ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1993) 4 ΑΑΔ 569
16 Μαρτίου, 1993
[ΝΙΚΗΤΑΣ, Δ/στής]
ANAΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΜΙΧΑΛΗΣ Ζ. ΓΕΩΡΓΙΟΥ,
Αιτητής,
v.
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ/΄Η ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΥΠΟΤΡΟΦΙΩΝ,
Καθ' ης η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 627/91)
Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο — Προδικαστικές ενστάσεις — Καν. 7 — Πρέπει να προβάλλονται στο δικόγραφο της ένστασης — Λόγω του θεμελιακού τους χαρακτήρα μπορούν να εξεταστούν κι αν ακόμα προταθούν στις γραπτές αγορεύσεις.
Ερμηνεία — Χρήση του συνδέσμου "ή" συνιστά διαζευκτικότητα της μίας πρότασης από την άλλη.
Δημόσιοι Υπάλληλοι — Υποτροφίες — Μνημόνιο για Υποτροφίες και Εκπαιδευτικές Άδειες — Απόφαση Υπουργικού Συμβουλίου αρ. 10.722 ημερ. 26/8/71 — Παράγραφος 4(1)(β) — Εξουσία Επιτροπής να καθορίζει τα απαιτούμενα προσόντα για κάθε υποτροφία.
Δημόσιοι Υπάλληλοι — Υποτροφίες — Απαραίτητη προϋπόθεση η επιτυχία σε γραπτές εξετάσεις — Αποτυχία του αιτητή του στερεί του αναγκαίου εννόμου συμφέροντος προσβολής της απόφασης παραχώρησης των υποτροφιών σε άλλους υποψηφίους.
Δημόσιοι Υπάλληλοι — Παραχώρηση Υποτροφιών — Συνέντευξη — Δεν είναι απαραίτητο να τηρείται πρακτικό για το περιεχόμενο της συνέντευξης εφόσον καταγράφεται το αποτέλεσμα.
Ο αιτητής προσέβαλε με την προσφυγή του την απόφαση παραχώρησης υποτροφιών στα οκτώ ενδιαφερόμενα μέρη αντί του ιδίου. Η καθ' ης η αίτηση πρόβαλε δύο προδικαστικές ενστάσεις σύμφωνα με τις οποίες ο αιτητής δεν είχε έννομο συμφέρον προσβολής της επίδικης απόφασης (α) Γιατί δεν πληρούσε τις προϋποθέσεις συμμετοχής του στους υποψηφίους αναφορικά με την βαθμολογία του σε απολυτήριο Σχολής Μέσης Εκπαίδευσης και (β) γιατί δεν πέτυχε στις γραπτές εξετάσεις στις οποίες παρακάθησε.
Το Ανώτατο Δικαστήριο απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:
1. Οι προδικαστικές ενστάσεις δεν έχουν εγερθεί και διατυπωθεί στο δικόγραφο της καθ' ής (στη γραπτή ένσταση). Η παράλειψη έδωσε αφορμή για την ανάπτυξη επιχειρήματος εκ μέρους του αιτητή, ότι τέτοια θέματα δεν μπορεί να συζητούνται εκ των υστέρων, εφόσον μάλιστα η καθ' ής θεώρησε τον αιτητή υποψήφιο. Παρά την παρατυπία και την ανάγκη για αυστηρότερη συμμόρφωση με τις δικονομικές διατάξεις του Καν. 7, οι ενστάσεις είναι εξεταστέες έστω και αν αναπτυχθούν στο στάδιο των αγορεύσεων, χωρίς να διατυπωθούν εγγράφως πρώτα στην ένσταση, λόγω του θεμελιακού τους χαρακτήρα.
2. Ο αιτητής σαφώς δεν κατέχει τα προσόντα της παραγράφου 1(α) (β) αλλά oπωσδήποτε ικανοποιεί την παράγραφο (δ) σαν κάτοχος πανεπιστημιακού τίτλου σπουδών. Η πρώτη ένσταση απορρίπτεται.
3. Σωστά η Επιτροπή δέχθηκε την απόφαση του Υπουργείου σαν αρχής που παραχωρεί την υποτροφία, να μην τροποποιηθούν οι Κανονισμοί για να συμπεριληφθεί η λογιστική στις εξαιρέσεις, ώστε να μη χρειάζεται να συμμετάσχει ο αιτητής σε γραπτές εξετάσεις.
