ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αρχείο σε μορφή PDF - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(1992) 4 ΑΑΔ 2743

31 Ιουλίου, 1992

[ΣΤΥΛΙΑΝΙΔΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

ΣΠΥΡΟΣ ΠΕΤΟΥΣΗΣ,

Αιτητής,

ν.

ΑΡΧΗΣ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ ΚΥΠΡΟΥ (ΑΡ. 1),

Καθ' ων η Αίτηση.

(Υπόθεση Αρ. 702/91).

Προσφυγή βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος — Έννομο Συμφέρον —Έλλειψη — Πλήρωση θέσεως προαγωγής με μετάθεση — Δεν επηρεάζεται το έννομο συμφέρον του μη προαχθέντα.

Αναθεωρητική Δικαιοδοσία Ανωτάτου Δικαστηρίου — Δικαστικός Έλεγχος — Επέμβαση Δικαστηρίου — Επέμβαση του Δικαστηρίου σε περίπτωση αποδείξεως υπέρβασης των ακραίων ορίων της διακριτικής ευχερείας του διοικητικού οργάνου ή με πλάνης περί τα πράγματα — Το βάρος αποδείξεως στον αιτητή.

Ο αιτητής επεδίωξε, με την προσφυγή, την ακύρωση της τοποθέτησης και/ή μετάθεσης του ενδιαφερομένου μέρους στη θέση Περιφερειακού Μηχανικού (Εκτελεστικός), Λεμεσός - Πάφος, αντί της προαγωγής του ιδίου στη θέση. Ήταν η τρίτη φορά που το ενδιαφερόμενο μέρος καταλάμβανε την επίδικη θέση και η τρίτη, αντίστοιχα, αίτηση ακυρώσεως του αιτητή κατά της σχετικής πράξης, λόγω διαδοχικών ακυρωτικών της διαδικασίας πλήρωσης αποφάσεων, με διάφορο εκάστοτε αιτιολογικό.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:

1. Η θέση είναι θέση προαγωγής. Ο αιτητής ήταν προσοντούχος υποψήφιος.

Το γεγονός, ότι η Αρχή αποφάσισε την πλήρωση της θέσης με μετάθεση, δεν στερεί τον αιτητή εννόμου συμφέροντος.

2. Ο Κανονισμός 2(1), των περί Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (Όροι Υπηρεσίας) Κανονισμών του 1986 (Κ.Δ.Π. 291/86), προβλέπει ότι κενή θέση σημαίνει "θέσιν μη κατεχομένην υπό υπαλλήλου".

Η θέση που πληρώθηκε στον ουσιώδη χρόνο ήταν κενή. Θέσεις προαγωγής με τον Κανονισμό 13(2) μπορούν να πληρωθούν με προαγωγή ή μετάθεση υπαλλήλου. Όσον και αν ξενίζει η πλήρωση της θέσης με μετάθεση, η απόφαση αυτή έχει νομικό έρεισμα στους Κανονισμούς της Αρχής.

3. Η παρουσία παρακαθημένων στη συνεδρία της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής εξουσιοδοτείται από τους Κανονισμούς και, ως εκ τούτου, δεν συνιστά ούτε παρανομία, ούτε παρατυπία. Η Συμβουλευτική Υπεπιτροπή είναι σώμα συμβουλευτικό και η εισήγησή του έχει, όπως είναι καθαρό από τον Κανονισμό 19(4), μειωμένη βαρύτητα.

4. Η σύσταση του Διευθυντή είναι ευκρινής και δίδει λόγο, γιατί εισηγείται την πλήρωση της θέσης με μετάθεση, αντί με προαγωγή. Το λόγο αυτό υιοθέτησε η Συμβουλευτική Υπεπιτροπή και η Αρχή στη λήψη της τελικής προσβαλλόμενης απόφασης. Η Αρχή είχε διακριτική εξουσία και ενήργησε μέσα στα πλαίσια των εξουσιών που της παρέχουν οι Κανονισμοί.

