ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2019:C222
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 272/2012)
(Υπ. Αρ. 845/10)
7 Ιουνίου, 2019
[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π., ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, ΛΙΑΤΣΟΣ, ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ/στές]
1. xxxx ΤΥΜΒΙΟΥ
2. xxxx ΤΥΜΒΙΟΥ
Εφεσείοντες / Αιτητές
ΚΑΙ
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ/Η ΤΗΣ ΑΡΜΟΔΙΑΣ ΥΠΟΥΡΓΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΗΣ ΑΠΟ ΤΗ ΛΕΥΚΩΣΙΑ
2. ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙΚΗΣΕΩΣ ΛΑΡΝΑΚΑΣ
Εφεσιβλήτων / Καθ' ων η Αίτηση
_________________________
Αλέξανδρος Ταλιαδώρος με Πολυξένη Γεωργίου (κα), ασκούμενη δικηγόρο για Κ. Χρυσοστομίδη & Σία ΔΕΠΕ, για τους Εφεσείοντες
Δένα Εργατούδη (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους Εφεσίβλητους
__________________________
Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Νικολάτος, Π.
-----------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π.: Το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε προσφυγή κατά της απόρριψης ιεραρχικής προσφυγής των Αιτητών - Εφεσειόντων, την οποία είχαν ασκήσει κατά της απόφασης του Επαρχιακού Λειτουργού του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως Λάρνακος (Καθ'ου η Αίτηση - Εφεσίβλητου 2), με την οποία είχε απορριφθεί η αίτηση τους για τη χορήγηση πολεοδομικής άδειας για την ανέγερση οικιστικού συγκροτήματος εντός τεμαχίου τους, στο χωριό Χοιροκοιτία της Επαρχίας Λάρνακας.[1]
Ο λόγος της απόρριψης της αίτησης για χορήγηση πολεοδομικής άδειας φαίνεται να είναι η γειτνίαση του τεμαχίου των Αιτητών - Εφεσειόντων με σημαντικότατο αρχαιολογικό οικισμό, αυτού της Χοιροκοιτίας, ο οποίος ανήκει στον κατάλογο μνημείων παγκόσμιας κληρονομιάς, με αποτέλεσμα το Τμήμα Αρχαιοτήτων να μην παραχωρεί την «απαιτούμενη συγκατάθεση του» για την οικοδομική αξιοποίηση του τεμαχίου, σκοπεύοντας, μάλιστα, να προχωρήσει στην απαλλοτρίωση του, όπως επισήμανε το πρωτόδικο Δικαστήριο.
Ενώπιον μας, στις 8.11.2018, δηλώθηκε από την ευπαίδευτη συνήγορο των Καθ'ων η Αίτηση - Εφεσιβλήτων, ότι δημοσιεύτηκε η γνωστοποίηση απαλλοτρίωσης και το διάταγμα απαλλοτρίωσης, το οποίο και παρουσίασε. Δήλωσε, επίσης, ότι μέχρι το τέλος Νοεμβρίου του 2018 θα γινόταν και η προσφορά για την αποζημίωση.
Η Υπουργική Επιτροπή, στην οποία τέθηκε η ιεραρχική προσφυγή των Αιτητών - Εφεσειόντων, την απέρριψε, κρίνοντας ως ορθή την απόφαση της Πολεοδομικής Αρχής να αρνηθεί τη χορήγηση της αιτούμενης άδειας.[2]
Στην απόφαση του, ο ευπαίδευτος πρωτόδικος Δικαστής, αφού σημείωσε ότι το επίδικο τεμάχιο περιλαμβάνεται σε ελεγχόμενη, από το Τμήμα Αρχαιοτήτων, περιοχή, όπως αυτή καθορίστηκε με την Κ.Δ.Π. 226/9, έκρινε ότι ευλόγως λήφθηκαν υπόψιν οι απόψεις του Τμήματος Αρχαιοτήτων, από την Πολεοδομική Αρχή, η οποία έχει την εξουσία εκτίμησης των περιστατικών, αλλά και του τι συνιστά ουσιώδη παράγοντα, κάνοντας αναφορά στην υπόθεση Ησαϊα v. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 1398/2008, ημερ. 23.11.2010 (του Κραμβή, Δ.).
Το πρωτόδικο Δικαστήριο αναφέρθηκε, συναφώς, και στον Περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμο του 1972 (Νόμος 90/72), και συγκεκριμένα στο άρθρο 26(1), αναφορικά με το τι συνιστά ουσιώδη παράγοντα κατά τη λήψη της σχετικής απόφασης. Προς τούτο, έκανε αναφορά στην υπόθεση Γεωργίου v. Δήμου Λάρνακας (αρ. 2) (1998) 2 ΑΑΔ, 821, στην οποία τονίστηκε ότι το τι συνιστά ουσιώδη παράγοντα στο άρθρο 26(1), παραπέμπει σε κριτήριο αντικειμενικό και σημαίνει κάθε παράγοντα, ο συνυπολογισμός του οποίου είναι αναγκαίος για τη λήψη διοικητικής απόφασης.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο, αφού εξέτασε τα ενώπιον του στοιχεία, ορθά κατέληξε στο συμπέρασμα ότι, η πρόθεση της Διοίκησης να προβεί σε απαλλοτρίωση του επίδικου τεμαχίου δεν συνιστούσε ουσιώδη παράγοντα κατά τη χορήγηση άδειας οικοδομής ή πολεοδομικής άδειας. Πρόσθεσε δε ότι, στην προκείμενη περίπτωση, εκείνο που ήταν καθοριστικό για την απόρριψη της αίτησης και, στη συνέχεια, της ιεραρχικής προσφυγής των Εφεσειόντων, δεν ήταν η πρόθεση απαλλοτρίωσης αλλά η γειτνίαση του τεμαχίου των Εφεσειόντων με το προαναφερόμενο σημαντικό αρχαιολογικό μνημείο της Χοιροκοιτίας.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε επίσης ισχυρισμό των Αιτητών - Εφεσειόντων ότι παρεισέφρησε νομική πλάνη της Πολεοδομικής Αρχής, ένεκα του ότι αυτή, εσφαλμένα, θεώρησε ότι, με βάση τη Νομοθεσία, απαιτείτο η συγκατάθεση του Τμήματος Αρχαιοτήτων και ότι αρμόδια αρχή για παραχώρηση της πολεοδομικής άδειας ήταν το Τμήμα Αρχαιοτήτων. Αφού το πρωτόδικο Δικαστήριο αναφέρθηκε στους Περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας (Αιτήσεις και Ιεραρχικές Προσφυγές) Κανονισμούς, ΚΔΠ 55/90, και συγκεκριμένα, στον Κανονισμό 6, παρατήρησε ότι η Πολεοδομική Αρχή, στην προκείμενη περίπτωση, ήταν υποχρεωμένη, ακριβώς λόγω του γεγονότος ότι το συγκεκριμένο τεμάχιο βρισκόταν σε ελεγχόμενη περιοχή και γειτνίαζε με σημαντικότατο αρχαιολογικό μνημείο, να ζητήσει τις απόψεις του Τμήματος Αρχαιοτήτων. Ο Κανονισμός 6(2) αναφέρει ρητά ότι η Πολεοδομική Αρχή «οφείλει» να συμβουλευτεί, αναλόγως της περιπτώσεως, την Αρχή ή το πρόσωπο που αναφέρεται στην Παράγραφο 1 του Κανονισμού.
Με την υπό εξέταση Έφεση, η πρωτόδικη απόφαση προσβάλλεται ως εσφαλμένη, με τέσσερις λόγους.
Πρώτον, ότι εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι η απλή έκφραση πρόθεσης εκ μέρους του Τμήματος Αρχαιοτήτων να προχωρήσει στην απαλλοτρίωση του επίδικου ακινήτου ήταν καλός λόγος για την απόρριψη της Αίτησης και της Προσφυγής των Εφεσειόντων και, διαζευκτικά, ότι εσφαλμένα έκρινε ότι η γειτνίαση του τεμαχίου των Εφεσειόντων με το σημαντικότατο μνημείο της Χοιροκοιτίας συνιστούσε «ουσιώδη παράγοντα» για την απόρριψη της Αίτησης και της Ιεραρχικής Προσφυγής των Εφεσειόντων.
Ο δεύτερος λόγος αφορά στην, κατ' ισχυρισμό, εσφαλμένη πρωτόδικη κρίση ότι η αρμόδια Πολεοδομική Αρχή δεν τελούσε υπό καθεστώς νομικής πλάνης, θεωρώντας ότι, για τη χορήγηση της ζητούμενης πολεοδομικής άδειας απαιτείτο (από τον Νόμο) η συγκατάθεση του Τμήματος Αρχαιοτήτων.
