ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
A.K. Gul ΚG ν. Ανδρέας Ορθοδόξου Λτδ (2015) 1 ΑΑΔ 946, ECLI:CY:AD:2015:A306
Bωνιάτη Λοΐζου Eλένη ν. Kυπριακής Δημοκρατίας, μέσω του Yπουργού Eσωτερικών (1997) 3 ΑΑΔ 611
Zήνων Eυθυμιάδης Eστέιτς Λτδ ν. Kυπριακής Δημοκρατίας (2006) 3 ΑΑΔ 166
Νικολαΐδης Κύπρος ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2015) 3 ΑΑΔ 77, ECLI:CY:AD:2015:C235
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ECLI:CY:AD:2019:D157
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 66/13)
23 Απριλίου, 2019
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ
ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΩΝ & ΕΡΓΩΝ
2. ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟΥ & ΧΩΡΟΜΕΤΡΙΑΣ
Εφεσείοντες/Καθ΄ων η αίτηση
ΚΑΙ
1. ΧΧΧΧ ΣΤΕΦΑΝΙΔΗΣ
2. ΧΧΧΧ ΣΤΕΦΑΝΙΔΗΣ
Εφεσίβλητοι/Αιτητές
---------
Για τους εφεσείοντες: κα Θ.Πιπερή για Γενικό Εισαγγελέα
Εφεσίβλητος 1 παρών, προσωπικά
Για εφεσίβλητο 2: καμιά εμφάνιση
----------------
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Η απόφαση είναι ομόφωνη και θα δοθεί από τη Δικαστή Τ.Ψαρά-Μιλτιάδου.
------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.: Οι εφεσίβλητοι/αιτητές καταχώρησαν προσφυγή με την οποία ζητούσαν δήλωση και/ή απόφαση του Δικαστηρίου ότι η διοικητική πράξη που τους κοινοποιήθηκε με επιστολή των εφεσειόντων/καθ΄ων η αίτηση ημερ. 12.1.2011 (με παραλαβή στις 14.1.2011) με την οποία απορρίπτεται το αίτημα των εφεσιβλήτων για επιστροφή του τεμαχίου 1736, Φ/Σχ.ΧΧΧ/ΧΧΧΧ, Τμήμα Χ, τοποθεσία Κόκκινες στο Στρόβολο, (εν τοις εφεξής «το τεμάχιο») καθότι εκρίθη ότι το τεμάχιο δεν μπορεί να επιστραφεί ως πλεονάζον επειδή έχει επιτευχθεί ο σκοπός της απαλλοτρίωσης, είναι άκυρη.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο δικαίωσε τους εφεσίβλητους κρίνοντας ότι «ο κατ΄ισχυρισμόν σκοπός της απαλλοτρίωσης έχει εγκαταληφθεί και εν πάση περιπτώσει δεν έχει επιτευχθεί ή εν πάση περιπτώσει δεν έχει αρχίσει να υλοποιείται».
Οι εφεσείοντες θεωρούν εσφαλμένη την κρίση του Δικαστηρίου και προβάλλουν δύο λόγους έφεσης:
1. ΄Οτι το Πρωτόδικό Δικαστήριο λανθασμένα αποφάνθηκε, ότι η προσβαλλόμενη πράξη, ήτοι η άρνηση επιστροφής της απαλλοτριωθείσας επίδικης ιδιοκτησίας, πάσχει, λόγω του ότι ο σκοπός της απαλλοτρίωσης, όπως αυτός διατυπωνόταν στην σχετική γνωστοποίηση απαλλοτρίωσης, δεν αναφερόταν ρητά στη διαμόρφωση ανοικτών χωρών ή χώρων πρασίνου και, ως εκ τούτου, λανθασμένα ακύρωσε την προσβαλλόμενη πράξη. Η κατάληξη αυτή του Πρωτόδικου Δικαστηρίου είναι λανθασμένη διότι δεν αποδίδει τη δέουσα βαρύτητα στο γεγονός ότι ο σκοπός της απαλλοτρίωσης ήταν η δημιουργία οικισμού, έννοια που περιλαμβάνει αυτοδικαίως και αυτονόητα την δημιουργία κατοικιών, καταστημάτων, άλλων κτιρίων και ιδρυμάτων καθώς και δρόμων, ανοικτών χώρων και χώρων πρασίνου κ.ο,κ., προς εξυπηρέτηση των ανέσεων των κατοικούντων εν αυτώ.
