ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1992) 4 ΑΑΔ 4828
23 Δεκεμβρίου, 1992
[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΠΑΓΚΟΣ ΚΟΡΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΑΛΛΟΣ,
Αιτητές,
ν.
ΑΡΧΗΣ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ ΚΥΠΡΟΥ,
Καθ' ης η αίτηση.
(Υποθέσεις Αρ. 195/92 & 277/92).
Διοικητικό Όργανο — Συλλογικά Οργανα — Πρακτικά — Δεν είναι απαραίτητο να καταγράφονται και μάλιστα λεπτομερώς οι επί μέρους απόψεις κάθε μέλους — Αρκεί η καταγραφή της απόφασης και βεβαίως της αιτιολογίας της.
Οργανισμοί Δημοσίου Δικαίου — Αρχή Ηλεκτρισμού Κύπρου — Σχέδια Υπηρεσίας — Ή ερμηνεία και εφαρμογή τους στην αρμοδιότητα του διοικητικού οργάνου — Το Δικαστήριο δεν επεμβαίνει επί ευλόγως επιτρεπτής ερμηνείας και εφαρμογής.
Ο περί Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (Όροι Υπηρεσίας) Κανονισμοί του 1986 (Κ.Δ.Π. 291/86) — Καν. 23(2) — Τα παραδεδεγμένα κριτήρια — Υποχρέωση της Αρχής να τα συσταθμίσει ανεξαρτήτως σειράς αναγραφής τους στο κείμενο του Κανονισμού.
Προσφυγή βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος — Λόγοι ακυρώσεως — Προκατάληψη — Υπο την μορφή της εχθρικής διάθεσης και έλλειψης αντικειμενικότητας — Η προβολή του σχετικού ισχυρισμού από μόνη της δεν σημαίνει τίποτε — Ευθύνη του ισχυριζομένου να αποδείξει.
Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου προάχθηκε στη θέση Διευθυντή Περιφέρειας Αμμοχώστου-Λάρνακας το ενδιαφερόμενο μέρος.
Οι αιτητές, με ξεχωριστές προσφυγές, αμφισβήτησαν το κύρος της απόφασης. Οι δύο προοφυγές συνεκδικάστηκαν.
Προβλήθηκε μεγάλη σειρά ισχυρισμών. Αμφισβητήθηκε η νομιμότητα σχεδόν κάθε πτυχής της διοικητικής ενέργειας που οδήγησε στην τελική απόφαση.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας τις προσφυγές, αποφάσισε ότι:
1. Δεν είναι απαραίτητο να καταγράφονται, και μάλιστα στη λεπτομέρειά τους, οι επί μέρους απόψεις που εκφράζονται από το κάθε μέλος του αποφασίζοντος συλλογικού οργάνου. Αρκεί η καταγραφή της απόφασης στην οποία καταλήγει και, βέβαια, η αιτιολόγησή της έτσι που να αποκαλύπτεται το στήριγμά της και να είναι δυνατός ο δικαστικός έλεγχος.
2. Δεν δικαιολογείται η θέση ότι το σχέδιο υπηρεσίας εδώ, εύλογα ερμηνευόμενο, θέτει ως προϋπόθεση της κτήσης των προσόντων που εξειδικεύει, την υπηρεσία στην περιφέρεια.
Πολύ λιγότερο όταν συνυπολογιστεί πως σε αντίθεση με την απαίτηση για εκτεταμένη και πλατειά γενική πείρα, απαιτεί μόνο καλή γνώση των δραστηριοτήτων σε περιφέρεια.
3. Τα σχέδια υπηρεσίας των θέσεων που κατείχε το ενδιαφερόμενο μέρος είναι, πράγματι, διαφωτιστικά ως προς το είδος και το εύρος των καθηκόντων που ασκούσε και στοιχεία σαν αυτά δεν αποτελούν εκ των υστέρων ισχυρισμούς ενώπιον του Δικαστηρίου.
4. Η ερμηνεία και η εφαρμογή του σχεδίου υπηρεσίας είναι αρμοδιότητα του διοικητικού οργάνου. Το Δικαστήριο δεν επεμβαίνει αν η ερμηνεία και η εφαρμογή που έγινε ήταν εύλογα επιτρεπτή, όπως ήταν στην παρούσα περίπτωση.
5. Σύμφωνα με τον Κανονισμό 23(2) η πείρα αποτελεί ένα από τα "παραδεδεγμένα κριτήρια". Τα άλλα αναφέρονται ως αξία, ικανότητα, αρχαιότητα, προσόντα και επίδοση στην υπηρεσία. Υποχρέωση της Αρχής είναι να συσταθμίσει αυτά τα κριτήρια χωρίς να προσδίδει σημασία στη σειρά με την οποία αυτά αναφέρονται στον Κανονισμό.
