ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αρχείο σε μορφή PDF - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(1991) 4 ΑΑΔ 1188

28 Μαρτίου, 1991

[ΣΤΥΛΙΑΝΙΔΗΣ, Δ/στής]

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

ΑΘΗΝΟΥΛΛΑ ΤΑΜΑΣΙΟΥ,

Αιτήτρια,

ν.

ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ, ΔΙΑ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,

Καθ' ων η αίτηση.

(Υπόθεση Αρ. 1133/90).

Σύνταγμα — Άρθρα 23.4(α) και 23.8(α) — Οι προβλεπόμενες προθεσμίες είναι καθοδηγητικές — Οι Νόμοι περί Αναγκαστικής Απαλλοτριώσεως και Επιτάξεως Ιδιοκτησίας, 15/62 και 21/62 αντίστοιχα, δεν είναι αντισυνταγματικοί: πόρισμα της Evrydiki Aspri and The Republic (Council of Ministers) 4 R.S.C.C. 57.

Επίταξη — Οι περί Αναγκαστικής Απαλλοτριώσεως και Επιτάξεως Ιδιοκτησίας Νόμοι, Ν 15/62 και 21/62 — Προσωρινό και εξαιρετικό μέτρο η επίταξη — Μόνιμο μέτρο η αναγκαστική απαλλοτρίωση — Αντιπαραβολή και περιεχόμενο — Ο περιορισμός της διάρκειας της επίταξης σε τρία χρόνια — Έννοια/Συνέπειες—Δυνατή η έναρξη εκτέλεσης έργον δημόσιας ωφέλειας με απλή επίταξη — Παρεχόμενη προστασία — Υπαγωγή και βελτιωτικών έργων δρόμων σε αυτή τη δυνατότητα.

Διοικητική Πράξη — Εκτελεστή — Είναι η πράξη με την οποία η βούληση της Διοίκησης γίνεται γνωστή για ένα θέμα — Σκοπό έχει την παραγωγή εννόμου αποτελέσματος έναντι του διοικουμένου και συνεπάγεται την άμεση εκτέλεσή της — Δεν συνιστούν εκτελεστή διοικητική πράξη οι απλές πράξεις εκτελέσεως οι οποίες δεν είναι κατά συνέπεια επιδεκτικές αναθεωρήσεως.

Προσφυγή βάσει του άρθρου 146 του Συντάγματος — Προθεσμία — Η προβλεπόμενη στην παράγραφο 3 του άρθρου 146 προθεσμία των 75 ημερών είναι επιτακτική και ανελαστική — Μόνο μέσα σε αυτήν μπορεί να προσβληθεί εκτελεστή διοικητική πράξη — Μετρά από την ημέρα δημοσίευσης της πράξης ή απόφασης.

Η αιτήτρια ζήτησε, με την προσφυγή της, την ακύρωση της πράξης και/ή ενέργειας των καθ' ων η αίτηση να προβούν σε εκσκαφές, κατεδάφιση μέρους των κτιρίων και αλλαγή του υψομέτρου της περιουσίας της στην Κάτω Λακατάμια. Οι ενέργειες αυτές είχαν προβλεφθεί σε σχέδιο ρυμοτομίας για σκοπούς διαπλάτυνσης και ευθυγράμμισης, μεταξύ άλλων, της Λεωφόρου Μακαρίου Γ', στην οποία εφάπτεται το κρίσιμο τεμάχιο της αιτήτριας, εναντίον του οποίου σχεδίου ρυμοτομίας η αιτήτρια υπέβαλε ένσταση, λόγω του μερικού επηρεασμού της ιδιοκτησίας της, η οποία όμως απορρίφθηκε από τον Υπουργό Εσωτερικών.

Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:

(1) Το επιχείρημα της αντισυνταγματικότητας του περί Επιτάξεως Ιδιοκτησίας Νόμου είχε προβληθεί το 1962 στην Υπόθεση αρ. 297/62. Η απόφαση του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου ήταν ότι οι προθεσμίες που προβλέπονται στο άρθρο 23.4(α) και 23.8(α) του Συντάγματος είναι καθοδηγητικές και οι Νόμοι περί Αναγκαστικής Απαλλοτριώσεως και Επιτάξεως Ιδιοκτησίας -15/62 και 21/62, αντίστοιχα - δεν είναι αντισυνταγματικοί. Με βάση τη νομολογία αυτή, ο περί Επιτάξεως της Ιδιοκτησίας Νόμος κρίνεται ως μη αντισυνταγματικός διότι η προθεσμία του ενός χρόνου είναι καθοδηγητική και όχι επιτακτική.

(2) Με βάση τον ορισμό της "επίταξης" στο νόμο, αυτή είναι εξαιρετικό και προσωρινό μέτρο σε αντίθεση με την αναγκαστική απαλλοτρίωση που είναι μόνιμο μέτρο στέρησης της ιδιοκτησίας. Ο περιορισμός της διάρκειας της επίταξης σε τρία έτη, δεν αποκλείει την επίτευξη σκοπού δημόσιας ωφέλειας με πολύ μεγαλύτερη διάρκεια, ακόμα και μόνιμη. Την επίταξη, συνήθως, ακολουθεί ή προηγείται έναρξη διαδικασίας για απαλλοτρίωση. Όταν η διαδικασία της απαλλοτρίωσης και μεταβίβασης της ιδιοκτησίας δεν συμπληρωθεί, είναι όμως .αναγκαίο να αρχίσει η εκτέλεση έργου δημόσιας ωφέλειας, ανάλογα με τα περιστατικά της υπόθεσης, η ιδιοκτησία μπορεί μόνιμα να επιταχθεί για έναρξη του έργου. Εάν η απαλλοτρίωση δεν τελεσφορήσει, τόσο η παράγραφος 8 του άρθρου 23 του Συντάγματος όσο και το άρθρο 8 του Νόμου, προβλέπουν για αποζημίωση ιδιοκτησίας γι οτιδήποτε έγινε στη διάρκεια της επίταξης με βάση το διάταγμα της επίταξης, συμπεριλαμβανομένης και της επαναφοράς της περιουσίας στην αρχική της κατάσταση (status quo). Βελτιωτικά έργα δρόμων δεν επηρεάζουν τη νομιμότητα της επίταξης και γίνονται για το σκοπό για τον οποίο εκδόθηκε το διάταγμα επίταξης. (Χ αιτιάσεις της αιτήτριας δεν ευσταθούν. Οι πράξεις για τις οποίες παραπονείται η αιτήτρια δεν συνιστούν παράνομη επέμβαση σε ακίνητη ιδιοκτησία με βάση το άρθρο 43 του περί Αστικών Αδικημάτων Νόμου, Κεφ. 148. Η Διοίκηση νομιμοποιείται στην εκτέλεση των έργων με βάση το Διάταγμα Επίταξης.

(3) Οι πράξεις της Διοίκησης, για τις οποίες παραπονείται η αιτήτρια, δεν είναι εκτελεστές διοικητικές πράξεις αλλά πράξεις εκτελέσεως που δεν υπόκεινται στην ακυρωτική δικαιοδοσία του Δικαστηρίου. Εκτελεστή διοικητική πράξη είναι πράξη με την οποία η βούληση της Διοίκησης γίνεται γνωστή για ένα θέμα, πράξη που σκοπό έχει την παραγωγή εννόμου αποτελέσματος έναντι του διοικουμένου και συνεπάγεται την άμεση εκτέλεσή της. Η διοικητική πράξη στην παρούσα υπόθεση είναι το Διάταγμα Επίταξης από την ημερομηνία της υποχρεωτικής δημοσίευσης του οποίου μετρά η επιτακτική και ανελαστική προθεσμία των 75 ημερών που η παράγραφος 3 του άρθρου 146 του Συντάγματος προβλέπει για την προσβολή εκτελεστής διοικητικής πράξης. Ως εκ τούτου, η παρούσα προσφυγή είναι πρόδηλα εκπρόθεσμη.