2. ΄Οτι εσφαλμένα το Πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε στο ότι, επειδή στο απαλλοτριωθέν τεμάχιο γης έχουν κατασκευασθεί παράνομες κατασκευές από τρίτους, υποδηλώνεται η ανοχή της διοίκησης και κατ' επέκταση υποστηρίζεται το επιχείρημα ότι ο σκοπός της απαλλοτρίωσης έχει εγκαταλειφθεί ή δεν έχει επιτευχθεί ή δεν έχει αρχίσει να υλοποιείται, καθότι η κατάληξη αυτή δεν ερείδεται στο νόμο ή στη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου.» Ως εκ τούτου, λανθασμένα το Πρωτόδικο Δικαστήριο ακύρωσε την προσβαλλόμενη πράξη και, σε κάθε περίπτωση, η αξιολόγηση των πραγματικών δεδομένων από το Πρωτόδικο Δικαστήριο ήταν εσφαλμένη.
Και οι δύο λόγοι έφεσης έχουν κοινό έρεισμα και μπορούν να εξεταστούν από κοινού.
Είναι χρήσιμο όμως πριν την όποια εξέταση να γίνει μια αναφορά στο ιστορικό. Το «τεμάχιο» αποτελούσε πριν την απαλλοτρίωση μέρος του τεμ.349 εγγεγραμμένο στο όνομα του αποβιώσαντος πατέρα των εφεσιβλήτων.
Μετά την απαλλοτρίωση, το αρχικό αυτό τεμάχιο διαχωρίστηκε σε τρία (α) το τεμάχιο 1734, το οποίο παρέμεινε στους εφεσίβλητους μετά το θάνατο του πατέρα τους (β) το 1735 το οποίο αποτέλεσε μέρος της λεωφόρου Τροόδους και (γ) το επίδικο τεμάχιο 1736, το οποίο και απαλλοτριώθηκε.
Ο σκοπός της απαλλοτρίωσης αφορούσε ανέγερση κυβερνητικού συνοικισμού για εκτοπισθέντες και κάλυπτε αριθμό επηρεαζομένων ιδιωτικών ιδιοκτησιών, μεταξύ των οποίων το επίδικο. Πρόκειται για τον οικισμό Κόκκινες.
Μετά από κάποια διαδικαστική πορεία που δεν αμφισβητείται, εντέλει το σχετικό Διάταγμα Απαλλοτρίωσης με αρ.977 δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας ημερ. 14.9.1978 (παράρτημα 13 επί της ένστασης στην προσφυγή). Ως παράρτημα 15 επί της ιδίας ένστασης είχε επισυναφθεί χωρομετρικό σχέδιο, στο οποίο φαίνεται με κόκκινο περίγραμμα ολόκληρος ο κυβερνητικός οικισμός, στον οποίο ανεγέρθησαν 443 οικιστικές μονάδες, με γαλάζιο χρώμα το μέρος του ιδιωτικού τεμαχίου με αρ. 349, των εφεσιβλήτων, το οποίο επηρεάστηκε από την κατασκευή του οδικού δικτύου, (δημοσιευμένος στο Τοπικό Σχέδιο Λευκωσίας δρόμος Πρωταρχικής σημασίας με απομονωτική λωρίδα ή υπηρεσιακό δρόμο), με πράσινο χρώμα το μέρος του τεμαχίου, το οποίο αποτελεί μέρος ενιαίου χώρου πρασίνου του Οικισμού, ο οποίος και έχει εγγράφει στο δημόσιο ως σύνολο. Όσον αφορά στο οδικό δίκτυο, αναφέρεται ότι, αυτό έχει ολοκληρωθεί, ενώ ο ενιαίος χώρος πρασίνου, μέχρι σήμερα δεν έχει αξιοποιηθεί, κυρίως λόγω πρόχειρων αυθαίρετων υποστατικών, που επεμβαίνουν σε αυτόν. Διευκρινίζεται επίσης ότι, η αξιοποίηση των δημόσιων χώρων πρασίνου γίνεται με βάση τα εγκριμένα ποσά των Προϋπολογισμών κάθε χρόνο, ενώ η διαμόρφωση του συγκεκριμένου προγραμματίζεται άμεσα (Προϋπολογισμός 2011-2012) σε συνεργασία του Κλάδου Διαχείρισης του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως, με το Δήμο Στροβόλου.