Με τον τρίτο λόγο έφεσης, προσβάλλεται ως εσφαλμένη η πρωτόδικη κρίση ότι η αρμόδια Πολεοδομική Αρχή δεν τελούσε υπό συνθήκες νομικής πλάνης όταν θεωρούσε ότι, ουσιαστικά, η αρμόδια Αρχή για να αποφασίσει κατά πόσον θα παραχωρείτο η αιτούμενη πολεοδομική άδεια, ήταν το Τμήμα Αρχαιοτήτων.
Ο τέταρτος λόγος έφεσης αφορά στην, κατ' ισχυρισμό, νομική πλάνη του πρωτόδικου Δικαστηρίου, αλλά και των αρμοδίων διοικητικών οργάνων, σύμφωνα με την οποία, τα αρμόδια διοικητικά όργανα όφειλαν να ενεργήσουν με δέσμια, αντί με διακριτική, εξουσία.
Οι ευπαίδευτοι συνήγοροι των δύο πλευρών επιχειρηματολόγησαν εκτενώς και με πλήρη αναφορά σε αυθεντίες, προς επίρρωση των εκατέρωθεν θέσεων.
Μελετήσαμε με πολλή προσοχή όλα τα ενώπιον μας στοιχεία και θεωρούμε ορθό να εξετάσουμε, πρώτα, μαζί, τους λόγους έφεσης 2 και 3.
Είναι προφανές, από τα ενώπιον μας στοιχεία, ότι η αρμόδια Πολεοδομική Αρχή θεωρούσε ότι, το Τμήμα Αρχαιοτήτων έχει σημαντικό αλλά όχι αποφασιστικό ρόλο στην έγκριση της ζητηθείσας άδειας και, κατά συνέπεια, στην απόρριψη της Αίτησης και της Ιεραρχικής Προσφυγής. Είναι επίσης προφανές ότι, το Τμήμα Αρχαιοτήτων θεωρούσε ότι είχε λόγο αναφορικά με την Αίτηση. Αυτά τα στοιχεία όμως δεν συνιστούσαν νομική πλάνη, υπό την οποία τελούσε η Πολεοδομική Αρχή και στη συνέχεια η Υπουργική Επιτροπή στην οποία υποβλήθηκε η Ιεραρχική Προσφυγή, ότι τον αποφασιστικό ρόλο τον είχε το Τμήμα Αρχαιοτήτων.
Όπως ορθά υπογράμμισε το πρωτόδικο Δικαστήριο:
«Το επίδικο τεμάχιο περιλαμβάνεται σε ελεγχόμενη από το Τμήμα Αρχαιοτήτων περιοχή όπως αυτή καθορίστηκε με την Κ.Δ.Π. 226/93, στην οποίαν εμπίπτει ο οικισμός της Χοιροκοιτίας καθώς και η περιμετρική με αυτόν περιοχή. Συνεπώς, ευλόγως λήφθηκαν υπόψιν οι απόψεις του Τμήματος Αρχαιοτήτων από την πολεοδομική αρχή η οποία έχει την εξουσία εκτίμησης των περιστατικών, αλλά και τη διάκριση κάθε ουσιώδους παράγοντα (βλέπε σχετικά Ησαΐα v. Δημοκρατίας, Υπόθεση αρ. 1398/2000, ημερ. 23.11.2010)».
Η πιο πάνω κρίση του πρωτόδικου Δικαστηρίου είναι ορθή. Η Πολεοδομική Αρχή καθηκόντως αναζήτησε τις απόψεις του Τμήματος Αρχαιοτήτων αφού το επίδικο τεμάχιο βρίσκεται μέσα σε «Ελεγχόμενη Περιοχή». Αυτό επέβαλλαν οι πρόνοιες του Κανονισμού 6(1)(δ) της Κ.Δ.Π. 55/90 αλλά και οι παράγραφοι 8.3 και 8.4 της Δήλωσης Πολιτικής. Επιπρόσθετα η άποψη του Τμήματος συνιστούσε χωρίς αμφιβολία ένα ουσιώδη παράγοντα που δεν μπορούσε ένα αγνοηθεί δυνάμει του άρθρου 26(1) του Ν.90/72.
Η αναζήτηση των απόψεων τρίτων στο πλαίσιο της διερεύνησης των γεγονότων προς το σκοπό άσκησης της εξουσίας που εναποτίθεται σε νομοθετημένο όργανο, δεν συνιστά απεμπόληση εξουσίας, αλλά μέτρο αναγόμενο στη δέουσα διερεύνηση των γεγονότων (Δέστε: Δημητριάδη κ.ά. v. Yπουργικού Συμβουλίου κ.ά., (1996) 3 Α.Α.Δ. 85,109, Ιωαννίδου κ.ά. v. Δημοκρατίας (2013) 3 Α.Α.Δ. 75).
To πότε η εξουσία ασκείται από το ίδιο το διοικητικό όργανο που έχει την αποφασιστική αρμοδιότητα και πότε αυτή η αρμοδιότητα απεμπολείται εν όλω ή εν μέρει αποτελεί θέμα πραγματικό (Δέστε: Δημοτικό Συμβούλιο Λάρνακας κ.ά. v. Mobil Oil Ltd κ.ά. (1996) 3 Α.Α.Δ. 294).
Η υπηρεσιακή αλληλογραφία την οποίαν επικαλούνται οι Εφεσείοντες - Αιτητές αποδεικνύει ακριβώς ότι είχαν λάβει χώρα οι απαραίτητες διαβουλεύσεις μεταξύ των αρμοδίων Αρχών ενώ από μόνη της η λεκτική διατύπωση που χρησιμοποιήθηκε δεν μπορεί να απομονωθεί από το σύνολο της διοικητικής διεργασίας και να οδηγήσει στο συμπέρασμα ότι υπήρξε, εν προκειμένω, νομική πλάνη της Πολεοδομικής Αρχής αναφορικά με την αποφασιστική αρμοδιότητα ή υπέρβαση εξουσίας εκ μέρους του Τμήματος Αρχαιοτήτων, κατά την εξέταση της αίτησης.
Οι αναφορές στην επιστολογραφία μεταξύ του Τμήματος Αρχαιοτήτων και της Πολεοδομικής Αρχής ότι το Τμήμα «επιτρέπει» και «δεν μπορεί να παραχωρήσει την αιτουμένη πολεοδομική άδεια» και η αντίστοιχη αναφορά σε «απαιτούμενη συγκατάθεση» του Τμήματος Αρχαιοτήτων, σε επιστολή της Πολεοδομικής Αρχής, δεν αλλοιώνει τη φύση της επίδικης απόφασης ούτε μετατοπίζει την αποφασιστική αρμοδιότητα της Πολεοδομικής Αρχής. Εν προκειμένω κατά τη λήψη της απόφασης υπήρξε, δυνάμει των νομοθετικών προνοιών που διέπουν την περίπτωση, σύμπραξη δύο οργάνων, το ένα από τα οποία εξέφρασε την αρνητική του θέση η οποία και υιοθετήθηκε από την Πολεοδομική Αρχή χωρίς να μετατίθεται η αποφασιστική αρμοδιότητα στο Τμήμα Αρχαιοτήτων.
Σε ότι δε αφορά την ιεραρχική προσφυγή, η έρευνα των γεγονότων και στοιχείων δεν απαιτεί απαραίτητα έρευνα από τα ίδια τα μέλη της Υπουργικής Επιτροπής. Η Επιτροπή έχει κάθε δικαίωμα να απευθυνθεί σε οποιοδήποτε θεωρεί ως αρμόδιο φορέα ή τμήμα για τις απόψεις του. Εν προκειμένω δεν υπήρξε ούτε υφαρπαγή της εξουσίας της Πολεοδομικής Αρχής από το Τμήμα Αρχαιοτήτων, αλλά ούτε και απεμπόληση αρμοδιότητας από την Υπουργική Επιτροπή.
Σε σχέση με τον 1ο Λόγο Έφεσης, παρατηρούμε πως η πρόθεση της απαλλοτρίωσης δεν αποτέλεσε το λόγο απόρριψης της ιεραρχικής προσφυγής. Η ιεραρχική προσφυγή απορρίφθηκε λόγω της γειτνίασης του ακινήτου με «Ελεγχόμενη Περιοχή» - σημαντικότατο αρχαιολογικό χώρο - και είναι γι΄ αυτό το λόγο που το Τμήμα Αρχαιοτήτων αρνήθηκε να δώσει τη συγκατάθεσή του για πολεοδομική ανάπτυξη του ακινήτου. Κατ΄ ακολουθία τούτου, ο ισχυρισμός των εφεσειόντων ότι η άρνηση χορήγησης της πολεοδομικής άδειας στερείτο νομοθετικού ερείσματος είναι αβάσιμος εφόσον η πολεοδομική ανάπτυξη είναι αλληλένδετη με τον πολεοδομικό σχεδιασμό. Οι «Ελεγχόμενες Περιοχές» προδιαγράφουν τους όρους ανάπτυξης περιοχών που γειτνιάζουν με αρχαία μνημεία. Δεν αποστερούν τους ιδιοκτήτες του δικαιώματος χρήσης της ιδιοκτησίας τους στην κατάσταση στην οποίαν βρίσκεται.
Κατά τα άλλα, η ζημιά η οποία ενδεχομένως προκαλείται ως αποτέλεσμα περιορισμών στη χρήση γης δεν διερευνάται στο πλαίσιο αναθεώρησης της εγκυρότητας της προσβαλλόμενης διοικητικής πράξης. Το αν και πότε θα έπρεπε να προχωρήσει σε απαλλοτρίωση του επίδικου τεμαχίου το Τμήμα Αρχαιοτήτων όπως και η επιλογή των κατάλληλων μέτρων για την προαγωγή των πολεοδομικών στόχων αποτελεί κατεξοχήν τεχνικό ζήτημα που ανάγεται στη κρίση του αρμόδιου διοικητικού οργάνου και είναι ουσιαστικά ανέλεγκτη [Δέστε: Δημητριάδη κ.ά. v. Yπουργικού Συμβουλίου κ.ά. (ανωτέρω)].
Τέλος, σε σχέση με τον 4ο Λόγο Έφεσης το πρωτόδικο Δικαστήριο παρατήρησε ότι η εξ' υπουργών επιτροπή είχε ενώπιον της όλα τα απαραίτητα στοιχεία, μεταξύ των οποίων και τις απόψεις του Διευθυντή του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως, αλλά και του Επάρχου Λάρνακας και του Υπουργείου Εσωτερικών και ότι απέρριψε την προσφυγή ασκώντας, δεόντως, τη διακριτική της ευχέρεια, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη διοικητική απόφαση και τον σχετικό φάκελο και όχι ενεργώντας με δέσμια εξουσία.
Σε συμφωνία με τα πιο πάνω δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η τελική απόφαση λήφθηκε δεόντως από το, κατά νόμο, αρμόδιο όργανο, την Υπουργική Επιτροπή η οποία πριν καταλήξει στην απόφαση της εξέτασε και αξιολόγησε τις διάφορες απόψεις και στοιχεία που παρέθεσαν άλλα εμπλεκόμενα όργανα όπως η Πολεοδομική Αρχή και το Τμήμα Αρχαιοτήτων, ασκώντας τη διακριτική της εξουσία μέσα στα ορθά νομικά πλαίσια.
Το γεγονός ότι η απόφαση της Υπουργικής Επιτροπής συμπίπτει με τις εισηγήσεις της Πολεοδομικής Αρχής και του Τμήματος Αρχαιοτήτων δεν συνιστά μή άσκηση διακριτικής εξουσίας ούτε αποποίηση εκτέλεσης καθηκόντων. Το πλαίσιο μέσα στο οποίο ενήργησαν τα διοικητικά όργανα στην παρούσα υπόθεση περιορίστηκε στα όρια που θέτει ο νόμος (Δέστε: Δημητριάδη κ.ά. v. Yπουργικού Συμβουλίου κ.ά. [ανωτέρω]).
Ο δικαστικός έλεγχος της άσκησης διακριτικής ευχέρειας από τη διοίκηση έχει αναλυθεί κατ' επανάληψη στη νομολογία. Το Δικαστήριο επεμβαίνει μόνο όταν διαπιστώνει πλημμελή άσκηση διακριτικής ευχέρειας ή πλάνη περί τα πράγματα ή παράλειψη να ληφθούν υπόψιν ουσιώδεις παράγοντες ή άσκηση της διακριτικής ευχέρειας καθ' υπέρβαση ή κατάχρηση εξουσίας (Δέστε: Augusti v. Permits Authority (1972) 3 C.L.R. 36 και Merc v. Republic (1972) 3 C.L.R. 548).
Από τα στοιχεία που έχουν τεθεί ενώπιον μας, προκύπτει ότι, τόσο η Πολεοδομική Αρχή όσο και η Υπουργική Επιτροπή έχουν ασκήσει με ορθό τρόπο τη σχετική διακριτική τους εξουσία και επομένως δεν υπάρχει περιθώριο επέμβασης.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο ορθά θεώρησε ότι αυτό που έγινε ήταν διαβούλευση μεταξύ της Πολεοδομικής Αρχής και του Τμήματος Αρχαιοτήτων και ότι δεν υπήρξε οποιαδήποτε νομική πλάνη ικανή να επιφέρει την ακυρότητα της διοικητικής απόφασης.
Ενόψει των ανωτέρω, και οι τέσσερις λόγοι έφεσης απορρίπτονται και η πρωτόδικη απόφαση επικυρώνεται. Έξοδα υπολογιζόμενα σε €2.500 επιδικάζονται εις βάρος των Εφεσειόντων.
Μ. Μ. Νικολάτος Π.
Λ. Παρπαρίνος, Δ.
Μ. Χριστοδούλου, Δ.
Α. Ρ. Λιάτσος, Δ.
Τ. Θ. Οικονόμου, Δ.
/ΜΣ
[1] Απόφαση για απόρριψη Πολεοδομικής Άδειας.
1.«Η Πολεοδομική Αρχή με το παρόν απορρίπτει την αίτηση για την χορήγηση Πολεοδομικής Άδειας για την ανάπτυξη που αναφέρεται πιο πάνω και που περιγράφεται λεπτομερώς στην αίτηση που υποβλήθηκε, για τους λόγους που αναφέρονται στο Παράρτημα που επισυνάπτεται.
Η ανάπτυξη (οικιστικό συγκρότημα 25 οικιστικών μονάδων) προτείνεται σε τεμάχιο το οποίο γειτνιάζει με τον σημαντικότατο αρχαιολογικό οικισμό της Χοιροκοιτίας, ο οποίος ανήκει στον κατάλογο μνημείων Παγκόσμιας Κληρονομιάς, με αποτέλεσμα το Τμήμα Αρχαιοτήτων όπως με πληροφορεί στη σχετική επιστολή του ημερομηνίας 25/08/2008 να μην παραχωρεί την απαιτούμενη συγκατάθεση του για την οικοδομική αξιοποίηση του τεμαχίου και να προχωρήσει την απαλλοτρίωση του [Παραγρ. 8.3 και 8.4 του Κεφαλαίου 8 της Δήλωσης Πολιτικής και "Ουσιώδης Παράγοντας" με βάση το άρθρο 26(1) του Νόμου].»
[2] Απόφαση στην Ιεραρχική Προσφυγή
«Έχω οδηγίες να αναφερθώ στο πιο πάνω θέμα και σε συνέχεια της επιστολής μου με τον ίδιο αριθμό φακέλου και ημερομηνία 23.10.2008, να σας πληροφορήσω ότι η Υπουργική Επιτροπή, στην οποία έχει εκχωρηθεί η εξουσία του Υπουργικού Συμβουλίου για λήψη απόφασης σε Ιεραρχική Προσφυγή που υποβάλλεται δυνάμει του άρθρου 31 του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου, στη συνεδρία της ημερομηνίας 20.04.2010, αφού εξέτασε τα πραγματικά γεγονότα και νομικά χαρακτηριστικά που σχετίζονται με την υποβληθείσα αίτηση (με αρ. xxx/2007), την απόφαση / απόψεις της Πολεοδομικής Αρχής και των εμπλεκόμενων Τμημάτων / Υπηρεσιών, καθώς και τους λόγους που επικαλεσθήκατε για υποστήριξη της Προσφυγής σας, αποφάσισε ομόφωνα να απορρίψει την Ιεραρχική Προσφυγή, κρίνοντας ότι η απόφαση της Πολεοδομικής Αρχής να αρνηθεί τη χορήγηση της αιτούμενης άδειας είναι ορθή και σύμφωνη με την Πολεοδομική Νομοθεσία και τις πρόνοιες της Δήλωσης Πολιτικής».