5. Η Αρχή είναι το μόνο αρμόδιο όργανο να αποφασίσει τον τρόπο πλήρωσης της θέσης, για το συμφέρον και την ομαλή λειτουργία της. Είναι σε θέση να εκτιμά τις ανάγκες της υπηρεσίας και τα μέτρα που πρέπει να λαμβάνονται για την ικανοποίησή τους.

Το Δικαστήριο επεμβαίνει μόνο όταν ο αιτητής αποδείξει, στην υπό εξέταση περίπτωση, ότι το αρμόδιο διοικητικό όργανο υπερέβη τα ακραία όρια της διακριτικής του ευχέρειας ή ενήργησε με πλάνη περί τα πράγματα.

Στην παρούσα υπόθεση ο αιτητής απέτυχε να αποσείσει το βάρος της απόδειξης που έχει στους ώμους του και δεν δικαιολογείται επέμβαση του Δικαστηρίου.

Η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε ύστερα από ενδελεχή έρευνα και είναι αιτιολογημένη με ενάργεια και επάρκεια.

Η προσβαλλόμενη απόφαση της Αρχής λήφθηκε σύμφωνα με τους Κανονισμούς και ήταν εύλογα επιτρεπτή σ' αυτή.

Η προσφυγή απορρίπτεται χωρίς έξοδα.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Πετούσης ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (Αρ.1) (1989) 3(Γ) Α.Α.Δ. 1230·

Πετούσης ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (1991) 4(B) Α.Α.Δ. 1166·

Ρ.Ι.Κ. και Αλλοι ν. Καραγιώργη και Αλλου (1991) 3 Α.Α.Δ. 159·

Χατζηβασιλείου ν. Κυπριακού Οργανισμού Αθλητισμού (1991) 4 (Β) Α.Α.Δ. 1005·

Παναγιώτου ν. Υπουργού Παιδείας και Αλλων (1991) 3 Α.Α.Δ. 270.

 Προσφυγή.

Προσφυγή με την οποία προσβάλλεται η απόφαση της καθ' ης η αίτηση Αρχής, με την οποία τοποθέτησε και/ή μετάθεσε το ενδιαφερόμενο μέρος στη θέση Περιφερειακού Μηχανικού (Εκτελεστικός), Λεμεσός - Πάφος (Α 13), αναδρομικά μετά από προηγηθείσες ακυρωτικές αποφάσεις, αντί του αιτητή.

Α. Σ. Αγγελίδης, για τον αιτητή.

Γ. Κακογιάννης, για τους καθ' ων η αίτηση.

Cur. adv. vult.

ΣΤΥΛΙΑΝΙΔΗΣ, Δ.: Ανάγνωσε την ακόλουθη απόφαση. Ο αιτητής με την προσφυγή αυτή ζητά την ακόλουθη θεραπεία:-

"Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση του καθ' ου η αίτηση, με την οποίαν τοποθέτησε και/ή μετάθεσε το Σοφοκλή Σοφοκλέους στη θέση Περιφερειακού Μηχανικού (Εκτελεστικός), Λεμεσός - Πάφος (Α13), αναδρομικά μετά από προηγηθείσες ακυρωτικές αποφάσεις, αντί να προάξει σ' αυτή τον αιτητή, σύμφωνα με την προκήρυξη είναι άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε εννόμου αποτελέσματος."

Η Αρχή Ηλεκτρισμού Κύπρου, (η "Αρχή"), είναι οργανισμός δημοσίου δικαίου, που ιδρύθηκε και λειτουργεί με βάση τον περί Αναπτύξεως Ηλεκτρισμού Νόμο (Κεφ. 171 και Νόμοι Αρ. 10/60, 16/60, 24/63, 45/69, 53/77 και 31/79), (ο "Νόμος").