Η Επιτροπή στο θέμα αυτό κινήθηκε στα όρια της εξουσίας της. Εξάλλου δεν υπάρχει οτιδήποτε υπό μορφή μαρτυρίας που να πείθει περί του αντιθέτου.
Εναπόκειται στη διακριτική εξουσία της Επιτροπής να καθορίσει το αντικείμενο των εξετάσεων, ώστε να είναι σε θέση να επιλέξει τον καταλληλότερο υπότροφο.
Άλλωστε η Επιτροπή εφάρμοσε το ίδιο κριτήριο απέναντι σε όλους όσους συμμετείχαν και είναι απόφοιτοι αγγλικού πανεπιστημίου ή πανεπιστημίου στο οποίο η γλώσσα διδασκαλίας είναι η αγγλική, υποβάλλοντας τους στη σχετική εξέταση.
4. Όπως προκύπτει από την παράγραφο 4(β) της ανακοίνωσης, απαράβατη προϋπόθεση για αποτελεσματική υποψηφιότητα ήταν η επιτυχία υποψηφίου στις γραπτές εξετάσεις. Η θεαματική αποτυχία του αιτητή σ'αυτές του στερεί το δικαίωμα να προσβάλει την απόφαση. Είχε συγκεντρώσει μόλις 20 εκατοστά στη φυσική και 13 στα μαθηματικά. Δεν έχει επομένως έννομο συμφέρον να προσβάλει την επίδικη απόφαση.
5. Η προσφυγή θα απορριπτόταν και αν ακόμη έπρεπε να εξεταστεί στην ουσία της. Δε θεμελιώνεται η μομφή ότι δεν καταγράφηκαν τα αποτελέσματα των γραπτών εξετάσεων. Υπάρχουν και μάλιστα σε αναλυτική μορφή στο παράρτημα Ζ. Σχετικά με τη κριτική που έγινε που αφορά στη διαδικασία κατά τη ψυχολογική δοκιμασία, δεν μπορεί να παραπονείται εφόσον κατατάγηκε δεύτερος και δεν επαθε καμιά ζημιά από τη διαδικασία αυτή.
Άλλος λόγος ακύρωσης αναφέρεται στον τρόπο διεξαγωγής της συνέντευξης και την αξιολόγηση των αποτελεσμάτων της. Πάλιν οι σχετικές αιτιάσεις παρέμειναν αναπόδεικτες. Κι αυτό γιατί τα αποτελέσματα της συνέντευξης φαίνονται σε ειδικά έντυπα που συμπληρώθηκαν από τον Πρόεδρο και τα μέλη της Επιτροπής κατά τη διάρκεια της συνέντευξης. Περαιτέρω έχει επανειλημμένα αποφασισθεί πως δεν είναι ανάγκη να τηρείται πρακτικό για το περιεχόμενο της συνέντευξης, εφόσον καταγράφεται το αποτέλεσμα.
Τέλος δεν ευσταθεί η εισήγηση πως η απόφαση ήταν αναιτιολόγητη.
H προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Χρίστου και Άλλης v. Δημοκρατίας (1993) 4 Α.Α.Δ. 251,
A and Another (minors) abduction: acquiescence (No.2) [1993] 1 All E.R. 272,
Εκτωρίδης ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 922.
Προσφυγή.
Προσφυγή εναντίον της απόφασης της καθ' ης η αίτηση να παραχωρήσει στα 8 ενδιαφερόμενα πρόσωπα υποτροφίες για διετή εκπαίδευση σε θέματα ελέγχου εναέριας κυκλοφορίας.
Α. Σ. Αγγελίδης, για τον Αιτητή.
Γ. Στυλιανίδης, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Καθ' ης η αίτηση.
Cur. adv. vult.
NIKHTAΣ, Δ.: Η υπόθεση αφορά τη χορήγηση υποτροφιών από το κράτος ύστερα από τη διεξαγωγή διαγωνισμού. Ο αιτητής αμφισβητεί τη νομιμότητα απόφασης της Επιτροπής Υποτροφιών (καθής η αίτηση) να παραχωρήσει στα 8 ενδιαφερόμενα πρόσωπα, που κατονομάζονται στην αίτηση, υποτροφίες για διετή εκπαίδευση σε θέματα ελέγχου εναέριας κυκλοφορίας. Προηγήθηκε σχετική γνωστοποίηση (αρ. 2740) της Επιτροπής Υποτροφιών (Επιτροπής) στην επίσημη εφημερίδα της 21/12/90. Η πράξη αυτή περιέχει τους όρους του διαγωνισμού που διέπουν την εκλογή των υποτρόφων. Αναμφίβολα το περιεχόμενο της δεσμεύει τόσο την Επιτροπή σαν το αρμόδιο όργανο όσο και τους υποψηφίους.
