ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ECLI:CY:AD:2016:C520

(2016) 3 ΑΑΔ 581

14 Νοεμβρίου, 2016

 

[ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ,

ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ/στές]

 

M.K.C. CITY COLLEGE,

 

Εφεσείοντες-Αιτητές,

 

v.

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ

ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ,

 

Εφεσιβλήτου-Καθ' ου η αίτηση.

 

(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 16/2011)

 

 

Έννομο Συμφέρον ― Κολλεγίου να προσφύγει κατά της μη χορήγησης άδειας εισόδου σε αλλοδαπούς υποψήφιους για φοίτηση σ' αυτό.

 

Οι εφεσείοντες αμφισβήτησαν την πρωτόδικη απόφαση, που απέρριψε την προσφυγή τους κατά της άρνησης άδειας εισόδου σε αλλοδαπούς που σκόπευαν να φοιτήσουν στο κολλέγιο τους.

 

Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου απορρίπτοντας την έφεση, αποφάσισε ότι:

 

Η εισήγηση των εφεσειόντων δεν γίνεται αποδεκτή και κρίθηκε πως ότι η πρωτόδικη κρίση είναι ορθή και συνάδει με τη νομολογία. Στην υπόθεση The Philips College v. Δημοκρατίας διά του Υπουργείου Εσωτερικών (2008) 3 Α.Α.Δ. 129, όπου έγινε αναφορά και σε προγενέστερη νομολογία, επικυρώθηκε πρωτόδικη απόφαση με την οποία απορρίφθηκε προσφυγή σε σχέση με την απόρριψη αριθμού αδειών σε αλλοδαπούς και φοίτηση στην ιδιωτική σχολή τριτοβάθμιας εκπαίδευσης των εφεσειόντων, με αναφορά στη μέγιστη καθορισμένη δυναμικότητα των κτηρίων της σχολής, καθότι κρίθηκε ότι δεν αφορούσε εκτελεστή διοικητική πράξη.

 

Το ίδιο ισχύει και στην παρούσα περίπτωση. Οι εφεσείοντες δεν υπέβαλαν οποιοδήποτε δικό τους αίτημα. Άλλωστε, το Υπουργικό Συμβούλιο, με απόφασή του ημερομηνίας 6.10.2008, προγενέστερη δηλαδή της παρούσας, ανέθεσε στο Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού τη διενέργεια των συνεντεύξεων με σκοπό την παραχώρηση θεώρησης άδειας εισόδου σε υποψήφιους φοιτητές από τρίτες χώρες. Σύμφωνα με την ίδια απόφαση, το Υπουργικό Συμβούλιο δεν παραχώρησε στις ιδιωτικές σχολές τριτοβάθμιας εκπαίδευσης την ευθύνη να διεξάγουν τις συνεντεύξεις για τους δικούς τους φοιτητές. Νοείται ότι η απόφαση αυτή δεν προσβάλλεται δια της παρούσης, με αποτέλεσμα βεβαίως να μην μπορεί να εξεταστεί η νομιμότητα της απόφασης για διεξαγωγή των εξετάσεων από το Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού. Η επίδικη απόφαση αφορά την απόρριψη των εννέα φοιτητών στους οποίους διενεργήθηκε συνέντευξη στη βάση της πιο πάνω απόφασης, από το να έχουν τη δυνατότητα να φοιτήσουν στο κολλέγιο των εφεσειόντων. Δεν κρίνουμε ότι η επίδικη απόφαση αφορά οιονδήποτε δικαίωμα των ίδιων των εφεσειόντων, έτσι ώστε να αποκτούν έννομο συμφέρον για αμφισβήτηση αυτής. Πρόκειται για καθαρή περίπτωση όπου οι μόνοι που διαθέτουν έννομο συμφέρον είναι οι ίδιοι φοιτητές που απορρίφθηκαν οι αιτήσεις τους, όπως άλλωστε προκύπτει και από τη νομολογία που παραθέσαμε πιο πάνω.

 

Η εισήγηση των εφεσειόντων ότι το Δικαστήριο εσφαλμένα ερμήνευσε την προσφυγή και πως το παράπονό τους ήταν ότι οι αιτήσεις εισαγωγής θα έπρεπε να εξετάζονται από τα ίδια τα κολλέγια, δεν είναι ορθή. Το ζήτημα αυτό δεν αποτελούσε αντικείμενο της επίδικης απόφασης.

 

Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα.

 

Αναφερόμενη Υπόθεση:

 

The Philips College v. Δημοκρατίας (2008) 3 Α.Α.Δ. 129.

 

Έφεση.

 

Έφεση από τους Αιτητές εναντίον της απόφασης Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Ναθαναήλ, Δ.), (Υπόθεση Αρ. 1161/2009), ημερ. 30/12/2010.

 

Λ. Λουκαΐδης, για τους Εφεσείοντες.

 

Μ. Κυπριανού, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τον Εφεσίβλητο.

 

Cur. adv. vult.

 

ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει η Σταματίου, Δ..

 

ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.: Οι εφεσείοντες με προσφυγή αμφισβήτησαν την ορθότητα της απόφασης του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού, η οποία τους γνωστοποιήθηκε με επιστολή, ημερομηνίας 10.7.2009, με την οποία απέρριπτε 9 από τους 18 αλλοδαπούς φοιτητές που προσήλθαν για συνέντευξη, με στόχο να φοιτήσουν στο κολλέγιο των εφεσειόντων στην Κύπρο.

 

Η θέση που προβλήθηκε πρωτόδικα από τους εφεσείοντες είναι ότι η διαδικασία που ακολουθήθηκε για την πραγματοποίηση συνεντεύξεων των υποψήφιων φοιτητών ήταν λανθασμένη και παράτυπη, ενόψει του ότι οι συνεντεύξεις πραγματοποιήθηκαν από το Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού, αντί από αρμόδια και υπεύθυνα άτομα των ίδιων των αιτητών. Περαιτέρω, ισχυρίστηκαν ότι την ευθύνη των συνεντεύξεων για τους δικούς τους φοιτητές έχουν τα ίδια τα ιδιωτικά πανεπιστήμια της Κύπρου και, επομένως, η μη εφαρμογή του ιδίου συστήματος και για τα κολλέγια, όπως είναι οι αιτητές, αποτελεί άνιση μεταχείριση.

 

Η προσφυγή απερρίφθη μετά από εξέταση των δύο προβληθέντων προδικαστικών ενστάσεων που υποβλήθηκαν ως προς το ότι η προσφυγή δεν στρέφεται εναντίον εκτελεστής διοικητικής πράξης και ότι οι αιτητές στερούνται άμεσου ενεστώτος συμφέροντος να προσβάλουν την επίδικη απόφαση. Παρατηρήθηκε, επίσης, πρωτοδίκως ότι η προσφυγή στρέφεται εναντίον της «Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Υπουργικού Συμβουλίου», ενώ η απόφαση που στην ουσία προσβάλλεται ήταν αυτή του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού, όπως γνωστοποιήθηκε με την επιστολή 10.7.2009, γεγονός που καθιστά την προσφυγή καταδικασμένη σε αποτυχία. Παρατηρήθηκε, περαιτέρω, ότι η προσφυγή πάσχει και εκ του γεγονότος ότι η προσβαλλόμενη πράξη δεν επισυνάπτεται στην προσφυγή, δεν περιλαμβάνεται στην ένσταση και ούτε στο διοικητικό φάκελο που κατατέθηκε.

 

Ανεξαρτήτως, όμως, των πιο πάνω ζητημάτων, το πρωτόδικο Δικαστήριο προχώρησε και εξέτασε τις δύο προδικαστικές ενστάσεις. Έκρινε δε, στη βάση της απόφασης της Ολομέλειας The Philips College v. Δημοκρατίας διά του Υπουργείου Εσωτερικών (2008) 3 Α.Α.Δ. 129, ότι οι εφεσείοντες δεν έχουν άμεσο ενεστώς έννομο συμφέρον ως Κολλέγιο για να ενστούν στην όλη διαδικασία χορήγησης ή μη θεώρησης για εισδοχή στη Δημοκρατία και φοίτηση στο εν λόγω Κολλέγιο. Περαιτέρω, θεώρησε ότι και επί της ουσίας των πραγμάτων δεν διαπιστώνεται ανισότητα στη μεταχείριση των κολλεγίων με τα ιδιωτικά πανεπιστήμια, τα οποία διέπονται από διαφορετικούς νόμους.

 

Οι εφεσείοντες, με την παρούσα έφεση, ισχυρίζονται ότι η προσέγγιση του Δικαστηρίου όσον αφορά τον τίτλο της προσφυγής αποτελεί τυπολατρεία ασυμβίβαστη με το δικαίωμα πρόσβασης στο Δικαστήριο, ότι λανθασμένα υιοθετήθηκε ως λόγος απόρριψης της προσφυγής η μη επισύναψη της επιστολής στην προσφυγή, ότι λανθασμένα αυτή απορρίφθηκε λόγω έλλειψης εννόμου συμφέροντος και πως εσφαλμένα κρίθηκε ότι «επί της ουσίας των πραγμάτων δεν διαπιστώνεται καμία απολύτως ανισότητα».

 

Παρατηρούμε ότι η προσβαλλόμενη με την προσφυγή «απόφαση» δεν παρουσιάστηκε στο πρωτόδικο Δικαστήριο. Παρά το ότι γίνεται αναφορά στην απαντητική αγόρευση των εφεσειόντων ότι αυτή επισυνάπτεται, δεν υπάρχει τέτοια επισύναψη. Γίνεται όμως αναφορά στο ουσιαστικό της περιεχόμενο και ως εκ τούτου το Δικαστήριο προχώρησε και εξέτασε τις δύο προδικαστικές ενστάσεις που προβλήθηκαν.

 

Θα ξεκινήσουμε με τον τρίτο λόγο έφεσης που αφορά την πρώτη προδικαστική ένσταση και την κατάληξη του Δικαστηρίου ότι οι εφεσείοντες στερούνται εννόμου συμφέροντος. Η αιτιολογία είναι σύντομη και υιοθετείται ως περίγραμμα αγόρευσης, χωρίς οποιαδήποτε προσθήκη. Την παραθέτουμε αυτούσια:

 

«Το Δικαστήριο με το εύρημα αυτό εκδηλώνει μια παρεξηγημένη και εσφαλμένη ερμηνεία της προσφυγής. Η προσφυγή και το σχετικό παράπονο των αιτητών στρεφόταν εναντίον των διαδικασιών που ακολουθήθηκαν σε βάρος των κολλεγίων, δηλαδή και των αιτητών. Πιο συγκεκριμένα το παράπονο των αιτητών ήταν ότι «οι αιτήσεις εισαγωγής θα πρέπει να διεξάγονται από τα ίδια τα κολλέγια (στην περίπτωση των αιτητών από αυτούς) και όχι από άλλως. Επίσης ότι τα θέματα που εξετάζονται οι υποψήφιοι για την εισδοχή στα κολλέγια των αιτητών πρέπει να είναι σχετικά και να γνωστοποιούνται εκ των προτέρων. Όμως το Δικαστήριο στην απόφαση του όπως την διατυπώνει και με βάση την νομολογία που επικαλείται φαίνεται σαφώς ότι παρερμηνεύει την προσφυγή των αιτητών ως στρεφομένη εναντίον της απόρριψης αδειών σε αλλοδαπούς υποψηφίους φοιτητές των αιτητών (θεώρηση εισόδου) και συνεπώς ότι τέτοια απόρριψη αφορά άμεσα τους φοιτητές και όχι τους αιτητές οι οποίοι απλώς επηρεάζονται εμμέσως. Η παρερμηνεία της ουσίας της προσφυγής είναι σαφής. Το παράπονο των αιτητών όπως αναφέρεται στην προσφυγή τους και όπως εξηγήθηκε πιο πάνω αφορά πράξη της διοίκησης η οποία πλήττει απ΄ ευθείας τους ίδιους.»

 

Η εισήγηση των εφεσειόντων δεν γίνεται αποδεκτή. Θεωρούμε ότι η πρωτόδικη κρίση είναι ορθή και συνάδει με τη νομολογία. Στην υπόθεση The Philips College v. Δημοκρατίας διά του Υπουργείου Εσωτερικών (πιο πάνω), όπου έγινε αναφορά και σε προγενέστερη νομολογία, επικυρώθηκε πρωτόδικη απόφαση με την οποία απορρίφθηκε προσφυγή σε σχέση με την απόρριψη αριθμού αδειών σε αλλοδαπούς και φοίτηση στην ιδιωτική σχολή τριτοβάθμιας εκπαίδευσης των εφεσειόντων, με αναφορά στη μέγιστη καθορισμένη δυναμικότητα των κτηρίων της σχολής, καθότι κρίθηκε ότι δεν αφορούσε εκτελεστή διοικητική πράξη. Οι εφεσείοντες, σύμφωνα με την απόφαση, δεν νομιμοποιούνταν να εγείρουν θέμα ως προς την απόρριψη της θεώρησης εισόδου σε αλλοδαπούς φοιτητές από το Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης για να φοιτήσουν στο εκπαιδευτικό ίδρυμα. Οι εφεσείοντες δεν υπέβαλαν δικό τους αίτημα, αλλά ζήτησαν άδεια εισόδου για αλλοδαπούς. Το ότι η αιτιολογία αφορούσε στις κτηριακές εγκαταστάσεις των εφεσειόντων, δε διαφοροποιούσε τη φυσιογνωμία του αιτήματος και της απόφασης που λήφθηκε.

 

Το ίδιο ισχύει και στην παρούσα περίπτωση. Οι εφεσείοντες δεν υπέβαλαν οποιοδήποτε δικό τους αίτημα. Άλλωστε, όπως προκύπτει από το Παράρτημα 1 της Ένστασης στην προσφυγή, το Υπουργικό Συμβούλιο, με απόφασή του ημερομηνίας 6.10.2008, προγενέστερη δηλαδή της παρούσας, ανέθεσε στο Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού τη διενέργεια των συνεντεύξεων με σκοπό την παραχώρηση θεώρησης άδειας εισόδου σε υποψήφιους φοιτητές από τρίτες χώρες. Σύμφωνα με την ίδια απόφαση, το Υπουργικό Συμβούλιο δεν παραχώρησε στις ιδιωτικές σχολές τριτοβάθμιας εκπαίδευσης την ευθύνη να διεξάγουν τις συνεντεύξεις για τους δικούς τους φοιτητές. Νοείται ότι η απόφαση αυτή δεν προσβάλλεται δια της παρούσης, με αποτέλεσμα βεβαίως να μην μπορεί να εξεταστεί η νομιμότητα της απόφασης για διεξαγωγή των εξετάσεων από το Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού. Η επίδικη απόφαση αφορά την απόρριψη των εννέα φοιτητών στους οποίους διενεργήθηκε συνέντευξη στη βάση της πιο πάνω απόφασης, από το να έχουν τη δυνατότητα να φοιτήσουν στο κολλέγιο των εφεσειόντων. Δεν κρίνουμε ότι η επίδικη απόφαση αφορά οιονδήποτε δικαίωμα των ίδιων των εφεσειόντων, έτσι ώστε να αποκτούν έννομο συμφέρον για αμφισβήτηση αυτής. Πρόκειται για καθαρή περίπτωση όπου οι μόνοι που διαθέτουν έννομο συμφέρον είναι οι ίδιοι φοιτητές που απορρίφθηκαν οι αιτήσεις τους, όπως άλλωστε προκύπτει και από τη νομολογία που παραθέσαμε πιο πάνω.

 

Η εισήγηση των εφεσειόντων ότι το Δικαστήριο εσφαλμένα ερμήνευσε την προσφυγή και πως το παράπονό τους ήταν ότι οι αιτήσεις εισαγωγής θα έπρεπε να εξετάζονται από τα ίδια τα κολλέγια, δεν είναι ορθή. Το ζήτημα αυτό δεν αποτελούσε αντικείμενο της επίδικης απόφασης.

 

Ενόψει των πιο πάνω, ο τρίτος λόγος έφεσης απορρίπτεται και συμπαρασύρει σε απόρριψη και την έφεση, χωρίς να είναι ανάγκη να εξεταστεί οποιοσδήποτε άλλος λόγος.

 

Η έφεση απορρίπτεται με €2.500 έξοδα εναντίον των εφεσείοντων.

 

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

 


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο