ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Ευστρατίου ν. Δημοκρατίας (Αρ.1) (1989) 3 ΑΑΔ 1702
Aναστασίου Aνδρούλλα ν. Kυπριακής Δημοκρατίας μέσω Eφόρου Φόρου Eισοδήματος (1996) 3 ΑΑΔ 385
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ECLI:CY:AD:2021:C407
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 17/2015
16 Σεπτεμβρίου, 2021
[Α. ΛΙΑΤΣΟΣ, Α. ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ. ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ, Λ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Ι. ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, Δ/ΣΤΕΣ]
XXX ΦΕΛΛΑΣ
Εφεσείων/Αιτητής
ΚΑΙ
ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜΕΣΩ
ΤΟΥ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΠΡΟΣΟΔΩΝ
Εφεσίβλητου/Καθ'ού η αίτηση
............
Γρ. Α. Χριστοδουλίδης, για τον εφεσείοντα/αιτητή
κα Ε. Παπαγεωργίου, Ανώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τον εφεσίβλητο/καθ' ου η αίτηση
................
Α. ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει η Δ. Σωκράτους, Δ.
....
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Δ. ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ, Δ: Με επιστολή ημερ. 12/4/2011 ο καθ' ου η αίτηση, απέρριψε ένσταση του εφεσείοντα, την οποία υπέβαλε κατά της φορολογίας κεφαλαιουχικών κερδών που του επιβλήθηκε μετά τη διάθεση διαμερίσματος του, το Σεπτέμβριο 2009, χωρίς να εφαρμοστεί η εξαίρεση του άρθρου 5(2) του περί Φορολογίας Κεφαλαιουχικών Κερδών Νόμου, Ν.52/80 (στο εξής ο Νόμος).
Το ρηθέν άρθρο προνοούσε τα ακόλουθα κατά τον ουσιώδη χρόνο:
«5.(2) Δεν καταβάλλεται φόρος σε περίπτωση που το κέρδος το οποίο προκύπτει από τη διάθεση κύριας κατοικίας, που χρησιμοποιείται από τον ιδιοκτήτη για συνολική περίοδο τουλάχιστον πέντε ετών αποκλειστικά για σκοπούς ιδιοκατοίκησης και βρίσκεται σε έκταση γης μέχρι ενάμιση δεκάριο, δεν υπερβαίνει το ποσό των πενήντα χιλιάδων λιρών.»
Τα αδιαμφισβήτητα γεγονότα, όπως αυτά διαπιστώθηκαν από το πρωτόδικο Δικαστήριο ακολουθούν.
Ο εφεσείων πώλησε δυνάμει πωλητηρίου εγγράφου το διαμέρισμα του στη Λευκωσία έναντι ποσού €222.000.
Στις 18.9.2009 υπέβαλε Δήλωση Διάθεσης Ακίνητης Ιδιοκτησίας στο καθορισμένο έντυπο και ο πληρωτέος φόρος ανήλθε στις €11.968,89 τον οποίο ο αιτητής κατέβαλε. Στις 23.9.2009 υπέβαλε χειρόγραφη ένσταση με τον ισχυρισμό ότι δεν του είχε παραχωρηθεί η απαλλαγή για διάθεση από ιδιοκατοίκηση, σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 5(2) του Νόμου και ακολούθησε συνάντηση του αιτητή με δυο λειτουργούς του Τμήματος Εσωτερικών Προσόδων, οι οποίοι προφορικά του παρείχαν εξηγήσεις για το λόγο της μη παραχώρησης εξαίρεσης. Στις 7.6.2010 ο Διευθυντής απαντώντας στην ένσταση, απέστειλε επιστολή πρόσθετης φορολόγησης απορρίπτοντας τους ισχυρισμούς του αιτητή ως εξής:
«Σύμφωνα με τα στοιχεία που έχετε προσκομίσει και που είναι οι λογαριασμοί ρεύματος, φαίνεται ότι η κατανάλωση ρεύματος στην οικία σας, στην οδό xxx xxx (ισόγειο), άρχισε από το 2ον δίμηνο του έτους 2006.
Προηγουμένως, δεν υπήρχε κατανάλωση που είναι ένδειξη ότι δεν κατοικούσατε στην οικία. Φαίνεται ότι το χρονικό διάστημα που χρησιμοποιήσατε την οικία για ιδιοκατοίκηση είναι περίπου 3 ½ χρόνια.
Στην συνάντηση που είχαμε στο Γραφείο μου, μου αναφέρατε ότι ο λόγος που δεν κατοικήσατε προηγουμένως στην οικία οφείλεται στο ότι αυτή, δεν ήταν σε καλή κατάσταση και την επιδιορθώσατε μέχρι να μπορέσετε να κατοικήσετε.