Οι εφεσίβλητοι στις 24.3.2009 ζήτησαν την επιστροφή του απαλλοτριωθέντος τεμαχίου με το εξής σκεπτικό (μέρος της επιστολής τους):
«4) Στο τελευταίο αυτό τεμάχιο ήτοι το τεμ. 1736, παρά το πολύ μεγάλο διαρρεύσαν διάστημα από το 1978 μέχρι σήμερα, (σχεδόν 30 χρόνια), ουδεμία εργασία έγινε για τον σκοπό που απαλλοτριώθηκε το ακίνητο και μέχρι σήμερα το τεμάχιο παραμένει αχρησιμοποίητο, με αποτέλεσμα κάποιοι περίοικοι να έχουν κατασκευάσει αυθαίρετα σε αυτό γκαράζ και άλλα υποστατικά από ευτελή υλικά.
Ως εκ των ανωτέρω παρακαλούμεν όπως λόγω της μη χρήσης του τεμαχίου 1736, το οποίο απαλλοτριώθηκε προ 30 ετών για τον σκοπό δημιουργίας χώρου πρασίνου, ενεργήσετε για την άρση της Απαλλοτρίωσης και επιστροφή του τεμαχίου στους ιδιοκτήτες πελάτες μου, όπως προβλέπεται από τον Νόμο και το Σύνταγμα της Δημοκρατίας.
Βέβαιοι ότι η παρούσα επιστολή θα τύχει της δικής σας προσοχής, σας ευχαριστούμεν εκ των προτέρων».
Oι εφεσείοντες απάντησαν ως εξής (επιστολή 12.1.2011) - μέρος αυτής:
(2) Η πιο πάνω αναφερόμενη εγγραφή προήλθε μετά από αναγκαστική απαλλοτρίωση εκ του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως (Αρ. Φακ. 212/ΧΧ/ΧΧ(Ν) και το έργο αφορούσε "Κυβερνητικός Οικισμός Κόκκινες Μείζονος Λευκωσίας - Στρόβολος" με τη Γνωστοποίηση Απαλλοτρίωσης ΔΠ 1059/78 και το Διάταγμα Απαλλοτρίωσης ΔΠ977/14.9.79. Το αρχικό τεμάχιο ήτοι 349, Φ/Σχ. XXX/13WI Block G, Στρόβολος το οποίο μετά την απαλλοτρίωση διεχωρίσθηκε σε τρία νέα τεμάχια (επισυνάπτονται σχέδια για καλύτερη ενημέρωση). Σε μεταγενέστερο στάδιο το τεμάχιο 1736 με την εγγραφή του Οικισμού έγινε τεμάχιο 174, Block ΧΧ, Φ/Σχ. ΧΧΧ, αποτελεί δε χώρο πρασίνου του Οικισμού" Κόκκινες".
(3) Επομένως από όλα τα πιο πάνω αναφερθέντα στοιχεία φαίνεται ότι ο σκοπός της απαλλοτρίωσης έχει επιτευχθεί και για όλο το χώρο του Οικισμού "Κόκκινες", κατόπιν απόφασης του Υπ. Εσωτερικών, έχουν εκδοθεί οι σχετικοί τίτλοι και στην συνέχεια δόθηκαν στους δικαιούχους. Ο ισχυρισμός των εγγεγραμμένων ιδιοκτητών του τεμαχίου 1734 Block G, Στρόβολος δεν ευσταθεί και ούτε μπορεί να γίνει διαδικασία επιστροφής πλεονάζουσας ιδιοκτησίας».
