ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1991) 4 ΑΑΔ 3308
15 Οκτωβρίου, 1991
[ΣΤΥΛΙΑΝΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΒΑΘΟΥΛΛΑ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ ΠΡΟΣΩΠΙΚΩΣ ΚΑΙ/Η ΩΣ ΚΗΔΕΜΟΝΑΣ ΤΩΝ ΑΝΗΛΙΚΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ ΤΗΣ ΚΩΣΤΑ ΚΑΙ ΝΙΚΟΛΑ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ,
Αιτήτρια,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΕΦΟΡΟΥ
ΦΟΡΟΥ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ,
Καθ' ων η Αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 580/90).
Φορολογία Εισοδήματος — Σύνταξη χηρείας —Αποτελεί φορολογητέο εισόδημα — Η αύξηση της λόγω ανήλικων εξαρτωμένων δεν την μετατρέπει σε επίδομα ορφανίας — Μετά την έκδοση του περί Φορολογίας τον Εισοδήματος (Τροποποιητικού ) Νόμου τον 1990 (Ν. 77/90) συντάξεις χηρείας απαλλάσσονται τον φόρου — Η απόφαση του Εφόρου ήταν ορθή γιατί αφορούσε τα έτη 1985 -1988 — Διακριτική ευχέρεια τον Εφόρου για παραχωρήσεις λόγω σκληρότητας.
Το κύριο θέμα της παρούσας προσφυγής ήταν κατά πόσο ορθά ή όχι ο Έφορος πρόσθεσε στον υπολογισμό του φορολογητέου εισοδήματος της αιτήτριας για τα έτη 1985 -1988 τα ποσά της σύνταξης χηρείας που κάθε χρόνο πληρώνονταν στην αιτήτρια από το Ταμείο Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
Ο δικηγόρος της αιτήτριας ισχυρίστηκε πως η σύνταξη της δεν ενέπιπτε στον ορισμό "κερδαινόμενο εισόδημα" αλλά περιείχε επίδομα ορφανίας που καταβαλλόταν για τις ανάγκες των ανήλικων παιδιών της.
Ο δικηγόρος του Εφόρου εισηγήθηκε πως η σύνταξη από το Ταμείο Κοινωνικών Ασφαλίσεων είναι πηγή φορολογήσιμου εισοδήματος, σύμφωνα με το άρθρο 5 (1) (ε) των περί Φορολογίας του Εισοδήματος Νόμων του 1961 έως 1988, και συνιστά κερδαινόμενο εισόδημα σύμφωνα με τον ορισμό που δίδεται στο Άρθρο 2 του Νόμου γιατί χορηγείται για "παρωχημένας μισθωτάς υπηρεσίας".
Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:
(1) Η σύνταξη χηρείας προβλέπεται και διέπεται από το Άρθρο 39 των περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμων του 1980 έως 1989. Το επίδομα ορφανίας είναι εντελώς διαφορετική παροχή και προβλέπεται από το Άρθρο 40 όπως έχει αντικατασταθεί από το Άρθρο 4 του Νόμου 199/87.
Η αιτήτρια είναι δικαιούχος της σύνταξης και η αύξηση του ποσού της σύνταξης, λόγω της ύπαρξης των δύο εξαρτωμένων ανήλικων παιδιών της, δεν μετατρέπει οποιοδήποτε μέρος της σε επίδομα ορφανίας.
Το ότι ο αποθανών σύζυγος ήταν αυτοεργοδοτούμενος δεν αλλάζει τη φύση της παροχής που είναι σύνταξη. Η σύνταξη είναι φορολογήσιμο εισόδημα βάσει του άρθρου 5 (1) (ε) του Νόμου που έχει προεκταθεί. Όταν βέβαια θεσπίστηκε ο βασικός περί Φορολογίας του Εισοδήματος Νόμος οι συντάξεις χηρείας από τις Κοινωνικές Ασφαλίσεις στις περιπτώσεις αυτοεργοδοτημένων ήταν ανύπαρκτες. Ο όρος όμως "οιαδήποτε συντάξεις" συνεχίζει να έχει την ίδια έννοια σήμερα όπως και το χρόνο που άρχισε να ισχύει ο Νόμος.
(2) Μέχρι το 1990 οι συντάξεις οποιασδήποτε φύσης δεν καλύπτονταν από το Άρθρο 8 του Νόμου που προβλέπει σημαντικό αριθμό πηγών εισοδήματος που απαλλάττονται του φόρου. Με τον περί Φορολογίας του Εισοδήματος (Τροποποιητικός) Νόμο του 1990 (Ν. 77/90) όμως οι συντάξεις χηρείας απαλλάτονται φόρου. Οι επίδικες αποφάσεις όμως του Εφόρου αναφέρονται στα φορολογικά έτη 1985 - 1988. Το ποσόν της σύνταξης χηρείας είναι πηγή εισοδήματος που δεν απαλλάττεται του φόρου αλλά εμπίπτει στον όρο "κερδαινόμενο εισόδημα" για τους σκοπούς του Άρθρου 21 του Νόμου. Η απόφαση του Εφόρου δεν είναι αντίθετη με το νόμο ούτε αποτελεί υπέρβαση ή κατάχρηση εξουσίας.
(3) Ο Έφορος έχει διακριτική ευχέρεια να προβαίνει σε παραχωρήσεις, όπου η εφαρμογή του Νόμου οδηγεί σε σκληρότητα χωρίς αυτό να ισοδυναμεί με φοροαποφυγή. Ενόψει μάλιστα της τροποποίησης του Νόμου 77/90 εναπόκειται στον Έφορο να αποφασίσει κατά πόσο η υπόθεση εμπίπτει στα πλαίσια της διακριτικής του ευχέρειας για παραχωρήσεις.
Προσφυγή απορρίπτεται χωρίς έξοδα.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Sharpe v. Wakefield [1888] 22 Q.B.D. 239·
Chapman v. Kirke [1948] 2 K.B. 450·
Mazmanian v. Δημοκρατίας (Προσφυγή Αρ. 510/88 ημερ. 23/12/1989)·
Hellenic Bank Ltd v. Republic (1987) 3 C.L.R. 1619.
Προσφυγή.
Προσφυγή εναντίον της φορολογίας εισοδήματος που επιβλήθηκε στην αιτήτρια για τα φορολογικά έτη 1985 -1988.
Ε. Ευσταθίου, για την αιτήτρια.
Γ. Λαζάρου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ' ων η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΣΤΥΛΙΑΝΙΔΗΣ, Δ. ανάγνωσε την ακόλουθη απόφαση. Η αιτήτρια με την προσφυγή αυτή ζητά την ακύρωση των αποφάσεων του Εφόρου Φόρου Εισοδήματος, (ο "Έφορος"), αναφορικά με φορολογία του εισοδήματος της για τα φορολογικά έτη 1985-1988.
Η αιτήτρια εργάζεται στις Κυπριακές Αερογραμμές και είναι μητέρα δύο ανήλικων παιδιών. Το εισόδημά της τα έτη 1985-1988 προερχόταν από τις μισθωτές υπηρεσίες της.
Η αιτήτρια, με βάση τους περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμους, μετά το θάνατο του συζύγου της, ο οποίος ήταν αυτοεργοδοτούμενος, δικαιούται σε σύνταξη χηρείας.
Ο Έφορος πρόσθεσε στον υπολογισμό του φορολογητέου εισοδήματος της αιτήτριας τα ποσά της σύνταξης χηρείας που κάθε χρόνο πληρώνονταν στην αιτήτρια.
Η αιτήτρια υπέβαλε ενστάσεις, οι οποίες όμως απορρίφθηκαν, με την αιτιολογία ότι ορθά φορολογήθηκε η σύνταξη χηρείας της σύμφωνα με το Άρθρο 5(1)(ε) των περί Φορολογίας του Εισοδήματος Νόμων του 1961 έως 1988.
Το ζήτημα που εγείρεται είναι εάν τα ποσά της παροχής σύνταξης χηρείας από το Ταμείο Κοινωνικών Ασφαλίσεων είναι φορολογήσιμο εισόδημα.
Ο δικηγόρος της αιτήτριας ισχυρίστηκε ότι η σύνταξή της δεν εμπίπτει στον ορισμό "κερδαινόμενο εισόδημα". Περιέχει επίδομα ορφανίας που καταβάλλεται για τις ανάγκες των ανήλικων παιδιών της. Η απόφαση του Εφόρου είναι αντίθετη με το νόμο, είναι προϊόν υπέρβασης και/ή κατάχρησης εξουσίας και παραβιάζει τις πρόνοιες της παραγράφου 1 του Άρθρου 24 του Συντάγματος.
Ο δικηγόρος του Εφόρου εισηγήθηκε ότι η σύνταξη από το Ταμείο Κοινωνικών Ασφαλίσεων είναι πηγή φορολογήσιμου εισοδήματος, σύμφωνα με το Άρθρο 5(1)(ε) των περί Φορολογίας του Εισοδήματος Νόμων του 1961 έως (Αρ. 5) του 1988, (Αρ. 58/61, 4/63, 21/66, 60/69, 47/73, 37/75, 12/76, 15/77, 8/79, 40/79, 24/81, 41/83, 33/84, 76/84, 14/85, 73/85, 180/86, 163/87, 301/87, 26/88, 109/88, 133/88, 173/88 και 233/88), (ο "Νόμος"), και συνιστά κερδαινόμενο εισόδημα σύμφωνα με τον ορισμό που δίδεται στο Άρθρο 2 του Νόμου, γιατί χορηγείται για "παρωχημένας μισθωτός υπηρεσίας".
Εν πάση περιπτώσει, ο όρος "κερδαινόμενο εισόδημα" είναι σχετικός μόνο με την έκπτωση που παραχωρείται από το Άρθρο 21 του Νόμου.
Το Άρθρο 5(1)(ε) του Νόμου έχει:-
"5(1) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου, δι' έκαστον φορολογικόν έτος επιβάλλεται, βάσει φορολογικών συντελεστών ειδικώτερον εν τοις εφεξής καθοριζομένων, φόρος επί του εισοδήματος εκ των κατωτέρω αναφερομένων πηγών παντός προσώπου, του κτωμένου ή προκύπτοντος εν τη Δημοκρατία ή αποστελλομένου και λαμβανομένου εις την Δημοκρατίαν εκ των κατωτέρω αναφερομένων πηγών, ήτοι:-
(α)...................................
(β).........
(γ).........
(δ).........
(ε) οιαιδήποτε συντάξεις, ποσά εισοδήματος πληρωτέα δυνάμει αποφάσεως του δικαστηρίου ή όρου τεθέντος εν διαθήκη ή συμβάσει, ως και ετήσιαι ισόβιοι ή δι' ωρισμένην περίοδον καταβαλλόμενοι πρόσοδοι*"
"Κερδαινόμενον εισόδημα" ορίζεται στο Άρθρο 2 του Νόμου ως:-
'"κερδαινόμενον εισόδημα' σημαίνει παν εισόδημα κτώμενον εξ οιασδήποτε εμπορικής ή βιομηχανικής επιχειρήσεως, εκ της ασκήσεως επιτηδεύματος ή βιοτεχνίας τινός, εξ ελευθερίου ή άλλου τινός επαγγέλματος, εκ μισθωτών υπηρεσιών, συντάξεων ή άλλων ετησίων προσόδων καταβαλλομένων λόγω ή αναφορικούς προς παρωχημένας μισθωτός υπηρεσίας·"
Η σύνταξη χηρείας προβλέπεται και διέπεται από το Άρθρο 39 των περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμων του 1980 έως 1989 (Αρ. 41/80,48/82, 11/83, 7/84, 10/85, 116/85, 4/87,199/87,214/87,68/88,96/89).
Το επίδομα ορφανίας είναι εντελώς διαφορετική παροχή και προβλέπεται από το Άρθρο 40, όπως έχει αντικατασταθεί από το Άρθρο 4 του Νόμου 199/87.
Η αιτήτρια είναι δικαιούχος της σύνταξης και η αύξηση του ποσού της σύνταξης, λόγω της ύπαρξης των δύο εξαρτωμένων ανηλίκων παιδιών της, δεν μετατρέπει οποιοδήποτε μέρος της σε επίδομα ορφανίας.
Ο αποθανών σύζυγος της αιτήτριας ήταν αυτοεργοδοτούμενος. Το γεγονός τούτο δεν αλλάσσει τη φύση της παροχής - είναι σύνταξη. Η σύνταξη είναι φορολογήσιμο εισόδημα, σύμφωνα με το Άρθρο 5(1)(ε) του Νόμου που έχει προεκτεθεί. Η φράση "καταβαλλομένων λόγω ή αναφορικώς προς παρωχημένος μισθωτάς υπηρεσίας" προσδιορίζει και αναφέρεται στη φράση "άλλων ετησίων προσόδων" και όχι των συντάξεων.
Είναι κανόνας της ερμηνείας των νόμων ότι οι λέξεις έχουν την έννοια που είχαν κατά το χρόνο της θέσπισης της κρινόμενης νομοθεσίας. Πρέπει να ερμηνεύονται ως εάν να διαβάζονται την ημέρα που ακολουθεί την ψήφιση του νόμου. (Βλ. Sharpe v. Wakefield [1888] 22 Q.B.D. 239· Chapman v. Kirke [1948] 2 K.B. 450, σελ. 452.)
Οι συντάξεις χηρείας από τις Κοινωνικές Ασφαλίσεις, στις περιπτώσεις αυτοεργοδοτουμένων, ήταν ανύπαρκτες το 1961, όταν ο βασικός περί Φορολογίας του Εισοδήματος Νόμος θεσπίστηκε. Ο όρος όμως "οιαιδήποτε συντάξεις" είχε και συνεχίζει να έχει την ίδια έννοια σήμερα, όπως και το χρόνο που άρχισε να ισχύει ο Νόμος.
Οι Κοινωνικές Ασφαλίσεις στην Κύπρο εξελίχθηκαν με διάφορες νομοθεσίες: Με τον περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμον του 1956, (Αρ. 31/56), που τέθηκε σε ισχύ στις 7 Ιανουαρίου, 1957, τον περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμον του 1964, (Αρ. 2/64), τον περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμον του 1972, (Αρ. 106/72) και, τελικά, τον περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμον του 1980, (Αρ. 41/80). Σε όλα τα στάδια οι Νόμοι πρόβλεπαν επίδομα χηρείας. Η διαφορά είναι ότι στα αρχικά στάδια της νομοθεσίας οι κοινωνικές ασφαλίσεις περιορίζονταν στους μισθωτούς, αργότερα δε επεκτάθηκαν και στους αυτοεργοδοτούμενους. Το γεγονός όμως τούτο δεν ασκεί επιρροή στην παρούσα υπόθεση.
Το Άρθρο 8 του Νόμου προβλέπει σημαντικό αριθμό πηγών εισοδήματος που απαλλάττονται του φόρου.
Μέχρι το 1990 οι συντάξεις οποιασδήποτε φύσης δεν καλύπτονταν από το Άρθρο 8. Με τον περί Φορολογίας του Εισοδήματος (Τροποποιητικός) Νόμο του 1990, (Αρ. 77/90), που θεσπίστηκε ύστερα από πρόταση νόμου, συντάξεις χηρείας δυνάμει οποιουδήποτε εγκεκριμένου υπό του Εφόρου σχεδίου συνταξιοδοτήσεως απαλλάττονται φόρου. Η πρόνοια αυτή προστέθηκε στο τέλος της παραγράφου (στ) του Άρθρου 8.
Ο σκοπός του Νόμου του 1990 είναι πρόδηλος - κοινωνική δικαιοσύνη σε πολιτεία ευημερίας.
Οι επίδικες αποφάσεις του Εφόρου αναφέρονται στα φορολογικά έτη 1985-1988. Το ποσόν της σύνταξης χηρείας είναι πηγή φορολογήσιμου εισοδήματος που δεν απαλλάσσεται από την πληρωμή φόρου, αλλά μόνο εμπίπτει στον όρο "κερδαινόμενο εισόδημα", για τους σκοπούς του Άρθρου 21 του Νόμου.
Η απόφαση του Εφόρου δεν είναι αντίθετη με το νόμο και ούτε αποτελεί υπέρβαση ή κατάχρηση εξουσίας.
Το Δικαστήριο δεν έχει ικανοποιηθεί ότι η περίληψη της σύνταξης χηρείας στο φορολογήσιμο εισόδημα είναι αντίθετη ή ασύμφωνη με το Άρθρο 24.1 του Συντάγματος, που προβλέπει ότι καθένας έχει υποχρέωση να συνεισφέρει στα δημόσια βάρη ανάλογα με τις δυνάμεις του. Χρήσιμη αναφορά για την πρόνοια αυτή του Συντάγματος μπορεί να γίνει στην υπόθεση Angele Mazmanian ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Υπόθεση Αρ. 510/88, (Απόφαση δόθηκε στις 23 Δεκεμβρίου, 1989, δε δημοσιεύτηκε ακόμα).
Η προσφυγή θα απορριφθεί.
Σύνταξη χηρείας δικαιούνται πρόσωπα που έχουν και μεγάλο εισόδημα και μικρό, ή κανένα εισόδημα.
Η σύνταξη χηρείας, στην παρούσα περίπτωση, αποτελεί αναγκαίο συμπλήρωμα του χαμηλού μισθού της αιτήτριας, για να μπορέσει να αντιμετωπίσει τα οικογενειακά βάρη μετά την απώλεια του συζύγου της και πατέρα των παιδιών της. Ως μέτρο δικαιοσύνης ψηφίστηκε ο Νόμος 77/90.
Ο Έφορος έχει διακριτική ευχέρεια να προβαίνει σε παραχωρήσεις, όπου η εφαρμογή του Νόμου οδηγεί σε σκληρότητα (harshness), χωρίς όμως αυτό να ισοδυναμεί με φοροαποφυγή. (Βλ. Hellenic Bank Ltd. v. Republic (1987) 3 C.L.R. 1619).
Εναπόκειται στον Έφορο να αποφασίσει εάν η υπόθεση της παρούσας αιτήτριας ευρίσκεται μέσα στα πλαίσια της διακριτικής του ευχέρειας - όπως αυτή καθορίστηκε στην υπόθεση Hellenic Bank (ανωτέρω) - για παραχωρήσεις, ενόψει μάλιστα και της τροποποίησης του Νόμου με το Νόμο 77/90.
Η προσφυγή απορρίπτεται. Οι προσβαλλόμενες αποφάσεις επικυρώνονται. Καμιά διαταγή για έξοδα.
Προσφυγή απορρίπτεται χωρίς έξοδα.