Επίσης, δεν είσαστε ιδιοκτήτης για συνολική περίοδο τουλάχιστο 5 χρόνια όπως προνοεί το ίδιο άρθρο αφού η εν λόγω οικία μεταβιβάστηκε στ΄ όνομα σας στις 9/7/2004, και την πωλήσατε με Πωλητήριο Έγγραφο στις 1/7/2009.»
Στις 28.10.2010 ο αιτητής έστειλε επιστολή στο Διευθυντή επιμένοντας ουσιαστικά ότι η κατανάλωση ηλεκτρικού ρεύματος είναι αυθαίρετο κριτήριο, αφού ο λόγος που δεν φαίνεται κατανάλωση ρεύματος αρχικά ήταν διότι γίνονταν επιδιορθώσεις προκειμένου να καταστεί κατοικήσιμο το διαμέρισμα και γιατί για μεγάλο χρονικό διάστημα κατά την διάρκεια των Ολυμπιακών Αγώνων διέμενε στο εξωτερικό για επαγγελματικούς λόγους. Αναφορικά με την ιδιοκτησία του διαμερίσματος, αυτή δεν έπαυσε με την υπογραφή της Συμφωνίας Πώλησης, ημερομηνίας 1.7.2009, αλλά με την πράξη μεταβίβασης στο Κτηματολόγιο το Σεπτέμβριο του 2009.
Αφού εξετάστηκε η νέα επιστολή του αιτητή, ο Διευθυντής απέστειλε Ειδοποίηση Επιβολής Τελικής Φορολογίας ημερομηνίας 28.12.2010 μαζί με συνοδευτική επιστολή, οι οποίες επεστράφησαν ως αζήτητες. Ως εκ τούτου, η Ειδοποίηση Επιβολής Τελικής Φορολογίας στάλθηκε εκ νέου με συνοδευτική επιστολή ημερομηνίας 12.4.2011. Στην επιστολή αυτή ο Διευθυντής αναφέρει μεταξύ άλλων:
«Σύμφωνα με το άρθρο 5(2) των περί φορολογίας Κεφαλαιουχικών Κερδών Νόμων 1980-2008, δεν καταβάλλεται φόρος σε περίπτωση που το κέρδος το οποίο προκύπτει από τη διάθεση κύριας κατοικίας, που χρησιμοποιείται από τον ιδιοκτήτη για συνολική περίοδο τουλάχιστο πέντε ετών αποκλειστικά για σκοπούς ιδιοκατοίκησης και βρίσκεται σε έκταση γης μέχρι ενάμιση δεκάριο, δεν υπερβαίνει το ποσό των €85.430,07.
Δεν έχετε υποβάλει οποιαδήποτε στοιχεία που να τεκμηριώνουν τον ισχυρισμό σας ότι η οικία με αρ. εγγρ. 4/XX59 την οποία διαθέσατε την 1/7/2009, ήταν η κύρια κατοικία σας και η οποία χρησιμοποιήθηκε από εσάς για συνολική περίοδο πέντε ετών αποκλειστικά για σκοπούς ιδιοκατοίκησης.
Με τη βεβαίωση Εργοδότη που εσείς υποβάλατε στο γραφείο μου βεβαιώνεται ότι για την περίοδο από τον Ιανουάριο 2005 μέχρι τον Σεπτέμβριο 2007 ήταν αναγκαίο να εργάζεστε το μεγαλύτερο μέρος του χρόνου στο εξωτερικό, κυρίως στην Ελλάδα, Γαλλία και Βρετανία. Ειδικά για την περίοδο Δεκεμβρίου 2008 μέχρι Αύγουστου/Σεπτεμβρίου 2009 εργαστήκατε εκτός Κύπρου στην Αμερική, Αγγλία και Ελλάδα.
Κατά συνέπεια δεν μπορεί να γίνει δεκτός ο ισχυρισμός σας ότι πληρούνται οι πρόνοιες του άρθρου 5(2) των πιο πάνω Νόμων για παραχώρηση απαλλαγής ιδιοκατοίκησης.»
