ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
ODYSSEAS GEORGHIOU ν. REPUBLIC (PUBLIC SERVICE COMMISSION) (1976) 3 CLR 74
REPUBLIC ν. ROUSSOS (1987) 3 CLR 1217
Ζαπίτης κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1989) 3 ΑΑΔ 1098
Μιλτιάδους κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1989) 3 ΑΑΔ 1318
Δημοκρατία ν. Χρίστου (1991) 3 ΑΑΔ 56
Λαμπής ν. Δημοκρατίας (1991) 3 ΑΑΔ 708
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
(1992) 4 ΑΑΔ 3600
7 Οκτωβρίου, 1992
[ΠΟΓΙΑΤΖΗΣ, Δ/στής]
αναφορικα με το αρθρο 146 του συνταγματοσ
μικης Ζαπίτης και άλλος,
Αιτητές,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υποθέσεις Αρ. 915/90 & 928/90).
Δημόσιοι Υπάλληλοι — Προαγωγές — Συστάσεις Συμβουλευτικής — Δεν απαιτείται ρητή αιτιολόγησή της — Είναι αρκετό αν η σύσταση υποστηρίζεται από τα στοιχεία των φακέλων.
Δημόσιοι Υπάλληλοι — Σχέδια Υπηρεσίας — Η ερμηνεία και εφαρμογή τους αποκλειστικά έργο της Ε.Δ. Υ. — Το Δικαστήριο δεν επεμβαίνει επί λογικά εφικτής ενεργείας της.
Λέξεις και φράσεις — Ο όρος "μετεκπαίδευση" — Αυθεντική ερμηνεία στην Α.Ε. 1070 Δημοκρατία ν. Γεωργίου Χρίστου — Εφαρμογή στη συγκεκριμένη διατύπωση του επίδικου σχεδίου υπηρεσίας της θέσης του Επάρχου.
Προσφυγή βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος — Λόγοι ακυρώσεως — Προκατάληψη και μεροληψία — Οι σχετικοί ισχυρισμοί πρέπει να είναι συγκεκριμένοι και να αποδεικνύονται με βεβαιότητα.
Δημόσιοι Υπαλλήλοι — Προαγωγές — Συνεντεύξεις — Η αξιολόγηση του Διευθυντή σχετικά με την απόδοση των υποψηφίων στις συνεντεύξεις δεν έχει το χαρακτήρα συστάσεων ούτε αποτελεί εφετήριο επιλογής αλλά είναι παράγοντας για τη μόρφωση της κρίσης της Ε.Δ.Υ. — Η αξιολόγηση των υποψηφίων κατά τις συνεντεύξεις είναι θέμα υποκειμενικό που συμπίπτει στην αποκλειστική δικαιοδοσία των μελών της Ε.Δ. Υ. στην οποία το Δικαστήριο δεν μπορεί να επέμβει — Τα μέλη της Ε.Δ. Υ. δεν δεσμεύονται από την αξιολόγηση τον Διευθυντή ούτε είχαν υποχρέωση πριν από τη θέσπιση Ν. 1/90 να αιτιολογούν την οποιαδήποτε απόκλισή τους από αυτήν.
Δημόσιοι Υπάλληλοι — Προαγωγές — Εμπιστευτικές Εκθέσεις — Σημασία έχει η γενική και όχι η επί μέρους βαθμολογία — Νόμιμη η λήψη υπόψη από την Ε.Δ.Υ, τον γεγονότος της αξιολογήσεως υπαλλήλων από διαφορετικούς αξιολογούντες λειτουργούς.
Δημόσιοι Υπάλληλοι — Προαγωγές — Ιεραρχικά υψηλές θέσεις — Η διακριτική ευχέρεια της Ε.Δ. Υ. ευρύτατη — Η θέση Επάρχου εμπίπτει στην κατηγορία αυτών των θέσεων.
Με τις συναφείς προσφυγές οι αιτητές προσέβαλαν την προαγωγή δύο ενδιαφερομένων μερών στη θέση Επάρχου, Επαρχιακή Διοίκηση, προβάλλοντας πλέγμα ακυρωτικών λόγων. Τα ουσιώδη γεγονότα για την κρίση, των λόγων ακυρώσεως εκτέθηκαν συστηματικά στο κείμενο της αποφάσεως.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας τις προσφυγές, αποφάσισε ότι:
(1) Είναι γεγονός ότι στο κείμενο της επίδικης συμπληρωματικής έκθεσης της Συμβουλευτικής Επιτροπής δεν υπάρχει ρητή αιτιολογία της απόφασής της να προσθέσει το δεύτερο Ε.Μ. στον αρχικό της κατάλογο των υποψηφίων που σύστηνε προς επιλογή για προαγωγή. Σύμφωνα όμως με την πάγια νομολογία μας, είναι αρκετό αν η σύσταση υποστηρίζεται από τα στοιχεία των φακέλων. Κατά την εξέταση του θέματος η Συμβουλευτική Επιτροπή είχε ενώπιόν της τόσο τις γραπτές παραστάσεις αυτού του Ε.Μ. όσο και τους φακέλους όλων των υποψηφίων, το περιεχόμενο των οποίων παρέχει την αναγκαία αιτιολογία για την επίδικη απόφαση της Συμβουλευτικής Επιτροπής.
(2) Δεν νομίζω ότι η Συμβουλευτική Επιτροπή ή η ΕΔΥ είχαν υποχρέωση να προσδιορίσουν κατά πόσο θεωρούν το πρώτο Ε.Μ. ως προσοντούχο υποψήφιο επειδή πληροί το προσόν της παραγράφου 3(1) του Σχεδίου Υπηρεσίας ή το διαζευκτικό προσόν της Σημείωσης ή και τα δύο. Ότι αυτό το Ε.Μ. είναι προσοντούχος υποψήφιος είναι δεδομένο και παραδεκτό από τον δεύτερο αιτητή. Η αξιολόγηση των ακαδημαϊκών προσόντων του από τη Συμβουλευτική Επιτροπή, για σκοπούς σύστασης του, και από την ΕΔΥ, για σκοπούς σύγκρισης του με τους άλλους υποψήφιους και τελικής επιλογής, είναι άλλο θέμα που αφορά το καθήκον της ΕΔΥ να προβεί σε ορθή αξιολόγηση και σύγκριση των υποψηφίων με αναφορά στα τρία νομοθετημένα κριτήρια, κατόπιν δέουσας έρευνας, αποκλειομένης οποιασδήποτε πλάνης αναφορικά με τα ουσιώδη γεγονότα ή το εφαρμοστέον δίκαιο. Θα μπορούσε, εν τούτοις, να λεχθεί στο στάδιο αυτό ότι το προσόν του Master of Business Administration του Πανεπιστημίου του New Haven, που το Ε.Μ. κατείχε κατά τον ουσιώδη χρόνο και που είναι το μοναδικό ακαδημαϊκό προσόν του στο οποίο η ΕΔΥ έκαμε ειδική αναφορά στη συνεδρία της, ημερομηνίας 13/7/1990, κατά την οποία έλαβε την προσβαλλόμενη απόφαση, πληροί κατά τη γνώμη μου το ακαδημαϊκό προσόν της παραγράφου 3(1) του Σχεδίου Υπηρεσίας. Δεν υπάρχει ισχυρισμός ότι το Πανεπιστήμιο του New Haven που παραχώρησε τον τίτλο, δεν είναι αναγνωρισμένο. Δεν νομίζω ότι υπό τας περιστάσεις έχει σημασία το γεγονός ότι είναι τίτλος δευτέρου Πανεπιστημιακού επιπέδου που αποκτήθηκε χωρίς προηγουμένως το Ε.Μ. να κατέχει αναγνωρισμένο πρώτο Πανεπιστημιακό τίτλο, όπως ισχυρίζεται ο αιτητής και, επομένως, δεν επιβάλλεται να ενδιατρίψω περισσότερο πάνω στο θέμα της αναγνώρισης του τίτλου Β.Α. in Business Administration του Cyprus College, με βάση το οποίο, όπως φαίνεται, το Ε.Μ. έγινε δεκτός στο Πανεπιστήμιο New Haven.
