ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1992) 4 ΑΑΔ 2243
12 Ιουνίου, 1992
[ΣΤΥΛΙΑΝΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΑΝΤΩΝΙΟΣ ΣΙΑΚΑΛΛΗΣ,
Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ' ων η Αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 861/91).
Εκπαιδευτικοί Λειτουργοί — Οι περί Δημόσιας Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας Νόμοι του 1969 έως 1991 — Άρθρο 35Β(2) και (3) — Αποκλειστικές οι αρμοδιότητες της Συμβουλευτικής Επιτροπής — Διαφοροποίηση από την Προϋπάρξασα Τμηματική Επιτροπή — Αρμοδιότητα της Ε.Δ. Υ. μόνο επί των ενστάσεων.
Εκπαιδευτικοί Λειτουργοί — Διορισμοί και Προαγωγές — Λήψη γνωματεύσεως από το Γραφείο του Γενικού Εισαγγελέως της Δημοκρατίας — Παραπομπή στους Ανδρέας Καραγιώργη και Άλλος ν. Κυπριακής Δημοκρατίας.
Προσφυγή βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος — Προθεσμία — Πρόωρη προσφυγή επί Προσβολής Προαγωγής — Η προσφορά προαγωγής και η δημοσίευση της.
Ο αιτητής- προσέβαλε με την προσφυγή την προαγωγή των ενδιαφερομένων μερών στη θέση Βοηθού Διευθυντή Σχολείων Μέσης Γενικής Εκπαίδευσης καθώς και τον αποκλεισμό του ιδίου από την όλη διαδικασία επιλογής.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:
1. Η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας είναι όργανο που καθιδρύθηκε με το Νόμο και ασκεί τις εξουσίες και αρμοδιότητες που ο Νόμος ορίζει.
Με σαφή νομοθετική πρόνοια, ο καταρτισμός καταλόγου των υποψηφίων, που κατέχουν τα απαιτούμενα από το Σχέδιο Υπηρεσίας προσόντα, και ο καταρτισμός καταλόγου που συστήνονται για προαγωγή είναι αποκλειστική αρμοδιότητα της Συμβουλευτικής Επιτροπής - (Άρθρο 35Β (2) και (3) του Νόμου).
Η Επιτροπή εξετάζει μόνο και αποφασίζει πάνω στις ενστάσεις που υποβάλλονται από επηρεαζόμενους Εκπαιδευτικούς Λειτουργούς, που ζητούν την αναθεώρηση του καταλόγου. Βάσει των αποφάσεων αυτών καταρτίζει τον τελικό κατάλογο. Ο διορισμός ή προαγωγή γίνονται μόνο από υποψήφιους που περιέχονται στον τελικό κατάλογο. Η Επιτροπή δεν δικαιούται αυτεπάγγελτα, εάν δεν υπάρξει ένσταση, να αναθεωρήσει τον κατάλογο που ετοιμάζει η Συμβουλευτική Επιτροπή.
2. Ο αιτητής ισχυρίστηκε ότι, τόσον η Συμβουλευτική, όσον και η Επιτροπή, άσκησαν δέσμια κρίση, γιατί ακολούθησαν τη συμβουλή του Γενικού Εισαγγελέα.
Το Δικαστήριο δεν δέχεται την εισήγηση αυτή - (βλ. Ανδρέας Καραγιώργης και Άλλος ν. Κυπριακής Δημοκρατίας).
Το Άρθρο (2) του Νόμου ορίζει ότι ό όρος "μέση εκπαίδευσις" περιλαμβάνει τη μέση γενική εκπαίδευση και την τεχνική εκπαίδευση και ο όρος "ανωτέρα εκπαίδευσις" περιλαμβάνει και την Παιδαγωγική Ακαδημία.