Ο σκοπός της απαλλοτρίωσης καθορίζεται στη σχετική γνωστοποίηση απαλλοτρίωσης, ημερ. 14.9.78, όπου αναφέρονται τα εξής:
«Δια του παρόντος γνωστοποιείται ότι η εν τω παρατιθεμένω Πίνακι περιγραφομένη ακίνητος ιδιοκτησία είναι αναγκαία δια τους ακολούθους σκοπούς δημοσίας ωφελείας, ήτοι οικιστικόν σκοπόν, προς στέγασιν εκτοπισθέντων, και/ή την δημιουργίαν, συντήρησιν και ανάπτυξιν δημοσίων οδών εν τη Δημοκρατία, ή δι' οιονδήποτε των ρηθέντων σκοπών, ή δε απαλλοτρίωσις αυτής επιβάλλεται δια τους ακολούθους λόγους, ήτοι δια:
(α) την δημιουργίαν Συνοικισμού δια της ανεγέρσεως κατοικιών, καταστημάτων και άλλων οικοδομών, σχολικών και υγειονομιών κτιρίων και άλλων ιδρυμάτων, προς στέγασιν και δια τας ανέσεις, χρήσιν και διευκόλυνσιν των εκτοπισθέντων, και
β) την διάνοιξιν και κατασκευήν οδών προσπελάσεως προς τον Οικισμόν «Κόκκινες» εις Στρόβολον της Επαρχίας Λευκωσίας».
Επίσης, στη επιστολή από το Τμήμα Πολεοδομίας και Οικήσεως προς το Γενικό Διευθυντή Υπουργείου Εσωτερικών, ημερ. 21.8.1978, καταγράφονται τα εξής σχετικά:
«Κυβερνητικός Οικισμός «Κόκκινες» Μείζονος Λευκωσίας-Στρόβολος
2. Δυνάμει της υπ. αρ. 15.472 Αποφάσεως του Υπουργικού Συμβουλίου ληφθείσης κατά την συνεδρία αυτού της 29ης Δεκεμβρίου, 1977, ενεκρίθη, μεταξύ άλλων, η ανέγερσις 3000 νέων οικιστικών μονάδων εις διαφόρους περιοχάς της Νήσου. Μια εκ των επιλεγεισών περιοχών όπου θα ανεγερθώσιν περί τας 460 κατοικίας, είναι και η εν επικεφαλίδι αναφερομένη.
3. Η ολική έκτασις του επιλεγέντος χώρου δια τον ειρημένον σκοπόν ανέρχεται εις 172 σκάλας, 3 προστάθια και 1300 τ.π. περιπου, σύγκειται δε αποκλειστικώς εξ ιδιωτικών γαιών και δεικνύεται δι' ερυθρού και πρασίνου χρώματος επί του σχεδίου του υπογεγραμμένου υπ εμού. Ας σημειωθή ότι τα τεμάχια υπ΄ αριθμούς 350 και 346 απαλλοτριούνται μερικώς μόνον, καθότι επί τούτων υφίσταται κατοικίαι ήδη κατασκευασθείσαι, ή υπό ανέγερσιν.»
΄Εχοντας καταγράψει το ιστορικό της υπόθεσης προχωρούμε στην εξέταση των ως άνω λόγων έφεσης.
Με όλο το σεβασμό, θεωρούμε ότι η πλευρά των εφεσειόντων έχει δίκαιο και η πρωτόδικη κρίση την οποία φυσικά υιοθέτησαν οι εφεσίβλητοι, είναι εσφαλμένη.
Δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε με την αποσπασματική ερμηνεία που δόθηκε πρωτοδίκως στο σκοπό της απαλλοτρίωσης.
Ο ευπαίδευτος Δικαστής θεώρησε πως ο σκοπός της απαλλοτρίωσης «καθορίστηκε περιοριστικά, εφόσον αναφέρεται μόνο στην κατασκευή κατοικιών, καταστημάτων και άλλων οικοδομών, σχολικών και υγειονομικών κτιρίων και άλλων ιδρυμάτων προς στέγασιν και δια της ανέσεις, χρήσιν και διευκόλυνσιν των εκτοπισθέντων του οικισμού καθώς και την κατασκευήν οδών προσπελάσεως προς τους Οικισμούς». Η συλλογιστική αυτή, κινούμενη στα στεγανά του ότι όποιος «κενός χώρος» δεν εμπίπτει στο σκοπό ανέγερσης ενός οικισμού 460 κατοικιών που έγινε με σκοπό τη στέγαση προσφύγων, δεν μπορεί να θεωρηθεί ορθή. Η ίδια συλλογιστική ακολουθήθηκε από την πλευρά των εφεσιβλήτων αφού φαίνεται ταυτίζουν την έννοια της δέσμευσης ανοικτών χώρων και/ή πρασίνου με την έννοια «μη χρησιμοποιηθέντων ακινήτων».
Ο γενικός σκοπός της δημιουργίας αυτού του μεγάλου οικισμού έχει αναμφίβολα επιτευχθεί. ΄Ενας οικισμός αποτελείται αναγκαστικά και από κάποιους κενούς χώρους ως ανοικτοί χώροι ή χώροι πρασίνου. Η ύπαρξη αυτών των χώρων που εννοιολογικά και στη λογική αντίληψη των πραγμάτων ανήκει στη λέξη «οικισμός» αναιρεί και εξουδετερώνει τη λογική της εγκατάλειψης του σκοπού, όπως αντιμετωπίσθηκε πρωτοδίκως.
Όπως ορθά σημειώνει η κα Πιπερή, όταν η διοίκηση προωθούσε τη δημιουργία του οικισμού πρωτίστως για στέγαση μεγάλου αριθμού προσώπων, έπρεπε ταυτοχρόνως να διαφυλάξει ανοικτούς δημόσιους χώρους για να προσφέρονται διέξοδοι και ελεύθεροι ανοικτοί χώροι για το παιχνίδι των παιδιών και γενικότερα τις ανέσεις των κατοίκων.
Οι ανοικτοί χώροι δεν επιβάλλουν οπωσδήποτε τη δενδροφύτευση ή τοπιοτέχνηση τους με τέτοια αυστηρότητα, ώστε, όπου διαπιστωθεί ανοικτός χώρος σ΄ένα οικισμό τέτοιου μάλιστα μεγέθους να ομιλούμε για μη επίτευξη ή εγκατάλειψη του σκοπού της απαλλοτρίωσης.
Είναι δε αναμφισβήτητο ότι η επίδικη ιδιοκτησία έχει εγγραφεί ως τόπος πρασίνου και χρησιμοποιείται ως κοινόχρηστος χώρος για σκοπούς λειτουργίας του εν λόγω οικισμού, ενώ, σύμφωνα με το ως άνω Παράρτημα 15 τμήμα του τεμαχίου έχει χρησιμοποιηθεί για την κατασκευή του οδικού δικτύου.
Στη βάση των πιο πάνω δεν συμφωνούμε πως οι εφεσείοντες παραβίασαν το ΄Αρθ.23.5[1] του Συντάγματος ως προς δικαίωμα επανάκτησης της ιδιοκτησίας τους στη βάση του οποίου δομούνται και οι πρόνοιες του άρθρου 15 του περί Αναγκαστι κής Απαλλοτρίωσης Νόμου (Ν.15/1962)[2], ούτε βεβαίως ότι η απόφαση της Διοίκησης για μη επιστροφή αντίκειται στο πνεύμα της Ζήνων Ευθυμιάδης Εstates Ltd ν. Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 166. Δεν μπορεί ο ευρύτερος σχεδιασμός για όλο τον οικισμό να επιμερισθεί με μικροσκοπικό τρόπο, αφαιρώντας από το γενικό σχέδιο ένα τεμάχιο ανοικτού χώρου, ενώ προφανώς αυτό λήφθηκε υπόψη συνολικά σε τεχνικό επίπεδο. Όπως ετέθη στη Βωνιάτη ν. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 611, ο σχεδιασμός και λύσεις που προτείνονται πρέπει να εξετάζονται συνολικά και αλληλένδετα σε συνάρτηση προς την ευρύτητα που καλύπτει ο σκοπός της απαλλοτρίωσης και όχι επιλεκτικά.
Στη Νικολάου κ.ά. ν. Δημοκρατίας ΑΕ152/11, 2.2.2018, ECLI:CY:AD:2018:C52 αναφέρονται τα εξής σχετικά.
«Το ’ρθρο 23.3 και 23.4 του Συντάγματος απαιτεί την εξειδίκευση του σκοπού της απαλλοτρίωσης, ορίζοντας τοιουτοτρόπως την εμβέλεια του περιορισμού του θεμελιακού δικαιώματος της ιδιοκτησίας και την υποχρέωση περιορισμού της απαλλοτρίωσης στα αυστηρά πλαίσια που καθορίζουν την ανάγκη. Ό,τι θεωρούμε ορίζει τη σωστή ερμηνεία των αποφάσεων είναι η υποχρέωση της Απαλλοτριούσης Αρχής να επιστρέψει την απαλλοτριωθείσα περιουσία, αν μέσα στο χρονικό διάστημα που προβλέπει το Σύνταγμα δεν λάβει ουσιαστικά μέτρα που να καθιστούν το σκοπό της απαλλοτρίωσης εφικτό, δηλαδή υλοποιήσιμο μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα. Προσέγγιση που συνάδει με την αντίληψη του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, ως προς το εύλογο του χρόνου που επιτρέπεται στο κράτος να ενεργήσει, με προεξάρχον κριτήριο τη διατήρηση της αναγκαίας ισορροπίας που προϋποθέτει η αρχή της αναλογικότητας. Το βάρος που εναποτίθεται στον αιτητή δεν είναι να αποδείξει ότι ο σκοπός της απαλλοτρίωσης έχει εγκαταλειφθεί ή κατέστη ανέφικτος, ή ότι είναι πέραν του αναγκαίου, αλλά ότι η διοίκηση δεν έχει προβεί σε εκείνες τις ενέργειες που θα ήταν εύλογα αναγκαίες στη βάση των αντικειμενικών δεδομένων της κάθε περίπτωσης για την υλοποίηση του (Ευθυμιάδης (ανωτέρω)).
Οι αποφάσεις του ΕΔΑΔ διαχρονικά υπενθυμίζουν ότι κάθε μέτρο επέμβασης στο δικαίωμα για σεβασμό της περιουσίας, πρέπει να τηρεί δίκαιη ισορροπία ανάμεσα στις απαιτήσεις του γενικού συμφέροντος της κοινότητας και στις επιταγές της προστασίας των θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων (Strrog και Lönnroth κατά της Σουηδίας, 23.9.1982, serie A, No. 52, σ.26, §69). Τα συμβαλλόμενα κράτη τυγχάνουν μεγάλου περιθωρίου εκτίμησης για την καθοδήγηση της πολεοδομικής τους πολιτικής (Housing Association of War, Disabled and Victims of War of Attica and Et Auture, s §47, Elia S.R.r.l. (EPE) κατά Ιταλίας)».
Τίθεται βεβαίως το ερώτημα εάν ισχύει στα δεδομένα της υπόθεσης η Μορίτση κ.ά. ν. Δημοκρατίας, ΑΕ86/09, (2012)3 ΑΑΔ, 420, στην οποία η Ολομέλεια εξέτασε κατά πόσο το μέρος του επίδικου ακινήτου που είχε εγγραφεί στα μητρώα του Κτηματολογίου ως χώρος πρασίνου ενέπιπτε στο σκοπό της απαλλοτρίωσης. Στην περίπτωση αυτή με βάση τη γνωστοποίηση, ο σκοπός της απαλλοτρίωσης ήταν η δημιουργία οικοπέδων και παρατηρείται ότι σαφώς δεν γίνεται αναφορά σε κτίρια και οικισμό.
Σε αντίθεση λοιπόν με τη Μορίτση, στην υπό κρίση περίπτωση, η Γνωστοποίηση Απαλλοτρίωσης, όπως φαίνεται από τα πιο πάνω, δεν περιορίζεται στην κατασκευή οδών και δημιουργίας οικοπέδων αλλά στην ευρύτερη έννοια του οικισμού, έννοια που αυτονόητα περιλαμβάνει δημιουργία κατοικιών, δρόμου, ανοικτών χώρων, χώρων πρασίνου κ.ά. προς εξυπηρέτηση των ανέσεων των κατοίκων.
Χρήσιμη κατεύθυνση δίδεται και από τη Νικολάου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (ανωτέρω), όπου σημειώνονται σε συνάρτηση με την Μορίτση τα ακόλουθα:
"Η απαλλοτρίωση έχει συντελεστεί επί καταβολή της σχετικής αποζημίωσης εντός του προβλεπόμενου χρόνου. Ο εν λόγω χώρος έχει καταστεί πλέον μέρος της ευρύτερης περιοχής, η οποία εντάσσεται στη χωροταξική και πολεοδομική διάρθρωση της πόλης της Λεμεσού. Έστω και αν θεωρούσαμε, χάριν συζήτησης, ότι η διεκδικούμενη ιδιοκτησία μπορούσε να αποδοθεί στον ιδιοκτήτη, θεωρούμε ότι άρση της απαλλοτρίωσης θα συνεπαγόταν την απόδοση στον ιδιοκτήτη και της δυνατότητας κατάληψης από αυτόν ενός τμήματος χώρου, ο οποίος όμως οφείλει να είναι ενιαίος και αδιάσπαστος, χωρίς να παρεμβάλλονται επιμέρους χώροι άλλων προορισμών και χρήσεων. Με αυτό ως δεδομένο και με το αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι ο σκοπός της απαλλοτρίωσης δεν καθορίστηκε περιοριστικά, αλλά κατέλειπε ευρεία διακριτική ευχέρεια στη διοίκηση να ενεργήσει, ώστε να αποφασίσει τις ανάγκες που εξυπηρετούν την ανάπτυξη της βιομηχανίας, δεν παρέχεται νομικό έρεισμα στις αιτιάσεις των εφεσειόντων, αλλά αντιθέτως περιβάλλεται με νομιμότητα η άρνηση των εφεσιβλήτων να επιστρέψουν στους εφεσείοντες το απαλλοτριωθέν τεμάχιο, για τους λόγους που καταγράφουν στην προσβαλλόμενη απόφαση. Επί τούτου θεωρούμε ότι τα γεγονότα της παρούσης διακρίνονται από την Μορίτση κ.α. ν. Δημοκρατίας (2012) 3 Α.Α.Δ. 420»
Στη Νικολαϊδης ν. Δημοκρατίας, ΑΕ83/10, ημερ. 2.4.2015, διατυπώθηκαν γενικότερα παράπονα για «το μη καθαρόν του χώρου» ως υποστηρικτικά της μη επίτευξης σκοπού. Όπως στην υπό κρίση περίπτωση αναφέρθηκαν «τα κάποια παράνομα υποστατικά στο επίδικο τεμάχιο ως λόγος ή ενίσχυση της έννοιας της εγκατάλειψης του σκοπού». Επίσης είχε τεθεί, στη Νικολαϊδης, όπως παρομοίως εν προκειμένω, ότι ο χώρος πρασίνου περιήλθε σε κατάσταση μη συντήρησης και ερήμωσης.