(3) Το επιχείρημα περί του πλεονεκτήματος αφορά την ερμηνεία και την εφαρμογή του Σχεδίου Υπηρεσίας που, σύμφωνα με τη νομολογία, είναι έργο που εμπίπτει στην αποκλειστική αρμοδιότητα της ΕΔΥ και το Δικαστήριο δεν επεμβαίνει αν η επί του προκειμένου ενέργεια της ΕΔΥ ήταν λογικά εφικτή σ' αυτήν. (Βλ. Μιλτιάδους και Άλλων ν. Δημοκρατίας).
Λαμβανομένων υπόψη τόσο των ακαδημαϊκών προσόντων του πρώτου Ε.Μ. όσο και της προηγούμενης υπηρεσίας του, ορθά η ΕΔΥ βρήκε ότι κατείχε το πλεονέκτημα της παραγράφου 3(5) του Σχεδίου Υπηρεσίας. Στην πραγματικότητα ο υποψήφιος αυτός πληροί τόσο το κριτήριο της Μετεκπαίδευσης ή της εκπαίδευσης όσο και το διαζευκτικό κριτήριο της πείρας που είναι σχετική με τα καθήκοντα της θέσης.
(4) Αναφορικά με τη μετεκπαίδευση, η επίδικη παράγραφος του Σχεδίου Υπηρεσίας δεν προνοεί για μεταπτυχιακό δίπλωμα ή τίτλο. Προνοεί μόνο για μετεκπαίδευση ή ειδική εκπαίδευση η οποία είναι μεν αναγκαίο να διάρκεσε ένα τουλάχιστον ακαδημαϊκό έτος, δεν είναι όμως αναγκαίο να έλαβε χώρα στο εξωτερικό. Ο όρος "μετεκπαίδευση" ερμηνεύθηκε από την Ολομέλεια του Δικαστηρίου στην Α.Ε. 1070 μεταξύ Δημοκρατίας και Γεώργιου Χρίστου ως εξής:
"Μετεκπαίδευση" σημαίνει συμπληρωματική εκπαίδευση πέραν από την κανονική. Χρονικά και πραγματικά ακολουθεί τη βασική εκπαίδευση. Ο όρος "μετεκπαίδευση", στο σχέδιο υπηρεσίας, σημαίνει πρόσθετη εκπαίδευση μετά από την απόκτηση των διπλωμάτων ή πιστοποιητικών, απαραίτητων προϋποθέσεων που αναφέρονται στις παραγράφους (1) και (5)."
Παρόμοια ερμηνεία θα πρέπει να δοθεί στον όρο αυτό μέσα στο κείμενο της επίδικης πρόνοιας του Σχεδίου Υπηρεσίας. Πρέπει δηλαδή να λάβει χώρα μετά τη βασική εκπαίδευση, μετά την απόκτηση δηλαδή των βασικών και απαραίτητων προσόντων, σύμφωνα με το Σχέδιο Υπηρεσίας. Εν όψει του γεγονότος ότι ο τίτλος του Master of Business Administration που απένειμε το Πανεπιστήμιο New Haven στο εν λόγω Ε.Μ. αποτελεί βασικό προσόν που απαιτειται από την παράγραφο 3(1) του Σχεδίου Υπηρεσίας, ο τίτλος αυτός δεν μπορεί ταυτόχρονα να ικανοποιεί το πρόσθετο προσόν της μετεκπαίδευσης. Μελέτη των υπόλοιπων ακαδημαϊκών προσόντων του Ε.Μ. Γιωργαλλίδη οδηγεί, εντούτοις, στο συμπέρασμα ότι η εκπαίδευσή του στο πανεπιστήμιο του Birmingham στο Development Administration, που έλαβε χώραν μετά την απόκτηση του τίτλου Master of Business Administration του New Haven, πληροί το κριτήριο της μετεκπαίδευσης ή ειδικής εκπαίδευσης της παραγράφου 3(5) του επίδικου Σχεδίου Υπηρεσίας.
(5) Όπως επανειλημμένα λέχθηκε σε σειρά αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου, ισχυρισμοί για προκατάληψη ή μεροληψία πρέπει να είναι συγκεκριμένοι και να αποδεικνύονται με βεβαιότητα. Το γεγονός ότι, κατά τον ουσιώδη χρόνο, το πρώτο Ε.Μ. υπηρετούσε ως Γραμματέας της ΕΔΥ, δεν αποδεικνύει από μόνο του προκατάληψη ή μεροληψία. Θα πρέπει δε επί του προκειμένου να σημειωθεί ότι ο πρώτος αιτητής δεν προσκόμισε οποιοδήποτε άλλο στοιχείο για να αποδείξει τον εν λόγω ισχυρισμό του εναντίον της ΕΔΥ.
(6) Η αξιολόγηση του Διευθυντή σχετικά με την απόδοση των υποψηφιών στις συνεντεύξεις δεν έχει το χαρακτήρα συστάσεων, ούτε αποτελεί κριτήριο επιλογής αλλά είναι παράγοντας για τη μόρφωση της κρίσης της ΕΔΥ.
Η αξιολόγηση των υποψηφίων κατά τις συνεντεύξεις είναι θέμα υποκειμενικό που εμπίπτει στην αποκλειστική δικαιοδοσία των μελών της ΕΔΥ, στην οποία το Δικαστήριο δεν μπορεί να επέμβει. Τα μέλη της ΕΔΥ δεν δεσμεύονται από την αξιολόγηση του Διευθυντή ούτε είχαν υποχρέωση πριν από τη θέσπιση του Νόμου 1/90, να αιτιολογούν την οποιαδήποτε απόκλισή τους από αυτή.
(7) Ο πρώτος αιτητής ισχυρίζεται ότι είναι καταλληλότερος από τα Ενδιαφερόμενα Μέρη για την πλήρωση της επίδικης θέσης. Δεν ισχυρίζεται, όμως, ότι έχει έκδηλη υπεροχή έναντι οποιουδήποτε από αυτούς. Τόσο ο αιτητής αυτός όσο και τα Ενδιαφερόμενα Μέρη έχουν εξαίρετες εμπιστευτικές εκθέσεις τα τελευταία πέντε χρόνια. Ο αιτητής έχει κάπως ψηλότερες επί μέρους βαθμολογίες. Όπως έχει όμως νομολογηθεί από το Ανώτατο Δικαστήριο, εκείνο που έχει σημασία είναι η γενική και όχι η επί μέρους βαθμολογία. Εξάλλου η ΕΔΥ έλαβε υπό σημείωση ότι ο αιτητής αυτός και το δεύτερο Ε.Μ. είχαν αξιολογηθεί από διαφορετικούς αξιολογούντες λειτουργούς, γεγονός που μπορούσε νόμιμα να λάβει υπόψη. Το δεύτερο Ε.Μ. είναι αρχαιότερος του αιτητή κατά τρία χρόνια και 8 μήνες. Υπερέχει επίσης σε ακαδημαϊκά προσόντα που είναι σχετικά με τα καθήκοντα της θέσης και η ΕΔΥ μπορούσε να δώσει σ' αυτά τη δέουσα βαρύτητα, συνεκτιμώντας τα βέβαια με τα υπόλοιπα στοιχεία.
Το λιγότερο που μπορεί να λεχθεί είναι ότι η επιλογή από την ΕΔΥ του δεύτερου Ε.Μ έναντι του πρώτου αιτητή ήταν εύλογα επιτρεπτή σ' αυτήν και το Δικαστήριο δεν μπορεί, ως εκ τούτου, να επέμβει.
Από τα στοιχεία των φακέλων προκύπτει ότι ο Αιτητής και το πρώτο Ε.Μ. είναι ίσοι σε αξία στο βαθμό που αυτή αντικατοπτρίζεται στις εξαίρετες εμπιστευτικές τους εκθέσεις. Ο αιτητής είναι αρχαιότερος αυτού του Ε.Μ. κατά ένα χρόνο και 5 μήνες, υστερεί όμως έναντι του στα προσόντα. Η ΕΔΥ, κατά την άσκηση της διακριτικής της εξουσίας μπορεί να δώσει περισσότερη βαρύτητα στον ένα ή τον άλλο παράγοντα. Θα πρέπει επίσης να λεχθεί ότι στις ιεραρχικά ψηλές θέσεις στη Δημόσια Υπηρεσία, η διακριτική ευχέρεια της ΕΔΥ είναι ευρύτατη και η θέση Επαρχου εμπίπτει στην κατηγορία αυτών των θέσεων.
(8) Ο ισχυρισμός του δεύτερου αιτητή περί έκδηλης υπεροχής του είναι ατεκμηρίωτος.
