ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1992) 4 ΑΑΔ 595
14 Φεβρουαρίου, 1992
[ΚΟΥΡΡΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΣ ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ ΚΑΙ ΑΛΛΟΣ,
Αιτητές,
ν.
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ, ΜΕΣΩ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υποθέσεις Αρ. 149/91 & 238/91).
Δημόσιοι Υπάλληλοι — Διορισμοί/Προαγωγές — Συνεντεύξεις — Θέσεις πρώτον διορισμού και προαγωγής ψηλά στην υπαλληλική ιεραρχία — Μπορεί να δοθεί από την ΕΔ Υ μεγαλύτερη βαρύτητα στις συνεντεύξεις — Η προσωπικότητα των υποψηφίων παίζει σημαντικό ρόλο (Public Service Commission v. Potoudes and Others).
Με τις συνεκδικασθείσες προσφυγές επιζητήθηκε η ακύρωση του διορισμού, από την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας, του ενδιαφερόμενου μέρους στη θέση Διευθυντή Υπηρεσίας Διεθνών Σχέσεων στη Βουλή των Αντιπροσώπων. Επ' αφορμή της ύπαρξης σχετικής επιστολής του Προέδρου της Βουλής των Αντιπροσώπων προς το Γενικό Διευθυντή αυτής, τέθηκε θέμα ανάμιξης της πολιτικής ηγεσίας στη διαδικασία του επίδικου διορισμού.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας τις προσφυγές, αποφάσισε ότι:
1. Η ΕΔΥ δε θεώρησε την κρίσιμη επιστολή ως ανάμειξη του Προέδρου της Βουλής στο θέμα του διορισμού, αλλά ως αξιολόγηση του ενδιαφερόμενου προσώπου, που ήταν έκτακτος υπάλληλος και εκτελούσε ειδικά καθήκοντα στο γραφείο του Προέδρου της Βουλής. Με το ίδιο πνεύμα προσεγγίστηκε η επιστολή αυτή κι από το Γενικό Διευθυντή της Βουλής, όπως φαίνεται από την επιστολή του με την οποία τη διαβίβασε στην ΕΔΥ. Δε βρίσκω τίποτε το μεμπτό στην προσέγγιση αυτή του θέματος από την ΕΔΥ υπό τις περιστάσεις της υποθέσεως και λαμβανομένου υπόψη ότι η επιστολή του Προέδρου της Βουλής δεν απευθύνετο στην ΕΔΥ, αλλά στο Γενικό Διευθυντή της Βουλής, που ήταν το πρόσωπο που έπρεπε να γνωρίζει και να αξιολογήσει την εργασία του ενδιαφερόμενου προσώπου.
2. Το ενδιαφερόμενο πρόσωπο αξιολογήθηκε ως παρά πολύ καλός στη συνέντευξη, ο αιτητής στην προσφυγή 238/91 ως σχεδόν πολύ καλός, και ο αιτητής στην 149/91 ως καλός. Όπως φαίνεται από τα πρακτικά της ΕΔΥ, ημερομηνίας 30/10/90, λήφθηκαν όλα τα στοιχεία υπόψη από την ΕΔΥ και συνεκτιμήθηκαν. Εξάλλου πρόκειται για θέση πρώτου διορισμού και προαγωγής όπου όλοι οι υποψήφιοι δεν είναι δημόσιοι υπάλληλοι για να υπάρχουν όλα τα απαραίτητα στοιχεία, ενώπιον της ΕΔΥ και επομένως μπορεί να δοθεί μεγαλύτερη βαρύτητα στις συνεντεύξεις. Πρόκειται, επίσης, για θέση ψηλά στην ιεραρχία, όπου η προσωπικότητα των υποψηφίων παίζει σημαντικό ρόλο.
3. Με βάση όλα τα στοιχεία που είχε ενώπιον της, ήταν εύλογο στην ΕΔΥ να θεωρήσει ότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο κατείχε το προσόν της άπταιστης γνώσης της ελληνικής γλώσσας. Δε συμφωνώ με την εισήγηση του δικηγόρου του αιτητή ότι δεν πρέπει να ληφθεί υπόψη η ένορκος δήλωση του Διευθυντή της Βουλής, γιατί σκοπός της μαρτυρίας αυτής δεν είναι η επεξήγηση ή συμπλήρωση των πρακτικών, αλλά η διαφώτιση ως προς τα στοιχεία που είχε ενώπιον της η ΕΔΥ. Αναφορικά με τη διακρίβωση της κατοχής των υπολοίπων προσόντων, το θέμα αυτό, όπως έχει νομολογηθεί, εμπίπτει στη διακριτική ευχέρεια της ΕΔΥ (Stylianou and Another v. Public Service Commission).
4. Η αιτιολογία της επίδικης απόφασης βρίσκεται στα πρακτικά των διαφόρων συνεδριάσεων της ΕΔΥ.
5. Το γεγονός ότι ο αιτητής δεν συστήθηκε από την Τμηματική Επιτροπή, δεν μπορεί ν' αποτελέσει στην προκειμένη περίπτωση λόγο ακυρότητας, ενόψει του γεγονότος ότι ο αιτητής αυτός κλήθηκε τελικά από την ΕΔΥ σε συνέντευξη και ήταν μεταξύ αυτών που λήφθηκαν υπόψη από αυτή για την επιλογή του καλύτερου υποψηφίου.
Οι προσφυγές απορρίπτονται χωρίς έξοδα.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Public Service Commission v. Potoudes and Others (1987) 3 C.L.R. 1591·
Stylianou and Another v. Public Service Commission (1980) 3 C.L.R. 11.
Προσφυγές.
Προσφυγές εναντίον της απόφασης της Επιτροπής Δημοσίας Υπηρεσίας με την οποία διόρισε το ενδιαφερόμενο μέρος στη θέση Διευθυντή Υπηρεσίας Διεθνών Σχέσεων στη Βουλή των Αντιπροσώπων αντί των αιτητών.
Ν. Σάντης για Α. Παπαχαραλάμπους, για τον αιτητή στην υπόθεση αρ. 149/91.
Α.Σ. Αγγελίδης, για τον αιτητή στην υπόθεση αρ. 238/91.
Τ. Πολυχρονίδου (Δ/νις), Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α', για τους καθ'ων η αίτηση.
Κ. Ευσταθίου για Ε. Ευσταθίου, για το ενδιαφερόμενο μέρος.
Cur. adv. vult.
Ο Δικαστής κ. Κούρρης ανάγνωσε την ακόλουθη απόφαση.
ΚΟΥΡΡΗΣ, Δ.: Με τις υποθέσεις αυτές, που συνεκδικάστηκαν γιατί προσβάλλουν την ίδια διοικητική πράξη και παρουσιάζουν κοινά πραγματικά και νομικά σημεία, προσβάλλεται η απόφαση της καθ'ης η αίτηση, που δημοσιεύτηκε στην επίσημη εφημερίδα της Δημοκρατίας στις 21/12/90, να διορίσει στη θέση Διευθυντή Υπηρεσίας Διεθνών Σχέσεων στη Βουλή των Αντιπροσώπων, το ενδιαφερόμενο πρόσωπο Γιαννάκη Γεωργιάδη, αντί και/ή κατά προτίμηση των αιτητών.
Ο αιτητής στην υπόθεση 149/91 υπηρετεί, από τις 15/11/83 στη θέση Λειτουργού Τύπου και Πληροφοριών, στο Γραφείο Τύπου και Πληροφοριών. Ο αιτητής στην υπόθεση 238/91, προσλήφθηκε το 1983 με συμβόλαιο ως Λειτουργός Διεθνών Σχέσεων στη Βουλή των Αντιπροσώπων και μονιμοποιήθηκε το 1985. Το Νοέμβριο του 1989, προάχθηκε στη θέση Λειτουργού Διεθνών Σχέσεων Α', την οποία κατέχει μέχρι σήμερα.
Το ενδιαφερόμενο πρόσωπο προσλήφθηκε το Δεκέμβριο του 1987 ως έκτακτος υπάλληλος για εκτέλεση ειδικών καθηκόντων στο γραφείο του Προέδρου της Βουλής των Αντιπροσώπων, όπου υπηρέτησε μέχρι τις 14/12/90.
Ο Γενικός Διευθυντής της Βουλής των Αντιπροσώπων με επιστολή του ημερομηνίας 17/8/89, ζήτησε την πλήρωση της κενής μόνιμης θέσης Διευθυντή Υπηρεσίας Διεθνών Σχέσεων, στη Βουλή των Αντιπροσώπων. Η κενή θέση, που είναι πρώτου διορισμού και προαγωγής, δημοσιεύτηκε στην επίσημη εφημερίδα της Δημοκρατίας με ημερομηνία 1/9/89 και σ' ανταπόκριση υποβλήθηκαν 39 αιτήσεις.
Οι αιτήσεις παραπέμφτηκαν στην αρμόδια Τμηματική Επιτροπή, που με επιστολή της ημερομηνίας 25/4/90 υπέβαλε στην Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας (Ε.Δ.Υ.) την έκθεση της, με την οποία σύστησε 4 υποψηφίους, συμπεριλαμβανομένου του ενδιαφερόμενου προσώπου, όχι όμως των αιτητών.
Στις 11/5/90, ο Πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων απηύθυνε την ακόλουθη επιστολή προς το Γενικό Διευθυντή της Βουλής των Αντιπροσώπων:
"Ο κ. Γιαννάκης Γεωργιάδης εργάζεται στο γραφείο μου από το Δεκέμβριο του 1987.
Από τη συνεργασία μας έχω διαπιστώσει ότι πρόκειται για ένα πολύ καταρτισμένο, ευσυνείδητο και σκληρά εργαζόμενο υπάλληλο.
Αναλαμβάνει πρωτοβουλίες και ευθύνες και έδειξε ότι διαθέτει ισχυρή προσωπικότητα και ικανότητες στην οργάνωση γραφείου και διεύθυνση προσωπικού. Γνωρίζει άριστα τη γαλλική γλώσσα και αρκετά καλά την αγγλική.
Η ευρεία γνώση του πάνω σε πολιτικά, οικονομικά και διεθνή θέματα τον έκαμαν πολύτιμο συνεργάτη μου.
Είναι ικανός να συντάσσει με ταχύτητα και σαφήνεια έγγραφα, μνημόνια, εκθέσεις κλπ.
Πιστεύω ότι η μόνιμη αξιοποίηση του στη Δημόσια Υπηρεσία θα αποβεί όχι μόνο προς δικό του όφελος, αλλά και προς όφελος της Δημόσιας Υπηρεσίας".
Ο Γενικός Διευθυντής της Βουλής των Αντιπροσώπων διαβίβασε την επιστολή αυτή στην Ε.Δ.Υ., με επιστολή του ημερομηνίας 16/5/90 που έχει ως ακολούθως:
"Ο Πρόεδρος της Βουλής, με βάση τον Προϋπολογισμό του 1987, εδικαιούτο να προσλάβει δυο υπαλλήλους για εκτέλεση ειδικών καθηκόντων στο Γραφείο του και για περίοδο που δε θα υπερέβαινε τη δική του θητεία.
Ο ένας από τους δυο αυτούς υπαλλήλους που προσλήφθηκαν είναι ο κ. Γιαννάκης Γεωργιάδης.
Ο κ. Γεωργιάδης είναι υποψήφιος για τη θέση Διευθυντή Υπηρεσίας Διεθνών Σχέσεων της Βουλής.
Στις 11 Μαΐου 1990, ο Πρόεδρος της Βουλής με επιστολή του προς εμέ προβαίνει σε αξιολόγηση του κ. Γεωργιάδη.
Σας διαβιβάζω αντίγραφο της επιστολής αυτής για τα καθ' υμάς".
Η Ε.Δ.Υ, στη συνεδρία της ημερομηνίας 19/6/90, αφού εξέτασε την έκθεση της Τμηματικής Επιτροπής, αποφάσισε να καλέσει τους υποψηφίους που συστήθηκαν σε συνεντεύξεις. Ο δικηγόρος του αιτητή στην υπόθεση 238/91, με επιστολές του ημερομηνίας 23/6/90 και 28/6/90, αφού αναφέρθηκε στα προσόντα και την προσφορά του αιτητή, ζήτησε όπως αυτός κληθεί σε συνέντευξη, και όπως η αξιολόγηση του στις εμπιστευτικές εκθέσεις για το 1988 αγνοηθεί, ως μη ασφαλές κριτήριο. Η επιστολή ημερομηνίας 23/6/90 έχει ως εξής:
"Έχω εντολή από τον πελάτη μου κ. Σωκράτη Σωκράτους, Λειτουργό Διεθνών Σχέσεων Α', Βουλή Αντιπροσώπων, όπως αναφερτώ στη διαδικασία πλήρωσης της πιο πάνω θέσης και να παρατηρήσω τα ακόλουθα:
1. Όπως πληροφορούμαι ο πελάτης μου παρά την υπηρεσιακή εξειδικευμένη προσφορά του και τα προσόντα του δεν περιλήφθηκε στον κατάλογο των όσων συστήθηκαν στην ΕΔΥ.
2. Επειδή κατά τη Νομολογία του Ανωτάτου η ΕΔΥ δεν δεσμεύεται από τον κατάλογο αυτό (Mytides v. R 1983 3 C.L.R. 1096) καλώ την ΕΔΥ όπως εξετάσει τη διεκδίκηση του αιτητή και τον συγκρίνει με τους άλλους ανθυποψηφίους του.
Τούτο επιβάλλεται γιατί:
3.1. Ο αιτητής είναι απόφοιτος της Αγγλικής Σχολής και κατέχει δύο πανεπιστημιακά διπλώματα: BSC Economics / Politics και M.Phil.
3.2 Το 1983 προσλήφθηκε με συμβόλαιο ως Λειτουργός Διεθνών Σχέσεων στη Βουλή των Αντιπροσώπων ύστερα από γραπτή και προφορική εξέταση. Μονιμοποιήθηκε το 1985 χωρίς στη συνέχεια να του τεθεί οποιαδήποτε περίοδος δοκιμασίας στο διορισμό του, "ύστερα από συμβουλή της αρμόδιας
αρχής" (Επισυνάπτεται η σχετική επιστολή - Παραρτ. Α).
3.3. Το Νοέμβριο του 1989 προήχθηκε στη θέση του Λειτουργού Διεθνών Σχέσεων Α'.
Τα σχέδια υπηρεσίας τόσο για τη θέση του Λειτουργού Διεθνών Σχέσεων αλλά ειδικότερα της θέσης του Λειτουργού Διεθνών Σχέσεων Α' είναι παρόμοια με τα καθήκοντα και ευθύνες του Διευθυντή της Υπηρεσίας όπως έχουν δημοσιευτεί στην επίσημη εφημερίδα. Υπογραμμίζω ότι στα καθήκοντα και ευθύνες του Λειτουργού Διεθνών Σχέσεων Α' αναφέρεται στο σχέδιο υπηρεσίας ότι "αναλαμβάνει το συντονισμό των δραστηριοτήτων των Λειτουργών της Υπηρεσίας Διεθνών Σχέσεων σε τομείς που του ανατίθενται".
3.4. Στην πραγματικότητα ο πελάτης μου εκτελεί χρέη συντονιστή της Υπηρεσίας από το 1988 όταν μετά τις προεδρικές εκλογές ο πρώην Διευθυντής της Υπηρεσίας ήταν σε μεγάλο βαθμό απασχολημένος με τα καθήκοντα του στο Γραφείο Μελετών για το Κυπριακό και ο χρόνος παρουσίας του στη Βουλή ήταν πολύ περιορισμένος. Τα καθήκοντα του "συντονιστή" ανατέθηκαν στον πελάτη μου από τον πρώην Διευθυντή της Υπηρεσίας αλλά και από το Γενικό Διευθυντή της Βουλής. Τα καθήκοντα αυτά αναφέρονται και στις εμπιστευτικές του εκθέσεις για το 1988 και 1989.
Τελικά ο Διευθυντής της Υπηρεσίας κος Μ. Ατταλίδης διορίστηκε πρέσβης στο Υπουργείο Εξωτερικών πριν ένα περίπου χρόνο και από τότε ουσιαστικά τον αναπληρεί ο πελάτης μου πλήρως.
3.5. Ο πρώην Διευθυντής της υπηρεσίας Διεθνών Σχέσεων δήλωνε πάντα στον πελάτη μου αλλά και στον Πρόεδρο και μέλη της Βουλής ότι είναι πολύ ικανοποιημένος από την προσφορά του, μετά το 1988 δε ανέφερε ότι "κρατούσε την υπηρεσία".
3.6. Η ποιότητα και ποσότητα της εργασίας του πελάτη μου δεν μειώθηκε το 1988 για να δικαιολογείται η αξιολόγηση του πιο χαμηλά από ότι το 1987 και 1989.
4. Έχω τη γνώμη ότι ο πελάτης μου είναι μια ξεχωριστή περίπτωση ισχυρού διεκδικητή της θέσης γι' αυτό και καλώ την ΕΔΥ σε βάθος έρευνα για την επιλογή του πραγματικά καλύτερου.".
Επίσης οι δικηγόροι του αιτητή στην υπόθεση 149/91, απηύθυναν στην Ε.Δ.Υ, επιστολή με την οποία διαμαρτύρονταν για τη μη περίληψη του αιτητή στον κατάλογο των συστηθέντων και ζήτησαν από την Ε.Δ.Υ, να εξετάσει το φάκελο του αιτητή πριν προχωρήσει στις προσκλήσεις σε συνεντεύξεις.
Η Ε.Δ.Υ, στη συνεδρία της ημερομηνίας 9/7/90 επιλήφθηκε της επιστολής του δικηγόρου του αιτητή στην υπόθεση 238/91 και αποφάσισε να ζητήσει από τον πρώην Διευθυντή της Υπηρεσίας Διεθνών Σχέσεων της Βουλής να σχολιάσει τους ισχυρισμούς του αιτητή που περιέχονταν σ' αυτήν.
Η Ε.Δ.Υ, με επιστολές της ημερομηνίας 19/7/90 και 19/9/90, ζήτησε τις απόψεις του πρώην Διευθυντή της Υπηρεσίας Διεθνών Σχέσεων της Βουλής, στις οποίες ο τελευταίος απάντησε με επιστολές του ημερομηνίας 15/9/90 και 4/10/90.
Στη συνεδρία της με ημερομηνία 19/10/90, η Ε.Δ.Υ. αφού επιλήφθηκε των πιο πάνω επιστολών, όπως και της επιστολής του Προέδρου της Βουλής προς το Γενικό Διευθυντή της Βουλής, που αναφέρεται πιο πάνω, αποφάσισε, μεταξύ άλλων τα ακόλουθα:
"Η Επιτροπή προσέγγισε το θέμα υπό το φως της γνωμάτευσης της Νομικής Υπηρεσίας με ημερομηνία 22.5.84 για ' μη ανάμιξη της πολιτικής ηγεσίας σε θέματα διορισμών και προαγωγών', σημειώνοντας, ωστόσο, ότι στην προκείμενη περίπτωση ο Πρόεδρος της Βουλής δεν προέβη ο ίδιος σε οποιοδήποτε διάβημα προς την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας και ότι εν πάση περιπτώσει η αναφορά του αφορούσε στην αξιολόγηση της εργασίας έκτακτου υπαλλήλου, ο οποίος είχε προσφληφθεί για εκτέλεση ειδικών καθηκόντων στο Γραφείο του Προέδρου της Βουλής με βάση τον Προϋπολογισμό του 1987.
Η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας, με βάση όλα τα στοιχεία αξιολόγησης, αποφάσισε να καλέσει σε συνεντεύξεις ενώπιον της για προφορική εξέταση, επιπρόσθετα με τους υποψήφιους που σύστησε η Τμηματική Επιτροπή, και το Σωκράτη ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ, ο οποίος διαθέτει το πρόσθετο προσόν, ενώ ένας από τους συστηθέντες δεν το διαθέτει, καθώς και τους Χριστόφορο ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ και Μάριο ΕΥΡΥΒΙΑΔΗ, οι οποίοι επίσης διαθέτουν το πρόσθετο προσόν και έχουν "Εξαίρετες" Εμπιστευτικές Εκθέσεις".
Στην ίδια συνεδρία η Ε.Δ.Υ, αποφάσισε επίσης ότι δεν ήταν ασφαλές να στηριχθεί στην εμπιστευτική έκθεση του αιτητή Σωκράτους για το 1988.
Στη συνεδρία της με ημερομηνία 30/10/90, η Ε.Δ.Υ, δέχτηκε τους υποψηφίους σε συνεντεύξεις, στην παρουσία του Γενικού Διευθυντή της Βουλής, ο οποίος, μετά το πέρας των συνεντεύξεων, εξέφρασε τις απόψεις του για την απόδοση των υποψηφίων σ' αυτές. Χαρακτήρισε το ενδιαφερόμενο πρόσωπο ως πολύ καλό, τον αιτητή στην προσφυγή 238/91, Σ. Σωκράτους, σχεδόν πολύ καλό, και τον αιτητή στην προσφυγή 149/91, Χρ. Χριστόφορου, μέτριο. Προτού αποχωρήσει από τη συνεδρίαση, ο Γενικός Διευθυντής ανέφερε επίσης, σχετικά με την απόδοση του ενδιαφερόμενου προσώπου στην εργασία του ως έκτακτου, ότι από την έμμεση επαφή που έχει μαζί του, τον αξιολογεί ως πολύ καλό. Μετά την αποχώρηση του Γενικού Διευθυντή, η Ε.Δ.Υ, αξιολόγησε την απόδοση των υποψηφίων στις συνεντεύξεις, χαρακτηρίζοντας το ενδιαφερόμενο πρόσωπο ως πάρα πολύ καλό, τον αιτητή Σωκράτους ως σχεδόν πολύ καλό και τον αιτητή Χριστόφορου ως καλό. Ακολούθως η Ε.Δ.Υ., λαμβάνοντας υπόψη όλα τα ενώπιον της στοιχεία, επέλεξε για διορισμό το ενδιαφερόμενο πρόσωπο.
Στη συνεδρία της ημερομηνίας 30/11/90, η Ε.Δ.Υ. καθόρισε ως ημερομηνία ισχύος του διορισμού του ενδιαφερόμενου προσώπου τις 15/12/90. Ο επίδικος διορισμός δημοσιεύτηκε στην επίσημη εφημερίδα της Δημοκρατίας με ημερομηνία 21/12/90 και ως αποτέλεσμα καταχωρήθηκαν οι παρούσες προσφυγές.
Ο δικηγόρος του αιτητή στην προσφυγή 238/91, ανέπτυξε σειρά ισχυρισμών με τη γραπτή αγόρευση του, την οποία υιοθέτησε και ο δικηγόρος του αιτητή στην προσφυγή 149/91. Γι' αυτό θ' ασχοληθώ με τους ισχυρισμούς αυτούς σε συσχετισμό και με τις δύο προσφυγές ταυτοχρόνως.
Ο πρώτος νομικός ισχυρισμός είναι ότι η πείρα των αιτητών παρασιωπήθηκε από το Γενικό Διευθυντή της Βουλής και δεν ερευνήθηκε ούτε σταθμίστηκε από την Ε.Δ.Υ., η οποία απέτυχε στην επιλογή του καταλληλότερου υποψήφιου.
Είναι η θέση του αιτητή στην προσφυγή 238/91, ότι ο αιτητής εκτελούσε καθήκοντα συντονιστή της Υπηρεσίας Διεθνών Σχέσεων της Βουλής από το 1988 και γενικά αναπληρούσε το Διευθυντή της Υπηρεσίας αυτής, ο οποίος απουσίαζε συχνά. Παρόλα αυτά, ο Γενικός Διευθυντής δεν ανέφερε τίποτα στην Ε.Δ.Υ, για την πείρα αυτή του αιτητή, ενώ αντίθετα αναφέρθηκε στην απόδοση του ενδιαφερόμενου προσώπου στην εργασία του ως έκτακτου, παρά το γεγονός ότι, όπως ανέφερε και ο ίδιος, η επαφή του με το ενδιαφερόμενο πρόσωπο ήταν έμμεση.
Και οι δύο αιτητές ήταν δημόσιοι υπάλληλοι και επομένως οι προσωπικοί και εμπιστευτικοί τους φάκελοι, που περιέχουν στοιχεία, μεταξύ άλλων, για τη σταδιοδρομία, πείρα και αξιολόγηση τους, βρίσκονταν ενώπιον της Ε.Δ.Υ., σύμφωνα δε με το τεκμήριο της νομιμότητας λήφθηκαν υπόψη από την Ε.Δ.Υ.. Επιπλέον, ενώπιον της Ε.Δ.Υ, βρίσκονταν και οι επιστολές των δικηγόρων των αιτητών, στις οποίες, στην περίπτωση τουλάχιστον του αιτητή στην προσφυγή 238/91, αναφέρονταν όλα τα στοιχεία της πείρας του και η Ε.Δ.Υ. διεξήγαγε έρευνα για τη διαπίστωση των γεγονότων των αναφερομένων σ' αυτές, κατόπιν δε τούτου αποφάσισε να τον καλέσει σε προσωπική συνέντευξη. Στην περίπτωση του αιτητή στην προσφυγή 149/91, η Ε.Δ.Υ., αφού εξέτασε, μετά την επιστολή των δικηγόρων του, το περιεχόμενο των φακέλων του αποφάσισε να τον καλέσει σε προσωπική συνέντευξη γιατί διέθετε το πρόσθετο προσόν και είχε εξαίρετες εμπιστευτικές εκθέσεις. Καταλήγω, σύμφωνα με τα πιο πάνω, ότι η πείρα και των δύο αιτητών βρισκόταν ενώπιον της Ε.Δ.Υ, και λήφθηκε υπόψη. Επομένως, ο προβαλλόμενος αυτός λόγος ακυρότητας, δεν ευσταθεί και πρέπει ν' απορριφθεί.
Ο δεύτερος νομικός ισχυρισμός είναι ότι υπήρξε ανάμειξη της πολιτικής ηγεσίας στη διαδικασία διορισμού. Συγκεκριμένα, ότι η επιστολή του Προέδρου της Βουλής ημερομηνίας 11/5/90, προς το Γενικό Διευθυντή της Βουλής, που διαβιβάστηκε από αυτόν στην Ε.Δ.Υ., αποτελεί ανάμειξη της πολιτικής ηγεσίας στη διαδικασία διορισμού. Πλήρης αναφορά στην επιστολή του Προέδρου της Βουλής όπως και στην επιστολή του Γενικού Διευθυντή της Βουλής με την οποία διαβιβάστηκε η επιστολή αυτή προς την Ε.Δ.Υ., έχει γίνει προηγουμένως και δε θα επεκταθώ περισσότερο. Η Ε.Δ.Υ., όπως φαίνεται από τα πρακτικά της συνεδρίας της ημερομηνίας 19/10/90, στα οποία έχει γίνει αναφορά προηγουμένως, δε θεώρησε την επιστολή ως ανάμειξη του Προέδρου της Βουλής στο θέμα του διορισμού, αλλά ως αξιολόγηση του ενδιαφερόμενου προσώπου, που ήταν έκτακτος υπάλληλος και εκτελούσε ειδικά καθήκοντα στο γραφείο του Προέδρου της Βουλής. Με το ίδιο πνεύμα προσεγγίστηκε η επιστολή αυτή κι' από το Γενικό Διευθυντή της Βουλής, όπως φαίνεται από την επιστολή του ημερομηνίας 16/5/90, με την οποία τη διαβίβασε στην Ε.Δ.Υ.. Δε βρίσκω τίποτε το μεμπτό στην προσέγγιση αυτή του θέματος από την Ε.Δ.Υ, υπό τις περιστάσεις της υποθέσεως και λαμβανομένου υπόψη ότι η επιστολή του Προέδρου της Βουλής δεν απευθύνετο στην Ε.Δ.Υ., αλλά στο Γενικό Διευθυντή της Βουλής, που ήταν το πρόσωπο που έπρεπε να γνωρίζει και να αξιολογήσει την εργασία του ενδιαφερόμενου προσώπου. Επομένως κι' ο ισχυρισμός αυτός απορρίπτεται.
Ο τρίτος ισχυρισμός των δικηγόρων των αιτητών αφορά τη βαρύτητα των συνεντεύξεων. Είναι ο ισχυρισμός τους ότι δόθηκε υπέρμετρη βαρύτητα στις συνεντεύξεις, που διαδραμάτισαν αποφασιστικό ρόλο για τη λήψη της επίδικης απόφασης.
Το ενδιαφερόμενο πρόσωπο αξιολογήθηκε ως πάρα πολύ καλός στη συνέντευξη, ο αιτητής στην προσφυγή 238/91 ως σχεδόν πολύ καλός, και ο αιτητής στην 149/91 ως καλός. Όπως φαίνεται από τα πρακτικά της Ε.Δ.Υ., ημερομηνίας 30/10/90, λήφθηκαν όλα τα στοιχεία υπόψη από την Ε.Δ.Υ, και συνεκτιμήθηκαν. Εξάλλου πρόκειται για θέση πρώτου διορισμού και προαγωγής όπου όλοι οι υποψήφιοι δεν είναι δημόσιοι υπάλληλοι για να υπάρχουν όλα τα απαραίτητα στοιχεία ενώπιον της Ε.Δ.Υ, και επομένως μπορεί να δοθεί μεγαλύτερη βαρύτητα στις συνεντεύξεις. Πρόκειται, επίσης, για θέση ψηλά στην ιεραρχία, όπου η προσωπικότητα των υποψηφίων παίζει σημαντικό ρόλο. Στην υπόθεση Public Service Commission v. Potoudes and Others (1987) 3 C.L.R. 1591, λέχθηκαν τα ακόλουθα, στις σελίδες 1597-1598:
"I abide by the aforesaid principles and I would like to avail myself of this opportunity and add that the interviews though they may not be referred to by the Law as being one of the criteria to be born in mind by the Public Service Commission, yet, they constitute one of the methods of carrying out a due inquiry which a collective organ has to carry and therefore interviews are useful and must be used as methods of discovering the relevant factors on which the discretionary power of an administrative organ will be exercised. They have, in my view, more significance in instances of first appointment, or first appointment and promotion when not all the relevant factors are before the administrative organ, or the factors which there may be before the competent organ can be identical as in the case of candidates who all are graduates of secondary schools and all have passed the one or other examination. The personality therefore, of the candidates or those other factors which will help the administrative organ to choose, will be revealed inter alia and from a personal interview. Moreover they are useful in selections in cases of appointment to the higher posts in the hierarchy of the Service or in such posts where the personality of the candidates plays a significant role in the successful discharge of their duties".
Με βάση τα πιο πάνω βρίσκω τον ισχυρισμό αυτό αβάσιμο και τον απορρίπτω.
Ο επόμενος ισχυρισμός των δικηγόρων των αιτητών είναι ότι η Ε.Δ.Υ, δεν προέβηκε στη δέουσα έρευνα για τη διαπίστωση των προσόντων του ενδιαφερόμενου προσώπου, και ιδιαίτερα της άπταιστης γνώσης της ελληνικής γλώσσας και την ικανότητα στη μετά σαφήνειας και ταχύτητας σύνταξη εγγράφων, επιστολών και μνημονίων και την ικανότητα οργάνωσης γραφείου και διεύθυνσης προσωπικού.
Όσον αφορά την άπταιστη γνώση της ελληνικής γλώσσας, το ενδιαφερόμενο πρόσωπο είναι Ελληνοκύπριος, όπως δήλωσε στην αίτηση του αποφοίτησε από το Α' Γυμνάσιο Πάφου και έχει άπταιστη γνώση της Ελληνικής γλώσσας και δεν υπήρξε τίποτα που να θέσει υπό αμφισβήτηση τη γνώση του αυτή, ούτως ώστε να χρειαστεί η διεξαγωγή περαιτέρω έρευνας εκ μέρους της Ε.Δ.Υ.. Εξάλλου, όπως φαίνεται από το βιογραφικό του σημείωμα που επισύναψε στην αίτηση του, έχει δημοσιεύσει και άρθρα στην ελληνική γλώσσα. Οι δημοσιεύσεις αυτές, όπως φαίνεται από τις ενόρκους δηλώσεις τόσο του ιδίου του ενδιαφερόμενου προσώπου όσο και του Γενικού Διευθυντή της Βουλής, είχαν παρουσιαστεί από το ίδιο το ενδιαφερόμενο πρόσωπο και κατατεθεί ενώπιον της Ε.Δ.Υ, κατά τη διάρκεια της συνεντεύξεως του. Με βάση όλα τα στοιχεία που είχε ενώπιον της, ήταν εύλογο στην Ε.Δ.Υ, να θεωρήσει ότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο κατείχε το προσόν της άπταιστης γνώσης της ελληνικής γλώσσας. Δε συμφωνώ με την εισήγηση του δικηγόρου του αιτητή ότι δεν πρέπει να ληφθεί υπόψη η ένορκος δήλωση του Διευθυντή της Βουλής, γιατί σκοπός της μαρτυρίας αυτής δεν είναι η επεξήγηση ή συμπλήρωση των πρακτικών, αλλά η διαφώτιση ως προς τα στοιχεία που είχε ενώπιον της η Ε.Δ.Υ.. Αναφορικά με τη διακρίβωση της κατοχής των υπολοίπων προσόντων, το θέμα αυτό, όπως έχει νομολογηθεί, εμπίπτει στη διακριτική ευχέρεια της Ε.Δ.Υ. Stylianou and Another v. Public Service Commission (1980) 3 C.L.R. 11, 17) και μπορούν τα προσόντα αυτά να διαπιστωθούν κατά τη διάρκεια των συνεντεύξεων. Επιπλέον η ύπαρξη των προσόντων αυτών μπορούσε να διαπιστωθεί και από το περιεχόμενο του βιογραφικού σημειώματος του ενδιαφερόμενου προσώπου, που ήταν ενώπιον της Ε.Δ.Υ.. Με βάση τα στοιχεία ενώπιον της, βρίσκω ότι ήταν εύλογο στην Ε.Δ.Υ, να θεωρήσει ότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο κατείχε τα προσόντα που απαιτούσε το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης.
Το τελευταίο θέμα που εγείρεται από τους δικηγόρους των αιτητών, αφορά την αιτιολογία της επίδικης απόφασης, η οποία, όπως ισχυρίζονται, είναι ελλειπής. Η αιτιολογία της επίδικης απόφασης βρίσκεται στα πρακτικά των διαφόρων συνεδριάσεων της Ε.Δ.Υ, και ιδιαίτερα της 30/10/90, στα οποία έχει ήδη γίνει αναφορά και ως εκ τούτου θεωρώ τον ισχυρισμό αυτό των αιτητών αβάσιμο.
Είναι επιπλέον ο ισχυρισμός του αιτητή στην υπόθεση 149/91, ότι η επίδικη πράξη πρέπει ν' ακυρωθεί και για τον επιπρόσθετο λόγο ότι η Τμηματική Επιτροπή δεν περιέλαβε τον αιτητή αυτό στις συστάσεις της, παρά το γεγονός ότι ήταν κάτοχος του πρόσθετου προσόντος, χωρίς καμιά αιτιολογία.
Το γεγονός ότι ο αιτητής δε συστήθηκε από την Τμηματική Επιτροπή, δεν μπορεί ν' αποτελέσει στην προκειμένη περίπτωση λόγο ακυρότητας, ενόψει του γεγονότος ότι ο αιτητής αυτός κλήθηκε τελικά από την Ε.Δ.Υ, σε συνέντευξη και ήταν μεταξύ αυτών που λήφθηκαν υπόψη από αυτή για την επιλογή του καλύτερου υποψηφίου.
Εν κατακλείδι, δε βρίσκω τίποτα τα μεμπτό στην επίδικη διαδικασία, και λαμβανομένου υπόψη του γεγονότος ότι πρόκειται για θέση ψηλά στην ιεραρχία, όπου η Ε.Δ.Υ, έχει ευρεία διακριτική ευχέρεια, βρίσκω ότι η επίδικη απόφαση ήταν εύλογα επιτρεπτή στην Ε.Δ.Υ.
Ως αποτέλεσμα, οι παρούσες προσφυγές αποτυγχάνουν και απορρίπτονται.
Καμιά διαταγή για έξοδα.
Οι προσφυγές απορρίπτονται χωρίς έξοδα.