ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1991) 4 ΑΑΔ 1110
22 Μαρτίου, 1991
[ΚΟΥΡΡΗΣ. Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΚΑΠΝΟΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ ΕΘΝΟΣ Γ.Α. ΚΕΡΑΝΗΣ Α.Ε.,
Αιτητές,
ν.
ΕΦΟΡΟΥ ΕΜΠΟΡΙΚΩΝ ΣΗΜΑΤΩΝ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 385/88).
Εμπορικά Σήματα — Εγγραφή σήματος — Ομοιότητα μεταξύ τους — Το Θέμα της ομοιότητας κρίνεται και αποφασίζεται από το Δικαστήριο και όχι από τους μάρτυρες — Πρέπει όμως να ληφθεί υπόψη τυχόν μαρτυρία κατά πόσο υπήρξε ή δεν υπήρξε σύγχιση.
Εμπορικά Σήματα — Εγγραφή σήματος — Σύγκριση — Ο Έφορος Εμπορικών Σημάτων οφείλει να εξετάσει το κάθε σήμα σαν σύνολο, όχι ξεχωριστά τα γράμματα, να λάβει υπόψη τη φωνητική και κατά συνέπεια τον τονισμό, το νόημα, την οπτική, για να δώσει σημασία στις διαφορές και να λάβει υπόψη τους πιθανούς αγοραστές.
Οι αιτητές ζήτησαν με την προσφυγή αυτή την ακύρωση της απόφασης του καθ' ου η αίτηση να απορρίψει τη σχετική ένστασή τους και να διατάξει την εγγραφή του εμπορικού σήματος που υπέβαλαν τα ενδιαφερόμενα μέρη προς όφελος αυτών. Το σήμα που προσπάθησαν να διαφυλάξουν οι αιτητές ήταν το σήμα "Pallas" που αναφέρεται σε σιγαρέτα, έναντι του εμπορικού σήμα-τος "Dallas" που υπέβαλαν τα ενδιαφερόμενα μέρη πάλι σε σχέση με σιγαρέτα. Το εμπορικό σήμα "Pallas" χρησιμοποιείται στην Κύπρο για 25 και πλέον έτη. Η έριδα είχε αχθεί ενώπιον του καθ' ου η αίτηση με ένσταση των αιτητών και αντένσταση των ενδιαφερόμενων μερών καθώς και με προσκόμιση μαρτυρίας υπό μορφή ενόρκων δηλώσεων και από τις δυο πλευρές. Οι αιτητές απέδωσαν μομφή στην άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του καθ' ου η αίτηση κυρίως διότι, όπως υποστήριξαν, αυτός έλαβε ως βάση συγκρίσεως το άσχετο σήμα "Παλλάς" και όχι το ορθό "Pallas" πράγμα που εμφαίνεται από την ίδια την επίδικη απόφαση. Ο καθ' ου η αίτηση αντέταξε ότι αυτό οφείλεται απλώς και μόνο σε λάθος του υπαλλήλου που επικόλλησε στην απόφαση τελικά την απεικόνιση του εμπορικού σήματος, ενώ ο Έφορος Εμπορικών Σημάτων, σύμφωνα και με ένορκο δήλωσή του, κατά τη λήψη της απόφασής του είχε ενώπιον του τα ορθά στοιχεία, βάσει των οποίων και έκρινε. Οι αιτητές ισχυρίστηκαν επίσης ότι υπήρξε πλάνη περί το νόμο και τα πράγματα γιατί εσφαλμένα εκτιμήθηκε η μαρτυρία που περιέχεται στις ενόρκους δηλώσεις εκ μέρους του ενδιαφερομένου μέρους. Οι αιτητές προέβαλαν ακόμη το μεγάλο βαθμό ομοιότητας μεταξύ των δύο σημάτων που δημιουργούσε κατά την άποψή τους τέτοια σύγχιση στο κοινό ώστε να δικαιολογεί την ένστασή τους σύμφωνα με τα άρθρα 13 και 14(1) του περί Εμπορικών Σημάτων Νόμου, Κεφ. 268 όπως τροποποιήθηκε. Άλλος ισχυρισμός των αιτητών ήταν ότι ο Έφορος εσφαλμένα έλαβε υπόψη την παραίτηση από μέρους του ενδιαφερόμενου μέρους του αποκλειστικού δικαιώματος χρήσης του σήματος "Dallaw" (Disclaimer). Οι αιτητές υποστήριξαν, τέλος, ότι ο Έφορος εσφαλμένα αποφάσισε ότι η συνύπαρξη των δύο σημάτων στο Μητρώο Σημάτων αποδείκνυε έλλειψη κινδύνου σύγχισης και δεν έλαβε υπόψη τον πραγματικό κίνδυνο σύγχισης του καταναλωτή στην Κύπρο, ενόψει των 25 χρόνων πώλησης του Pallas.
(Στο κείμενο της απόφασης υπάρχει εκτενής αναφορά στο Σύγγραμμα Kerly's Law of Trade Marks and Trade Names, 11η Έκδοση και 12η Έκδοση).
Το Ανώτατο Δικαστήριο, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:
(1) Κατά την ώρα της απόφασής του, ο Έφορος είχε ενώπιόν του όλα τα ορθά στοιχεία και το λάθος έγινε σε μεταγενέστερο στάδιο από υπάλληλο που δακτυλογράφησε και επικόλλησε την απεικόνιση του εμπορικού σήματος.
(2) Το θέμα της ομοιότητας κρίνεται και αποφασίζεται από το δικαστήριο και όχι από τους μάρτυρες· αλλά, αν υπάρχει μαρτυρία κατά πόσο υπήρξε ή δεν υπήρξε σύγχιση, πρέπει να ληφθεί υπόψη, πράγμα που αποτελεί και νομολογιακό πόρισμα. Με βάση το συγκεκριμένο περιεχόμενο των ενώπιον του ενόρκων δηλώσεων των μερών, ο Έφορος, που είναι ο κριτής της ύπραξης ομοιότητας σε σημείο που να εξαπατά, και αυτό είναι θέμα πραγματικό, ορθά ζύγισε τη μαρτυρία που είχε ενώπιον του και αποφάσισε ότι η συνύπαρξη των σημάτων δεν προκαλεί πραγματικό κίνδυνο σύγχισης: "a real tangible danger of confusion".
(3) Στην υπό κρίση απόφαση, ο Έφορος αποφάσισε πρώτα ότι τα αγαθά ήταν της ίδιας περιγραφής και μετά σύγκρινε τα δύο σήματα για να δεί κατά πόσο λόγω της ομοιότητάς τους υπήρξε πραγματική πιθανότητα να προκληθεί εξαπάτηση ή σύγχιση: "actual probability of deception or confusion". Σύμφωνα με αρχές τις νομολογίας και θεωρίας, καταδεικνύεται ότι η απόφαση του Εφόρου ήταν ορθή γιατί ο Έφορος όφειλε να εξετάσει το κάθε σήμα σαν σύνολο - και όχι ξεχωριστά τα γράμματα - να λάβει υπόψη τη φωνητική και κατά συνέπεια τον τονισμό, το νόημα, την οπτική, για να δώσει σημασία στις διαφορές και να λάβει υπόψη τους πιθανούς αγοραστές.
(4) Ως προς τους δύο τελευταίους ισχυρισμούς των αιτητών, προκύπτει αφενός από την επίδικη απόφαση ότι ο Έφορος απλά αναφέρει ότι έλαβε υπόψη την παραίτηση από του αποκλειστικού δικαιώματος χρήσης αλλά όχι ότι τον επηρέασε ως προς το θέμα της ομοιότητας ή όχι· αφετέρου ο Έφορος δεν αποφάσισε ότι η συνύπαρξη των σημάτων αποδεικνύει έλλειψη κινδύνου σύγχισης. αποφάσισε ότι δεν υπήρχε κίνδυνος να προκληθεί σύγχιση απλώς και μόνο λόγω της συνύπαρξης των σημάτων στο Μητρώο και ότι οι αιτητές δεν απέδειξαν ότι η χρήση του σήματος "Dallas" παράλληλα με το "Pallas" θα δημιουργήσει σύγχιση.
Η προσφυγή απορρίπτεται χωρίς έξοδα.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Yiangos Pentaliotis and Co. Ltd. v. Registrar of Trade Marks (1988) 3 C.L.R. 2608·
British Petroleum Co. P.L.C. v. The Registrar of Trade Marks (1986) 3C.L.R. 747·
Pianotist Co. Ltd. Appn. [1906] 23R.P.C. 774.
Προσφυγή.
Προσφυγή εναντίον της απόφασης του Έφορου Εμπορικών Σημάτων με την οποία απέρριψε την ένσταση των αιτητών και με την οποία διέταξε την εγγραφή του εμπορικού σήματος που φαίνεται στην αίτηση 25874 προς όφελος του ενδιαφερόμενου μέρους.
Α. Δημητριάδης για Λ. Δημητριάδη, για τους αιτητές.
Λ. Κουρσουμπά (Κα.), Ανώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τον καθ' ου η αίτηση.
Γ. Νικολαΐδης, για το ενδιαφερόμενο μέρος.
Cur. adv. vult.
Ο Δικαστής κ. Κούρρης ανάγνωσε την ακόλουθη απόφαση.
ΚΟΥΡΡΗΣ, Δ: Η προσφυγή αυτή προσβάλλει την εγκυρότητα της απόφασης του Εφόρου Εμπορικών Σημάτων, ημερομηνίας 18/2/88, με την οποία απέρριψε την ένσταση των αιτητών και με την οποία διέταξε την εγγραφή του εμπορικού σήματος που φαίνεται στην αίτηση αρ. 25874, προς όφελος των ενδιαφερομένων μερών.
Οι αιτητές είναι από το 1965 οι εγγεγραμμένοι ιδιοκτήτες του υπ' αριθμό 9073 εμπορικού σήματος "Pallas", με σχετική απεικόνιση στην κλάση 34 για σιγαρέττα. Το Pallas χρησιμοποιείται στην Κύπρο για 25 και πλέον χρόνια.
Το ενδιαφερόμενο μέρος υπέβαλε στις 18/1/85 αίτηση, υπ' αριθμό Β25874 με σκοπό την εγγραφή του σήματος "Dallas" με σχετική απεικόνιση στην κλάση 34 του Πίνακα IV για σιγαρέττα.
Η αίτηση έγινε δεκτή από τον καθ'ου η αίτηση κάτω από ορισμένους όρους, μεταξύ των οποίων ήταν και η κοινοποίηση της εγγραφής του σήματος στους αιτητές.
Οι αιτητές υπέβαλαν, σύμφωνα με το Νόμο, σχετική ένσταση με βάση την οπτική και ακουστική ομοιότητα των σημάτων Pallas και Dallas, η οποία, κατά την άποψη των αιτητών, προκαλεί σύγχιση και/ή παραπλάνηση και/ή εξαπατά το κοινό και ιδιαίτερα το αγοραστικό κοινό.
Στις 1/2/86 το ενδιαφερόμενο μέρος υπέβαλε αντένσταση και ακολούθως οι αιτητές στις 26/4/86 παρουσίασαν μαρτυρία, υπό μορφή ενόρκων δηλώσεων. Η πρώτη ένορκος δήλωση, ήταν του Νίκου Κόρτα, η δεύτερη ήταν του Λάμπρου Λαμπριανού και η τρίτη του Νικολάου Μερικάκη.
Στις 25/9/86 το ενδιαφερόμενο μέρος παρουσίασε μαρτυρία υπό μορφή δύο ενόρκων δηλώσεων και ακολούθως στις 18/10/86 παρουσίασε και τρίτη ένορκο δήλωση.
Μετά από ακρόαση του αιτητή και του ενδιαφερόμενου μέρους ενώπιον του καθ' ου η αίτηση στις 2/2/87, ο τελευταίος εξέδωσε απόφαση στις 18/2/88 η οποία κοινοποιήθηκε στους δικηγόρους των αιτητών με επιστολή ημερομηνίας 26/2/88, με την οποία απέρριψε την ένσταση των αιτητών και διέταξε την εγγραφή του Dallas στο Β Μέρος του Μητρώου.
Οι αιτητές ισχυρίζονται ότι ο καθ' ου η αίτηση άσκησε τη διακριτική του ευχέρεια κακώς και/ή λανθασμένα και/ή δεν την άσκησε καθόλου με το να επιτρέψει την εγγραφή του Dallas.
Οι αιτητές ισχυρίζονται ότι ο καθ' ου η αίτηση για να ασκήσει τη διακριτική του εξουσία ορθά θα έπρεπε να συγκρίνει το σήμα Pallas όπως ήταν εγγεγραμμένο, δηλαδή το υπ' αριθμό 9073 εμπορικό σήμα, με το προτεινόμενο σήμα Dallas, δηλαδή το υπ' αριθμό Β25874 σήμα, και να αποφασίσει αν σύμφωνα με τα άρθρα 13 και 14(1) του περί Εμπορικών Σημάτων Νόμου, Κεφ. 268, όπως τροποποιήθηκε, η ένσταση για εγγραφή του Dallas ευσταθούσε ή όχι. Στην πραγματικότητα, όμως, ο καθ'ου η αίτηση δεν έκανε αυτό, αλλά το σύγκρινε με κάποιο άλλο, τελείως άσχετο και τούτο γιατί στην απεικόνιση του σήματος που φαίνεται στην απόφαση του Εφόρου, δε φαίνεται το "Pallas" (9073) αλλά το "Παλλάς".
Η θέση του καθ' ου η αίτηση, η οποία υποστηρίζεται από την ένορκο δήλωση της Εφόρου Εμπορικών Σημάτων με ημερομηνία 6/2/91, είναι ότι ο Έφορος την ώρα που έγινε η ακρόαση είχε υπόψη του τους ισχυρισμούς και των δύο μερών, είχε ενώπιόν του τους διοικητικούς φακέλους και το Πιστοποιητικό Εγγραφής του Τεκμηρίου Β που βρίσκεται στη σελίδα 17, με την ορθή απεικόνιση του σήματος και πήρε την απόφασή του. Μετά σύμφωνα με την καθιερωμένη διαδικασία, η απόφαση δακτυλογραφείται από κάποιον υπάλληλο και ελέγχεται από τον Έφορο και μετά επικολλάται η απεικόνιση του εμπορικού σήματος από κάποιον άλλο υπάλληλο. Το λάθος στην προκειμένη περίπτωση έγινε από τον υπάλληλο που επικόλλησε την απεικόνιση του εμπορικού σήματος. Το λάθος, δεν έχει καμιά σημασία, υποστήριξε η δικηγόρος του καθ'ου η αίτηση, καθότι την ώρα που ο Έφορος λάμβανε την απόφαση, είχε ενώπιόν του τα ορθά στοιχεία και η κρίση του διαμορφώθηκε με βάση αυτά τα ορθά στοιχεία.
Συμφωνώ με τη θέση του καθ' ου η αίτηση ότι κατά την ώρα της απόφασης του Εφόρου, ο Έφορος είχε ενώπιόν του όλα τα ορθά στοιχεία και το λάθος έγινε σε μεταγενέστερο στάδιο από υπάλληλο που δακτυλογράφησε και επικόλλησε την απεικόνιση του εμπορικού σήματος.
Κατά συνέπεια, ο λόγος αυτός για ακύρωση της απόφασης του καθ' ου η αίτηση, δεν ευσταθεί.
Ο δεύτερος ισχυρισμός των αιτητών, είναι ότι υπήρξε πλάνη περί το Νόμο και περί τα πραγματικά γεγονότα, γιατί εσφαλμένα εκτιμήθηκε η μαρτυρία που περιέχεται στις ενόρκους δηλώσεις εκ μέρους του ενδιαφερόμενου μέρους.
Το θέμα της ομοιότητας, κρίνεται και αποφασίζεται από το Δικαστήριο και όχι από τους μάρτυρες. Αλλά, αν υπάρχει μαρτυρία κατά πόσο υπήρξε ή δεν υπήρξε σύγχιση, πρέπει να ληφθεί υπόψη. Σχετική είναι η προσφυγή αρ. 291/87, Yiangos Pentaliotis and Co. Ltd v. Registrar of Trade Marks. (1988) 3 C.L.R. 2605 όπου το Δικαστήριο υιοθέτησε τις αρχές που αναφέρονται στο Σύγγραμμα Kerly' s Law of Trade Marks and Trade Names, 11η έκδοση, σελίδες 424 και 427 - 428. Στη σελίδα 424, παράγραφος 17-34, αναφέρονται τα εξής:
"Evidence as to probability of deception:
The question whether one mark so nearly resembles another as to be likely to deceive is a question for the tribunal and is not a matter for a witness. Thus where the case turns on phonetic resemblance, once the evidence has established how the marks are pronounced in use, the judicial ear has the final say. The question of infringement, the question whether one mark is likely to cause confusion with another, is a matter upon which the judge must make up his mind and which, he and he alone, must decide. He cannot abdicate the decision in that matter to witnesses before him. On the other hand it is equally true that he must be guided in all these matters by the evidence before him and where the evidence is that there has been no confusion that is a material matter which the judge must take into account."
Και στις σελίδες 427-428, παράγραφος 17-38 αναφέρεται
"Evidence of actual deception:
Proof of actual deception, if the mark is in the opinion of the tribunal likely to deceive or if it has been substantially copied from another, is unnecessary. Nevertheless, if one or more cases of actual deception are made out to the satisfaction of the court, this will, of course, afford very strong evidence that the resemblance of the marks in question is so close as to be likely to deceive. The absence of evidence of actual deception is a circumstance which varies greatly in weight according to the nature of the case. Even where the proper inference to be drawn is that there has been no confusion, this cannot be conclusive by itself: the decision is for the court, which cannot abdicate in favour of the witnesses. There may be differences of get-up or presentation which preclude confusion in the case of the particular goods concerned, notwithstanding that the marks are in themselves confusingly similar. Nevertheless, where the marks have been circulating side by side in the market where deception is alleged to be probable, the fact that no one appears to have been misled is very material, unless satisfactorily explained"
Η ένορκος δήλωση εκ μέρους των αιτητών, αναφέρει ότι κατά τη γνώμη των ενόρκως δηλούντων θα προκληθεί σύγχιση, αλλά όχι ότι έχει προκληθεί σύγχιση. Οι ένορκες δηλώσεις εκ μέρους του ενδιαφερόμενου μέρους, αναφέρουν ότι δεν υπάρχει σύγχυση και εξηγούν ότι, λόγω του διαφορετικού τονισμού, της προφοράς, του νοήματος και της ηχητικής των λέξεων, αυτές διαφέρουν σημαντικά οπτικώς και ηχητικώς σε σημείο που δεν μπορεί να προκληθεί σύγχυση. Συνεπώς, ο Έφορος που είναι ο κριτής της ύπαρξης ομοιότητας σε σημείο που να εξαπατά, και αυτό είναι θέμα πραγματικό, ορθά ζύγισε τη μαρτυρία που είχε ενώπιόν του και αποφάσισε ότι η συνύπαρξη των σημάτων δεν προκαλεί πραγματικό κίνδυνο σύγχισης - "Α real tangible danger of confusion".
Ο επόμενος ισχυρισμός του αιτητή είναι ότι η οπτική και φωνητική ομοιότητα των σημάτων Dallas και Pallas είναι εμφανής και ο βαθμός ομοιότητας είναι τόσο μεγάλος που δημιουργείται τέτοια σύγχιση στο κοινό που δικαιολογεί την ένσταση των αιτητών σύμφωνα με τα άρθρα 13 και 14(1) του περί Εμπορικών Σημάτων Νόμου Κεφ. 268, τα οποία έχουν ως εξής:
"13. Its shall not be lawful to register as a trade mark or part of a trade mark any matter the use of which would, by reason of its being likely to deceive or cause confusion or otherwise, be disentitled to protection in a court of justice, or would be contrary to law or morality, or any scandalous design.
14(1) Subject to the provisions of subsection (2), no trade mark shall be registered in respect of any goods or description of goods that is identical with a trade mark belonging to a different proprietor and already on the register in respect of the same goods or description on goods, or that so nearly resembles such a trade mark as to be likely to deceive or cause confusion".
Στην υπόθεση British Petroleum Co. P.L.C. v. The Registrar of Trade Marks (1986) 3 C.L.R. 747 αναφέρεται σχετικά στη σελίδα 751:
"Under s.l4(l) the Registrar has to consider two questions: (a) Whether the respective specifications cover one or more of the same goods or goods of the same description; and (b) whether the respective marks sufficiently resemble each other having regard to what would be a normal and fair user of them and that due to such resemblance there is an actual probability of deception or confusion is caused".
Στην υπό κρίση απόφαση ο Έφορος αποφάσισε πρώτα ότι τα αγαθά ήταν της ίδιας περιγραφής και μετά σύγκρινε τα δύο σήματα για να δει κατά πόσο λόγω της ομοιότητάς τους υπήρχε πραγματική πιθανότητα να προκληθεί εξαπάτηση ή σύγχυση - "actual probability of deception or confusion".
Στο Σύγγραμμα Kerly's Law of Trade Marks and Trade Names, 12η έκδοση, στη σελίδα 443, παράγραφος 17-11, αναφέρονται τα εξής:
"(b) The mark is a whole: common elements
The trade mark is the whole thing - the whole picture on each has to be considered. There may be differences in the parts of each mark, but it is important to consider the mode in which the parts are put together and to judge whether the dissimilarity of the part or parts is enough to make the whole dissimilar.
In the case of the application to register 'Erectiko', Farwell J. said: Ί do not think it is right to take a part of the word and compare it with a part of the other word; one word must be considered as a whole and compared with the other word as a whole ... I think it is a dangerous method to adopt to divide the word up and seek to distinguish a portion of it from a portion of the other word."
Στις σελίδες 444, παράγραφος 17-12, αναφέρεται:
"Common elements: some dicta
In Broadhead, Evershed M.R. followed the observations of Lord Russell in Coca Cola Canada v. Pepsi Cola Canada, where he stated: 'Where you get a common denominator, you must in looking at the competing formulae pay much more regard to the parts of the formulae which are not common - although it does not flow from that that you must treat the words as though the common part was not there at all'. Where common marks are included in the trade marks to be compared, or in one of them, the proper course is to look at the marks as wholes, and not to disregard the parts which are common."
Και στη σελίδα 446, παράγραφος 17-15:
"Examination of reported cases shows that where the marks are meaningless words, or words of essentially similar character, the courts give as much weight to phonetic as to visual resemblance. But for a mere accidental phonetic resemblance (in the sense that the idea of the marks, once properly grasped, is quite different) to convince the court of deceptive resemblance calls for something special: for a convincing demonstration that some context likely to occur in actual commerce would convert the accidental resemblance into something approaching identity of sound".
Και στη σελίδα 449, παράγραφος 17-20:
"It must not be assumed against the applicant or registered proprietor that he is going to use his mark unfairly, in the sense that he is going to use something different, by leaving out or obliterating any parts of the mark, for instance, so as to make it more like that of the opponent, for the court presumes that a trade mark will be used fairly and without fraud."
Με βάση τις πιο πάνω αρχές, καθώς και τις αρχές που περιέχονται στην υπόθεση Pianotist Co. Ltd Appn. [1906] 23 R.P.C. 774, καταδεικνύεται ότι η απόφαση του Εφόρου ήταν ορθή γιατί ο Έφορος όφειλε να εξετάσει το κάθε σήμα σαν σύνολο - και όχι ξεχωριστά τα γράμματα -, να λάβει υπόψη τη φωνητική και κατά συνέπεια τον τονισμό, το νόημα, την οπτική για να δώσει σημασία στις διαφορές και να λάβει υπόψη τους πιθανούς αγοραστές.
Ο ισχυρισμός του αιτητή ότι εσφαλμένα λήφθηκε υπόψη η απόφαση 2861/82 της Ελλάδας, γιατί αυτή δεν είναι τελεσίδικη επειδή εκκρεμεί έφεση, και επίσης γιατί, κατά τον ισχυρισμό του, δεν έγιναν πωλήσεις σιγαρέττων στην Ελλάδα με το σήμα Pallas, δεν είναι βάσιμος. Εμφαίνεται από την απόφαση του Εφόρου ότι η απόφαση 2861/82 της Ελλάδας λήφθηκε υπόψη από τον Έφορο όσον αφορά το γεγονός ότι τα σήματα συνυπήρχαν στην Ελλάδα, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι οι αιτητές δεν ανάφεραν περίπτωση σύγχισης. Επιπλέον, ο ισχυρισμός ότι στην Ελλάδα δεν έγιναν πωλήσεις με το σήμα Pallas, δεν τέθηκε ενώπιον του Εφόρου και επομένως δεν μπορεί να προβληθεί τώρα ως λόγος ακύρωσης. Είναι ο ισχυρισμός του αιτητή ότι ο Έφορος εσφαλμένα έλαβε υπόψη την παραίτηση από μέρους του ενδιαφερόμενου μέρους του αποκλειστικού δικαιώματος χρήσης του σήματος Dallas (Disclaimer).
Εμφαίνεται από την απόφαση του Εφόρου (παράγραφος 14 της απόφασης), ότι ο Έφορος απλά αναφέρει ότι το έλαβε υπόψη αλλά όχι ότι τον επηρέασε ως προς το θέμα της ομοιότητας ή όχι.
Ο τελευταίος ισχυρισμός των αιτητών, είναι ότι ο Έφορος εσφαλμένα αποφάσισε ότι η συνύπαρξη των δύο σημάτων στο Μητρώο Σημάτων, αποδεικνύει έλλειψη κινδύνου σύγχισης και δεν έλαβε υπόψη τον πραγματικό κίνδυνο σύγχισης του καταναλωτή στην Κύπρο, έχοντας υπόψη τα 25 χρόνια πώλησης του Pallas.
Ο Έφορος δεν αποφάσισε ότι η συνύπαρξη των σημάτων αποδεικνύει έλλειψη κινδύνου σύγχυσης. Αποφάσισε ότι δεν υπήρχε κίνδυνος να προκληθεί σύγχυση απλώς και μόνο λόγω της συνύπαρξης των σημάτων στο Μητρώο και ότι οι αιτητές δεν απέδειξαν ότι η χρήση του σήματος Dallas παράλληλα με το Pallas θα δημιουργήσει σύγχυση.
Για όλους τους πιο πάνω λόγους, βρίσκω ότι ο Έφορος άσκησε ορθά τη διακριτική του ευχέρεια αφού έλαβε υπόψη όλα τα σχετικά στοιχεία που τέθηκαν ενώπιόν του, εφάρμοσε ορθά τη Νομοθεσία και τις αρχές της νομολογίας και η υπό κρίση απόφαση ήταν λογικά επιτρεπτή.
Η προσφυγή απορρίπτεται χωρίς έξοδα.