Οι προσφυγές απορρίπτονται με £200 έξοδα.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Μιλτιάδους και Άλλοι ν. Δημοκρατίας (1989) 3(Γ) Α.Α.Δ. 1318·
Δημοκρατία ν. Χρίστου (1991) 3 Α.Α.Δ. 56·
Louca v. Savvα and Others (1989) 3(A) C.L.R. 672·
Βασιλείου και Άλλοι ν. Δημοκρατίας (1992) 4 Α.Α.Δ. 651·
Κυπριανού ν. Δημοκρατίας (1992) 4 Α.Α.Δ. 1106·
Republic v. Roussos (1987) 3 C.L.R. 1217·
Georghiou v. Republic (1976) 3 C.L.R. 74·
Ζαπίτης και Άλλος ν. Δημοκρατίας (1989) 3(Γ) Α.Α.Δ. 1098·
Ierides v. Republic (1979) 3 C.L.R. 165-
Δημοκρατία ν. Παπαμιχαήλ (1989) 3(B) Α.Α.Δ. 823·
Georghiou and Others v. Republic (1988) 3(A) C.L.R. 678·
Λαμπής ν. Δημοκρατίας (1991)3 Α.Α.Δ. 708·
Paschalis v. Republic (1988) 3(C) C.L.R. 1897.
Προσφυγές.
Προσφυγές εναντίον της απόφασης των καθ' ων η αίτηση, με την οποία προάχθηκαν στη θέση Επάρχου, Επαρχιακή Διοίκηση, από 1/8/90, τα ενδιαφερόμενα Μέρη, αντί των αιτητών.
Αιμ. Λεμονάρης, για τον αιτητή στην 915/90.
Μ. Χριστοφίδης, για τον αιτητή, στην 928/90.
Α. Βασιλειάδης, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α' για τους καθ'ων η αίτηση.
Α.Σ. Αγγελίδης, για τα ενδιαφερόμενα μέρη.
Cur. adv. vult.
ΠΟΓΙΑΤΖΗΣ, Δ.: Ανάγνωσε την ακόλουθη απόφαση. Με τις προσφυγές αυτές προσβάλλεται η απόφαση της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας (ΕΔΥ), που δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, ημερομηνίας 24/8/1990, με την οποία προάχθηκαν στη θέση Επάρχου, Επαρχιακή Διοίκηση, από 1/8/1990, τα Ενδιαφερόμενα Μέρη Κώστας Γιωργαλλίδης και Δημήτριος Παπαδόπουλος, αντί των Αιτητών. Με την ίδια απόφασή της η ΕΔΥ προήγαγε, εκτός των δυο Ενδιαφερομένων Μερών και τρίτο υποψήφιο, τον κ. Γεώργιο Χαραλαμπίδη του οποίου η προαγωγή δεν προσβάλλεται με τις παρούσες προσφυγές. Εφόσον οι δυο προσφυγές στρέφονται εναντίον της ίδιας διοικητικής απόφασης, το Δικαστήριο εξέδωσε οδηγίες για την συνεκδίκασή τους.
Τα ουσιώδη γεγονότα είναι σε συντομία τα ακόλουθα:
Με επιστολή του προς την ΕΔΥ, ημερομηνίας 27/4/89, ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Εσωτερικών ζήτησε την πλήρωση τριών κενών θέσεων Επάρχου στην Επαρχιακή Διοίκηση. Επειδή οι επίδικες θέσεις είναι Πρώτου Διορισμού και Προαγωγής, δημοσιεύτηκαν στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας και σ' ανταπόκριση υποβλήθηκαν 32 αιτήσεις, ανάμεσα στις οποίες και αυτές των Αιτητών και των Ενδιαφερομένων Μερών.
Η θέση Επάρχου είναι εξειδικευμένη θέση και οι υποβληθείσες αιτήσεις, μαζί με τα σχετικά έγγραφα, στάληκαν στη συσταθείσα αρμόδια Συμβουλευτική Επιτροπή, υπό την προεδρία του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Εσωτερικών, βάσει του άρθρου 35 του περί Δημοσίας Υπηρεσίας Νόμου (Ν.33/67), όπως τροποποιήθηκε, για εξέταση και υποβολή Έκθεσης.
Η Συμβουλευτική Επιτροπή, με έκθεσή της που διαβιβάστηκε στην ΕΔΥ, με επιστολή του Προέδρου της ημερομηνίας 3/4/1990, σύστησε προς επιλογή για προαγωγή 12 υποψήφιους, ανάμεσα στους οποίους τους Αιτητές και το Ενδιαφερόμενο Μέρος (Ε.Μ.) Γιωργαλλίδη, όχι όμως το Ενδιαφερόμενος Μέρος (Ε.Μ.) Παπαδόπουλο του οποίου η υποψηφιότητα, ως εκ τούτου, αποκλείστηκε, εν όψει της πρόνοιας του εδαφίου (6) του άρθρου 35 του Νόμου, σύμφωνα με την οποία η ΕΔΥ προβαίνει στην επιλογή των υποψηφίων που θα διοριστούν ή προαχθούν ανάμεσα στους υποψήφιους που έχουν συσταθεί προς επιλογή από τη Συμβουλευτική Επιτροπή.
Στην εν λόγω έκθεσή της η Συμβουλευτική Επιτροπή αναφέρθηκε στα προσόντα των υποψηφίων σε σχέση με τα καθήκοντα της επίδικης θέσης, που αποτελούσαν πλεονέκτημα σύμφωνα με την παράγραφο 3(5) του Σχεδίου Υπηρεσίας. Πάνω στο θέμα αυτό η Συμβουλευτική Επιτροπή βρήκε ότι τα δυο Ενδιαφερόμενα Μέρη κατείχαν το· πλεονέκτημα της μετεκπαίδευσης και της πείρας σχετικά με τα καθήκοντα της θέσης, ενώ οι δυο Αιτητές κατείχαν το πλεονέκτημα της πείρας σχετικά με τα καθήκοντα της θέσης μόνο.
Το Ε.Μ. Παπαδόπουλος, που δε συστήθηκε από τη Συμβουλευτική Επιτροπή, με επιστολή του προς τον Υπουργό Εσωτερικών, ημερομηνίας 20/4/1990, διαμαρτυρήθηκε για την μη περίληψή του στον κατάλογο των συστηθέντων και ζήτησε επανεξέταση της περίπτωσής του. Ο Υπουργός Εσωτερικών παρέπεμψε την επιστολή αυτή στη Συμβουλευτική Επιτροπή που, με νέα συμπληρωματική έκθεσή της που στάληκε στην ΕΔΥ στις 29/5/1990, αποφάσισε να συμπεριλάβει στον τελικό κατάλογο των συστηθέντων, εκτός από τους δώδεκα υποψήφιους που σύστησε προηγουμένως, το Ε.Μ. Παπαδόπουλο και τρεις άλλους υποψήφιους, ανεβάζοντας έτσι σε δεκαέξι τον αριθμό των υποψηφίων που σύστηνε προς επιλογή για προαγωγή.
Η ΕΔΥ εξέτασε την έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής κατά τη συνεδρίας της, ημερομηνίας 11/6/1990. Αφού απέκλεισε ένα από τους υποψήφιους που συστήθηκαν από τη Συμβουλευτική Επιτροπή, για το λόγο ότι δεν κατείχε τα απαιτούμενα προσόντα του Σχεδίου Υπηρεσίας, αποφάσισε να καλέσει σε συνέντευξη τους υπόλοιπους δεκαπέντε υποψήφιους που συστήθηκαν.
Οι συνεντεύξεις πραγματοποιήθηκαν στις 2/7/1990 και 3/7/1990, στην παρουσία του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Εσωτερικών, ο οποίος, μετά το πέρας των συνεντεύξεων, εξέφρασε τη γνώμη του αναφορικά με την απόδοση των υποψηφίων σ' αυτές. Ο Γενικός Διευθυτής χαρακτήρισε τους Αιτητές ως εξαίρετους, το Ε.Μ. Γιωργαλλίδη ως πολύ καλό και το Ε.Μ. Παπαδόπουλο ως σχεδόν πολύ καλό. Στη συνέχεια η ΕΔΥ προέβηκε στη δική της αξιολόγηση της απόδοσης των υποψηφίων στις συνεντεύξεις ενώπιόν της, χαρακτηρίζοντας τόσο τους Αιτητές όσο και τα Ενδιαφερόμενα Μέρη ως πάρα πολύ καλούς.
Κατά τη συνεδρία της, ημερομηνίας 13/7/1990, η ΕΔΥ, αφού διαπίστωσε ότι τόσο οι Αιτητές όσο και τα Ενδιαφερόμενα Μέρη κατείχαν το πλεονέκτημα του Σχεδίου Υπηρεσίας και ότι το δίπλωμα του Ε.Μ. Γιωργαλλίδη από το Tennessee University δεν μπορούσε να ληφθεί υπόψη, γιατί το Πανεπιστήμιο αυτό δεν ήταν αναγνωρισμένο (accredited) από τα αρμόδια σώματα στις Ηνωμένες Πολιτείες, προέβη στη γενική αξιολόγηση και σύγκριση των υποψηφίων, κάνοντας ιδιαίτερη αναφορά στις τελευταίες πέντε Εμπιστευτικές Εκθέσεις τους. Τέλος, με βάση όλα τα στοιχεία ενώπιόν της επέλεξε τα Ενδιαφερόμενα Μέρη και τον εν λόγω Γεώργιο Χαραλαμπίδη για πλήρωση των τριών κενών θέσεων. Το σχετικό μέρος των πρακτικών της ΕΔΥ έχει ως ακολούθως:
"Η Επιτροπή, με βάση όλα τα στοιχεία αξιολόγησης, επέλεξε για την πρώτη θέση το Γεώργιο Χαραλαμπίδη, ο οποίος κρίθηκε ως πάρα πολύ καλός στη συνέντευξη, προηγείται σε αρχαιότητα όλων των υποψήφιων και έχει υψηλά προσόντα, και για τη δεύτερη θέση το Δημήτριο Παπαδόπουλο, ο οποίος κρίθηκε ως πάρα πολύ καλός στη συνέντευξη, κατατάσσεται δεύτερος σε αρχαιότητα και οι Εμπιστευτικές Εκθέσεις του είναι "Εξαίρετες" αλλά λίγο πιο χαμηλές από εκείνες άλλων υποψήφιων. Εξάλλου, η Επιτροπή δεν παράλειψε να σημειώσει το γεγονός ότι οι Αξιολογούντες Λειτουργοί δεν είναι οι ίδιοι για όλους τους υποψήφιους.
Για την τρίτη θέση η Επιτροπή επέλεξε τον Κώστα Γιωργαλλίδη, ο οποίος κρίθηκε ως πάρα πολύ καλός στη συνέντευξη, έχει Master's Degree in Business Administration με ειδίκευση στο Public Administration και οι Εμπιστευτικές Εκθέσεις του είναι καθ' ολα "Εξαίρετες" στα πλείστα χρόνια της υπηρεσίας του. Επιλέγοντας το Γιωργαλλίδη, η Επιτροπή έκαμε ιδιαίτερη σύγκριση αυτού με τους Κυριάκο Δημητριάδη και Μίκη Ζαπίτη, σημειώνοντας ότι ο Γιωργαλλίδης υπερέχει του Δημητριάδη στο σύνολο των Εμπιστευτικών Εκθέσεων και του Ζαπίτη στα προσόντα, ενώ υστερεί του τελευταίου στην αρχαιότητα.
Συμπερασματικά Η Επιτροπή, λαμβάνοντας υπόψη όλα τα ενώπιόν της ουσιώδη στοιχεία, έκρινε ότι οι παρακάτω υπερέχουν γενικά των άλλων υποψήφιων και τους επέλεξε σαν τους πιο κατάλληλους για διορισμό/προαγωγή στη μόνιμη (Τακ. προϋπ.) θέση Επάρχου, Επαρχιακή Διοίκηση, από 1.8.90:
1. ΓΙΩΡΓΑΛΛΙΔΗΣ Κώστας Ιωάννου
2. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ Δημήτριος Α.
3. ΧΑΡΑΛΑΜΠΙΔΗΣ Γεώργιος."
Ως αποτέλεσμα της εν λόγω απόφασης, η οποία δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, ημερομηνίας 24/8/1990, οι Αιτητές καταχώρησαν τις παρούσες προσφυγές τους. Μερικοί από τους λόγους ακύρωσης της επίδικης απόφασης, που προβάλλουν οι Αιτητές με τις αντίστοιχες προσφυγές τους, είναι κοινοί. Αυτοί αναφέρονται κυρίως στην ισχυριζόμενη υπεροχή των Αιτητών, λαμβανομένων υπόψη των τριών κριτηρίων, αξία, προσόντα, αρχαιότητα, στο σύνολό τους, έναντι των Ενδιαφερομένων Μερών, και στην αποτυχία της ΕΔΥ να επιλέξει τους καταλληλότερους υποψήφιους για προαγωγή στις δυο επίδικες κενές θέσεις. Πέραν αυτού, ο Αιτητής Οδυσσέας Γεωργίου προσβάλλει την προαγωγή του Ε.Μ. Γιωργαλλίδη, ισχυριζόμενος ότι ο υποψήφιος αυτός δεν κατείχε το πλεονέκτημα της παραγράφου (5) του σχεδίου Υπηρεσίας, και ότι η περί του αντιθέτου κρίση της ΕΔΥ συνιστά πλάνη κάτω από το βάρος της οποίας αξιολογήθηκε και προάχθηκε ο κ. Γιωργαλλίδης. Ο ίδιος Αιτητής ισχυρίζεται, αναφορικά με το Ε.Μ. Παπαδόπουλο, ότι η απόφαση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, ημερομηνίας 28/5/1990, να περιλάβει τον υποψήφιο αυτό στους συστηθέντες προς επιλογή για προαγωγή και να καταστήσει έτσι εφικτή τη μετέπειτα προαγωγή του από την ΕΔΥ, είναι αναιτιολόγητη και παράτυπη.
Οι πιο πάνω ισχυρισμοί των Αιτητών αμφισβητήθηκαν τόσο από την ΕΔΥ όσο και από τα Ενδιαφερόμενα Μέρη τα οποία εμφανίστηκαν και έλαβαν ενεργό μέρος στη διαδικασία, μέσω δικηγόρου που καταχώρησε εκ μέρους τους γραπτή επιχειρηματολογία.
Θα ασχοληθώ πρώτα με τον ισχυρισμό του Αιτητή Οδυσσέα Γεωργίου που στρέφεται αποκλειστικά εναντίον του Ε.Μ. Παπαδόπουλου. Στην περίπτωση που ο ισχυρισμός αυτός αποδειχθεί βάσιμος, οι ισχυρισμοί και των δυο Αιτητών που αναφέρονται στην πλημμελή αξιολόγηση και σύγκριση του υποψήφιου αυτού με τους Αιτητές από την ΕΔΥ, θα καταστούν χωρίς αντικείμενο, εφόσον η επίδικη προαγωγή του θα πρέπει, εν πάση περιπτώσει, να ακυρωθεί.
Η θέση του κ.Χριστοφίδη, δικηγόρου του Αιτητή Γεωργίου, είναι ότι η απόφαση της Συμβουλευτικής Επιτροπής που περιέχεται στη συμπληρωματική της έκθεση, ημερομηνίας 28/5/1990, χωρίς την οποία η τελική επιλογή και η επακόλουθη προαγωγή του Ε.Μ. Παπαδόπουλου από την ΕΔΥ θα ήταν αδύνατη, πάσχει επειδή είναι αναιτιολόγητη και παράτυπη και για το λόγο αυτό η ΕΔΥ όφειλε να μην την είχε αποδεχτεί. Η επίδικη απόφαση της οικείας Συμβουλευτικής Επιτροπής περιέχεται στο ακόλουθο πρακτικό της συνεδρίας της ημερομηνίας 28/5/1990:
"Ο εκ των υποψηφίων για προαγωγή στις πιο πάνω θέσεις κ.Δημήτρης Παπαδόπουλος, Ανώτερος Διοικητικός Λειτουργός, με επιστολή του προς τον Υπουργό Εσωτερικών, ημερομηνίας 20.4.90 (Παράρτημα Ι), ζήτησε την αναθεώρηση των συστάσεων της Συμβουλευτικής Επιτροπής, γιατί το όνομά του δεν περιελήφθη στον κατάλογο των υποψηφίων που η Συμβουλευτική Επιτροπή σύστησε στην Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας ως κατάλληλους για προαγωγή. Στη συνέχεια, ο Υπουργός Εσωτερικών με επιστολή του, ημερομηνίας 23.4.90 (Παράρτημα II), εισηγήθηκε στη Συμβουλευτική Επιτροπή την εξέταση του εν λόγω αιτήματος του κ. Παπαδόπουλου.
