ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2017:C278
(2017) 3 ΑΑΔ 629
6 Σεπτεμβρίου, 2017
[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ,
ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ/στές]
ΔΗΜΟΣ ΛΕΜΕΣΟΥ,
Εφεσείων - Καθ' ου η αίτηση,
v.
ARISTO DEVELOPERS PLC,
Εφεσιβλήτων - Αιτητών.
(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 173/2011)
Διοικητικό Δίκαιο ― Παράλειψη Οφειλόμενης Ενέργειας ― Παράλειψη συμμόρφωσης επέρχεται σε περίπτωση που η αρμόδια αρχή παραλείπει να εξετάσει αίτηση και να εκδώσει απόφαση ― Ο Καθ' ου η αίτηση είχε υποχρέωση να εξετάσει την αίτηση για έκδοση άδειας οικοδομής και να αποφασίσει αναλόγως για να πληροφορηθούν και οι αιτητές.
Οδοί και οικοδομές ― Αίτηση για χορήγηση άδειας οικοδομής ― Η εξέταση μιας αίτησης για χορήγηση οικοδομικής άδειας γίνεται υπό το πλέγμα της προηγηθείσας πολεοδομικής άδειας παρόλο που διατηρούν την αυτοτέλεια τους ως χωριστές διοικητικές πράξεις.
Οι εφεσίβλητοι, εταιρεία ανάπτυξης γης, εξασφάλισαν στις 10.1.2008 πολεοδομική άδεια για την ανάπτυξη του τεμαχίου με αρ. 227 του Φ/Σχ. 54/41, στην Αγία Φύλα, στη Λεμεσό, η οποία αφορούσε την κατασκευή μιας διώροφης κατοικίας και μιας τριώροφης πολυκατοικίας αποτελούμενης από εννέα διαμερίσματα. Στις 10.9.2008 οι εφεσίβλητοι υπέβαλαν αίτηση στο Δήμο Λεμεσού-εφεσείοντα για έκδοση άδειας οικοδομής για την εν λόγω ανάπτυξη. Με επιστολή του ημερομηνίας 15.10.2008 ο Δήμος ενημέρωσε τους εφεσίβλητους ότι η αίτησή τους δεν μπορούσε να προωθηθεί πριν την ολοκλήρωση μελέτης για υπαλλακτική όδευση δρόμου πρωταρχικής σημασίας που επηρεάζει το τεμάχιό τους.
Οι εφεσίβλητοι καταχώρησαν προσφυγή μέσω της οποίας παραπονούνταν για την παράλειψη του Δήμου να εξετάσει την αίτησή τους, και εξεδόθει ακυρωτική απόφαση και με την έφεση επιδιώκεται η ανατροπή της πρωτόδικης κρίσης.
Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, απορρίπτοντας την έφεση, αποφάσισε ότι:
Ο εφεσείων εγείρει δύο λόγους έφεσης: Εσφαλμένα έκρινε το πρωτόδικο Δικαστήριο ότι (α) η καθυστέρηση στην εξέταση της αίτησης άδειας οικοδομής συνιστά παράλειψη οφειλόμενης ενέργειας και (β) ο εφεσείων λειτούργησε καθ' υπέρβαση εξουσίας, συνδέοντας τη μελέτη της αίτησης για άδεια οικοδομής με το θέμα της όδευσης δρόμου που ενδεχομένως θα επηρέαζε το τεμάχιο των αιτητών.
Η ενημέρωση της οποίας έτυχαν οι εφεσίβλητοι πως ο Δήμος δεν μπορούσε να προχωρήσει στη μελέτη της αίτησης για έκδοση άδειας οικοδομής, λόγω των πιθανοτήτων επηρεασμού του τεμαχίου τους, άφηνε τους εφεσίβλητους στο άγνωστο ως προς το πότε θα εξεταζόταν εν τέλει η αίτησή τους. Αυτό κατά την Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, δεν μπορεί παρά να θεωρηθεί ως παράλειψη οφειλόμενης ενέργειας και συνακόλουθα, ο πρώτος λόγος έφεσης να επιτύγχει.
Ως προς το δεύτερο λόγο έφεσης, διαφαίνεται ότι στην ισχύουσα πολεοδομική άδεια λήφθηκε υπόψη ο πολεοδομικός σχεδιασμός και δεν υπάρχει περιθώριο παρείσφρησης λόγου συνδεόμενου με οδικό δίκτυο από μέρους του Δήμου.
Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου αποφάσισε πως κατά την έκδοση της άδειας οικοδομής πρέπει, βεβαίως, να τηρούνται «τα επιμέρους κριτήρια που θέτει το Κεφ. 96 καθότι οι δύο άδειες είναι μεν συναφείς ως προς το ευρύτερο αντικείμενο της επιδιωκόμενης ανάπτυξης, διατηρούν όμως την αυτοτέλεια τους ως χωριστές διοικητικές πράξεις και έχουν χωριστά κριτήρια για την έκδοση έκαστης εξ αυτών, είτε με βάση τον περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμο του 1972, είτε με βάση το Κεφ. 96. Όμως, καθώς περαιτέρω κρίθηκε στη Νικόλα κ.ά. v. Δήμου Λευκωσίας (2010) 3 Α.Α.Δ. 47, «Η νομολογία πράγματι αναγνωρίζει ότι η πολεοδομική άδεια αποτελεί το θεμέλιο για μια προτεινόμενη ανάπτυξη και ότι με δοσμένους τους όρους που τίθενται σ' αυτή, η άδεια οικοδομής μπορεί να επιβάλει όρους όχι προς υποκατάσταση ή αντίκρουση αυτών της πολεοδομικής άδειας, αλλά μόνο προορισμένους για τις ανάγκες πραγμάτωσης της συγκεκριμένης ανάπτυξης, η οποία ήδη ικανοποίησε τους ευρύτερους πολεοδομικούς σχεδιασμούς. Με άλλα λόγια, η εξέταση μιας αίτησης προς χορήγηση οικοδομικής άδειας, γίνεται υπό το πρίσμα της προηγηθείσας πολεοδομικής άδειας».
Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Δήμος Αραδίππου v. Θεοδούλου (2001) 3(Α) Α.Α.Δ. 778,
Ζαντή v. Επάρχου Λευκωσίας (1992) 4 Α.Α.Δ. 4841,
Δημοτικό Συμβούλιο Γεροσκήπου κ.ά. v. Υπουργικού Συμβουλίου κ.ά. (1996) 3 Α.Α.Δ. 389,
Βασιλείου v. Δημοκρατίας (2002) 3 Α.Α.Δ. 485,
Νικόλα κ.ά. v. Δήμου Λευκωσίας (2010) 3 Α.Α.Δ. 47.
Έφεση.
Έφεση από τον Καθ' ου η άιτηση εναντίον της απόφασης Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Κραμβής, Δ.), (Υπόθεση Αρ. 162/2009), ημερ. 24/10/2011.
Ρ. Ιάσονος (κα) για Χρύση Δημητριάδη & Σία, για τον Εφεσείοντα.
Ε. Κορακίδης, για τους Εφεσίβλητους.
Cur. adv. vult.
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει η Σταματίου, Δ..
ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.: Οι εφεσίβλητοι, εταιρεία ανάπτυξης γης, εξασφάλισαν στις 10.1.2008 πολεοδομική άδεια για την ανάπτυξη του τεμαχίου με αρ. 227 του Φ/Σχ. 54/41, στην Αγία Φύλα, στη Λεμεσό. Η ανάπτυξη αφορούσε την κατασκευή μιας διώροφης κατοικίας και μιας τριώροφης πολυκατοικίας αποτελούμενης από εννέα διαμερίσματα.
Στις 10.9.2008 οι εφεσίβλητοι υπέβαλαν αίτηση στο Δήμο Λεμεσού-εφεσείοντα για έκδοση άδειας οικοδομής για την εν λόγω ανάπτυξη. Με επιστολή του ημερομηνίας 15.10.2008 ο Δήμος ενημέρωσε τους εφεσίβλητους ότι η αίτησή τους δεν μπορούσε να προωθηθεί πριν την ολοκλήρωση μελέτης για υπαλλακτική όδευση δρόμου πρωταρχικής σημασίας που επηρεάζει το τεμάχιό τους.
Οι εφεσίβλητοι, με επιστολή τους ημερομηνίας 18.10.2008, ζήτησαν να πληροφορηθούν πότε θα εξεταζόταν η αίτησή τους, αφού τυχόν καθυστέρηση έφερε τον κίνδυνο ο εφεσείων να υποχρεωθεί στην καταβολή αποζημιώσεων σε πελάτες τους αγοραστές. Ο Δήμος, με επιστολή ημερομηνίας 9.12.2008, πληροφόρησε τους εφεσίβλητους ότι ανέμενε τα τελικά σχέδια όδευσης του δρόμου και ότι «επί του παρόντος» δεν μπορούσε να μελετηθεί η αίτηση γιατί «από τα ενώπιον μας μέχρι σήμερα δεδομένα υπάρχουν σοβαρές πιθανότητες επηρεασμού του τεμαχίου σας».
Ακολούθησε στις 10.2.2009 η προσφυγή από τους εφεσίβλητους, οι οποίοι παραπονούνταν για την παράλειψη του Δήμου να εξετάσει την αίτησή τους. Με παραπομπή στη Δήμος Αραδίππου v. Θεοδούλου (2001) 3(Α) Α.Α.Δ. 778, το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε πως «η εξουσία του Δήμου, με βάση τις πρόνοιες του περί Ρυθμίσεως Οδών και Οικοδομών Νόμου Κεφ. 96, περιοριζόταν μόνο στην επιβολή, ενδεχομένως, όρων σχετικών με τις ανάγκες πραγμάτωσης της ανάπτυξης που εγκρίθηκε από την πολεοδομική αρχή, στα πλαίσια πάντοτε των όρων της πολεοδομικής άδειας».
Το Δικαστήριο αποδεχόμενο την προσφυγή κατέληξε ως ακολούθως:
«Στην προκείμενη περίπτωση ο καθ' ου η αίτηση Δήμος καθ' υπέρβαση εξουσίας, συνέδεσε τη μελέτη της αίτησης για άδεια οικοδομής με το θέμα της όδευσης δρόμου που ενδεχομένως θα επηρέαζε το τεμάχιο των αιτητών. Η παράλειψη του Δήμου να προχωρήσει στη μελέτη της αίτησης με βάση το ισχύον κατά τον ουσιώδη χρόνο πραγματικό και νομικό καθεστώς συνιστά παράλειψη οφειλόμενης ενέργειας η οποία επηρεάζει δυσμενώς το συμφέρον των αιτητών. Ο καθ' ου η αίτηση είχε υποχρέωση να εξετάσει την αίτηση και να αποφασίσει αναλόγως έτσι ώστε να πληροφορηθούν οι αιτητές κατά πόσο θα εκδιδόταν και υπό ποίους όρους η άδεια οικοδομής που ζήτησαν. Αυτήν άλλωστε την υποχρέωση επιβάλλεται να τηρούν όλα τα διοικητικά όργανα με βάση την αρχή της χρηστής διοίκησης. Η κάτω από αυτές τις περιστάσεις παράλειψη του Δήμου να εξετάσει την αίτηση συνιστά παράλειψη οφειλόμενης ενέργειας. Συνεπώς πρέπει να τύχει εν προκειμένω εφαρμογής η παράγραφος 146.4(γ) του Συντάγματος».
Με την παρούσα, ο εφεσείων εγείρει δύο λόγους έφεσης: Εσφαλμένα έκρινε το πρωτόδικο Δικαστήριο ότι (α) η καθυστέρηση στην εξέταση της αίτησης άδειας οικοδομής συνιστά παράλειψη οφειλόμενης ενέργειας και (β) ο εφεσείων λειτούργησε καθ' υπέρβαση εξουσίας, συνδέοντας τη μελέτη της αίτησης για άδεια οικοδομής με το θέμα της όδευσης δρόμου που ενδεχομένως θα επηρέαζε το τεμάχιο των αιτητών.
Ο εφεσείων εισηγείται πως ορθά και δικαιολογημένα καθυστέρησε η εξέταση της αίτησης για έκδοση άδειας οικοδομής ενόψει της μελέτης όδευσης δρόμου και ότι δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις στη βάση των οποίων θα θεμελιωνόταν παράλειψη οφειλόμενης ενέργειας. Ο Δήμος, δε, έδρασε κατά τον ουσιώδη χρόνο συμμορφούμενος με το Άρθρο 29 του Συντάγματος.
Οι εφεσίβλητοι επισημαίνουν πως με δεδομένο ότι η πολεοδομική άδεια δεν είχε ανακληθεί, η εξέταση της άδειας οικοδομής και η χορήγησή της, εφόσον ικανοποιούνταν οι νόμιμες προϋποθέσεις, δεν ανάγεται στη διακριτική ευχέρεια του αρμόδιου οργάνου, αλλά αποτελεί υποχρέωσή του. Παρατηρούν, περαιτέρω, ότι ο Δήμος δεν επικαλέστηκε ότι η παράλειψή του ενέπιπτε στο χρονικό πλαίσιο του εύλογου χρόνου εξέτασης. Αντίθετα, παραδέχεται ότι καθυστέρησε και καθυστερούσε εν αναμονή της εκπόνησης της σχετικής μελέτης. Με παραπομπή στη Δήμος Αραδίππου v. Θεοδούλου (πιο πάνω) και στη Ζαντή v. Επάρχου Λευκωσίας (1992) 4 Α.Α.Δ. 4841 εισηγούνται πως η εξουσία της αρμόδιας Αρχής περιορίζεται στον καθορισμό των όρων εκτέλεσης της πολεοδομικής άδειας.
Η ενημέρωση της οποίας έτυχαν οι εφεσίβλητοι πως ο Δήμος δεν μπορούσε να προχωρήσει στη μελέτη της αίτησης για έκδοση άδειας οικοδομής, λόγω των πιθανοτήτων επηρεασμού του τεμαχίου τους, άφηνε τους εφεσίβλητους στο άγνωστο ως προς το πότε θα εξεταζόταν εν τέλει η αίτησή τους. Αυτό δεν μπορεί παρά να θεωρηθεί ως παράλειψη οφειλόμενης ενέργειας. Τα λεχθέντα στην υπόθεση Δημοτικό Συμβούλιο Γεροσκήπου κ.ά. v. Υπουργικού Συμβουλίου κ.ά. (1996) 3 Α.Α.Δ. 389 ότι «παράλειψη συμμόρφωσης επέρχεται σε περίπτωση που η αρμόδια αρχή παραλείπει να εξετάσει την αίτηση και να εκδόσει την απόφασή της», έχουν εφαρμογή και στην παρούσα. Συνακόλουθα, ο πρώτος λόγος έφεσης δεν μπορεί να επιτύχει. Δεν μπορούμε παρά να σημειώσουμε ότι, όπως αναφέρθηκε από την ευπαίδευτη συνήγορο του εφεσείοντα κατά την ακρόαση της έφεσης, έχει ανασταλεί η διαδικασία εκπόνησης της μελέτης που αφορά το οδικό δίκτυο.
Ως προς το δεύτερο λόγο έφεσης, παρατηρούμε ότι στην ισχύουσα πολεοδομική άδεια λήφθηκε υπόψη ο πολεοδομικός σχεδιασμός και δεν υπάρχει περιθώριο παρείσφρησης λόγου συνδεόμενου με οδικό δίκτυο από μέρους του Δήμου. Κατά την έκδοση της άδειας οικοδομής πρέπει, βεβαίως, να τηρούνται «τα επιμέρους κριτήρια που θέτει το Κεφ. 96 καθότι οι δύο άδειες είναι μεν συναφείς ως προς το ευρύτερο αντικείμενο της επιδιωκόμενης ανάπτυξης, διατηρούν όμως την αυτοτέλεια τους ως χωριστές διοικητικές πράξεις και έχουν χωριστά κριτήρια για την έκδοση έκαστης εξ αυτών, είτε με βάση τον περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμο του 1972, είτε με βάση το Κεφ. 96. (Βασιλείου v. Δημοκρατίας (2002) 3 Α.Α.Δ. 485)». (Νικόλα κ.ά. v. Δήμου Λευκωσίας (2010) 3 Α.Α.Δ. 47).
Όμως, καθώς περαιτέρω κρίθηκε στη Νικόλα κ.ά. v. Δήμου Λευκωσίας, ανωτέρω, «Η νομολογία πράγματι αναγνωρίζει ότι η πολεοδομική άδεια αποτελεί το θεμέλιο για μια προτεινόμενη ανάπτυξη και ότι με δοσμένους τους όρους που τίθενται σ' αυτή, η άδεια οικοδομής μπορεί να επιβάλει όρους όχι προς υποκατάσταση ή αντίκρουση αυτών της πολεοδομικής άδειας, αλλά μόνο προορισμένους για τις ανάγκες πραγμάτωσης της συγκεκριμένης ανάπτυξης, η οποία ήδη ικανοποίησε τους ευρύτερους πολεοδομικούς σχεδιασμούς. Με άλλα λόγια, η εξέταση μιας αίτησης προς χορήγηση οικοδομικής άδειας, γίνεται υπό το πρίσμα της προηγηθείσας πολεοδομικής άδειας». (υπογράμμιση δική μας)
Ενόψει των πιο πάνω, η έφεση απορρίπτεται, με €2.500, πλέον ΦΠΑ, έξοδα εναντίον του εφεσείοντα.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.