ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2019:C215
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Αναθεωρητική Εφεση Αρ. 77/2013)
3 Ιουνίου, 2019
[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π., ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ,
ΛΙΑΤΣΟΣ, ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]
XXX ΚΟΥΡΟΥΤΣΙΔΗΣ,
Εφεσείων,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΑΜΥΝΑΣ,
Εφεσίβλητης.
_ _ _ _ _ _
Χρ. Τιμοθέου για Ε.Χρ. Πουργουρίδης ΔΕΠΕ, για τον Εφεσείοντα.
Κ. Σταυρινός, Ανώτερος Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Εφεσίβλητη.
_ _ _ _ _ _
ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου
θα δοθεί από τον Λιάτσο, Δ.
_ _ _ _ _ _
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.: To 1996 ο Εφεσείων επιλέγηκε και προσλήφθηκε στο Στρατό της Δημοκρατίας ως Εθελοντής Πενταετούς Υποχρεώσεως (ΕΠΥ), με σύμβαση απασχόλησης διάρκειας πέντε ετών, από 14.6.1996 μέχρι 13.6.2001. Κατά τη λήξη της, η εν λόγω σύμβαση ανανεώθηκε για δύο περαιτέρω πενταετείς περιόδους, συγκεκριμένα από 14.6.2001 μέχρι 13.6.2006 και από 14.6.2006 μέχρι 13.6.2011.
Στις 27.11.2010 ο τότε Υπαρχηγός της Εθνικής Φρουράς ζήτησε με επιστολή του από τους ΕΠΥ των οποίων η τρίτη πενταετής σύμβαση απασχόλησης επρόκειτο να λήξει, μεταξύ των οποίων και του Εφεσείοντα, να υποβάλουν έγγραφη αναφορά με την οποία να δηλώνουν αν επιθυμούν να ανανεώσουν ή όχι το συμβόλαιό τους. Ο Εφεσείων, στις 7.12.2010, υπέβαλε γραπτό αίτημα με το οποίο εξέφραζε την επιθυμία του για ανανέωση του συμβολαίου του. Το Γενικό Επιτελείο της Εθνικής Φρουράς εισηγήθηκε, με αιτιολογημένη έκθεσή του, τη μη ανανέωση της σύμβασης του Εφεσείοντα, κρίνοντας ότι η παραμονή του στις τάξεις της Εθνικής Φρουράς δεν εξυπηρετούσε τις επιχειρησιακές και λειτουργικές της ανάγκες.
Ακολούθως, στις 14.3.2011, ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Άμυνας κοινοποίησε στον Εφεσείοντα την πρόθεση για μη ανανέωση της σύμβασης απασχόλησής του και τον κάλεσε να υποβάλει γραπτώς οποιεσδήποτε παραστάσεις έκρινε σκόπιμο. Παρά τα όσα ανέφερε όμως ως απάντηση ο Εφεσείοντας, ο Υπουργός Άμυνας έκρινε ότι τα γεγονότα δεν συνηγορούσαν στην ανανέωση της σύμβασής του και ασκώντας τις εξουσίες που του παρέχονται από τις διατάξεις του Κανονισμού 10 των περί Εθελοντών Πενταετούς Υποχρεώσεως του Στρατού της Δημοκρατίας Κανονισμών του 1995-2002, αποφάσισε τη μη ανανέωση της απασχόλησης του Εφεσείοντα. Η πιο πάνω απόφαση, η οποία και κοινοποιήθηκε στον Εφεσείοντα με επιστολή ημερομηνίας 11.5.2011, αποτέλεσε και το αντικείμενο της προσφυγής που καταχωρήθηκε εκ μέρους του και με την οποία προσβαλλόταν ως προϊόν πλάνης περί τα πράγματα, ληφθείσα χωρίς τη διεξαγωγή δέουσας έρευνας και κάτω από συνθήκες που ισοδυναμούσαν με κατάχρηση εξουσίας και ως πάσχουσα λόγω κακής σύνθεσης και/ή κακής συγκρότησης.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο, παραπέμποντας στην επίδικη σύμβαση απασχόλησης και σημειώνοντας ότι δεν είχε συμπληρωθεί η τρίτη πενταετής περίοδος υπηρεσίας του Εφεσείοντα, ούτως ώστε να καθίστατο πλέον η σύμβαση αορίστου χρόνου, έκρινε, αποδεχόμενο σχετική προδικαστική ένσταση εκ μέρους της Δημοκρατίας, ότι η προσβαλλόμενη πράξη αναγόταν στη σφαίρα του ιδιωτικού δικαίου και, συνακόλουθα, απέρριψε την προσφυγή.
Παραθέτουμε, αυτούσιο, το καταληκτικό μέρος της προσβαλλόμενης, πρωτόδικης, απόφασης:
«Στη σύμβαση, Παράρτημα 1, όρος 3 «Περίοδος Υπηρεσίας» προνοείται: «Η περίοδος υπηρεσίας για την οποία γίνεται η πρόσληψη θα είναι διάρκειας πέντε (5) χρόνων...... Η Σύμβαση απασχόλησης μπορεί να ανανεώνεται με απόφαση του Υπουργού για περαιτέρω διαδοχικές πενταετείς περιόδους, ανάλογα με τις ανάγκες της Υπηρεσίας και ύστερα από γραπτή αίτηση του Προσλαμβανομένου». Στον όρο 3 επίσης προνοείται ότι: Ο Προσλαμβανόμενος που θα συνεχίσει να υπηρετεί μετά τη συμπλήρωση της τρίτης πενταετούς περιόδου υπηρεσίας του, θα υπηρετεί με Σύμβαση μέχρι την ηλικία της υποχρεωτικής αφυπηρέτησής του.».
Βάσει όλων των πιο πάνω κρίνω ότι η εδώ περίπτωση αφορά σε μη ανανέωση σύμβασης ορισμένου χρόνου (πενταετής), κατά τη λήξη της, η οποία εμπίπτει στη σφαίρα του ιδιωτικού δικαίου. Η μη ανανέωσή της στηρίχθηκε στις σχετικές πρόνοιές της και τους δεσμευτικούς και για τα δύο συμβαλλόμενα μέρη, όρους. Στην περίπτωση του αιτητή δεν εφαρμόζεται η σχετική πρόνοια, σύμφωνα με την οποία οι καθ΄ ων η αίτηση θα δεσμεύονταν να κρατήσουν τον αιτητή στην υπηρεσία του μέχρι την ηλικία της υποχρεωτικής αφυπηρέτησής του, εφ΄ όσον δεν συμπληρώθηκε η τρίτη πενταετής περίοδος υπηρεσίας του, ούτως ώστε να καθίστατο πλέον η σύμβαση αορίστου χρόνου. Η ανανέωση της σύμβασης εναπόκειτο στην κρίση του Υπουργού, αναλόγως με τις ανάγκες της υπηρεσίας, ανάγκες οι οποίες κρίθηκαν ότι δεν συνέτρεχαν στην περίπτωση του αιτητή, οπότε και ο Υπουργός, κατέληξε στη μη ανανέωσή της, ενώ προηγήθηκαν σχετικές διαδικασίες και δόθηκε το δικαίωμα ακρόασης στον αιτητή, σύμφωνα με τις εξουσίες που του παρέχονται από τις διατάξεις του Κανονισμού 10 (α) (2) των περί Εθελοντών Πενταετούς Υποχρέωσης Στρατού της Δημοκρατίας Κανονισμών, του 1995-2002. Βρίσκω ότι είναι ο λόγος της Ολομέλειας στην Αντιγόνης Αβραάμ, ανωτέρω, που τυγχάνει εφαρμογής στην υπό κρίση υπόθεση:
Ο περί Εργοδοτουμένων με Εργασία Ορισμένου Χρόνου (Απαγόρευση Δυσμενούς Μεταχείρισης) Νόμος του 2003, Ν.98(Ι)/2003, που είναι εναρμονιστικός της Οδηγίας 1999/70/ΕΚ, ορίζει στο ΄Αρθρο 10 ως αρμόδιο δικαστήριο «προς επίλυση οποιασδήποτε διαφοράς αστικής φύσεως, η οποία ήθελε προκύψει από την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου», το Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών. Και βεβαίως ο τερματισμός των υπηρεσιών συμβασιούχου εμπίπτει στην έννοια «διαφοράς αστικής φύσεως». Ο καθορισμός του αρμόδιου δικαστηρίου στο Νόμο έγινε σύμφωνα με το Άρθρο 5 στη Ρήτρα 8 της Οδηγίας.
Οι όροι υπηρεσίας των εκτάκτων - συμβασιούχων στο δημόσιο τομέα καθορίζονται από τη σύμβασή τους και τις σχετικές νομοθετικές πρόνοιες: ο τερματισμός των υπηρεσιών τους ανάγεται στη σφαίρα του ιδιωτικού δικαίου και τη σχετική Οδηγία, η οποία, σύμφωνα με την πρόσφατη τροποποίηση του Συντάγματός μας, ο περί της Πέμπτης Τροποποίησης του Συντάγματος Νόμος. Ν.127(Ι)/06, έχει αυξημένη ισχύ και έναντι των προνοιών του Συντάγματος.
Η προδικαστική ένσταση επιτυγχάνει. Η κατάληξη του Δικαστηρίου είναι ότι αφορά σε πράξη της διοίκησης που ανάγεται στη σφαίρα του ιδιωτικού δικαίου. Σε κάθε περίπτωση ο αιτητής δεν παραμένει χωρίς θεραπεία: έχει το δικαίωμα να αποταθεί στο αρμόδιο Δικαστήριο: Εργατικών Διαφορών ή Πολιτικό Δικαστήριο για αποκατάσταση των δικαιωμάτων του. Η δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου είναι ακυρωτική και ασκείται μόνο στον τομέα του δημοσίου δικαίου.»
Ο μοναδικός λόγος έφεσης πλήττει ακριβώς την πρωτόδικη κατάληξη ότι η περίπτωση του Εφεσείοντα αφορά σε πράξη που ανάγεται στη σφαίρα του ιδιωτικού δικαίου. Τίθεται στη σχετική αιτιολογία ότι η προσέγγιση του Δικαστηρίου είναι εσφαλμένη καθότι, παρόλο που η εργασία του Εφεσείοντα υπόκειτο σε σύμβαση, για τη μη ανανέωσή της απαιτείτο απόφαση του Υπουργού Άμυνας κατά διαδικασία στην οποία ασκείται δημόσια εξουσία και, κατά συνέπεια, πρόκειται για εκτελεστή διοικητική πράξη η οποία εμπίπτει στο πεδίο του δημόσιου δικαίου.
Εξετάσαμε με προσοχή τα όσα οι ευπαίδευτοι συνήγοροι έθεσαν ενώπιόν μας κατά το στάδιο της ακροαματικής διαδικασίας. Δεν βρίσκουμε περιθώριο αποδοχής του λόγου έφεσης προς ανατροπή της πρωτόδικης κρίσης. Ορθά έκρινε το πρωτόδικο Δικαστήριο ότι ο δικαστικός λόγος της Πλήρους Ολομέλειας στην υπόθεση Αβραάμ ν. Δημοκρατίας (2008) 3 ΑΑΔ 49, εφαρμόζεται και στην υπό κρίση περίπτωση. Οι όροι υπηρεσίας του Εφεσείοντα, ως συμβασιούχου, καθορίζονταν από τη σύμβαση απασχόλησής του και τις συνακόλουθες, σχετικές, νομοθετικές πρόνοιες. Ως εκ τούτου, τα όσα αφορούν στη συνέχιση των υπηρεσιών του στην Εθνική Φρουρά, ανάγονται στη σφαίρα του ιδιωτικού δικαίου. Αναπόδραστα πλέον, το Ακυρωτικό Δικαστήριο δεν έχει δικαιοδοσία στο θέμα.
Σημειώνουμε ότι η προσφυγή του Εφεσείοντα αφορούσε σε αναζήτηση δήλωσης και/ή απόφασης του Δικαστηρίου με την οποία να κηρύσσεται άκυρη και/ή παράνομη και/ή στερημένη οποιουδήποτε νομικού αποτελέσματος «.. η απόφαση του Καθ΄ ου Αίτηση, η οποία περιλαμβάνεται σε επιστολή του Καθ΄ ου η Αίτηση ημερομηνίας 11.5.2011, και με την οποία αποφάσισε να μην ανανεώσει τη σύμβαση απασχόλησης του Αιτητή (και/ή τερματίσει τις υπηρεσίες του) στο Στρατό της Δημοκρατίας .».
Προσθέτουμε όμως, ότι δεν βρισκόμαστε, εν πάση περιπτώσει, ενώπιον θέματος τερματισμού των υπηρεσιών του Εφεσείοντα πριν την λήξη της περιόδου της σύμβασής του. Η συμβατική περίοδος απασχόλησής του έληξε κανονικά στην εκπνοή της περιόδου της σύμβασης, με βάση την οποία είχε εργοδοτηθεί. Συνεπώς, δεν βρισκόμαστε ενώπιον περίπτωσης παράλειψης διοικητικού οργάνου προς εκτέλεση οφειλόμενης νόμιμης ενέργειας, ούτως ώστε να μπορούσε να αποτελέσει αντικείμενο προσφυγής. Η συμβατική περίοδος απασχόλησης του Εφεσείοντα είχε λήξει κανονικά και ουδεμία υποχρέωση υπήρχε εκ μέρους της Διοίκησης να τον επαναδιορίσει.
Υπό το φως των πιο πάνω, η έφεση απορρίπτεται. Τα έξοδα, καθοριζόμενα στο ποσό €2500, επιδικάζονται εις βάρος του Εφεσείοντα και προς όφελος της Εφεσίβλητης.
Μ.Μ. ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π.
Λ. ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ.
Μ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.
Α.Ρ. ΛΙΑΤΣΟΣ,
Τ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.
ΣΦ.