ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2020:C375
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 112/2014)
2 Νοεμβρίου, 2020
[Α. ΛΙΑΤΣΟΣ, Κ. ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Τ.Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ,
Τ.ΨΑΡΑ- ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Α. ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]
ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ,
Εφεσείοντας/Καθ' ού η αίτηση,
και
Ε. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΟΥ,
Εφεσίβλητη/Αιτήτρια.
-----------------------
Γ. Κωνσταντινίδης, για Γ. Κωνσταντινίδης και Συνεργάτες ΔΕΠΕ,
για τον Εφεσείοντα-Καθ' ού η Αίτηση
Α. Σ. Αγγελίδης, για Α. Σ. Αγγελίδη ΔΕΠΕ, για την Εφεσίβλητη-Αιτήτρια,
Ε. Τόλλα (κα) με Κ. Αμβροσίου (κα), για Μ. Ηλιάδη και Συνεταίροι ΔΕΠΕ,
για το Ενδιαφερόμενο Μέρος
----------------------
ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει η Δικαστής Α. Πούγιουρου.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Α. ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ: Η Διοικούσα Επιτροπή του Τεχνολογικού Πανεπιστημίου Κύπρου διόρισε με απόφαση της, ημερομηνίας 3/1/2012, στη μόνιμη θέση Λειτουργού Πανεπιστημίου (θέματα Λογιστηρίου) στο Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο Κύπρου («ΤΕΠΑΚ») από 1/2/2012 τον Α. Λοίζου («ΕΜ»).
Η θέση ήταν πρώτου διορισμού. Κατά της απόφασης αυτής καταχωρήθηκε από πλευράς της Ε. Κωνσταντινίδου, Αιτήτριας/Εφεσίβλητης, η Προσφυγή Αρ. 182/2012 η οποία πέτυχε πρωτόδικα με κατάληξη την ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης.
Κατά της πιο πάνω απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου, ημερομηνίας 9/7/2014, καταχωρήθηκε από πλευράς του εφεσείοντα, Τεχνολογικού Πανεπιστημίου Κύπρου, η υπό κρίση έφεση, με την οποία αμφισβητεί την πρωτόδικη απόφαση με τέσσερις λόγους.
Με τους τρεις πρώτους λόγους έφεσης που είναι συναφείς προσβάλλεται αριθμός διαπιστώσεων του πρωτόδικου Δικαστηρίου που οδήγησαν στην επιτυχία της προσφυγής, ως λανθασμένων και ότι ήταν αποτέλεσμα πλάνης. Αμφισβητείται συγκεκριμένα η κατανομή μονάδων στην οποίαν προέβη το Δικαστήριο ως προς τα προσόντα της εφεσίβλητης που συνδέετο άμεσα με το θέμα της απόκτησης πείρας.
Με τον τέταρτο λόγο έφεσης προβάλλεται θέμα αναιτιολόγητης απόφασης και ότι αυτή στηρίχθηκε στην πάσχουσα συμβουλή της Συμβουλευτικής Επιτροπής Επιλογής.
Κατά την ακρόαση της υπό κρίση έφεσης προβλήθηκε από πλευράς Εφεσίβλητης ακόμα ένας λόγος ακύρωσης του προσβαλλόμενου διορισμού που, κατά την εισήγηση της, αν και δεν προωθήθηκε πρωτόδικα, εν τούτοις, εξετάζεται αυτεπάγγελτα από το Εφετείο, εφόσον αφορά στη σύνθεση και λειτουργία της Διοικούσας Επιτροπής του εφεσείοντα, κατά τις συνεδρίες της ημερομηνίας 14/7/2011 και 3/11/2012. Ειδικότερα απουσίαζαν μέλη της Διοικούσας Επιτροπής χωρίς να καταγραφούν στα πρακτικά οι λόγοι της απουσίας τους.
