ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ECLI:CY:AD:2019:C399
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Αναθεωρητική ΄Εφεση Αρ. 252/2012)
26 Σεπτεμβρίου, 2019
[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, ΠΑΝΑΓΗ, ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ,
ΓΙΑΣΕΜΗΣ, ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ/στές]
1. xxxx ΠΑΡΜΑΚΣΙΖΟΓΛΟΥ,
2. xxxx ΛΕΒΕΝΤΗ,
3. xxxx ΑΓΑΘΟΚΛΕΟΥΣ,
4. xxxx ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ,
5. xxxx ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ,
6. xxxx ΚΟΥΛΟΥΝΤΗ,
7. xxxx ΑΛΕΤΡΑ,
8. xxxx ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ,
Εφεσείοντες-Αιτητές 2, 3, 4, 5, 6, 7, 8, 9,
ν.
ΑΡΧΗΣ ΛΙΜΕΝΩΝ ΚΥΠΡΟΥ,
Εφεσίβλητης-Καθ' ης η Αίτηση.
_________________________
Ανδρέας Σ. Αγγελίδης, για Ανδρέας Σ. Αγγελίδης Δ.Ε.Π.Ε., για τους Εφεσείοντες.
Στέλλα Χ. Μαξούτη, για Τάσσος Παπαδόπουλος και Συνεργάτες Δ.Ε.Π.Ε., για την Εφεσίβλητη.
_________________________
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου
θα δώσει ο Δικαστής Γ.Ν. Γιασεμής.
_________________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Γ.Ν. ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.: Με την παρούσα έφεση, αμφισβητείται η ορθότητα της απόφασης Δικαστού του Δικαστηρίου τούτου, η οποία επελήφθη πρωτόδικα της προσφυγής αρ. 510/2010 και την απέρριψε. Οι εφεσείοντες, με την πιο πάνω προσφυγή τους, αμφισβήτησαν τη νομιμότητα της πράξης της εφεσίβλητης, Αρχής Λιμένων Κύπρου, (η Αρχή), που τους γνωστοποιήθηκε με επιστολή της, ημερομηνίας 9.2.2010. Με αυτήν, πληροφορήθηκαν ότι οι Λιμενικοί Λειτουργοί που είχαν προσληφθεί από 1.7.2005 έως 3.7.2006, ως ήταν η περίπτωσή τους, θα ανελίσσονταν μισθολογικά με βάση τις Κλίμακες Α2 - Α5 - Α7, εφαρμοζομένων των προνοιών του Σχεδίου Υπηρεσίας που υπήρχε τότε σε ισχύ.
Τα σχετικά με το πιο πάνω θέμα γεγονότα αναφέρονται στη δικογραφία της πρωτόδικης διαδικασίας και είναι αδιαμφισβήτητα. Σύμφωνα δε με αυτά, στις 11.6.2004, δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας η πλήρωση δεκατριών θέσεων Λιμενικού Λειτουργού, 2ης Τάξης, (θέση Πρώτου Διορισμού), (Συνδυασμένες Κλίμακες Α2 και Α4). Οι εφεσείοντες περιλαμβάνονταν στους υποψηφίους που επέδειξαν ενδιαφέρον για διορισμό σε μια από τις πιο πάνω θέσεις. Εκκρεμούσης της διαδικασίας πλήρωσής τους, δημοσιεύτηκε, στις 10.12.2004, ο περί Συμπληρωματικού Προϋπολογισμού της Αρχής Λιμένων Κύπρου Νόμος (Αρ. 1) του 2004, (Ν. 30(ΙΙ)/2004), (ο «Νόμος»). Με βάση πρόνοιές του, οι θέσεις Λιμενικού Λειτουργού, 1ης και 2ης Τάξης, (Κλίμακα Α7 και Κλίμακες Α2 και Α4, αντίστοιχα), συγχωνεύτηκαν σε μία θέση, υπό τον τίτλο Λιμενικός Λειτουργός, (Κλίμακες Α2, Α5 και Α7, επεκτεινόμενη κατά δύο προσαυξήσεις). Η ρύθμιση αυτή θα ίσχυε από την 1.1.2002.
Με δεδομένη, πλέον, την πιο πάνω ρύθμιση, το Διοικητικό Συμβούλιο της Αρχής, (το Διοικητικό Συμβούλιο), σε συνεδρία του, η οποία πραγματοποιήθηκε στις 4 και στις 5 Απριλίου του 2005, αποφάσισε το διορισμό στη νέα θέση Λιμενικού Λειτουργού, μεταξύ άλλων, των εφεσειόντων 1 έως 6. Σε μεταγενέστερο χρόνο, ήτοι στις 19.1.2006, αποφάσισε το διορισμό στην ίδια θέση και των εφεσειόντων 7 και 8. Όλοι οι επιτυχόντες υποψήφιοι ενημερώθηκαν γραπτώς, προς τούτο, από το Διοικητικό Συμβούλιο και, με τον ίδιο τρόπο, αποδέχτηκαν το διορισμό τους. Αποτελεί κοινό τόπο ότι οι υπό αναφορά διορισμοί ίσχυαν από ή μετά την 1.7.2005. Τέλος, σημειώνεται, πως ουδείς από τους διορισθέντες, ως ανωτέρω, εφεσείοντες προσέβαλε τη νομιμότητα της απόφασης διορισμού που τον αφορούσε.
Υπό το φως της πιο πάνω αλλαγής που επέφερε η ψήφιση του Νόμου στα μέχρι τότε ισχύοντα αναφορικά με τις θέσεις των Λιμενικών Λειτουργών, (πρώην Λιμενικών Λειτουργών 2ης Τάξης, Συνδυασμένες Κλίμακες Α2 και Α4), οι συντεχνίες των υπαλλήλων έθεσαν ερώτημα στο Διοικητικό Συμβούλιο σε σχέση με την ανέλιξη των εν λόγω Λειτουργών. Το Διοικητικό Συμβούλιο ζήτησε και έλαβε τις απόψεις, σχετικά, του Τμήματος Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού του Υπουργείου Οικονομικών και του νομικού του συμβούλου. Σε συνεδρία του δε, που πραγματοποιήθηκε στις 2.12.2009, προέβη και το ίδιο σε κάποιες διαπιστώσεις αναφορικά με το θέμα. Οι εφεσείοντες ενημερώθηκαν, σχετικά, με επιστολές της Αρχής, ημερομηνίας 9.2.2010, στις οποίες αναφερόταν ότι, με την ψήφιση του Ν. 30(ΙΙ)/2004, η ανέλιξή τους θα βασιζόταν στις Κλίμακες Α2, Α5 και Α7 και ότι η Κλίμακα Α4 για τους Λιμενικούς Λειτουργούς που είχαν προσληφθεί μετά την ψήφισή του, ως ήταν η περίπτωσή τους, απαλείφθηκε.
Η εν λόγω πράξη δε βρήκε σύμφωνους τους εφεσείοντες, οι οποίοι, προς το σκοπό ακύρωσής της, καταχώρισαν την προσφυγή αρ. 510/2010. Ούτε, όμως, η προσπάθειά τους αυτή είχε θετικό αποτέλεσμα. Η προσφυγή τους απορρίφθηκε, οπότε καταχώρισαν την παρούσα έφεση. Συγκεκριμένα, εξετάστηκε πρωτόδικα, και έγινε δεκτή, η μία εκ των τριών προδικαστικών ενστάσεων που ήγειρε η εφεσίβλητη, ότι, δηλαδή, η προσβληθείσα πράξη της 9.2.2010 δεν ήταν εκτελεστή, αλλά ήταν πληροφοριακού χαρακτήρα, καθότι δεν παρήγαγε για τους εφεσείοντες οποιαδήποτε έννομα αποτελέσματα.
Η πιο πάνω ένσταση είχε έρεισμα σχετική νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, σύμφωνα με την οποία το κριτήριο για την εκτελεστότητα μιας διοικητικής πράξης ή απόφασης είναι η παραγωγή εννόμων αποτελεσμάτων, δηλαδή η γένεση εξ αυτής δικαιωμάτων και υποχρεώσεων, μη υφισταμένων πριν την έκδοσή της, (βλ. Δημοκρατία ν. Sunoil Bunkering Ltd. (1994) 3 Α.Α.Δ. 26). Κρίθηκε, δε, συναφώς, στη βάση των γεγονότων της υπόθεσης, ότι η προσβληθείσα διοικητική πράξη στερείτο εκτελεστού χαρακτήρα, γιατί δεν επέφερε στους εφεσείοντες οποιεσδήποτε συνέπειες, που δεν υπήρχαν πριν από τη λήψη της. Δεν τους δημιούργησε οποιεσδήποτε νέες υποχρεώσεις, ούτε κατάργησε δικαιώματά τους. Σύμφωνα με την ευπαίδευτο Δικαστή η οποία εκδίκασε την υπόθεση: «Με την επιστολή ημερομηνίας 9/2/2010, απλά, πληροφορήθηκαν οι αιτητές για την υπηρεσιακή τους κατάσταση, η οποία διαμορφώθηκε με τη δημοσίευση του Νόμου.»
Οι εφεσείοντες, με το λόγο έφεσης 2, ουσιαστικά, στρέφονται κατά του πιο πάνω συμπεράσματος της πρωτόδικης απόφασης, υποβάλλοντας ότι το εκδικάσαν Δικαστήριο έσφαλε στην κρίση του ότι η προσβληθείσα διοικητική πράξη στερείτο εκτελεστότητας. Είναι, ειδικότερα, η θέση τους ότι αυτή επηρέασε δυσμενώς τα συμφέροντά τους, αφού, ενώ η προσφορά διορισμού τους συνοδευόταν και με αντίγραφο υπαρκτού και δεσμευτικού για όλους Σχεδίου Υπηρεσίας, στο οποίο αναφερόταν ότι η θέση είχε Συνδυασμένες Κλίμακες Α2 και Α4, το Διοικητικό Συμβούλιο, στη συνεδρία του ημερομηνίας 2.12.2009, αποφάσισε, υπό πλάνη και καθ' υπέρβαση εξουσίας, ότι το μισθολογικό δεδομένο και κεκτημένο δικαίωμα ανέλιξής τους στην Κλίμακα Α4, που είχαν, εξαρχής, υπέρ τους, καταργήθηκε, λόγω της ψήφισης του Νόμου. Τούτο, μάλιστα, έγινε, όπως τονίζουν, χωρίς να υπάρχει νέο σχέδιο υπηρεσίας. Σύμφωνα δε με την εισήγησή τους, στερήθηκαν την ανέλιξή τους στην Κλίμακα Α4.
Το ιστορικό της παρούσας υπόθεσης έχει, ήδη, παρατεθεί. Από αυτό, προκύπτει, με σαφήνεια, πως η κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου, σε ό,τι αφορά την εγερθείσα προδικαστική ένσταση περί έλλειψης εκτελεστότητας της προσβληθείσας πράξης, είναι απόλυτα ορθή. Αντί δε οποιουδήποτε σχολιασμού, παρατίθενται τα όσα, σχετικά, αναφέρονται στην πρωτόδικη απόφαση, τα οποία υιοθετούνται πλήρως, για σκοπούς της παρούσας έφεσης:-
«Το νομικό καθεστώς της θέσης τους και η μισθολογική ανέλιξή τους καθορίστηκε με το Νόμο, με τον οποίο η Κλίμακα Α4 έπαυσε να υπάρχει. Η προκήρυξη πριν τη δημοσίευση του Νόμου της θέσης ως θέση Λιμενικού Λειτουργού, 2ης Τάξης, δε διαφοροποιεί την κατάσταση. Η συγχώνευση των θέσεων Λιμενικού Λειτουργού, 1ης και 2ης Τάξης, είχε ισχύ από 1/1/2002. ΄Αλλωστε, η προσφορά διορισμού προς τους αιτητές είναι στη θέση Λιμενικού Λειτουργού, όπως ακριβώς αυτή καθορίστηκε με το Νόμο και όχι Λιμενικού Λειτουργού, 2ης Τάξης. Οι αιτητές αποδέχτηκαν την προσφορά αυτή και δεν υπέβαλαν οποιοδήποτε αίτημα. Το Διοικητικό Συμβούλιο, μετά την ψήφιση του Νόμου, είχε υποχρέωση εφαρμογής του. Το γεγονός ότι ζήτησε τις απόψεις του Τμήματος Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού του Υπουργείου Οικονομικών και του νομικού του συμβούλου αποτελεί προσπάθειά του να εφαρμόσει ορθά το Νόμο και δε συνιστά νέα έρευνα.»
Συνεπώς, η αλλαγή στις Κλίμακες, όσον αφορά τη θέση τους ως Λιμενικοί Λειτουργοί, επήλθε πολύ πριν από το διορισμό τους στην υπό αναφορά θέση, τον οποίο αποδέχτηκαν και, μάλιστα, ανεπιφύλακτα, χωρίς ποτέ να διαμαρτυρηθούν ή να υποβάλουν οποιοδήποτε αίτημα. ΄Αλλωστε, η εφαρμογή του Νόμου ήταν μονόδρομος για το Διοικητικό Συμβούλιο, (βλ. Κυπριακή Δημοκρατία κ.ά. ν. Ανδρέα Σωτηρίου κ.ά., Αναθεωρητικές Εφέσεις Αρ. 96/2012 και 97/2012, 20.11.2015). Ως εκ τούτου, η υπό συζήτηση προδικαστική ένσταση ορθώς έγινε δεκτή από το εκδικάσαν Δικαστήριο.
Υπό το φως της επικύρωσης της πρωτόδικης κατάληξης ότι η προσβληθείσα πράξη ήταν πληροφοριακού και όχι εκτελεστού χαρακτήρα, η εισήγηση των εφεσειόντων, με το λόγο έφεσης 3, πως επιβάλλεται η εξέταση, κατ' έφεση, όλων των υπολοίπων ζητημάτων που εγέρθηκαν πρωτόδικα και δεν εξετάστηκαν δεν μπορεί να γίνει δεκτή. Ανάλογα, και τα ζητήματα τα οποία τέθηκαν με την αντέφεση της εφεσίβλητης, ήτοι για εξέταση και των υπολοίπων προδικαστικών ενστάσεων, δε χρειάζεται να εξεταστούν.
Για τους πιο πάνω λόγους, η έφεση αποτυγχάνει και απορρίπτεται, με έξοδα υπέρ της εφεσίβλητης και εναντίον των εφεσειόντων, τα οποία καθορίζονται στο ποσό των €3.500,00, πλέον Φ.Π.Α. Αποτυγχάνει, επίσης, και απορρίπτεται η αντέφεση, χωρίς οποιαδήποτε διαταγή για έξοδα.
Κ. Παμπαλλής, Δ.
Π. Παναγή, Δ.
Δ. Μιχαηλίδου, Δ.
Γ.Ν. Γιασεμής, Δ.
Τ. Ψαρα-Μιλτιάδου, Δ.
/ΜΠ