ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αρχείο σε μορφή PDF - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:

Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:

(1992) 4 ΑΑΔ 4786

23 Δεκεμβρίου, 1992

[ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 28 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

ΣΠΥΡΟΣ ΠΕΤΟΥΣΗΣ,

Αιτητής,

ν.

ΑΡΧΗΣ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ ΚΥΠΡΟΥ (ΑΡ. 3),

Καθ' ων η αίτηση.

(Υπόθεση Αρ. 673/91).

Οργανισμοί Δημοσίου Δικαίου — Αρχή Ηλεκτρισμού Κύπρου — Υπάλληλοι — Προαγωγές — Θέση Προαγωγής ή Μετάθεσης — Ο αιτητής για προαγωγή έχει έννομο συμφέρον να προσβάλει την απόφαση μετάθεσης άλλου υποψηφίου.

Οι περί Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (Όροι Υπηρεσίας) Κανονισμοί του 1986 — Κανονισμός 13(2) — Η Αρχή έχει δικαίωμα να μεταθέσει αντί να προάξει ένα υπάλληλο σε μία θέση — Το Δικαστήριο επεμβαίνει αν διαπιστώσει κατάχρηση εξουσίας ή πλάνη περί τα πράγματα κατά την άσκηση της διακριτικής εξουσίας της Αρχής.

Οι περί Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (Όροι Υπηρεσίας) Κανονισμοί — Κανονισμός 6 — Συμβουλευτικές Υπεπιτροπές — Ο ρόλος τους καθαρά συμβουλευτικός — Αποκλειστική ευθύνη έχει η ίδια η Αρχή.

Ο αιτητής με τη προσφυγή του στράφηκε κατά της απόφασης των καθ' ων η αίτηση να μεταθέσουν το ενδιαφερόμενο μέρος στη θέση Μηχανικού Αγορών (Τμήμα Μεταφοράς/Διανομής) κεντρικά γραφεία αντί να προάξουν τον ίδιο στην επίδικη θέση.

Οι καθ' ων η αίτηση πρόβαλαν προδικαστική ένσταση πως εφόσον λήφθηκε απόφαση η θέση να πληρωθεί με μετάθεση αντί με προαγωγή, ο αιτητής δεν είχε έννομο συμφέρον προσβολής της.

Ο αιτητής ισχυρίστηκε ανάμεσα σε άλλα ότι δεν ακολούθησε η αρχή της επιλογής του καλύτερου υποψηφίου πως λανθασμένα η θέση πληρώθηκε με μετάθεση αντί με προαγωγή και πως η απόφαση αυτή ήταν συγκαλυμμένη δίωξη ή τιμωρημένη ενέργεια εναντίον του ή/και ευνοϊκή μεταχείριση για το ενδιαφερόμενο μέρος.

Το Ανώτατο Δικαστήριο απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:

1) Δε συμφωνώ με την προδικαστική ένσταση γιατί η θέση, όπως δημοσιεύτηκε μπορούσε να ήταν θέση προαγωγής ή/ και μετάθεσης. Επομένως ο αιτητής είχε έννομο συμφέρο να διεκδικήσει τη θέση και οπωσδήποτε μπορεί να προσβάλλει το διορισμό του ενδιαφερομένου προσώπου.

2) Το βασικό παράπονο του αιτητή είναι γιατί η θέση πληρώθηκε με μετάθεση και όχι με προβιβασμό. Θα είμαι σύντομος στην απάντησή μου, γιατί κατά τη γνώμη μου είναι ένα δικαίωμα που παρέχεται στην Αρχή από τον Κανονισμό 13(2), των Περί Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (Όροι Υπηρεσίας) Κανονισμών του 1986.

Είναι φανερό από τον πιο πάνω Κανονισμό ότι η Αρχή έχει κάθε δικαίωμα να μεταθέσει αντί να προάξει ένα υπάλληλο σε μια θέση.

Δε μπορεί το Δικαστήριο να επέμβει στους λόγους που υπαγόρευσαν τη μετάθεση, εκτός εάν υπάρχει κατάχρηση εξουσίας ή πλάνη περί τα πράγματα και γενικά εάν υπάρξει αυθαιρεσία στην άσκηση της διακριτικής εξουσίας.

Όσο ολιγόλογη και αν είναι η αιτιολογία που δίδεται, είναι ικανοποιητική. Ο υπεύθυνος μηχανικός εκφράζει τη γνώμη ότι κατά την κρίση του είναι προς το συμφέρο της Αρχής και εξυπηρετούνται καλύτερα οι ανάγκες της Αρχής εάν γίνει μετάθεση παρά προβιβασμός. Δεν υπάρχει τίποτε που να συγκρούεται ή να οδηγεί προς αντίθετη γνώμη από την υπεύθυνη γνώμη του μηχανικού ως προς την εισήγηση αυτή.

Βρίσκω πως νόμιμα έγινε η μετάθεση και βρίσκω επίσης  πως η αιτιολογία ήταν επαρκής.

3) Ως προς την εξειδικευμένη εισήγηση, πως ουσιαστικά δεν υπήρξε μετάθεση αλλά κάποιου είδους μετατόπιση από ένα τόπο εργασίας σε άλλο, νομίζω ότι δε μπορώ να αποδεχτώ αυτή την εισήγηση γιατί είναι καθαρά μετάθεση σε ένα τμήμα με διαφορετικές αρμοδιότητες, από το τμήμα Εμπορικών Υπηρεσιών στο τμήμα Μεταφορών και Διανομής.

4) Ως προς τον ισχυρισμό του αιτητή ότι ήταν αντικανονική η σύσταση της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής, φαίνεται και πάλι ότι η Αρχή ενήργησε με βάση τους υπάρχοντες Κανονισμούς, ειδικότερα το δικαίωμα συστάσεως τέτοιων Συμβουλευτικών Επιτροπών με σκοπό τη συμβουλή ως προς τον καλύτερο υποψήφιο, και η οποία όμως συμβουλή δεν είναι δεσμευτική. Παραμένει πάντοτε η αποκλειστική ευθύνη της Αρχής να διορίσει εκείνο που νομίζει πως είναι ο καλύτερος υπό τις περιστάσεις. Σε τέτοιες Επιτροπές γίνεται πρόνοια όπως παρακάθονται τόσο ο Διευθυντής όσο και άλλοι ανώτεροι υπάλληλοι για σκοπούς συμβουλευτικούς.

Η προσφυγή απορρίπτεται χωρίς έξοδα.

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

Σάββα ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 2439·

Βεληγκέκα ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ 4387.

Προσφυγή.

Προσφυγή εναντίον της απόφασης της Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου με την οποία επανατοποθέτησε και/ η μετάθεση εκ νέου, μετά από ακυρωτικές αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου το ενδιαφερόμενο μέρος στη θέση Μηχανικού Αγορών (Τμήμα Μεταφοράς/Διανομής) Κεντρικά Γραφεία αντί να προάξει τον αιτητή.

Α. Σ. Αγγελίδης, για τον αιτητή.

Ρ. Χαραλάμπους (Δ/νις) για Γ. Κακογιάννη, για την καθ' ης η αίτηση.

Cur. adv. vult.

ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ, Δ.: Ανάγνωσε την ακόλουθη απόφαση. Ο αιτητής ζητά από το Δικαστήριο:

(α) Δήλωση ότι η πράξη και/ή απόφαση του καθ' ου η αίτηση με την οποία επανατοποθέτησε και/ή μετέθεσε εκ νέου, μετά από ακυρωτικές αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου, τον Αντώνη Χρίστου στη θέση Μηχανικού Αγορών (Τμήμα Μεταφοράς/Διανομής) Κεντρικά Γραφεία Α13, αντί να προάξει σε αυτή τον αιτητή σύμφωνα με την προκήρυξη, είναι άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος.

(β) Δήλωση ότι η προσβαλλόμενη απόφαση πάσχει γιατί αντιβαίνει στο άρθρο 146.5 του Συντάγματος.

Είναι ο ισχυρισμός του αιτητή ότι η επίδικη απόφαση πάσχει γιατί δεν ακολουθήθηκε η αρχή της επιλογής του καλύτερου υποψηφίου. Ο ισχυρότερος λόγος του είναι πως η θέση πληρώθηκε με μετάθεση και όχι προαγωγή. Επίσης είναι ο ισχυρισμός του ότι η απόφαση λήφθηκε σε διαδικασία που πάσχει νομικά γιατί στηρίχθηκε σε γεγονότα έξω από την αρμοδιότητα της Αρχής και των Νόμων και πως η απόφαση είναι συγκαλυμμένη δίωξη ή τιμωρητική ενέργεια εναντίον του ή/και ευνοϊκή μεταχείριση για το ενδιαφερόμενο μέρος. Είναι γενικά η εισήγηση του πως η απόφαση είναι προϊόν πλάνης περί το Νόμο και τα πράγματα, που παραβιάζει τα κεκτημένα δικαιώματά του και τους Κανόνες της φυσικής δικαιοσύνης. Πέραν τούτου, ισχυρίζεται πως η απόφαση είναι αναιτιολόγητη και παραβιάζει το άρθρο 146.5 του Συντάγματος.

Από τη γραπτή αγόρευση του αιτητή έχω τη γνώμη πως ο τελευταίος λόγος έχει εγκαταλειφθεί.

Είναι ο ισχυρισμός των καθ' ων η αίτηση πως η απόφαση  λήφθηκε  νόμιμα,  καλόπιστα,  χωρίς  κανένα αλλότριο σκοπό και χωρίς να παραβιάζει κανένα δικαίωμα του αιτητή και πως η απόφαση είναι αιτιολογημένη. Ειδικότερα πως η μετάθεση του ενδιαφερομένου μέρους στην επίδικη θέση αντί της προαγωγής του αιτητή βρίσκεται μέσα στη διακριτική ευχέρεια της Αρχής, που ενήργησε καλόπιστα προς το συμφέρο και τη λειτουργικότητα της Αρχής και για κανένα άλλο σκοπό.

Έχει κάποια ιστορία η υπόθεση αυτή γιατί υπήρξαν ακόμα δύο προηγούμενες προσφυγές εναντίον του ενδιαφερομένου προσώπου και ακυρώθησαν, για λόγους που δεν είναι του παρόντος να εξετάσω. Νομίζω πως είναι χρήσιμο να παραθέσω απόσπασμα των πρακτικών των Συνεδριάσεων της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής της Αρχής για θέματα προσωπικού, που έγιναν στις 2 και 8/5/1991 και που αφορούν την πλήρωση της επίδικης θέσης.

"Μια θέση Μηχανικού Αγορών. Τμήμα Μεταφοράς/ Διανομής. Κ.Γ.. Κλίμακα Α13.

Με προηγούμενη απόφαση της Αρχής ημερομηνίας 3/11/1989 είχε μετατεθεί στην πιο πάνω θέση από 1/7/1988 ο 8395 Αντώνης Κ. Χρίστου, γιατί και τότε είχε ακυρωθεί η μετάθεση του για τυπικούς λόγους με απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην προσφυγή αρ. 629/88. Η απόφαση της Αρχής να μεταθέσει τον Αντώνη Κ. Χρίστου ακυρώθηκε λόγω του ότι το Συμβούλιο της Αρχής δεν ήταν νόμιμα συγκροτημένο, με απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην προσφυγή αρ. 999/89.

Μελετήθηκε εκ νέου η Εισήγηση της Μεικτής Συμβουλευτικής Επιτροπής Επιλογής δια Προαγωγές του Επιστημονικού Προσωπικού ημερομηνίας 10/5/1988, αντίγραφο της οποίας επισυνάπτεται, για την πλήρωση της πιο πάνω κενής θέσεως (Γνωστοποίηση Κενών Θέσεων 1/88).

Η Υπεπιτροπή ενεργούσα σύμφωνα με τον Κανονισμό 19 και τους Κανόνες τους ρυθμίζοντες τη διαδικασία της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής όπως φαίνονται στο Μέρος ΙΙ του Δευτέρου Πίνακα των Περί Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (Όροι Υπηρεσίας) Κανονισμών του 1986, επιλήφθηκε εκ νέου των αιτήσεων για προαγωγή όπως αναφέρονται στον επισυνημμένο κατάλογο χρώματος λευκού, και των περιπτώσεων υπαλλήλων οι οποίοι είχαν ισοβάθμια θέση και υπέβαλαν αίτηση για μετάθεση όπως φαίνονται στον κατάλογο χρώματος κίτρινου, και αφού μελέτησε και αξιολόγησε όλα τα στοιχεία που είχε ενώπιόν της δηλαδή τα υπηρεσιακά στοιχεία κάθε αιτητή, τον προσωπικό φάκελο κάθε αιτητή (που είχε τεθεί ενώπιον της Υπεπιτροπής), την πείρα, αξία, ικανότητα, αρχαιότητα στην Αρχή, προσόντα σε συσχετισμό προς το ισχύον Σχέδιο Υπηρεσίας και επίδοση στην υπηρεσία όπως αυτά αναφέρονται εκτενέστερα στην παράγραφο 23(2) των Κανονισμών και αφού έλαβε υπόψη τις συστάσεις της Επιτροπής Επιλογής Επιστημονικού Προσωπικού που περιέχονται στην Εισήγηση και αφού άκουσε τις απόψεις του Διευθυντή (οι οποίες απόψεις καταγράφονται πιο κάτω), καθώς επίσης και τις εμπιστευτικές εκθέσεις για τους υποψηφίους, προέβηκε στην επιλογή του καλυτέρου διαθεσίμου υποψηφίου για μετάθεση χωρίς να λάβει υπόψη της ή να επηρεαστεί κατά οποιοδήποτε τρόπο από την προηγούμενη (ακυρωθείσα) απόφαση της Αρχής και αποφάσισε να συστήσει στην Αρχή τη μετάθεση του 8395 Αντώνη Κ. Χρίστου στη θέση Μηχανικού Αγορών, Τμήμα Μεταφοράς/Διανομής, Κ.Γ., αναδρομικά (εφόσον η προηγούμενη μετάθεση ακυρώθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο για λόγους τυπικούς) από 1/7/1988.

Απόψεις Διευθυντή

Ο Διευθυντής δηλώνει πως για την καλύτερη εξυπηρέτηση των συμφερόντων της Αρχής και την καλύτερη λειτουργία της υπηρεσίας επιβάλλεται η πλήρωση της θέσης με μετάθεση αντί με προαγωγή και συστήνει τη μετάθεση του 8395 Αντώνη Χρίστου τον οποίο θεωρεί κατάλληλο για πλήρωση της πιο πάνω θέσης."

Η Αρχή Ηλεκτρισμού στη Συνεδρία της 21/5/1991, αφού μελέτησε τα πρακτικά των Συνεδριάσεων της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής της Αρχής για θέματα προσωπικού, που έγιναν στις 2 και 8/5/1991, προέβη στην πιο κάτω απόφαση:

"Η Αρχή ενεργούσα σύμφωνα με τον Κανονισμό 23 των Περί Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (Όροι Υπηρεσίας) Κανονισμών του 1986, επιλήφθηκε εκ νέου των αιτήσεων για προαγωγή όπως αναφέρονται στον κατάλογο χρώματος λευκού, και των περιπτώσεων υπαλλήλων οι οποίοι είχαν ισοβάθμια θέση και υπέβαλαν αίτηση για μετάθεση όπως φαίνονται στον κατάλογο χρώματος κιτρίνου, και αφού μελέτησε και αξιολόγησε όλα τα στοιχεία που είχε ενώπιόν της δηλαδή τα υπηρεσιακά στοιχεία του κάθε αιτητή, τον προσωπικό φάκελο του κάθε αιτητή (που είχε τεθεί ενώπιον της Αρχής), την πείρα, αξία, ικανότητα, αρχαιότητα στην Αρχή, προσόντα σε συσχετισμό προς το ισχύον για τη θέση Σχέδιο Υπηρεσίας και επίδοση στην υπηρεσία όπως αυτά αναφέρονται εκτενέστερα στην παράγραφο 23(2) των Κανονισμών και αφού έλαβε υπόψη τις συστάσεις και απόψεις της Επιτροπής Επιλογής Επιστημονικού Προσωπικού που περιέχονται στην Εισήγηση και τις συστάσεις της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής της Αρχής για Θέματα Προσωπικού, τη σύσταση του Διευθυντή ο οποίος προτείνει για μετάθεση στην πιο πάνω θέση τον 8395 Αντώνη Κ. Χρίστου, επιβεβαιώνοντας τη σύσταση του που είχε δώσει στη συνεδρία της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής και για τους ίδιους λόγους που αναφέρονται στα πρακτικά της συνεδρίας αυτής και τα οποία πρακτικά έχουν τεθεί ενώπιον της Αρχής καθώς επίσης και τις εμπιστευτικές εκθέσεις για τους υποψηφίους, και αφού ακολούθησαν διαβουλεύσεις των Μελών της Αρχής μετά την αποχώρηση από τη συνεδρία του Διευθυντή (ο οποίος αποχώρησε μετά που εξέφρασε τις απόψεις του)

ΑΠΟΦΑΣΙΣΕ

χωρίς να λάβει υπόψη της ή να επηρεασθεί κατά οποιοδήποτε τρόπο από την προηγούμενη (ακυρωθείσα) απόφαση της Αρχής, τη μετάθεση του 8395 Αντώνη Κ. Χρίστου, στη θέση Μηχανικού Αγορών, Τμήμα Μεταφοράς/Διανομής, Κ.Γ., αναδρομικά (εφόσον η προηγούμενη μετάθεση ακυρώθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο για λόγους τυπικούς) από 1/7/1988.