Οι δικηγόροι των διαδίκων αγόρευσαν προφορικά επί του νέου λόγου ακύρωσης. Ο μεν δικηγόρος του εφεσείοντα εισηγήθηκε ότι η συνεδρία ημερομηνίας 14/7/2011 αφορούσε σε διαδικαστικό και προκαταρκτικό στάδιο, εφόσον απλώς επιλέγησαν τα μέλη της Συμβουλευτικής Επιτροπής, οπότε η απουσία μελών της δεν ενέχει οποιεσδήποτε επιπτώσεις στη νομιμότητα της σύνθεσης της. Σ' ό,τι αφορά δε τη συνεδρία ημερομηνίας 3/1/2012, η απουσία των μελών της κρίθηκε δικαιολογημένη. Από την άλλη ο δικηγόρος της εφεσίβλητης επέμενε στη θέση ότι η όλη διαδικασία διορισμού μολύνετο από την απουσία μελών της Διοικούσας Επιτροπής χωρίς να καταγράφονται στα πρακτικά οι λόγοι απουσίας τους.
Ενόψει της σπουδαιότητας του επιπρόσθετου λόγου ακύρωσης της προσβαλλόμενης απόφασης, κρίνουμε σκόπιμο όπως αυτός εξεταστεί κατά προτεραιότητα εφόσον τυχόν επιτυχία του πιθανόν να κρίνει και την τύχη της έφεσης.
Είναι νομολογιακά γνωστό, ότι η σύνθεση διοικητικού συλλογικού οργάνου ως αφορούν ευθέως σε ζήτημα δημόσιας τάξης, μπορεί να εξεταστεί και αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας (βλ. Τριανταφυλλίδης κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1993) 3 Α.Α.Δ. 429, Δημοκρατίας ν. Κουκκουρή κ.ά. (1993) 3 Α.Α.Δ. 598 και Sigma Radio T.V. Ltd v. Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου (2004) 3 Α.Α.Δ. 134). Δεν υπήρξε εξάλλου αντίθετη εισήγηση από πλευράς εφεσείοντα.
Το πρόβλημα, σύμφωνα με την εισήγηση, εστιάζεται στις δύο συνεδρίες της Διοικούσας Επιτροπής του ΤΕΠΑΚ που ασχολήθηκαν με το θέμα του επίδικου διορισμού. Η πρώτη είναι εκείνη ημερομηνίας 14/7/2011 όπου, εξετάζοντας τα πρακτικά που κατατέθηκαν ως τεκμήρια στην ένσταση, παρατηρούμε ότι απουσίαζαν κατά τη συγκεκριμένη συνεδρία πέντε μέλη της Επιτροπής, τα ονόματα των οποίων καταγράφονται κάτω από τον τίτλο «ΑΠΟΝΤΕΣ» και στο τέλος εντοπίζεται η εξής σημείωση: «Όλα τα πιο πάνω Μέλη της ΔΕ κλήθηκαν έγκαιρα και νομότυπα όπως παραστούν στην 67η συνεδρία της ΔΕ την Πέμπτη, 14 Ιουλίου 2011».
Κατά την συγκεκριμένη συνεδρία αποφασίστηκε ομόφωνα όπως εγκριθούν το Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης και οι συνθέσεις των Συμβουλευτικών Επιτροπών για πλήρωση διοικητικών θέσεων μεταξύ των οποίων και της επίδικης.
Η δεύτερη αφορά στη συνεδρία ημερομηνίας 3/1/2012 κατά την οποία λήφθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση διορισμού. Στα πρακτικά της συνεδρίας αυτής, κάτω ακριβώς από τον τίτλο «ΑΠΟΝΤΕΣ» και πριν την καταγραφή των ονομάτων των απόντων μελών, καταγράφεται η δήλωση «Απουσίαζαν δικαιολογημένα οι πιο κάτω:» Στο τέλος δε καταγράφεται η ίδια σημείωση όπως και στις 14/7/2011, ότι όλα τα μέλη κλήθηκαν έγκαιρα και νομότυπα.