Με τον περί Οργανισμών Δημοσίου Δικαίου (Ρύθμισις Θεμάτων Προσωπικού) Νόμο του 1970, (Αρ. 61/70), χορηγήθηκε στην Αρχή αρμοδιότητα διορισμού, επικύρωσης διορισμού, ένταξης στο μόνιμο προσωπικό, προαγωγής, μετάθεσης, απόσπασης και αφυπηρέτησης του προσωπικού αυτής.

Η διάρθρωση της υπηρεσίας της Αρχής, οι διορισμοί, προαγωγές, μεταθέσεις, παραιτήσεις, αφυπηρετήσεις, δικαιώματα και ωφελήματα υπαλλήλου και τα καθήκοντα και οι υποχρεώσεις υπαλλήλου της Αρχής ρυθμίζονται από τους περί Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (Όροι Υπηρεσίας) Κανονισμούς του 1986, που εκδόθηκαν δυνάμει του Άρθρου 44 του Νόμου και του Άρθρου 3 του Νόμου 61/70 και δημοσιεύτηκαν στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας Αρ. 2194, ημερομηνίας 27 Δεκεμβρίου, 1986, Παράρτημα Τρίτο, Μέρος Ι, σελ. 897, Κ.Δ.Π. 291/86, (οι "Κανονισμοί").

Στις 11 Μαρτίου, 1988, η Αρχή, σύμφωνα με τον Κανονισμό 13(1), προκήρυξε, μεταξύ άλλων, με τη Γνωστοποίηση Κενών Θέσεων Αρ. 1/88, μια θέση Περιφερειακού Μηχανικού (Εκτελεστικός) στο Γραφείο Περιφέρειας Λεμεσού - Πάφου, που θα ήταν κενή την 1η Μαΐου, 1988.

Αιτήσεις έπρεπε να υποβληθούν το αργότερο μέχρι τις 26 Μαρτίου, 1988.

Η θέση είναι θέση προαγωγής.

Ο Κανονισμός 13(2) προνοεί ότι, κενή θέση προαγωγής, ή πρώτου διορισμού και προαγωγής, "θα πληρούται διά της προαγωγής ή μεταθέσεως υπαλλήλου, ως θα είναι η περίπτωσις, κατόπιν εσωτερικής γνωστοποιήσεως, εις την οποίαν θα καθορίζηται η ονομασία της θέσεως και ο τόπος εργασίας αυτής".

"Προαγωγή" σημαίνει την προαγωγή υπαλλήλου από κατώτερη θέση στην αμέσως ανώτερη θέση.

Σύμφωνα με τον Κανονισμό 26(2) "μετάθεσις" "θεωρείται και η γενομένη κατόπιν αιτήσεως του υπαλλήλου, εις ανταπόκρισιν εις δημοσίευσιν υπό της Αρχής, διά της οποίας ζητούνται αιτήσεις διά πλήρωσιν κενής τινος θέσεως."

Οκτώ υπάλληλοι, μεταξύ των οποίων και ο αιτητής, υπέβαλαν αίτηση για προαγωγή και δύο υπάλληλοι, μεταξύ των οποίων το ενδιαφερόμενο μέρος, υπέβαλαν αίτηση για μετάθεση.

Ο αιτητής κατέχει τη θέση Ηλεκτρολόγου Μηχανικού και το ενδιαφερόμενο μέρος τη θέση Μηχανικού Υποσταθμών Μεταφοράς. Οι δύο αυτές θέσεις και εκείνη που προκηρύχθηκε είναι θέσεις επιστημονικού προσωπικού και έχουν πάγιο μισθό τις μισθολογικές κλίμακες Α11/Α12, Α13 και Α13, αντίστοιχα - (βλ. Πρώτο Πίνακα - Ταξινόμηση Θέσεων - Κανονισμοί 6 και 8).