Στη Νικολαϊδης (ανωτέρω) το ζήτημα αντιμετωπίσθηκε ως εξής:
΄Οταν ο σκοπός για τον οποίο ένα κτήμα απαλλοτριώνεται προχωρεί προς υλοποίηση, έστω και αν δεν έχει ακόμα ολοκληρωθεί, η κακή κατάσταση, στην οποία αυτό δυνατό, στο μεταξύ, να περιέρχεται, λόγω μη συντήρησης ή κακής συντήρησής του, ειδικά, εξαιτίας αντικειμενικών δυσκολιών που παρουσιάζονται στην εκτέλεση του έργου, ασφαλώς, δεν καθιστά το συγκεκριμένο σκοπό ανέφικτο, ούτως ώστε να δικαιολογείται η επιστροφή του κτήματος στον πρώην ιδιοκτήτη του. Στην προκειμένη περίπτωση, αυτό είναι που έχει, μάλλον, συμβεί και η μη συντήρηση του υπό αναφορά τεμαχίου δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι έχει καταστήσει ανέφικτο, δυνάμει του ΄Αρθρου 23.5, το σκοπό για τον οποίο αυτό έχει απαλλοτριωθεί.
Υιοθετούμε τα πιο πάνω λεχθέντα και για την κρινόμενη περίπτωση. Δεν μπορούμε όμως να μη στηλιτεύσουμε τη Διοίκηση στην ανοχή των όποιων παρανομιών και στην ανενέργεια της να λάβει μέτρα.
Αυτό όμως δεν καθιστά το σκοπό της απαλλοτρίωσης μη επιτευχθέντα ή εγκαταληφθέντα.
Για τους λόγους που έχουμε εξηγήσει, θεωρούμε ότι οι λόγοι έφεσης είναι βάσιμοι.
Η έφεση επιτυγχάνει, η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται και η απόφαση της διοίκησης επικυρώνεται. ΄Εξοδα τόσο πρωτόδικα όσο και κατ΄έφεση, συνολικά υπολογιζόμενα σε 2,500, επιδικάζονται υπέρ των εφεσειόντων.
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.
ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ.
ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ.
ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.
ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.
[1]«Οιαδήποτε ακίνητος ιδιοκτησία, ή δικαίω΅α ή συ΅φέρον επί τοιαύτης ιδιοκτησίας απαλλοτριωθείσα αναγκαστικώς θα χρησι΅οποιηθή αποκλειστικώς προς τον δι' ον απηλλοτριώθη σκοπόν. Εάν εντός τριών ετών από της απαλλοτριώσεως δεν καταστή εφικτός ο τοιούτος σκοπός, ή απαλλοτριώσασα αρχή, ευθύς ΅ετά την εκπνοήν της ρηθείσης προθεσ΅ίας των τριών ετών υποχρεούται να προσφέρη την ιδιοκτησίαν επί καταβολή της τι΅ής κτήσεως εις το πρόσωπον παρ' ου απηλλοτρίωσεν αυτήν. Το πρόσωπον τούτο δικαιούται εντός τριών ΅ηνών από της λήψεως της προσφοράς να γνωστοποιήση την αποδοχήν ή ΅η τούτης. Εφ' όσον δε γνωστοποιήση ότι αποδέχεται την προσφοράν, η ιδιοκτησία επιστρέφεται ευθύς ά΅α αποδοθή παρά του προσώπου το τί΅η΅α εντός περαιτέρω προθεσ΅ίας τριών ΅ηνών από της τοιαύτης αποδοχής».
[2] (1) Οσάκις ακίνητος ιδιοκτησία απηλλοτριώθη ΅ετά την έναρξιν της ισχύος του Συντάγ΅ατος, και εντός τριών ετών, από της η΅ερο΅ηνίας καθ' ην η ιδιοκτησία περιήλθεν εις την απαλλοτριούσαν αρχήν, δεν επετεύχθη ο σκοπός δι' ον εγένετο η απαλλοτρίωσις ή η επίτευξις του τοιούτου σκοπού εγκατελείφθη υπό της απαλλοτριούσης αρχής, ή το όλον ή ΅έρος της τοιαύτης ιδιοκτησίας απεδείχθη ότι υπερβαίνει τας πραγ΅ατικάς ανάγκας της απαλλοτριούσης αρχής, θα εφαρ΅όζωνται αι ακόλουθοι διατάξεις; ήτοι .....