Δεν υπήρχαν περιορισμοί αναφορικά με τις υποψηφιότητες. Θα μπορούσαν να υποβάλουν αίτηση και πρόσωπα, όπως ο αιτητής, που δεν ανήκαν στη δημόσια υπηρεσία αν φυσικά κατείχαν τα απαιτούμενα προσόντα. Ο αιτητής έχει δίπλωμα Β.Β.Α. στη λογιστική από το πανεπιστήμιο Eastern Michigan University των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής. Οι υποψήφιοι έπρεπε να υποβληθούν και σε γραπτές εξετάσεις. Η παράγραφος 4 της γνωστοποίησης ρυθμίζει το θέμα αυτό. Σύμφωνα με την υποπαράγραφο (α) διεξάγονται γραπτές εξετάσεις στη φυσική, μαθηματικά και αγγλικά. Στα δύο πρώτα θέματα εξαιρούνται οι κάτοχοι πανεπιστημιακού ή ισοδύναμου διπλώματος στις επιστήμες που καθορίζονται στην ίδια πρόνοια. Η λογιστική δε συγκαταλέγεται σ' αυτές. Παρά ταύτα ο αιτητής με επιστολή του ημερ. 10/1/91 ζήτησε εξαίρεση προβάλλοντας τον ισχυρισμό ότι διδάχθηκε τα δύο πρώτα στη διάρκεια των πανεπιστημιακών σπουδών του. Ζήτησε επίσης να απαλλαγεί από την εξέταση στην αγγλική δεδομένου πως είναι απόφοιτος αγγλόφωνου πανεπιστημίου.
Το αίτημα, που συνεπαγόταν αναπόφευκτα αναθεώρηση των κριτηρίων επιλογής σε διαδικασία που ήταν ήδη σε εξέλιξη, εξετάστηκε από το Υπουργείο Συγκοινωνιών και Εργων αλλά απορρίφθηκε. Οι εξετάσεις ορίστηκε να διεξαχθούν από 10 μέχρι 12/4/91. Ο αιτητής έλαβε μέρος αλλά, με επιστολή που έστειλε ο δικηγόρος του, επιφύλαξε τα δικαιώματα του και δήλωσε πως θα έπαιρνε δικαστικά μέτρα "προς προστασίαν των συνταγματικών δικαιωμάτων" του.
Μετά τη σύντομη αυτή εισαγωγή είναι ανάγκη να στρέψουμε την προσοχή μας σε δύο προδικαστικές ενστάσεις που αφορούν στην έλλειψη έννομου συμφέροντος του αιτητή να προσβάλει την επίδικη απόφαση με αίτηση ακυρώσεως. Υποβλήθηκε πρώτα πως ο αιτητής δεν είχε τα προσόντα που εκτίθενται στην παράγραφο 1(α) της γνωστοποίησης για να περιληφθεί στους υποψηφίους. Η πρόνοια αυτή προαπαιτεί απολυτήριο σχολής μέσης εκπαίδευσης με γενικό βαθμό 17,5 εικοστά και κατώτατη βαθμολογία 16 στα αγγλικά και μαθηματικά. Ο αιτητής όμως υστερούσε. Η γενική βαθμολογία του ήταν μόλις 15 και 10/12.
Ο δικηγόρος της Επιτροπής παραλλήλισε την περίπτωση με εκείνη υπαλλήλου που επιδιώκει να ανατρέψει προαγωγή συναδέλφου του ως και με τις υποθέσεις κατακύρωσης δημοσίων προσφορών. Στην πρώτη η έλλειψη ορισμένου προσόντος, όπως νομολογήθηκε, στερεί τον αιτούντα να επιδιώξει την ακύρωση του διορισμού τρίτου προσώπου ανεξάρτητα από τους προβαλλόμενους από αυτόν λόγους και τη βασιμότητα ή μη των λόγων αυτών. Στις προσφορές η μη συμμόρφωση προσφοροδότη με τους ουσιαστικούς όρους διαγωνισμού συνεπάγεται τον αποκλεισμό του για τον ίδιο λόγο, της απουσίας έννομου συμφέροντος. Αντιπαρατέθηκε ότι η χαμηλότερη από την προβλεπόμενη βαθμολογία του αιτητή στο απολυτήριο είναι άνευ σημασίας δοθέντος ότι η υποψηφιότητα του βρίσκει έρεισμα στην παράγραφο 1(δ) που καθιστά το πανεπιστημιακό δίπλωμα από μόνο του αρκετό για να την στηρίξει.
