ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1992) 4 ΑΑΔ 4005
26 Οκτωβρίου, 1992
[ΚΟΥΡΡΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΛΑΖΑΡΟΣ ΠΠΟΛΟΣ ΚΑΙ ΥΙΟΙ,
Αιτητές,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΕΦΟΡΟΥ ΦΟΡΟΥ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 396/91).
Φορολογία — Φορολογία Εισοδήματος — Βάρος προσκόμισης στοιχείων — Παράλειψη τον φορολογούμενου να προσκομίσει στοιχεία προς υποστήριξη της ένστασής του κατά της ειδοποίησης φορολογίας — Εμποδίζεται από τον να προβάλει ισχυρισμό για αυθαίρετη μεταχείριση — Εύλογη η απόφαση τον Εφόρου — Στοιχεία που δεν τέθηκαν ενώπιον τον Εφόρου δεν επηρεάζουν εκ των υστέρων το κύρος της απόφασης.
Προς υποστήριξη της προσφυγής της κατά της φορολογίας Φόρου Εισοδήματος για το έτος 1983 καθώς και των φορολογιών έκτακτης εισφοράς η αιτήτρια εταιρεία ισχυρίστηκε, ανάμεσα σε άλλα, ότι η απόφαση του Εφόρου ήταν αποτέλεσμα κακής άσκησης της διακριτικής εξουσίας επειδή δεν της δόθηκε ο απαιτούμενος χρόνος για να προσκομίσει στοιχεία σχετικά με τους ισχυρισμούς της για μείωση του μεικτού κέρδους της για τα έτη 1982 και 1983. Ο λόγος της από μέρους τους καθυστέρησης παρατίθετο στην γραπτή τους αγόρευση στην οποία επισυνάπτετο σχετική επιστολή του δικηγόρου τους.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:
(1) Είναι φανερόν από τα γεγονότα της υπόθεσης, ότι η να υποστηρίξουν τη θέση τους ότι υπήρξε μείωση του ποσοστού μεικτού κέρδους σε σύγκριση με εκείνο των προηγούμενων χρόνων. Η παράλειψη αυτή των αιτητών παρέχει στον Έφορο την ευχέρεια να προχωρήσει στον προσδιορισμό του Φόρου, ο δε φορολογούμενος δεν μπορεί να προβάλλει ισχυρισμούς για αυθαίρετη μεταχείριση.
(2) Ο ισχυρισμός των αιτητών ότι δεν τους δόθηκε χρόνος για να παράσχουν τα απαιτούμενα στοιχεία, δεν ευσταθεί, δεδομένου ότι αυτά ζητήθηκαν αρχικά στις 25/11/1987 και 1/3/1988, ενώ η επίδικη απόφαση εκδόθηκε τρία χρόνια αργότερα, στις 5/2/1991.
Σχετικά με το έγγραφο που επισυνάπτεται στη γραπτή αγόρευση των δικηγόρων των αιτητών, επισημαίνεται ότι το στοιχείο αυτό, ουδέποτε τέθηκε ενώπιον του καθ' ου η αίτηση και συνεπώς δεν επηρεάζει το κύρος της επίδικης απόφασης.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Maouri v. Republic (1987) 3 C.L.R. 1812·
Γαβριήλ ν. Δημοκρατίας και Άλλον (1990) 3 Α.Α.Δ. 139·
Αποστόλου ν. Δημοκρατίας (Αρ.2) (1990) 3 Α.Α.Δ. 1850·
Χριστοδούλου ν. Δημοκρατίας (1991) 4(B) Α.Α.Δ. 912·
Παντελίδου και Άλλοι ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 3875.
Προσφυγή.
Προσφυγή η οποία προσβάλλει την εγκυρότητα της Φορολογίας Φόρου Εισοδήματος για το έτος 1983, καθώς επίσης και των φορολογιών έκτακτης εισφοράς για τα τρίμηνα των ετών 1982 και 1983.
Μ. Χριστοφόρου (Δ/νις) για Γ. Αγαπίου, για τον αιτητή.
Γ. Λαζάρου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α', για τον καθ' ου η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΚΟΥΡΡΗΣ, Δ.: Ανάγνωσε την ακόλουθη απόφαση. Αντικείμενο της προσφυγής αυτής είναι η εγκυρότητα της Φορολογίας Φόρου Εισοδήματος για το έτος 1983, καθώς επίσης και των φορολογιών έκτακτης εισφοράς για τα τρίμηνα των ετών 1982 και 1983, που αναφέρονται στα έντυπα που επισυνάπτονται στην ένσταση ως Παραρτήματα Α και Β αντίστοιχα.
Η αιτήτρια Εταιρεία είναι ιδιωτική εταιρεία περιορισμένης ευθύνης και ιδρύθηκε την 1/6/1973 με βάση τον περί Εταιρειών Νόμο. Το εγκεκριμένο μετοχικό κεφάλαιο της Εταιρείας κατά τον ουσιώδη χρόνο, ήταν 20,000 μετοχές της £1 η κάθε μία και το εκδοθέν κεφάλαιο ήταν 20,000 μετοχές της £1 εκάστη, κάτοχοι των οποίων ήταν ο Λάζαρος Ππόλος, Κωστάκης Ππόλος, Λεωνίδας Ππόλος, Αχιλλέας Ππόλος και Παναγιώτης Ππόλος, από 4,000 μετοχές ο καθένας. Οι Διευθυντές της Εταιρείας ήταν όλοι οι πιο πάνω. Ο Γραμματέας της Εταιρείας ήταν ο Κωστάκης Ππόλος.
Το εισόδημα της αιτήτριας Εταιρείας κατά τον ουσιώδη χρόνο, προερχόταν από πωλήσεις εξαρτημάτων και μηχανημάτων που κατασκεύαζε η ίδια η Εταιρεία.
Η αιτήτρια Εταιρεία υπέβαλε δηλώσεις εισοδήματος και λογαριασμούς, για τα φορολογικά έτη 1982 και 1983, στις 30/8/1983 και 18/2/1985 αντίστοιχα. Για το έτος 1984 υποβλήθηκε δήλωση εισοδήματος και λογαριασμοί στις 20/2/1991.
Κατά την εξέταση των λογαριασμών για τα έτη 1979-1983, είχε σταλεί επιστολή στους Ελεγκτές της Εταιρείας με ημερομηνία 25/11/87 (Παράρτημα Γ στην ένσταση), με την οποία πληροφορούνταν ότι ο καθ' ου η αίτηση αποδέχεται τους λογαριασμούς και τις δηλώσεις εισοδήματος για τα έτη 1979 μέχρι 1981. Για τα έτη 1982 και 1983, εγείρονταν τα πιο κάτω σημεία για τα οποία και ζητούνταν διευκρινίσεις όπως φαίνεται στην ίδια επιστολή.
(α) Στοιχεία για την ισχυριζόμενη μείωση του ποσοστού μεικτού κέρδους.
(β) Ανάλυση των τρεχούμενων λογαριασμών των Διευθυντών ή και μετόχων της Εταιρείας, και
(γ) Ανάλυση των ημερομισθίων.
Η απάντηση στην πιο πάνω επιστολή δόθηκε με επιστολή των Ελεγκτών ημερομηνίας 4/2/1988 (Παράρτημα Δ στην ένσταση) με την οποία πληροφόρησαν τον καθ' ου η αίτηση ότι μπορεί να έρθει σε επαφή με τους νέους Ελεγκτές της Εταιρείας, Αγαθοκλέους και Θεοδώρου. Ως εκ τούτου την 1/3/1988 στάληκε επιστολή στους νέους Ελεγκτές εσωκλείοντας και την επιστολή με ημερομηνία 25/11/1987 (Παράρτημα Ε στην ένσταση) και δίνοντας χρονοδιάγραμμα για απάντηση της επιστολής.
Δεν υπήρξε ανταπόκριση στο χρονοδιάγραμμα που δόθηκε και στις 21/9/1988 στάληκε επιστολή στους Αγαθοκλέους και Θεοδώρου (Παράρτημα Ζ στην ένσταση), με την οποία τροποποιήθηκαν οι προσδιορισμοί φορολογητέου εισοδήματος για τα έτη 1982 και 1983. Η φορολογία για το φορολογικό έτος εκδόθηκε στις 26/9/1988.
Η αιτήτρια Εταιρεία υπέβαλε ένσταση για τις πιο πάνω φορολογίες, μέσω των εγκεκριμένων Λογιστών της Αγαθοκλέους και Θεοδώρου, με επιστολή ημερομηνίας 31/10/1988 για το λόγο ότι ο καθ' ου η αίτηση αύξησε το ποσοστό μεικτού κέρδους της. Αντίγραφο επισυνάπτεται ως Παράρτημα Η στην ένσταση. Σε απάντηση στα συγκεκριμένα σημεία που εγείρονταν στην επιστολή του καθ' ου η αίτηση, ημερομηνίας 25/11/1987, στάληκε επιστολή μέσω των Ελεγκτών των αιτητών με ημερομηνία 31/10/1988 (Παράρτημα Θ στην ένσταση), με την οποία πληροφορούσαν τον καθ' ου η αίτηση ότι θα παρείχαν τα ζητηθέντα στοιχεία και διευκρινήσεις αργότερα, ζητώντας ταυτόχρονα πίστωση λίγου χρόνου για την εξασφάλιση και υποβολή τους.
Παρά το γεγονός ότι ο καθ' ου η αίτηση παραχώρησε χρόνο δύο ετών στην Εταιρεία για να ανταποκριθεί με τα ανωτέρω, η Εταιρεία αμέλησε να πράξει τούτο. Τελικά, ο καθ' ου η αίτηση απέστειλε επιστολή ημερομηνίας 25/10/1990 στην αιτήτρια Εταιρεία με την οποία ζητούσε να προσκομίσουν τα ζητηθέντα στοιχεία (Παράρτημα Ι στην ένσταση) και παραχωρείτο πρόσθετος χρόνος 15 ημερών.
Η αιτήτρια Εταιρεία και πάλι δεν ανταποκρίθηκε μέχρι τις 5/2/1991, οπότε και ο Έφορος Φόρου Εισοδήματος, μετά από εξέταση της όλης υπόθεσης, πήρε απόφαση για την ένσταση, με την οποία διατήρησε την αρχική του απόφαση και απέστειλε στους αιτητές ειδοποίηση επιβολής φορολογίας για το έτος 1983, ημερομηνίας 5/2/1991 και έκτακτης εισφοράς, ημερομηνίας 7/2/1991, μαζί με συνοδευτική επιστολή ημερομηνίας 5/2/1991, στην οποία δίδεται η αιτιολογία της απόφασης (Τεκμήρια Α και Β στην αίτηση).
Η αιτήτρια Εταιρεία αμφισβητεί τις επίδικες φορολογίες οι οποίες είχαν σαν βάση την αύξηση του ποσοστού μεικτού κέρδους σε 20% για τα έτη 1982 και 1983, ως επίσης και της μη παραχώρησης τόκων που σύμφωνα με την απόφαση του Εφόρου δεν έγιναν εξ ολοκλήρου και αποκλειστικά για την κτήση του εισοδήματος. Τα πιο πάνω είχαν σαν αποτέλεσμα τη μετατροπή της συνολικής ζημιάς των ετών μέχρι το 1983 από £13,067 σε εισόδημα για το έτος 1983 συμποσούμενο σε £948. Ταυτόχρονα οι σχετικές αναπροσαρμογές είχαν σαν αποτέλεσμα το πρόσθετο ποσό έκτακτης εισφοράς για τα έτη 1982 και 1983 σε £2,188.
Η αιτήτρια Εταιρεία προσβάλλει την επίδικη απόφαση με τους πιο κάτω λόγους:
(1) Η προσβαλλόμενη πράξη και/ή απόφαση είναι αντίθετη προς τις πρόνοιες του Συντάγματος και του Νόμου και ειδικότερα του περί Φορολογίας του Εισοδήματος Νόμου.
(2) Η προσβαλλόμενη πράξη και/ή απόφαση είναι προϊόν κακής άσκησης διακριτικής ευχέρειας και υπέρβασης εξουσίας.
(3) Η προσβαλλόμενη πράξη και/ή απόφαση στερείται αιτιολογίας και/ή η αιτιολογία της είναι ελλειπής και/ή λανθασμένη.
(4) Η προσβαλλόμενη πράξη και/ή απόφαση είναι προϊόν πλάνης περί τα πράγματα, δηλαδή ο καθ' ου η αίτηση στηρίχθηκε σε λανθασμένα πραγματικά γεγονότα κατά τη λήψη της.
Η αιτήτρια Εταιρεία ισχυρίζεται ότι οι καθ' ων η αίτηση εσφαλμένα αποφάσισαν να μη δεκτούν το ποσοστό των μεικτών κερδών αυξάνοντάς το σε 20%, χωρίς να υπάρχει οποιοδήποτε στοιχείο που να δικαιολογεί την αύξηση.
Η δικαιολογία που δίνουν για την καθυστέρηση να προσκομίσουν τα στοιχεία που τους ζήτησε ο Έφορος, είναι ότι τα βιβλία τους που περιείχαν τους λογαριασμούς και όλα τα στοιχεία βρίσκονταν με τους προηγούμενους Ελεγκτές τους Κουντούρη, Μιχαηλίδη & Σία, οι οποίοι δεν τα επέστρεψαν και δεν μπόρεσαν οι αιτητές να παραθέσουν περαιτέρω στοιχεία στον Έφορο. Σχετική επιστολή του δικηγόρου τους επισυνάπτεται ως Παράρτημα Α στη γραπτή αγόρευση των αιτητών.
Επίσης, η αιτήτρια ισχυρίζεται ότι οι καθ' ων η αίτηση παρέλειψαν να δώσουν χρόνο στους αιτητές για να παράσχουν περαιτέρω λεπτομέρειες και ασκώντας κακώς τη διακριτική τους ευχέρεια, προέβηκαν στην προσβαλλόμενη απόφαση.
Είναι φανερόν από τα γεγονότα της υπόθεσης, τα οποία παρατίθενται πιο πάνω, ότι η απόφαση του Εφόρου να αυξήσει το ποσοστό μεικτού κέρδους των αιτητών σε 20% ήταν εύλογα επιτρεπτή, δεδομένου ότι, παρά την ευκαιρία που τους δόθηκε, δεν προσκόμισαν κανένα στοιχείο για να υποστηρίξουν τη θέση τους ότι υπήρξε μείωση του ποσοστού μεικτού κέρδους σε σύγκριση με εκείνο των προηγούμενων χρόνων. Η παράλειψη αυτή των αιτητών παρέχει στον Έφορο την ευχέρεια να προχωρήσει στον προσδιορισμό του Φόρου (Βλέπε Maouri v. Republic (1987) 3 C.L.R. 1812, 1814), ο δε φορολογούμενος δεν μπορεί να προβάλλει ισχυρισμούς για αυθαίρετη μεταχείριση (Νικόδημου Γαβριήλ ν. Δημοκρατίας, προσφυγή αρ. 646/88, ημερομηνίας 22/1/1990, Κυριάκου Αποστόλου ν. Δημοκρατίας, προσφυγή αρ. 450/89, ημερομηνίας 29/5/1990 και Σταυρούλλας Χριστοδούλου ν. Δημοκρατίας, προσφυγή αρ. 608/90, ημερομηνίας 28/2/1991).
Ο ισχυρισμός των αιτητών ότι δεν τους δόθηκε χρόνος για να παράσχουν τα απαιτούμενα στοιχεία, δεν ευσταθεί, δεδομένου ότι αυτά ζητήθηκαν αρχικά στις 25/11/1987 και 1/3/1988 (Παραρτήματα Γ, Ε και Ι στην ένσταση), ενώ η επίδικη απόφαση εκδόθηκε τρία χρόνια αργότερα, στις 5/2/1991.
Σχετικά με το έγγραφο που επισυνάπτεται στη γραπτή αγόρευση των δικηγόρων των αιτητών, επισημαίνεται ότι το στοιχείο αυτό, ουδέποτε τέθηκε ενώπιον του καθ' ου η αίτηση και συνεπώς δεν επηρεάζει το κύρος της επίδικης απόφασης (Ελισάβετ Παντελίδου και Άλλων ν. Δημοκρατίας, προσφυγές αρ. 483/89 και άλλες, ημερομηνίας 17/11/1990).
Για όλους τους πιο πάνω λόγους, η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται. Η αιτήτρια Εταιρεία να πληρώσει τα έξοδα, τα οποία να υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.