Η προσφυγή απορρίπτεται χωρίς έξοδα.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Aspri v. The Republic, 4 R.S.C.C 57·

Μαρκουλλίδου και άλλοι ν. Δημοκρατίας (Προσφυγή αρ. 740/89, ημερ. 30.12.89)·

Χριστοδουλίδου και Άλλη ν. Δημοκρατίας (Προσφυγή Αρ. 42/88, ημερ. 3.8.90)·

Kimissis v. Improvement Board Dhali (1986) 3 C.L.R. 628·

Παντελίδου και Άλλοι ν. Συμβουλίου Υδατοπρομήθειας Λευκωσίας (Α.Ε. 618 κ.α., ημερ. 18.10.90)·

HadjiCostas v. Republic (1974) 3 C.L.R. 1.

Προσφυγή.

Προσφυγή για δήλωση του Δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή ενέργεια του Υπουργού Εσωτερικών να προβεί σε εκσκαφές, κατεδαφίσεις μέρους των κτιρίων και αλλαγές στο υψόμετρο της περιουσίας της αιτήτριας στην Κ. Λα-κατάμια είναι άκυρη και εστερημένη οιουδήποτε νομικού αποτελέσματος.

Λ. Κληρίδης, για την αιτήτρια.

Γ. Κυριακίδου (Δ/νίς), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ' ων η αίτηση.

Ο Δικαστής κ. Στυλιανίδης ανάγνωσε την ακόλουθη απόφαση.

ΣΤΥΛΙΑΝΙΔΗΣ, Δ: Με την παρούσα προσφυγή η αιτήτρια ζητά την πιο κάτω θεραπεία:-

"Δήλωσιν του Δικαστηρίου ότι η πράξις και/ή ενέργεια των καθ' ων η αίτησις να προβούν εις εκσκαφάς, κατεδαφίσουν μέρος των κτιρίων και ν' αλλάξουν το υψόμετρον της περιουσίας της αιτήτριας εις Κάτω Λακατάμια τεμ. 272, η οποία ήρχισε τον Δεκ. 1990 είναι άκυρος και εστερημένη οιουδήποτε νομικού αποτελέσματος".

Η αιτήτρια είναι ιδιοκτήτρια του Τεμαχίου 272, Φύλλο/ Σχέδιο ΧΧΧ/20 στην Πάνω Λακατάμια. Το τεμάχιο αυτό εφάπτεται στην κύρια οδική αρτηρία - τη Λεωφόρο Μακαρίου Γ, που οδηγεί στη Δευτερά.

Η Αρμόδια Αρχή, με βάση το Άρθρο 12 του περί Ρυμίσεως Οδών και Οικοδομών Νόμου, (Κεφ. 96, Νόμοι Αρ. 14/59, 67/63, 6/64, 65/64, 12/69, 38/69, 13/74, 28/74, 24/78, 25/79,80/82 και 15/83), για σκοπούς διαπλάτυνσης και ευθυγράμμισης, μεταξύ άλλων, της Λεωφόρου Μακαρίου Γ', ετοίμασε σχέδια και προέβηκε στη σχετική δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, Αρ. 2110, ημερομηνίας 31 Ιανουαρίου, 1986, Αριθμός Γνωστοποίησης 234, σελ. 198.

Το τεμάχιο της αιτήτριας επηρεάζεται σε ποσοστό 8% από αυτό το σχέδιο ρυμοτομίας. Στο τεμάχιο αυτό υπάρχουν διώροφη κατοικία, που δεν επηρεάζεται από το σχέδιο ρυμοτομίας, και δεύτερη παλαιά οικοδομή - κατάστημα.

Η αιτήτρια υπέβαλε ένσταση, η οποία εξετάστηκε από τον Υπουργό Εσωτερικών και απορρίφθηκε.

Σε επιστολή ημερομηνίας 9 Μαρτίου, 1989, αναφέρονται:-

"2. Η ένστασή σας αφού εξετάστηκε με προσοχή από τα αρμόδια Τεχνικά Τμήματα και την αρμόδια Αρχή, τέθηκε ενώπιον του Υπουργού Εσωτερικών σύμφωνα με το άρθρο 18 του περί Ρυθμίσεως Οδών και Οικοδομών Νόμου, Κεφ. 96, ο οποίος όμως αφού έλαβε υπόψη:

(α) τους λόγους που προβάλλονται για υποστήριξη της ένστασης καθώς και τις απόψεις των αρμοδίων Τμημάτων και της αρμόδιας Αρχής, και

(β) ότι η ετοιμασία των σχετικών σχεδίων έγινε αφού λήφθηκαν υπόψη η δημιουργία ενός ασφαλούς οδικού δικτύου, οι μελλοντικές κυκλοφοριακές απαιτήσεις της περιοχής, η βελτίωση των γεωμετρικών χαρακτηριστικών των επηρεαζομένων δρόμων και της ορατότητας στις συμβολές τους, η προώθηση ορθής γραμμής οικοδομικής ανάπτυξης, η βελτίωση του περιβάλλοντος της περιοχής και οι γενικές επιπτώσεις πάνω στην επηρεαζόμενη γη, έκρινε ότι δεν δικαιολογείται αποδοχή της και την απέρριψε".

Το σχέδιο ρυμοτομίας δεν προσβλήθηκε με προσφυγή στο Ανώτατο Δικαστήριο.

Με βάση το σχέδιο ρυμοτομίας, το Τμήμα Πολεοδομίας και Οικήσεως ετοίμασε ρυθμιστικό σχέδιο για βελτίωση της Λεωφόρου Μακαρίου Γ.

Για υλοποίηση του πιο πάνω σχεδίου, εκδόθηκε Γνωστοποίηση Απαλλοτρίωσης με βάση τους περί Αναγκαστικής Απαλλοτριώσεως Νόμους του 1962 έως 1988, (Νόμοι Αρ. 15/62,25/83,148/85 και 84/88), που δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, Αρ. 2516, ημερομηνίας 29 Ιουνίου, 1990, Παράρτημα Τρίτο, Μέρος II, Αριθμός Γνωστοποίησης' 1099, σελ. 882.

Σκοπός της απαλλοτρίωσης είναι η δημόσια ωφέλεια, δημιουργία, βελτίωση και ανάπτυξη των συγκοινωνιών στη Δημοκρατία, δηλαδή η βελτίωση της Λεωφόρου Αρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ στην Πάνω και Κάτω Λακατάμια. Από τη Γνωστοποίηση αυτή επηρεάζονται όλα τα παρόδια τεμάχια.

Με βάση το Άρθρο 4 των περί Επιτάξεως Ιδιοκτησίας Νόμων του 1962 έως 1986, (Νόμοι Αρ. 21/62, 50/66, 61/75 και 43/86), (ο "Νόμος"), εκδόθηκε Διάταγμα Επίταξης της ιδιοκτησίας που καλύπτεται από την πιο πάνω Γνωστοποίηση Απαλλοτρίωσης, που δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, Αρ. 2516, ημερομηνίας 29 Ιουνίου, 1990, Παράρτημα Τρίτο, Μέρος ΙΙ, Αριθμός Γνωστοποίησης 1106, σελ. 889.

Η επίταξη κρίθηκε αναγκαία για τον ίδιο σκοπό ωφέλειας όπως και η Γνωστοποίηση Απαλλοτρίωσης, δηλαδή, για τη δημιουργία, συντήρηση και ανάπτυξη των συγκοινωνιών στη Δημοκρατία, ή για οποιοδήποτε από τους σκοπούς αυτούς - για τη βελτίωση της Λεωφόρου Αρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ στην Πάνω και Κάτω Λακατάμια.

Το Δεκέμβριο του 1990 άρχισε η εκτέλεση του έργου της διαπλάτυνσης και ευθυγράμμισης της Λεωφόρου αυτής. Εργασίες διεξάγονται σε όλη την έκταση της Λεωφόρου στο χώρο που καλύπτεται από το Διάταγμα της Επίταξης, σύμφωνα με τα ρυμοτομικά και κατασκευαστικά σχέδια.

Η διώροφη κατοικία της αιτήτριας δεν επηρεάζεται. Επηρεάζεται εξωτερικά μέρος του προαυλίου και η βεράντα των καταστημάτων, αλλά, ούτε η στατικότητα, ούτε η λειτουργικότητά τους επηρεάζονται.

Η επιφάνεια του Τεμαχίου 272 βρίσκεται σε ψηλότερο επίπεδο από το κατάστρωμα της Λεωφόρου.

Η αιτήτρια, αμέσως μετά την έναρξη των κατασκευαστικών εργασιών, καταχώρισε την παρούσα προσφυγή.

Οι λόγοι ακυρότητας που προβλήθηκαν και αναπτύχθηκαν είναι ότι η ενέργεια των οργάνων και/ή αντιπροσώπων των καθ' ων η αίτηση είναι παράνομη, γιατί είναι αντίθετη με τις πρόνοιες των Άρθρων 2 και 6 του Νόμου και του Άρθρου 23 του Συντάγματος.

Οι καθ' ων η αίτηση ισχυρίστηκαν ότι η προσφυγή είναι απαράδεκτη, γιατί:-

(α) Η πράξη που προσβάλλεται δεν αποτελεί εκτελεστή διοικητική πράξη, αλλά πράξη ιδιωτικού δικαίου,

(β) είναι πράξη εκτελέσεως· και

(γ) η προσφυγή είναι εκπρόθεσμη.

Ο δικηγόρος της αιτήτριας υποστήριξε ότι ο Νόμος είναι αντισυνταγματικός, γιατί δεν εκδόθηκε εντός ενός χρόνου από την ημερομηνία ενάρξεως της ισχύος του Συντάγματος - 16 Αυγούστου, 1960 - όπως προβλέπει το Άρθρο 23.8(α) του Συντάγματος.

Το ίδιο επιχείρημα προβλήθηκε το 1962 στην Υπόθεση Αρ. 297/62. Η Απόφαση του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου ήταν ότι οι προθεσμίες που προβλέπονται στο Άρθρο 23.4(α) και 23.8(α) του Συντάγματος είναι καθοδηγητικές και οι Νόμοι περί Αναγκαστικής Απαλλοτριώσεως και Επιτάξεως Ιδιοκτησίας - 15/62 και 21/62, αντίστοιχα - δεν είναι αντισυνταγματικοί.

Στην υπόθεση Evrydiki Aspri and The Republic (Council of Ministers) 4 R.S.C.C. 57, στη σελ. 60 ειπώθηκε:-

"The Court is of the opinion that Laws 15/62 and 21/62 are not unconstitutional though they have, indeed, been enacted after the expiration of the periods provided for under the Constitution for their enactment by paragraphs 4(α) and 8(α) of Article 23, respectively, i.e. more than a year after the coming into operation of the Constitution. The provisions concerned are in the nature of directives to the legislature and they definitely do not preclude subsequent compliance therewith, if the periods within which they ought normally to have been complied with have elapsed. On the contrary the legislature remains, even after the expiration of the periods in question, not only entitled but also bound to comply with the said directives. Had it been otherwise the absurd corollary would follow that no amendment of such Laws could take place after the expiration of the periods in question".

Ο Νόμος δεν είναι αντισυνταγματικός, γιατί η προθεσμία του ενός χρόνου είναι καθοδηγητική και όχι επιτακτική.

Ο δικηγόρος της αιτήτριας υποστήριξε ότι με την επίταξη η Επιτάσσουσα Αρχή λαμβάνει κατοχή της ιδιοκτησίας, αλλά δεν έχει το δικαίωμα να προβαίνει σε εκσκαφή, εκκοπή δένδρων, κατεδάφιση βεράντων, ή σε οποιαδήποτε παρόμοια πράξη ή ενέργεια. Η Απαλλοτριούσα Αρχή μπορεί να προβεί στις πράξεις αυτές, μετά τη συμπλήρωση της απαλλοτρίωσης, γιατί τότε η ιδιοκτησία μεταβιβάζεται σ' αυτή. Η επίταξη είναι μέτρο προσωρινό. Η διάρκεια της περιορίζεται, από την παράγραφο 8(γ) του Άρθρου 23 του Συντάγματος και το Νόμο, σε τριετία. Στην παρούσα περίπτωση έχει εκδοθεί μόνο Γνωστοποίηση Απαλλοτρίωσης και, ως εκ τούτου, οι πράξεις εκσκαφής, εκκοπής δένδρων, κατεδάφισης βεράντας, είναι έξω από το δικαίωμα που έχει η Επιτάσσουσα Αρχή δυνάμει του Διατάγματος Επίταξης.

Υπεδείχθη στον κ. Κληρίδη από το Δικαστήριο η παράγραφος (γ) του Άρθρου 8 του Συντάγματος, που προνοεί αποζημίωση για επίταξη ακίνητης ιδιοκτησίας.

Ο κ. Κληρίδης αντέταξε ότι, εάν το Άρθρο 6 του Νόμου, σε συνάρτηση με το Άρθρο 8 του Νόμου, δίδει δικαίωμα στην Επιτάσσουσα Αρχή να προβαίνει στις πιο πάνω ενέργειες, τότε, στην έκταση αυτή, τα Άρθρα 6 και 8 του Νόμου είναι αντίθετα και ασύμφωνα με την παράγραφο 8(γ) του Άρθρου 23 του Συντάγματος. Το Διάταγμα Επίταξης είναι προσωρινό μέτρο και, στη διάρκεια της επίταξης, δεν είναι επιτρεπτό να γίνουν πράξεις που να επηρεάζουν την ακίνητη ιδιοκτησία.

Ο ορισμός της επίταξης στο Νόμο είναι:-

"'επίταξις' σημαίνει την αναγκαστικήν κτήσιν κατοχής επί ιδιοκτησίας, ή την πράξιν δι' ης απαιτείται όπως ιδιοκτησία τεθή εις την διάθεσιν της επιτασσούσης αρχής δυνάμει του παρόντος Νόμου·"

Η επίταξη είναι εξαιρετικό και προσωρινό μέτρο. Είναι προσωρινή στέρηση της κατοχής, χρήσης και κάρπωσης της ιδιοκτησίας.

Η αναγκαστική απαλλοτρίωση είναι μόνιμο μέτρο στέρησης της ιδιοκτησίας, για τους σκοπούς που αναφέρονται στο Σύνταγμα και με τη διαδικασία που προβλέπεται στη σχετική νομοθεσία.

Ο περιορισμός της διάρκειας της επίταξης σε τρία χρόνια, δεν αποκλείει την επίτευξη σκοπού δημόσιας ωφέλειας με πολύ μεγαλύτερη διάρκεια, ακόμα και μόνιμη. Έναρξη διαδικασίας για απαλλοτρίωση, συνήθως, ακολουθεί ή προηγείται της επίταξης, που είναι μέτρο προσωρινό. Όταν η διαδικασία της απαλλοτρίωσης και μεταβίβασης της ιδιοκτησίας δεν συμπληρωθεί, είναι όμως αναγκαίο να αρχίσει η εκτέλεση έργου δημόσιας ωφέλειας, ανάλογα με τα περιστατικά της υπόθεσης, η ιδιοκτησία μπορεί νόμιμα να επιταχθεί για έναρξη του έργου. Εάν η απαλλοτρίωση δεν τελεσφορήσει, τόσον η παράγραφος 8 του Άρθρου 23 του Συντάγματος, όσον και το Άρθρο 8 του Νόμου, προβλέπουν για αποζημίωση ιδιοκτησίας για ο,τιδήποτε έγινε στη διάρκεια της επίταξης με βάση το διάταγμα της επίταξης, συμπεριλαμβανομένης και της επαναφοράς της περιουσίας στην αρχική της κατάσταση (status quo).

Βελτιωτικά έργα δρόμων δεν επηρεάζουν τη νομιμότητα της επίταξης και γίνονται για το σκοπό για τον οποίο εκδόθηκε το διάταγμα επίταξης.

Στην υπόθεση Aspri (ανωτέρω), ειπώθηκαν τα ακόλουθα στις σελ. 61 και 62:-

"It is correct that by sub-paragraph (c) of paragraph 8, and section 4 of Law 21/62, it is laid down that the period of requisition cannot exceed three years, but such a provision does not also warrant the converse conclusion that the purpose of public benefit, to be achieved by means of the requisition, should also be of a limited duration. There is nothing to prevent the continued subsequent achievement of the same purpose of public benefit by means of a supervening compulsory acquisition and the procedure for such compulsory acquisition may be set in motion at any time during the period of requisition.

..................................

The Court finds no substance, either, in the contention that because in the meantime the construction of the proposed road will proceed under the requisition order, the appropriate authority, under Law 15/62, will be prompted to reject any objection to the compulsory acquisition to be made by Applicant in due course. Irrespective of the order of requisition and anything done under it, the duty of such authority to consider the said objection remains unaltered and should such objection not be properly dealt with on its merits then the Applicant would always be entitled to have a recourse to this Court in the matter. In any event, Applicant would not be in a worse position than if Government had requisitioned the property in question, without any intention at the time to acquire it compulsorily, and subsequently, during the period of the requisition, it were to be found necessary, for the same purpose of public benefit, to acquire compulsorily such property. Surely in such a case Applicant could not have alleged that the subsequent giving of a notice of acquisition invalidated the previously made order of requisition, though again the appropriate authority considering any objection to such acquisition might be confronted with whatever had been already accomplished under such an order of requisition.

It may, of course, not be always lawful to publish an order of requisition simultaneously with a notice of acquisition, in respect of the same property, especially if it is not necessary at the material time to commence putting into effect at once the purpose of public benefit common to both, but such an issue does not have to be decided, because it does not appear to arise in the present Case.

In the light of the above and in the circumstances of this Case, the Court is satisfied that the constitutional rights of Applicant are not being invaded nor is the order of requisition contrary to Law 21/62 and, therefore, the justice of the Case does not require the making of a Provisional Order. In any case, no irreparable damage would be caused because, should, for any reason, the compulsory acquisition of Applicant's property not materialize eventually, there appears to exist sufficient provision, both in paragraph 8 of Article 23 and also in Law 21/62, for Applicant to be compensated in respect of anything to be done under the said order of requisition, including the cost of restoring the original status quo of the property. The risk of having to pay compensation to that extent is clearly involved in the concurrent resort to both media, i.e. of a compulsory acquisition and of a requisition, for the achievement of one and the same purpose of public benefit."

(Βλ., επίσης, Νίνα Α. Μαρκουλλίδου και Άλλοι ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Υπόθεση Αρ. 740/89, (Απόφαση δόθηκε στις 30 Δεκεμβρίου, 1989) και Γιαννούλα Χριστοδουλίδου και Άλλη ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Υπόθεση Αρ. 42/88, (Απόφαση δόθηκε στις 3 Αυγούστου, 1990.

Οι αιτιάσεις του δικηγόρου της αιτήτριας δεν ευσταθούν.

Οι πράξεις για τις οποίες παραπονείται η αιτήτρια δε συνιστούν παράνομη επέμβαση σε ακίνητη ιδιοκτησία με βάση το Άρθρο 43 του περί Αστικών Αδικημάτων Νόμου, Κεφ. 148. Η Διοίκηση νομιμοποιείται στην εκτέλεση των έργων με βάση το Διάταγμα Επίταξης.

Στην υπόθεση Kimissis v. Improvement Board Dhali (1986) 3 C.L.R. 628, το Συμβούλιο Βελτιώσεως Δαλιού εκτέλεσε έργα διεύρυνσης του δημόσιου δρόμου με επέμβαση στη γη του αιτητή. Το Δικαστήριο στη σελ. 633 είπε:-

"The complaint of the applicant is for encroachment on his immovable property by the servants or agents of the respondent Board. This Court cannot entertain an application the subject- matter of which is recognition of right of ownership or possession of immovable property or any action of the Administration interfering with the possession or infringing the ownership of private property. Possession of immovable by a public organ, not based on an act of acquisition or requisition, does not create an administrative dispute but a dispute as to possession which is within the exclusive jurisdiction of the civil Court - (Conclusions of the Jurisprudence of the Greek Council of State, pp. 234-35; Cases of the .713 -13 - Greek Council of State 813/57, 146/29, 1498/53, 1567/ 54,69/41 and 1471/54)."

Αναφορικά με τη διάκριση μεταξύ πράξεων της Διοίκησης, που εμπίπτουν στο δημόσιο δίκαιο και υπόκεινται στην Αναθεωρητική Δικαιοδοσία του Δικαστηρίου κάτω από το Άρθρο 146 του Συντάγματος, και πράξεων ιδιωτικού δικαίου, για τις οποίες αρμοδιότητα έχουν τα Επαρχιακά Δικαστήρια, αναφορά μπορεί να γίνει και στην πρόσφατη Απόφαση της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου - Κλεοπάτρα Παντελίδου  και Άλλοι ν. Συμβουλίου Υδατοπρομηθείας Λευκωσίας, Αναθεωρητικές Εφέσεις Αρ. 618, κ.ά. (Απόφαση δόθηκε στις 18 Οκτωβρίου, 1990).

Οι πράξεις της Διοίκησης, για τις οποίες παραπονείται η αιτήτρια, δεν είναι εκτελεστές διοικητικές πράξεις, αλλά πράξεις εκτελέσεως, οι οποίες δεν υπόκεινται στην ακυρωτική δικαιοδοσία του Δικαστηρίου.

Εκτελεστή διοικητική πράξη είναι πράξη με την οποία η βούληση της Διοίκησης γίνεται γνωστή για ένα θέμα, πράξη που σκοπό έχει την παραγωγή εννόμου αποτελέσματος έναντι του διοικουμένου και συνεπάγεται την άμεση εκτέλεσή της.

Η διοικητική πράξη στην παρούσα υπόθεση είναι το Διάταγμα Επίταξης, το οποίο δημοσιεύτηκε στις 29 Ιουνίου, 1990. Η δημοσίευση του επιβάλλεται από το Άρθρο 4(1) του Νόμου.

Η παράγραφος 3 του Άρθρου 146 του Συντάγματος προβλέπει επιτακτική ανελαστική προθεσμία 75 ημερών, μέσα στην οποία μπορεί να προσβληθεί εκτελεστή διοικητική πράξη.

Η προθεσμία μετρά από την ημέρα δημοσίευσης της απόφασης ή πράξης.

Η παρούσα προσφυγή είναι πρόδηλα εκπρόθεσμη. (Βλ., μεταξύ άλλων, Dr. Pieris HadjiCostas v. Republic (Council of Ministers and Another) (1974) 3 C.L.R. 1).

Για τους πιο πάνω λόγους, η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται. Καμιά διαταγή για έξοδα.

Προσφυγή απορρίπτεται χωρίς έξοδα.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο