ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ECLI:CY:AD:2017:C178

(2017) 3 ΑΑΔ 469

17 Μαΐου, 2017

 

[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, ΠΑΝΑΓΗ, ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ,

ΓΙΑΣΕΜΗΣ, ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ/στές]

 

(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 163/2014)

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

 

Εφεσείοντες - Καθ' ων η αίτηση,

 

v.

 

ΜΑΡΙΟΥ ΚΟΥΤΣΟΦΤΑ,

 

Εφεσιβλήτου - Αιτητή.

 

 

(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 172/2014)

 

ΔΗΜΗΤΡΑ ΠΑΠΑΣΤΕΦΑΝΟΥ,

 

Εφεσείουσα - Ενδιαφερόμενο Μέρος 2,

 

v.

 

ΜΑΡΙΟΥ ΚΟΥΤΣΟΦΤΑ,

 

      Εφεσιβλήτου - Αιτητή,

 

και

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

 

Καθ' ων η αίτηση.

 

(Αναθεωρητικές Εφέσεις Αρ. 163/2014,172/2014)

 

 

Δημόσιοι Υπάλληλοι ― Διορισμοί ― Προφορική εξέταση ― Αιτιολογία των εντυπώσεων από την διεξαγωγή της και η κατά νόμον βαρύτητα που δύναται να αποδίδεται στα αποτελέσματά της ― Και οι δύο πτυχές κρίθηκαν σύννομες στην εξετασθείσα υπόθεση ― Περιστάσεις.

 

Η Δημοκρατία και το ένα εκ των ενδιαφερομένων μερών αξίωσε την ανατροπή της πρωτόδικης απόφασης, με την οποία ακυρώθηκε μερικώς η απόφαση της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας σε σχέση με τον διορισμό των Αγγελική Κάρνου και Δήμητρα Παπαστεφάνου για τη θέση δικηγόρου της Δημοκρατίας.

 

Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, απορρίπτοντας την έφεση, αποφάσισε ότι:

 

Στο πλαίσιο της πρωτόδικης απόφασης, θεωρήθηκε ότι πρώτιστο ζητούμενο ήταν η επάρκεια της αιτιολογίας της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας για την επιλογή των ενδιαφερομένων προσώπων, τα οποία, στη βάση του συνόλου των νομίμων και νομολογημένων κριτηρίων, αξιολογήθηκαν, από τη Συμβουλευτική Επιτροπή, σε κατώτερο επίπεδο από ό,τι αξιολογήθηκε ο εφεσίβλητος. Κρίθηκε ότι η σχετική απόφαση της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας δεν ήταν αρκούντως αιτιολογημένη.

 

Οι εφεσείοντες στην Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 163/2014, (οι εφεσείοντες), αμφισβητούν την ορθότητα της εν λόγω πρωτόδικης κρίσης. Να σημειωθεί δε πως είναι με την εισήγησή τους που ακολουθεί, που συμπίπτει, κυρίως, ο μοναδικός λόγος έφεσης που προβάλλεται με την Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 172/2014. Επισημαίνουν, λοιπόν, εν πρώτοις, οι εφεσείοντες ότι η διαφορά στην απόδοση, κατά την προφορική εξέταση ενώπιον της Συμβουλευτικής Επιτροπής, μεταξύ του εφεσίβλητου, («εξαίρετος»), και των ενδιαφερομένων προσώπων Αγγελική Κάρνου και Δήμητρα Παπαστεφάνου, («σχεδόν εξαίρετη» και «πάρα πολύ καλή», αντίστοιχα), κρίθηκε από τη νομολογία ως οριακή, οδηγούσα, ουσιαστικά, σε ισοδυναμία τους. Θεωρούν, ωστόσο, εσφαλμένη την κρίση του εκδικάσαντος Δικαστηρίου ότι η επιλογή των ενδιαφερομένων προσώπων βασίστηκε, αποκλειστικά, στην υπέρ τους οριακή διαφορά κατά την προφορική εξέταση ενώπιον της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας. Σημειώνουν δε πως, εν πάση περιπτώσει, η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας, ως το διορίζον όργανο, είχε την αποφασιστική αρμοδιότητα να αξιολογήσει τους υποψηφίους, στη βάση των θεσμικών κριτηρίων του Νόμου.

 

Η σημασία των προφορικών εξετάσεων, για την πλήρωση θέσεων πρώτου διορισμού, όπως οι υπό αναφορά, αποτέλεσε αντικείμενο πολλών δικαστικών αποφάσεων.

 

Στην παρούσα περίπτωση, δεδομένης της ισοδυναμίας, ουσιαστικά, του εφεσίβλητου και των ενδιαφερομένων προσώπων στο κριτήριο των προσόντων (και οι τρεις κατείχαν όχι μόνο τα απαιτούμενα από το σχέδιο υπηρεσίας προσόντα αλλά και το προβλεπόμενο σε αυτό πλεονέκτημα), η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας, κατά την άσκηση της διακριτικής της ευχέρειας, είχε να σταθμίσει τη σημασία, από τη μια, της οριακής υπεροχής του εφεσίβλητου ενώπιον της Συμβουλευτικής Επιτροπής και, από την άλλη, της καλύτερης απόδοσης των ενδιαφερομένων προσώπων κατά την ενώπιόν της προφορική εξέταση.

 

Συγκεκριμένα, ο εφεσίβλητος αξιολογήθηκε από το Γενικό Εισαγγελέα ως «πάρα πολύ καλός», ενώ τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα Αγγελική Κάρνου και Δήμητρα Παπαστεφάνου, ως «σχεδόν εξαίρετα». Υπό το φως των πιο πάνω δεδομένων, η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου έκρινε ότι είναι εσφαλμένη η κρίση του εκδικάσαντος Δικαστηρίου ότι η επιλογή των ενδιαφερομένων προσώπων βασίστηκε, αποκλειστικά, στην υπέρ τους οριακή διαφορά κατά την προφορική εξέταση ενώπιον της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας.

 

Πέραν αυτού, επισημάνθηκε πως η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας δεν περιορίστηκε στον απλό χαρακτηρισμό της απόδοσης του κάθε υποψήφιου κατά την ενώπιόν της προφορική εξέταση. Παρέθεσε και ειδικά σχόλια, ανάλογα με την περίπτωση, για να τεκμηριώσει την άποψή της για τον κάθε ένα. 

 

Τέλος, οι εφεσείοντες, με συγκεκριμένο λόγο έφεσης, προβάλλουν ότι εσφαλμένα το εκδικάσαν Δικαστήριο έκρινε ότι η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας είχε υποχρέωση να αιτιολογήσει την απόκλισή της από τη σύσταση της Συμβουλευτικής Επιτροπής και ότι η τελική απόφασή της, ως προς την επιλογή των ενδιαφερομένων προσώπων, ήταν αναιτιολόγητη. Κατ' αρχάς, το Άρθρο 33 του Ν. 1/1990, το οποίο, όπως έχει προαναφερθεί, διέπει την πλήρωση των υπό αναφορά θέσεων, δεν επιβάλλει τέτοια υποχρέωση, ούτε απαιτεί συμμόρφωση της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας με τις συστάσεις της Συμβουλευτικής Επιτροπής.

 

Η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας είναι το αποφασίζον όργανο, έχουσα τον προεξάρχοντα ρόλο στη διαδικασία διορισμού, ενώ η Συμβουλευτική Επιτροπή, όπως προκύπτει, προδήλως, και από την ονομασία της, έχει συμβουλευτικό ρόλο.

 

Οι εφέσεις επέτυχαν με έξοδα.

 

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

 

Κωνσταντίνου κ.ά. v. Νικολάου κ.ά. (2007) 3 Α.Α.Δ. 18,

Ιωαννίδου v. Δημοκρατίας (2007) 3 Α.Α.Δ. 377.

 

Εφέσεις.

 

Εφέσεις από τους Καθ' ων η αίτηση (Αναθεωρητική Έφεση 163/2014) και Ενδιαφερόμενο Μέρος 2 (Αναθεωρητική Έφεση 172/2014) εναντίον της απόφασης Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Πασχαλίδης, Δ.), (Υπόθεση Αρ. 1377/2012), ημερ. 11/11/2014.

 

Σ. Ανδρέου, για τους Εφεσείοντες στην Αναθεωρητική Έφεση 163/2014 και για τους Καθ' ων η αίτηση στην Αναθεωρητική Έφεση 172/2014.

 

Δήμητρα Παπαστεφάνου - Εφεσείουσα στην Αναθεωρητική Έφεση 172/2014. και Ενδιαφερόμενο Πρόσωπο 2 στην Αναθεωρητική Έφεση 163/2014 παρουσιάζεται προσωπικά.

 

Δ. Νικολετόπουλος, για τον Εφεσίβλητο και στις δύο εφέσεις.

.

Α. Κωνσταντίνου, για το Ενδιαφερόμενο Πρόσωπο 1 και στις δύο εφέσεις.

 

Αγγελική Κάρνου - Ενδιαφερόμενο Πρόσωπο 1 - παρούσα.

 

Cur. adv. vult.

 

ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Γ.Ν. Γιασεμής.

 

ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.: Η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας, η Ε.Δ.Υ., μετά από επανεξέταση*, αποφάσισε, στις 21.5.2012, το διορισμό τεσσάρων προσώπων στη μόνιμη θέση Δικηγόρου της Δημοκρατίας, Νομική Υπηρεσία. Ο διορισμός τους θα ίσχυε από τις 3.3.2009. Υποψήφιος για την πιο πάνω θέση ήταν και ο εφεσίβλητος, Μάριος Κουτσόφτας, ο οποίος, όμως, δεν έτυχε διορισμού.  Μη ικανοποιηθείς από την πιο πάνω απόφαση της Ε.Δ.Υ., καταχώρισε την προσφυγή αρ. 1377/2012, η οποία στέφθηκε, μερικώς, με επιτυχία. Συγκεκριμένα, η απόφαση ακυρώθηκε σε σχέση με τις διορισθείσες Αγγελική Κάρνου και Δήμητρα Παπαστεφάνου, (τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα), ενώ παρέμεινε σε ισχύ για τις άλλες δύο διορισθείσες.

Οι παρούσες δύο εφέσεις, οι οποίες συνεκδικάστηκαν, στρέφονται κατά του πιο πάνω ακυρωτικού μέρους της πρωτόδικης απόφασης. Καταχωρίστηκαν: η υπ' αρ. 163/2014, από την Κυπριακή Δημοκρατία και η υπ' αρ. 172/2014, από το ενδιαφερόμενο πρόσωπο Δήμητρα Παπαστεφάνου. Ο μοναδικός λόγος έφεσης, τον οποίο προβάλλει η κ. Παπαστεφάνου, καλύπτεται, στην ουσία του, από το λόγο που προβάλλει στην έφεσή της η Δημοκρατία αναφορικά με το θέμα της επάρκειας της αιτιολόγησης της Ε.Δ.Υ., δεδομένης της απόκλισής της από τη σύσταση της Συμβουλευτικής Επιτροπής. Το άλλο ενδιαφερόμενο πρόσωπο, Αγγελική Κάρνου, δεν καταχώρισε έφεση, εκπροσωπήθηκε, όμως, στη διαδικασία, υπό την πιο πάνω ιδιότητά του, από συνήγορο της επιλογής του.

 

Όσον αφορά τα γεγονότα της υπόθεσης αυτής, να αναφερθεί, κατ' αρχάς, ότι οι εν λόγω θέσεις ανήκουν στη Δημόσια Υπηρεσία και είναι πρώτου διορισμού. Ως εκ τούτου, η πλήρωσή τους διέπετο από το Άρθρο 33 του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου του 1990, (Ν. 1/1990), (όπως αυτός έχει τροποποιηθεί). Κατά συνέπεια, τον πρώτο λόγο για τον πιο πάνω σκοπό είχε η αρμόδια Συμβουλευτική Επιτροπή. Πρόεδρός της ήταν ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, ο κατά το Σύνταγμα, Άρθρο 112.2, προϊστάμενος της Νομικής Υπηρεσίας.

 

Η Συμβουλευτική Επιτροπή, ενεργώντας κατά τα προβλεπόμενα στο εδάφιο (6)* του Άρθρου 33 του Ν. 1/1990, προέβη στον καταρτισμό αιτιολογημένης έκθεσης για όλους τους υποψηφίους που είχαν υποβάλει αίτηση για διορισμό στις εν λόγω θέσεις.  Ακολούθως, την απέστειλε στην Ε.Δ.Υ., μαζί με προκαταρκτικό κατάλογο, στον οποίο περιέλαβε τα ονόματα των υποψηφίων που, κατά την κρίση της, ήταν οι καταλληλότεροι για διορισμό. Ο εφεσίβλητος και τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα ήταν μεταξύ αυτών.  Αξιολογήθηκαν δε, όπως προκύπτει από την εν λόγω έκθεση, ως εξής:- 

«Κουτσόφτας Μάριος: Αξιολογήθηκε στην προφορική εξέταση ως Σχεδόν Εξαίρετος, διαθέτει πλεονέκτημα. Αξιολογείται ως Εξαίρετος.»

 

«Κάρνου Αγγελική: Αξιολογήθηκε στην προφορική εξέταση ως Πάρα Πολύ Καλή, διαθέτει πλεονέκτημα. Αξιολογείται ως Σχεδόν Εξαίρετη.»

 

«Παπαστεφάνου Δήμητρα: Αξιολογήθηκε στην προφορική εξέταση ως Πολύ Καλή, διαθέτει πλεονέκτημα. Αξιολογείται ως Πάρα Πολύ Καλή.»

 

Η Ε.Δ.Υ., αφού έλεγξε τους υποψηφίους που περιλαμβάνονταν στον προκαταρκτικό κατάλογο της Συμβουλευτικής Επιτροπής με βάση, κυρίως, τα προβλεπόμενα στο εδάφιο (6) του Άρθρου 33, κατάρτισε η ίδια τον τελικό κατάλογο των πιο κατάλληλων για διορισμό υποψηφίων. Στη συνέχεια, κάλεσε τους υποψηφίους του καταλόγου αυτού σε προφορική εξέταση και, κατ' εφαρμογή του εδαφίου (11)* του Άρθρου 33, προέβη στην «τελική επιλογή» και στο «διορισμό των καλύτερων υποψηφίων», μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονταν τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα. Αιτιολόγησε δε την υπό αναφορά απόφασή της, σε σχέση με αυτά και τον εφεσίβλητο, ως εξής:-

 

«Η Επιτροπή επιλέγοντας την Κάρνου Αγγελική, ομόφωνα, έλαβε υπόψη ότι αυτή αξιολογήθηκε ως Σχεδόν Εξαίρετη από τη Συμβουλευτική Επιτροπή, στην τελική της αξιολόγηση, και ως Εξαίρετη κατά πλειοψηφία από την Επιτροπή με την προηγούμενή της σύνθεση, κατά την ενώπιον της Επιτροπής προφορική εξέταση, στο υψηλότερο δηλαδή επίπεδο αξιολόγησής της, και διαθέτει το πλεονέκτημα της υπό πλήρωση θέσης.

 

Η πλειοψηφία της Επιτροπής (κ.κ. Κ. Φλουρέντζου-Μελισσηνού, Α. Παπαδόπουλος, Σ. Χατζηγιάννης και Χρ. Χριστοφόρου), επιλέγοντας την Παπαστεφάνου Δήμητρα, έλαβε υπόψη ότι αυτή αξιολογήθηκε ως Πάρα Πολύ Καλή από τη Συμβουλευτική Επιτροπή, στην τελική της αξιολόγηση, και ως Εξαίρετη κατά πλειοψηφία από την Επιτροπή με την προηγούμενή της σύνθεση, κατά την ενώπιον της Επιτροπής προφορική εξέταση, στο υψηλότερο δηλαδή επίπεδο αξιολόγησής της, και διαθέτει το πλεονέκτημα της υπό πλήρωση θέσης.

 

Ο Πρόεδρος κ. Π. Παπαγεωργίου διαφώνησε με την απόφαση της πλειοψηφίας της Επιτροπής για επιλογή της Παπαστεφάνου Δήμητρας, την οποίαν αυτός αξιολόγησε ως Πάρα Πολύ Καλή, και αντ' αυτής υποστηρίζει την επιλογή του Κουτσόφτα Μάριου, ο οποίος αξιολογήθηκε από τη Συμβουλευτική Επιτροπή, στην τελική της αξιολόγηση, ως Εξαίρετος και από την Επιτροπή με την προηγούμενή της σύνθεση, στην ενώπιόν της προφορική εξέταση, ως Πάρα πολύ καλός αξιολογηθείς δηλαδή από τη Συμβουλευτική Επιτροπή σε υψηλότερο επίπεδο αξιολόγησης από την Παπαστεφάνου, και διαθέτει και αυτός το πλεονέκτημα της υπό πλήρωση θέσης.»

 

Υπό το φως των σχετικών γεγονότων, τα οποία παρατίθενται πιο πάνω, η απόφαση, ανωτέρω, της Ε.Δ.Υ. σε σχέση με τους προαναφερθέντες τρεις υποψηφίους ήταν, πραγματικά, οριακή. Εγείρεται δε, συνεπεία αυτού, ως μείζον θέμα, κατά πόσο ορθώς υπερίσχυσε στην κρίση του εκδικάσαντος Δικαστηρίου η αξιολόγηση των υποψηφίων που είχε διενεργηθεί από τη Συμβουλευτική Επιτροπή, έναντι αυτής που είχε διενεργηθεί από την Ε.Δ.Υ., η οποία χαρακτηρίζει την υπό αναφορά απόφασή της. Αυτό δε εξετάζεται σε δύο, ουσιαστικά, λόγους, στους οποίους οι τέσσερις λόγοι έφεσης της Αναθεωρητικής Έφεσης Αρ. 163/2014 έχουν, με εισήγηση του συνηγόρου των εφεσειόντων, συμπτυχθεί.

 

Στο πλαίσιο της πρωτόδικης απόφασης, θεωρήθηκε ότι πρώτιστο ζητούμενο ήταν η επάρκεια της αιτιολογίας της Ε.Δ.Υ. για την επιλογή των ενδιαφερομένων προσώπων, τα οποία, στη βάση του συνόλου των νομίμων και νομολογημένων κριτηρίων, αξιολογήθηκαν, από τη Συμβουλευτική Επιτροπή, σε κατώτερο επίπεδο από ό,τι αξιολογήθηκε ο εφεσίβλητος. Κρίθηκε ότι η σχετική απόφαση της Ε.Δ.Υ. δεν ήταν αρκούντως αιτιολογημένη.

 

Οι εφεσείοντες στην Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 163/2014, (οι εφεσείοντες), αμφισβητούν την ορθότητα της εν λόγω πρωτόδικης κρίσης. Να σημειωθεί δε πως είναι με την εισήγησή τους που ακολουθεί, που συμπίπτει, κυρίως, ο μοναδικός λόγος έφεσης που προβάλλεται με την Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 172/2014. Επισημαίνουν, λοιπόν, εν πρώτοις, οι εφεσείοντες ότι η διαφορά στην απόδοση, κατά την προφορική εξέταση ενώπιον της Συμβουλευτικής Επιτροπής, μεταξύ του εφεσίβλητου, («εξαίρετος»), και των ενδιαφερομένων προσώπων Αγγελική Κάρνου και Δήμητρα Παπαστεφάνου, («σχεδόν εξαίρετη» και «πάρα πολύ καλή», αντίστοιχα), κρίθηκε από τη νομολογία ως οριακή, οδηγούσα, ουσιαστικά, σε ισοδυναμία τους. Θεωρούν, ωστόσο, εσφαλμένη την κρίση του εκδικάσαντος Δικαστηρίου ότι η επιλογή των ενδιαφερομένων προσώπων βασίστηκε, αποκλειστικά, στην υπέρ τους οριακή διαφορά κατά την προφορική εξέταση ενώπιον της Ε.Δ.Υ. Σημειώνουν δε πως, εν πάση περιπτώσει, η Ε.Δ.Υ., ως το διορίζον όργανο, είχε την αποφασιστική αρμοδιότητα να αξιολογήσει τους υποψηφίους, στη βάση των θεσμικών κριτηρίων του Νόμου.

 

Κατά τον ευπαίδευτο συνήγορο των εφεσειόντων, ειδικά, η παρατεθείσα, ανωτέρω, υπεροχή του εφεσίβλητου κατά την προφορική εξέταση ενώπιον της Συμβουλευτικής Επιτροπής δεν καθιστά την τελική απόφαση επιλογής των ενδιαφερομένων προσώπων, ως των καλύτερων, μεταξύ άλλων, υποψηφίων, μη επαρκώς αιτιολογημένη. Άλλωστε, την ίδια υπεροχή, που διέθετε ο εφεσίβλητος στην αξιολόγηση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, η οποία χαρακτηρίστηκε από το εκδικάσαν Δικαστήριο ως υπέρτερη, διέθετε και το ενδιαφερόμενο πρόσωπο Δήμητρα Παπαστεφάνου στην ενώπιον της Ε.Δ.Υ. αξιολόγηση αξιολογήθηκε από την πλειοψηφία αυτής ως, καθόλα, «εξαίρετο», ενώ ο εφεσίβλητος αξιολογήθηκε, επίσης από την πλειοψηφία της, ως «πάρα πολύ καλός». Όσον αφορά δε το ενδιαφερόμενο πρόσωπο Αγγελική Κάρνου, η διαφορά του, σε σύγκριση με τον εφεσίβλητο, ήταν ακόμη μεγαλύτερη, αφού αυτό κρίθηκε ως «εξαίρετο» και από τις δύο Επιτροπές, Συμβουλευτική και Ε.Δ.Υ. Περαιτέρω, σύμφωνα με το συνήγορο, εφόσον οι υπό αναφορά θέσεις είναι πρώτου διορισμού, οι προφορικές εξετάσεις και, ειδικότερα, εκείνες ενώπιον της Ε.Δ.Υ. έχουν εξέχουσα θέση, αποτελώντας ένα πρόσθετο σημαντικό στοιχείο για τη διάγνωση της αξίας και της καταλληλότητας των υποψηφίων. Επικαλέστηκε, συναφώς, προς τούτο, τις αποφάσεις της Ολομέλειας στις υποθέσεις Κωνσταντίνου κ.ά. v. Νικολάου κ.ά. (2007) 3 Α.Α.Δ. 18 και Ιωαννίδου v. Δημοκρατίας (2007) 3 Α.Α.Δ. 377.

 

Ο ευπαίδευτος συνήγορος του εφεσίβλητου, επικαλούμενος το, κατά περίπτωση, αιτιολογικό της Ε.Δ.Υ. για το διορισμό των ενδιαφερομένων προσώπων, αντιτείνει ότι παραβιάστηκε το ενιαίο μέτρο κρίσης, γιατί δεν προσδόθηκε ομοιόμορφη βαρύτητα στην αξιολόγησή τους από τη Συμβουλευτική Επιτροπή, γεγονός που κατέστησε αντιφατική και αόριστη την τελική απόφαση. Σύμφωνα με την εισήγησή του, η Συμβουλευτική Επιτροπή αποτελεί ένα εξειδικευμένο όργανο, η δε διαδικασία ενώπιόν της αποσκοπεί στον προσδιορισμό της αντικειμενικής αξίας των υποψηφίων, η οποία ενισχύεται από την κρίση της. Συνεπώς, συνεχίζει η εισήγηση, εσφαλμένα αγνοήθηκε, εν προκειμένω, η κρίση της Συμβουλευτικής Επιτροπής και η τελική αξιολόγησή της για τον εφεσίβλητο και τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα. Όπως δε υπογραμμίζει, η οριακή διαφορά υπέρ των ενδιαφερομένων προσώπων, κατά την ενώπιον της Ε.Δ.Υ. προφορική εξέταση, δε συνιστά επαρκή αιτιολογία απόκλισης από την τελική κρίση της Συμβουλευτικής Επιτροπής.

 

Η σημασία των προφορικών εξετάσεων, για την πλήρωση θέσεων πρώτου διορισμού, όπως οι υπό αναφορά, αποτέλεσε αντικείμενο πολλών δικαστικών αποφάσεων. Ενδεικτικό της σημασίας της απόδοσης των υποψηφίων κατά την ενώπιον της Ε.Δ.Υ. προφορική εξέταση είναι το ακόλουθο απόσπασμα από την απόφαση στην Κωνσταντίνου κ.ά. v. Νικολάου κ.ά., ανωτέρω, στη σελίδα 25:-

 

«Σύμφωνα με τη νομολογία, η απόδοση των υποψηφίων κατά την ενώπιον της Ε.Δ.Υ. προφορική εξέταση λαμβάνεται υπόψη για σκοπούς αξιολόγησης και διακρίβωσης της αξίας τους. Η υπεροχή τους στην προφορική εξέταση ενώπιόν της ήταν στοιχείο που ανάγεται στην αξία, η οποία αποτελεί βασικό κριτήριο. Συμφωνούμε ότι οι θέσεις δεν ήταν από τις ψηλές στην ιεραρχία, αυτό όμως δε μείωνε τη σημασία των αποτελεσμάτων της προφορικής εξέτασης ενώπιον της Ε.Δ.Υ., ενόψει των καθηκόντων και ευθυνών της θέσης στην κρινόμενη υπόθεση. Κατά την άποψή μας, δεν υπήρξε πλημμέλεια. Η Ε.Δ.Υ. αντίκρισε τα δεδομένα μέσα στα όρια της πλατιάς διακριτικής εξουσίας την οποία έχει και, επομένως, δε δικαιολογείται δικαστική επέμβαση.»

 

Στην παρούσα περίπτωση, δεδομένης της ισοδυναμίας, ουσιαστικά, του εφεσίβλητου και των ενδιαφερομένων προσώπων στο κριτήριο των προσόντων (και οι τρεις κατείχαν όχι μόνο τα απαιτούμενα από το σχέδιο υπηρεσίας προσόντα αλλά και το προβλεπόμενο σε αυτό πλεονέκτημα), η Ε.Δ.Υ., κατά την άσκηση της διακριτικής της ευχέρειας, είχε να σταθμίσει τη σημασία, από τη μια, της οριακής υπεροχής του εφεσίβλητου ενώπιον της Συμβουλευτικής Επιτροπής και, από την άλλη, της καλύτερης απόδοσης των ενδιαφερομένων προσώπων κατά την ενώπιόν της προφορική εξέταση.

 

Η σχετική νομολογία και, ειδικά, το απόσπασμα από την υπόθεση Κωνσταντίνου κ.ά. v. Νικολάου κ.ά., που παρατίθεται πιο πάνω, δίδουν το αναγκαίο έρεισμα στην ορθή επιλογή της Ε.Δ.Υ. για διορισμό των ενδιαφερομένων προσώπων στη θέση Δικηγόρου της Δημοκρατίας, Νομική Υπηρεσία, ιδιαίτερα, μάλιστα, αν ληφθεί υπόψη ότι αυτά, πέραν της υπεροχής τους έναντι του εφεσίβλητου ενώπιόν της, είχαν υπέρ τους και την καλύτερη αξιολόγηση του Γενικού Εισαγγελέα, ο οποίος μετείχε στην προφορική εξέταση. Συγκεκριμένα, ο εφεσίβλητος αξιολογήθηκε από το Γενικό Εισαγγελέα ως «πάρα πολύ καλός», ενώ τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα Αγγελική Κάρνου και Δήμητρα Παπαστεφάνου, ως «σχεδόν εξαίρετα». Υπό το φως των πιο πάνω δεδομένων, κρίνεται εσφαλμένη η κρίση του εκδικάσαντος Δικαστηρίου ότι η επιλογή των ενδιαφερομένων προσώπων βασίστηκε, αποκλειστικά, στην υπέρ τους οριακή διαφορά κατά την προφορική εξέταση ενώπιον της Ε.Δ.Υ.

 

Συναφής με την πιο πάνω πτυχή είναι και η εισήγηση ότι το εκδικάσαν Δικαστήριο έσφαλε, αποφασίζοντας ότι η τελική απόφαση της Ε.Δ.Υ., που οδήγησε στην επιλογή των ενδιαφερομένων προσώπων, ήταν, ουσιαστικά, αναιτιολόγητη. Η εικόνα των ενδιαφερομένων προσώπων και του εφεσίβλητου, σε σχέση με τα κριτήρια επιλογής, έχει, ήδη, καταγραφεί, όπως έχουν, επίσης, καταγραφεί και όλα τα στοιχεία που είχε ενώπιόν της η Ε.Δ.Υ., προκειμένου αυτή να επιλέξει τους καλύτερους υποψηφίους. Τα όσα δε, σχετικά, προαναφέρθηκαν αιτιολογούν πλήρως την επιλογή των ενδιαφερομένων προσώπων.

 

Πέραν αυτού, επισημαίνεται πως η Ε.Δ.Υ. δεν περιορίστηκε στον απλό χαρακτηρισμό της απόδοσης του κάθε υποψήφιου κατά την ενώπιόν της προφορική εξέταση. Παρέθεσε και ειδικά σχόλια, ανάλογα με την περίπτωση, για να τεκμηριώσει την άποψή της για τον κάθε ένα. Για τον εφεσίβλητο, διαπίστωσε και ορισμένα αρνητικά δεδομένα συγκεκριμένα ότι: «Στο πεδίο των αδυναμιών του υστέρησε τόσο σε σαφήνεια τοποθετήσεων όσο και σε επιχειρηματολογία». Η νομολογία θεωρεί ως αιτιολογημένη την αξιολόγηση της απόδοσης κατά την προφορική εξέταση, ακόμα και όταν καταγράφονται αρνητικά σχόλια για τον αξιολογούμενο υποψήφιο. Απόλυτα σχετική επί τούτου είναι η απόφαση στην υπόθεση Ιωαννίδου v. Δημοκρατίας, ανωτέρω, στη σελίδα 383.

 

Τέλος, οι εφεσείοντες, με συγκεκριμένο λόγο έφεσης, προβάλλουν ότι εσφαλμένα το εκδικάσαν Δικαστήριο έκρινε ότι η Ε.Δ.Υ. είχε υποχρέωση να αιτιολογήσει την απόκλισή της από τη σύσταση της Συμβουλευτικής Επιτροπής και ότι η τελική απόφασή της, ως προς την επιλογή των ενδιαφερομένων προσώπων, ήταν αναιτιολόγητη. Κατ' αρχάς, το Άρθρο 33 του Ν. 1/1990, το οποίο, όπως έχει προαναφερθεί, διέπει την πλήρωση των υπό αναφορά θέσεων, δεν επιβάλλει τέτοια υποχρέωση, ούτε απαιτεί συμμόρφωση της Ε.Δ.Υ. με τις συστάσεις της Συμβουλευτικής Επιτροπής. Πανομοιότυπος ισχυρισμός προβλήθηκε στην υπόθεση Κωνσταντίνου κ.ά. v. Νικολάου κ.ά. Αντί δε άλλου σχολιασμού, παρατίθεται το ακόλουθο απόσπασμα, από τη σελίδα 25 της σχετικής απόφασης, το οποίο μιλά αφ' εαυτού, και απαντά ευθέως στον εν λόγω ισχυρισμό:-

 

«Ούτε συμμεριζόμαστε την πρωτόδικη άποψη ότι η Ε.Δ.Υ. είχε αδικαιολόγητα αποστεί από τη σύσταση της Συμβουλευτικής.  Ο Νόμος δεν απαιτεί συμμόρφωση της Ε.Δ.Υ. με τις συστάσεις της Συμβουλευτικής, η οποία, στα πλαίσια των αρμοδιοτήτων της - Άρθρο 33(6) του Νόμου, συστήνει μεγαλύτερο αριθμό υποψηφίων από τις κενές θέσεις. Η σύσταση της Συμβουλευτικής, ένα από τα κριτήρια που λαμβάνει υπόψη της η Ε.Δ.Υ., δεν περιορίζει τη διακριτική της εξουσία. Εκείνο που απαιτείται, είναι οι συστάσεις της Συμβουλευτικής να λαμβάνονται υπόψη και, σε περίπτωση διαφωνίας της Ε.Δ.Υ. με αυτές - κάτι που εδώ δε συμβαίνει, δεδομένου ότι εφεσίβλητος και εφεσείοντες συστήνονται - να αιτιολογείται η απόκλιση, της τελικής απόφασης βέβαια ανήκουσας στην Ε.Δ.Υ., ως το όργανο με αποφασιστική αρμοδιότητα. Η Ε.Δ.Υ. ενήργησε εντός των ορίων της εξουσίας της και δεν μπορεί να γίνεται λόγος για παραγνώριση της σύστασης της Συμβουλευτικής. Θεωρούμε ότι παρείχετο έδαφος η πλάστιγγα να κλίνει υπέρ των ενδιαφερομένων μερών, παρά την ψηλότερη συνολική βαθμολογία του εφεσίβλητου από τη Συμβουλευτική.»

 

Στο πιο πάνω απόσπασμα, κατ' ουσία, επισημαίνεται ότι η Ε.Δ.Υ είναι το αποφασίζον όργανο, έχουσα τον προεξάρχοντα ρόλο στη διαδικασία διορισμού, ενώ η Συμβουλευτική Επιτροπή, όπως προκύπτει, προδήλως, και από την ονομασία της, έχει συμβουλευτικό ρόλο, (βλ., επίσης, Ιωαννίδου v. Δημοκρατίας, σελίδα 382).

 

Υπό το φως των πιο πάνω, οι εφέσεις επιτυγχάνουν, η δε πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται και επικυρώνεται η απόφαση της Ε.Δ.Υ. σε σχέση με την εξετασθείσα, ανωτέρω, πτυχή. Επιδικάζονται έξοδα, πρωτόδικα και κατ' έφεση, υπέρ των εφεσειόντων στην Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 163/2014, όπως αυτά θα υπολογιστούν από την Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο, καθώς, επίσης, τα πραγματικά έξοδα της εφεσείουσας στην Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 172/2014.

 

Οι εφέσεις επιτυγχάνουν με έξοδα.



cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο