ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Ψαθάρης Νίκος και Άλλος ν. Αρχής Λιμένων Κύπρου (1994) 4 ΑΑΔ 1412
Kυπρή Mάρω και Άλλες ν. Aρχής Λιμένων Kύπρου (1993) 4 ΑΑΔ 542
Bασιλείου Eμμανουήλ και Άλλος ν. Aρχής Λιμένων Kύπρου (1993) 4 ΑΑΔ 2470
(1992) 4 ΑΑΔ 3917
21 Οκτωβρίου, 1992
[ΧΑΤΖΗΤΣΑΓΓΑΡΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΝΙΚΟΣ ΨΑΘΑΡΗΣ ΚΑΙ ΑΛΛΟΣ,
Αιτητές,
ν.
ΑΡΧΗΣ ΛΙΜΕΝΩΝ ΚΥΠΡΟΥ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 399/91,434/91).
Δημόσιοι Υπάλληλου — Προαγωγές — Αξία — Πλάνη περί τα πράγματα — Ουσιώδης πλάνη αναφορικά με την ύπαρξη εμπιστευτικών εκθέσεων μόνο για τα τρία τελευταία έτη.
Ο περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμος (Ν. 1/90) — Άρθρο 35(4) — Συστάσεις Προϊσταμένου του Τμήματος — Άρθρο 2 — Προϊστάμενος Τμήματος αυτός που κατέχει την ιεραρχικά ανώτατη θέση στο Τμήμα.
Δημόσιοι Υπάλληλοι — Προαγωγές — Εμπιστευτικές Εκθέσεις — Καμία παρανομία από την μη λήψη υπόψη εκθέσεων που κατά τη λήψη της επίδικης απόφασης δεν είχαν ετοιμαστεί.
Ο περί Δημοσίας Υπηρεσίας Νόμος (Ν. 1/90) — Άρθρο 34(4) — Προφορικές συνεντεύξεις — Δεν είναι υποχρεωτικές — Διακριτική ευχέρεια επιλογής είτε γραπτών, είτε προφορικών εξετάσεων, είτε και των δύο σωρρευτικά.
Οργανισμοί Δημοσίου Δικαίου — Υπάλληλοι — Προαγωγές — Αρχή Λιμένων Κύπρου — Παρατυπίες — Δεν αποτελεί ουσιώδη παρατυπία ούτε άσκησε επίδραση στην απόφαση η παρουσία του Προϊσταμένου του Τμήματος στην συνεδρία του Συμβουλίου, σε στάδιο προγενέστερο της απόφασης, εφόσον αποχώρησε μετά τις συστάσεις του.
Οι προσφυγές αυτές κατά της προαγωγής του ενδιαφερόμενου μέρους στη θέση Βοηθού Λιμενικού Επιθεωρητή πέτυχαν για ένα και μοναδικό λόγο, την ύπαρξη πλάνης περί τα πράγματα. Το Δικαστήριο όμως προχώρησε και εξέτασε και τους υπόλοιπους λόγους ακυρότητας που προβλήθηκαν αναφορικά με την διαδικασία που ακολουθήθηκε.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:
(1) Στο πρακτικό ημερ. 28.3.91 αναφέρονται τα ακόλουθα:
"Το Συμβούλιο εμελέτησε όλα τα ουσιώδη στοιχεία που είχε ενώπιόν του το Σημείωμα 22/91, καθώς και τους φακέλλους με τα προσωπικά στοιχεία και τις εμπιστευτικές εκθέσεις των υποψηφίων για προαγωγή στη θέση του Βοηθού Λιμενικού Επιθεωρητή για τα τρία τελευταία χρόνια που υπάρχουν."
Μελέτη των φακέλων των υποψηφίων φανερώνει ότι εμπιστευτικές εκθέσεις υπήρχαν όχι μόνο για τα τρία τελευταία έτη, αλλά για όλα τα έτη υπηρεσίας των υπαλλήλων.
Το συμπέρασμα ότι υπήρχαν εκθέσεις μόνο για τα τρία τελευταία έτη είναι εσφαλμένο, και συνιστά πλάνη περί τα πραγματικά γεγονότα. Το Συμβούλιο δεν προέβη στη δέουσα έρευνα ως προς τη διαπίστωση των ουσιαστικών στοιχείων των υποψηφίων.
(2) Το Άρθρο 35(4) του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου του 1990 Ν. 1/90 αναφέρει ότι κατά τη διαδικασία πλήρωσης θέσεων προαγωγής λαμβάνονται δεόντως υπόψη, μεταξύ άλλων και οι"....αιτιολογημένες συστάσεις του Προϊσταμένου του Τμήματος στο οποίο υφίσταται η κενή θέση ...." Προϊστάμενος Τμήματος, σύμφωνα με το Άρθρο 2 του Ν. 1/90 σημαίνει αυτόν που κατέχει την ιεραρχικά ανώτατη θέση στο Τμήμα..."
Η Αρχή, ως ανεξάρτητη οντότητα, χωρίζεται σε διάφορα Τμήματα, όπως και η Δημόσια Υπηρεσία. Η επίδικη θέση υπάγεται στο Τμήμα Εκμετάλλευσης της Αρχής. Κρίνω ότι ορθά κλήθηκε ο κ. Μαυρόγιαγκος να προβεί σε συστάσεις, εφόσον ήταν ο Διευθυντής του Τμηματος Εκμετάλλευσης, προΐστατο δηλαδή του Τμήματος στο οποίο υπήγετο η κενή θέση, και σύμφωνα με τα σχετικά άρθρα του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου του 1990 (Ν.1/90) τα οποία εφαρμόζονται κατ' αναλογία στην προκείμενη περίπτωση, είναι ο Προϊστάμενος του Τμήματος ο οποίος προβαίνει σε συστάσεις. Συνεπώς, η θέση ότι το αρμόδιο όργανο ήτο ο Γενικός Διευθυντής της Αρχής κρίνεται αβάσιμη και απορρίπτεται.
(3) Σύμφωνα με τον Κανονισμό 6(3) των περί Δημόσιας Υπηρεσίας (Αξιολόγηση Υπαλλήλων) Κανονισμών του 1990 (ΚΔΠ 386/90), που εφαρμόζονται κατ' αναλογία, "ετήσιες εκθέσεις υποβάλλονται στην Επιτροπή μεταξύ της 1ης Ιανουαρίου και της 31ης Μαρτίου κάθε χρόνου και αναφέρονται στο προηγούμενο ημερολογιακό έτος". Η επίδικη απόφαση λήφθηκε στις 28.3.91, επομένως το ότι δεν ήσαν έτοιμες μέχρι εκείνη την ημερομηνία δεν συνιστά παρανομία, εφόσον σύμφωνα με τους κανονισμούς υπήρχε περιθώριο για την ετοιμασία των εκθέσεων για το 1990 μέχρι της 31ης Μαρτίου του 1991. Το Συμβούλιο δεν μπορούσε να λάβει υπόψη ουσιαστικά ανύπαρκτες εκθέσεις, οι οποίες σύμφωνα με τους κανονισμούς μπορούσαν να ετοιμαστούν και σε μεταγενέστερο στάδιο (δηλ. μέχρι 31.3.91). Δεν υπάρχει τίποτα το αντινομικό στο γεγονός ότι το Συμβούλιο έλαβε υπόψη τις εκθέσεις προηγούμενων χρόνων πλην του 1990. Οποιοσδήποτε ισχυρισμός περί του αντιθέτου απορρίπτεται.
(4) Δεν συμφωνώ επίσης με τη θέση ότι το Συμβούλιο της Αρχής όφειλε να καλέσει τους υποψηφίους σε προφορική συνέντευξη. Σύμφωνα με τον Ν. 1/90 Άρθρο 34(4), οι υποψήφιοι μπορούν να υποβληθούν είτε σε προφορική, είτε σε γραπτή εξέταση, ή και στις δύο. Συνεπώς το Συμβούλιο έχει τη διακριτική ευχέρεια να επιλέξει τα μέσα τα οποία θα το βοηθήσουν στο έργο του. Δεν υπάρχει τίποτε το μεμπτό στην επιλογή του Συμβουλίου να μην καλέσει τους υποψηφίους σε προσωπική συνέντευξη.
(5) Ούτε συμφωνώ με τη θέση ότι το γεγονός ότι ο Διευθυντής Εκμετάλλευσης ήτο παρών κατά τη λήψη της απόφασης για τη μη διενέργεια προσωπικών συνεντεύξεων επηρέασε με οποιοδήποτε τρόπο την τελική διοικητική πράξη. Είναι ολοφάνερο από το πρακτικό ημερ. 23.9.91 ότι ο Διευθυντής έδωσε τις συστάσεις του και αποχώρησε. Δεν ήτο παρών κατά τη συζήτηση σε σχέση με τη σύγκριση των υποψηφίων ούτε και στην τελική απόφαση. Η παρουσία του στο προγενέστερο στάδιο όπου το Συμβούλιο απλά αποφάσισε τη μη διενέργεια συνεντεύξεων δεν είχε οποιαδήποτε επίπτωση στη διοικητική απόφαση.
Οι προσφυγές επιτυγχάνουν χωρίς έξοδα.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Ναυτικός Όμιλος Πάφου ν. Αρχής Λιμένων Κύπρου (1992) 1(B) Α.Α.Δ. 882.
Προσφυγές.
Προσφυγές με τις οποίες προσβάλλεται η προαγωγή του ενδιαφερομένου μέρους Τρύφωνα Κάη στη θέση του Βοηθού Λιμενικού Επιθεωρητή, αντί των αιτητών.
Ε. Ευσταθίου, για τον αιτητή στην 399/91.
Α. Παναγιώτου, για τον αιτητή στην 434/91.
Ν. Παπαευσταθίου, για τους καθ' ων η αίτηση.
Ν. Παπαμιλτιάδους, για το Ε/Μ.
Cur. adv. vult.
ΧΑΤΖΗΤΣΑΓΓΑΡΗΣ, Δ.: Ανάγνωσε την ακόλουθη απόφαση. Επίδικο θέμα και στις δύο προσφυγές είναι η προαγωγή του ενδιαφερόμενου μέρους Τρύφωνα Κάη στη θέση του Βοηθού Λιμενικού Επιθεωρητή, θέση προαγωγής.
Το διοικητικό συμβούλιο της Αρχής Λιμένων Κύπρου (η Αρχή) στη συνεδρίασή του ημερ. 28.3.91 επιλήφθηκε της πλήρωσης της πιο πάνω θέσης, έχοντας ενώπιόν του τους προσωπικούς φακέλους και τις εμπιστευτικές εκθέσεις των 22 υποψηφίων καθώς και σχετικό σημείωμα του Γενικού Διευθυντή της Αρχής με το οποίο ζητούσε την πλήρωση της θέσης. Στην ίδια συνεδρία, ο Διευθυντής Εκμετάλλευσης, Προϊστάμενος του Τμήματος στο οποίο υπήγετο η κενή θέση, κ. Γ. Μαυρόγιαγκος εξέφρασε τις απόψεις του και τη σύστασή του ως ακολούθως: "... έχοντας υπόψη τους προσωπικούς φακέλους και τους φακέλους με τις ετήσιες εμπιστευτικές εκθέσεις των υποψηφίων και με βάση τα νόμιμα κριτήρια στο σύνολό τους (αξία, προσόντα, αρχαιότητα) συστήνει για προαγωγή στην πιο πάνω θέση τον Ανώτερο Λιμενικό Λειτουργό κ. Τρύφωνα Κάη, τον οποίο θεωρεί ως τον καταλληλότερο."
Μετά την αποχώρηση του Διευθυντή Εκμετάλλευσης, το Συμβούλιο ασχολήθηκε με τη σύγκριση και αξιολόγηση των υποψηφίων έχοντας ενώπιόν του τους φακέλους με τα προσωπικά στοιχεία και τις εμπιστευτικές τους εκθέσεις για τα τρία τελευταία έτη, (1987, 1988, 1989). Το Συμβούλιο αποφάσισε ότι, με βάση τα καθιερωμένα κριτήρια στο σύνολό τους (αξία, προσόντα, αρχαιότητα), το ενδιαφερόμενο μέρος υπερτερούσε έναντι των άλλων υποψηφίων, και αποφάσισε να τον προάξει στη θέση του Βοηθού Λιμενικού Επιθεωρητή από τις 15.4.91.
Ένας από τους κύριους ισχυρισμούς που προβάλλονται από τον αιτητή Ελευθερίου στην προσφυγή 434/91, ο οποίος επηρεάζει και την έκβαση της προσφυγής 399/91 είναι η θέση ότι η επίδικη απόφαση είναι προϊόν πλάνης περί τα πράγματα και διεξαγωγής ελλειπούς έρευνας, εφόσον το Συμβούλιο ήτο με την εντύπωση ότι εμπιστευτικές εκθέσεις υπήρχαν μόνο για τα τρία τελευταία χρόνια.
Στο πρακτικό ημερ. 28.3.91 αναφέρονται τα ακόλουθα:
"Το Συμβούλιο εμελέτησε όλα τα ουσιώδη στοιχεία που είχε ενώπιόν του, το Σημείωμα 22/91, καθώς και τους φακέλλους με τα προσωπικά στοιχεία και τις εμπιστευτικές εκθέσεις των υποψηφίων για προαγωγή στη θέση του Βοηθού Λιμενικού Επιθεωρητή για τα τρία τελευταία χρόνια που υπάρχουν."
Μελέτη των φακέλων των υποψηφίων φανερώνει ότι εμπιστευτικές εκθέσεις υπήρχαν όχι μόνο για τα τρία τελευταία έτη αλλά για όλα τα έτη υπηρεσίας των υπαλλήλων.
Το συμπέρασμα ότι υπήρχαν εκθέσεις μόνο για τα τρία τελευταία έτη είναι εσφαλμένο, και συνιστά πλάνη περί τα πραγματικά γεγονότα. Το Συμβούλιο δεν προέβη στη δέουσα έρευνα ως προς τη διαπίστωση των ουσιαστικών στοιχείων των υποψηφίων.
Σαν αποτέλεσμα των πιο πάνω η επίδικη απόφαση ακυρώνεται στο σύνολό της. Ενόψει της κατάληξης αυτής δεν θεωρώ αναγκαίο να υπεισέλθω στους λόγους ουσίας που έχουν προβληθεί από τους αιτητές και στις δύο προσφυγές αναφορικά με την αξία των διεκδικήσεών τους για προαγωγή σε σχέση με το ενδιαφερόμενο μέρος. Και οι δύο προσφυγές γίνονται αποδεκτές. Θεωρώ όμως σωστό να προχωρήσω στην εξέταση των γενικών ισχυρισμών που προβάλλονται στην προσφυγή 399/91 ως προς τη διαδικασία που ακολουθήθηκε, οι οποίοι, αναφέρω εκ προοιμίου, δεν ευσταθούν.
Ένας από τους λόγους, για τους οποίους ο δικηγόρος του αιτητή Ψαθάρη στην προσφυγή 399/91 αιτείται την παρέμβαση και τον ακυρωτικό έλεγχο του Δικαστηρίου, είναι η ύπαρξη πλάνης περί το νόμο, η οποία συνίσταται, κατά τον ισχυρισμό, στο γεγονός της υποβολής συστάσεων για προαγωγή από τον Διευθυντή Εκμετάλλευσης αντί του Γενικού Διευθυντή της Αρχής.
Σύμφωνα με τον Καν. 1(1) του Μέρους IV των Κανονισμών του 1982 για την Αρχή Λιμένων Κύπρου (Σχέδια και Λοιποί Όροι Υπηρεσίας Υπαλλήλων) ΚΔΠ 317/82 "οι όροι υπηρεσίας, που ισχύουν για τους δημόσιους υπαλλήλους ... ισχύουν για τους υπαλλήλους της Αρχής νοουμένου ότι η Αρχή μπορεί, με την έγκριση του Υπουργικού Συμβουλίου, να εκδίδει Κανονισμούς που θα τροποποιούν σε οποιαδήποτε έκταση και με οποιοδήποτε τρόπο ή και θα καταργούν παντελώς οποιαδήποτε τέτοια πρόνοια· "
Σύμφωνα με τον Καν. 3 του Μέρους IV η προαγωγή των υπαλλήλων αποφασίζεται με βάση την αξία, τα προσόντα και την αρχαιότητά τους, η οποία κρίνεται αφού εφαρμοστεί κατ' αναλογία ο περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμος. Συνεπώς, οι διατάξεις που ισχύουν για τους δημοσίους υπαλλήλους εφαρμόζονται αναλογικά και στους υπαλλήλους της Αρχής.
Το άρθρο 35(4) του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου του 1990 Ν. 1/90 αναφέρει ότι κατά τη διαδικασία πλήρωσης θέσεων προαγωγής λαμβάνονται δεόντως υπόψη, μεταξύ άλλων και οι ".... αιτιολογημένες συστάσεις του Προϊσταμένου του Τμήματος στο οποίο υφίσταται η κενή θέση ....". Προϊστάμενος Τμήματος, σύμφωνα με το άρθρο 2 του Ν. 1/90 σημαίνει αυτόν που κατέχει την ιεραρχικά ανώτατη θέση στο Τμήμα "
Η Αρχή Λιμένων Κύπρου είναι οργανισμός δημοσίου δικαίου και λειτουργεί σαν μια ανεξάρτητη νομική οντότητα. Όπως ανέφερε ο Δικαστής Πικής στην Ναυτικός Όμιλος Πάφου ν. Αρχής Λιμένων Κύπρου (Α.Ε. 8469, αποφασίστηκε στις 18.6.92). "Η Αρχή Λιμένων είναι οργανισμός δημόσιου δικαίου στον οποίο έχει εναποτεθεί κρατική ευθύνη και εξουσία για τη λειτουργία και διαχείρηση των λιμένων της Δημοκρατίας. Η διαχείρισή τους συνιστά σημαντική κρατική λειτουργία συνυφασμένη με την κυριαρχία του κράτους στο χώρο της επικράτειας της Πολιτείας,"
Η Αρχή, ως ανεξάρτητη οντότητα, χωρίζεται σε διάφορα Τμήματα, όπως και η Δημόσια Υπηρεσία. Η επίδικη θέση υπάγεται στο Τμήμα Εκμετάλλευσης της Αρχής. Κρίνω, ότι ορθά κλήθηκε ο κ. Μαυρόγιαγκος να προβεί σε συστάσεις, εφόσον ήταν ο Διευθυντής του Τμήματος Εκμετάλλευσης, προΐστατο δηλαδή του Τμήματος στο οποίο υπήγετο η κενή θέση, και σύμφωνα με τα σχετικά άρθρα του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου του 1990 (Ν. 1/90), τα οποία εφαρμόζονται κατ' αναλογία στην προκείμενη περίπτωση, είναι ο Προϊστάμενος του Τμήματος ο οποίος προβαίνει σε συστάσεις. Συνεπώς, η θέση ότι το αρμόδιο όργανο ήτο ο Γενικός Διευθυντής της Αρχής κρίνεται αβάσιμη και απορρίπτεται.
Με δεύτερο επιχείρημά του ο δικηγόρος του αιτητή Ψαθάρη υπέμνησε ότι η επίδικη απόφαση πάσχει και για ένα πρόσθετο λόγο, τούτο: Το Συμβούλιο έλαβε την απόφαση, χωρίς να έχει ενώπιόν της τις υπηρεσιακές εκθέσεις των υποψηφίων για το 1990. Αυτό, κατά τον ισχυρισμό, καθιστά την απόφαση τρωτή και υποκείμενη σε ακύρωση.
Σύμφωνα με τον Κανονισμό 6(3) των περί Δημόσιας Υπηρεσίας (Αξιολόγηση Υπαλλήλων) Κανονισμών του 1990 (ΚΔΠ 386/90), που εφαρμόζονται κατ' αναλογία, "ετήσιες εκθέσεις υποβάλλονται στην Επιτροπή μεταξύ της 1ης Ιανουαρίου και της 31ης Μαρτίου κάθε χρόνου και αναφέρονται στο προηγούμενο ημερολογιακό έτος". Η επίδικη απόφαση λήφθηκε στις 28.3.91, επομένως το ότι δεν ήσαν έτοιμες μέχρι εκείνη την ημερομηνία δεν συνιστά παρανομία, εφόσον σύμφωνα με τους κανονισμούς υπήρχε περιθώριο για την ετοιμασία των εκθέσεων για το 1990 μέχρι της 31ης Μαρτίου του 1991. Το Συμβούλιο δεν μπορούσε να λάβει υπόψη ουσιαστικά ανύπαρκτες εκθέσεις, οι οποίες, σύμφωνα με τους κανονισμούς, μπορούσαν να ετοιμαστούν και σε μεταγενέστερο στάδιο (δηλ. μέχρι 31.3.91). Δεν υπάρχει τίποτα το αντινομικό στο γεγονός ότι το Συμβούλιο έλαβε υπόψη τις εκθέσεις προηγούμενων χρόνων πλην του 1990. Οποιοσδήποτε ισχυρισμός περί του αντιθέτου απορρίπτεται.
Δεν συμφωνώ επίσης με τη θέση ότι το Συμβούλιο της Αρχής ώφειλε να καλέσει τους υποψηφίους σε προφορική συνέντευξη. Σύμφωνα με τον Ν. 1/90 άρθρο 34(4), οι υποψήφιοι μπορούν να υποβληθούν είτε σε προφορική, είτε σε γραπτή εξέταση, ή και στις δύο. Συνεπώς το Συμβούλιο έχει τη διακριτική ευχέρεια να επιλέξει τα μέσα τα οποία θα το βοηθήσουν στο έργο του. Δεν υπάρχει τίποτε το μεμπτό στην επιλογή του Συμβουλίου να μην καλέσει τους υποψηφίους σε προσωπική συνέντευξη.
Ούτε συμφωνώ με τη θέση ότι το γεγονός ότι ο Διευθυντής Εκμετάλλευσης ήτο παρών κατά τη λήψη της απόφασης για τη μη διενέργεια προσωπικών συνεντεύξεων επηρέασε με οποιοδήποτε τρόπο την τελική διοικητική πράξη. Είναι ολοφάνερο από το πρακτικό ημερ. 23.9.91 ότι ο Διευθυντής έδωσε τις συστάσεις του και αποχώρησε. Δεν ήτο παρών κατά τη συζήτηση σε σχέση με τη σύγκριση των υποψηφίων, ούτε και στην τελική απόφαση. Η παρουσία του στο προγενέστερο στάδιο, όπου το Συμβούλιο απλά αποφάσισε τη. μη διενέργεια συνεντεύξεων, δεν είχε οποιαδήποτε επίπτωση στη διοικητική απόφαση.
Και οι δύο προσφυγές γίνονται αποδεκτές.
Η επίδικη απόφαση ακυρώνεται στην ολότητά της. Δεν εκδίδεται διαταγή για τα έξοδα.
Οι προσφυγές επιτυγχάνουν χωρίς έξοδα.