2. Ύστερα από την πιο πάνω εισήγηση του Υπουργού Εσωτερικών η Συμβουλευτική Επιτροπή συνήλθε στις 28.5.90 και αφού μελέτησε το θέμα που εγέρθηκε αποφάσισε την αναθεώρηση του καταλόγου των υποψηφίων που σύστησε ως κατάλληλους για προαγωγή στις κενές θέσεις Επάρχου, για να περιληφθεί σ'αυτόν και το όνομα του κ. Παπαδόπουλου. Εξάλλου, η Συμβουλευτική Επιτροπή έκρινε ότι οι υποψήφιοι Μακρίδης Κώστας, Νικολαΐδης Χριστόδουλος και Πολυβίου Ανδρέας, δεν υστερούν έναντι του κ. Παπαδόπουλου, και αποφάσισε να περιλάβει στον εν λόγω κατάλογο και τα ονόματα των υπό αναφορά υποψηφίων. Τελικά, η Συμβουλευτική Επιτροπή κατάρτισε κατά αλφαβητική σειρά τον πιο κάτω νέο κατάλογο υποψηφίων, τους οποίους συστήνει ως κατάλληλους για προαγωγή:
.............."
Το επιχείρημα που πρόβαλε ο κ. Χριστοφίδης για να τεκμηριώσει τον πιο πάνω ισχυρισμό του είναι ότι, εφόσον η πρώτη απόφαση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, με την οποία το Ε.Μ. Παπαδόπουλος δεν κρίθηκε κατάλληλο για σύσταση, ήταν απολύτως τεκμηριωμένη, και εφόσον κανένα πρόσθετο στοιχείο δεν είχε προσαχθεί, η Συμβουλευτική Επιτροπή αυθαίρετα και αναιτιολόγητα συμπεριέλαβε το Ε.Μ. Παπαδόπουλο στον κατάλογο των υποψηφίων που σύστηνε προς επιλογή για προαγωγή, τον οποίο απέστειλε στην ΕΔΥ με τη συμπληρωματική της Έκθεση, ημερομηνίας 28/5/1990.
Είναι γεγονός ότι στο κείμενο της επίδικης συμπληρωματικής έκθεσης της Συμβουλευτικής Επιτροπής δεν υπάρχει ρητή αιτιολογία της απόφασής της να προσθέσει το Ε.Μ. Παπαδόπουλο στον αρχικό της κατάλογο των υποψηφίων που σύστηνε προς επιλογή για προαγωγή. Σύμφωνα όμως με την πάγια νομολογία* μας, είναι αρκετό αν η σύστασή του υποστηρίζεται από τα στοιχεία των φακέλων. Κατά την εξέταση του θέματος η Συμβουλευτική Επιτροπή είχε ενώπιόν της τόσον τις γραπτές παραστάσεις του Ε.Μ. Παπαδόπουλου όσον και τους φακέλους όλων των υποψηφίων, το περιεχόμενο των οποίων παρέχει την αναγκαία αιτιολογία για την επίδικη απόφαση της Συμβουλευτικής Επιτροπής. Ιδιαίτερη μνεία μπορεί να γίνει επί του προκειμένου στην υπεροχή του Ε.Μ. Παπαδόπουλου έναντι των Αιτητών στον τομέα της αρχαιότητας και των προσόντων, στο γεγονός ότι έχει εξαίρετες εμπιστευτικές εκθέσεις και ότι κατέχει το πλεονέκτημα της μετεκπαίδευσης και της πείρας. Έπεται ότι το επιχείρημα που προβάλλει ο Αιτητής Γεωργίου εναντίον της νομιμότητας της επίδικης προπαρασκευαστικής απόφασης της Συμβουλευτικής Επιτροπής δεν ευσταθεί και απορρίπτεται.
* Βλ. Παναγιώτης Συμιλλής ν Δημοκρατίας (απόφαση ημερομηνίας 18/3/1988 στην Αναθεωρητική Έφεση αρ. 583).
Αναφορικά με το Ε.Μ. Γεωργαλλίδη, το επιχείρημα του Αιτητή Οδυσσέα Γεωργίου διατυπώνεται ως εξής στη γραπτή επιχειρηματολογία του ευπαίδευτου δικηγόρου του, σσ. 1-3:
"(α) Η Συμβουλευτική Επιτροπή ενήργησε υπό πλάνη και εσφαλμένα τον κατάταξε μεταξύ εκείνων που κατείχαν κατά τον ουσιώδη χρόνον το πλεονέκτημα της πείρας σχετικά με τα καθήκοντα της θέσης και εκείνη της μετεκπαίδευσης γιατί:-
(i) Ουδέποτε εργάστηκε στις Επαρχιακές Διοικήσεις.
(ii) Κανένα από τα προσόντα του κ. Γιωργαλλίδη δεν μπορούσε να θεωρηθεί σαν έγκυρο και αποδεκτό μεταπτυχιακό Δίπλωμα ή τίτλος γιατί απουσιάζει η προϋπόθεση ύπαρξης έγκυρου Πρώτου Πανεπιστημιακού Διπλώματος. Επειδή από τα πρακτικά της Επιτροπής Δημοσίας Υπηρεσίας ημ. 13/7/ 90 προκύπτει ότι καθόλο τον ουσιώδη για την υπόθεση χρόνο επεκράτησε η άποψη της εγκυρότητας και του αποδεκτού του Master Degree in Business Administration που κατείχε, επισημαίνεται ότι η εξασφάλισή του στηρίχθηκε στην προηγούμενη εξασφάλιση τίτλου Bachelor of Arts in Business Administration του Cyprus College που, σύμφωνα με τις πρόνοιες του νόμου 1 του 1987, Άρθρο 19(β) 31(γ), δεν ήταν αναγνωρισμένο. Είναι γενικός κανόνας ότι η εξασφάλιση δευτέρου επιπέδου Πανεπιστημιακού Διπλώματος ή Τίτλου εξυπακούει και προΰπαρξη έγκυρου Πανεπιστημιακού Διπλώματος πρώτου επιπέδου, πράγμα που δεν συνέβαινε στην προκειμένη περίπτωση. Πέραν τούτου η θεώρηση τόσο από τη Συμβουλευτική Επιτροπή όσο και από την Επιτροπή Δημοσίας Υπηρεσίας του πτυχίου Master που αναφέρεται πιο πάνω σαν υπολογίσιμου ήταν εσφαλμένη και κρίθηκε κάτω από άγνοια ή εσφαλμένη ερμηνεία των σχεδίων Υπηρεσίας που απαιτούσαν εκπαίδευση ενός τουλάχιστον Ακαδημαϊκού έτους.
Επισημαίνεται σχετικά το γεγονός ότι κατά πάντα ουσιώδη χρόνο η Επιτροπή Δημοσίας Υπηρεσίας είχε στη διάθεση της όλα τα σχετικά μεταξύ των οποίων και τους φακέλους αδειών του κ. Γιωργαλλίδη τους οποίους αν συμβουλευόταν θα εντόπιζε το γεγονός ότι ο κ. Γιωργαλλίδης ουδέποτε φοίτησε στο Πανεπιστήμιο New Haven σε υπολογίσιμο και μετρήσιμο χρόνο ενός τουλάχιστον Ακαδημαϊκού έτους.
(β) Η Συμβουλευτική Επιτροπή απέφυγε να διαβαθμίσει και να διαχωρίσει τους υποψήφιους που κατείχαν όλα τα προσόντα της θέσης και δη το προσόν (1) και την κάλυψη της σημείωσης του Σχεδίου Υπηρεσίας και σε εκείνους που κατείχαν μόνο το ένα από αυτά (το προσόν (1) ή την κάλυψη της σημείωσης) και κατά συνέπεια απέτυχε να εντοπίσει το γεγονός ότι ο αιτητής κατείχε το προσόν (1) το πλεονέκτημα και την κάλυψη της σημείωσης, ενώ ο κ. Γιωργαλλίδης μόνο το τελευταίο.
(γ) Η Επιτροπή Δημοσίας Υπηρεσίας ούτε καν μνημονεύει αν οποιοδήποτε από τα προσόντα του κ. Γιωργαλλίδη κρίθηκε από αυτήν ότι κάλυπτε το απαιτούμενο προσόν (1). Από το περιεχόμενο όμως του πρακτικού ημερ. 13/7/90 φαίνεται ότι αυτή έκρινε ότι το μόνο από τα προσόντα του κ. Γιωργαλλίδη που από τη φρασεολογία του τίτλου τους μπορούσαν να δώσουν από πρώτη άποψη την εντύπωση έγκυρων μεταπτυχιακών διπλωμάτων ή τίτλων ήταν το Master Degree του New Haven. Άρα παράλληλα το Δίπλωμα . του Πανεπιστημίου του Birmingham, το οποίο ούτως ή άλλως δεν είναι "accredited", θεωρήθηκε σαν μη υπολογίσιμο.
Περαιτέρω από τα ίδια τα πρακτικά προκύπτει ότι δεν κρίθηκε αποδεκτό και το Master degree του Tennessee University.
Από τα υπόλοιπα προσόντα του κ. Γιωργαλλίδη, όπως αυτά μνημονεύονται στον κατάλογο που επισυνάφθηκε στην ένσταση:-
(i) O τίτλος του Cyprus College δεν μπορεί να γίνει αποδεκτός γιατί δεν είναι αναγνωρίσιμος με βάση την κείμενη νομοθεσία.
(ii) To Associate Member of the British Institute of Management και το μέλος The Chartered Institute of Transport δεν πληρούν τις προϋποθέσεις του προσόντος (1), το οποίο μνημονεύει σαφώς το μοναδικό Membership που αναγνωρίζεται. Περαιτέρω η Επιτροπή Δημοσίας Υπηρεσίας, και για τους ίδιους λόγους που μνημονεύονται στο (α)(ii) πιο πάνω, εσφαλμένα έκρινε ότι ο κύριος Γιωργαλλίδης κατείχε το προσόν του πλεονεκτήματος."
Τόσο η Συμβουλευτική Επιτροπή όσο και η ΕΔΥ βρήκαν ότι το Ε.Μ. Γιωργαλλίδης κατείχε τα απαραίτητα προσόντα για προαγωγή στην επίδικη θέση καθώς και το πλεονέκτημα της μετεκπαίδευσης και πείρας της παραγράφου 3(5) του Σχεδίου Υπηρεσίας, με βάση το περιεχόμενο του φακέλου. Δεν αναφέρουν όμως κατά πόσο θεωρούν το Ε.Μ. Γιωργαλλίδη ως προσοντούχο επειδή κατέχει το απαιτούμενο ακαδημαϊκό προσόν της παραγράφου 3(1) του Σχεδίου Υπηρεσίας, ή επειδή έχει εφαρμογή στην περίπτωσή του η Σημείωση της εν λόγω παραγράφου 3 του Σχεδίου Υπηρεσίας, Ούτε αναφέρουν πιο από τα ακαδημαϊκά προσόντα του Ε.Μ. Γιωργαλλίδη πληροί το πλεονέκτημα της μετεκπαίδευσης της παραγράφου 3(5) του Σχεδίου Υπηρεσίας. Ο Αιτητής Γεωργίου δέχεται μεν ότι το Ε.Μ. Γιωργαλλίδης ικανοποιεί τα απαραίτητα προσόντα, επειδή εφαρμόζεται στην περίπτωσή του η Σημείωση της παραγράφου 3 του Σχεδίου Υπηρεσίας, αλλά αμφισβητεί ότι κατέχει το ακαδημαϊκό προσόν της παραγράφου 3(1) του εν λόγω Σχεδίου, η οποία έχει ως ακολούθως:
"3. Απαιτούμενα προσόντα:
(1) Πανεπιστημιακό δίπλωμα ή τίτλος ή ισότιμο προσόν (περιλαμβανομένου του Barrister-at-Law) ή μέλος Αναγνωρισμένου Σώματος Επαγγελματιών Λογιστών και δεκαετής τουλάχιστον ευδόκιμη διοικητική πείρα σε υπεύθυνη θέση, κατά προτίμηση στη Δημόσια Υπηρεσία.
............
Σημ: Για την πλήρωση των κενών θέσεων που υπάρχουν κατά την ημερομηνία εγκρίσεως του παρόντος Σχεδίου Υπηρεσίας, μπορούν να ληφθούν υπόψη και υποψήφιοι που δεν κατέχουν τα στο (1) απαιτούμενα ακαδημαϊκά προσόντα αλλά έχουν δεκαπενταετή τουλάχιστον ευδόκιμη διοικητική πείρα στο Γενικό Διοικητικό Προσωπικό ή και στις θέσεις Πρώτου Ανώτερου Λειτουργού Δημοσίας Διοίκησης και Προσωπικού, από την οποία δύο τουλάχιστο χρόνια στη θέση Ανώτερου Διοικητικού Λειτουργού ή και Πρώτου Ανώτερου Λειτουργού Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού."
Δε νομίζω ότι η Συμβουλευτική Επιτροπή ή η ΕΔΥ είχαν υποχρέωση να προσδιορίσουν κατά πόσο θεωρούν τον Ε.Μ. Γιωργαλλίδη ως προσοντούχο υποψήφιο επειδή πληροί το προσόν της παραγράφου 3(1) του Σχεδίου Υπηρεσίας ή το διαζευκτικό προσόν της Σημείωσης ή και τα δυο. Ότι το Ε.Μ. Γιωργαλλίδης είναι προσοντούχος υποψήφιος είναι δεδομένο και παραδεκτό από τον Αιτητή Γεωργίου. Η αξιολόγηση των ακαδημαϊκών προσόντων του από τη Συμβουλευτική Επιτροπή για σκοπούς σύστασης του και από την ΕΔΥ για σκοπούς σύγκρισης του με τους άλλους υποψήφιους και τελικής επιλογής, είναι άλλο θέμα που αφορά το καθήκον της ΕΔΥ να προβεί σε ορθή αξιολόγηση και σύγκριση των υποψηφίων με αναφορά στα τρία νομοθετημένα κριτήρια, κατόπιν δέουσας έρευνας, αποκλειομένης οποιασδήποτε πλάνης αναφορικά με τα ουσιώδη γεγονότα ή το εφαρμοστέον δίκαιο. Θα μπορούσε, εν τούτοις, να λεχθεί στο στάδιο αυτό ότι το προσόν του Master of Business Administration του Πανεπιστημίου του New Haven, που το Ε.Μ. Γιωργαλλίδης κατείχε κατά τον ουσιώδη χρόνο και που είναι το μοναδικό ακαδημαϊκό προσόν του στο οποίο η ΕΔΥ έκαμε ειδική αναφορά στη συνεδρία της, ημερομηνίας 13/7/1990, κατά την οποία έλαβε την προσβαλλόμενη απόφαση, πληροί κατά τη γνώμη μου το ακαδημαϊκό προσόν της παραγράφου 3(1) του Σχεδίου Υπηρεσίας. Δεν υπάρχει ισχυρισμός ότι το Πανεπιστήμιο του New Haven που παραχώρησε τον τίτλο, δεν είναι αναγνωρισμένο. Δε νομίζω ότι υπό τας περιστάσεις έχει σημασία το γεγονός ότι είναι τίτλος δευτέρου Πανεπιστημιακού επιπέδου που αποκτήθηκε χωρίς προηγουμένως το Ε.Μ. Γιωργαλλίδης να κατέχει αναγνωρισμένο πρώτο Πανεπιστημιακό τίτλο, όπως ισχυρίζεται ο Αιτητής Γεωργίου και, επομένως, δεν επιβάλλεται να ενδιατρίψω περισσότερο πάνω στο θέμα της αναγνώρισης του τίτλου Β.Α. in Business Administration του Cyprus College που κατέχει ο Αιτητής, με βάση το οποίο, όπως φαίνεται, το Ε.Μ. Γιωργαλλίδης έγινε δεκτός στο Πανεπιστήμιο New Haven.
Ο Αιτητής Γεωργίου αμφισβητεί επίσης το εύρημα της Συμβουλευτικής Επιτροπής ότι το Ε.Μ. Γιωργαλλίδης κατείχε τόσον το πλεονέκτημα της πείρας όσον και της μετεκπαίδευσης σύμφωνα με την παράγραφο 3(5) του Σχεδίου Υπηρεσίας, που έχει ως ακολούθως:
"3(5) Μετεκπαίδευση ή ειδική εκπαίδευση σε θέματα Δημόσιας Διοίκησης ή Αναπτυξιακής Διοίκησης ή Τοπικής Διοίκησης ή σε άλλο θέμα σχετιζόμενο με την εκτέλεση των καθηκόντων της θέσης, διαρκείας ενός τουλάχιστον ακαδημαϊκού έτους, ή και πείρα σχετική με τα καθήκοντα της θέσης θα αποτελούν πλεονέκτημα."
Θα πρέπει να λεχθεί επί του προκειμένου ότι ένα είναι το πλεονέκτημα που αναγνωρίζεται με την πιο πάνω παράγραφο του Σχεδίου Υπηρεσίας και όχι δύο ή περισσότερα. Είναι δε σχετικό να σημειωθεί ότι η ΕΔΥ ασχολήθηκε με το θέμα του πλεονεκτήματος και "έκρινε ότι το διαθέτουν όλοι οι υποψήφιοι εκτός από τον Κυριάκο Αγαθού". Η θέση του Αιτητή Γεωργίου είναι ότι το Ε.Μ. Γεωργαλλίδης δεν κατέχει το εν λόγω πλεονέκτημα, ως λανθασμένα βρήκε η Συμβουλευτική Επιτροπή και η ΕΔΥ, επειδή ούτε την απαιτούμενη πείρα έχει, εφόσον δεν εργάστηκε στην Επαρχιακή Διοίκηση, ούτε κανένα από τα ακαδημαϊκά του προσόντα ισοδυναμεί με αποδεκτό μεταπτυχιακό δίπλωμα ή τίτλο, εφόσον δεν κατέχει πρώτο πανεπιστημιακό δίπλωμα.
Το πιο πάνω επιχείρημα αφορά την ερμηνεία και την εφαρμογή του Σχεδίου Υπηρεσίας που, σύμφωνα με τη νομολογία, είναι έργο που εμπίπτει στην αποκλειστική αρμοδιότητα της ΕΔΥ και το Δικαστήριο δεν επεμβαίνει αν η επί του προκειμένου ενέργεια της ΕΔΥ ήταν λογικά εφικτή σ' αυτήν. (Βλ. Μιλτιάδους και Άλλων ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 789, 791 και 796 - ημερομηνίας 30/5/1989).
Λαμβανομένων υπόψη τόσον των ακαδημαϊκών προσόντων του .Ε.Μ. Γιωργαλλίδη όσον και της προηγούμενης υπηρεσίας του, κρίνω ότι ορθά η ΕΔΥ βρήκε ότι κατείχε το πλεονέκτημα της παραγράφου 3(5) του Σχεδίου Υπηρεσίας. Στην πραγματικότητα ο υποψήφιος αυτός πληροί τόσο το κριτήριο της Μετεκπαίδευσης ή της εκπαίδευσης όσο και το διαζευκτικό κριτήριο της πείρας που είναι σχετική με τα καθήκοντα της θέσης.
Αναφορικά με την πείρα, το Ε.Μ. Γιωργαλλίδης κατείχε κατά τον ουσιώδη χρόνο τη θέση Ανώτερου Διοικητικού Λειτουργού ανάμεσα στα καθήκοντα της οποίας, σύμφωνα με το σχετικό Σχέδιο Υπηρεσίας της, περιλαμβάνεται η οργάνωση, διοίκηση και εποπτεία του Γραφείου της ΕΔΥ. Ενώπιον της ΕΔΥ ήταν και τα καθήκοντα της θέσης Επάρχου. Με βάση τα στοιχεία αυτά, βρίσκω ότι η κρίση της ΕΔΥ, ότι το Ε.Μ. Γιωργαλλίδης κατείχε το πλεονέκτημα της πείρας της σχετικής με τα καθήκοντα της επίδικης θέσης, ήταν λογικά εφικτή σ' αυτήν.
Αναφορικά με τη μετεκαίδευση, θα ήθελα κατά πρώτο να παρατηρήσω ότι η επίδικη παράγραφος του Σχεδίου Υπηρεσίας δεν προνοεί για μεταπτυχιακό δίπλωμα ή τίτλο. Προνοεί μόνο για μετεκπαίδευση ή ειδική εκπαίδευση η οποία είναι μεν αναγκαίο να διάρκεσε ένα τουλάχιστον ακαδημαϊκό έτος, δεν είναι όμως αναγκαίο να έλαβε χώρα στο εξωτερικό. Ο όρος "μετεκπαίδευση" ερμηνεύθηκε από την Ολομέλεια του Δικαστηρίου στην A.E.1070 μεταξύ Δημοκρατίας ν. Γεώργιου Χρίστου (απόφαση ημερομηνίας 24/1/1991), ως εξής:
"'Μετεκπαίδευση' σημαίνει συμπληρωματική εκπαίδευση πέραν από την κανονική. Χρονικά και πραγματικά ακολουθεί τη βασική εκπαίδευση. Ο όρος' μετεκπαίδευση', στο σχέδιο υπηρεσίας, σημαίνει πρόσθετη εκ-παίδευση μετά από την απόκτηση των διπλωμάτων ή πιστοποιητικών, απαραίτητων προϋποθέσεων που αναφέρονται στις παραγράφους (1) και (5)."
Παρόμοια ερμηνεία θα πρέπει, πιστεύω, να δοθεί στον όρο αυτό μέσα στο κείμενο της επίδικης πρόνοιας του Σχεδίου Υπηρεσίας. Πρέπει δηλαδή να λάβει χώρα μετά τη βασική εκπαίδευση, μετά την απόκτηση δηλαδή των βασικών και απαραίτητων προσόντων, σύμφωνα με το Σχέδιο Υπηρεσίας. Εν όψει του γεγονότος ότι ο τίτλος του Master of Business Administration που απένειμε το Πανεπιστήμιο New Haven στο Ε.Μ. Γιωργαλλίδη αποτελεί βασικό προσόν που απαιτείται από την παράγραφο 3(1) του Σχεδίου Υπηρεσίας, ο τίτλος αυτός δεν μπορεί ταυτόχρονα να ικανοποιεί το πρόσθετο προσόν της μετεκπαίδευσης. Μελέτη των υπόλοιπων ακαδημαϊκών προσόντων του Ε.Μ. Γιωργαλλίδη οδηγεί, εντούτοις, στο συμπέρασμα ότι η εκπαίδευσή του στο πανεπιστήμιο του Birmingham στο Development Administration, που έλαβε χώραν μετά την απόκτηση του τίτλου Master of Business Administration του New Haven, πληροί το κριτήριο της μετεπαίδευσης ή ειδικής εκπαίδευσης της παραγράφου 3(5) του επίδικου Σχεδίου Υπηρεσίας.
Με βάση τα πιο πάνω κρίνω ότι οι ισχυρισμοί του Αιτητή Γεωργίου όσον αφορά το θέμα αυτό είναι αβάσιμοι.
Ο Αιτητής Ζαπίτης, μεταξύ άλλων ισχυρισμών του, κατηγορεί την ΕΔΥ για μεροληψία υπέρ του Ε.Μ. Γιωργαλλίδη επειδή κατά τον ουσιώδη χρόνο υπηρετούσε ως Γραμματέας της. Όπως προκύπτει από τα πρακτικά, κατά τη συζήτηση του θέματος της πλήρωσης των επίδικων θέσεων, το Ε.Μ. Γιωργαλλίδης είχε αποχωρήσει και χρέη Γραμματέα εκτελούσε άλλος Διοικητικός Λειτουργός της ΕΔΥ.
Όπως επανειλημμένα λέχθηκε σε σειρά αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου, ισχυρισμοί για προκατάλειψη ή μεροληψία πρέπει να είναι συγκεκριμένοι και να αποδεικνύονται με βεβαιότητα. (Βλ. Yiannoulia Louca and Another v. The Public Service Commission and Others, A.E. αρ. 777 και 780, στις οποίες η απόφαση, ημερομηνίας 16/6/1989). Το γεγονός ότι, κατά τον ουσιώδη χρόνο, ο κ. Γιωργαλλίδης υπηρετούσε ως Γραμματέας της ΕΔΥ, δεν αποδεικνύει από μόνο του προκατάληψη ή μεροληψία. Θα πρέπει δε επί του προκειμένου να σημειωθεί ότι ο Αιτητής αυτός δεν προσκόμισε οποιοδήποτε άλλο στοιχείο για να αποδείξει τον εν λόγω ισχυρισμό του εναντίον της ΕΔΥ. Κρίνω, επομένως, τον ισχυρισμό για προκατάληψη ως αβάσιμο.
Και οι δυο Αιτητές ισχυρίστηκαν ότι η ΕΔΥ δεν εκτίμησε ορθά την αξιολόγηση του Γενικού Διευθυντή αναφορικά με την απόδοση των υποψηφίων στις συνεντεύξεις. Πάνω στο θέμα αυτό θα πρέπει, κατά πρώτο λόγο, να λεχθεί ότι η αξιολόγηση του Διευθυντή σχετικά με την απόδοση των υποψηφίων στις συνεντεύξεις δεν έχει το χαρακτήρα συστάσεων, ούτε αποτελεί κριτήριο επιλογής αλλά είναι παράγοντας για τη μόρφωση της κρίσης της ΕΔΥ. (Βλ. Στέλιος Βασιλείου και Άλλοι ν. Δημοκρατίας, απόφαση ημερομηνίας 19/2/1992 στις προσφυγές 860/89, 861/84 και 727/89, και Κύπρος Κυπριανού ν. Δημοκρατίας. απόφαση ημερομηνίας 27/3/1992 στην Προσφυγή 711/90, και τις αυθεντίες που αναφέρονται σ' αυτές).
Η αξιολόγηση των υποψηφίων κατά τις συνεντεύξεις είναι θέμα υποκειμενικό που εμπίπτει στην αποκλειστική δικαιοδοσία των μελών της ΕΔΥ, στην οποία το Δικαστήριο δεν μπορεί να επέμβει. Τα μέλη της ΕΔΥ δε δεσμεύονται από την αξιολόγηση του Διευθυντή ούτε είχαν υποχρέωση πριν από τη θέσπιση του Νόμου 1/90, να αιτιολογούν την οποιαδήποτε απόκλισή τους από αυτή.
Με βάσει τα πιο πάνω, ο εν λόγω κοινός ισχυρισμός των Αιτητών κρίνεται αβάσιμος.
Ο Αιτητής Ζαπίτης ισχυρίζεται ότι είναι καταλληλότερος από τα Ενδιαφερόμενα Μέρη για την πλήρωση της επίδικης θέσης. Δεν ισχυρίζεται, όμως, ότι έχει έκδηλη υπεροχή έναντι οποιουδήποτε από αυτούς. Τόσο ο Αιτητής Ζαπίτης όσο και τα Ενδιαφερόμενα Μέρη έχουν εξαίρετες εμπιστευτικές εκθέσεις τα τελευταία πέντε χρόνια. Ο Αιτητής Ζαπίτης έχει κάπως ψηλότερες επί μέρους βαθμολογίες. Όπως έχει όμως νομολογηθεί από το Ανώτατο Δικαστήριο, εκείνο που έχει σημασία είναι η γενική και όχι η επί μέρους βαθμολογία. (Βλ. Republic v. Roussos (1987) 3 C.L.R. 1217). Εξάλλου η ΕΔΥ έλαβε υπό σημείωση ότι ο Αιτητής αυτός και το Ε.Μ. Παπαδόπουλος είχαν αξιολογηθεί από διαφορετικούς αξιολογούντες λειτουργους, γεγονός που μπορούσε νόμιμα να λάβει υπόψη. (Βλ. Odysseas Georghiou v. Republic (1976) 3 C.L.R. 74). To Ε.Μ. Παπαδόπουλος είναι αρχαιότερος του Αιτητή Ζαπίτη κατά τρία χρόνια και 8 μήνες. Υπερέχει επίσης σε ακαδημαϊκά προσόντα που είναι σχετικά με τα καθήκοντα της θέσης και η ΕΔΥ μπορούσε να δώσει σ' αυτά τη δέουσα βαρύτητα, συνεκτιμώντας τα βέβαια με τα υπόλοιπα στοιχεία. (Βλ. Μίκης Ζαπίτης και Άλλος ν. Δημοκρατίας*, Charalambos lerides v. Republic (1979) 3 C.L.R. 165, και Δημοκρατία ν. Πέτρου Παπαμιχαήλ**). Κάτω από αυτές τις περιστάσεις, το λιγότερο που μπορεί να λεχθεί είναι ότι η επιλογή από την ΕΔΥ του Ε.Μ. Παπαδόπουλου έναντι του Αιτητή Ζαπίτη ήταν εύλογα επιτρεπτή σ' αυτήν και το Δικαστήριο δεν μπορεί, ως εκ τούτου, να επέμβει. (Βλ.
* Απόφαση Ολομέλειας ημερομηνίας 15/5/1989 στις Προσφυγές αρ. 870/77 και 873/87.
** Α.Ε. αρ. 745, απόφαση ημερομηνίας 12/4/1989.
Andreas Georghiou and Others v. Republic* και Κλέαρχος Μιλτιάδους και Άλλοι ν Δημοκρατίας **).
Από τα στοιχεία των φακέλων προκύπτει ότι ο Αιτητής Ζαπίτης και το Ε.Μ. Γιωργαλλίδης είναι ίσοι σε αξία στο βαθμό που αυτή αντικατοπτρίζεται στις εξαίρετες εμπιστευτικές τους εκθέσεις. Ο Αιτητής αυτός είναι αρχαιότερος του Ε.Μ. Γιωργαλλίδη κατά ένα χρόνο και 5
μήνες, υστερεί όμως έναντι του στα προσόντα. Η ΕΔΥ, κατά την άσκηση της διακριτικής της εξουσίας μπορεί να δώσει περισσότερη βαρύτητα στον ένα ή τον άλλο παράγοντα. (Βλ. Odysseas Georghiou v. Republic (ανωτέρω). Θα πρέπει επίσης να λεχθεί ότι στις ιεραρχικά ψηλές θέσεις στη Δημόσια Υπηρεσία, η διακριτική ευχέρεια της ΕΔΥ είναι ευρύτατη και η θέση Επάρχου εμπίπτει στην κατηγορία αυτών των θέσεων. (Βλ. Ιούλιος Λάμπης ν. Δημοκρατία*** και Costas Paschali v. Republic****).
Λαμβανομένων υπόψη όλων των πιο πάνω, κρίνω ότι η επιλογή από την ΕΔΥ του Ε.Μ. Γιωργαλλίδη αντί του Αιτητή Ζαπίτη ήταν εύλογα επιτρεπτή σ' αυτήν.
Ο Αιτητής Γεωργίου ισχυρίζεται ότι έχει έκδηλη υπεροχή έναντι των Ενδιαφερομένων Μερών. Από τα στοιχεία, όμως των φακέλων προκύπτει ότι ο Αιτητής αυτός δεν υπερέχει σε κανένα από τα τρία νομοθετημένα κριτήρια έναντι των Ενδιαφερομένων Μερών. Στην πραγματικότητα εκείνο που μπορεί να λεχθεί είναι ότι είτε είναι ίσος με τα Ενδιαφερόμενα Μέρη, είτε υστερεί
* Απόφαση Ολομέλειας ημερομηνίας 30/3/1988 στις Προσφυγές αρ. 36/86, 123/86 και 158/66.
** Α.Ε. Αρ.789, 791 και 796, απόφαση ημερομηνίας 30/5/1989..
*** Α.Ε.Αρ. 973, απόφαση ημερομηνίας 17/12/1991.
**** Προσφυγή Αρ. 570/88, απόφαση Ολομέλειας, ημερομηνίας 17/10/88.
έναντι τους. Ο ισχυρισμός του για έκδηλη υπεροχή είναι ατεκμηρίωτος και απορρίπτεται. Η επιλογή από την ΕΔΥ των Ενδιαφερομένων Μερών αντί του Αιτητή Γεωργίου ήταν εύλογα επιτρεπτή σ' αυτήν, λαμβανομένης υπόψη της νομολογίας μας στην οποία έχω ήδη αναφερθεί όταν εξέταζα τους ισχυρισμούς του Αιτητή Ζαπίτη για υπεροχή του έναντι των Ενδιαφερομένων Μερών.
Για όλους τους πιο πάνω λόγους, οι προσφυγές των Αιτητών Ζαπίτη και Γεωργίου απορρίπτονται και η προσβαλλόμενη διοικητική πράξη επικυρώνεται.
Καθένας από τους Αιτητές καταδικάζεται στην πληρωμή £50 έναντι των εξόδων της Δημοκρατίας και £50 έναντι των εξόδων των Ενδιαφερομένων Μερών.
Οι προσφυγές απορρίπτονται με έξοδα.