O εφεσείων καταχώρησε προσφυγή στο Ανώτατο Δικαστήριο εναντίον της πιο πάνω απόφασης του εφεσιβλήτου, η οποία δεν είχε επιτυχή για τον ίδιο αποτέλεσμα, αφού αυτή απορρίφθηκε. Η ρηθείσα απόφαση, αντικείμενο της κρινόμενης έφεσης, προσβάλλεται με δυο λόγους, επίκεντρο των οποίων αποτελεί η διαπίστωση του Δικαστηρίου ότι ο εφεσείων δεν απέδειξε την απαιτούμενη προϋπόθεση της πενταετούς περιόδου ιδιοκατοίκησης, εφαρμόζοντας λανθασμένα τη νομολογία και κυρίως την Ευστρατίου ν. Δημοκρατίας, (1989) 3 ΑΑΔ 1702, στην οποία καθορίστηκαν τα κριτήρια των οποίων η πλήρωση απαιτείται.
Με το περίγραμμα αγόρευσης του αλλά και προφορικά ενώπιον του Εφετείου υποστήριξε πως δεν λήφθηκε υπόψη από το πρωτόδικο Δικαστήριο ότι η μετάβαση του εφεσείοντα στο εξωτερικό γινόταν αποκλειστικά και μόνο για επαγγελματικούς λόγους για εξυπηρέτηση των εργοδοτών του, οι οποίοι ήταν κυπριακές εταιρείες με γραφεία και έδρα την Κύπρο. Εισηγείται πως δεν είναι δυνατό να διακόπτεται η ιδιοκατοίκηση με την προσωρινή και υποχρεωτική μετάβαση του εφεσείοντα στο εξωτερικό, η οποία γινόταν περιοδικά και για συγκεκριμένα μικρά χρονικά διαστήματα, λεπτομέρειες των οποίων παρέθεσε στο περίγραμμα του.
Οι παρατεθείσες χρονικές περίοδοι, είναι διάρκειας μικρότερης των 20 ημερών εκάστη. Ωστόσο, αυτές οι χρονικές περίοδοι δεν αναφέρθηκαν στο Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου, ο οποίος εκδίκασε την προσφυγή και κυρίως ο εφεσείων και ο συνήγορος του δεν αμφισβήτησαν τα μεγάλα χρονικά διαστήματα απουσίας του εφεσείοντα στο εξωτερικό, όπως αυτά καταγράφονται στην απόφαση.
Η συνήγορος του εφεσίβλητου, όπως και πρωτοδίκως, υποστήριξε πως η γραμματική ερμηνεία του άρθρου 5(2) του Νόμου υποδηλοί ότι για την παραχώρηση απαλλαγής, θα πρέπει να υπάρχει διάθεση ακίνητης ιδιοκτησίας, η οποία να χρησιμοποιείται αποκλειστικά από τον ιδιοκτήτη για τουλάχιστον πέντε χρόνια.
Στην πρωτόδικη απόφαση γίνεται αναφορά και λαμβάνεται καθοδήγηση από την Ευστρατίου ν. Δημοκρατίας (1989) 3 ΑΑΔ 1702 η οποία υιοθετήθηκε στην xxx Αναστασίου v. Kυπριακής Δημοκρατίας (1996) 3 ΑΑΔ 385, όπου εξετάστηκε η έννοια του όρου «ιδιοκατοίκηση» και τέθηκαν τα συστατικά στοιχεία αυτής, τα οποία είναι η εγκατάσταση στην οικία και η διαμονή σε αυτή ως τη μόνη ή κύρια κατοικία.
Στην Ευστρατίου (ανωτέρω) το Δικαστήριο απέρριψε την προσφυγή με το ακόλουθο σκεπτικό:
«Η ιδιοκατοίκηση έχει τα εξής συστατικά:
1. Ιδιόκτητη οικία
2. Εγκατάσταση σ' αυτή
3. Διαμονή στην οικία ως τη μόνη ή κύρια κατοικία στη διάρκεια που προβλέπει ο Νόμος.
Ο αιτητής δεν είχε την ιδιοκτησία που διατέθηκε ως τη μόνη ή την κύρια κατοικία του. Μόνο τα Σαββατοκύριακα και τις διακοπές διέμενε σ' αυτή. Ως εκ τούτου δεν δικαιούται στην εξαίρεση πληρωμής καταβολής φόρου λόγω ιδιοκατοίκησης, με βάση το Άρθρο 5(2)»
Για τη διαπίστωση της πενταετούς διάρκειας πραγματικής διαμονής, το Δικαστήριο άντλησε καθοδήγηση από την απόφαση White v. Δημοκρατίας (1995) 4 (Δ) ΑΑΔ 2608, όπου στη σελ. 2705 λέχθηκε πως για να εξακριβωθεί κατά πόσο οι προϋποθέσεις του άρθρου 5(2) ικανοποιούνται ή όχι θα πρέπει να εξεταστεί η πραγματική περίοδος ιδιοκατοίκησης κατά την οποία ο αιτητής χρησιμοποιούσε το σπίτι του ως κατοικία.
Στην κρινόμενη περίπτωση αποφασίστηκε πως ο εφεσείων δεν πληρούσε την απαραίτητη προϋπόθεση της συνολικά πενταετούς εγκατάστασης και διαμονής στην εν λόγω οικία και συνεπώς εύλογα ο καθ' ου η αίτηση/εφεσίβλητος απέρριψε το αίτημα του εφεσείοντα.
Λήφθηκαν συναφώς υπόψη οι βεβαιώσεις των εργοδοτών του εφεσείοντα, τις οποίες ο ίδιος επισύναψε και από τις οποίες, εύλογα κρίθηκε, ότι κατά μεγάλα χρονικά διαστήματα ο εφεσείων δεν χρησιμοποιούσε την εν λόγω οικία ως κύρια κατοικία για σκοπούς ιδιοκατοίκησης, ήτοι από Ιανουάριο 2005-Σεπτέμβριο 2007 και Δεκέμβριο 2008-Αύγουστο/Σεπτέμβριο 2009. Έκρινε το Δικαστήριο - και πολύ ορθά - πως «η αξιολόγηση της προϋπόθεσης συνολικής περιόδου ιδιοκατοίκησης στα πλαίσια του άρθρου 5(2) θα πρέπει να γίνεται κατά περίπτωση με βάση όμως τις αρχές της πιο πάνω νομολογίας. Στην προκείμενη περίπτωση τα πιο πάνω διαστήματα διαμονής του αιτητή στο εξωτερικό για επαγγελματικούς λόγους ήταν τέτοια που εύλογα λήφθηκαν υπόψη από τον καθ' ου η αίτηση. Συνεπώς ο αιτητής δεν απέδειξε ότι συμπλήρωνε την προϋπόθεση της συνολικής πενταετούς περιόδου ιδιοκατοίκησης με την έννοια της πενταετούς εγκατάστασης και διαμονής σε αυτήν ως κύριας ή μόνης κατοικίας.»
Σημειώνουμε πως τα αναφερόμενα ως ανωτέρω χρονικά διαστήματα απουσίας του εφεσείοντα, έστω και για επαγγελματικούς λόγους δεν αμφισβητήθηκαν από τον εφεσείοντα και το συνήγορο του. Ο τελευταίος, αγορεύοντας ενώπιον μας, σε σχετική επί του θέματος ερώτηση, το δέχθηκε απερίφραστα.
Συνεπώς το πρωτόδικο Δικαστήριο, δεν αποφάσισε - ως η εισήγηση του συνηγόρου του εφεσείοντα - ότι η οικία του εφεσείοντα δεν αποτελούσε την κύρια κατοικία του, ωσάν να ήταν μη κάτοχος οποιασδήποτε κατοικίας, αλλά ότι δεν αποδείχθηκε η απαραίτητη προϋπόθεση της συνεχούς για πενταετία ιδιοκατοίκησης.
Η ορθή ερμηνεία του επίμαχου άρθρου η οποία αποκαλύπτει με σαφήνεια το νόημα και το σκοπό του νομοθέτη, όπως έχει ήδη νομολογηθεί, ορίζει πως για να επιτευχθεί η εξαίρεση του άρθρου 5(2) είναι απαραίτητη η πλήρωση των προϋποθέσεων τόσο της ιδιοκτησίας της κατοικίας όσο και της χρήσης της για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα. Όταν αυτό διακόπτεται για μεγάλες χρονικές περιόδους, με αποτέλεσμα τη μη συμπλήρωση της συνολικής πενταετούς διάρκειας, δεν είναι εύλογο να τυγχάνει ο πολίτης της εξαίρεσης του νόμου αφού πλέον θα είναι ωσάν να επιτυγχάνει την έκπτωση μόνο με το γεγονός της ιδιοκτησίας της κατοικίας.
Συνακόλουθα, με βάση όλα τα πιο πάνω εκτιθέμενα, ορθά το Δικαστήριο ερμήνευσε η νομολογία και το Νόμο και δεν υπάρχει οτιδήποτε μεμπτό ή τρωτό στις διαπιστώσεις του. Συνεπώς αμφότεροι οι λόγοι έφεσης αποτυγχάνουν.
Η έφεση απορρίπτεται. Επιδικάζονται έξοδα €3.000 υπέρ του εφεσίβλητου και εναντίον του εφεσείοντα.
Α. Λιάτσος, Δ.
Α. Πούγιουρου, Δ.
Δ. Σωκράτους, Δ.
Λ. Δημητριάδου-Ανδρέου, Δ.
Ι. Ιωαννίδης, Δ.
/ΚΑς