ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2018:C419
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Αναθεωρητική ΄Εφεση Αρ. 12/2012)
27 Σεπτεμβρίου, 2018
[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, ΠΑΝΑΓΗ, ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ/στές]
XXXXX ΧΑΤΖΗΚΩΝΣΤΑΝΤΗ,
Εφεσείουσα-Αιτήτρια,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΟΥ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ,
Εφεσιβλήτων-Καθ' ων η Αίτηση.
_________________________
Δ. Νικολετόπουλος, για Ευστάθιο Κ. Ευσταθίου, για την Εφεσείουσα.
Ν. Κλεάνθους (κα), για Χρίστο Μ. Τριανταφυλλίδη, για τους Εφεσίβλητους.
_________________________
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου
θα δώσει ο Δικαστής Γ.Ν. Γιασεμής.
_________________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Γ.Ν. ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.: Στις 19.9.2007, ο Κυπριακός Οργανισμός Τουρισμού, (ο «Κ.Ο.Τ.»), αποφάσισε να εφαρμόσει για τους υπαλλήλους του το Ενιαίο Κρατικό Μισθολόγιο που εφαρμοζόταν στη Δημόσια Υπηρεσία. Στο πλαίσιο αυτό, αξιολόγησε τα προσόντα τους και, αναλόγως, τους ενέταξε στην επιστημονική ή στην τεχνική κατηγορία. Η εφεσείουσα, ως κάτοχος του επαγγελματικού διπλώματος της σχολής Swiss School of Hotel-Management and Tourism (Chur), εντάχθηκε στην τεχνική κατηγορία. Διαφώνησε, όμως, με την πιο πάνω απόφαση και την προσέβαλε με την προσφυγή αρ. 410/2010, επιδιώκοντας, ανεπιτυχώς, την ακύρωσή της.
Με την παρούσα έφεση, προσβάλλεται η ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης στην εν λόγω προσφυγή, κυρίως, για το λόγο ότι λανθασμένα κρίθηκε πως η μεταχείριση της εφεσείουσας από τον Κ.Ο.Τ. δεν ήταν άνιση, σε σύγκριση με τη μεταχείριση της οποίας έτυχε ο συνάδελφός της κ. XXXXX Κωνσταντινίδης, κάτοχος διπλώματος ίδιου με το δικό της. Υπάρχει ακόμα ένας λόγος έφεσης, σχετικός με τον πιο πάνω, στη βάση του οποίου αμφισβητείται η διαπίστωση του Δικαστηρίου ως προς την απόφαση του Κ.Ο.Τ. να αλλάξει τη στάση του αναφορικά με την κατάταξη του προαναφερθέντος διπλώματος. Συγκεκριμένη αναφορά θα γίνει στο κατάλληλο σημείο.
Σύμφωνα με τα γεγονότα, όταν το 2010 ο κ. Κωνσταντινίδης, ο οποίος προσλήφθηκε στην υπηρεσία του Κ.Ο.Τ. πριν από το 1994, εντάχθηκε στην κατηγορία του επιστημονικού προσωπικού, το προαναφερθέν δίπλωμα που αυτός κατείχε είχε, ήδη, τύχει αναγνώρισης ως ισότιμο με ακαδημαϊκό τίτλο πανεπιστημιακού επιπέδου, στις 21.7.1994. Ο Κ.Ο.Τ. είχε αποφασίσει, τότε, ως ανωτέρω, στη βάση σχετικής πληροφόρησης που είχε λάβει το 1991 από το Υπουργείο Παιδείας∙ δηλαδή ότι το δίπλωμα της σχολής Swiss School of Hotel-Management and Tourism (Chur) ήταν πανεπιστημιακού επιπέδου. Αφού το συγκεκριμένο δίπλωμα του κ. Κωνσταντινίδη έτυχε, υπό τις περιστάσεις που έχουν προαναφερθεί, της εν λόγω αναγνώρισης, αυτή ήρθη με άλλη απόφαση του Κ.Ο.Τ., ιδίας ημερομηνίας, η οποία είχε ως εξής:-
«Επειδή με βάση την έρευνα που έχει διεξαχθεί τα Διπλώματα που απονέμουν διάφορες Ξενοδοχειακές Σχολές του εξωτερικού είναι επαγγελματικά προσόντα και δεν οδηγούν στην απόκτηση ακαδημαϊκών τίτλων όπως διαλαμβάνεται στα Σχέδια Υπηρεσίας διαφόρων θέσεων, από τώρα και στο εξής Διπλώματα Ξενοδοχειακών Σχολών, συμπεριλαμβανομένων και των Ξενοδοχειακών Σχολών που αναφέρονται στην επιστολή του Υπουργείου Παιδείας ημερ. 10.10.1991, ..., δηλαδή των Ξενοδοχειακών Σχολών 'Les Roches', 'Chur' και 'De Glion' της Ελβετίας, μη θεωρούνται ισότιμα με Πανεπιστημιακό Δίπλωμα ή Τίτλο.»
Δεδομένης της πιο πάνω απόφασης, η ανάλογη διαπίστωση του Δικαστηρίου ότι υπήρξε, πράγματι, η αλλαγή στάσης από τον Κ.Ο.Τ. που αναφέρεται πιο πάνω, δικαιολογείτο πλήρως, με αποτέλεσμα ο σχετικός λόγος έφεσης να μην έχει έρεισμα. Κατ' αρχάς, με την εν λόγω απόφαση, ικανοποιούντο οι ανάλογες απαιτήσεις του σχετικού σχεδίου υπηρεσίας. Επιπρόσθετα, η αναγνώριση του διπλώματος του κ. Κωνσταντινίδη ως ισότιμου με τίτλο πανεπιστημιακού επιπέδου, καθώς, επίσης, η ένταξή του αργότερα, το 2010, στο επιστημονικό προσωπικό, εμφανώς, συνιστούσαν πράξεις χρηστής διοίκησης, σύμφωνα με τις νομολογιακά καθιερωμένες αρχές δικαίου στο συγκεκριμένο τομέα, (βλ. Θεοχαρίδης ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 63), οι οποίες κωδικοποιούνται στο Μέρος Χ του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999, (Ν. 158(Ι)/1999). ΄Αμεσα σχετική είναι, ειδικά, η αρχή της καλής πίστης, στο άρθρο 51(1) του εν λόγω Νόμου, σύμφωνα με την οποία: «Η διοίκηση δεν επιτρέπεται να ενεργεί με τρόπο ασυνεπή, αντιφατικό ή κακόπιστο, ώστε να εξαπατά ή να ταλαιπωρεί χωρίς λόγο το διοικούμενο.»
΄Οταν, το 2006, η εφεσείουσα προσλήφθηκε στην υπηρεσία του Κ.Ο.Τ., το προαναφερθέν δίπλωμά της δεν εθεωρείτο, πλέον, πανεπιστημιακού επιπέδου, παρά μόνο εθεωρείτο επαγγελματικό προσόν, ως η διαπίστωση του Δικαστηρίου, με αναφορά στην προαναφερθείσα απόφαση του Κ.Ο.Τ., η οποία είχε ληφθεί στις 21.7.1994. Ως εκ τούτου, μη ισχύοντος το 2010 του καθεστώτος από το οποίο είχε επωφεληθεί, το 1994, ο κ. Κωνσταντινίδης, δεν υπήρχε περίπτωση ένταξής της στην κατηγορία του επιστημονικού προσωπικού. Επομένως, ουδόλως δικαιολογείται η θέση της περί άνισης μεταχείρισής της.
Σύμφωνα με το άρθρο 38(1) του Ν. 158(Ι)/1999:-
«38. - (1) Η αρχή της ισότητας των πολιτών επιβάλλει στη διοίκηση την, κατά την άσκηση της διακριτικής της εξουσίας, ίση ή ομοιόμορφη μεταχείριση όλων των πολιτών που τελούν υπό τις ίδιες ή παρόμοιες συνθήκες.»
Η πιο πάνω αρχή είχε, ήδη, αναγνωριστεί από τη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Στην υπόθεση Θεοχαρίδης ν. Δημοκρατίας, ανωτέρω, γίνεται εκτενής αναφορά σε αυτήν, ενώ, επιπρόσθετα, λέχθηκαν, στις σελίδες 65 έως 66, και τα εξής:-
«Η θεμελιακή αρχή η οποία προκύπτει τόσο από την Ελληνική όσο και την Κυπριακή νομολογία είναι τούτη. Αποκλείονται διακρίσεις οι οποίες δεν ανάγονται σε εγγενείς διαφορές μεταξύ των υποκειμένων ή αντικειμένων του δικαίου[1]. ...
Εάν τα υποκείμενα ή αντικείμενα της ρύθμισης είναι ομοιογενή, δεν χωρεί διάκριση. Εάν είναι ανομοιογενή χωρεί και παρέχεται ευχέρεια για τη θεσμοθέτηση διάφορου κανόνα ή την υιοθέτηση διάφορης ρύθμισης.»
Στην περίπτωση εκείνη, κρίθηκε ότι δε συνιστούσε άνιση μεταχείριση η μη προαγωγή του εφεσείοντος, ο οποίος είχε τύχει της απαιτούμενης εκπαίδευσης πριν από την απόκτηση του προβλεπομένου από το σχέδιο υπηρεσίας επαγγελματικού προσόντος, σε αντίθεση με τους ανθυποψηφίους του για την ίδια θέση. Στην παρούσα υπόθεση, οι συνθήκες που ίσχυαν, κατά το 2010, για την εφεσείουσα και τον κ. Κωνσταντινίδη, αντίστοιχα, αναφορικά με την κατάταξη του διπλώματος που ο κάθε ένας από αυτούς κατείχε, ήταν διαφορετικές, ώστε δε διαπιστώνεται άνιση μεταχείρισή τους, σε σχέση με την ένταξή τους, κατά το χρόνο εκείνο, στις προαναφερθείσες διαφορετικές κατηγορίες προσωπικού.
Για το λόγο ανωτέρω, η έφεση αποτυγχάνει και απορρίπτεται, με έξοδα υπέρ των εφεσιβλήτων και εναντίον της εφεσείουσας, τα οποία καθορίζονται στο ποσό των €2.500,00, συν Φ.Π.Α.
Κ. Παμπαλλής, Δ.
Π. Παναγή, Δ.
Χρ. Χριστοδούλου, Δ.
Κ. Σταματίου, Δ.
Γ.Ν. Γιασεμής, Δ.
/ΜΠ
[1] Argiris Mikrommatis and The Republic (Minister of Finance and Another) 2 R.S.C.C. 125, The Board for Registration of Architects & Civil Engineers v. Christodoulos Kyriakides (1966) 3 C.L.R. 640, Republic (Ministry of Finance) v. Nishan Arakian and Others (1972) 3 C.L.R. 294, Republic (Minister of Finance and Another) v. Demetrios Demetriades (1977) 3 C.L.R. 213, Σεργίδης ν. Δημοκρατίας (1991) 1 Α.Α.Δ. 119, Μενελάου κ.ά. ν. Δημοκρατίας κ.ά. (1996) 3 Α.Α.Δ. 370, Χαρ. Ι. Φιλιππίδης & Υιοί Λτδ ν. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 378, Αντωνίου ν. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 441, Γεωργίου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1997) 4 Α.Α.Δ. 1590