Ο αιτητής, όπως με σαφήνεια φανερώνουν τα στοιχεία του, δεν "έχει υπηρεσία, τουλάχιστον, οκτώ ετών στη δημόσια μέση εκπαίδευση", ούτε "δέκα σε διδακτικό έργο", όπως ο τελευταίος όρος ορίζεται στην υποσημείωση 2 του Σχεδίου Υπηρεσίας.
Στην παρούσα υπόθεση, ο οριζόντιος διαχωρισμός της εκπαίδευσης, η πρόνοια του Σχεδίου Υπηρεσίας για Εκπαιδευτικούς Λειτουργούς, που ήταν Καθηγητές ή είχαν υπηρεσία, ή είχαν πραγματική διδασκαλία μαθήματος σε Δημόσια Σχολεία Μέσης Εκπαίδευσης και η απόσπαση και διδασκαλία του αιτητή στην Παιδαγωγική Ακαδημία αποτελούν, για το παρόν, ανυπέρβλητο εμπόδιο στην περίληψη του στον κατάλογο των προσοντούχων υποψηφίων, για τη θέση.
Η απόφαση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, που αποτελεί προπαρασκευαστική πράξη της τελικής απόφασης της Επιτροπής, ήταν όχι μόνο εύλογα επιτρεπτή, αλλά και η μόνη ορθή.
3. Πρόσθετος λόγος απόρριψης της προσφυγής είναι ότι αυτή είναι πρόωρη. Καταχωρίστηκε στις 9 Σεπτεμβρίου, 1991, ενώ η πράξη της προαγωγής, που προσβάλλεται, συμπληρώθηκε με την επιβεβλημένη από το Νόμο δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, την Ιην Νοεμβρίου, 1991, οπότε έγινε εκτελεστή διοικητική πράξη.
Στις 16 Ιουλίου, 1991, η Επιτροπή αποφάσισε να προσφέρει προαγωγή στη θέση. Αυτό δεν συνιστά εκτελεστή διοικητική πράξη, ειδικά εν όψει των προνοιών του Νόμου, ο οποίος επιβάλλει τη δημοσίευση της προαγωγής.
Η προσφυγή απορρίπτεται χωρίς έξοδα.
Αναφερόμενη Υπόθεση:
Καραγιώργης και Άλλος ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 1669.
Προσφυγή.
Προσφυγή κατά της απόφασης των καθ' ων η αίτηση, με την οποία προήχθησαν τα ενδιαφερόμενα μέρη στη θέση Βοηθού Διευθυντή Σχολείων Μέσης Γενικής Εκπαίδευσης από 1/9/1991, αντί και/ή στη θέση του αιτητή.
Α.Σ. Αγγελίδης, για τον αιτητή.
Ρ. Παπαέτη (δ/νις), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ' ων η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΣΤΥΛΙΑΝΙΔΗΣ, Δ.: Ανάγνωσε την ακόλουθη απόφαση. Ο αιτητής με την προσφυγή αυτή ζητά τις ακόλουθες θεραπείες:-
"1. Δήλωση του Δικαστηρίου, ότι η πράξη και/ή απόφαση της ΕΕΥ η οποία γνωστοποιήθηκε διά του ημερησίου τύπου περί τις 10.7.1990 και με την οποίαν προήγαγε τους 1. Περσιάνη Ευδοκία, 2. Χριστοδούλου Χριστίνα 3. Βίκερς-Οικονομίδου Λία, 4. Μόλισον - Ιερείδου Ελένη και 5. Κωνσταντίνου Ευάγγελο στη θέση Βοηθού Διευθυντή Σχολείων Μέσης Γενικής Εκπαίδευσης από 1.9.1991, αντί και/ή στη θέση του αιτητή, είναι άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος.
2. Δήλωση του Δικαστηρίου, ότι ο αποκλεισμός του αιτητή από την όλη διαδικασία επιλογής, παρά το ότι υπέβαλε σαν προσοντούχος αίτηση για διορισμό στη θέση Β. Διευθυντή, είναι παράνομος."
Οι λόγοι που προβάλλονται είναι:-
1. Η Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας (η "Επιτροπή"), για τον καταρτισμό του τελικού καταλόγου, δεν έκαμε δέουσα έρευνα, ή οποιαδήποτε έρευνα, αν ο αιτητής κατείχε τα απαιτούμενα από το Σχέδιο Υπηρεσίας προσόντα.
2. Η απόφαση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, ότι ο αιτητής δεν κατείχε τα προσόντα, πάσχει από πλάνη περί τα πράγματα και το νόμο.
3. Η Επιτροπή ενήργησε με δέσμια και όχι ελεύθερη κρίση.
Η θέση Βοηθού Διευθυντή Σχολείων Μέσης Εκπαίδευσης (Μέση Γενική Εκπαίδευση) είναι θέση πρώτου διορισμού και προαγωγής.
Ο Διευθυντής Μέσης Εκπαίδευσης, με έγγραφο Αρ. 359/68/5, ημερομηνίας 2 Μαΐου, 1991, διαβίβασε πρόταση για πλήρωση 40 θέσεων Βοηθού Διευθυντή Σχολείων Μέσης Εκπαίδευσης, ανάμεσα στις οποίες 8 θέσεις για Καθηγητές Αγγλικών.
Στις 2 Μαΐου, 1991, η Επιτροπή αποφάσισε την προκήρυξη των θέσεων με δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, καθορίζοντας ως τελευταία ημερομηνία αποδοχής των αιτήσεων την 18η Μαΐου, 1991.
Σε ανταπόκριση της δημοσίευσης, ο αιτητής υπέβαλε έγκαιρα αίτηση.
Σύμφωνα με το Άρθρο 35Β(1) των περί Δημόσιας Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας Νόμων του 1969 έως 1991, (Νόμοι Αρ. 10/69, 67/78, 53/79, 4/85, 100/85, 168/86, 65/87, 129/87, 157/87, 162/87, 180/87,245/87, 76/88, 107/88,234/88, 105/90,135/91), (ο "Νόμος"), κατάλογος όλων των αιτητών, οι αιτήσεις τους, αντίγραφο της δημοσίευσης στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, οι Προσωπικοί Φάκελοι και οι Φάκελοι Υπηρεσιακών Εκθέσεων τους διαβιβάστηκαν στο Γενικό Επιθεωρητή Μέσης Εκπαίδευσης, Πρόεδρο της Αρμόδιας Συμβουλευτικής Επιτροπής.
Στις 4 Ιουνίου, 1991, ο Πρόεδρος της Συμβουλευτικής Επιτροπής έστειλε στην Επιτροπή την Έκθεση της, με κατάλογο των υποψηφίων τους οποίους σύστηνε.
Η παράγραφος 3(α) της Έκθεσης έχει:-
"3. Η Συμβουλευτική Επιτροπή, αφού μελέτησε διεξοδικά τους προσωπικούς φακέλους των υποψηφίων, διαπίστωσε τα ακόλουθα:
(α) Όλοι οι υποψήφιοι έχουν διορισμό στη θέση Καθηγητή Αγγλικών. Δύο εξ αυτών, ο Παυλίδης Χρίστος (Π.Μ.Π. 7277) και ο Σιακαλλής Αντώνιος (Π.Μ.Π. 7448), δεν έχουν τα απαιτούμενα από το νόμο προσόντα, δηλαδή δεν έχουν τα απαιτούμενα έτη υπηρεσίας στη θέση του Καθηγητή Μέσης Εκπαίδευσης."
Στις 5 Ιουνίου, 1991, ο κατάλογος, στον οποίο δεν περιλαβανόταν ο αιτητής, αναρτήθηκε στην πινακίδα του Υπουργείου, σύμφωνα με το Άρθρο 35Β(6) του Νόμου.
Αριθμός επηρεαζόμενων Εκπαιδευτικών Λειτουργών ζήτησαν την αναθεώρηση του καταλόγου με γραπτή ένσταση στην Επιτροπή, μέσα στην καθορισμένη, από το Άρθρο 35Β(7) του Νόμου, δεκαήμερη προθεσμία. Ο αιτητής δεν υπέβαλε ένσταση.
Η Επιτροπή, με βάση το εδάφιο (8) του Άρθρου 35Β του Νόμου, εξέτασε και αποφάσισε τις ενστάσεις που υποβλήθηκαν και κατάρτισε τον τελικό κατάλογο των υποψηφίων.
Η Επιτροπή, αφού δέχτηκε σε προσωπική συνέντευξη τους υποψήφιους του τελικού καταλόγου, άκουσε τις κρίσεις του κ. Χριστοφίδη, εκπροσώπου του οικείου Τμήματος.
Στη συνέχεια η Επιτροπή, αφού μελέτησε τους Προσωπικούς Φακέλους και τους Φακέλους Υπηρεσιακών Εκθέσεων των υποψηφίων και αφού έλαβε υπόψη το υλικό των Φακέλων αυτών, καθώς και την εντύπωση που αποκόμισε κατά τις προσωπικές συνεντεύξεις, αύξησε τις μονάδες των υποψηφίων, ως αποτέλεσμα της εκτίμησης των πιο πάνω στοιχείων, και κατέληξε στην απόφαση να προσφέρει προαγωγή στη θέση Βοηθού Διευθυντή Σχολείων Μέσης Γενικής Εκπαίδευσης, από 1η Σεπτεμβρίου, 1991, σε αριθμό υποψηφίων, περιλαμβανομένων και των ενδιαφερομένων μερών.
Οι προαγωγές δημοσιεύτηκαν, σε συμμόρφωση με τη νομοθετική επιταγή, στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, Αρ. 2643, ημερομηνίας 1ης Νοεμβρίου, 1991, Αριθμός Γνωστοποίησης 3593.
Ο δικηγόρος του Αιτητή ισχυρίστηκε ότι, η Επιτροπή είχε καθήκον και υποχρέωση να ερμηνεύσει η ίδια τα Σχέδια Υπηρεσίας και να προβεί σε έρευνα αν οι αιτητές κατείχαν τα προσόντα. Παρέθεσε ως νομικό έρεισμα του ισχυρισμού του νομολογία του Δικαστηρίου τούτου, που αναφέρεται στην ευθύνη, αρμοδιότητα και καθήκοντα της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας. Ταύτισε τη Συμβουλευτική Επιτροπή με την Τμηματική Επιτροπή του παλιού Νόμου περί Δημοσίας Υπηρεσίας.
Η Επιτροπή είναι όργανο, που καθιδρύθηκε με το Νόμο, και ασκεί τις εξουσίες και αρμοδιότητες που ο Νόμος ορίζει.
Με σαφή νομοθετική πρόνοια, ο καταρτισμός καταλόγου των υποψηφίων, που κατέχουν τα απαιτούμενα από το Σχέδιο Υπηρεσίας προσόντα, και ο καταρτισμός καταλόγου που συστήνονται για προαγωγή είναι αποκλειστική αρμοδιότητα της Συμβουλευτικής Επιτροπής - (Άρθρο 35Β(2) και (3) του Νόμου).
Η Επιτροπή εξετάζει μόνο και αποφασίζει πάνω στις ενστάσεις που υποβάλλονται από επηρεαζόμενους Εκπαιδευτικούς Λειτουργούς, που ζητούν την αναθεώρηση του καταλόγου. Βάσει των αποφάσεων αυτών καταρτίζει τον τελικό κατάλογο. Ο διορισμός ή προαγωγή γίνονται μόνο από υποψήφιους που περιέχονται στον τελικό κατάλογο. Η Επιτροπή δεν δικαιούται αυτεπάγγελτα, εάν δεν υπάρξει ένσταση, να αναθεωρήσει τον κατάλογο που ετοιμάζει η Συμβουλευτική Επιτροπή.
Το 1990 ο αιτητής είχε υποβάλει αίτηση για παρόμοιες θέσεις. Υπέβαλε ένσταση και ζήτησε την αναθεώρηση του καταλόγου, επειδή δεν περιλήφθηκε σ' αυτό για μη κατοχή των προσόντων, και η Επιτροπή, ύστερα από γνωμάτευση του Γραφείου του Γενικού Εισαγγελέα, απέρριψε την ένσταση του. Η γνωμάτευση του Γενικού Εισαγγελέα ήταν ενώπιον της Επιτροπής και της Συμβουλευτικής Επιτροπής στη διαδικασία της λήψης της απόφασης που προσβάλλεται με την παρούσα προσφυγή.
Ο Γενικός Εισαγγελέας ασκεί τα καθήκοντα που το Σύνταγμα έχει απονείμει σ' αυτό.
Ο δικηγόρος του αιτητή ισχυρίστηκε ότι, τόσο η Συμβουλευτική, όσο και η Επιτροπή, άσκησαν δέσμια κρίση, γιατί ακολούθησαν τη συμβουλή του Γενικού Εισαγγελέα.
Το Δικαστήριο δεν δέχεται την εισήγηση αυτή - (βλ. Ανδρέας Καραγιώργη και Άλλος ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Υποθέσεις Αρ. 618/88 και 623/88, (Απόφαση δόθηκε στις 15 Μαΐου, 1990)).
Το επίμαχο προσόν, όπως ορίζεται στο Σχέδιο Υπηρεσίας, έχει:-
"Απαιτούμενα Προσόντα:
1. Υπηρεσία δεκατεσσάρων τουλάχιστον ετών στη θέση Καθηγητή στις συνδυασμένες μισθοδοτικές κλίμακες Α8 και Α10, από την οποία τα δέκα σε διδακτικό έργο,
ή
συνολική εκπαιδευτική υπηρεσία τουλάχιστον δεκαέξι ετών από τα οποία τα τρία τελευταία είτε στη θέση Καθηγητή στη μισθοδοτική κλίμακα Α10, είτε στη θέση Καθηγητή στη μισθοδοτική κλίμακα Α10 των συνδυασμένων μισθοδοτικών κλιμάκων Α8 και Α10, με την προϋπόθεση ότι ο υποψήφιος έχει τα απαιτούμενα προσόντα για πρώτο διορισμό στη θέση Καθηγητή στις συνδυασμένες μισθοδοτικές κλίμακες Α8 και Α10 και έχει υπηρεσία τουλάχιστον οκτώ ετών στη δημόσια μέση εκπαίδευση και από την υπηρεσία των 16 ετών τα δέκα σε διδακτικό έργο,
ή
υπηρεσία τουλάχιστον δεκαέξι ετών στη θέση Καθηγητή Σωματικής Αγωγής από την οποία τα δέκα σε διδακτικό έργο.
Σημ.: Για τους καθηγητές που βρίσκονταν στην υπηρεσία την 31η Μαρτίου, 1981 ισχύουν τα πιο κάτω:
(α) Καθηγητής που έχει προσωπική μισθοδοτική κλίμακα Α8, Α10 και A11 με συνολική εκπαιδευτική υπηρεσία δώδεκα ετών, από τα οποία τα δέκα σε διδακτικό έργο, μπορεί να είναι υποψήφιος για προαγωγή στη θέση αυτή.
..................................
Σημ.: 2. Για τους σκοπούς του παρόντος Σχεδίου Υπηρεσίας, 'διδακτικό έργο' σημαίνει την πραγματική διδασκαλία μαθήματος σε δημόσια σχολεία μέσης εκπαίδευσης και μπορεί να περιλαμβάνει υπηρεσία μέχρι 5 χρόνια στο Παιδαγωγικό Ινστιτούτο ή στην Ανάπτυξη Προγραμμάτων ή ως Συμβούλου στο Υπουργείο Παιδείας."
Ο αιτητής διορίστηκε Δάσκαλος στη Δημοτική Εκπαίδευση την 1η Σεπτεμβρίου, 1962.
Στις 27 Σεπτεμβρίου, 1977, αποσπάστηκε στη θέση Καθηγητή Αγγλικών, στην Κλίμακα Β10 και τοποθετήθηκε στην Παιδαγωγική Ακαδημία Κύπρου (τέσσερις ημέρες) και στην Υπηρεσία Εκπαιδευτικής Ραδιοφωνίας (δύο ημέρες) - (Αγγλικά και Διδακτικές των μαθημάτων του Δημοτικού Σχολείου).
Ο αιτητής συνέχισε να είναι αποσπασμένος στην Παιδαγωγική Ακαδημία Κύπρου.
Στις 18 Νοεμβρίου, 1987, διορίστηκε στη μόνιμη (Τακτικός Προϋπολογισμός) θέση Καθηγητή Αγγλικών Σχολείων Μέσης Εκπαίδευσης, από 1η Σεπτεμβρίου, 1987, πάνω σε Προσωπική Κλίμακα A11 και τοποθετήθηκε στην Παιδαγωγική Ακαδημία Κύπρου.
Το Άρθρο (2) του Νόμου ορίζει ότι ο όρος "μέση εκπαίδευσις" περιλαμβάνει τη μέση γενική εκπαίδευση και την τεχνική εκπαίδευση και ο όρος "ανωτέρα εκπαίδευσις" περιλαμβάνει και την Παιδαγωγική Ακαδημία.
Ο αιτητής, όπως με σαφήνεια φανερώνουν τα στοιχεία του, δεν "έχει υπηρεσία τουλάχιστον οκτώ ετών στη δημόσια μέση εκπαίδευση", ούτε "δέκα σε διδακτικό έργο", όπως ο τελευταίος όρος ορίζεται στην υποσημείωση 2 του Σχεδίου Υπηρεσίας.
Στην παρούσα υπόθεση, ο οριζόντιος διαχωρισμός της εκπαίδευσης, η πρόνοια του Σχεδίου Υπηρεσίας για Εκπαιδευτικούς Λειτουργούς, που ήταν Καθηγητές ή είχαν υπηρεσία ή είχαν πραγματική διδασκαλία μαθήματος σε Δημόσια Σχολεία Μέσης Εκπαίδευσης και η απόσπαση και διδασκαλία του αιτητή στην Παιδαγωγική Ακαδημία, αποτελούν, για το παρόν, ανυπέρβλητο εμπόδιο στην περίληψη του στον κατάλογο των προσοντούχων υποψηφίων για τη θέση.
Η απόφαση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, που αποτελεί προπαρασκευαστική πράξη της τελικής απόφασης της Επιτροπής, ήταν όχι μόνο εύλογα επιτρεπτή, αλλά και η μόνη ορθή.
Οι λόγοι ακυρότητας που προβλήθηκαν είναι αβάσιμοι, δεν ευσταθούν και η προσφυγή θα απορριφθεί.
Πρόσθετος λόγος απόρριψης της προσφυγής είναι ότι αυτή είναι πρόωρη. Καταχωρίστηκε στις 9 Σεπτεμβρίου, 1991, ενώ η πράξη της προαγωγής που προσβάλλεται συμπληρώθηκε με την, επιβεβλημένη από το Νόμο, δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας την 1η Νοεμβρίου, 1991, οπότε έγινε εκτελεστή διοικητική πράξη.
Στις 16 Ιουλίου, 1991, η Επιτροπή αποφάσισε να προσφέρει προαγωγή στη θέση. Αυτό δεν συνιστά εκτελεστή διοικητική πράξη, ειδικά εν όψει των προνοιών του Νόμου, ο οποίος επιβάλλει τη δημοσίευση της προαγωγής.
Για τους πιο πάνω λόγους, η προσφυγή απορρίπτεται.
Καμιά διαταγή για έξοδα.
Η προσφυγή απορρίπτεται χωρίς έξοδα.