ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2022:C493
AΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 118/2015
(Υποθ. Αρ.1508/2013)
22 Δεκεμβρίου, 2022
[ΓΙΑΣΕΜΗΣ, ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ, ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ,
ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, ΣΑΝΤΗΣ Δ/ΣΤΕΣ)
ΕΠΙΤΡΟΠΟΥ ΡΥΘΜΙΣΕΩΣ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΩΝ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ
ΚΑΙ ΤΑΧΥΔΡΟΜΕΙΩΝ
Εφεσείοντος/ Καθ΄ ου η Αίτηση
ΚΑΙ
ΑΡΧΗΣ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΥΠΡΟΥ
Εφεσίβλητης/ Αιτήτριας
--------------------
Ν. Κλεάνθους (κα) για Χρίστος Μ. Τριανταφυλλίδης, για Εφεσείοντα
Στ. Μαξιούτη (κα) με Θ. Παναγή (κα), για Τ. Παπαδόπουλος & Συνεργάτες ΔΕΠΕ, για Εφεσίβλητη
---------------------
Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Δικαστή Γ.Ν. Γιασεμή.
----------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.: Η διαφορά με την οποία ασχολείται η παρούσα έφεση ανεφύη μεταξύ του εφεσείοντα Επιτρόπου Ρύθμισης Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών και Ταχυδρομείων, (ο Επίτροπος), και της εφεσίβλητης, Αρχής Τηλεπικοινωνιών Κύπρου, (η Α.ΤΗ.Κ.). Η τελευταία, αποτελεί οργανισμό δημοσίου δικαίου, ο οποίος ιδρύθηκε και λειτουργεί με βάση τον περί Υπηρεσίας Τηλεπικοινωνιών Νόμο, Κεφ. 302, (όπως έχει τροποποιηθεί), και είναι επιφορτισμένος, μεταξύ άλλων, με την παροχή τηλεπικοινωνιακών υπηρεσιών στη Δημοκρατία. Όσον αφορά το θεσμό του Επιτρόπου, αυτός καθιερώθηκε με τον περί Ρυθμίσεως Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών και Ταχυδρομικών Υπηρεσιών Νόμου του 2004, (Ν.112(Ι)/2004) (όπως έχει τροποποιηθεί), (ο Νόμος), στον οποίον καθορίζονται οι αρμοδιότητες, οι εξουσίες και τα καθήκοντα του.
Δυνάμει συμφωνίας που συνάφθηκε μεταξύ της Κυπριακής Δημοκρατίας και της Α.ΤΗ.Κ. στις 6.3.2012, η Α.ΤΗ.Κ. απέκτησε την κυριότητα των αγωγών τηλεφώνων έκτακτης ανάγκης (SOS), που είναι εγκατεστημένοι στους αυτοκινητόδρομους που ελέγχονται από την Κυπριακή Δημοκρατία. Συνακόλουθα, η Α.ΤΗ.Κ. επέβαλε στην εταιρεία PRIMETEL PLC, η οποία είχε εγκατεστημένα καλώδια στον αυτοκινητόδρομο Λεμεσού-Πάφου, τέλη συνεγκατάστασης ύψους €72.152,00 ετησίως, τα οποία υπολόγισε με βάση το εν ισχύ περί Παροχής Συνεγκατάστασης και από Κοινής Χρήσης Διευκολύνσεων Διάταγμα του 2006 (Κ.Δ.Π. 338/2006) και απαίτησε την πληρωμή τους με επιστολή ημερομηνίας 5.4.2012. Η PRIMETEL, αρνούμενη την καταβολή των τελών, στη βάση ότι η Α.ΤΗ.Κ. δεν νομιμοποιείτο να της επιβάλει τέτοια τέλη, κατέθεσε στον Επίτροπο αίτηση στις 3.8.2012 για έναρξη διαδικασίας επίλυσης της διαφοράς, που προέκυψε μεταξύ της και της Α.ΤΗ.Κ.
Στις 27.8.2012, ο Επίτροπος έκρινε ότι υπήρχε αντικείμενο επίλυσης διαφοράς. Ξεκίνησε δε, τη διαδικασία επίλυσης της καθορίζοντας ως αντικείμενο της, αυτό που, ουσιαστικά, η PRIMETEL προσδιόρισε στο προβλεπόμενο «Έντυπο Υποβολής Αιτήματος για Έναρξη Διαδικασίας Επίλυσης Διαφοράς μεταξύ Οργανισμών» (το έντυπο). Συγκεκριμένα, καθόρισε ότι «αντικείμενο της διαφοράς αποτελεί η απαίτηση της ΑΤΗΚ για καταβολή τελών συνεγκατάστασης από την PRIMETEL PLC για τη χρήση του αγωγού τηλεφώνων έκτακτης ανάγκης (SOS) στον αυτοκινητόδρομο Λεμεσού-Πάφου, γεγονός που δεν αποδέχεται η PRIMETEL PLC.». Ο Επίτροπος, κοινοποίησε την πιο πάνω απόφαση του στην Α.ΤΗ.Κ., η οποία με επιστολή της ημερομηνίας 11.9.2012 προς αυτόν, υπέβαλε ότι δεν υπήρχε διαφορά προς επίλυση, εφόσον, η κυριότητα των αγωγών ήταν ζήτημα του αστικού δικαίου.
Ο Επίτροπος, αφού εξέτασε τα στοιχεία που έθεσαν ενώπιον του τα εμπλεκόμενα μέρη, εξέδωσε στις 26.3.2013 την προσβαλλόμενη απόφαση, δυνάμει του άρθρου 34 του Νόμου και των προνοιών του περί Διαδικασίας Επίλυσης Διαφορών μεταξύ Οργανισμών Διατάγματος του 2007, ΚΔΠ 555/2007 (το Διάταγμα). Αποφάσισε τόσο για το ζήτημα που έθεσε η Α.ΤΗ.Κ., ήτοι για ανυπαρξία «διαφοράς», όσο και για το ύψος του ετήσιου καθορισθέντος απ' αυτή τέλους. Ως προς το πρώτο ζήτημα αποφάσισε ότι η Α.ΤΗ.Κ. δικαιούτο να απαιτήσει τέλη συνεγκατάστασης από την PRIMETEL, ενώ για το θέμα της κυριότητας στη διαχείριση του αγωγού, έκρινε ότι αρμόδια να αποφανθούν είναι τα δικαστήρια. Αναφορικά με το ανώτατο ύψος τέλους για ολόκληρο το έτος 2012, για συνεγκατάσταση στον συγκεκριμένο αγωγό, όρισε το ποσό των €38.564,00, ενώ για το έτος 2013 έκρινε ότι θα έπρεπε να αναθεωρηθεί με βάση συγκεκριμένα δεδομένα. Ο υπολογισμός αυτός έγινε στη βάση ότι η Α.ΤΗ.Κ. δεν επωμίσθηκε οποιοδήποτε (ιστορικό) κόστος κατασκευής του αγωγού, ενώ κατά τα άλλα αποδέχτηκε τον τρόπο υπολογισμού του τέλους από την Α.ΤΗ.Κ. αναφορικά με το κόστος διαχείρισης, λειτουργίας, συντήρησης και υποστήριξης του, όσο και για το κόστος κεφαλαίου.
Η εν λόγω απόφαση, δεν βρήκε σύμφωνη την Α.ΤΗ.Κ., η οποία, προς το σκοπό ακύρωσης της, καταχώρισε ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου, την προσφυγή αρ. 1508/2013. Αφ' ενός ισχυρίστηκε υπέρβαση των εξουσιών του Επιτρόπου σύμφωνα με το άρθρο 34 του Νόμου και αφ' ετέρου τη λανθασμένη διαμόρφωση απ' αυτόν του ετήσιου τέλους στο ποσό των €38.564,00, στη βάση ότι η ίδια δεν έχει επωμισθεί οποιοδήποτε κόστος κατασκευής του επίδικου αγωγού. Η Α.ΤΗ.Κ. δικαιώθηκε και επέτυχε ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης, στο βαθμό και κατά την έκταση που αυτή θεώρησε τρωτή. Ως αποτέλεσμα, ο Επίτροπος καταχώρισε, εναντίον της πρωτόδικης ακυρωτικής απόφασης, την παρούσα έφεση. Επικαλέστηκε, δύο λόγους έφεσης, με τους οποίους αμφισβητεί την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης.
Αρχικά, κρίνεται ορθή η παράθεση του νομοθετικού πλαισίου εντός του οποίου ενήργησε ο Επίτροπος για την επίλυση της επίδικης διαφοράς και της λήψης της προσβαλλόμενης απόφασης. Σύμφωνα με τις σχετικές πρόνοιες του άρθρου 34(1) του Νόμου, στοιχειοθετείται η εξουσία του Επιτρόπου να προβαίνει σε έρευνα προς το σκοπό επίλυσης διαφοράς μεταξύ Οργανισμών, κατόπιν γραπτού αιτήματος οιουδήποτε από τα μέρη. Όπως αναφέρεται σε αυτό:
«34. (1) Σε περίπτωση που ανακύψει διαφορά μεταξύ οργανισμών, ο Επίτροπος, υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του παρόντος άρθρου, δύναται να ξεκινήσει έρευνα προς το σκοπό της επίλυσης της διαφοράς.
(2)(α) ............................
(β) Κατά την επίλυση της διαφοράς, η απόφαση του Επιτρόπου αποσκοπεί στη διασφάλιση της συμμόρφωσης με τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στις διατάξεις του παρόντος Νόμου και των διαταγμάτων που εκδίδονται δυνάμει αυτού.»
Επιπρόσθετα, σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 62(4)(β) του Νόμου:
«62(4)(β) Ο Επίτροπος δύναται κατόπιν αιτήματος οποιουδήποτε μέρους, να λαμβάνει μέτρα για επίλυση θέματος ή διαφοράς που αφορά σε συμφωνίες συνεγκατάστασης ή από κοινού χρήσης διευκολύνσεων, με βάση το μέρος 7 του παρόντος Νόμου και η εν λόγω συμφωνία θεωρείται ότι είναι συμφωνία διασύνδεσης για το σκοπό αυτό.».
Στις πρόνοιες του Διατάγματος, Κ.Δ.Π. 555/2007, καθορίζεται η διαδικασία σύμφωνα με την οποία ενήργησε ο Επίτροπος προς το σκοπό διερεύνησης και επίλυσης της διαφοράς. Επιπρόσθετα, το άρθρο 11 του Διατάγματος περί Παροχής Συνεγκατάστασης και από Κοινού Χρήσης Διευκολύνσεων, Διάταγμα του 2006, Κ.Δ.Π. 338/2006 προβλέπει ότι:
«11. (1) Ο Υπόχρεος Οργανισμός δικαιούται να απαιτήσει από τον Δικαιούχο Οργανισμό, ως προϋπόθεση αποδοχής της αίτησής του για τη σύναψη συμφωνίας συνεγκατάστασης σύμφωνα με το στοιχείο (α) ή/και (β) του εδαφίου (1) του άρθρου 7 του παρόντος Διατάγματος:
(α) την κάλυψη κάθε κόστους που μπορεί να καταλογισθεί εύλογα στην μελέτη τον συντονισμό, τις τυχόν απαιτούμενες άδειες ή άλλες διοικητικές πράξεις, και την εκτέλεση των εργασιών ή άλλων ενεργειών που απαιτούνται για την συνεγκατάσταση ή/και την κοινή χρήση εξοπλισμού και συστημάτων που έχει ζητήσει ο Δικαιούχος Οργανισμός, και
(β) την αναλογική συμμετοχή του Δικαιούχου Οργανισμού, με βάση αντικειμενικά κριτήρια, στα λειτουργικά έξοδα, τα περιοδικά τέλη, το ενοίκιο ή/και το κόστος του κεφαλαιουχικού εξοπλισμού που καταλογίζονται εύλογα στην πρόσβαση, συντήρηση και κοινή χρήση του συγκεκριμένου χώρου και εξοπλισμού που αφορά η αίτηση του Δικαιούχου Οργανισμού.»
Με τον πρώτο λόγο έφεσης, ο Επίτροπος εισηγείται ότι εσφαλμένα το Δικαστήριο αποφάσισε ότι αυτός υπερέβη τις εξουσίες του δυνάμει του άρθρου 34 του Νόμου, δεδομένου ότι η διαφορά, είχε ως μόνο αντικείμενο το δικαίωμα της Α.ΤΗ.Κ. να επιβάλει τέλη συνεγκατάστασης και όχι το ύψος των επιβληθέντων τελών, το οποίο δεν ήταν αντικείμενο της διαφοράς. Με το δεύτερο λόγο έφεσης υποστηρίζει, ότι εσφαλμένα το Δικαστήριο αποφάσισε ότι η Α.ΤΗ.Κ. επωμίσθηκε κόστος κατασκευής του αγωγού και συνακόλουθα κακώς αφαίρεσε το σχετικό κονδύλι από το τέλος που επέβαλε στην PRIMETEL.
Προβλήθηκε πρωτόδικα και έγινε αποδεκτό από το Δικαστήριο, ότι ο Επίτροπος εκδίδοντας την προσβαλλόμενη απόφαση, υπερέβη τις εξουσίες που του παρέχει το άρθρο 34 του Νόμου. Συγκεκριμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο ανέφερε τα εξής:
«Κατέληξα ότι ο πρώτος λόγος ακύρωσης, που αφορά την κατ΄ ισχυρισμό υπέρβαση από τον Επίτροπο των εξουσιών που του παρέχονται από το άρθρο 34 του Νόμου, ευσταθεί. ........... Η «διαφορά», επομένως είχε ως μόνο αντικείμενο το δικαίωμα της ΑΤΗΚ να επιβάλει τέλη συνεγκατάστασης στην PRIMETEL για τη χρήση των επίδικων καλωδίων και όχι αυτό καθαυτό το ύψος των επιβληθέντων τελών, θέμα για το οποίο καμιά νύξη δεν γίνεται στο υποβληθέν Έντυπο. Κατά συνέπεια η διαμόρφωση του τέλους από τον Επίτροπο ήταν εκτός του πλαισίου του αντικειμένου της «διαφοράς» και ως εκ τούτου υπερέβη τις εξουσίες που του παρέχει το άρθρο 34 του Νόμου, η δε θέση του ότι η PRIMETEL με την αίτηση της ζητούσε και «. οποιαδήποτε άλλη θεραπεία το ΓΕΡΗΕΤ[1] ήθελε κρίνει σκόπιμη, δίκαιη και/ή εύλογη υπό τις περιστάσεις» είναι άνευ σημασίας εφόσον η αιτούμενη - κατά γενικό τρόπο - θεραπεία θα είχε σημασία στην περίπτωση που θα αποφαινόταν ότι η ΑΤΗΚ δεν είχε δικαίωμα να επιβάλει τα επίδικα τέλη. Υπερέβη λοιπόν ο Επίτροπος τις εξουσίες που του αναγνωρίζει το άρθρο 34 του Νόμου, κατάληξη που προδιαγράφει και την επιτυχία της προσφυγής.»
Η πιο πάνω κρίση του Δικαστηρίου, αμφισβητείται ως εσφαλμένη από τον Επίτροπο, με τον πρώτο λόγο έφεσης. Είναι, συγκεκριμένα, η θέση του ότι ο Επίτροπος δεν δεσμεύεται από το πλαίσιο του αιτήματος για επίλυση διαφοράς, αν από την έρευνα του, στο πλαίσιο επίλυσης της, προκύψει θέμα, που θεωρεί ότι πρέπει να παρέμβει. Τούτο, εφόσον, σύμφωνα με το άρθρο 33(4) του Νόμου, έχει εξουσία να παρέμβει και να επιλύσει μια διαφορά ακόμα και αυτεπάγγελτα. Στην παρούσα περίπτωση, επενέβηκε στο πλαίσιο της διαδικασίας επίλυσης της διαφοράς. Ως εκ τούτου, δεν υπερέβη τις εξουσίες που του αναγνωρίζει το άρθρο 34 του Νόμου. Παράλληλα, εφόσον διαπίστωσε ότι η Α.ΤΗ.Κ. δεν υπολόγισε τα τέλη συνεγκατάστασης σύμφωνα με το Διάταγμα της Κ.Δ.Π. 338/2006, τα υπολόγισε σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία. Ως εκ τούτου, καμία υπέρβαση εξουσίας κατά παράβαση του άρθρο 34 δε διαπιστώνεται.
Ο πρώτος λόγος έφεσης πρέπει να γίνει αποδεκτός για τους πιο κάτω λόγους: Η απόφαση της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην υπόθεση Α.ΤΗ.Κ. ν. Επιτρ. Ρύθμισης Ηλεκτρ. Επικ. & Ταχυδρομείων (Αρ.1) (2011) 3 Α.Α.Δ. 143, σελίδες 152 έως 153, είναι καθοριστικής σημασίας. Κρίθηκε εκεί, ότι η διαδικασία επίλυσης διαφοράς, δυνάμει του άρθρου 34 του Νόμου, είναι τέτοια που ο Επίτροπος πρέπει να καταλήξει σε συγκεκριμένες λύσεις. Το άρθρο 20 του Νόμου προβλέπει, γενικά, για τις αρμοδιότητες, εξουσίες και καθήκοντα του Επιτρόπου. Μεταξύ αυτών, είναι τόσο η παροχή των υπηρεσιών του για επίλυση διαφορών μεταξύ παροχέων δικτύων, (άρθρο 20(ιγ)), όσο και ο καθορισμός και η ρύθμιση με απόφαση του πλαισίου χρεώσεων για διασφάλιση θεμιτού και υγιούς ανταγωνισμού οποιωνδήποτε παροχέων δικτύων (άρθρο 20(ιζ)). Παρατίθεται το σχετικό απόσπασμα από την απόφαση στις σελίδες 152 έως 153:
«Έχουμε εξετάσει τις πρόνοιες τόσο του Άρθρου 20(ιζ) όσο και τις πρόνοιες του Άρθρου 34 και συμφωνούμε με την κατάληξη του αδελφού Δικαστή. Το Άρθρο 20 προβλέπει γενικά για τις αρμοδιότητες, εξουσίες και καθήκοντα του Επιτρόπου. Μεταξύ αυτών είναι τόσο η παροχή των υπηρεσιών του για επίλυση διαφορών μεταξύ παροχέων δικτύων [Άρθρο 20(ιγ)] όσο και ο καθορισμός και η ρύθμιση με απόφαση του πλαισίου χρεώσεων για διασφάλιση θεμιτού και υγιούς ανταγωνισμού και των αρχών της διαφάνειας και κοστοστρέφειας οποιωνδήποτε παροχέων δικτύων [Άρθρο 20(ιζ)]. Κατά την άποψή μας, πρόκειται για δύο διαφορετικές αρμοδιότητες και εξουσίες. Στην πρώτη περίπτωση η εξουσία που παρέχει το Άρθρο 20(ιγ) του Νόμου για επίλυση διαφορών, ασκείται σύμφωνα με τις Γενικές Εξουσίες που του παρέχονται από το Μέρος 7 του Νόμου και τα Άρθρα 33-36. Σ' αυτές τις περιπτώσεις, η απόφαση του Επιτρόπου είναι αναγκαία για επίλυση της διαφοράς, που προκύπτει μεταξύ υπόχρεων οργανισμών για την παροχή δικτύων. Όπως ορθά επισημαίνει το πρωτόδικο δικαστήριο, η διαδικασία της επίλυσης διαφοράς, σύμφωνα με το Άρθρο 34, είναι τέτοια που ο Επίτροπος θα πρέπει να καταλήξει σε συγκεκριμένες λύσεις. Δεν είναι δυνατό να περιορίζεται η εξουσία του στον καθορισμό πλαισίου τιμών, όπως προβλέπεται στην περίπτωση του Άρθρου 20(ιγ), αφού κάτι τέτοιο ενδεχομένως να μην επίλυε τη διαφορά αλλά θα την διαιώνιζε. Επομένως, ορθά ο αδελφός Δικαστής διέκρινε την παρούσα περίπτωση από τα αποφασισθέντα στην Α.ΤΗ.Κ. ν. Επιτρόπου Ρύθμισης Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων, ανωτέρω.
Η εξουσία του Επιτρόπου δυνάμει του Άρθρου 20(ιζ) είναι εντελώς διαφορετική. Σ' εκείνη την περίπτωση το ίδιο το άρθρο προβλέπει ρητά για τον καθορισμό «πλαισίου χρεώσεων» για τους σκοπούς που προσδιορίζει το άρθρο. Στην περίπτωση επίλυσης διαφοράς δυνάμει του Άρθρου 34, επείγει η εξεύρεση λύσης αφού,............ ..... .... Το θέμα φαίνεται να ήταν επείγον. Υπό αυτές τις συνθήκες ο καθορισμός «πλαισίου χρεώσεων», όπως εισηγείται η πλευρά των Εφεσειόντων, δεν θα επέλυε τη διαφορά. Η υποχρέωση του Επιτρόπου ήταν, στην περίπτωση που αποδεχόταν να επιλύσει τη διαφορά, να καταλήξει σε δεσμευτική προσωρινή απόφαση μέσα στα πλαίσια του Νόμου, ώστε να διασφαλίσει τη συμμόρφωση με τις προϋποθέσεις του Νόμου και ιδιαίτερα την παροχή της σχετικής υπηρεσίας, για την οποία είχε καθοριστεί συγκεκριμένη ημερομηνία για την έναρξη της και η οποία, απ' ότι φαίνεται, είχε ήδη παρέλθει. ........
Πέραν τούτου, θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι στην προκειμένη περίπτωση, η διαφορά δεν αφορούσε στην κοστολόγηση υπηρεσίας μεταξύ υπόχρεου οργανισμού και καταναλωτή, π.χ. τέλη διασύνδεσης, αλλά τα τέλη μεταξύ δύο υπόχρεων οργανισμών (για τη διεκπεραίωση των αιτήσεων συνδρομητών) τα οποία θα έπρεπε να καθοριστούν από τον Επίτροπο δυνάμει των αρχών που περιλαμβάνονται στα Άρθρα 18 και 75 του Νόμου, ώστε να μην είναι αποτρεπτικά στον καταναλωτή για τη χρήση της υπηρεσίας και γενικά να προάγει τον υγιή ανταγωνισμό και γενικότερα τους στόχους του Νόμου, όπως αυτοί παρατίθενται στο Άρθρο 2.
Κατά την άποψή μας, η ερμηνεία που έδωσε ο αδελφός Δικαστής στο Άρθρο 34, είναι καθ' όλα ορθή και συνάδει με τις πρόνοιες του Νόμου και του Διατάγματος.»
Σημειώνεται , ότι ο συνήγορος του εφεσείοντα έθεσε την πιο πάνω απόφαση πρωτοδίκως, πλην όμως, δεν απασχόλησε το Δικαστήριο. Προκύπτει, από τα όσα έχουν πιο πάνω παρατεθεί, ότι ο Επίτροπος στο πλαίσιο άσκησης των εξουσιών του για επίλυση της επίδικης διαφοράς, άρθρα 33(1)(α), (4)(α) και της σχετικής έρευνας που διεξήγαγε προς το σκοπό επίλυσης της, άρθρο 34(1) του Νόμου, εξέδωσε την προσβαλλόμενη απόφαση επίλυσης της διαφοράς αποσκοπώντας στη διασφάλιση της συμμόρφωσης με τις προϋποθέσεις του Νόμου και των δυνάμει του παρόντος Νόμου εκδιδομένων διαταγμάτων ή και αποφάσεων (άρθρα 33(4)(α) και (34(2)). Ως εκ τούτου, η μέθοδος υπολογισμού του τέλους που δικαιούτο να απαιτήσει η Α.ΤΗ.Κ. από την PRIMETEL για την συνεγκατάσταση στο συγκεκριμένο αγωγό σύμφωνα με το Διάταγμα Κ.Δ.Π. 338/2008, άρθρο 11(4) με βάση το Παράρτημα IV του Διατάγματος, ελέγχεται από τον Επίτροπο. Συγκεκριμένα αναφέρονται στις πιο πάνω πρόνοιες τα εξής:
«11. (4) Η μέθοδος υπολογισμού του κόστους, για συνεγκατάσταση αναφορικά με την Προσφορά Αναφοράς Αδεσμοποίητης Πρόσβασης στο Τοπικό Βρόχο, σε κεραίες, άλλες κτιριακές εγκαταστάσεις και αγωγούς, αναλύεται στα Παραρτήματα Ι, ΙΙ, ΙΙΙ και IV, του παρόντος Διατάγματος.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV
(ΑΡΘΡΟ 10(4))
Μέθοδος υπολογισμού του κόστους, των δαπανών και των τελών για συνεγκατάσταση σε αγωγούς.
Ο Επίτροπος δύναται να καθορίσει τη μέθοδο υπολογισμού του κόστους για συνεγκατάσταση σε αγωγούς με τροποποίηση του παρόντος παραρτήματος αφού διαβουλευθεί με τα ενδιαφερόμενα μέρη.»
Σημειώνεται ότι το Παράρτημα IV του Διατάγματος της Κ.Δ.Π. 338/2006 τροποποιήθηκε και ή αντικαταστάθηκε με το Διάταγμα Κ.Δ.Π. 321/2008, με το οποίο καθορίζεται από τον Επίτροπο συγκεκριμένη μεθοδολογία υπολογισμού του κόστους συνεγκατάστασης σε αγωγούς. Συναφώς, ο Επίτροπος, νόμιμα, στο πλαίσιο άσκησης των εξουσιών του σύμφωνα με τις πρόνοιες του Διατάγματος Κ.Δ.Π. 338/2006, προέβη σε υπολογισμό του τέλους που δικαιούτο να απαιτήσει η Α.ΤΗ.Κ. από την PRIMETEL για την συνεγκατάσταση στο συγκεκριμένο αγωγό, προς το σκοπό ελέγχου της εφαρμογής της συγκεκριμένης μεθοδολογίας. Με βάση τα, ανωτέρω, ισχύοντα και ειδικότερα την ισχύουσα πρωτογενή και δευτερογενή νομοθεσία (ως ανωτέρω παρατέθηκε), που διέπει τις εξουσίες του Επιτρόπου, δεν διαπιστώνεται υπέρβαση των εξουσιών του Επιτρόπου κατά παράβαση του άρθρου 34 του Νόμου, ως εσφαλμένα έκρινε το πρωτόδικο Δικαστήριο. Νόμιμα, ο Επίτροπος, έλαβε την προσβαλλόμενη απόφαση, κρίνοντας, ότι η Α.ΤΗ.Κ. είχε δικαίωμα να επιβάλει τέλη συνεγκατάστασης και παράλληλα να ελέγξει το ύψος των επιβληθέντων τελών. Επομένως, ο πρώτος λόγος έφεσης επιτυγχάνει.
Με το δεύτερο λόγο έφεσης, αμφισβητείται η ορθότητα της απόφασης του εκδικάσαντος Δικαστηρίου, ότι ο Επίτροπος αυθαίρετα κατέληξε ότι η Α.ΤΗ.Κ. δεν είχε επωμισθεί οποιοδήποτε κόστος παραγωγής του αγωγού και κακώς αφαίρεσε το σχετικό κονδύλι από το τέλος που επέβαλε στην PRIMETEL, καθότι το θέμα ρυθμιζόταν από τη συμφωνία ημερομηνίας 6.3.2012. Επίσης, ότι τα πρακτικά του Τμήματος Δημοσίων Έργων ημερομηνίας 6.12.2007 και 2.6.2008 ήταν εκτός των συμφωνηθέντων, μεταξύ της Α.ΤΗ.Κ. και της Κυπριακής Δημοκρατίας. Θεωρείται χρήσιμη η παράθεση του σχετικού αποσπάσματος από την πρωτόδικη απόφαση:
«Παρά την πιο πάνω κατάληξη, θεωρώ την απόφαση του Επιτρόπου τρωτή και στο δεύτερο σκέλος, το οποίο αφορά το κόστος που επωμίσθηκε η ΑΤΗΚ για απόκτηση του επίδικου αγωγού, για τους λόγους που επικαλέστηκε ο ευπαίδευτος συνήγορος της. Το θέμα αυτό, κατά την άποψή μου, ρυθμίζεται αποκλειστικά από τη Συμφωνία ημερ. 6.3.12 και τα πρακτικά του Τμήματος Δημοσίων Έργων ημερ. 6.12.07 και 2.6.08 που επικαλέστηκε ο ευπαίδευτος συνήγορος του, ήταν εκτός των όσων συμφωνήθηκαν μεταξύ ΑΤΗΚ και Κυπριακής Δημοκρατίας εφόσον με τη Συμφωνία αναγνωρίζεται στην ΑΤΗΚ ότι επωμίσθηκε κόστος για την απόκτηση όλων των αγωγών που είναι εγκατεστημένοι στους αυτοκινητόδρομους που ελέγχονται από την Κυπριακή Δημοκρατία.»
