υπόθεση Αρ. 1031/90.
Ρ. Σχίζας, για τον Αιτητή στην Υπόθεση Αρ. 989/90.
Κ. Ευσταθίου, για τον Αιτητή στην Υπόθεση Αρ. 1027/90.
Α. Κούσιος, για τον Αιτητή στην Υπόθεση Αρ. 1050/90.
Μ. Ευαγγέλου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας για τους Καθ' ων η αίτηση.
Κ. Ευσταθίου, για τα Ενδιαφερόμενα Πρόσωπα Γεωργιάδη & Λοϊζιά.
Cur. adv. vult.
APTEMIΔHΣ, Δ.: Οι προαγωγές των Ανώτερων Αξιωματικών του αστυνομικού σώματος γίνονται από τον Υπουργό Εσωτερικών, τώρα Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξης. Οι νομοθετικές πρόνοιες που ρυθμίζουν το ζήτημα αυτό περιέχονται στον περί Αστυνομίας Νόμο, Κεφ.285, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 6 των Νόμων 69/87 και 27/89. Ειδικώτερα το άρθρο 13 του Νόμου προβλέπει τα εξής:
"(1) Τηρουμένων των επομένων διατάξεων οι Ανώτεροι Αξιωματικοί προάγονται και απολύονται υπό του Υπουργού, κατόπιν συστάσεως του Αρχηγού.
(2) Επί το τέλει υποβολής της συστάσεως του, ο Αρχηγός αξιολογεί τους υποψήφιους διά προαγωγήν εις την θέσιν Ανωτέρου Αξιωματικού και αποστέλλει δεόντως αιτιολογημένην έκθεσιν δι' έκαστον τούτον εις τον Υπουργόν, περιέχουσαν επίσης κατ' αλφαβητικήν σειράν τα ονόματα των συνιστωμένων διά προαγωγήν:
Νοείται ότι ουχί ολιγώτεροι των τεσσάρων, δέον όπως συστηθώσι δι' εκάστην θέσιν εφ' όσον υπάρχουσι πρόσωπα κατάλληλα δια τοιαύτην σύστασιν.
(3) Ο Υπουργός προβαίνει εις την προαγωγήν των υπό του Αρχηγού συστηθέντων υποψηφίων δια δεόντως αιτιολογημένης αποφάσεως αυτού."
Το 1989 εκδόθηκαν οι περί Αστυνομίας (Προαγωγές) Κανονισμοί του 1989 (Κ.Δ.Π. 52/89) που καθορίζουν τους όρους και τη διαδικασία προαγωγής όλων των μελών της Αστυνομικής Δύναμης, μεταξύ αυτών και των Ανώτερων Αξιωματικών. Ο κρίσιμος Κανονισμός που ενδιαφέρει στην υπόθεση που συζητούμε είναι ο 21, που έχει ως εξής:
Κανονισμός 21:
"Προς το σκοπό υποβολής σύστασής του προς τον Υπουργό για προαγωγή στο βαθμό Αστυνόμου Β και άνω, ο Αρχηγός:
(α) Αφού ζητήσει τις συστάσεις των Αστυνομικών Διευθυντών ή των Βοηθών Αρχηγών, ανάλογα με την περίπτωση για κάθε υποψήφιο οι οποίες υποβάλλονται σε ειδικό έντυπο που καθορίζεται από τον Αρχηγό και εγκρίνεται από τον Υπουργό.
(β) αφού μελετήσει τους προσωπικούς φακέλους όλων των υποψηφίων·
(γ) αφού λάβει υπόψη τις ετήσιες εκθέσεις αξιολόγησης των δύο τελευταίων ετών και έχοντας υπόψη τις γενικές αρχές που αναφέρονται στον Κανονισμό 3 των παρόντων Κανονισμών ενεργεί σύμφωνα με το άρθρο 13(2) του περί Αστυνομίας Νόμου."
Για την κατά το δυνατό ισότιμη και ισόβαθμη σύσταση των Αστυνομικών Διευθυντών, ή Βοηθών Αρχηγών, εγκρίθηκε από τον Υπουργό ειδικό έντυπο, που καθόρισε ο Αρχηγός της Αστυνομίας όπου για τις επιμέρους διαβαθμίσεις χρησιμοποιείται ο χαρακτηρισμός "εξαίρετος", "λίαν καλός", "καλός", "μέτριος" και "ανεπαρκής".
Οι 9 αιτητές στις υπό κρίση συνεκδικαζόμενες προσφυγές προσβάλλουν την προαγωγή των 9 ενδιαφερομένων προσώπων στη θέση του Αστυνόμου Β, που έγινε από τον Υπουργό στις 17.9.90 και 21.9.90. Σε κάθε προσφυγή προσβάλλεται η προαγωγή αριθμού από αυτούς.
Έχω μελετήσει με προσοχή τις γραπτές αγορεύσεις των δικηγόρων των αιτητών και της Δημοκρατίας. Διεξήλθα δε, με την ίδια προσοχή, τους προσωπικούς φακέλους των αιτητών και προαχθέντων. Έχω τη γνώμη πως οι νομοθετικές διατάξεις που αφορούν στις επίδικες προαγωγές, και που παραθέτω πιο πάνω, έχουν τηρηθεί σχολαστικά. Όντως οι δικηγόροι των αιτητών δεν προβαίνουν σε οποιαδήποτε σοβαρή εισήγηση περί του αντιθέτου. Ισχυρίζονται όμως πως οι αξιολογικές συστάσεις του Αρχηγού της Αστυνομίας πάσχουν γιατί δεν είναι αξιοκρατικές και κατά συνέπεια συμπαρασύρουν προς την ακυρότητα την κρινόμενη απόφαση του Υπουργού.
Όλοι οι αιτητές έχουν κοινή αφετηρία στην προβολή του ισχυρισμού αυτού, που αφού τον συζητήσω, θα καταπιαστώ στη συνέχεια με επιμέρους ζητήματα που εγείρονται στις προσφυγές. Εισηγούνται πως οι αξιολογήσεις - συστάσεις του Αρχηγού είναι αντίθετες με αυτές των Αστυνομικών Διευθυντών - Βοηθών Αρχηγών, ή δεν συνάδουν με τη συνολική εικόνα της σταδιοδρομίας τους, όπως αυτή παρουσιάζεται στους προσωπικούς τους φακέλους.
Μετά από ενδελεχή μελέτη του ζητήματος έχω καταλήξει στο συμπέρασμα πως, εκτός από δυο περιπτώσεις που θα με απασχολήσουν ειδικά, ο ισχυρισμός είναι αβάσιμος. Όλοι οι προαχθέντες συστήθηκαν στον Υπουργό "σθεναρά" για προαγωγή, πλην του ενδιαφερομένου προσώπου 1 - Βάσως Λοϊζιά, που συστήθηκε "ένθερμα". Οι συστάσεις δε αυτές, αναφορικά με όλους τους προαχθέντες, συμφωνούν απόλυτα με αυτές των Αστυνομικών Διευθυντών - Βοηθών Αρχηγών, εκτός από την περίπτωση του Σάββα Ηροδότου, με την οποία και θα ασχοληθώ ειδικά. Επιπλέον οι συστάσεις του Αρχηγού συνάδουν απόλυτα με τη συνολική σταδιοδρομία τους, που είναι εξαίρετη, όπως εμφαίνεται στους προσωπικούς τους φακέλους. Πρέπει εδώ να παρατηρήσω πως πλείστοι από τους αιτητές έχουν επίσης συστηθεί από τον Αρχηγό για προαγωγή, στη διαβάθμιση μάλιστα "σθεναρά", όπως οι Ανδρέας Γιαννάκη, Κώστας Μαρκουλλής, Λάμπρος Σωτηριάδης και Ανδρέας Χριστοφή, ενώ οι υπόλοιποι συστήθηκαν χωρίς παραπέρα σχόλιο, ή στη διαβάθμιση "συστήνονται απλώς".
Σε ό,τι αφορά τώρα το ενδιαφερόμενο μέρος Σάββα Ηροδότου, πράγματι στο έντυπο που ετοίμασε γι' αυτόν ο Αστυνομικός Διευθυντής της επαρχίας που υπηρετούσε γίνονται δυσμενή σχόλια, ενώ διαβαθμίζεται πολύ επιεικώς, όπως ο ίδιος χαρακτηριστικά αναφέρει, με "καλός" και ως εκ τούτου δε σύστησε την προαγωγή του. Ο Αρχηγός όμως, στην αξιολόγηση - σύστασή του προς τον Υπουργό, κάμνει ειδική μνεία της διαφωνίας του με την πιο πάνω κρίση του Αστυνομικού Διευθυντή, για να επισημάνει πως η σύσταση του τελευταίου συγκρούεται με τις εξαίρετες αξιολογήσεις, όπως αυτές παρουσιάζονται στον προσωπικό του φάκελο. Έχω διαβάσει με προσοχή τον σχετικό προσωπικό φάκελο. Πράγματι, φαίνεται πως η θέση του Αρχηγού της Αστυνομίας είναι ορθή. Σε όλες τις προσωπικές εκθέσεις που τον αφορούν χαρακτηρίζεται ως ένας τίμιος, ευσυνείδητος και επαγγελματικά καταρτισμένος αξιωματικός, ο οποίος απολαμβάνει της εκτίμησης του κοινού και των συναδέλφων του.
Στο σημείο αυτό πρέπει να επισημάνω πως σύμφωνα με τη νομοθεσία η επιλογή των υποψηφίων για προαγωγή στη θέση ανώτερου αξιωματικού γίνεται από τον Υπουργό. Η επιλογή όμως αυτή περιορίζεται στον κατάλογο που υποβάλλει ο Αρχηγός της Αστυνομίας, ο οποίος αξιολογεί και συστήνει τους πιο κατάλληλους για προαγωγή, μάλιστα δε όταν υπάρχουν κατάλληλοι υποψήφιοι σε αριθμό τετραπλάσιο των κενών θέσεων. Η τελική επομένως αξιολόγηση για προαγωγή, με βάση το κυριαρχικό κριτήριο αξία και προσόντα, γίνεται από τον Αρχηγό της Αστυνομίας, ο οποίος έχει ενώπιον του όλα τα στοιχεία και συγκρίνει ταυτόχρονα όλους τους υποψήφιους. Οι Αστυνομικοί Διευθυντές ή Βοηθοί Αρχηγοί δεν προβαίνουν σε σύγκριση όλων των υποψηφίων. Οι συστάσεις τους αφορούν μόνο τους υποψήφιους που υπηρετούν υπό τη διοίκησή τους. Κατά συνέπεια η σύσταση των Διευθυντών και Βοηθών Αρχηγών είναι συμβουλευτική και υποβοηθητική προς τον Αρχηγό της Αστυνομίας στο βαθμό που το επιτρέπουν οι αντικειμενικές συνθήκες κάτω από τις οποίες δίδονται, και που αναφέρονται αμέσως πιο πάνω.
Με αυτά υπόψη κρίνω πως δεν αποδεικνύεται να έχει διαπραχθεί οτιδήποτε το μεμπτό τόσο στην προβλεπόμενη από το Νόμο διαδικασία, ή κατά την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας για την επιλογή των καταλληλοτέρων για προαγωγή.
Αναφορικά με τον αιτητή στην προσφυγή 822/90 Στυλιανού Θεόδωρο, ο δικηγόρος του εγείρει ένα ζήτημα με το οποίο πρέπει να ασχοληθώ ξεχωριστά. Στον κατάλογο που έστειλε ο Αρχηγός της Αστυνομίας στον Υπουργό με τις συστάσεις του, και στο σημείο όπου γίνεται αναφορά στη σταδιοδρομία του αιτητή, ο Αρχηγός λέει: "προήχθη σε λοχία την 1.9.72 κατ' εξαίρεση, σε υπαστυνόμο την 1.5.77 αφού κατέστη προσοντούχος κλπ. ......." Ο δικηγόρος της Δημοκρατίας δέχεται πως αυτό είναι λάθος. Ο αιτητής δεν είναι κατ' εξαίρεση που προήχθη σε λοχία, αλλά μετά από επιτυχία του σε διαγωνισμό εξετάσεων για όλους τους βαθμούς. Το ερώτημα που πρέπει να απαντηθεί είναι κατά πόσο η εσφαλμένη αυτή αναφορά είναι δυνατό να άσκησε οποιαδήποτε επίδραση στην κρίση του Αρχηγού, που τον σύστησε απλά για προαγωγή, και όχι σθεναρά ή ένθερμα, και στην τελική βέβαια επιλογή του Υπουργού. Διαβάζοντας με προσοχή τη σχετική σύσταση, δεν νομίζω πως η λανθασμένη αυτή αναφορά είχε οποιεσδήποτε άμεσες ή έμμεσες επιπτώσεις στην τελική κρίση, γιατί σ' αυτή γίνεται απλά μια αναδρομή στη σταδιοδρομία του αιτητή όπου αναφέρεται και αυτό το εσφαλμένο γεγονός. Η αιτιολόγηση όμως της κρίσεως δεν επηρεάζεται από αυτό το σφάλμα, γιατί βασίζεται στο σύνολο των στοιχείων που την συνθέτουν.
Τέλος, οι δικηγόροι των αιτητών προβάλλουν ως λόγο ακύρωσης της επίδικης απόφασης του Υπουργού, το αναιτιολόγητό της. Ο ισχυρισμός αυτός δεν ευσταθεί. Πράγματι η απόφαση του Υπουργού δεν περιέχει εκτεταμένη αιτιολογία. Τέτοια όμως δε χρειαζόταν ενόψει της όλης διαδικασίας που ακολουθήθηκε στις επίδικες προαγωγές και του γεγονότος βέβαια πως ο Υπουργός είχε ενώπιόν του τις συστάσεις του Αρχηγού, τα συμπληρωμένα έντυπα από τους Διευθυντές Σταθμών ή Βοηθών Αστυνόμων, καθώς επίσης και τους προσωπικούς φακέλους των υποψηφίων. Αυτό που είχε να κάμει ο Υπουργός ήταν να επιλέξει ποίοι, στην κρίση του, ήσαν οι καταλληλότεροι για προαγωγή από ένα μακροσκελή κατάλογο υποψηφίων, στον οποίο μάλιστα πολλοί ισοβαθμούσαν στην αξιολόγηση. Ο Υπουργός δε αναφέρει στην απόφασή του ότι μελέτησε όλα τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιόν του προτού καταλήξει σ' αυτήν.
Οι προσφυγές απορρίπτονται με έξοδα εις βάρος των αιτητών, που θα επιμεριστούν εξίσου, πλην του Θεόδωρου Στυλιανού στην προσφυγή 822/90, που για το λόγο που ανέφερα πιο πάνω, η προσφυγή του ήταν συζητήσιμη. Τα έξοδα θα υπολογιστούν από τον πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.
Oι προσφυγές απορρίπτονται.