ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2021:A115
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΕΦΕΣΗ ΚΑΤΑ ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ
ΑΡ. 76/18
5 Απριλίου, 2021
{Α. ΛΙΑΤΣΟΣ, Γ. ΓΙΑΣΕΜΗ, Δ. ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ, Δ/ΣΤΕΣ]
Θ. ΠΑΠΑΝΙΚΟΠΟΥΛΟΥ
Εφεσείουσα/Αιτήτρια
ΚΑΙ
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΓΕΩΡΓΙΑΣ ΚΑΙ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ
Εφεσίβλητου/Καθ' ού η αίτηση
.......
Αίτηση ημερ. 19/10/2018 για την παροχή άδειας στον κ. Χ. Χαραλάμπους να εμφανίζεται στο Δικαστήριο εκπροσωπώντας την αιτήτρια/εφεσείουσα
Ο Χ. Χαραλάμπους, αιτητής παρουσιάζεται προσωπικά
Μ. Χατζηγεωργίου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, για Εφεσίβλητο/Καθ' ου η αίτηση
.....
Α. ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει η Δικαστής Δ. Σωκρατους.
......
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Δ. ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ, Δ: H εφεσείουσα είχε καταχωρήσει την προσφυγή αρ. 473/10 ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου, το οποίο με απόφαση του ημερ. 30/11/2017 την απέρριψε ως μη παραδεκτή.
Στις 14/3/2018 ο κ. Χ. Χαραλάμπους, υιός της εφεσείουσας, καταχώρησε, εκ μέρους της εφεσείουσας, (ως ανέφερε), στο Διοικητικό Δικαστήριο αίτηση για παράταση του χρόνου καταχώρησης έφεσης εναντίον της εκδοθείσας στις 30/11/2017 απόφασης.
Το Δικαστήριο, με απόφαση του ημερ. 29 Μαϊου 2018 απέρριψε το αίτημα με το εξής καταληκτικό σχόλιο
«.. το αίτημα για παράταση του χρόνου καταχώρησης έφεσης επί της απόφασης στην προσφυγή 473/2010 έχει τεθεί μετά την εκπνοή του εν λόγω χρόνου, με υπέρμετρη καθυστέρηση και χωρίς επαρκή αιτιολόγηση τέτοιας καθυστέρησης. Τυχόν έγκριση του αιτήματος, συνεπώς, θα παραβίαζε κατά την κρίση μου, υπό τα άνω δεδομένα, την αρχή της τελεσιδικίας, το σχετικό με την κατά κανόνα επιβαλλόμενη υποχρέωση τήρησης του κανονιστικού πλαισίου των προθεσμιών για καταχώρηση εφέσεων και, άρα, τα συμφέροντα ορθής απονομής της δικαιοσύνης.»
Εναντίον της απορριπτικής ως άνω απόφασης, ο Χ. Χαραλάμπους καταχώρησε έφεση. Μετά από σχετικές παρατηρήσεις του Εφετείου ότι δεν μπορεί να υπάρξει έφεση διά πληρεξουσίου, καταχωρήθηκε εκ μέρους του κ. Χ. Χαραλάμπους η κρινόμενη αίτηση με την οποία επιζητείται αφ' ενός διάταγμα με το οποίο να παρατείνεται ο χρόνος καταχώρησης της έφεσης αναδρομικά από την ημερομηνία καταχώρησης της και αφ' ετέρου άδεια του Δικαστηρίου με την οποία να επιτραπεί στον ίδιο, ως υιό της εφεσείουσας, να την αντιπροσωπεύει στο Δικαστήριο για σκοπούς διεκπεραίωσης της αίτησης και έφεσης.
Το δικονομικό αυτό διάβημα, συνάντησε την ένσταση της εφεσίβλητης/καθ' ης η αίτηση, η οποία προτάσσει ως λόγο απόρριψης του αιτήματος, την απουσία έννομου συμφέροντος του προσώπου που καταχώρησε την αίτηση και τη μη ύπαρξη δικαιώματος του να παρουσιάζεται στο Δικαστήριο αντί της Αιτήτριας.
Ο άξονας γύρω από τον οποίο περιστράφηκε η επιχειρηματολογία του Χ. Χαραλάμπους για να πείσει για την ανάγκη αποδοχής του αιτήματος του, ήταν: Η ηλικία της εφεσείουσας, η οποία κατά το χρόνο καταχώρησης της αίτησης ήταν 91 ετών, καθώς και η κακή κατάσταση της υγείας της, η οποία σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του, δεν της επιτρέπει τις μετακινήσεις, ούτε τις εντάσεις μιας δικαστικής διαμάχης, αλλά ούτε και τη γνώση για ύπαρξη δικαστικών διαδικασιών.
Ιδιαίτερη μνεία έκανε για το γεγονός ότι είναι γνώστης των υποθέσεων της μητέρας του και έχει γίνει αποδεκτός από διάφορα Δικαστήρια ως αντιπρόσωπος της.
Η αντίθετη άποψη της καθ' ης η αίτηση, έγκειται στο ότι η επίδικη αίτηση της εφεσείουσας γίνεται από πρόσωπο το οποίο δεν έχει έννομο συμφέρον ούτε έχει δικαίωμα να παρουσιάζεται και παρέπεμψε προς υποστήριξη της θέσης αυτής σε αριθμό αποφάσεων.
Επί του εν λόγω θέματος είναι αρκετό να υπομνησθεί η αρχή ότι το «συμφέρον γενικώς συνίσταται στη χρησιμότητα που έχει για τον αιτούντα η νομική ρύθμιση (αποκατάσταση της νομικής του κατάστασης που έχει διαταραχθεί από μια διοικητική πράξη) η οποία μπορεί να επέλθει με την εξαφάνιση της προσβαλλόμενης πράξης ή την ακύρωση της παράλειψης» (Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου του Επ. Σπηλιωτοπούλου, Τόμος 2, 14η έκδοση, σελ. 81)
Σύμφωνα με την The Onisi Ltd v. Kυπριακής Δημοκρατίας μέσω Υπουργικού Συμβουλίου, Α.Ε. 202Α/2010 ημερ. 13/2/2017, η οποία υιοθέτησε το λόγο παλαιότερων αποφάσεων:
«Το έννομο συμφέρον θα πρέπει να υπάρχει σε όλα τα στάδια της διαδικασίας, από την έγερση της προσφυγής μέχρι την εκδίκαση της και την έκδοση της σχετικής απόφασης περιλαμβανομένης βεβαίως και της έφεσης.»
Στην παρούσα περίπτωση είναι σαφές ότι ο Χ. Χαραλάμπους δεν έχει αυτή την ιδιότητα. Μπορεί να έχει συμφέρον επί της περιουσίας της μητέρας του, πλην όμως δεν κέκτηται έννομο συμφέρον εν τη εννοία της νομολογίας και του νόμου. Ούτε βέβαια ισχυρίζεται ότι έχει. Εκείνο που δηλώνει είναι πως βάσει κληρονομικού δικαιώματος θα καταστεί ιδιοκτήτης επί της περιουσίας της μητέρας του και ως εκ τούτου έχει ηθικό καθήκον να την υπερασπίσει.
Η έφεση, όπως ο τίτλος της παρουσιάζει, κατονομάζει ως εφεσείουσα τη Θ. Παπανικοπούλου, η οποία ως ιδιοκτήτρια ακίνητης περιουσίας στην Πόλη Χρυσοχούς, θα επηρεαζόταν από το προτιθέμενο να επιβληθεί τοπικό σχέδιο, και συνεπώς υπό την ιδιότητα αυτή, έχει αναμφισβήτητα έννομο συμφέρον. Το εφετήριο όμως έχει υπογραφεί από τον Χ. Χαραλάμπους, ως κατόχου ειδικού πληρεξούσιου. Για τούτο έγινε και η σχετική παρατήρηση από το Εφετείο στη δικάσιμο ημερ. 14/9/18.
Το κυρίως αίτημα το οποίο εξετάζεται είναι η επιθυμία του αιτητή να εκπροσωπήσει τη μητέρα του. Και αυτό είναι διαφορετικό και ασύνδετο με την ύπαρξη έννομου συμφέροντος, η ύπαρξη του οποίου αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την καταχώρηση προσφυγής ή έφεσης.
Ο κ. Χαραλάμπους δεν είναι δικηγόρος και δεν έχει τα προσόντα του «ασκείν την δικηγορία» όπως ο περί Δικηγόρων Νόμος Κεφ. 2 ορίζει. Ο εν λόγω Νόμος απαγορεύει την άσκηση δικηγορίας από μη εγγεγραμμένο δικηγόρο, καθιστώντας μάλιστα ποινικό αδίκημα οποιαδήποτε ενέργεια τείνει να διενεργηθεί κατά παράβαση του εν λόγω Νόμου.
Ωστόσο, υπό ορισμένες ρητές προϋποθέσεις, το άρθρο 30 του περί Δικηγόρων Νόμο υπό τον πλαγιότιτλο «Διάδικοι», προβλέπει ότι:
«Ανεξάρτητα από οποιαδήποτε διάταξη που περιέχεται στο Νόμο αυτό, κάθε διάδικος σε οποιαδήποτε πολιτική ή ποινική διαδικασία δύναται να εμφανίζεται αυτοπροσώπως και να διεθύνει την υπόθεση του, και όταν υπάρχουν διάφοροι διάδικοι σε πολιτική διαδικασία οι οποίοι έχουν κοινά συμφέροντα, οποιοσδήποτε από τους διάδικους αυτούς δύναται να εξουσιοδοτηθεί γραπτά από τον άλλο ή τους άλλους να εμφανίζεται εκ μέρους τους και να διευθύνει την υπόθεση, και το δικαστήριο που επιλαμβάνεται πολιτικής διαδικασίας δύναται, όταν κρίνει αυτό πρέπον, με προσωπική αίτηση οποιουδήποτε διάδικου, να επιτρέπει σε οποιοδήποτε πρόσωπο, το οποίο είναι στενός συγγενής του διάδικου αυτού, να εμφανίζεται εκ μέρους του και να διευθύνει την υπόθεση για λογαριασμό του.»
(Η υπογράμμιση είναι του Δικαστηρίου)
Σημειώνεται, ότι η ως άνω νομοθετική ρύθμιση που έγινε δεν αφορά στο δικαίωμα προσφυγής στο Δικαστήριο όπως το κατοχυρώνει το άρθρο 30 του Συντάγματος, το οποίο και παραμένει άθικτο (Lindos Constructions Ltd v. Διευθυντή Κοινωνικών Ασφαλίσεων (1993) 1 ΑΑΔ 17).
Όπως λέχθηκε στην Κ. Φελλά κ.α. ν. Α. Νικοδήμου (αρ. 2) (1999) 1 ΑΑΔ 835:
«....το άρθρο 30 εισάγει μια εξαίρεση στον κανόνα πως ενώπιον του Δικαστηρίου εμφανίζονται μόνον εγγεγραμμένοι δικηγόροι ή οι διάδικοι αυτοπροσώπως. Όταν δίδεται άδεια σε οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο, στενό συγγενή του διάδικου, τούτο δίνεται για να ενεργήσει ως συνήγορος του, και να παρουσιάσει με κατανοητό τρόπο τη συγκεκριμένη υπόθεση στο Δικαστήριο.»
Στην ανωτέρω υπόθεση, κρίθηκε πως ο εμφανιζόμενος εκπρόσωπος των εφεσειόντων πρέπει να είναι σε θέση να παρουσιάσει με τρόπο κατανοητό την υπόθεση και όχι δυσνόητο ή απρόσφορο. Γι' αυτό και η δοθείσα άδεια του αφαιρέθηκε. Προηγήθηκε της Φελλά, η έκδοση της απόφασης Lindos Constructions Ltd (aνωτέρω), στην οποία λέχθηκαν τα ακόλουθα:
«Ο περί Δικηγόρων Νόμος, όπως έχει τροποποιηθεί, απαγορεύει την άσκηση δικηγορίας από μη εγγεγραμμένο δικηγόρο. Η ρητή εξαίρεση του άρθρου 30 του Νόμου ως προς τη δυνατότητα διαδίκου να εμφανίζεται εκ μέρους συνδιαδίκου του με τους οποίους έχει κοινά συμφέροντα και να διευθύνει την υπόθεση και η διακριτική εξουσία, που παρέχεται στο Δικαστήριο από το ίδιο άρθρο, να επιτρέπει σε στενό συγγενή διαδίκου να εμφανίζεται εκ μέρους του και να διευθύνει την υπόθεση του, επιβεβαιώνουν το, κατά τα άλλα απόλυτο της απαγόρευσης. Ως άσκηση δικηγορίας, σύμφωνα με το άρθρο 2(1) του Νόμου θεωρείται, μεταξύ άλλων, η εκ μέρους οποιουδήποτε προσώπου εμφάνιση ενώπιον οιουδήποτε Δικαστηρίου «δια διεξαγωγήν διαδικασίας» και ακόμα η εκ μέρους πελάτη «Παρασκευή» ή «μελέτη» οιουδήποτε «δικογράφου», όρος που περιλαμβάνει κατά την ειδική ερμηνευτική διάταξη που ακολουθεί «παν έγγραφον καταχωριζόμενον στο Δικαστήριον και αποτελούν μέρος τη δικογραφίας.»
Το ζήτημα εναπόκειται στην άσκηση της διακριτικής εξουσίας του Δικαστηρίου αφού το άρθρο 30 θέτει ως όρο για την αντιπροσώπευση από στενό συγγενή να την έχει ζητήσει ο ίδιος ο διάδικος «με προσωπική αίτηση». Συγκεκριμένα τίθενται δύο προϋποθέσεις. Πρώτη, ο διάδικος ο οποίος επιθυμει την εκπροσώπηση του από τρίτο πρόσωπο να υποβάλει προσωπική αίτηση και δεύτερη το συγκεκριμένο πρόσωπο για το οποίο επιζητείται να του επιτραπεί να εμφανίζεται και να διευθύνει την υπόθεση του διαδίκου, να είναι στενός συγγενής αυτού. Εφόσον δεν συντρέχουν οι δύο αυτές προϋποθέσεις, το Δικαστήριο δεν κέκτηται διακριτική εξουσία να εξετάσει κατά πόσο θα επιτρέψει την εκπροσώπηση του διαδίκου από άλλο πρόσωπο και να του παράσχει την σχετική άδεια.
Η απαίτηση για προσωπική αίτηση του διαδίκου, έχει ιδιαίτερη σημασία, αφού με αυτό τον τρόπο εκφράζεται η βούληση του ιδίου του διαδίκου και όχι του τρίτου προσώπου, το οποίο, ανεξάρτητα από τη συγγένεια η οποία τους συνδέει, θα μπορεί κατά το δοκούν να αποφασίζει για τη διεκπεραίωση μιας υπόθεσης.
Στην κρινόμενη περίπτωση πληρείται η δεύτερη προϋπόθεση. Όχι όμως η πρώτη, η οποία είναι η πλέον σημαντική. Στην κρινόμενη αίτηση, εκφράζεται η επιθυμία του κ. Χαραλάμπους να εκπροσωπήσει τη μητέρα του και όχι η θέληση της μητέρας του να εκπροσωπηθεί από τον υιό της. Χωρίς να προσφέρεται επαρκής αιτιολογία για την παράλειψη της ίδιας της διαδίκου να το πράξει, η οποία με αυτό τον τρόπο θα εξέφραζε τη βούληση της για την προώθηση ή όχι έφεσης κατά της απόφασης του Διοικητικού Δικαστηρίου.
Με την ένορκη δήλωση του κ. Χαραλάμπους, η οποία συνοδεύει την κρινόμενη Αίτηση αναφέρεται μεν ότι η μητέρα του έχει κινητικά προβλήματα και γενικότερα θέματα υγείας, πλην όμως σε αρκετές παραγράφους δεν παραλείπει να τονίζει ότι έχει πλήρη διαύγεια πνεύματος, απαγγέλει λατινικούς στίχους, ενδιαφέρεται για τα προβλήματα του τόπου και γενικά διαθέτει μυαλό και πνεύμα. Συνεπώς θα μπορούσε η ίδια, εάν επιθυμούσε να καταχωρήσει αίτηση και έφεση. Και όχι να υπογράφεται η έφεση από τον υιό της με αμφισβήτηση της εγκυρότητας του εφετηρίου.
Το πληρεξούσιο, το οποίο επικαλείται ο κ. Χαραλάμπους, του παρέχει μεν δικαίωμα να εκπροσωπεί τη μητέρα του, πλην όμως δεν μπορεί να του εξασφαλίσει ιδιότητα την οποία δεν κέκτηται, δηλαδή αυτή του δικηγόρου και του «ασκείν δικηγορία». Η υπογραφή της έφεσης από τον ίδιο εμπίπτει στην έννοια του «ασκείν τη δικηγορία» για την οποία δεν του παρεχεται από το Νόμο δικαίωμα.
Συνακόλουθα, έχοντας υπόψη όλα τα ανωτέρω, η Αίτηση απορρίπτεται.
Επιδικάζονται έξοδα €1.000 πλέον ΦΠΑ εάν υπάρχει, υπερ του καθ' ου η αίτηση και εναντίον του κ. Χ. Χαραλάμπους.
Δ.
Δ.
Δ.
/Κας