Χρειάζεται εδώ μιά παρεμβολή. Οι προδικαστικές ενστάσεις δεν έχουν εγερθεί και διατυπωθεί στο δικόγραφο της καθής (στη γραπτή ένσταση). Η παράλειψη έδωσε αφορμή για την ανάπτυξη επιχειρήματος εκ μέρους του αιτητή ότι τέτοια θέματα δεν μπορεί να συζητούνται εκ των υστέρων εφόσον μάλιστα η καθής θεώρησε τον αιτητή υποψήφιο. Παρά την παρατυπία και την ανάγκη για αυστηρότερη συμμορφωση με τις δικονομικές διατάξεις του Καν. 7 οι ενστάσεις είναι εξεταστέες έστω και αν αναπτυχθούν στο στάδιο των αγορεύσεων χωρίς να διατυπωθούν εγγράφως πρώτα στην ένσταση, λόγω του θεμελιακού τους χαρακτήρα. Βλέπε Α. Χρίστου και Άλλης v. Δημοκρατίας (1993) 4 Α.Α.Δ. 251.
Ας ξαναγυρίσουμε όμως στο πρόβλημα που θέτει η πρώτη ένσταση. Η παράγραφος 1 της ανακοίνωσης, που τιτλοφορείται με τις λέξεις "προσόντα υποψηφίων", προβλέπει:
"1 (α) Απολυτήριο αναγνωρισμένης Σχολής Μέσης Εκπαίδευσης με γενικό βαθμό τουλάχιστον 17.5 εικοστά, με κατώτατη βαθμολογία 16 εικοστά στα Αγγλικά και τα Μαθηματικά.
(β) Επιτυχία σε 3 θέματα του Γενικού Πιστοποιητικού Εκπαίδευσης (G.C.E.) με βαθμό όχι κατώτερο του C. Δύο τουλάχιστον από τα θέματα να είναι προχωρημένου επιπέδου (Α.L.), το ένα δε από αυτά τα δύο να είναι Μαθηματικά, Φυσική ή Χημεία,
ή
(γ) Δίπλωμα του Ανώτερου Τεχνολογικού Ινστιτούτου σε οποιαδήποτε ειδικότητα ή ισοδύναμο δίπλωμα,
ή
(δ) Πανεπιστημιακό ή ισοδύναμο δίπλωμα ή τίτλο."
Προκύπτει από την ανάγνωση του κειμένου ότι οι υποπαράγραφοι (α) και (β) από τη μιά και (γ) ή (δ) από την άλλη δεν είναι σωρευτικού αλλά διαζευχτικού περιεχομένου. Διαφορετικά δε θα είχε νόημα η χρήση του συνδέσμου στη θέση που βρίσκεται. Παράδειγμα της ίδιας ερμηνευτικής προσέγγισης στην περίπτωση νομοθετήματος παρέχει η πρόσφατη αγγλική εφετειακή απόφαση Re A and Another (minors) abduction: acquiescence (No.2) [1993] 1 All E.R. 272. Ο αιτητής σαφώς δεν κατέχει τα προσόντα της παραγράφου 1 (α) (β) αλλά οπωσδήποτε ικανοποιεί την παράγραφο (δ) σαν κάτοχος πανεπιστημιακού τίτλου σπουδών. Η πρώτη ένσταση απορρίπτεται.
Ο δικηγόρος της Δημοκρατίας επικαλέστηκε περαιτέρω την παράγραφο 4(β) για να εισηγηθεί - το επιχείρημα αποτελεί το δεύτερο σκέλος της ένστασης - πως ο αιτητής δε νομιμοποιείται στην άσκηση προσφυγής. Πριν όμως προχωρήσουμε είναι χρήσιμο να έχουμε υπόψη τι ακριβώς προβλέπει
"4(β) Οι υποψήφιοι που θα έχουν επιτύχει στις γραπτές εξετάσεις θα κληθούν σε προφορική συνέντευξη και θα υποβληθούν σε ψυχολογικό τέστ για σκοπούς τελικής επιλογής."
Αντικρούοντας την άποψη αυτή ο δικηγόρος του αιτητή υπέβαλε πως ο πελάτης του έπρεπε να απαλλαγεί των γραπτών εξετάσεων γιατί έχει πτυχίο στη λογιστική και πρόσθεσε ότι ο ενδιαφερόμενος Α. Μαλτέζος που έχει προσόν στην Computer Science λανθασμένα εξαιρέθηκε από την Επιτροπή που έκρινε ότι η εν λόγω επιστήμη υπάγεται στην "ηλεκτρονική". Σημειωτέον ότι η "ηλεκτρονική" είναι μεταξύ των εξαιρέσεων που θεσπίζει η παράγραφος 4(α). Ο συνήγορος τόνισε ότι ο αιτητής παρακάθησε στις εξετάσεις με επιφύλαξη των δικαιωμάτων του. Περαιτέρω η Επιτροπή τον κάλεσε σε προφορική συνέντευξη και υπέστη και τη ψυχολογική δοκιμασία για σκοπούς τελικής επιλογής. Το γεγονός από μόνο του του δίνει δικαίωμα να προσβάλει την επίδικη πράξη.
Η θέση του αιτητή ότι η κατοχή του πτυχίου λογιστικής αρκούσε για την εξαίρεσή του από τις προβλεπόμενες γραπτές εξετάσεις αποτέλεσε αντικείμενο αλληλογραφίας μεταξύ των αρμοδίων. Στην επιστολή του ημερ. 7/2/91 προς το διευθυντή του Τμήματος Πολιτικής Αεροπορίας, ο γενικός διευθυντής του Υπουργείου Συγκοινωνιών και Εργων ανακοίνωσε την απόφαση του Υπουργείου όπως "τα κριτήρια επιλογής των υποψηφίων παραμείνουν επί του παρόντος ως έχουν, η δε διαδικασία επιλογής η οποία ήδη έχει αρχίσει να συνεχίσει και ολοκληρωθεί".
Στο σημείο αυτό πρέπει να αναφερθεί πως η Επιτροπή λειτουργεί στα πλαίσια των προνοιών του "Μνημονίου για Υποτροφίες και Εκπαιδευτικές Αδειες" που εγκρίθηκε από το Υπουργικό Συμβούλιο με απόφαση του αρ. 10.722 ημερ. 26/8/71. Μας ενδιαφέρει η παράγραφος 4(1) (β). Ορίζει ότι η Επιτροπή
"Καθορίζει τα απαιτούμενα προσόντα για κάθε υποτροφία ανάλογα με τη φύση της υποτροφίας και τηρεί οποιουσδήποτε κανονισμούς ή απαιτήσεις που τυχόν τίθενται από την Αρχή που παραχωρεί την υποτροφία."
Έτσι σωστά η Επιτροπή δέχθηκε την απόφαση του Υπουργείου σαν αρχής που παραχωρεί την υποτροφία, να μην τροποποιηθούν οι κανονισμοί για να συμπεριληφθεί η λογιστική στις εξαιρέσεις ώστε να μη χρειάζεται να συμμετάσχει ο αιτητής σε γραπτές εξετάσεις. Του θέματος άπτεται και ο ισχυρισμός του αιτητή που αφορά τον ενδιαφερόμενο Α. Μαλτέζο. Υπό τις περιστάσεις εύλογα μπορούσε να θεωρηθεί ότι το πτυχίο του σχετίζεται με την "ηλεκτρονική" σε αντίθεση με εκείνο του αιτητή που δεν ήταν δυνατό να συναρτηθεί με κανένα από τα θέματα που εξαιρούνται των εξετάσεων σύμφωνα με τους όρους της ανακοίνωσης. Η Επιτροπή στο θέμα αυτό κινήθηκε στα όρια της εξουσίας της. Εξάλλου δεν υπάρχει οτιδήποτε υπό μορφή μαρτυρίας που να πείθει περί του αντιθέτου.
Σύμφωνα με την παράγραφο 4(δ) του Μνημονίου η Επιτροπή έχει εξουσία να
"αποφασίζει για τη διεξαγωγή οποιωνδήποτε γραπτών εξετάσεων (συμπεριλαμβανομένων του περιεχομένου, του επιπέδου, του τρόπου βαθμολογίας κλπ.) και διεξάγει τις αναγκαίες εξετάσεις ύστερα από συνεννόηση με το Υπουργείο Παιδείας."
Προκύπτει λοιπόν με καθαρότητα από τις διατάξεις αυτές ότι εναπόκειται στη διακριτική εξουσία της Επιτροπής να καθορίσει το αντικείμενο των εξετάσεων ώστε να είναι σε θέση να επιλέξει τον καταλληλότερο υπότροφο. Άλλωστε η Επιτροπή εφάρμοσε το ίδιο κριτήριο απέναντι σε όλους όσους συμμετείχαν και είναι απόφοιτοι αγγλικού πανεπιστημίου ή πανεπιστημίου στο οποίο η γλώσσα διδασκαλίας είναι η αγγλική, υποβάλλοντας τους στη σχετική εξέταση.
Τέλος δεν μπορώ να συνταχθώ με την άποψη ότι ο αιτητής απέκτησε έννομο συμφέρον επειδή είχε κληθεί σε συνέντευξη και υποβλήθηκε σε ψυχολογικό τέστ. Η Επιτροπή είχε προειδοποιήσει τον αιτητή όπως και όλους τους άλλους ότι η συμμετοχή τους στο στάδιο εκείνο της διαδικασίας δεν έπρεπε να κριθεί ή ερμηνευθεί σαν επιτυχία στις εξετάσεις πράγμα που θα λαμβανόταν υπόψη, όπως και στο τέλος έγινε, στο στάδιο της επιλογής.
"Επίσης ετονίστηκε σ' αυτούς ότι παρόλο που κλήθηκαν σε συνέντευξη δε σημαίνει ότι έχουν επιτύχει και στις γραπτές και προφορικές εξετάσεις που διεξήχθησαν από το Υπουργείο Παιδείας, πράγμα το οποίο είχαν ενημερωθεί και γραπτώς και ότι η Επιτροπή θα αποφασίσει για το θέμα αυτό κατά τη διάρκεια της επιλογής."
Όπως προκύπτει από την παράγραφο 4(β) της ανακοίνωσης απαράβατη προϋπόθεση για αποτελεσματική υποψηφιότητα ήταν η επιτυχία υποψήφιου στις γραπτές εξετάσεις. Η θεαματική αποτυχία του αιτητή σ' αυτές του στερεί το δικαίωμα να προσβάλει την απόφαση. Είχε συγκεντρώσει μόλις 20 εκατοστά στη φυσική και 13 στα μαθηματικά. Δεν έχει επομένως έννομο συμφέρον να προσβάλει την επίδικη απόφαση.
Θα πρόσθετα πως θα απέρριπτα την προσφυγή και αν ακόμη έπρεπε να την εξετάσω στην ουσία της. Δε θεμελιώνεται η μομφή ότι δεν καταγράφηκαν τα αποτελέσματα των γραπτών εξετάσεων. Υπάρχουν και μάλιστα σε αναλυτική μορφή στο παράρτημα Ζ. Σχετικά με τη κριτική που έγινε που αφορά στη διαδικασία κατά τη ψυχολογική δοκιμασία δεν μπορεί να παραπονείται εφόσον κατατάγηκε δεύτερος και δεν έπαθε καμιά ζημιά από τη διαδικασία αυτή.
Άλλος λόγος ακύρωσης αναφέρεται στον τρόπο διεξαγωγής της συνέντευξης και την αξιολόγηση των αποτελεσμάτων της. Πάλιν οι σχετικές αιτιάσεις παρέμειναν αναπόδεικτες. Κι αυτό γιατί τα αποτελέσματα της συνέντευξης φαίνονται σε ειδικά έντυπα (παράρτημα Β) που συμπληρώθηκαν από τον Πρόεδρο και τα μέλη της Επιτροπής κατά τη διάρκεια της συνέντευξης. Περαιτέρω έχει επανειλημμένα αποφασισθεί πως δεν είναι ανάγκη να τηρείται πρακτικό για το περιεχόμενο της συνέντευξης εφόσον καταγράφεται το αποτέλεσμα. Εκτωρίδης v. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 922.
Τέλος δεν ευσταθεί η εισήγηση πως η απόφαση ήταν αναιτιολόγητη. Αρκεί να κοιτάξουμε το πρακτικό της συνεδρίασης ημερ. 21/6/91 (παράρτημα Στ). Ούτε τεκμηριώθηκε οποιοσδήποτε άλλος λόγος για επέμβαση.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα σε βάρος του αιτητή.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.