Για τη βοήθεια της Αρχής στην επιλογή των καταλληλοτέρων υποψηφίων, για την πλήρωση θέσεων του επιστημονικού προσωπικού, συνίσταται Μεικτή Συμβουλευτική Επιτροπή Επιλογής για Προαγωγή Επιστημονικού Προσωπικού, (η "Επιτροπή Επιλογής Επιστημονικού Προσωπικού"), η οποία έχει μόνο συμβουλευτική ιδιότητα, γιατί η λήψη της τελικής απόφασης ανήκει στη δικαιοδοσία και αρμοδιότητα της Αρχής.

Η διαδικασία της Επιτροπής Επιλογής Επιστημονικού Προσωπικού ρυθμίζεται με τους Κανόνες του Μέρους Ι του Δεύτερου Πίνακα - (Κανονισμός 18). Η Επιτροπή Επιλογής Επιστημονικού Προσωπικού επιλαμβάνεται των αιτήσεων για προαγωγή και, αφού αξιολογήσει όλα τα ενώπιόν της στοιχεία, επιλέγει τον επικρατέστερο, ή τους επικρατέστερους, και υποβάλλει εισήγηση στην οποία αναφέρει τα κριτήρια και στοιχεία επιλογής που χρησιμοποίησε και κατάλογο με αλφαβητική σειρά, που περιλαμβάνει τρία ονόματα που συστήνει, αν η εισήγηση αφορά την πλήρωση μιας μόνο θέσης.

Συνίσταται, επίσης, "Συμβουλευτική Υπεπιτροπή της Αρχής για Θέματα Προσωπικού", η οποία είναι γνωστή ως "Συμβουλευτική Υπεπιτροπή", που απαρτίζεται από τρία μέλη της Αρχής, στα οποία συμπεριλαμβάνονται ο εκάστοτε Πρόεδρος ή ο Αντιπρόεδρος της Αρχής και άλλα δύο μέλη, που καθορίζονται από την Ολομέλεια της Αρχής.

Η διαδικασία της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής ρυθμίζεται από τους Κανόνες του Μέρους II του Δεύτερου Πίνακα των Κανονισμών.

Η Αρχή δεν δεσμεύεται από οποιαδήποτε σύσταση της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής, τα δε μέλη της τελευταίας, όταν παρακάθονται σε Ολομέλεια της Αρχής, δεν δεσμεύονται από οποιαδήποτε απόφαση που λήφθηκε από τη Συμβουλευτική Υπεπιτροπή, έστω και αν αυτά συμμετείχαν στη λήψη της απόφασης αυτής - (Κανονισμός 19).

Η Συμβουλευτική Υπεπιτροπή επιλαμβάνεται, μεταξύ άλλων, ζητημάτων διορισμού, προαγωγής και μετάθεσης και προβαίνει σε συστάσεις και εισηγήσεις στην Αρχή.

Στις 26 Απριλίου, 1988, και 4 Μαΐου, 1988, η Επιτροπή Επιλογής Επιστημονικού Προσωπικού επιλήφθηκε των αιτήσεων των υπαλλήλων για προαγωγή στην επίδικη θέση.

Στις 10 Μαΐου, 1988, υπέβαλε την εισήγησή της, με την οποία σύστησε τρεις υποψήφιους για προαγωγή, ανάμεσα στους οποίους δεν περιλαμβανόταν ο αιτητής.

Στις 18 Μαΐου, 1988, η Συμβουλευτική Υπεπιτροπή αποφάσισε να εισηγηθεί στην Αρχή την πλήρωση της θέσης, με τη μετάθεση του ενδιαφερόμενου μέρους στην επίδικη θέση.

Στις 21 Ιουνίου, 1988, η Αρχή, αφού αξιολόγησε όλα τα στοιχεία που είχε ενώπιόν της, αποφάσισε τη μετάθεση του ενδιαφερόμενου μέρους στην επίδικη θέση.

