ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1991) 4 ΑΑΔ 3724
20 Νοεμβρίου 1991
[ΚΟΥΡΡΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
SETRAK AGOP ZEYTOUNIAN,
Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΑΛΛΟΥ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 264/89).
Προσφυγή βάσει του άρθρου 146 του Συντάγματος — Λόγοι ακυρώσεως — Πλάνη περί τα πράγματα — Απαιτείται αντικειμενική ανυπαρξία των πραγματικών περιστατικών στα οποία στηρίζεται η πράξη — Απαιτείται όμως και ουσιώδης επίδραση.
Διοικητική Πράξη — Αιτιολογία — Δύναται να βρεθεί στην ίδια την πράξη ή να συμπληρωθεί από τα στοιχεία στους σχετικούς διοικητικούς φακέλους.
Αλλοδαποί — Απαγόρευση εισόδου τους στη δημοκρατία — Πολύ ευρεία η διακριτική ευχέρεια της αρμόδιας αρχής νοουμένου ότι εξετάζει την αίτηση του αλλοδαπού με καλή πίστη.
Ο αιτητής ζήτησε με την προσφυγή του την ακύρωση της άρνησης των καθ' ων η αίτηση να διαγράψουν το όνομά του από τον κατάλογο απαγορευμένων μεταναστών (stop-list). Στα πλαίσια της διαδικασίας ετέθη και προδικαστικό ζήτημα παραδεκτού της προσφυγής σε σχέση με την εκτελεστότητα της προσβαλλόμενης απόφασης.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:
1. Δεν ευσταθεί η θέση του αιτητή ότι η επιστολή των δικηγόρων του, της 13.2.89, περιέχει νέα γεγονότα. Εκείνο που περιέχει αυτή η επιστολή είναι απλός ισχυρισμός ότι ο αιτητής έπεσε θύμα αναληθούς εκθέσεως ή πληροφοριών και όχι νέα γεγονότα τα οποία τέθηκαν ενώπιον της αρμόδιας αρχής για να επανεξετάσει την υπόθεση του αιτητή. Αλλά είναι βάσιμο ότι η μοναδική αίτηση για να διαγραφεί το όνομα του αιτητή από τον κατάλογο απαγορευμένων προσώπων, είναι η επιστολή των δικηγόρων του ημερομηνίας 13.2.89. Ο αιτητής δεν υπέβαλε αίτηση για οποιοδήποτε αίτημα με την επιστολή του που δε φέρει ημερομηνία και που λήφθηκε από την αρμόδια Αρχή στις 26.6.87. Ο αιτητής ζητούσε μόνο να πληροφορηθεί τί χρειαζόταν να πράξει για να μπορεί να εισέρχεται στην Κύπρο ή να διέρχεται από αυτήν και οι καθ' ων η αίτηση με την πεπλανημένη αφετηρία ότι η επιστολή του περιέχει αίτημα για τη διαγραφή του ονόματός του από τον κατάλογο απαγορευμένων μεταναστών, αρνήθηκαν διαγραφή του ονόματός του, με την επιστολή τους ημερομηνίας 16.11.87.
Για τους πιο πάνω λόγους η προδικαστική ένσταση δεν ευσταθεί και απορρίπτεται.
2. Για να υπάρξει πλάνη περί τα πράγματα, απαιτείται αντικειμενική ανυπαρξία των πραγματικών περιστατικών στα οποία στηρίζεται η πράξη. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, ο αιτητής ισχυρίζεται ότι η απόφαση στηρίζεται σε λανθασμένο υπόβαθρο, γιατί σε επιστολή του Διευθυντή του Τμήματος Τελωνείων στον Αρχηγό της Αστυνομίας, αναφέρεται ότι ο αιτητής "πηγαινοέρχεται συχνά στη Βηρυτό και Ιταλία". Όμως, για να υπάρξει πλάνη περί τα πράγματα, απαιτείται η επίδρασή τους να είναι ουσιώδης.
Πράγματι δεν υπάρχουν στοιχεία στο φάκελο ότι ο αιτητής πηγαινοερχόταν στην Ιταλία. Αυτό όμως δεν έχει καμιά σημασία. Ο λόγος της τοποθέτησής του στον κατάλογο απαγορευμένων μεταναστών, δεν ήταν τα ταξίδια του στην Ιταλία, αλλά η ανάμειξή του σε λαθρεμπορικές πράξεις. Συγκεκριμένα, ο αιτητής καταδικάστηκε από τις Τελωνειακές Αρχές σε £1,500 πρόστιμο για απόπειρα εξαγωγής χρυσαφικών, ενώ πρόκειτο να ταξιδέψει στο εξωτερικό στις 22.1.83. Είναι φανερό από το φάκελο της υπόθεσης ότι ο λόγος της τοποθέτησής του στον κατάλογο απαγορευμένων μεταναστών ήταν οι λαθρεμπορικές πράξεις.
3. Σύμφωνα με τη νομολογία, η αιτιολογία μιας πράξης δύναται να βρεθεί στην ίδια την πράξη ή να συμπληρωθεί από τα στοιχεία στους σχετικούς διοικητικούς φακέλους. Στην υπό κρίση υπόθεση, η απόφαση του Λειτουργού Μεταναστεύσεως, είναι πλήρως αιτιολογημένη και η αιτιολογία της βρίσκεται στο φάκελο της υπόθεσης και συμπληρώνεται από το σύνολο των στοιχείων στο διοικητικό φάκελο.
4. Η αρμόδια Αρχή έχει πολύ ευρεία ευχέρεια να απαγορεύσει την είσοδο αλλοδαπών στη Δημοκρατία, νοουμένου ότι εξετάζει την αίτηση του αλλοδαπού με καλή πίστη. Και στην προκειμένη περίπτωση δεν υπάρχουν στοιχεία ότι η αρμόδια Αρχή δεν εξέτασε την αίτηση του αιτητή με καλή πίστη.
Προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Papaleontiou v. Republic (1967) 3 CLR 624·
Loizou v. Republic (1984) 3 CLR 278·
Amanda Marga Ltd v. Republic (1985) 3 CLR 2583·
Suleiman v. Republic (1987) 3 CLR 224·
Karaliotas v. Republic (1987) 3 CLR 1701.
Προσφυγή.
Προσφυγή εναντίον της απόφασης των καθ' ων η αίτηση με την οποία αρνήθηκαν να διαγράψουν το όνομα του αιτητή από τον κατάλογο απαγορευμένων μεταναστών (stop-list).
Α. Χαβιαράς, για τον αιτητή.
Π. Κληρίδης, Ανώτερος Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ' ων η αίτηση.
Cur. adv. vult
ΚΟΥΡΡΗΣ, Δ. ανάγνωσε την ακόλουθη απόφαση. Ο αιτητής με την προσφυγή αυτή ζητά δήλωση του Δικαστηρίου, ότι η απόφαση των καθ' ων η αίτηση που περιέχεται σε επιστολή τους ημερομηνίας 6/3/1989, με την οποία αρνήθηκαν να διαγράψουν το όνομα του αιτητή από τον κατάλογο απαγορευμένων μεταναστών (stop-list) στον οποίο τοποθετήθηκε από τις 10/6/1983 για να του απαγορευθεί η είσοδος στη Δημοκρατία, είναι άκυρη και χωρίς οποιοδήποτε αποτέλεσμα.
Τα γεγονότα σε συντομία είναι τα εξής:-
Ο αιτητής είναι Αρμένιος που γεννήθηκε στη Βηρυτό και είναι Λιβάνιος υπήκοος, κάτοικος Βηρυτού. Στην Κύπρο εισήλθε για πρώτη φορά στις 14/5/1981 μέσω του αερολιμένα Λάρνακας για να αναχωρήσει από την Κύπρο και να επανέλθει εκ νέου στις 24/6/1982 μέσω του ίδιου αερολιμένα, αφού χρησιμοποίησε το Λιβανέζικο διαβατήριο με αριθμό 783237. Στις 28/9/1982 ο αιτητής υπόβαλε αίτηση για τη χορήγηση σ' αυτόν προσωρινής άδειας παραμονής στην Κύπρο, με την ιδιότητα του επισκέπτη. Ταυτόχρονα υπόβαλαν αίτηση για τον ίδιο σκοπό και η σύζυγος και το παιδί του. Ο Λειτουργός Μεταναστεύσεως χορήγησε στον αιτητή και στην οικογένειά του, την προσωρινή άδεια παραμονής στην Κύπρο με την ιδιότητα των επισκεπτών, ημερομηνίας 8/3/1983 και λήξης στις 30/4/1983. Η άδεια αυτή δηλώθηκε ότι θα είναι η τελική.
Στις 7/6/1983 ο Αρχηγός Αστυνομίας με σημείωμά του προς το Λειτουργό Μεταναστεύσεως που ενσωματώθηκε σε έκθεση προς αυτόν του Υπεύθυνου Κλιμακίου Αλλοδαπών Λάρνακας, ημερομηνίας 6/6/1983, ανέφερε ότι συμφωνούσε με την εισήγηση που γινόταν στην εν λόγω έκθεση για τοποθέτηση του ονόματος του αιτητή στον κατάλογο απαγορευμένων μεταναστών για το λόγο ότι ο αιτητής, ενώ πρόκειτο να ταξιδέψει στο εξωτερικό κατά τις 22/1/1983, ερευνήθηκε από τις Τελωνειακές Αρχές και ανευρέθηκαν στην κατοχή του 487 γρ. χρυσού, τα οποία επιχείρησε να εξαγάγει λαθραία. Για την παρανομία του αυτή, ο αιτητής δικάστηκε και καταδικάστηκε από τις Τελωνειακές Αρχές σε £1,500 πρόστιμο, με βάση το άρθρο 178 του περί Τελωνείων και Φόρων Καταναλώσεως Νόμου 82/67, ο δε χρυσός του επιστράφηκε. Τελικά, ο αιτητής έφυγε από την Κύπρο στις 4/6/1983 και έγινε εισήγηση όπως το όνομα του τοποθετηθεί στον κατάλογο απαγορευμένων μεταναστών για να του απαγορευτεί μελλοντικά η είσοδος στην Κύπρο (Τεκμήριο Δ στην ένσταση).
Ο Διευθυντής του Τμήματος Τελωνείων, με επιστολή του ημερομηνίας 6/6/1983, πληροφόρησε τον Αρχηγό Αστυνομίας ότι ο αιτητής πηγαινοέρχεται συχνά στη Βηρυτό και Ιταλία και αποδεδειγμένα ενέχεται σε λαθρεμπορικές πράξεις στην Κύπρο και εισηγείτο όπως μην του επιτραπεί εκ νέου είσοδος στην Κύπρο, διότι η παρουσία του στο νησί είναι επιζήμια για την οικονομία του τόπου (Τεκμήριο Ε στην ένσταση).
Στις 10/6/1983 τοποθετήθηκε το όνομα του αιτητή στον κατάλογο απαγορευμένων μεταναστών για να του απαγορευτεί η είσοδος στην Κύπρο (Τεκμήριο ΣΤ στην ένσταση).
Ο αιτητής με επιστολή του χωρίς ημερομηνία προς το Λειτουργό Μεταναστεύσεως που λήφθηκε στις 26/6/1987, ζητούσε τη συμβουλή των Αρχών σε τί διαβήματα να προβεί για να του επιτραπεί η είσοδος στην Κύπρο ή ακόμη για να μπορεί να χρησιμοποιήσει την Κύπρο ως ενδιάμεσο σταθμό (transit - Τεκμήριο Ζ στην ένσταση). Ο Λειτουργός Μεταναστεύσεως με επιστολές του ημερομηνίας 10/11/1987 και 16/11/1987, πληροφόρησε τον αιτητή ότι η αίτησή του εξετάστηκε πολύ προσεκτικά αλλά δεν έγινε δυνατό να εγκριθεί (Τεκμήριο Η στην ένσταση).
Οι δικηγόροι του αιτητή με επιστολή τους ημερομηνίας 13/2/1989 ζητούσαν από το Λειτουργό Μεταναστεύσεως τη διαγραφή του ονόματος του αιτητή από τον κατάλογο απαγορευμένων μεταναστών, όπως και τους λόγους που οδήγησαν στην τοποθέτησή του στον κατάλογο αυτό (Τεκμήριο Θ στην ένσταση).
Ο Λειτουργός Μεταναστεύσεως, με επιστολή του ημερομηνίας 6/3/89, πληροφόρησε τους δικηγόρους του αιτητή, ότι το όνομα του αιτητή-πελάτη τους τοποθετήθηκε στον κατάλογο απαγορευμένων μεταναστών, για λόγους δημοσίου συμφέροντος (Τεκμήριο Ι στην ένσταση).
Ο δικηγόρος των καθ' ων η αίτηση ισχυρίστηκε ότι η προσβαλλόμενη πράξη στερείται εκτελεστότητας, γιατί είναι βεβαιωτική της πράξης που περιέχεται στις επιστολές των καθ' ων η αίτηση ημερομηνίας 10 και 16/11/87, με την οποία ο αιτητής πληροφορήθηκε ότι το αίτημά του να εισέλθει στην Κύπρο, δεν έγινε αποδεκτό.
Η θέση του δικηγόρου του αιτητή, είναι ότι ο αιτητής δεν υπέβαλε αίτηση για οποιοδήποτε αίτημα, αλλά ζητούσε μόνο να πληροφορηθεί τί χρειαζόταν να πράξει για να μπορεί να εισέρχεται στην Κύπρο ή να διέρχεται από αυτή. Οι καθ' ων η αίτηση χειρίστηκαν την επιστολή του αιτητή (Παράρτημα Ζ στην ένσταση), ως περιέχουσα αίτημα για διαγραφή του ονόματός του από τον κατάλογο απαγορευμένων μεταναστών. Με αυτή την πεπλανημένη αφετηρία, γράφουν στον αιτητή πως το αίτημα του μελετήθηκε προσεκτικά και δεν εγκρίθηκε. Επιπλέον, η επιστολή ημερομηνίας 16/11/87 (Παράρτημα Η της ένστασης), ουδέποτε λήφθηκε από τον αιτητή λόγω της πολεμικής και ανώμαλης κατάστασης στο Λίβανο. Το ίδιο συνέβηκε και με την επιστολή των καθ' ων η αίτηση ημερομηνίας 10/11/87 (επίσης Παράρτημα Η της ένστασης).
Ο δικηγόρος του αιτητή υποστήριξε ότι η μοναδική αίτηση για να διαγραφεί το όνομα του αιτητή από τον κατάλογο απαγορευμένων μεταναστών, είναι η επιστολή των δικηγόρων του, ημερομηνίας 13/2/89 (Παράρτημα Θ της ένστασης). Με αυτή την επιστολή ζητείται να διαγραφεί το όνομα του αιτητή από τον κατάλογο απαγορευμένων μεταναστών και ταυτόχρονα τέθηκαν υπόψη των καθ' ων η αίτηση γεγονότα και υλικό που δεν υπήρχε προηγουμένως. Τούτα συνίσταντο στη δήλωση, στην επιστολή αυτή, ότι ο αιτητής ήταν θύμα αναληθούς εκθέσεως ή πληροφοριών.
Δε συμφωνώ με τη θέση του αιτητή ότι η επιστολή των δικηγόρων του ημερομηνίας 13/2/89 (Παράρτημα Θ στην ένσταση) περιέχει νέα γεγονότα. Εκείνο που περιέχει αυτή η επιστολή είναι απλός ισχυρισμός ότι ο αιτητής έπεσε θύμα αναληθούς εκθέσεως ή πληροφοριών και όχι νέα γεγονότα τα οποία τέθηκαν ενώπιον της αρμόδιας αρχής για να επανεξετάσει την υπόθεση του αιτητή. Αλλά, συμφωνώ με τη θέση του αιτητή ότι η μοναδική αίτηση για να διαγραφεί το όνομα του από τον κατάλογο απαγορευμένων προσώπων, είναι η επιστολή των δικηγόρων του ημερομηνίας 13/2/89. Ο αιτητής δεν υπέβαλε αίτηση για οποιοδήποτε αίτημα με την επιστολή του που δε φέρει ημερομηνία και που λήφθηκε από την αρμόδια Αρχή στις 26/6/87 (Παράρτημα Ζ στην ένσταση). Ο αιτητής ζητούσε μόνο να πληροφορηθεί τί χρειαζόταν να πράξει για να μπορεί να εισέρχεται στην Κύπρο ή να διέρχεται από αυτήν και οι καθ' ων η αίτηση με την πεπλανημένη αφετηρία ότι η επιστολή του περιέχει αίτημα για τη διαγραφή του ονόματος του από τον κατάλογο απαγορευμένων μεταναστών, αρνήθηκαν διαγραφή του ονόματος του, με την επιστολή τους ημερομηνίας 16/11/87 (Παράρτημα Η της ένστασης).
Για τους πιο πάνω λόγους η προδικαστική ένσταση δεν ευσταθεί και απορρίπτεται.
Ο αιτητής στηρίζει την προσφυγή του σε δύο νομικά σημεία, όπως αναφέρει, δηλαδή σε πλάνη περί τα πράγματα και έλλειψη αιτιολογίας.
Για να υπάρξει πλάνη περί τα πράγματα, απαιτείται αντικειμενική ανυπαρξία των πραγματικών περιστατικών στα οποία στηρίζεται η πράξη. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, ο αιτητής ισχυρίζεται ότι η απόφαση στηρίζεται σε λανθασμένο υπόβαθρο, γιατί σε επιστολή του Διευθυντή του Τμήματος Τελωνείων στον Αρχηγό της Αστυνομίας, αναφέρεται ότι ο αιτητής "πηγαινοέρχεται συχνά στη Βηρυτό και Ιταλία" (Παράρτημα Ε στην ένσταση). Όμως, για να υπάρξει πλάνη περί τα πράγματα, απαιτείται η επίδραση τους να είναι ουσιώδης (Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας 1929-1959, σελίδα 268).
Συμφωνώ ότι πράγματι δεν υπάρχουν στοιχεία στο φάκελο ότι ο αιτητής πηγαινοερχόταν στην Ιταλία. Αυτό όμως δεν έχει καμιά σημασία. Ο λόγος της τοποθέτησης του στον κατάλογο απαγορευμένων μεταναστών, δεν ήταν τα ταξίδια του στην Ιταλία, αλλά η ανάμειξη του σε λαθρεμπορικές πράξεις. Συγκεκριμένα, όπως φαίνεται και από το επισυνημμένο έγγραφο, ο αιτητής καταδικάστηκε από τις Τελωνειακές Αρχές σε £1,500 πρόστιμο για απόπειρα εξαγωγής χρυσαφικών, ενώ πρόκειτο να ταξιδέψει στο εξωτερικό στις 22/1/83. Είναι φανερό από το φάκελο της υπόθεσης και κυρίως από τη σημείωση 10 στο Τεκμήριο 1, ότι ο λόγος της τοποθέτησης του στον κατάλογο απαγορευμένων μεταναστών ήταν οι λαθρεμπορικές πράξεις. Ισχυρίζεται επιπλέον ο αιτητής ότι η πράξη στερείται αιτιολογίας. Σύμφωνα με τη Νομολογία, η αιτιολογία μιας πράξης δύναται να βρεθεί στην ίδια την πράξη ή να συμπληρωθεί από τα στοιχεία στους σχετικούς διοικητικούς φακέλους (Papaleontiou v. Republic (1967) 3 CLR 624, Loizou v. Republic (1984) 3 CLR 278).
Στην υπό κρίση υπόθεση, η απόφαση του Λειτουργού Μεταναστεύσεως είναι πλήρως αιτιολογημένη και η αιτιολογία βρίσκεται στο φάκελο της υπόθεσης (Τεκμήριο 1), ιδιαίτερα τα σημειώματα 7,8,9 και 10 και συμπληρώνεται από το σύνολο των στοιχείων στο σχετικό διοικητικό φάκελο.
Η αρμόδια Αρχή έχει πολύ ευρεία ευχέρεια να απαγορεύσει την είσοδο αλλοδαπών στη Δημοκρατία, νοουμένου ότι εξετάζει την αίτηση του αλλοδαπού με καλή πίστη (Βλ. Amanda Marga Ltd. v. Republic (1985) 3 CLR 2583, στη σελίδα 2587, Suleiman v. Republic (1987) 3 CLR 224, στη σελίδα 226 και Karaliotas v. Republic (1987) 3 CLR 1701, στη σελίδα 1705). Και στην προκειμένη περίπτωση δεν υπάρχουν στοιχεία ότι η αρμόδια Αρχή δεν εξέτασε την αίτηση του αιτητή με καλή πίστη.
Για όλους τους πιο πάνω λόγους, κρίνω ότι η απόφαση του Λειτουργού Μεταναστεύσεως ήταν λογικά εφικτή. Η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται, με έξοδα σε βάρος του αιτητή. Τα έξοδα να υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή.
Προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα σε βάρος του αιτητή