6. Ο πρώτος αιτητής παράλληλα προς τον αντίθετο με τα στοιχεία ισχυρισμό του πως η εικόνα που αποκάλυπταν οι φάκελοι έδειχναν την υπεροχή του, καταλόγισε στον ένα από τους κριτές του εχθρική διάθεση και αμφισβήτησε την αντικειμενικότητα των κρίσεων του. Σημειώνεται στη γραπτή αγόρευση του δικηγόρου του πως "ο αιτητής επιφυλάσσεται στο κατάλληλο στάδιο να προσαγάγει την αναγκαία μαρτυρία για να αποδείξει τον ισχυρισμό του αυτό." Πράγματι, η προβολή τέτοιας μορφής ισχυρισμών δεν σημαίνει τίποτε από μόνη της. Σε κάθε τέτοια περίπτωση είναι ευθύνη εκείνου που τους προβάλλει, να τους αποδείξει. Δεν έχει προσαχθεί οποιαδήποτε μαρτυρία και ο ισχυρισμός παρέμεινε αναπόδεικτος. Είναι, βέβαια, γεγονός πως αυτούς τους ισχυρισμούς τους πρόβαλε ο αιτητής και με επιστολή τού τότε δικηγόρου του αλλά και με χειρόγραφη δική του πριν από τη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης και είναι αλήθεια πως η Αρχή δεν αναφέρθηκε σ' αυτούς στα πρακτικά της που ενσωματώνουν την προσβαλλόμενη απόφαση. Κάτω από άλλες συνθήκες, θα μπορούσε να τεθεί ζήτημα ως προς το αν διεξάχθηκε η δέουσα έρευνα. Όχι όμως στην παρούσα περίπτωση. Η τελική παραπομπή από το Διοικητικό Συμβούλιο της Αρχής στο περιεχόμενο των φακέλων και στις εμπιστευτικές εκθέσεις υποδηλώνει απόρριψη των ισχυρισμών του αιτητή και, από την εξέταση των στοιχείων που ήδη υπήρχαν ενώπιόν του, ο χειρισμός αυτός ήταν εύλογα επιτρεπτός.
Οι προσφυγές απορρίπτονται χωρίς έξοδα.
Προσφυγή.
Προσφυγές κατά της καθ' ης η αίτηση Αρχής, ημερομηνίας 16 Ιανουαρίου 1992, με την οποία προάχθηκε στη θέση Διευθυντή Περιφέρειας Αμμοχώστου-Λάρνακας ο Κώστας Δ. Ιωάννου αντί των αιτητών.
Μιχ. Κυπριανού και Α. Σ. Αγγελίδης, για τον αιτητή στην 195/92.
Α.Σ. Αγγελίδης, για τον αιτητή στην 277/92.
Κ. Στιβαρού για Γ. Κακογιάννη, για τους καθ' ων η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Ανάγνωσε την ακόλουθη απόφαση. Με απόφαση του Διοκητικού Συμβουλίου της Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου, ημερομηνίας 16 Ιανουαρίου 1992, προάχθηκε στη θέση Διευθυντή Περιφέρειας Αμμοχώστου-Λάρνακας ο Κώστας Δ. Ιωάννου. Οι αιτητές, με ξεχωριστές προσφυγές, αμφισβήτησαν το κύρος της απόφασης. Οι δύο προσφυγές συνεκδικάστηκαν.
Προβλήθηκε μεγάλη σειρά ισχυρισμών. Αμφισβητήθηκε η νομιμότητα σχεδόν κάθε πτυχής της διοικητικής ενέργειας που οδήγησε στην τελική απόφαση. Καταλογίστηκαν αυθαιρεσία, αλλότρια κίνητρα, προκατάληψη και πρόθεση συγκαλυμμένης δίωξης σε προϊσταμένους των αιτητών, στη Συμβουλευτική Επιτροπή και στο ίδιο το Διοικητικό Συμβούλιο που πήρε την προσβαλλόμενη απόφαση. Ορισμένοι από τους ισχυρισμούς αυτούς είναι αντιφατικοί, άλλοι δεν μπορούν να βρουν έρεισμα στα στοιχεία και άλλοι είναι αντίθετοι προς όσα έχουν πάγια νομολογηθεί.
θα αρχίσω με όσα λέχθηκαν σε σχέση με τη συνεδρία του Διοικητικού Συμβουλίου στην οποία λήφθηκε η τελική απόφαση. Παραπονούνται οι αιτητές πως δεν κατεγράφη το περιεχόμενο των διαβουλεύσεων που έγιναν, πως δεν ξεκαθαρίζεται αν η τελική απόφαση ήταν το αποτέλεσμα μυστικής ψηφοφορίας, πως δεν είναι γνωστό αν λήφθηκαν υπόψη κομματικά ή άλλα εξωγενή κριτήρια, πως δεν γίνεται αναφορά στα πρακτικά στα προσόντα των υποψηφίων γεγονός που δείχνει πως δεν ερευνήθηκε αν συγκέντρωναν τα προαπαιτούμενα του σχεδίου υπηρεσίας και πως, γενικά, η τελική απόφαση δεν ήταν δεόντως αιτιολογημένη. Προσθέτει ο αιτητής Γ. Κορομίας πως η προσβαλλόμενη απόφαση ήταν και αντιφατική προγενέστερης γιατί το ίδιο Διοικητικό Συμβούλιο, σε προηγούμενη διαδικασία, τον έκρινε κατάλληλο για προαγωγή και υπέρτερο του ενδιαφερομένου μέρους.
Κανένας από τους πιο πάνω ισχυρισμούς δεν ευσταθεί. Δεν είναι απαραίτητο να καταγράφονται, και μάλιστα στη λεπτομέρεια τους, οι επί μέρους απόψεις που εκφράζονται από το κάθε μέλος του αποφασίζοντος συλλογικού οργάνου. Αρκεί η καταγραφή της απόφασης στην οποία καταλήγει και, βέβαια, η αιτιολόγηση της έτσι που να αποκαλύπτεται το στήριγμά της και να είναι δυνατός ο δικαστικός έλεγχος. Στα πρακτικά αναφέρεται ποιό από τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου απέσχε και γιατί· επομένως, ο ισχυρισμός για ενδεχόμενη μυστική ψηφοφορία είναι εντελώς ανεδαφικός. Το ίδιο ανεδαφικός είναι και ο ισχυρισμός που θέλει το Διοικητικό Συμβούλιο να μή αναφέρθηκε και, επομένως, να μή ερεύνησε το αν οι υποψήφιοι συγκέντρωναν τα προσόντα του σχεδίου υπηρεσίας. Γίνεται ρητή αναφορά στα πρακτικά σε μελέτη και αξιολόγηση, μεταξύ των άλλων, και του προσόντος της πείρας "σε συσχετισμό προς το ισχύον για τη θέση Σχέδιο Υπηρεσίας", στους δε φακέλλους περιέχονταν όλα τα σχετικά δεδομένα. Το προσόν που υποτίθεται δεν ερευνήθηκε ήταν εκείνο της εκτεταμένης και πλατειάς πείρας όπως και της καλής γνώσης όλων των δραστηριοτήτων των διαφόρων λειτουργιών σε περιφέρεια.
Η τελική απόφαση καταγράφεται ως το αποτέλεσμα της μελέτης και της αξιολόγησης στοιχείων που εξειδικεύθηκαν. Αυτά ήταν τα υπηρεσιακά στοιχεία κάθε υποψηφίου, ο προσωπικός του φάκελλος, η πείρα, αξία, ικανότητα και αρχαιότητα στην Αρχή όπως και η επίδοσή τους στην υπηρεσία που είναι τα καθιερωμένα κριτήρια από τον Κανονισμό 23(3) των περί Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (Όροι Υπηρεσίας) Κανονισμών του 1986 (Κ.Δ.Π. 291/86). Ο Κανονισμός 19 προβλέπει τη δημιουργία Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής με τη διευκρίνιση πως η Αρχή δεν δεσμεύεται από τη σύστασή της. Ο Κανονισμός 23(3) επανέρχεται στο θέμα για να προβλέψει πως κατά την προαγωγή σε θέση στην Κλίμακα Α15 και άνω όπως και σε ανώτερη συνδυασμένη θέση "η Αρχή λαμβάνει δεόντως υπόψιν τας συστάσεις της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής και του Διευθυντή και τας περί των υποψηφίων εμπιστευτικός εκθέσεις".
Βρίσκονταν ενώπιον της Αρχής οι συστάσεις της Συμβουλευτικής και του Διευθυντή όπως και οι εμπιστευτικές εκθέσεις και σημειώνεται στο πρακτικό που περιέχει την προσβαλλόμενη απόφαση ότι μελετήθηκαν και αξιολογήθηκαν. Ο ισχυρισμός πως η απόφαση δεν ήταν αιτιολογημένη και πως ήταν ενδεχόμενο να είχαν διαδραματίσει ρόλο εξωγενή κριτήρια, είναι εντελώς αβάσιμος. Ο παράλληλος ισχυρισμός για αντιφατικότητα, όπως τον συνόψισα, καταρρίπτεται από το ίδιο το φωτοαντίγραφο του αποσπάσματος του πρακτικού που τέθηκε ενώπιόν μου. Τιτλοφορείται ως πρακτικό της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής και όχι του Διοικητικού Συμβουλίου της Αρχής όπως το εμφάνισε ο αιτητής Γ, Κορομίας και, εν πάση περιπτώσει, αναφέρεται σε προγενέστερη διαδικασία της οποίας οι λεπτομέρειες είναι εντελώς άγνωστες.
Στο στάδιο των διευκρινίσεων εγκαταλείφθηκαν όσα προβλήθηκαν σε σχέση με τα ακαδημαϊκά προσόντα των αιτητών και του ενδιαφερομένου μέρους όπως και με την αξία τους στο βαθμό που αυτή κατοπτριζόταν στη βαθμολογία τους. Ισχυρίστηκε, βέβαια, ο αιτητής Γ. Κορομίας πως η δική του βαθμολογία θα έπρεπε να αγνοηθεί ως το προϊόν προκατάληψης, αλλά αυτό θα το εξετάσω μετά. Το βάρος της επιχειρηματολογίας που αναπτύχθηκε συνδέθηκε, τελικά, με την πείρα και τις γνώσεις του ενδιαφερομένου μέρους, πρώτα ως απαραίτητου προσόντος και μετά ως στοιχείου σχετικού προς την αξία του σε σύγκριση με εκείνη των αιτητών.
Ήταν απαραίτητο προσόν κατά το σχέδιο υπηρεσίας να έχει ο υποψήφιος πολύ εκτεταμένη και πλατειά πείρα, μακρά και ικανοποιητική υπηρεσία στη Βιομηχανία Παροχής Ηλεκτρισμού και καλή γνώση όλων των δραστηριοτήτων των διαφόρων λειτουργιών σε περιφέρεια.
"He must have very extensive and wide experience, long and satisfactory service in the Electricity Supply Industry and a sound knowledge of the activities of the various functions in an area".
Ισχυρίζονται οι αιτητές πως το ενδιαφερόμενο μέρος δεν συγκέντρωνε αυτά τα προσόντα, ουσιαστικά, για τον απλό λόγο ότι δεν υπηρέτησε ποτέ στην περιφέρεια. Εχει δίκαιο η δικηγόρος των καθ' ων η αίτηση πως δεν δικαιολογείται η θέση ότι το σχέδιο υπηρεσίας εύλογα ερμηνευόμενο, θέτει ως προϋπόθεση της κτήσης των προσόντων που εξειδικεύει, την υπηρεσία στην περιφέρεια. Πολύ λιγότερο όταν συνυπολογίσουμε πως σε αντίθεση με την απαίτηση για εκτεταμένη και πλατειά γενική πείρα, απαιτεί μόνο καλή γνώση των δραστηριοτήτων σε περιφέρεια.
Το ενδιαφερόμενο μέρος προσλήφθηκε στην υπηρεσία της Αρχής την 30 Ιουνίου 1967 στη θέση Βοηθού Μηχανικού στο Τμήμα Κατασκευών. Την 1 Οκτωβρίου 1968 μεταφέρθηκε στις εμπορικές υπηρεσίες και την 1 Ιουλίου 1970 προάχθηκε στη θέση του Μηχανικού III. Την 1 Δεκεμβρίου 1978 διορίστηκε στη θέση Βοηθού Διευθυντή Εμπορικών Υπηρεσιών (Εκτελεστικός). Τελικά, την 1 Δεκεμβρίου 1987, προάχθηκε στη θέση Βοηθού Διευθυντή Μεταφοράς/Διανομής. Στην εισήγηση της δικηγόρου των Καθ' ων η αίτηση πως στα εννιά χρόνια της υπηρεσίας του ως Βοηθός Διευθυντής Εμπορικών Υπηρεσιών και στα τέσσερα χρόνια της υπηρεσίας του ως Βοηθός Διευθυντής Μεταφοράς/Διανομής είχε την ευκαιρία να έρχεται σε επαφή όχι μονο με μια μεμονομένη περιφέρεια αλλά με όλες έτσι που, ως αποτέλεσμα της πολύχρονης συνεργασίας του με αυτές, να έχει αποκτήσει εκτός της πολύ εκτεταμένης και πλατείας πείρας και την απαραίτητη καλή γνώση των δραστηριοτήτων στα διάφορα τμήματα, οι αιτητές ισχυρίστηκαν πως αυτά ήταν εκ των υστέρων ισχυρισμοί της δικηγόρου, "εκτός πρακτικών", και επομένως άσχετα. Δεν είναι έτσι. Η πιο πάνω αναφορά συνδέθηκε ειδικά με τα σχέδια υπηρεσίας των θέσεων που κατείχε το ενδιαφερόμενο μέρος που είναι, πράγματι, διαφωτιστικά ως προς το είδος και το εύρος των καθηκόντων που ασκούσε το ενδιαφερόμενο μέρος.
Η ερμηνεία και η εφαρμογή του σχεδίου υπηρεσίας είναι αρμοδιότητα του διοικητικού οργάνου. Το Δικαστήριο δεν επεμβαίνει αν η ερμηνεία και η εφαρμογή που έγινε ήταν εύλογα επιτρεπτή. Το Διοικητικό Συμβούλιο της Αρχής είχε ενώπιόν του τους φακέλλους του ενδιαφερομένου μέρους στους οποίους περιέχονται όλες οι λεπτομέρειες της μακράς, και σίγουρα, ικανοποιητικής υπηρεσίας του στην Αρχή. Είχε ενώπιον του τα σχέδια υπηρεσίας που εξειδικεύουν τα καθήκοντα των θέσεων που κατείχε και εύλογα, κάτω από τις περιστάσεις, μπορούσε να θεωρήσει το ενδιαφερόμενο μέρος ως προσοντούχο υποψήφιο.
Οι αιτητές υπηρέτησαν, ο Γ. Κορομίας περισσότερα χρόνια και ο Χ. Κωνσταντινίδης λιγότερα, ως "Επαρχιακοί Μηχανικοί". Υποστηρίζουν ότι είχαν έτσι την ευκαιρία να ασκήσουν τα διοικητικά καθήκοντα που τώρα ανατέθηκαν στον Διευθυντή Περιφέρειας και ακόμα να αναπληρώνουν το Διευθυντή Περιφέρειας από τον καιρό που δημιουργήθηκε εκείνη η θέση. Υποστήριξαν ακόμα πως στην πραγματικότητα η θέση του "Επαρχιακού Μηχανικού" που κατείχαν, αντιστοιχεί προς τη σημερινή πληρωθείσα θέση του Διευθυντή Περιφέρειας. Μαζί με αυτά, ισχυρίζονται πως η ειδική και η εξειδικευμένη πείρα που απέκτησαν με τον πιο πάνω τρόπο, τους καθιστούσε έκδηλα υπέρτερους του ενδιαφερομένου μέρους. Επιπρόσθετα, ο αιτητής Γ. Κορομίας επικαλείται και την κατά τρία χρόνια περίπου αρχαιότητα του έναντι του ενδιαφερομένου μέρους. Σημειώνω πως το ενδιαφερόμενο μέρος ήταν αρχαιότερο του αιτητή Χ. Κωνσταντινίδη.
Σύμφωνα με τον Κανονισμό 23(2) η πείρα αποτελεί ένα από τα "παραδεδεγμένα κριτήρια" . Τα άλλα, όπως σημείωσα, αναφέρονται ως αξία, ικανότητα, αρχαιότητα, προσόντα και επίδοση στην υπηρεσία. Υποχρέωση της Αρχής είναι να συσταθμίσει αυτά τα κριτήρια χωρίς να προσδίδει σημασία στη σειρά με την οποία αυτά αναφέρονται στον Κανονισμό.
Είναι η θέση της Αρχής πως από τη συστάθμιση του συνόλου των κριτηρίων το ενδιαφερόμενο μέρος προβάλλει ως υπέρτερης αξίας και πως, εν πάση περιπτώσει, ήταν εύλογα επιτρεπτή η επιλογή του ως καταλληλότερου. Η θέση του Διευθυντή Περιφέρειας ήταν μια από τις πιο ψηλές στην ιεραρχία της Αρχής και, επομένως, η διακριτική της εξουσία ήταν ευρεία. Συνηγορούσε υπέρ της επιλογής του ενδιαφερομένου μέρους η σύσταση του Διευθυντή, που αντίθετα με τις αιτιάσεις των αιτητών ως προς τη βαρύτητα που θα μπορούσε να της προσδοθεί, συνάδει πλήρως με την εικόνα που παρουσιάζουν οι εμπιστευτικές εκθέσεις. Διαφωνεί η Αρχή με τον ισχυρισμό ως προς την αντιστοιχία του "Επαρχιακού Μηχανικού" με τον Διευθυντή Περιφέρειας. Κατά την εποχή εκείνη δεν υπήρχε υποδιαίρεση σε περιφέρειες, αλλά σε επαρχίες. Τόσο οι αιτητές όσο και το ενδιαφερόμενο μέρος ήταν Μηχανικοί Π και τους ανατέθηκαν καθήκοντα ανάλογα προς τη θέση τους. Αν θα μπορούσε να υπάρξει κάποια αντιστοιχία θα ήταν με τον τωρινό Επαρχιακό Διευθυντή που, βέβαια, βρίσκεται σε χαμηλότερη κλίμακα από το Διευθυντή Περιφέρειας και ασκεί διοικητικά καθήκοντα σε μια μόνο από τις επαρχίες που υπάγονται σε κάθε περιφέρεια υπό την εποπτεία του Διευθυντή Περιφέρειας που είναι και ο Προϊστάμενος του.