Η απόφαση ακυρώθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο στην Προσφυγή Αρ. 656/88 - Σπύρος Πετούση ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου, (Απόφαση δόθηκε στις 27 Μαΐου, 1989) - γιατί η Αρχή παρέλειψε να καταχωρίσει στα πρακτικά τις απόψεις ή συστάσεις του Διευθυντή και του Διευθυντή Υπηρεσίας της Αρχής.

Η Αρχή, αφού επανεξέτασε το θέμα, στις 3 Νοεμβρίου, 1989, αποφάσισε πάλιν τη μετάθεση του ενδιαφερομένου μέρους στην επίδικη θέση.

Η απόφαση αυτή ακυρώθηκε στην Προσφυγή Αρ. 50/90 -  Σπύρος Πετούση  ν.  Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου, (Απόφαση δόθηκε στις 27 Μαρτίου, 1991) - για κακή συγκρότηση της Αρχής, επειδή ο περί Ορισμένων Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου (Διορισμός Διοικητικών Συμβουλίων) Νόμος του 1988, (Αρ. 149/88), κηρύχθηκε αντισυνταγματικός στις Αναθεωρητικές Εφέσεις Αρ. 1163, 1178 και 1179 - Ραδιοφωνικό Ίδρυμα Κύπρου και Άλλοι ν. Χρίστου Καραγιώργη και Άλλου, (Απόφαση δόθηκε στις 14 Φεβρουαρίου, 1991).

Μετά την ακυρωτική Δικαστική Απόφαση, η Συμβουλευτική Υπεπιτροπή επανεξέτασε το θέμα στις 2 και 8 Μαΐου, 1991, και αποφάσισε να εισηγηθεί στην Αρχή την πλήρωση της θέσης με τη μετάθεση του ενδιαφερόμενου μέρους.

Στις 21 Μαΐου, 1991, η Αρχή αποφάσισε τη μετάθεση του ενδιαφερομένου μέρους στη θέση Περιφερειακού Μηχανικού (Εκτελεστικός), Γραφείο Περιφέρειας Λεμεσού - Πάφου, αναδρομικά από 1η Ιουλίου, 1988.

Ο αιτητής, με την παρούσα προσφυγή, πρόσβαλε για τρίτη φορά την απόφαση πλήρωσης της θέσης με τη μετάθεση του ενδιαφερόμενου μέρους.

Οι λόγοι ακυρότητας που προβλήθηκαν και αναπτύχθηκαν είναι:-

1. Η μετάθεση του ενδιαφερομένου μέρους είναι αντίθετη με τη θέση προαγωγής, όπως ορίζεται στον Κανονισμό 10, και τη διαδικασία προαγωγής που προνοείται στον Κανονισμό 23.

2. Στη συνεδρία της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής συμμετείχαν πρόσωπα ανώτατα στην ιεραρχία της Αρχής, αντίθετα με τον Κανονισμό 19.

3. Η σύσταση του Διευθυντή, για πλήρωση της θέσης με

τη μετάθεση του ενδιαφερόμενου μέρους, είναι γενική, αόριστη και αναιτιολόγητη, γιατί το δημόσιο συμφέρον, που επικαλείται ο Διευθυντής, δεν συγκεκριμενοποιείται.

4. Δεν είναι καταγραμμένη στα πρακτικά η άποψη του Διευθυντή και, ως εκ τούτου, ο δικαστικός έλεγχος δεν είναι δυνατός.

5. Έλλειψη δέουσας έρευνας και αιτιολογίας.

Ο δικηγόρος της Αρχής ισχυρίστηκε ότι ο αιτητής δεν νομιμοποιείται στην καταχώριση της προσφυγής, γιατί δεν έχει έννομο συμφέρον, επειδή η θέση πληρώθηκε με μετάθεση του ενδιαφερομένου μέρους και όχι προαγωγή.

Η θέση είναι θέση προαγωγής. Ο αιτητής ήταν προσοντούχος υποψήφιος.