Πιστοποιείται ότι το πιο πάνω είναι πιστό και ακριβές αντίγραφο της Απόφασης αρ. 6463(α)(22) που λήφθηκε στη συνεδρία της Αρχής που έγινε στις 21 Μαΐου, 1991."

Στη γραπτή αγόρευση των καθ' ων η αίτηση υπάρχει ισχυρισμός ότι ο αιτητής δε νομιμοποιείται στην καταχώριση της παρούσας προσφυγής γιατί στερείται εννόμου συμφέροντος. Οι λόγοι που προβάλλονται, όπως αντιλαμβάνομαι, είναι γιατί ο αιτητής δε μπορούσε να θεωρείται ως υποψήφιος για μετάθεση γιατί δεν είχε την ιεραρχική θέση που του επέτρεπε να ήταν υποψήφιος μετάθεσης και επειδή η Αρχή αποφάσισε τη μετάθεση παρά να προάξει οποιοδήποτε στην επίδικη θέση, έπρεπε να περιορισθεί εις εκείνους οι οποίοι είχαν τα προσόντα για μετάθεση, κάτι που ο αιτητής δεν είχε.

Δε συμφωνώ με την εισήγηση αυτή γιατί η θέση, όπως δημοσιεύτηκε, μπορούσε να ήταν θέση προαγωγής ή/και μετάθεσης. Επομένως ο αιτητής είχε έννομο συμφέρο να διεκδικήσει τη θέση και οπωσδήποτε μπορεί να προσβάλει το διορισμό του ενδιαφερομένου προσώπου.

Όπως είπα και στην αρχή, από ότι αντιλήφθηκα από την όλη δικογραφία, το βασικό παράπονο του αιτητή είναι γιατί η θέση πληρώθηκε με μετάθεση και όχι με προβιβασμό. Θα είμαι σύντομος στην απάντησή μου, γιατί κατά τη γνώμη μου είναι ένα δικαίωμα που παρέχεται στην Αρχή από τον Κανονισμό 13(2), των Περί Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (Όροι Υπηρεσίας) Κανονισμών του 1986, ο οποίος αναφέρει:

"13(2) Κενή θέσις προαγωγής ή πρώτου διορισμού και προαγωγής θα πληρούται δια της προαγωγής ή μεταθέσεως υπαλλήλου, ως θα είναι η περίπτωσις, κατόπιν εσωτερικής γνωστοποιήσεως εις την οποίαν θα καθορίζηται η ονομασία της θέσεως και ο  τόπος εργασίας αυτής· εις αυτήν δε θα επισυνάπτεται και το αντίστοιχον προς την θέσιν σχέδιον υπηρεσίας."

Συνοπτικά ο Κανονισμός 26, παράγραφος 2, αναφέρει:

"26(2) Μετάθεσις θεωρείται και η γενομένη κατόπιν αιτήσεως του υπαλλήλου εις ανταπόκρισιν εις δημοσίευσιν υπό της Αρχής δια της οποίας ζητούνται αιτήσεις διά πλήρωσιν κενής τινος θέσεως."

Είναι φανερό από τα πιο πάνω ότι η Αρχή έχει κάθε δικαίωμα να μεταθέσει αντί να προάξει ένα υπάλληλο σε μιά θέση.

Όπως έχει νομολογιακά καθιερωθεί, δε μπορεί το Δικαστήριο να επέμβει στους λόγους που υπαγόρευσαν τη μετάθεση, εκτός εάν υπάρχει κατάχρηση εξουσίας ή πλάνη περί τα πράγματα και γενικά εάν υπάρξει αυθαιρεσία στην άσκηση της διακριτικής εξουσίας. (Βλέπε υποθέσεις Σάββα ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Υπόθεση Αρ. 755/88 (η απόφαση δόθηκε στις 10/7/1990) και Βεληγκέκα ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Υπόθεση Αρ. 782/90 (η απόφαση δόθηκε στις 15/12/1990)).

Ως προς τον ισχυρισμό του αιτητή ότι ήταν αντικανονική η σύσταση της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής, φαίνεται και πάλι ότι η Αρχή ενήργησε με βάση τους υπάρχοντες Κανονισμούς, οι οποίοι δίνουν δικαίωμα συστάσεως τέτοιων Συμβουλευτικών Επιτροπών με σκοπό τη συμβουλή ως προς τον καλύτερο υποψήφιο, και η οποία όμως συμβουλή δεν είναι δεσμευτική. Παραμένει πάντοτε η αποκλειστική ευθύνη της Αρχής να διορίσει εκείνο που νομίζει πως είναι ο καλύτερος υπό τις περιστάσεις. Σε τέτοιες Επιτροπές γίνεται πρόνοια όπως παρακάθονται τόσο ο Διευθυντής όσο και άλλοι ανώτεροι υπάλληλοι για σκοπούς συμβουλευτικούς. Ειδικότερα ο Κανόνας 6 αναφέρει:

"6(1) Εις οιανδήποτε συνεδρίαν της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής, θα δύναται να παρίστανται (αλλ' ουχί ως μέλη της Υπεπιτροπής) ο Διευθυντής, και τοιούτοι άλλοι υπάλληλοι κατέχοντες θέσεις επί κλίμακος 15 και άνω, ως τα μέλη της Υπεπιτροπής ή ο Διευθυντής ήθελον κρίνει ότι η παρουσία των είναι υπό τας περιστάσεις χρήσιμος ή επιθυμητή, εκτός εάν τα μέλη της Υπεπιτροπής είναι της γνώμης ότι λόγω της φύσεως του υπό συζήτησιν θέματος δέον όπως η συνεδρία της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής διεξαχθή ή συνεχισθή, ως η περίπτωσις, άνευ της παρουσίας πάντων των ως άνω προσώπων ή τινών εξ αυτών.

(2) Τα Μέλη της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής θα δύνανται να ακούουν τας απόψεις του Διευθυντού και άλλων προϊσταμένων τμημάτων ή υπηρεσιών της αρχής κατά την απόλυτον κρίσιν των και να δίδουν εις τας τοιαύτας απόψεις οίαν βαρύτηταν ήθελον κρίνει πρέπον."

Επανερχόμενος στο θέμα της μετάθεσης αντί του προβιβασμού, η μετάθεση φαίνεται πως έγινε για σκοπούς που εξυπηρετούν την Αρχή. Εφόσον ο αιτητής ισχυρίζεται πως η απόφαση ως προς τη μετάθεση είναι αυθαίρετη ή παράνομη, έχει το βάρος να αποδείξει στο Δικαστήριο τους ισχυρισμούς του ώστε να καταρριφθεί το τεκμήριο της νομιμότητας.

Όσον ολιγόλογη και αν είναι η αιτιολογία που δίδεται, είναι ικανοποιητική. Ο υπεύθυνος μηχανικός εκφράζει τη γνώμη ότι κατά την κρίση του είναι προς το συμφέρο της Αρχής και εξυπηρετούνται καλύτερα οι ανάγκες της Αρχής εάν γίνει μετάθεση παρά προβιβασμός. Δεν υπάρχει τίποτε που να συγκρούεται ή να οδηγεί προς αντίθετη γνώμη από την υπεύθυνη γνώμη του μηχανικού ως προς την εισήγηση αυτή.

Βρίσκω πως νόμιμα έγινε η μετάθεση και βρίσκω επίσης πως η αιτιολογία ήταν επαρκής.

Ως προς την εξειδικευμένη εισήγηση, πως ουσιαστικά δεν υπήρξε μετάθεση αλλά κάποιου είδους μετατόπιση από ένα τόπο εργασίας σε άλλο, νομίζω ότι δε μπορώ να αποδεχτώ αυτή την εισήγηση γιατί είναι καθαρά μετάθεση σε ένα τμήμα με διαφορετικές αρμοδιότητες· από το τμήμα Εμπορικών   Υπηρεσιών   στο   τμήμα   Μεταφορών  και Διανομής.

Η εισήγηση ως προς την ανωτερότητα του αιτητή και την έκδηλη υπεροχή του ήταν πολύ γενική και αόριστη. Δε μπόρεσα να επισημάνω, από τα στοιχεία ενώπιόν μου, οποιαδήποτε υπεροχή τόσο έκδηλη ώστε να εδικαιολογείτο η ακύρωση της απόφασης της Αρχής.

Βρίσκω πως η απόφαση ήταν εύλογα επιτρεπτή και δε δικαιολογείται οποιαδήποτε επέμβαση από το Δικαστήριο. Γενικά βρίσκω την αίτηση του αιτητή αδικαιολόγητη και την απορρίπτω.

Υπό τις περιστάσεις της υποθέσεως, δεν εκδίδεται διαταγή ως προς τα έξοδα.

Η προσφυγή απορρίπτεται χωρίς έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο