ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1991) 4 ΑΑΔ 271
24 Ιανουαρίου, 1991
[ΣΤΥΛΙΑΝΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΣΤΕΛΛΑ ΙΩΑΝΝΙΔΟΥ ΚΑΙ ΑΛΛΟΙ,
Αιτητές,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 328/89).
Προσφυγή βάσει τον άρθρον 146 του Συντάγματος— Λόγοι ακύρωσης —Πλάνη περί τα πράγματα και το νόμο — Απόφαση βασισμένη κυρίως σε πεπλανημένη άποψη περί τα πράγματα και το νόμο πάσχει και ή ίδια.
Διοικητική πράξη — Αιτιολογία — Η πράξη είναι αναιτιολόγητη αν η αιτιολογία είναι αντίθετη με το νόμο και με τα ουσιώδη στοιχεία του φακέλου που έπρεπε να ληφθούν υπόψη.
Με την παρούσα προσφυγή οι αιτητές ζήτησαν την ακύρωση απόφασης της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας με την οποία η Επιτροπή αποφάσισε ότι "κατάλληλη δημόσια θέση διορισμού τους, σύμφωνα με τον περί Εκτάκτων Δημοσίων Υπαλλήλων (Διορισμός σε Δημόσιες θέσεις) Νόμο του 1985, (Ν. 160/85), είναι εκείνη του Νομικού βοηθού, 2ης Τάξης, Νομική Υπηρεσία
Οι αιτητές υπηρετούσαν στη Δημόσια Υπηρεσία πάνω σε έκτακτη βάση και εκτελούσαν νομικά καθήκοντα στη Νομική Υπηρεσία Μετά την θέσπιση και θέση σε ισχύ του Νόμου 160/85, η Ε.Δ.Υ. έκρινε ως κατάλληλη δημόσια θέση για διορισμό των αιτητών σύμφωνα με το άρθρο 3(1)(β) του Νόμου τη θέση του Νομικού Βοηθού 2ης Τάξης και τους διόρισε σε αυτήν αφού η θέση Νομικού Βοηθού 1ης Τάξης ήταν θέση προαγωγής.
Με την απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου Αρ. 21.119 το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης Νομικού Βοηθού 1ης Τάξης τροποποιήθηκε, η θέση έγινε, για σκοπούς εφαρμογής του Ν. 160/85, πρώτου διορισμού και προαγωγής, τα καθήκοντά της ορίστηκαν τα ίδια με τη θέση της 2ης Τάξης αλλά σε αυξημένο βαθμό ευθύνης και οι αιτητές επειδή πληρούσαν και τις υπόλοιπες προϋποθέσεις ζήτησαν με επιστολή τους από την Ε.Δ.Υ. να επανεξετάσει το θέμα του διορισμού τους και υποστήριξαν ότι κατάλληλη πλέον θέση ήταν αυτή της 1ης Τάξης.
Αρχικά η Ε.ΔΥ. ζήτησε τις απόψεις του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας και έλαβε απάντηση από το Βοηθό Γενικό Εισαγγελέα που χαρακτήριζε το αίτημα των αιτητών σαν νομικά δικαιολογημένο. Στη συνέχεια η Ε.Δ.Υ, πήρε και τις απόψεις του Διευθυντή της Υπηρεσίας Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού ο οποίος εξέφρασε τη γνώμη ότι οι αιτητές θα έπρεπε να παραμείνουν στη θέση 2ης Τάξης που είχαν διοριστεί για να μην τεθεί θέμα διορισμού τους σε θέση με κλίμακα αμοιβής υψηλότερη από εκείνη που κατείχαν σαν έκτακτοι και επηρεαστούν με τον τρόπο αυτό και τα 95% και πλέον από τους 3,500 έκτακτους υπαλλήλους που διορίστηκαν με βάση τους διάφορους νόμους παραμένοντας στην ίδια κλίμακα. Με νέα επιστολή της η Ε.Δ.Υ, ζήτησε από το Γενικό Εισαγγελέα τη διευκρίνιση κατά πόσο η απάντησή του αφορούσε την ουσία του ερωτήματος ποια είναι η κατάλληλη θέση για τους αιτητές ενόψει των καθηκόντων σε αυξημένο βαθμό ευθύνης που απαιτούνται για την θέση της 1ης Τάξης. Στην απάντησή του ο Βοηθός Γενικός Εισαγγελίας βεβαίωσε ότι η άποψή του ίσχυε και για την ουσία του αιτήματος των αιτητών διότι τα καθήκοντα που τους είχαν ανατεθεί είχαν πράγματι αυξημένο βαθμό ευθύνης, για σκοπούς του σχετικού σχεδίου υπηρεσίας της θέσης Νομικού Βοηθού 1ης Τάξης.
Τελικά η Ε.Δ.Υ. έλαβε την αρνητική προσβαλλόμενη απόφαση υιοθετώντας ως βαρύνουσες τις απόψεις του Διευθυντή Υπηρεσίας Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού.
Ο Βοηθός Γενικός Εισαγγελέας στην προφορική του αγόρευση αποδέχτηκε ότι, έχοντας υπόψη το Νόμο και τη φύση των καθηκόντων των αιτητών, η τοποθέτησή τους θα έπρεπε να ήταν στη θέση Νομικού Βοηθού, 1ης Τάξης.
Το Ανώτατο Δικαστήριο, ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:
1. Η προσβαλλόμενη απόφαση πάσχει από πλάνη περί τα πράγματα και το νόμο διότι εξ αυτού του λόγου πάσχουν και οι απόψεις του Διευθυντή Υπηρεσίας Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού που πρόδηλα άσκησαν επιρροή στην κρίση της Ε.Δ.Υ. Οι συνδυασμένες θέσεις έχουν ουσιαστική διαφορά από τις θέσεις πρώτου διορισμού και προαγωγής αφού οι δεύτερες είναι ανοικτές και για πρόσωπα έξω από την Υπηρεσία Η Ε.Δ.Υ. δεν έδωσε τη δέουσα σημασία στην τροποποίηση του σχεδίου υπηρεσίας για τη θέση 1ης Τάξης, η οποία είναι γενικής εφαρμογής. Ο Διευθυντής στην επιστολή του, ουσιαστικά καθορίζει ως το σημαντικότερο κριτήριο την κλίμακα στην οποία ο υπάλληλος διορίστηκε ως έκτακτος, ενώ το κριτήριο αυτό είναι δευτερεύουσας σημασίας.
2. Η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αναιτιολόγητη με το νόημα ότι η αιτιολογία είναι αντίθετη με το νόμο και τα ουσιώδη στοιχεία του φακέλου έπρεπε να ληφθούν υπόψη. Η Ε.Δ.Υ, παραγνώρισε αδικαιολόγητα τη βεβαίωση του Βοηθού Γενικού Εισαγγελέα.
3. Η Ε.Δ.Υ.,στη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης, ενήργησε με υπέρβαση και κατάχρηση εξουσίας.
Η επίδικη απόφαση οχυρώνεται χωρίς έξοδα.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Republic and Another v. Atistotelous (1982) 3 C.LR. 497·
Georghiou and Others v. Republic (1988) 3 C.L.R. 2473.
Προσφυγή.
Προσφυγή εναντίον της απόφασης της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας με την οποία η Επιτροπή αποφάσισε ότι "κατάλληλη" δημόσια θέση διορισμού των αιτητών, σύμφωνα με τον περί Εκτάκτων Δημοσίων Υπαλλήλων (Διορισμός σε Δημόσιες Θέσεις) Νόμο του 1985 (Αρ. 160/85) είναι εκείνη του Νομικού Βοηθού, 2ης Τάξης, Νομική Υπηρεσία.
Α.Σ. Αγγελίδης, για. τους αιτητές.
Λ. Λουκαΐδης, Βοηθός Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, για τους καθ' ων η αίτηση.
Cur. adv. vult.
Ο Δικαστής κ. Στυλιανίδης ανάγνωσε την ακόλουθη απόφαση.
ΣΤΥΛΙΑΝΙΔΗΣ, Δ: Με την παρούσα προσφυγή οι αιτητές ζητούν:-
Την ακύρωση της απόφασης της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας, (η "Επιτροπή"), ημερομηνίας 27 Φεβρουαρίου, 1989, που κοινοποιήθηκε στους αιτητές με επιστολές ημερομηνίας 17 Μαρτίου, 1989, με την οποία η Επιτροπή αποφάσισε ότι "κατάλληλη" δημόσια θέση διορισμού τους, σύμφωνα με τον περί Εκτάκτων Δημοσίων Υπαλλήλων (Διορισμός σε Δημόσιες θέσεις) Νόμο του 1985, (Αρ. 160/ 85), (ο "Νόμος"), είναι εκείνη του Νομικού Βοηθού, 2ης Τάξης, Νομική Υπηρεσία.
Οι αιτητές υπηρετούσαν στη Δημόσια Υπηρεσία πάνω σε έκτακτη βάση και εκτελούσαν νομικά καθήκοντα στη Νομική Υπηρεσία. Επειδή μεγάλος αριθμός υπαλλήλων, που υπηρετούσαν πάνω σε έκτακτη βάση για κάλυψη μόνιμων αναγκών της Δημόσιας Υπηρεσίας, δεν έγινε κατορθωτό να διοριστούν σε δημόσιες θέσεις σύμφωνα με την υφιστάμενη νομοθεσία, θεσπίστηκε ο Νόμος, που δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας και τέθηκε σε ισχύ στις 8 Νοεμβρίου, 1985. Το Άρθρο 3 του Νόμου προβλέπει:-
"3(1) Κατά παρέκκλιση από τις διατάξεις των περί Δημοσίας Υπηρεσίας Νόμων του 1967 μέχρι 1983 ή οποιουδήποτε άλλου νόμου που αφορά στη δημόσια υπηρεσία τις σχετικές με τις μεθόδους και διαδικασίες πλήρωσης δημόσιων θέσεων, κάθε έκτακτος υπάλληλος ο οποίος -
(α) βρισκόταν στην υπηρεσία την 31η Δεκεμβρίου 1984, και
(β) εξακολουθεί, με ή χωρίς διακοπή, να βρίσκεται στην υπηρεσία αυτή την ημερομηνία θέσπισης του παρόντος Νόμου,
τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου 2, διορίζεται από την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας αναδρομικά από την ημερομηνία δημοσίευσης του παρόντος Νόμου σε κατάλληλη δημόσια θέση σύμφωνα με τις διατάξεις των περί Δημοσίας Υπηρεσίας Νόμων του 1967 μέχρι 1983 και με βάση τους πίνακες διοριστέων που θα ετοιμαστούν από το Διευθυντή της Υπηρεσίας Δημόσιας-Διοίκησης και Προσωπικού και θα διαβιβαστούν στην Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας.
(2) Ο προβλεπόμενος στο εδάφιο (1) διορισμός γίνεται νοουμένου ότι ο έκτακτος υπάλληλος κατά το χρόνο του διορισμού του -
(α) υπηρετεί πάνω σε πλήρη βάση για την κάλυψη μόνιμων αναγκών της δημόσιας υπηρεσίας, και
(β) κατέχει τα προσόντα που προνοούνται από τα σχέδια υπηρεσίας της θέσης που απονέμεται σ' αυτόν, καθώς και τα άλλα προσόντα που απαιτούνται από τους περί Δημοσίας Υπηρεσίας Νόμους του 1967 μέχρι 1983 για διορισμό στη δημόσια υπηρεσία."
Ο Πίνακας Διοριστέων, με βάση το Νόμο, ετοιμάζεται από το Διευθυντή της Υπηρεσίας Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού, (ο "Διευθυντής"). Εφόσον ένα πρόσωπο ικανοποιεί τις προϋποθέσεις του Νόμου, ο Διευθυντής είναι υποχρεωμένος να συμπεριλάβει το πρόσωπο αυτό στον Πίνακα.
Οι αιτητές ικανοποιούσαν όλες τις προϋποθέσεις του Νόμου για διορισμό και περιλήφθηκαν στον Πίνακα Διοριστέων.
Η Επιτροπή έχει την αρμοδιότητα να αποφασίσει, στην κάθε περίπτωση, ποια είναι η "κατάλληλη δημόσια θέση". Πρέπει να λαμβάνει υπόψη της τα ουσιώδη στοιχεία στις 8 Νοεμβρίου, 1985, ημερομηνία δημοσίευσης του Νόμου και αναδρομικού διορισμού. Καθοριστικής σημασίας είναι το κριτήριο των καθηκόντων που ασκούσε ο έκτακτος υπάλληλος στον ουσιώδη χρόνο.
Η μισθοδοσία του έκτακτου υπάλληλου μπορούσε να αποτελέσει δευτερεύουσας σημασίας κριτήριο.
Ο διορισμός και η προαγωγή είναι δύο διαφορετικές πράξεις. Πρόσωπο μπορεί να διοριστεί μόνο σε θέση πρώτου διορισμού, ή πρώτου διορισμού και προαγωγής. Δεν είναι επιτρεπτός διορισμός σε θέση προαγωγής, στην οποία τα σχέδια υπηρεσίας προβλέπουν ορισμένη υπηρεσία στην κατώτερη θέση - (βλ. Republic & Another v. Aristotelous (1982) 3 C.L.R. 497). "Υπηρεσία", στο νόημα των σχεδίων, σημαίνει υπηρεσία μετά το διορισμό από την Επιτροπή - (βλ. Glafkos Georghiou, and Others v. The Republic of Cyprus (1988) 3 CLR. 2473).
Η θέση Νομικού Βοηθού ήταν 2ης Τάξης - πρώτου διορισμού, και 1ης Τάξης - προαγωγής, συνδυασμένη θέση με τη 2η Τάξη. Τα απαιτούμενα προσόντα για τη θέση 1ης Τάξης ήταν:-
"Διετής τουλάχιστον ικανοποιητική υπηρεσία εις την θέσιν Νομικού Βοηθού/Νομικού Βοηθού, 2ας Τάξεως."
Η Επιτροπή ορθά αποφάσισε ότι η κατάλληλη θέση ήταν η θέση Νομικού Βοηθού 2ης Τάξης και διόρισε τους αιτητές, σύμφωνα με το Νόμο, αναδρομικά από 8 Νοεμβρίου, 1985, στη θέση αυτή.
Με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου Αρ. 21.119, ημερομηνίας 24 Σεπτεμβρίου, 1987, το σχέδιο υπηρεσίας της 1ης Τάξης τροποποιήθηκε με την ακόλουθη πρόσθεση:-
"Για σκοπούς εφαρμογής του Νόμου 160/85, η θέση Νομικού Βοηθού, 1ης Τάξης, θα θεωρηθεί ως θέση Πρώτου Διορισμού και Προαγωγής οπότε οι υποψήφιοι, αντί να κατέχουν τα προσόντα που απαιτούνται για προαγωγή, θα πρέπει να είναι Εγγεγραμμένοι δικηγόροι στην Κύπρο και να έχουν διετή τουλάχιστο πείρα εκτέλεσης των καθηκόντων της θέσης."
Τα καθήκοντα και ευθύνες της θέσης είναι:-
"Ως προνοούνται διά την θέσιν Νομικού Βοηθού 2ας Τάξεως, αλλ' εις ηυξημένον βαθμόν ευθύνης."
Μετά την πιο πάνω τροποποίηση, οι αιτητές με επιστολή τους προς την Επιτροπή, ημερομηνίας 27 Νοεμβρίου, 1987, αναφέρθηκαν στο διορισμό τους από 8 Νοεμβρίου, 1985, στη θέση Νομικού Βοηθού, 2ης Τάξης, δυνάμει του Άρθρου 3 του Νόμου, και ζήτησαν επανεξέταση του θέματος του διορισμού τους σε "κατάλληλη δημόσια θέση". Επικαλέστηκαν την τροποποίηση του σχεδίου υπηρεσίας και υποστήριξαν ότι "η κατάλληλη δημόσια θέση", στην οποία η Επιτροπή έπρεπε να τους είχε διορίσει, ήταν η θέση Νομικού Βοηθού, 1ης Τάξης, δεδομένου ότι ικανοποιούσαν τις πρόνοιες του νέου σχεδίου υπηρεσίας και τα καθήκοντα τα οποία ασκούσαν στους ουσιώδεις χρόνους ήταν τα καθήκοντα της θέσης Νομικού Βοηθού, 1ης Τάξης. Ζήτησαν από την Επιτροπή να επανεξετάσει το θέμα.
Η Επιτροπή με επιστολή ημερομηνίας 1ης Δεκεμβρίου, 1987, ζήτησε τις απόψεις του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας.
Ο Βοηθός Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, με επιστολή του ημερομηνίας 17 Δεκεμβρίου, 1987, απάντησε ότι θεωρεί "το αίτημα των Νομικών Βοηθών 2ης Τάξης για διορισμό τους στη θέση Νομικού Βοηθού 1ης Τάξης από 8.11.1985 σαν νομικά δικαιολογημένο".
Στις 21 Δεκεμβρίου, 1987, η Επιτροπή αποφάσισε να ζητήσει τις απόψεις του Διευθυντή.
Ο Διευθυντής απάντησε με επιστολή ημερομηνίας 9 Φεβρουαρίου, 1988, το ουσιαστικό μέρος της οποίας έχει:-
"2. Οι πιο πάνω υπάλληλοι προσλήφθηκαν στην κλίμακα Α9 και, με βάση τα κριτήρια που καθορίστηκαν στη ΜΕΠ, ως κατάλληλη γι' αυτούς θέση για διορισμό κρίθηκε ότι ήταν η θέση Νομικού Βοηθού, 2ης Τάξης, γιατί κατά το συγκεκριμένο χρόνο εξακολουθούσαν να βρίσκονται στην Κλ.Α9.
Δεν ετίθετο θέμα διορισμού τους στην 1η Τάξη γιατί αυτό θα καταστρατηγούσε τη γενική αρχή που ακολουθήθηκε σύμφωνα με την οποία η θέση στην οποία εθεωρούντο ότι θάπρεπε να διοριστούν ήταν εκείνη που είχε την ίδια Κλίμακα στην οποία ευρίσκοντο οι έκτακτοι υπάλληλοι. Τυχόν διορισμός των ενδιαφερομένων στη 1η Τάξη θα έχει απρόβλεπτες συνέπειες, γιατί επηρεάζονται τα 95% και πλέον από τους 3,500 έκτακτους υπαλλήλους που δωρίστηκαν με βάση τους διάφορους νόμους. Ως γνωστό οι περισσότερες θέσεις στις οποίες διορίστηκαν ήταν συνδυασμένες. Γι' αυτό η άποψή μας είναι ότι δεν πρέπει να γίνει οποιαδήποτε παρέκκλιση από την αρχή που συμφωνήθηκε στη Μ.Ε.Π. και εφαρμόστηκε σ' όλες τις περιπτώσεις, δηλ. οι έκτακτοι να διορίζονται σε θέση με κλίμακα όχι ψηλότερη από εκείνη που είχαν σαν έκτακτοι."
Στις 24 Φεβρουαρίου, 1988, η Επιτροπή έστειλε νέα επιστολή στο Γενικό Εισαγγελέα, στην οποία ανέφερε:-
"3. θα πρέπει να σημειωθεί ότι στην πιο πάνω επιστολή σας ημερ. 17.12.87 συμβουλεύσατε ότι θεωρείτε το αίτημα των υπαλλήλων 'σαν νομικά δικαιολογημένο'. Όμως δεν είναι σαφές κατά πόσον αυτό αφορά στη νομική ευχέρεια να διοριστούν στην 1η Τάξη, ύστερα που αυτή μετατράπηκε σε Πρώτου Διορισμού και Προαγωγής με την τροποποίηση του Σχεδίου Υπηρεσίας από το Υπουργικό Συμβούλιο ή αν αφορά στην ουσία του ερωτήματος ποια είναι η κατάλληλη γι' αυτούς θέση. Όπως προκύπτει από το Σχέδιο Υπηρεσίας τα καθήκοντα της 1ης και 2ης Τάξης, είναι ακριβώς τα ίδια με την προσθήκη 'σε αυξημένο βαθμό ευθύνης' για την 1η Τάξη.
Παρόμοια κατάσταση ισχύει και σε πολλές άλλες συνδυασμένες θέσεις, όπως του Γραφέα, 1ης και 2ης Τάξης."
Ο Βοηθός Γενικός Εισαγγελέας, σε γραπτή απάντησή του, ημερομηνίας 4 Μαρτίου, 1988, βεβαίωσε και συμβού-λεψε:-
"... η άποψη που εξέφρασα με την επιστολή μου ημερομηνίας 17.12.87 ότι το αίτημα των εν λόγω υπαλλήλων 'είναι νομικά δικαιολογημένο' ισχύει και για την ουσία του αιτήματος τους δηλαδή όσον αφορά την 'κατάλληλη' γι' αυτούς θέση με βάση τον πιο πάνω Νόμο. Και τούτο διότι τα καθήκοντα που ανατέθηκαν στους εν λόγω λειτουργούς καθόλο το ουσιώδες χρονικό διάστημα για σκοπούς του εν λόγω Νόμου είχαν πράγματι 'αυξημένο βαθμό ευθύνης' για σκοπούς του σχετικού Σχεδίου Υπηρεσίας της θέσης Νομικού Βοηθού 1ης Τάξης (παρουσίαση στο Ανώτατο Δικαστήριο, γνωματεύσεις σε σοβαρά θέματα κ.λ.π.)."
Στις 27 Φεβρουαρίου, 1989, η Επιτροπή πήρε την αρνητική προσβαλλόμενη απόφαση, θεωρώ σκόπιμο να παραθέσω το ακόλουθο μέρος από τα πρακτικά:-
"Ο Βοηθός Γενικός Εισαγγελέας, με επιστολή του με αρ. 36(Α)/70/Ι και ημερ. 4.3.88, απάντησε ότι η άποψη ότι το αίτημα είναι 'νομικά δικαιολογημένο' ισχύει και για την ουσία του αιτήματος, δηλαδή όσον αφορά την κατάλληλη γι' αυτούς θέση και τούτο επειδή τα καθήκοντα που ανατέθηκαν στους εν λόγω λειτουργούς είχαν πράγματι 'αυξημένο βαθμό ευθύνης' για σκοπούς του Σχεδίου Υπηρεσίας της θέσης Νομικού Βοηθού, 1ης Τάξης.
Σύμφωνα με τα στοιχεία απασχόλησής τους, οι πιο πάνω υπάλληλοι εκτελούσαν 'γενικά νομικά καθήκοντα' και αμείβονταν στην κλίμακα Α9. Εξάλλου, οι εξουσιοδοτήσεις του Υπουργού Οικονομικών αφορούσαν την πρόσληψη Νομικού Βοηθού, 2ης Τάξης.
Η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας, αφού εξέτασε προσεκτικά όλα τα ενώπιον της στοιχεία, δηλαδή τα καθήκοντα που εκτελούσαν οι πιο πάνω υπάλληλοι, τη μισθοδοσία που λάμβαναν, τη συμβουλή της Γενικής Εισαγγελίας, καθώς και τις απόψεις του Διευθυντή της Υπηρεσίας Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού, έκρινε ότι η κατάλληλη θέση στην οποία οι υπάλληλοι αυτοί έπρεπε να διοριστούν είναι εκείνη του Νομικού Βοηθού, 2ης Τάξης, επαναβεβαιώνοντας έτσι την αρχική της απόφαση.
Η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας παρατήρησε πως το γεγονός ότι οι πιο πάνω ασκούσαν και καθήκοντα σε αυξημένο βαθμό ευθύνης δεν αποτελεί αποφασιστικό κριτήριο για τον καθορισμό της κατάλληλης θέσης, λαμβανομένου υπόψη ότι και σε πολλές άλλες θέσεις γίνεται το ίδιο, ανάλογα με τις ανάγκες της υπηρεσίας, οπότε οι προϊστάμενες αρχές αναθέτουν και αυξημένα καθήκοντα."
Η Επιτροπή, όπως αναφέρει, έλαβε υπόψη τις απόψεις του Διευθυντή. Οι απόψεις αυτές ήταν καθοριστικές και έκλιναν την πλάστιγγα.
Ο Γενικός Εισαγγελέας, στην παρούσα υπόθεση, όπως φαίνεται από τις επιστολές του, ενήργησε με διπλή ιδιότητα - Νομικός Σύμβουλος της Δημοκρατίας, με βάση το Άρθρο 113 του Συντάγματος, και Προϊστάμενος ή/και Αρχηγός της Νομικής Υπηρεσίας, κάτω από τον οποίον υπηρετούσαν οι αιτητές. Ήταν το πρόσωπο, ή/και η Αρχή που είχε γνώση και μπορούσε να εκτιμήσει και προσδιορίσει τα καθήκοντα και το βαθμό της ευθύνης με τον οποίο τα ασκούσαν οι αιτητές. Χωρίς κανένα δισταγμό βεβαίωσε ότι αυτά ήταν αυξημένου βαθμού ευθύνης και ικανοποιούσαν το σχέδιο υπηρεσίας της 1ης Τάξης.
Η Επιτροπή παραγνώρισε αδικαιολόγητα τη βεβαίωση του Βοηθού Γενικού Εισαγγελέα, με την αιτιολογία ότι προϊστάμενες αρχές "αναθέτουν και αυξημένα καθήκοντα".
Το απαιτούμενο προσόν της άσκησης των καθηκόντων σε αυξημένο βαθμό ευθύνης, σύμφωνα με το σχέδιο υπηρεσίας Νομικού Βοηθού, 1ης Τάξης, δεν θεωρήθηκε από την Επιτροπή ως το αποφασιστικό κριτήριο. Η Επιτροπή στη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης βασίστηκε στις απόψεις του Διευθυντή και, ως εκ τούτου, σε εξωγενείς άσχετους παράγοντες, όπως οι διαπραγματεύσεις με την ΠΑ.ΣΥ.ΔΥ. και οι ισχυριζόμενες απρόβλεπτες συνέπειες σε άλλους έκτακτους υπάλληλους που διορίστηκαν με βάση τους διάφορους νόμους, γιατί οι περισσότερες θέσεις ήταν συνδυασμένες.
Η αναφορά από το Διευθυντή στις συνδυασμένες θέσεις, που πρόδηλα άσκησε επιρροή στην κρίση της Επιτροπής, πάσχει από πλάνη περί το νόμο και τα πράγματα. Οι συνδυασμένες θέσεις έχουν ουσιαστική διαφορά από τις θέσεις πρώτου διορισμού και προαγωγής. Προαγωγή στην ψηλότερη βαθμίδα της συνδυασμένης θέσης προϋποθέτει, κατά κανόνα, υπηρεσία στη χαμηλότερη βαθμίδα, ενώ η θέση πρώτου διορισμού και προαγωγής είναι ανοικτή και για πρόσωπα έξω από την Υπηρεσία.
Η Επιτροπή δεν έδωσε τη δέουσα σημασία στην τροποποίηση του σχεδίου υπηρεσίας της θέσης Νομικού Βοηθού, 1ης Τάξης. Η τροποποίηση έχει γενική εφαρμογή.
Ο Διευθυντής στην επιστολή του, ουσιαστικά καθορίζει ως το σημαντικότερο κριτήριο την κλίμακα στην οποία ο υπάλληλος διορίστηκε ως έκτακτος, ενώ το κριτήριο αυτό είναι δευτερεύουσας σημασίας.
Ο Βοηθός Γενικός Εισαγγελέας στην προφορική του αγόρευση αποδέχτηκε ότι, έχοντας υπόψη το Νόμο και τη φύση των καθηκόντων των αιτητών, η τοποθέτησή τους θα έπρεπε να ήταν στη θέση Νομικού Βοηθού, 1ης Τάξης.
Με βάση τα πιο πάνω, το Δικαστήριο κατέληξε ότι η προσβαλλόμενη απόφαση πάσχει από πλάνη περί τα πράγματα και το νόμο, είναι αναιτιολόγητη, με το νόημα ότι η αιτιολογία είναι αντίθετη με το νόμο και τα ουσιώδη στοιχεία του φακέλου που έπρεπε να ληφθούν υπόψη. Η Επιτροπή, στη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης, ενήργησε με υπέρβαση και κατάχρηση εξουσίας.
Η προσφυγή επιτυγχάνει. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται. Καμιά διαταγή για έξοδα.
Επίδικη απόφαση ακυρώνεται χωρίς έξοδα.