Το γεγονός, ότι η Αρχή αποφάσισε την πλήρωση της θέσης με μετάθεση, δεν στερεί τον αιτητή εννόμου συμφέροντος.

Ο δικηγόρος του αιτητή επιχειρηματολόγησε ότι η μετάθεση του ενδιαφερόμενου μέρους για πλήρωση της κενής θέσης Περιφερειακού Μηχανικού (Εκτελεστικός), Γραφείο Περιφέρειας Λεμεσού - Πάφου βρίσκεται σε αντίθεση με τον ορισμό του όρου "προαγωγή" στον Κανονισμό 10 και με την πρόνοια του Κανονισμού 23 για τη διαδικασία προαγωγής. Πρόβαλε, επίσης, ότι κενή θέση προαγωγής δεν είναι δυνατό να πληρώνεται με μετάθεση υπαλλήλου που κατέχει ήδη την ίδια θέση, αλλά μόνο με προαγωγή υπαλλήλου που κατέχει αμέσως κατώτερη θέση.

Ο Κανονισμός 2(1) προβλέπει ότι, κενή θέση σημαίνει "θέσιν μη κατεχομένην υπό υπαλλήλου".

Η θέση που πληρώθηκε στον ουσιώδη χρόνο ήταν κενή.

Θέσεις προαγωγής με τον Κανονισμό 13(2) μπορούν να πληρωθούν με προαγωγή ή μετάθεση υπαλλήλου.

Όσον και αν ξενίζει η πλήρωση της θέσης με μετάθεση, η απόφαση αυτή έχει νομικό έρεισμα στους Κανονισμούς της Αρχής και η εισήγηση του δικηγόρου του αιτητή είναι αβάσιμη και δεν ευσταθεί.

Ο Κανονισμός 19, στον οποίο έχει γίνει αναφορά πιο πάνω, παραπέμπει για τη διαδικασία της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής στο Μέρος II του Δεύτερου Πίνακα των Κανονισμών.

Ο Κανόνας 6 έχει:-

"6(1) Εις οιανδήποτε συνεδρίαν της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής, θα δύνανται να παρίστανται (αλλ' ουχί ως μέλη της Υπεπιτροπής) ο Διευθυντής και τοιούτοι άλλοι υπάλληλοι, κατέχοντες θέσεις επί κλίμακος 15 και άνω, ως τα Μέλη της Υπεπιτροπής ή ο Διευθυντής ήθελον κρίνει ότι η παρουσία των είναι, υπό τας περιστάσεις, χρήσιμος ή επιθυμητή, εκτός εάν τα Μέλη της Υπεπιτροπής είναι της γνώμης ότι, λόγω της φύσεως του υπό συζήτησιν θέματος, δέον όπως η συνεδρία της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής διεξαχθή ή συνεχισθή, ως η περίπτωσις, άνευ της παρουσίας πάντων των ως άνω προσώπων ή τινών εξ αυτών.

(2) Τα Μέλη της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής θα δύνανται να ακούουν τας απόψεις του Διευθυντού και άλλων προϊσταμένων τμημάτων ή υπηρεσιών της Αρχής, κατά την απόλυτον κρίσιν των, και να δίδουν εις τας τοιαύτας απόψεις οίαν βαρύτητα ήθελον κρίνει πρέπον."

Στα πρακτικά των συνεδριάσεων της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής φαίνεται ότι συμμετείχαν ως παρακαθήμενοι οι κ.κ. Θ.Π. Εργατούδης, Αρχιμηχανικός & Γενικός Διευθυντής, Γ. Κουντούρης, Διευθυντής Τεχνικών Υπηρεσιών ' & Αναπληρωτής Γενικός Διευθυντής και Γ. Σάββα, Διευθυντής Προσωπικού.

Η νομολογία του Δικαστηρίου τούτου, την οποία παρέθεσε ο δικηγόρος του αιτητή - Ανδρέας Χατζηβασιλείου ν. Κυπριακού Οργανισμού Αθλητισμού, Υπόθεση Αρ. 295/88, (Απόφαση δόθηκε στις 14 Μαρτίου, 1991) και Νίκος Παναγιώτου ν. Υπουργού Παιδείας και Άλλων, Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 1158, (Απόφαση δόθηκε στις 12 Απριλίου, 1991) - αναφέρεται στην παρουσία προσώπων που δεν είναι εξουσιοδοτημένα από το νόμο.

Η παρουσία των πιο πάνω στη συνεδρία της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής εξουσιοδοτείται από τους Κανονισμούς και, ως εκ τούτου, δεν συνιστά, ούτε παρανομία, ούτε παρατυπία.

Η Συμβουλευτική Υπεπιτροπή είναι σώμα συμβουλευτικό και η εισήγησή του έχει, όπως είναι καθαρό από τον Κανονισμό 19(4), μειωμένη βαρύτητα.

Η σύσταση του Διευθυντή για τον τρόπο πλήρωσης της θέσης με μετάθεση και η σύσταση της μετάθεσης του ενδιαφερομένου μέρους ενώπιον της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής είναι καταγραμμένη, τόσον στα πρακτικά και εισήγηση της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής, όσον και στην απόφαση της Αρχής. Στα πρακτικά της Συμβουλευτικής διαβαζουμε:-

"Ο Διευθυντής δηλώνει πως για την καλύτερη εξυπηρέτηση των συμφερόντων της Αρχής και την καλύτερη λειτουργία της υπηρεσίας επιβάλλεται η πλήρωση της θέσης με μετάθεση, αντί με προαγωγή, και συστήνει τη μετάθεση του 8601, Σοφοκλή Ν. Σοφοκλέους, τον οποίο θεωρεί κατάλληλο για πλήρωση της πιο πάνω θέσης."

Η απόφαση της Αρχής έχει:-

"Με προηγούμενη απόφαση της Αρχής, ημερ. 3.11.1989, είχε μετατεθεί στην πιο πάνω θέση από 1.7.88 ο 8601, Σοφοκλής Ν. Σοφοκλέους. Η απόφαση της Αρχής να μεταθέσει τον 8601, Σοφοκλή Ν. Σοφοκλέους, ακυρώθηκε, λόγω του ότι το Συμβούλιο της Αρχής δεν ήταν νόμιμα συγκροτημένο, με απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην προσφυγή αρ. 50/90.

Μελετήθηκε εκ νέου η Εισήγηση της Μεικτής Συμβουλευτικής Επιτροπής Επιλογής διά Προαγωγές του Επιστημονικού Προσωπικού, ημερομηνίας 10.5.1988, για την πλήρωση της πιο πάνω κενής θέσεως (Γνωστοποίηση Κενών Θέσεων 1/88).

Η Αρχή, ενεργούσα σύμφωνα με τον Κανονισμό 23 των Περί Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (Όροι Υπηρεσίας) Κανονισμών του 1986, επιλήφθηκε εκ νέου των αιτήσεων για προαγωγή, όπως αναφέρονται στον κατάλογο χρώματος λευκού, και των περιπτώσεων υπαλλήλων οι οποίοι είχαν ισοβάθμια θέση και υπέβαλαν αίτηση για μετάθεση, όπως φαίνονται στον κατάλογο χρώματος κίτρινου, και, αφού μελέτησε και αξιολόγησε όλα τα στοιχεία που είχε ενώπιόν της, δηλαδή τα υπηρεσιακά στοιχεία του κάθε αιτητή, τον προσωπικό φάκελλο του κάθε αιτητή (που είχε τεθεί ενώπιον της Αρχής), την πείρα, αξία, ικανότητα, αρχαιότητα στην Αρχή, προσόντα, σε συσχετισμό προς το ισχύον για τη θέση Σχέδιο Υπηρεσίας, και επίδοση στην υπηρεσία, όπως αυτά αναφέρονται εκτενέστερα στην παράγραφο 23(2) των Κανονισμών και αφού έλαβε υπόψη τις συστάσεις και απόψεις της Επιτροπής Επιλογής Επιστημονικού Προσωπικού, που περιέχονται στην Εισήγηση και τις συστάσεις της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής της Αρχής για Θέματα Προσωπικού, τη σύστασή του Διευθυντή, ο οποίος προτείνει για μετάθεση στην πιο πάνω θέση τον 8601, Σοφοκλή Ν. Σοφοκλέους, επιβεβαιώνοντας τη σύσταση του που είχε δώσει στη συνεδρία της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής και για τους ίδιους λόγους που αναφέρονται στα πρακτικά της συνεδρίας αυτής και τα οποία πρακτικά έχουν τεθεί ενώπιον της Αρχής, καθώς επίσης και τις εμπιστευτικές εκθέσεις για τους υποψηφίους, και αφού ακολούθησαν διαβουλεύσεις των Μελών της Αρχής μετά την αποχώρηση από τη συνεδρία του Διευθυντή (ο οποίος αποχώρησε μετά που εξέφρασε τις απόψεις του),

ΑΠΟΦΑΣΙΣΕ

χωρίς να λάβει υπόψη της ή να επηρεασθεί κατά οποιοδήποτε τρόπο από την προηγούμενη (ακυρωθείσα) απόφαση της Αρχής, τη μετάθεση του 8601, Σοφοκλή Ν. Σοφοκλέους, στη θέση Περιφερειακού Μηχανικού (Εκτελεστικός), Γραφείο Περιφέρειας Λεμεσού - Πάφου, αναδρομικά (εφόσον η προηγούμενη μετάθεση ακυρώθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο για λόγους τυπικούς) από 1.7.1988."

Η σύσταση του Διευθυντή είναι ευκρινής και δίδει λόγο γιατί εισηγείται την πλήρωση της θέσης με μετάθεση, αντί με προαγωγή. Το λόγο αυτό υιοθέτησε η Συμβουλευτική Υπεπιτροπή και η Αρχή στη λήψη της τελικής προσβαλλόμενης απόφασης.

Η Αρχή είχε διακριτική εξουσία και ενήργησε μέσα στα πλαίσια των εξουσιών που της παρέχουν οι Κανονισμοί.

Η Αρχή είναι το μόνο αρμόδιο όργανο να αποφασίσει τον τρόπο πλήρωσης της θέσης, για το συμφέρον και την ομαλή λειτουργία της. Είναι σε θέση να εκτιμά τις ανάγκες της υπηρεσίας και τα μέτρα που πρέπει να λαμβάνονται για την ικανοποίησή τους.

Το Δικαστήριο επεμβαίνει μόνο όταν ο αιτητής αποδείξει, στην υπό εξέταση περίπτωση, ότι το αρμόδιο διοικητικό όργανο υπερέβη τα ακραία όρια της διακριτικής του ευχέρειας ή ενήργησε με πλάνη περί τα πράγματα.

Στην παρούσα υπόθεση ο αιτητής απέτυχε να αποσείσει το βάρος της απόδειξης που έχει στους ώμους του και δεν δικαιολογείται επέμβαση του Δικαστηρίου.

Η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε ύστερα από ενδελεχή έρευνα και είναι αιτιολογημένη με ενάργεια και επάρκεια.

Η προσβαλλόμενη απόφαση της Αρχής λήφθηκε σύμφωνα με τους Κανονισμούς και ήταν εύλογα επιτρεπτή σ' αυτή.

Η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται.

Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.

Καμιά διαταγή για έξοδα.

Η προσφυγή απορρίπτεται χωρίς έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο