ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2021:C543
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Aναθεωρητική Έφεση αρ. 18/2015)
1η Δεκεμβρίου, 2021
[ΛΙΑΤΣΟΣ, ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ, ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, IΩΑΝΝΙΔΗΣ, ΣΑΝΤΗΣ, Δ/ΣΤΕΣ]
ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ
Εφεσείουσα/Καθ' ης η αίτηση.
v.
xxx ΠΙΓΓΟΥΡΑ
Εφεσίβλητου/Αιτητή.
---------------------
Δ.-Μ. Εργατούδη, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Εφεσείουσα
Ντ. Πασπαλίδης, για τον εφεσίβλητο
Το ΕΜ, xxx xxx Ζαμπάς, εμφανίζεται προσωπικά
--------------------
ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει η Δ. Σωκράτους, Δ.
--------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ, Δ: Ο εφεσίβλητος με προσφυγή την οποία καταχώρησε στο Ανώτατο Δικαστήριο (αρ. 504/2011) προσέβαλε την απόφαση της Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας (στο εξής «η Επιτροπή») με την οποία προήγαγε τον xxx Ζαμπά (στο εξής ΕΜ) αντί τον ίδιο, στη θέση Επιθεωρητή Α΄για τα Εμπορικά/Οικονομικά από 1/9/2011.
Δικαστής του Ανωτάτου Δικαστηρίου, ο οποίος επιλήφθηκε της προσφυγής, έκρινε μεταξύ άλλων πως ο αιτητής φαίνεται να υπερέχει έστω και οριακά σε όλα τα υπόλοιπα κριτήρια προαγωγής, (πλην της προφορικής συνέντευξης) δηλαδή αξία και αρχαιότητα. Ότι η Επιτροπή παρέλειψε να αξιολογήσει τη βαρύτητα προσόντος που κατείχε ο αιτητής και πως έδωσε υπέρμετρη βαρύτητα στην προσωπική συνέντευξη κατά παραγνώριση της υπεροχής του αιτητή σε όλα τα άλλα κριτήρια. Κατ' ακολουθία με απόφαση του ημερ. 30/12/14, αντικείμενο της παρούσας έφεσης, ακύρωσε την επίδικη πράξη.
Προτού ασχοληθούμε με την εξέταση της ουσίας της υπόθεσης, θεωρούμε απαραίτητο να καταγραφεί ένα σύντομο ιστορικό των γεγονότων για πληρέστερη κατανόηση των λόγων έφεσης.
Η επίδικη θέση προκηρύχτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα ημερ. 3/12/10 και λήφθηκαν δύο αιτήσεις, οι οποίες διαβιβάστηκαν από τη Συμβουλευτική Επιτροπή προς την «Επιτροπή» με έκθεση της, όπου σύστηνε τους δύο υποψηφίους, αφού έκρινε ότι πληρούσαν όλα τα απαραίτητα προσόντα της θέσης.
Στην έκθεση επισυνάπτονταν τα πρακτικά της συνεδρίας της Συμβουλευτικής Επιτροπής καθώς και αναλυτικός πίνακας με τα στοιχεία, της αξίας, των προσόντων και της αρχαιότητας τους.
Η Επιτροπή κάλεσε τους δύο υποψηφίους σε προσωπική συνέντευξη, η οποία έλαβε χώραν στις 3/2/2011. Για την αξιολόγηση της απόδοσης τους η Επιτροπή αποφάσισε όπως, σύμφωνα με το άρθρο 35Β(10(β)(ι) του περί Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας Νόμου του 1960 (όπως αυτός τροποποιήθηκε), λάβει υπόψη προκαθορισμένα κριτήρια, στα οποία προσέδωσε ίση βαρύτητα.
Στη συνέντευξη παρευρίσκετο ο Πρώτος Λειτουργός Εκπαίδευσης, ο οποίος εξέφρασε την κρίση του αναφορικά με την απόδοση των υποψηφίων, μετά την αποχώρηση του οποίου, η Επιτροπή προέβη στην ακόλουθη αξιολόγηση:
«Ζαμπάς xxx (Μ. 1xxx5)
Η παιδαγωγική και μεθοδολογική ενημέρωσή του όσον αφορά στα σημαντικά προβλήματα της εκπαίδευσης γενικά και ειδικότερα στη Μέση Εκπαίδευση είναι πάρα πολύ καλή και φαίνεται να είναι αποτέλεσμα πρόσφατης και συνεχούς παρακολούθησης της σχετικής βιβλιογραφίας και εφαρμογής της σε μεγάλο βαθμό στην καθημερινή σχολική πρακτική. Έχει πάρα πολύ καλή κατανόηση του ρόλου και των ευθυνών της θέσης του Επιθεωρητή Α΄, κυρίως όσον αφορά στα καθήκοντα του υπεύθυνου Επιθεωρητή σχολείου, θέμα για το οποίο ανέλυσε τις κυριότερες ενέργειες στις οποίες θα προέβαινε. Τοποθετήθηκε κριτικά στο θέμα που αφορά στα κριτήρια αξιολόγησης τόσο του μαθήματος όσο και του εκπαιδευτικού λειτουργού, επισημαίνοντας τις κυριότερες πτυχές και εμβαθύνοντας στην ουσία των διαφόρων προβλημάτων. Ο βαθμός επικοινωνίας του ήταν πάρα πολύ καλός. Οι ερωτήσεις-απαντήσεις βρίσκονταν σε άμεσο συσχετισμό και η τεκμηρίωση των απόψεών του ήταν βασισμένη σε μεγάλο βαθμό στις υπάρχουσες θεωρίες αλλά και στην καθημερινή εμπειρία. Φάνηκε άνθρωπος με αρκετή σιγουριά για τις απόψεις του και γενικά η παρουσία του ήταν πάρα πολύ καλή. Χειρίζεται τη γλώσσα πάρα πολύ καλά, αν και υστέρησε σε κάποιο βαθμό στη διατύπωση συνεχούς λόγου.
Γενικός χαρακτηρισμός: Πάρα πολύ καλός
Πίγγουρας xxx(ΠΜΠ 7xxx)
Η από μέρους του παρακολούθηση των παιδαγωγικών και μεθοδολογικών εξελίξεων σχετικά με τα σημαντικά προβλήματα της εκπαίδευσης γενικά και ειδικότερα στη Μέση Εκπαίδευση ήταν σχεδόν πολύ καλή, ωστόσο φάνηκε να καλύπτει ένα περιορισμένο εύρος θεωριών και προσεγγίσεων. Έχει καλή κατανόηση του ρόλου και των ευθυνών της θέσης όσον αφορά το ρόλο του υπεύθυνου Επιθεωρητή σχολείου. Επισήμανε ορισμένους τρόπους ενέργειες και έθιξε ορισμένες από τις πτυχές του θέματος, τις οποίες, ωστόσο, δεν ενέταξε σε συγκεκριμένο σχέδιο πραγμάτωσης. Η από μέρους του προσέγγιση του θέματος των κριτηρίων αξιολόγησης του μαθήματος και του εκπαιδευτικού λειτουργού ήταν σχεδόν πολύ καλή. Καλύφθηκαν μερικές πτυχές του θέματος, αν και η όλη αντιμετώπιση κινήθηκε κυρίως σε περιγραφικό-εμπειρικό επίπεδο, χωρίς επαρκή κριτική ανάλυση. Κατανοούσε σχεδόν πολύ καλά τις ερωτήσεις και έδινε εύστοχες σχεδόν απαντήσεις και μέσα στα πλαίσια του ζητουμένου, με μερικές, ωστόσο, αδυναμίες στη θεωρητική τεκμηρίωση των απόψεών του. Η παρουσία του ήταν γενικά καλή. Φάνηκε άνθρωπος με κάποιες ενδιαφέρουσες θέσεις, οι οποίες, ωστόσο, δεν ήταν συγκροτημένες και σαφείς. Χειρίζεται τη γλώσσα με επάρκεια, αλλά με κάποιες δυσκολίες στην απρόσκοπτη ροή της έκφρασης.
Γενικός Χαρακτηρισμός: Σχεδόν πολύ καλός.»
Η Επιτροπή ακολούθως, λαμβάνοντας υπόψη το σύνολο των κριτηρίων και όλα τα ενώπιον της στοιχεία, έκρινε ότι το ΕΜ υπερείχε του ανθυποψηφίου του και τον επέλεξε ως τον καταλληλότερο για την επίδικη θέση.
Όπως ανωτέρω σημειώθηκε, ο πρωτόδικος Δικαστής ακύρωσε την πράξη αυτή της Επιτροπής, κρίνοντας πως ο αιτητής υπερείχε του ΕΜ σε όλα τα κριτήρια, αρχαιότητα, προσόντα, αξία, τα οποία δεν εκτιμήθηκαν ορθά από την Επιτροπή.
Με τέσσερεις λόγους έφεσης προσβάλλεται η πρωτόδικη απόφαση, οι οποίοι άπτονται του ζητήματος της προσωπικής συνέντευξης και της βαρύτητας που δόθηκε σε αυτήν (πρώτος λόγος), της λανθασμένης κρίσης ότι ο αιτητής υπερείχε του ΕΜ σε αξία, προσόντα και αρχαιότητα (2ος λόγος) και της εσφαλμένης εκτίμησης και αξιολόγησης του μεταπτυχιακού τίτλου του αιτητή (3ος και 4ος λόγος). Λόγω της σύζευξης και επάλληλης κάλυψης των λόγων έφεσης, κρίνουμε ορθό, αυτοί να εξεταστούν μαζί.
Όπως αναφέρθηκε πιο πάνω, προβάλλεται με τον πρώτο λόγο έφεσης πως λανθασμένα και πεπλανημένα το Δικαστήριο έκρινε πως «η καλύτερη απόδοση του ενδιαφερόμενου μέρους στις συνεντεύξεις αναδείκτηκε το μείζον στοιχείο επιλογής κατά παραγνώριση της υπεροχής του αιτητή σε όλα τα άλλα κριτήρια».
Αποτελεί σταθερή θέση της νομολογίας (Δημοκρατία και Άλλοι ν. Γιαλλουρίδη και άλλων (1990) 3 ΑΑΔ 4316, Χατζηχάννας ν. Δημοκρατίας (2009) 3 ΑΑΔ 655, Παναγή ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2011) 3 ΑΑΔ 639, Πιερίδου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας, ΑΕ 107/14 ημερ. 10/12/2020), ECLI:CY:AD:2020:C423 ότι σε θέσεις ψηλά στην ιεραρχία η βαρύτητα των εντυπώσεων της προφορικής συνέντευξης είναι αυξημένη και το διορίζον όργανο διαθέτει ευρεία διακριτική εξουσία επιλογής, εφόσον σταθμίσει όλα τα σχετικά στοιχεία.
Στην κρινόμενη περίπτωση το ΕΜ αξιολογήθηκε ως «παρα πολύ καλός», ενώ ο εφεσίβλητος ως «σχεδόν πολύ καλός» με εμφανή την υπεροχή του πρώτου έναντι του δεύτερου.
Στην ίδια συνεδρίαση της, η Επιτροπή στάθμισε και τους υπόλοιπους παράγοντες, αξία, αρχαιότητα και προσόντα. Οι υπηρεσιακές εκθέσεις των υποψηφίων καταδείκνυαν πως το ΕΜ είχε μέσο όρο βαθμολογίας το 34 ενώ ο εφεσίβλητος το 35.
Συγκεκριμένα: Το ΕΜ βαθμολογήθηκε για τα έτη 2004/2005 με 34, τα έτη 2006/2007 με 35, τα έτη 2008/2009 με 36.
Ο εφεσίβλητος βαθμολογήθηκε για τα αντίστοιχα έτη με 35, 36 και 37 (και όχι 39 όπως εκ λάθους καταγράφεται στην πρωτόδικη απόφαση).
Η Επιτροπή έκρινε πως ενώ ο εφεσίβλητος υπερείχε ελαφρώς (κατά μία μονάδα) στο σύνολο των υπηρεσιακών εκθέσεων, ωστόσο το ΕΜ υπερείχε στο κριτήριο της αξίας, με βάση την απόδοση των υποψηφίων στην προφορική συνέντευξη, η οποία λαμβάνεται υπόψη ως συμπληρωματικό στοιχείο κρίσης της αξίας των υποψηφίων στην οποία υπερείχε το ΕΜ, ο οποίος βαθμολογήθηκε σε σαφώς ψηλότερο επίπεδο αξιολόγησης στην προσωπική συνέντευξη.
Η αρχαιότητα όπως νομολογιακά κρίθηκε (Βασιλειάδης κ.α. ν. Τσιάππα κ.α. (2005) 3 ΑΑΔ 403, Πιερίδου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (ανωτέρω)) αποτελεί θεσμοθετημένο κριτήριο το οποίο προσλαμβάνει αποφασιστική σημασία όταν οι υποψήφιοι είναι ισοδύναμοι ως προς τα προσόντα. Η αρχαιότητα φέρει μαζί της, κατά τεκμήριο, και την ανάλογη πείρα λόγω ακριβώς του εύρους υπηρεσίας του συγκεκριμένου υποψηφίου.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο, έκρινε, αναφορικά με την αρχαιότητα ότι ο αιτητής/εφεσίβλητος υπερείχε οριακά του ΕΜ. Η Επιτροπή εξετάζοντας το ζήτημα τούτο είχε αποφασίσει (συνεδρία ημερ. 3/2/2011) πως «προκύπτει ότι από πλευράς αρχαιότητας οι δύο υποψήφιοι είναι περίπου ισοδύναμοι, εφόσον και οι δύο κατέχουν τη θέση Βοηθού Διευθυντή από 1/9/2008». Η Επιτροπή σημείωσε την ελαφριά υπεροχή του xxx Πίγγουρα (εφεσίβλητος), ο οποίος κατείχε τη θέση καθηγητή από 24/6/1998, ενώ ο Ζαμπάς xxx (ΕΜ) κατείχε τη θέση καθηγητή από 1/9/2001. Ωστόσο, το γεγονός αυτό, σύμφωνα με τα νομολογηθέντα δεν μπορεί να προσδώσει οποιαδήποτε υπεροχή στον εφεσίβλητο, αφού όταν πρόκειται για θέσεις ψηλά στην ιεραρχία, έχει σημασία η προαγωγή στην αμέσως προηγούμενη θέση, ενώ απομακρυσμένη αρχαιότητα δεν μπορεί παρά να έχει περιορισμένη έως μηδενική σημασία, η δε διακριτική ευχέρεια του διορίζοντος οργάνου είναι ευρεία (Παρούτη ν. Δημοκρατίας (2011) 3 ΑΑΔ 99,102, Α. Παπαδόπουλου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας, υπόθ. Αρ. 27/13 ημερ. 16/1/2015), ECLI:CY:AD:2015:D22.
Η Επιτροπή εξετάζοντας τα προσόντα των υποψηφίων σημείωσε πως πέραν από τα απαιτούμενα από το σχέδιο υπηρεσίας (Πανεπιστημιακό δίπλωμα ή τίτλος ή ισότιμο προσόν σε ειδικότητα που να δίνει στον υποψήφιο δικαίωμα διορισμού στη θέση καθηγητή/εκπαιδευτή στις κλίμακες Α8-Α10 και μεταπτυχιακή εκπαίδευση διάρκειας τουλάχιστον ενός έτους) ο υποψήφιος Πίγγουρας xxx είχε ως πρόσθετο προσόν το Master of Business Administration, European University Cyprus (2010) με ένα χρόνο φοίτησης αντί δύο.
Σημείωσε δε η Επιτροπή, εκτιμώντας και αξιολογώντας το πρόσθετο προσόν πως, επειδή το οικείο σχέδιο υπηρεσίας δεν προνοεί ότι πρόσθετα προσόντα συνιστούν πλεονέκτημα, το προσόν αυτό δεν δίνει προβάδισμα στον υποψήφιο, αλλά έχει οριακή σημασία.
Το πρωτόδικο δικαστήριο, θεώρησε την κρίση της Επιτροπής πεπλανημένη, εκτιμώντας ότι έπρεπε να αξιολογηθεί εάν η κατοχή του προσόντος θα βοηθούσε στα καθήκοντα της θέσης την οποία ο εφεσίβλητος θα καταλάμβανε.
Με όλη την εκτίμηση προς το πρωτόδικο δικαστήριο θεωρούμε πως η απόφαση της Επιτροπής, κατά την ενάσκηση της ευρείας διακριτική της εξουσίας, ήταν πλήρως ευθυγραμμισμένη με τη νομολογία. Έλαβε υπόψη εξέτασε και αξιολόγησε το προσόν και του προσέδωσε τη βαρύτητα που του άρμοζε. Σημειώνοντας μάλιστα, ότι αφορούσε φοίτηση ενός αντί δύο ετών, το οποίο καταδείκνυε ότι δεν είχε συμπληρωθεί η αντίστοιχη εκπαίδευση. Δεν το παραγνώρισε ούτε το αγνόησε, ώστε να λεχθεί ότι ενδεχομένως να ενήργησε πεπλανημένα (Κυπριακή Δημοκρατία μέσω Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας ν. Δρα xxx Χριστοδούλου κ.α. Α.Ε. 11.2015 ημερ. 1/11/2021). Στην Πούρος ν. Χατζηστεφάνου κ.α. (2001) 3 ΑΑΔ 374 λέχθηκαν τα ακόλουθα:
«Πάντως, η ασυμφωνία της Θρασυβούλου και της Κουκκουρή (ανωτέρω) με την καθιερωθείσα νομολογιακή επί του ζητήματος γραμμή, δεν εξασθενίζει το λόγο των προηγούμενων αποφάσεων αλλά ούτε και μας φαίνεται να απέβλεπε σε αυτό. Καταλήγουμε ότι τα πρόσθετα, μη προβλεπόμενα από το σχέδιο υπηρεσίας προσόντα, λαμβάνονται υπόψη εφόσον είναι συναφή προς τα καθήκοντα της θέσης. Απόκειται πια στην αρμόδια αρχή να τα αξιολογήσει και να σταθμίσει την κατά περίπτωση σημασία τους, αποφεύγοντας δύο άκρα: αφενός να μην είναι η βαρύτητα υπερβολική ώστε να φτάνει στο σημείο απόδοσης έκδηλης υπεροχής και, αφετέρου, να μην είναι εντελώς οριακή, όπως θα ήταν, αν τα πρόσθετα προσόντα δεν είχαν σχέση με τα καθήκοντα της θέσης. Μέσα σε αυτά τα όρια, το Δικαστήριο δεν επεμβαίνει σε ό,τι αφορά την αξιολόγηση και στάθμιση στοιχείων και παραγόντων.»
Εφαρμογής τυγχάνουν τα όσα επισημάνθηκαν στην Παρούτη (ανωτέρω) ότι «Τούτου δοθέντος, όπως επισημαίνει ο συνάδελφος μας, ότι επρόκειτο για θέσεις ψηλά στην ιεραρχία, υπήρχε η διακριτική ευχέρεια στο διορίζον όργανο να επιλέξει το ενδιαφερόμενο πρόσωπο παρόλη τη δεκάμηνη αρχαιότητα και την ύπαρξη πρόσθετων προσόντων υπέρ της αιτήτριας.» (Δέστε Γρουτίδης ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας (2013) 3 ΑΑΔ 37).
Από όσα ανωτέρω καταγράφηκαν ο εφεσίβλητος δεν απέδειξε έκδηλη υπεροχή έναντι του ΕΜ για να κριθεί ότι εμφιλοχώρησε πλάνη κατά την άσκηση της διακριτικής εξουσίας της Επιτροπής, ώστε να δικαιολογείτο παρέμβαση του Δικαστηρίου, το οποίο δεν υποκαθιστά την κρίση του διορίζοντος οργάνου, αναφορικά με την επιλογή του καταλληλότερου υποψηφίου για προαγωγή ή διορισμό. (Μιλτιάδους ν. Δημοκρατίας (1989) 3 ΑΑΔ 1328).
Συνεπώς η έφεση επιτυγχάνει. Η πρωτόδικη απόφαση, συμπεριλαμβανομένης της διαταγής για έξοδα, παραμερίζεται και η επίδικη πράξη της Επιτροπής επικυρώνεται σύμφωνα με το Άρθρο 146.4.(α) του Συντάγματος. Επιδικάζονται συνολικά έξοδα πρωτόδικα και κατ' έφεση €3.000 υπέρ της εφεσείουσας και εναντίον του εφεσίβλητου, ενώ δεν εκδίδεται διαταγή για έξοδα για το ΕΜ.
Α. Λιάτσος, Δ.
Δ. Σωκράτους, Δ.
Λ. Δημητριάδου-Ανδρέου, Δ.
Ι. Ιωαννίδης, Δ.
Ν. Σάντης, Δ.
/ΚΑς