Η μελέτη του περιεχομένου των φακέλλων και η σύγκριση των αιτητών και του ενδιαφερομένου μέρους, επιβεβαιώνει την επιχειρηματολογία της Αρχής. Ο αιτητής Γ. Κορομίας μακράν από του να προβάλλει ως έκδηλα υπέρτερος του ενδιαφερομένου μέρους, ήταν εμφανώς υποδεέστερος. Το ενδιαφερόμενο μέρος υπερέχει αισθητά στη βαθμολογία και οι γνώμες και παρατηρήσεις των κριτών ήταν σαφώς καλύτερες στην περίπτωσή του.
Ο αιτητής Γ. Κορομίας, παράλληλα προς τον αντίθετο με τα στοιχεία ισχυρισμό του πως η εικόνα που αποκάλυπταν οι φάκελλοι έδειχναν την υπεροχή του, καταλόγισε στον ένα από τους κριτές του, τον Γ. Κουντούρη, εχθρική διάθεση και αμφισβήτησε την αντικειμενικότητα των κρίσεων του. Σημειώνεται στη γραπτή αγόρευση του δικηγόρου του πως "ο αιτητής επιφυλάσσεται στο κατάλληλο στάδιο να προσαγάγει την αναγκαία μαρτυρία για να αποδείξει τον ισχυρισμό του αυτό". Πράγματι, η προβολή τέτοιας μορφής ισχυρισμών δεν σημαίνει τίποτε από μόνη της. Σε κάθε τέτοια περίπτωση είναι ευθύνη εκείνου που τους προβάλλει, να τους αποδείξει. Δεν έχει προσαχθεί οποιαδήποτε μαρτυρία και ο ισχυρισμός παρέμεινε αναπόδεικτος. Είναι, βέβαια, γεγονός πως αυτούς τους ισχυρισμούς τους πρόβαλε ο αιτητής και με επιστολή του τότε δικηγόρου του αλλά και με χειρόγραφη δική του πριν από τη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης και είναι αλήθεια πως η Αρχή δεν αναφέρθηκε σ' αυτούς στα πρακτικά της που ενσωματώνουν την προσβαλλόμενη απόφαση. Κάτω από άλλες συνθήκες, θα μπορούσε να τεθεί ζήτημα ως προς το αν διεξάχθηκε η δέουσα έρευνα. Όχι όμως στην παρούσα περίπτωση. Η τελική παραπομπή από το Διοικητικό Συμβούλιο της Αρχής στο περιεχόμενο των φακέλλων και στις εμπιστευτικές εκθέσεις υποδηλώνει απόρριψη των ισχυρισμών του αιτητή και, από την εξέταση των στοιχείων που ήδη υπήρχαν ενώπιόν του, ο χειρισμός αυτός ήταν εύλογα επιτρεπτός.
