ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1991) 4 ΑΑΔ 3652
13 Νοεμβρίου, 1991
[ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΦΑΙΔΡΑ ΠΑΠΑΔΑΚΗ ΛΤΔ,
Αιτητές,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΑΛΛΟΥ,
Καθ' ων η Αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 149/86).
Αναθεωρητική Δικαιοδοσία — Δικαστικός Έλεγχος — Επέμβαση Δικαστηρίου — Έλεγχος νομιμότητας της διοικητικής πράξης και υπέρβασης των άκρων ορίων της διακριτικής εξουσίας της διοίκησης — Επέμβαση του Δικαστηρίου μόνο όταν διαπιστωθεί πλάνη περί τα πράγματα ή το Νόμο ή υπέρβαση ή κατάχρηση εξουσίας.
Φορολογία Εισοδήματος — Παρουσίαση λογαριασμών — Έκταση δέσμευσης — Ο Έφορος δεν δεσμεύεται από τον τρόπο παρουσίασης των λογαριασμών του φορολογούμενου.
Φορολογία Εισοδήματος — Εμπορία γης — Ο χρόνος ιδιοκτησίας είναι σχετικός και βαρύνει ως προς τον ισχυρισμό ότι το επίδικο ακίνητο ήταν κεφαλαιουχικό στοιχείο και όχι στοιχείο κυκλοφορούντος ενεργητικού — Δεν αποκλείει όμως την περίπτωση η κατοχή του ακινήτου για μακρύ χρονικό διάστημα να οφείλετο στην επιδίωξη εξεύρεσης της πλέον συμφέρουσας τιμής πώλησης.
Οι αιτητές προσέβαλαν με την προσφυγή τους την απόφαση των καθ' ων η αίτηση με την οποία φορολογήθηκε το κέρδος που προέκυψε από πώληση κτήματός τους.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:
(1) Η εξουσία του Αναθεωρητικού Δικαστηρίου περιορίζεται στον έλεγχο της νομιμότητας της διοικητικής πράξης και τη διακρίβωση κατά πόσο η διοίκηση υπερέβηκε τα ακραία όρια της διακριτικής της εξουσίας και δεν επεμβαίνει όταν η επίδικη απόφαση ήταν εύλογα επιτρεπτή στην κρίση του διοικητικού οργάνου εκτός αν φανεί ότι υπήρξε πλάνη περί τα πράγματα ή το Νόμο ή υπέρβαση ή κατάχρηση εξουσίας.
(2) Το πώς παρουσιάζονται ή χαρακτηρίζονται τα επίδικα κτήματα από τους ιδιοκτήτες τους, στην παρούσα περίπτωση τους αιτητές και την κα. Παπαδάκη, είναι μεν ενδεικτικό χωρίς όμως να είναι αποφασιστικής ή βαρύνουσας σημασίας, δεδομένου ότι ο Έφορος δεν δεσμεύεται από τον τρόπο παρουσίασης των λογαριασμών του φορολογούμενου.
(3) Η αιτήτρια εταιρεία και η κα. Παπαδάκη ασχολούνταν με την εμπορία γης. Δεν φαίνεται να έχει προκύψει ποτέ οποιοδήποτε εισόδημα από τα επίδικα κτήματα. Ο χρόνος ιδιοκτησίας ναι μεν είναι σχετικός αλλά δεν αποκλείει την περίπτωση που η περιουσία παραμένει στα χέρια του ιδιοκτήτη για κάποιο χρονικό διάστημα με σκοπό την εξεύρεση της πλέον συμφέρουσας τιμής πωλήσεως.
Ενόψει των γεγονότων η επίδικη απόφαση ήταν εύλογα επιτρεπτή, μέσα στα όρια της διακριτικής ευχέρειας του Εφόρου.
Προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Georghiades v. Republic (1982) 3 CLR 659·
Cayser, brine & Co Ltd v. Commissioners of Inland Revenue, 24 T.C. 491·
Granville Building Co Ltd v. Oxby (H.M. Inspector of Taxes), 3 T.C. 245·
River Estates Ltd v. Republic (1986) 3 CLR 2575·
Προσφυγή.
Προσφυγή εναντίον απόφασης του καθ' ου η αίτηση με την οποία θεώρησε ως υποκείμενο σε φόρο κέρδος που πραγματοποιήθηκε από την αιτήτρια από πώληση κτημάτων της.
Χρ. Τριανταφυλλίδης, για την αιτήτρια.
Γ. Λαζάρου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ' ων η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗΣ, Δ. ανάγνωσε την ακόλουθη απόφαση. Με την παρούσα προσφυγή η αιτήτρια εταιρεία προσβάλλει την απόφαση του καθ' ου η αίτηση Έφορου να θεωρήσει ως υποκείμενο σε φόρο κέρδος που πραγματοποιήθηκε από αυτήν κατά τη διάρκεια του φορολογικού έτους 1977 (76) και 1978 (77) από την πώληση κτημάτων, των υπ' αρ. εγγραφής 19069, 19070 και 19073 στην Αγία Φύλαξη, του υπ' αρ. εγγραφής 2900 στις Πλάτρες και του υπ' αρ. εγγραφής 22860 στα Κάτω Πολεμίδια, και επίσης του κέρδους που πραγματοποιήθηκε από αυτήν κατά την πώληση ακίνητης περιουσίας που είχε δωρηθεί σ' αυτήν το 1974 από την κα. Φαίδρα Παπαδάκη.
Οι αιτητές είναι ιδιωτική εταιρεία περιορισμένης ευθύνης μεταξύ των σκοπών της οποίας ήταν η απόκτηση ακίνητης περιουσίας της κας. Φαίδρας Παπαδάκη και η εμπορία γης.
Κατά τον ουσιώδη χρόνο το εισόδημα των αιτητών προήρχετο από ενοίκια, τόκους και από την εμπορία γης.
Οι αιτητές υπέβαλαν φορολογικές δηλώσεις για το 1976 και το 1977 στις 15/9/1977 και 17/4/1979 αντίστοιχα. Εναντίον των σχετικών φορολογιών που τους επιβλήθηκαν από τον Έφορο, οι αιτητές υπέβαλαν ενστάσεις.
Οι λογαριασμοί των αιτητών για το 1976 εξετάστηκαν από τον Έφορο το 1978 οπόταν διαφάνηκε ότι ποσό £11,060.-, που κατά τη γνώμη του αποτελούσε κέρδος από την πώληση ακίνητων, δεν είχε δηλωθεί ως τέτοιο από τους αιτητές αλλά είχε περιληφθεί ως περιουσιακό στοιχείο στο πάγιο ενεργητικό, χωρίς να υποβληθούν οποιεσδήποτε λεπτομέρειες για τις πωλήσεις από τις οποίες προέκυψε το κέρδος αυτό, και με επιστολή του ημερ. 3/3/1978 ζήτησε από τους αιτητές σχετικές λεπτομέρειες. Μετά από διάφορες υπενθυμήσεις οι αιτητές απάντησαν με επιστολή του Φορολογικού τους Συμβούλου, ημερ. 18/4/1979 στην οποίαν υπέβαλαν την πρόταση όπως η εταιρεία φορολογείται "... επί του εκ της πωλήσεως κτημάτων δωρηθέντων εις αυτήν υπό της κας. Φαίδρας Παπαδάκη ποριζομένου κέρδους" υπό τον όρον ότι το "κέρδος εκ της πωλήσεως υπό της εταιρείας κτημάτων ταξινομηθέντων... ως κτήματα κατεχόμενα ως πάγιον ενεργητικόν υπό της κας. Φαίδρας Παπαδάκη" δεν θα υπόκεινται σε φορολογία. Επίσης με επιστολή των Ελεγκτών τους ημερ. 19/4/1979 ισχυρίστηκαν ότι το πιο πάνω κέρδος δεν υπόκειτο σε φορολογία ως μέρος των πάγιων περιουσιακών στοιχείων τόσο της δωρήτριας όσο και της εταιρείας τα οποία είχαν αποκτηθεί από τη δωρήτρια προς το σκοπό επένδυσης και όχι για μεταπώληση.
Ο Έφορος με επιστολή του ημερ. 22/9/1981 ζήτησε από τους αιτητές συμπληρωματικές πληροφορίες σχετικές με τους λογαριασμούς του 1976,1977 έως 1979 οι οποίες δόθηκαν με επιστολή ημερ. 19/10/1981.
Ο Έφορος στις 2/11/1985 τροποποίησε τον υπολογισμό του φορολογητέου εισοδήματος των αιτητών και απέστειλε σ' αυτούς τις σχετικές Ειδοποιήσεις Επιβολής Φορολογίας και αναθεωρημένες Φορολογίες εναντίον της οποίας απόφασης καταχωρήθηκε η παρούσα προσφυγή.
Στη σχετική αίτηση τους ισχυρίστηκαν ότι τα κέρδη που προέκυψαν από την πώληση της ακίνητης περιουσίας που δωρήθηκε σ' αυτούς από την κα. Παπαδάκη το 1974 αποτελεί κέρδος από τη διάθεση κεφαλαιουχικού στοιχείου το οποίο κέρδος δεν υπόκειται σε φορολογία, και ότι δεν είναι στοιχείο κυκλοφορούντος ενεργητικού (trading stock), γεγονός που είναι φανερόν και από το μεγάλο χρονικό διάστημα που η περιουσία αυτή ανήκε στην κα. Παπαδάκη πριν αυτή τη δωρήσει στους αιτητές, δηλαδή από το 1955 μέχρι το 1974.
Το βασικό ερώτημα που πρέπει να απαντηθεί είναι κατά πόσο ήταν εύλογα επιτρεπτό στον καθ' ου η αίτηση Έφορο να θεωρήσει το πιο πάνω κέρδος ως κέρδος από διάθεση στοιχείων κυκλοφορούντος ενεργητικού (trading profit) που υπόκειται σε φορολογία.
Η εξουσία του Αναθεωρητικού Δικαστηρίου περιορίζεται στον έλεγχο της νομιμότητας της διοικητικής πράξης και τη διακρίβωση κατά πόσο η Διοίκηση υπερέβηκε τα ακραία όρια της διακριτικής της εξουσίας και δεν επεμβαίνει όταν η επίδικη απόφαση ήταν εύλογα επιτρεπτή στην κρίση του διοικητικού οργάνου εκτός αν φανεί ότι υπήρξε πλάνη περί τα πράγματα ή το Νόμο ή υπέρβαση ή κατάχρηση εξουσίας (βλ. Georghiades v. Republic (1982) 3 C.L.R. 659, Athinoulla Th. Ieronymides v. Republic (1988) 3 C.L.R. 2657).
Όπως αναφέρθηκε πιο πάνω, οι αιτητές είναι κτηματική εταιρεία που συστάθηκε προς το σκοπό την απόκτηση της ακίνητης περιουσίας της κας. Παπαδάκη και επίσης σύμφωνα με τις πρόνοιες του καταστατικού της, γενικό την εμπορία ακινήτων. Το γεγονός αυτό είναι αποφασιστικής σημασίας (Βλέπε Cayser, Irvine & Co. Ltd. v. Commissioners of Inland Revenue, 24 T.C. 491 στη σελ. 496).
To πώς παρουσιάζονται ή χαρακτηρίζονται τα επίδικα κτήματα από τους ιδιοκτήτες τους, στην παρούσα περίπτωση τους αιτητές και την κα. Παπαδάκη, είναι μεν ενδεικτικό χωρίς όμως να είναι αποφασιστικής ή βαρύνουσας σημασίας, δεδομένου ότι ο Έφορος δε δεσμεύεται από τον τρόπο παρουσίασης των λογαριασμών του φορολογούμενου (βλέπε Granville Building Co. Ltd. v. Oxby (H.M. Inspector of Taxes), 3 T.C. 245, River Estates Ltd. v. Republic (1986) 3 C.L.R. 2575).
Από τα γεγονότα που ήταν ενώπιον του Έφορου προκύπτει ότι η κα. Παπαδάκη ασχολείτο με την εμπορία γης. Η αιτήτρια εταιρεία σύμφωνα με το καταστατικό της ασχολείται επίσης με την εμπορία γης, συστάθηκε δε κατά. κύριο λόγο για την απόκτηση της ακίνητης περιουσίας της κας. Παπαδάκη.
Επίσης δε φαίνεται να έχει προκύψει ποτέ οποιοδήποτε εισόδημα από τα επίδικα κτήματα.
Το γεγονός ότι τα επίδικα κτήματα παρέμειναν στην κατοχή της κας. Παπαδάκη για μεγάλο χρονικό διάστημα δεν συνηγορεί υπέρ του συμπεράσματος ότι ήταν στοιχεία πάγιου ενεργητικού και ότι δεν είχαν αποκτηθεί για σκοπούς εμπορίας αλλά ως επένδυση γιατί ο χρόνος ιδιοκτησίας ναι μεν είναι σχετικός αλλά δεν αποκλείει την περίπτωση που η περιουσία παραμένει στα χέρια του ιδιοκτήτη για κάποιο χρονικό διάστημα με σκοπό την εξεύρεση της πλέον συμφέρουσας τιμής πωλήσεως.
Για τους πιο πάνω λόγους καταλήγω στο συμπέρασμα ότι ενόψει των γεγονότων η επίδικη απόφαση ήταν εύλογα επιτρεπτή, μέσα στα όρια της διακριτικής εξουσίας του Έφορου και συνεπώς δεν υπάρχει οποιοσδήποτε λόγος επέμβασης από το Δικαστήριο στην επίδικη απόφαση η οποία επικυρώνεται.
Η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται.
Οι αιτητές να πληρώσουν τα έξοδα.
Τα έξοδα να υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή.
Προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα σε βάρος των αιτητών.