Στην υπόθεση Αντέννα Λτδ ν. Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου (2013) 3 Α.Α.Δ. 243, λέχθηκαν τα εξής ως προς τη σύνθεση συλλογικού οργάνου, στην απόφαση της πλειοψηφίας:
«Κατά γενική αρχή του διοικητικού δικαίου στις συνεδρίες του συλλογικού οργάνου πρέπει κατ' αρχή να μετέχουν όλα τα μέλη που το συγκροτούν. Βλ. Ελληνικό Διοικητικό Δίκαιο Α.Ι. Τάχος, 4η έκδ., σελ. 284. Η υποχρέωση αυτή εκπηγάζει από το οφειλόμενο καθήκον άσκησης της εκ του Νόμου καθορισμένης αρμοδιότητας του οργάνου. Το δικαίωμα του πολίτη ικανοποιείται μόνο, όταν η απόφαση για το θέμα που τον αφορά λήφθηκε κατόπιν συζήτησης από αρμόδιο όργανο που συνεδρίασε με νόμιμη σύνθεση. Η απουσία μέλους από δεόντως συγκληθείσα συνεδρίαση του οργάνου επιτρέπεται μόνο όταν η απουσία κρίνεται εξ αντικειμένου δικαιολογημένη. Εν ολίγοις, η κατ' αρχήν υποχρέωση του διοικητικού οργάνου είναι να επιλαμβάνεται της εξέτασης θέματος όπως αυτό (το όργανο) είναι συγκροτημένο. Η μη συμμετοχή μέλους κατά πλάνη ως προς τη δυνατότητα συμμετοχής, επάγεται παράνομη σύνθεση. Το ίδιο και η καταχρηστική μη συμμετοχή προς εξυπηρέτηση αλλότριου σκοπού. Βλ. Kyprianou v. Republic (1976) 3 C.L.R. 210, Mitides v. Republic (1988) 3(B) C.L.R. 737, Paschalis v. Republic (1988) 3(C) C.L.R. 1897, Καρακόκκινος κ.ά. ν. Αρχής Λιμένων, (2004) 4(Β) Α.Α.Δ. 956, Κόρτας ν. Ρ.Ι.Κ. (2007) 3 Α.Α.Δ. 67, Δημητρίου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2012) 3 Α.Α.Δ. 74.»
Η πιο πάνω αρχή υιοθετήθηκε στη μεταγενέστερη Στυλιανός Αγαθοκλέους ν. Συμβουλίου Υδατοπρομήθειας Λευκωσίας, Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 29/2011, ημερομηνίας 21/7/2016, ECLI:CY:AD:2016:C374, στην οποίαν τονίζονται επιπρόσθετα τα εξής ως προς τη αναγκαιότητα δικαιολόγησης της απουσίας των μελών συλλογικού οργάνου κατά τη συνεδρία. Σημειώνεται ότι και στην υπόθεση αυτή το θέμα σύνθεσης ηγέρθη αυτεπάγγελτα από το Εφετείο:
«Η απαρτία δεν επιλύει το πρόβλημα. Η επιταγή της νόμιμης σύνθεσης και νόμιμης συνεδρίας αποτελεί προϋπόθεση για να εξετάσει κάποιος, σε δεύτερο στάδιο την απαρτία (βλ. Κωνσταντίνος Δαλίτης ν. Σχολής Εφορείας Γερίου ECLI:CY:AD:2014:D986, Υπόθ. Αρ. 1528/2012, ημερ. 22.12.2014, ECLI:CY:AD:2014:D986.
Στα περιστατικά της παρούσας υπόθεσης, παρατηρούμε ότι αναφορικά με την απουσία του Προέδρου του Διοικητικού Συμβουλίου Επάρχου Λευκωσίας δικαιολογήθηκε η απουσία του λόγω του ότι ευρίσκετο στο εξωτερικό. Το ίδιο δεν συμβαίνει, όμως, με τα υπόλοιπα 4 μέλη τα οποία απουσίαζαν από τη συνεδρία, παρά μόνο λακωνικά αναφέρεται ότι «Αφού δικαιολογήθηκαν οι απουσίες των Μελών αποφασίστηκε η διαδικασία που θα ακολουθείτο...». Παρατηρείται συναφώς πλήρης έλλειψη στοιχείων που οδήγησαν στην κρίση ότι «δικαιολογήθηκε» η απουσία των μελών. Η απουσία αυτών των στοιχείων καθιστά αδύνατη την άσκηση δικαστικού ελέγχου. Η ευπαίδευτη συνήγορος του Εφεσίβλητου ενώπιον μας αρκέστηκε να πει ότι δεν υπάρχουν άλλα στοιχεία εκτός των όσων αναφέρονται στο πρακτικό.»
Εξετάσαμε τις εκατέρωθεν εισηγήσεις υπό το φως της πιο πάνω νομολογίας και των γεγονότων της υπόθεσης. Από τα τεκμήρια που επισυνάφθησαν στην ένσταση, στα οποία έχουμε ανατρέξει, είναι φανερό ότι η Διοικούσα Επιτροπή του ΤΕΠΑΚ συνήλθε σε δύο περιπτώσεις για σκοπούς πλήρωσης της επίδικης θέσης.
Καθοριστική συνεδρία ήταν η δεύτερη, ημερομηνίας 3/1/2012, κατά την οποίαν εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση διορισμού. Η απλή αναφορά στα πρακτικά της συνεδρίας ότι τα πέντε μέλη απουσίαζαν δικαιολογημένα, από μόνη της, κρίνουμε ότι καθιστά αδύνατη την άσκηση του απαιτούμενου δικαστικού ελέγχου. Η ανάγκη τήρησης άρτιων πρακτικών από κάθε όργανο που ασκεί διοικητική λειτουργία προς το σκοπό της δυνατότητας δικαστικού ελέγχου, είναι δεδομένη (βλ. Αγαθοκλέους (ανωτέρω)). Η ανάγκη αυτή κωδικοποιείται και στο άρθρο 24 του περί Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999 (Ν.158(Ι)/1999).
Η ύπαρξη απαρτίας δεν διασώζει το πρόβλημα, εφόσον είναι κάτι εντελώς διάφορο από την ευθύνη του οργάνου συλλογικά λειτουργούντος. Δεν παραγνωρίζουμε ότι η σύνθεση μπορεί να είναι, ανάλογα με το θέμα, ολιγομελής ή πολυμελής κατά την κρίση του συλλογικού οργάνου (βλ. Πειθαρχικό Συμβούλιο Ιατρών ν. Παυλίδης κ.ά. (2010) 3 Α.Α.Δ. 251). Στην παρούσα περίπτωση όμως δεν φαίνεται να λήφθηκε καμιά απόφαση από τη Διοικούσα Επιτροπή του ΤΕΠΑΚ ότι το θέμα του επίδικου διορισμού για συγκεκριμένους λόγους θα το επιλαμβανόταν η Διοικούσα Επιτροπή με ολιγομελή σύνθεση, εφόσον καταγράφοντο κάθε φορά τα ονόματα των απόντων μελών. Υπάρχει συνεπώς στην παρούσα περίπτωση παντελής έλλειψη των στοιχείων που οδήγησαν στη διαπίστωση ότι τα πέντε μέλη «απουσίαζαν δικαιολογημένα», έλλειψη που δεν συμπληρώνεται από τα στοιχεία του Φακέλου. Η απουσία οποιασδήποτε αιτιολογίας για τη μη παρουσία των πέντε μελών της καθιστά τη σύνθεση της Διοικούσας Επιτροπής του ΤΕΠΑΚ κατά τη συνεδρία της 3/1/2012, που λήφθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση, μη νόμιμη, με αποτέλεσμα την ακυρότητα της απόφασης.
Αν και η κατάληξη μας αυτή είναι καταλυτική για την τύχη της έφεσης εξετάσαμε επιπρόσθετα και κατά πόσο έπασχε επίσης η σύνθεση της Διοικούσας Επιτροπής του εφεσείοντα κατά την πρώτη συνεδρία της, ημερομηνίας 14/7/2011. Η απάντηση μας είναι αρνητική. Δεν φαίνεται να αμφισβητείται αλλά επιβεβαιώνεται και από τα πρακτικά, ότι κατά την συνεδρία της 14/7/2011 το μόνο που αποφασίστηκε ήταν η προκήρυξη της θέσης, το Σχέδιο Υπηρεσίας και τέλος η επιλογή των μελών από τα οποία θα απαρτίζετο η Συμβουλευτική Επιτροπή Επιλογής. Δεν συζητήθηκε κατ' εκείνη τη συνεδρία ή λήφθηκε οποιαδήποτε απόφαση για ο,τιδήποτε το ουσιαστικό.
Σύμφωνα με το άρθρο 22 του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 2000, Ν. 158(Ι)/2000,
«22. Η διαδικασία συζήτησης και λήψης απόφασης για ορισ΅ένο θέ΅α πρέπει να διεξάγεται από την αρχή ΅έχρι το τέλος από τα ίδια ΅έλη του συλλογικού οργάνου. Αν η διαδικασία παρατείνεται σε περισσότερες συνεδρίες και η σύνθεση του οργάνου ΅ετά την πρώτη συνεδρία αλλάξει ΅ε τη συ΅΅ετοχή ΅ελών που ήταν απόντα στις προηγού΅ενες συνεδρίες, το συλλογικό όργανο δεν ΅πορεί να λάβει έγκυρη απόφαση στην τελευταία συνεδρία, εκτός αν στη συνεδρία αυτή επαναληφθεί από την αρχή η διαδικασία και η συζήτηση που προηγήθηκε. Αυτό δεν απαιτείται, όταν πρόκειται για απουσία από συνεδρία που ασχολήθηκε ΅ε προκαταρκτικά θέ΅ατα ή όταν τα ΅έλη τα οποία λα΅βάνουν την τελική απόφαση είναι πλήρως ενη΅ερω΅ένα σχετικά ΅ε όλα τα στοιχεία που είναι αναγκαία για τη λήψη απόφασης.»
Στην παρούσα περίπτωση αν και το θέμα που μας απασχολεί δεν είναι η διαφορετική σύνθεση της Διοικούσας Επιτροπής στις δύο συνεδρίες της, εφόσον αποτελείτο από τα ίδια μέλη, αλλά από το πιο πάνω άρθρο καθίσταται σαφές ότι η απουσία μελών του συλλογικού οργάνου δεν επηρεάζει τη νομιμότητα της σύνθεσης του, αν κατά την συνεδρία το όργανο ασχολήθηκε μόνο με προκαταρκτικά θέματα. Κατά τη συνεδρία της 14/7/2011 τα θέματα που συζητήθηκαν και αποφασίστηκαν ήταν μόνο προκαταρκτικά (βλ. Ορθοδόξου ν. Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο Κύπρου, Αναθεωρητική Έφεση 121/2013, ημερομηνίας 11/5/2020), ECLI:CY:AD:2020:C189 οπότε η σύνθεση της Διοικούσας Επιτροπής κρίνουμε ότι ήταν νόμιμη.
Ενόψει όμως της διαπίστωσης μας ότι δεν ήταν νόμιμη η σύνθεση της Διοικούσας Επιτροπής του ΤΕΠΑΚ κατά τη συνεδρία της 3/1/2012, με αποτέλεσμα την ακυρότητα του προσβαλλόμενου διορισμού, η έφεση θα πρέπει να απορριφθεί χωρίς να παρίσταται ανάγκη εξέτασης των λόγων έφεσης ή οιουδήποτε εξ αυτών ή των υπόλοιπων θεμάτων που ηγέρθησαν κατά την ακρόαση.
Η έφεση απορρίπτεται. Λαμβάνοντας υπόψη ότι το θέμα ηγέρθη στο τελικό στάδιο της έφεσης επιδικάζονται το ποσό των εξόδων εκ 500 εις βάρος του εφεσείοντα.
Α. ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.
Κ. ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.
Τ. Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.
Τ. ΨΑΡΑ- ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.
Α. ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ.
/Α.Λ.Ο.