Πρώτα απ' όλα, δεν εξειδικεύθηκε από τον αιτητή ο λόγος που κατά τον ισχυρισμό του προκάλεσε την εχθρική διάθεση του ενός από τους κριτές. Η θέση του για μή αντικειμενική αξιολόγησή του συνδέθηκε με τη δική του αντίληψη ως προς το ποια ήταν στην πραγματικότητα η αξία του, που, βέβαια, όπως είναι νομολογημένο, δεν μπορεί να στοιχειοθετήσει μομφή για προκατάληψη. Εξάλλου, τα παράπονα που διατύπωσε ο αιτητής με την επιστολή του της 14 Μαρτίου 1987 πως ο κριτής Γ. Κουντούρης τον παρέκαμπτε αναθέτοντας εργασία δική του στους υφισταμένους του, δεν μπορεί παρά να διαβαστούν μαζί με τις παρατηρήσεις του κριτή όπως αυτές φαίνονται στο Φύλλο Αξιολόγησης για το 1986 που συμπληρώθηκε την 2 Φεβρουαρίου, 1987. Σημειώνει εκεί ο κριτής πως ο Γ. Κορομίας "αναθέτει την εκτέλεση όλων των εργασιών στους βοηθούς του χωρίς όμως ο ίδιος να είναι σε θέση να ελέγξει αποτελεσματικά την εργασία των βοηθών του". Πέρα όμως από αυτά, υπήρχε και δεύτερος κριτής· και για το 1990 η αξιολόγηση έγινε από τριμελή ομάδα που ομόφωνα βαθμολόγησε τον Γ. Κορομία σαφώς χαμηλότερα σε σύγκριση με το ενδιαφερόμενο μέρος. Είναι ακόμα χαρακτηριστικό πως το 1989 και οι δυο κριτές, αναφερομένοι στις δυνατότητες εξέλιξης του Γ. Κορομία, συμφώνησαν πως "δεν είναι έτοιμος επί του παρόντος (ίσως να είναι έτοιμος στα επόμενα δυο χρόνια)". Διαπιστώνεται διαφορά απόψεων σε σχέση με την αξιολόγηση του για τα χρόνια που προηγήθηκαν ιδιαίτερα για το 1986. Κατά τον Γ. Κουντούρη ήταν "μή προάξιμος". Κατά το δεύτερο κριτή, αυτή η αξιολόγηση ήταν αυστηρή· όχι όμως τόσο γιατί η απόδοση του αιτητή δεν αποτιμήθηκε ορθά αλλά γιατί, κατά τη γνώμη του, παραγνωρίστηκαν τα προσωπικά προβλήματα που αντιμετώπιζε όπως και οι φυσιολογικές δυσκολίες που ο καθένας θα αντιμετώπιζε κατά την ανάληψη νέων καθηκόντων. Μπροστά σ' αυτή τη διχογνωμία παρενέβη "ο εγκρίνων". Παραθέτω τις παρατηρήσεις του:
"Η βαθμολογία του πρώτου κριτή είναι αυστηρή ενώ του δεύτερου επιεικής. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι πρόκειται για ένα μέτριο μηχανικό που αποδείχθηκε πως δεν είναι σε θέση να εκτελέσει εξειδικευμένα καθήκοντα όπως αυτά της θέσης του Β.Δ.Μ/Δ"
Για το 1987 ο Γ. Κουντούρης παρατήρησε σημαντική αύξηση της απόδοσης του αιτητή και δεν τον θεώρησε "μή προάξιμο". Έκρινε, όμως, πως "δεν θα είναι έτοιμος στα επόμενα δυο χρόνια". Ο δεύτερος κριτής, που ήταν και πάλιν ο ίδιος όπως το 1986, διαφώνησε θεωρώντας πως ενώ πράγματι δεν ήταν έτοιμος επί του παρόντος ίσως να ήταν έτοιμος στα επόμενα δυο χρόνια. Για το 1988 ο Γ. Κουντούρης διατήρησε την άποψη που εξέφρασε τον προηγούμενο χρόνο ενώ δεύτερος κριτής, άλλος αυτή τη φορά, εξέφρασε τη γνώμη πως αν η βελτίωσή του συνεχιστεί "μπορεί να είναι έτοιμος για εξέλιξη σε ανώτερη θέση στα επόμενα δυο χρόνια".
Προκύπτει απ' όλα τα πιο πάνω πως ακόμα και με γνώμονα τις ευνοϊκότερες απο τις κρίσεις που διατυπώθηκαν, ακόμα και εκείνες του δεύτερου κριτή που κατά τον εγκρίνοντα ήταν επιεικής, ο αιτητής ήταν κατώτερος σε σύγκριση με το ενδιαφερόμενο μέρος. Ο αιτητής Γ. Κουντούρης ουδέποτε κρίθηκε από οποιονδήποτε κριτή ως άμεσα έτοιμος για εξέλιξη.
Το ενδιαφερόμενο μέρος σταθερά και ομόφωνα συγκέντρωνε αισθητά καλύτερη βαθμολογία και κρινόταν ως έτοιμος για ανέλιξη. Καταλήγω πως τα παράπονα που διατυπώθηκαν από τον αιτητή από οποιοδήποτε πρίσμα και αν προσεγγίζονταν, δεν ήταν δυνατό να αλλοιώσουν την εμφανώς καλύτερη εικόνα του ενδιαφερομένου μέρους.
Ο αιτητής Χ. Κωνσταντινίδης συγκέντρωνε καλή βαθμολογία, περίπου ίση με εκείνη του ενδιαφερομένου μέρους. Κρινόταν και εκείνος σταθερά και ομόφωνα ως έτοιμος για εξέλιξη. Κάποια διαφωνία μεταξύ των κριτών παρουσιάστηκε μόνο το 1987 όταν ο ένας από αυτούς θεώρησε πως δεν ήταν τότε έτοιμος για εξέλιξη αλλά ίσως θα ήταν στα επόμενα δυο χρόνια. Δεν μπορεί με αυτά τα δεδομένα να θεωρηθεί ο αιτητής Χ. Κωνσταντινίδης ως έκδηλα υπέρτερος του ενδιαφερομένου μέρους που ήταν και αρχαιότερός του στην προηγούμενη θέση. Είναι αρκετό από τη σειρά των εγκωμιαστικών παρατηρήσεων που καταγράφηκαν από τους κριτές σε σχέση με το ενδιαφερόμενο μέρος, να σημειώσω εκείνη που τον περιγράφει ως "εξαιρετικό μηχανικό από πάσης πλευράς" και την άλλη, σύμφωνα με την οποία, "μπορεί να αποδώσει εξ ίσου καλά και σε ανώτερη θέση από εκείνη που κατέχει τώρα".
Οι δυο αιτητές ανέπτυξαν σειρά επιχειρημάτων σε σχέση με τη σύσταση του Διευθυντή. Στο στάδιο των διευκρινίσεων τα παράπονα περιορίστηκαν μόνο σε σχέση με την αναφορά του Διευθυντή στην πείρα του ενδιαφερομένου μέρους και αυτό, σε συνδυασμό με όσα λέχθηκαν ως προς τη διοικητική και εξειδικευμένη πείρα που απέκτησαν οι αιτητές στην περιφέρεια. Έχω αναφερθεί στο θέμα και δεν χρειάζεται να επανέλθω. Προσθέτω μόνο πως τίποτε από όσα περιέχονται στο φάκελλο δεν συγκρούονται με τη σύσταση του Διευθυντή. Όλα δείχνουν πως το ενδιαφερόμενο μέρος, ήταν , μεταξύ άλλων, ιδιαίτερα έμπειρος και αυτό παρά το ότι δεν υπηρέτησε στην περιφέρεια. Το ενδιαφερόμενο μέρος ανταποκρίθηκε ιδιαίτερα ικανοποιητικά στα καθήκοντα που του ανατέθηκαν. Η ανάθεση άλλων καθηκόντων σε άλλους δεν μπορεί να σημαίνει και προδιαγραφή των προοπτικών ανέλιξης τους.
Υπάρχει μια ακόμα λεπτομέρεια στην οποία πρέπει να αναφερθώ.
Ισχυρίστηκαν οι αιτητές πως με τον τρόπο που συντάχθηκε το παράρτημα που συνοδεύει την ένσταση των Καθ' ων η αίτηση, δόθηκε στο Διοικητικό Συμβούλιο της Αρχής παραπλανητική εικόνα ως προς τη θέση που κατείχε ο καθένας από τους αιτητές ιδιαίτερα ως προς την υπηρεσία τους στην περιφέρεια. Είναι εντελώς αβάσιμος και αυτός ο ισχυρισμός. Οι φάκελλοι ήταν ενώπιον του Διοικητικού Συμβουλίου της Αρχής και δεν μπορεί να τίθεται ζήτημα τέτοιας μορφής πλάνης. Το παράρτημα ετοιμάστηκε για τους σκοπούς της ένστασης στην παρούσα διαδικασία και εν πάση περιπτώσει δεν είναι ορθό πως μπορούσε να οδηγήσει στην πλάνη που αναφέρθηκε.
Το Διοικητικό Συμβούλιο στάθμισε όλα τα στοιχεία. Είχε ενώπιον του το γεγονός της αρχαιότητας του αιτητή Γ. Κορομία έναντι του ενδιαφερομένου μέρους και, όπως προκύπτει, από τις παρατηρήσεις του Μέλους του που απέσχε, το απασχόλησε και η πείρα στην περιφέρεια. Είχε ενώπιον του τη σύσταση της Συμβουλευτικής Επιτροπής και εκείνη του Διευθυντή στις οποίες αναφέρεται ειδικά. Το τελικό συμπέρασμα είναι πως οι αιτητές απέτυχαν να θεμελιώσουν οποιοδήποτε λόγο ακύρωσης της προσβαλλόμενης απόφασης και πως αυτή ήταν εύλογα επιτρεπτή.
Η προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται. Καμμιά διαταγή για έξοδα.
Οι προσφυγές απορρίπτονται χωρίς έξοδα.