Ο συνήγορος του Επιτρόπου, αμφισβητεί την πιο πάνω κρίση του Δικαστηρίου, υποστηρίζοντας ότι η συμφωνία ημερομηνίας 6.3.2012 αναφέρεται σε κόστος εγκατάστασης του δικτύου για τα τηλέφωνα έκτακτης ανάγκης (SOS) στους αυτοκινητόδρομους και όχι για το κόστος κατασκευής (ιστορικό κόστος) των αγωγών, το οποίο έχει επιβαρυνθεί η Κυβέρνηση και όχι η Α.ΤΗ.Κ., γεγονός το οποίο επιβεβαιώνεται και από τα πρακτικά του Τμήματος Δημοσίων Έργων ημερομηνίας 6.12.2007 και 2.6.2008. Καταλήγει, ότι εφόσον η Α.ΤΗ.Κ. δεν απέδειξε ότι έχει επωμισθεί το ιστορικό κόστος του αγωγού έκτακτης ανάγκης, SOS και από τη συμφωνία δεν προέκυπτε κάτι τέτοιο, ορθά ο Επίτροπος αφαίρεσε το εν λόγω ποσό από το κόστος συνεγκατάστασης που θα επέβαλλε στην PRIMETEL.
Ο Επίτροπος μείωσε το επιβαλλόμενο τέλος στην PRIMETEL για συνεγκατάσταση στον αγωγό τηλεφώνων έκτακτης ανάγκης (SOS) στον αυτοκινητόδρομο Λεμεσού-Πάφου, σε €38.564,00 (πλέον Φ.Π.Α), αποκλειστικά και μόνο για το λόγο ότι έκρινε ότι «. η Α.ΤΗ.Κ. δεν έχει επωμιστεί οποιοδήποτε κόστος κατασκευής του αγωγού (ιστορικό κόστος)». Τους υπόλοιπους υπολογισμούς, ανωτέρω, από την Α.ΤΗ.Κ. τους έκανε αποδεκτούς. Συνεπώς, πρέπει να ελεχθεί αν είναι ορθή αυτή του η κρίση.
Η ίδια η «Συμφωνία» ημερομηνίας 6.3.2012 μεταξύ Α.ΤΗ.Κ. και Κυπριακής Δημοκρατίας, μιλά αφ' εαυτής, όπως ακριβώς έκρινε και το Δικαστήριο.
«Επειδή:
(i) Η Cyta έχει απαίτηση εναντίον της ΚΔ για έξοδα/ζημιές που υπέστη λόγω εργασιών του Τμήματος Δημοσίων Έργων που επηρέασαν το δίκτυο της.
(ii) Η Cyta και η ΚΔ διεκδικούν κυριότητα των σωλήνων και υποδομής δικτύου στους αυτοκινητόδρομους λόγω αντιστοίχου συμβολής και των δύο στο κόστος στην κατασκευή τους.
Νυν και διά ταύτα συμφωνούνται τα ακόλουθα:
1. Τα παλιά εκκρεμή τιμολόγια για ζημιές στο δίκτυό που εκδόθηκαν προς το Τμήμα Δημοσίων 'Έργων από τη Cyta μέχρι τέλος του 2006 καθώς και το ποσό των £150.000 που αφορά εξόφληση τιμολογίου για το κόστος εγκατάστασης του δικτύου για τα τηλέφωνα έκτακτης ανάγκης (SOS) στους αυτοκινητόδρομους Λεμεσού - Πισσουρίου και Λεμεσού - Κοφίνου, θα θεωρηθούν ως εξοφληθέντα.
2. Όλες οι οφειλές του Τμήματος Δημοσίων Έργων προς τη Cyta από 1.1.2007 και μετέπειτα θα αξιολογούνται και θα πληρώνονται κανονικά.
3. H κυριότητα όλων των σωλήνων των τηλεφώνων έκτακτης ανάγκης όλων των αυτοκινητοδρόμων αναγνωρίζεται ότι ανήκει και περιέρχεται στη Cyta από 1.1.12. H Cyta όμως αναλαμβάνει την υποχρέωση να εξυπηρετεί το Τμήμα Δημοσίων 'Εργων με διάθεση των σωλήνων για την δωρεάν ανάπτυξη και χρήση των τηλεφώνων SOS.
4. Τα πιο πάνω δεν διαφοροποιούν τις υποχρεώσεις της Cyta για παροχή υπηρεσιών συνεγκατάστασης σε εναλλακτικούς παροχείς υπηρεσιών τηλεπικοινωνίας, όπως αυτές καθορίζονται με τον Ν.112(Ι)/04 και ρυθμίσεις που γίνονται με βάση αυτόν. Το κόστος και οι όροι των διευκολύνσεων που θα παρέχονται στους εναλλακτικούς παροχείς θα συμφωνούνται με τους συμβαλλόμενους και αν χρειάζεται, θα γίνεται συνεννόηση και με τον Επίτροπο Ρυθμίσεως Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών και Ταχυδρομείων.
5. Με βάση τα πιο πάνω οι αγωγές που αφορούν τιμολόγια που έχουν ημερομηνία έκδοσης πριν την 1.1.2007 θα θεωρηθούν εξοφληθείσες και κάθε πλευρά θα επιβαρυνθεί με τα έξοδα της.
6. Με την υπογραφή της παρούσας συμφωνίας διευθετούνται οριστικά και αμετάκλητα:
(α) Οι οφειλές του Τμήματος Δημοσίων Έργων προς τη Cyta που περιγράφονται στον όρο 1 της παρούσης.
(β) H κυριότητα των σωλήνων SOS που περιγράφεται στον όρο 3 της παρούσης και που αναγνωρίζεται ως ανήκουσα στη Cyta.»
Σαφέστατα, προκύπτει από την πιο πάνω «Συμφωνία» ότι η κυριότητα που περιέρχεται στην Α.ΤΗ.Κ. για το αντάλλαγμα που προνοείται, αφορά τους αγωγούς έκτακτης ανάγκης (SOS). Ειδικά στην παράγραφο (ii) του προοιμίου καταγράφεται ότι «Η Cyta και η ΚΔ διεκδικούν κυριότητα των σωλήνων και υποδομής δικτύου στους αυτοκινητόδρομους λόγω αντιστοίχου συμβολής και των δύο στο κόστος της κατασκευής τους.» (η υπογράμμιση είναι του Δικαστηρίου). Το αντάλλαγμα γι' αυτό ακριβώς το λόγο, ήταν η εξόφληση των τιμολογίων προς το Τμήμα Δημοσίων Έργων, μέχρι 31.12.2006 και το ποσό των £150.000. Προφανώς, η Α.ΤΗ.Κ. απέκτησε την κυριότητα των αγωγών έκτακτης ανάγκης (SOS), έναντι μεγάλου κόστους. Αξιοσημείωτο είναι ότι η Α.ΤΗ.Κ. ενώ θα μπορούσε να επιβάλει στην PRIMETEL πολλαπλάσιο τέλος συνεγκατάστασης, χρησιμοποίησε τη μεθοδολογία του αναπροσαρμοσμένου ιστορικού κόστους, η οποία περιγράφεται στο Διάταγμα Κ.Δ.Π. 321/2008, που χρησιμοποιείται στις περιπτώσεις όπου δεν είναι δυνατό να εξευρεθεί το ιστορικό κόστος, (βλέπε επιστολή Α.ΤΗ.Κ. προς Επίτροπο ημερομηνίας 4.3.2013).
Όσον αφορά τα πρακτικά του Τμήματος Δημοσίων Έργων ημερομηνίας 6.12.2007 και 2.6.2008, σε σχέση με το κόστος που επωμίσθηκε η Α.ΤΗ.Κ. για απόκτηση του επίδικου αγωγού, η κρίση του Δικαστηρίου, θεωρείται ορθή, ότι αυτά «. ήταν εκτός των όσων συμφωνήθηκαν μεταξύ Α.ΤΗ.Κ. και Κυπριακής Δημοκρατίας, εφόσον με τη Συμφωνία αναγνωρίζεται στην Α.ΤΗ.Κ. ότι επωμίσθηκε κόστος για την απόκτηση όλων των αγωγών που είναι εγκατεστημένοι στους αυτοκινητόδρομους που ελέγχονται από την Κυπριακή Δημοκρατία.». Με βάση τα ανωτέρω λεχθέντα, απορρίπτεται ο δεύτερος λόγος έφεσης, εφόσον κρίνεται ότι ορθά αποφάσισε το πρωτόδικο Δικαστήριο σχετικά.
Υπό το φως της απόρριψης του δεύτερου λόγου έφεσης, η προσβαλλόμενη απόφαση στο βαθμό που αφορά τον υπολογισμό από τον Επίτροπο του ύψους συνεισφοράς της PRIMETEL στα τέλη συνεγκατάστασης στο μειωμένο ποσό των €38.564,00, ακυρώνεται και επικυρώνεται το αρχικό επιβληθέν ποσόν από την Α.ΤΗ.Κ. ύψους €72.152,00.
Για τους πιο πάνω λόγους, η έφεση επιτυγχάνει όσον αφορά τον πρώτο λόγο και αποτυγχάνει και απορρίπτεται, όσον αφορά το δεύτερο λόγο. Υπό τις περιστάσεις, δεν εκδίδεται οποιαδήποτε διαταγή για έξοδα.
Γ. Ν. ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.
Δ. ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ, Δ.
Λ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.
Ι. ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, Δ.
Ν.Γ. ΣΑΝΤΗΣ, Δ.
/γκ
[1] Γραφείο Επιτρόπου Ρυθμίσεως Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών και Ταχυδρομείων