ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2016:B106
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Ποινική Έφεση 81/2014
22 Φεβρουαρίου 2017
[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π., ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ/ΣΤΕΣ.]
ΜΕΤΑΞΥ:
ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΑΝΔΡΕΟΥ
ΕΦΕΣΕΙΟΝΤΑ
ν.
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ
Χρ. Ν. Δημητρίου, για τον Εφεσείοντα
Α.Π. Αριστείδης, για την Εφεσίβλητη
-------------------------------------
ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο κ. Παρπαρίνος Δ.
------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ. Στις 8.10.2013 ο άτυχος Παντελής Αντωνίου, 66 ετών, καθόταν αμέριμνος μεταξύ των εμπορικών καταστημάτων Incredible Universe και Efstathiou Yiannis Shopping Centre, εις Αγία Νάπα και έπαιζε τάβλι με το φίλο του Ευάγγελο Μάστρου (Μ.Κ.3). Η ώρα ήταν 12.45 μ.μ. περίπου, όταν ο Εφεσείων οδήγησε το διπλοκάμπινο όχημα του με αριθμό εγγραφής ΗΕΗ 420 στο μέρος όπου ευρίσκοντο οι πιο πάνω και σταμάτησε. H μηχανή του οχήματος παρέμεινε σε λειτουργία. Εν συνεχεία και ενώ οι δύο φίλοι ήταν σκυμμένοι πάνω από το τάβλι, ο Εφεσείων ευρισκόμενος μέσα στο όχημα του, πυροβόλησε με κυνηγετικό όπλο δύο φορές τον Παντελή Αντωνίου, ο οποίος έπεσε νεκρός μπρούμυτα στο έδαφος.
Μετά από ακροαματική διαδικασία, το Μόνιμο Κακουργιοδικείο Λάρνακας/Αμμοχώστου, βρήκε τον Εφεσείοντα ένοχο του κακουργήματος του φόνου εκ προμελέτης, κατά παράβαση του Άρθρου 203 του Ποινικού Κώδικα, ΚΕΦ. 154 και επέβαλε σε αυτόν την υπό του Νόμου (Άρθρο 27) προνοούμενη ποινή, φυλάκισης δια βίου.
Με οκτώ λόγους έφεσης ο Εφεσείων προσβάλλει την απόφαση του Κακουργιοδικείου ως εσφαλμένη. Αυτοί συνοψίζονται ως ακολούθως:
1. Δεν υπήρξε μαρτυρία ως προς το ποιο ήταν το κίνητρο του Εφεσείοντα να φονεύσει το θύμα.
2. Η κρίση ότι αποδείχθηκε η πρόθεση του Εφεσείοντα να φονεύσει το θύμα είναι λανθασμένη αφού δεν υπήρχε κίνητρο του Εφεσείοντα να το πράξει.
3. Λανθασμένα κρίθηκε ότι ο Εφεσείων διέπραξε το υπό κρίση κακούργημα, αφού δεν υπήρξε μαρτυρία ως προς τον κρίσιμο χρόνο διάπραξης του.
4. Λανθασμένα κρίθηκε ότι ο Εφεσείων είναι ένοχος εφόσον υπήρχαν μεγάλα κενά στην περιστατική μαρτυρία.
5. Λανθασμένα κατέληξε σε εύρημα ότι ο Εφεσείων είχε σώας τας φρένας κατά τον ουσιώδη χρόνο διάπραξης του κακουργήματος.
6. Λανθασμένα βασίστηκε στη θέση του Μ.Ε.10 και Μ.Ε.3 και λανθασμένα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο Εφεσείων είχε σώας τας φρένας.
7. Εσφαλμένα το Πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε ότι αποδείχθηκε η προμελέτη ως στοιχείο του κακουργήματος του φόνου εκ προμελέτης.
8. Λανθασμένα κατέληξε στο συμπέρασμα διαμόρφωσης της ειδικής πρόθεσης θανάτωσης του θύματος από τον Εφεσείοντα.
Αντίθετη είναι η θέση της Εφεσίβλητης. Ο ευπαίδευτος συνήγορος της εισηγήθηκε ενώπιον μας ότι από την προσκομισθείσα στο Κακουργιοδικείο μαρτυρία αποδείχθηκε πέραν πάσης αμφιβολίας το αδίκημα του φόνου εκ προμελέτης και υποστήριξε την πρωτόδικη απόφαση ως ορθή στην ολότητα της.
Είναι ορθό να αναφερθεί εξαρχής, ότι ο ευπαίδευτος συνήγορος για τον Εφεσείοντα, προώθησε ενώπιον μας την Έφεση διαχωρίζοντας τους λόγους Έφεσης, σε δύο πυλώνες. Αυτούς που αφορούν τη ψυχική υγεία του Εφεσείοντα, κατά τον κρίσιμο χρόνο διάπραξης του φόνου και σ' αυτούς που κατά την εισήγηση του καταδεικνύουν ότι δεν απεδείχθη, στα περιστατικά της υπόθεσης, το στοιχείο της προμελέτης.
Θα προχωρήσουμε να εξετάσουμε, κατά συνέπεια, τους λόγους Έφεσης με βάση τον άνω διαχωρισμό.
Αναφορικά με το πρώτο θέμα που αφορά την ψυχική υγεία του Εφεσείοντα, κατά τον ουσιώδη χρόνο, αντικείμενο των λόγων έφεσης 5 και 6, ο ευπαίδευτος συνήγορος του, μεταξύ άλλων, προώθησε τη θέση ότι κανένα λογικό άτομο δεν θα δρούσε με τον τρόπο που έδρασε ο Εφεσείων στα περιστατικά της παρούσας υπόθεσης. Ειδικότερα να προχωρήσει στην ενέργεια που βρέθηκε ένοχος, σε μια πολυσύχναστη περιοχή, υπό το φως της ημέρας, σε μέρος που τον γνώριζαν, οδηγώντας το δικό του όχημα με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του.
«Και το απίθανο μπορεί να είναι αληθινό. Κριτής το Δικαστήριο». Αυτά ειπώθηκαν από τον κ. Πική, Πρόεδρο ως ήταν τότε, στην Mossa (Mussa) Mohammed Mustafa ν. Κακούρη κ.α. (2002) 1 Α.Α.Δ. 165, 173 και πιστεύουμε ότι εφαρμόζονται πλήρως ως απάντηση στα όσα ανέφερε ο ευπαίδευτος συνήγορος του Εφεσείοντα.
Επανερχόμενοι τώρα στα περιστατικά της υπόθεσης, παρατηρούμε ότι για το εξεταζόμενο θέμα κατέθεσαν ενώπιον του Κακουργιοδικείου, από πλευράς Κατηγορούσας Αρχής, η ψυχίατρος Άρτεμις Καλυβωκά η οποία εξέτασε τον Εφεσείοντα τρεις ημέρες μετά το έγκλημα και κατέληξε ότι η αντίληψη και το συναίσθημα του ήταν φυσιολογικά, ως άτομο προσανατολισμένο ως προς τον τόπο, χρόνο και πρόσωπα.
Διευκρίνισε επίσης ότι ο Εφεσείων λάμβανε στο παρελθόν αντιψυχωσικά φάρμακα χωρίς να γνωρίζει εάν τερματίστηκε η λήψη των και από πότε. Εξήγησε όμως, ότι η μη λήψης τους μπορούσε σε ανύποπτο χρόνο να προκαλέσει την απώλεια αυτοέλεγχου και σκέψης του Εφεσείοντα, ανάλογα αν χρειαζόταν τα φάρμακα αυτά για μεγάλο διάστημα ή όχι.
Περαιτέρω, το Κακουργιοδικείο αναφέρθηκε και στην αξιόπιστη μαρτυρία των Μ.Κ.3 και Μ.Κ.10 χωρίς να προσδίδει σ΄ αυτούς οποιαδήποτε ιδιότητα πραγματογνωμοσύνης, οι οποίοι περίγραψαν τα εξωτερικά γνωρίσματα της συμπεριφοράς του Εφεσείοντα, λίγο πριν το έγκλημα, ο Μ.Κ.10 και αμέσως μετά το έγκλημα, ο Μ.Κ.3. Αμφότεροι περιέγραψαν τη συμπεριφορά του «κανονική όπως πάντα» (Μ.Κ.10) και «ήρεμη» (Μ.Κ.3).
Η Υπεράσπιση παρουσίασε, για το εξεταζόμενο θέμα, τη μαρτυρία του ψυχίατρου Νίκου Νικολάου (Μ.Υ.1). Ο μάρτυρας αυτός δεν γνώριζε τον Εφεσείοντα και για πρώτη φορά τον έβλεπε στην αίθουσα του Κακουργιοδικείου όταν κατάθεσε στις 27.2.2014. Όπως εξήγησε ο Μ.Υ.1, ο ιατρός Παπανεοφύτου, θεράπων ιατρός του Εφεσείοντα, αρρώστησε και ο ίδιος τον αναπληρούσε εκάστη Παρασκευή. Τον Εφεσείοντα ουδέποτε τον εξέτασε. Από το φάκελο που τηρούσε ο ιατρός Παπανεοφύτου διαπίστωσε ότι αυτός διέγνωσε την 1.12.2006 ότι ο Εφεσείων είχε παραληρητική ψυχωσική διαταρχή με ιδέες αλληλεπίδρασης, συσχέτισης και ακουστικές ψευδαισθήσεις. Όπως εξήγησε ο μάρτυρας:
«.η παραληρητική ψυχωσική διαταραχή, μπορεί να υπάρξει με παραλήρημα και ψευδαισθήσεις. Το παραλήρημα που είχε ήταν παραληρητικές ιδέες επίδρασης συσχέτισης και οι ψευδαισθήσεις ήταν ακουστικές. Οι παραληρητικές ιδέες επίδρασης είναι ότι όταν το συναίσθημα, οι σκέψεις ή και οι πράξεις του ατόμου, υποβάλλονται από μια εξωτερική πηγή, από κάποιον άλλο, ενώ του ελέγχου είναι ότι ο ασθενής ερμηνεύει λανθασμένα κάποια τυχαία επεισόδια ή εξωτερικά γεγονότα και τα κάνει να έχουν άμεση προσωπική σχέση με το άτομο του.»
Παράλληλα, δέχθηκε στην αντεξέταση του ότι ένα πρόσωπο με την πιο πάνω ασθένεια είναι ικανό να προσχεδιάσει ένα σχέδιο και να το εκτελέσει.
Το Κακουργιοδικείο αφού εξέτασε την πιο πάνω μαρτυρία στο σύνολο της κατέληξε, και πολύ ορθά κατά την κρίση μας, ότι:
«.. κανένας από τους ισχυρισμούς της Υπεράσπισης σε σχέση με την ψυχολογική κατάσταση του κατηγορούμενου δεν θα μπορούσε ευλόγως και αντικειμενικώς να οδηγήσει σε άλλη κατάληξη παρά στο ότι ο κατηγορούμενος ήταν κατά πάντα ουσιώδη χρόνο εχέφρων και με πλήρη αντίληψη της πραγματικότητας και των επιπτώσεων των ενεργειών του.»
Σύμφωνα με τη μαρτυρία της Μ.Ε.12 Ψυχιάτρου κ. Α. Καλυβωκά η οποία κρίθηκε αξιόπιστη, η αντίληψη του Εφεσείοντα όταν εξέτασε αυτόν τρεις ημέρες μετά τη διάπραξη του εγκλήματος, ήταν σε φυσιολογικά επίπεδα. Επίσης, ότι όταν κάποιος έχει πάρει στο παρελθόν φαρμακευτική αγωγή οποιουδήποτε τύπου δεν σημαίνει ότι πρέπει να συνεχίσει να την παίρνει για όλη του τη ζωή ή ότι θα πρέπει να συνεχιστεί για όλη του τη ζωή. Περαιτέρω, σύμφωνα με την πληροφόρηση που είχε από τον ίδιο τον Εφεσείοντα αυτός δεν επισκέφθηκε γιατρό για την ασθένεια του για αρκετό καιρό. Τέθηκε δε η ακόλουθη ερώτηση στη μάρτυρα κατά την αντεξέταση της.
«Ε. Είναι η θέση μου ότι στον Κατηγορούμενο ως ασθενή με αυτά τα ιδιαίτερα ψυχικά προβλήματα η μη λήψη των φαρμάκων αυτών μπορεί να επηρεάσει τη σκέψη του και την ικανότητα σωστής σκέψης.
Α. Όταν τον εξέτασα η αντίληψη του ήταν σε φυσιολογικό επίπεδο.»
Στην Ευτυχία Ζαρή ν. Δημοκρατία Ποιν. Εφ. 193/2010 ημερ. 11.11.2015 αναφέραμε τ' ακόλουθα:
«Είναι θεμελιωμένο ότι ο κάθε άνθρωπος τεκμαίρεται ότι είναι εχέφρων και ότι έχει επαρκή λογική για να είναι υπόλογος των πράξεων του, εκτός αν το αντίθετο αποδειχθεί προς ικανοποίηση του Δικαστηρίου. Για να θεμελιωθεί υπεράσπιση στη βάση του ότι ο κατηγορούμενος δεν έχει σώας τας φρένας, πρέπει σαφώς να αποδειχθεί ότι, κατά το χρόνο της διάπραξης του εγκλήματος, ο κατηγορούμενος έπασχε από τέτοιο παραλογισμό εξαιτίας ψυχικής ασθένειας (διαταραχής), ώστε να μη γνωρίζει τη φύση και την ποιότητα της πράξης την οποία έκανε ή αν γνωρίζει τη φύση και την ποιότητα της πράξης του, ότι δεν γνώριζε ότι έπραττε κάτι κακό. Αυτή είναι η σχετική ερμηνεία που δόθηκε στην κλασσική απόφαση M'Naghten (1843) 10 Clark and Finnelly 200. (Δέστε επίσης Smith & Hogan, Criminal Law: Cases and Materials, Second Edition, σελ. 167 - 169 και Α.Γ.Α. ν. Δημοκρατίας (2006) 2 ΑΑΔ, 345).»
Έχοντας υπόψιν τα πιο πάνω και λαμβάνοντας υπόψιν το σύνολο της μαρτυρίας η οποία τέθηκε ενώπιον του Κακουργιοδικείου αναφορικά με το πιο πάνω θέμα, ορθά, κατά τη γνώμη μας, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο Εφεσείων ήταν κατά πάντα ουσιώδη χρόνο εχέφρων και με πλήρη αντίληψη της πραγματικότητας και των επιπτώσεων των ενεργειών του. Η μαρτυρία του Μ.Υ.1 ήταν θεωρητική χωρίς ουσιαστικά καμία αξία εφόσον ο μάρτυρας αυτός ουδέποτε εξέτασε τον Εφεσείοντα και ούτε και τον γνώριζε. Τον είδε για πρώτη φορά όταν κατάθετε στο Κακουργιοδικείο.
Οι λόγοι έφεσης 5 και 6 απορρίπτονται.
Στην πρόσφατη απόφαση μας στην Κώστας Παλάσκα ν. Δημοκρατίας Ποιν. Εφ. 53/13 ημερ. 20.1.2017, ECLI:CY:AD:2017:B12 εξετάσαμε παρόμοιο θέμα όπως αυτό που εγείρεται με τους υπόλοιπους λόγους έφεσης και αφορά την προμελέτη. Παραθέτουμε το σχετικό μέρος:
«Η προμελέτη είναι το στοιχείο που διακρίνει το έγκλημα του φόνου εκ προμελέτης (Άρθρο 203 - Κεφ. 154) από εκείνο της ανθρωποκτονίας (Άρθρο 205 - Κεφ. 154). Η πρόκληση θανάτου με παράνομη πράξη προσδιορίζει το έγκλημα της ανθρωποκτονίας. Η προμελετημένη ανθρωποκτονία συνιστά το έγκλημα του φόνου εκ προμελέτης.
Η πρόκληση θανάτου δεν επιμαρτυρεί αφεαυτής προμελέτη. Η προμελέτη δεν εξομοιώνεται αλλά αντίθετα διακρίνεται από την πρόθεση πρόκλησης θανάτου, εκδηλούμενη με την παράνομη πράξη που επιφέρει το θάνατο, που ήταν το κύριο γνώρισμα του εγκλήματος του φόνου με δόλια πρόθεση (murder with malice aforethought), γνωστό στο Κυπριακό Δίκαιο πριν την ανεξαρτησία. Η προμελέτη, όπως υποδηλώνει ο όρος, και στερεότυπα επαναλαμβάνει η νομολογία των κυπριακών δικαστηρίων, πρέπει να αποδειχθεί ανεξάρτητα από οποιαδήποτε πρόθεση πρόκλησης του θανάτου, του θύματος, εκδηλούμενη από την παράνομη πράξη που επιφέρει το θάνατο. Η προμελέτη πρέπει να αποδειχθεί ως η κινητήρια δύναμη για τη φόνευση του θύματος. Η αιτιώδης σχέση μεταξύ της προμελέτης και της θανάτωσης (τον θύματος) πρέπει να είναι άμεση.» (βλ. Σωτήρης Ονήσιλλου ν. Δημοκρατίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 556)
Στην Hadjisavvas v. Republic (1988) 2 C.L.R. 37 αναφέρθηκαν τα ακόλουθα σχετικά:
"Premeditation connotes prior planning or contemplation of the heinous deed in circumstances permitting cool reflection upon one's acts. To find premeditated murder the killing must be the result of contemplated action conceived and carried out in cold blood..."
Μετάφραση στα Ελληνικά:
"Η προμελέτη υποδηλώνει προγενέστερο σχεδιασμό ή μελέτη της αποτρόπαιας πράξης (νοείται του φόνου) κάτω από συνθήκες που επιτρέπουν ψυχρό αναλογισμό των πράξεων που μελετούνται. Για την απόδειξη του εγκλήματος του φόνου εκ προμελέτης ο φόνος πρέπει να είναι το αποτέλεσμα μελετημένης πράξης η οποία συνελήφθη και εκτελέστηκε εν ψυχρώ. .. "
"The significant element of the crime of premeditated murder, the one that primarily distinguishes it from the crime of murder with malice aforethought, known to English law, is that no inference about premeditation can be drawn from the fact of killing itself. In other words the Court cannot infer premeditation from the fact that the accused killed the victim. Premeditation must be proved as a separate fact. ..."
Μετάφραση στα Ελληνικά:
"To κεφαλαιώδες στοιχείο του εγκλήματος του φόνου εκ προμελέτης, εκείνο το οποίο διακρίνει το έγκλημα από το φόνο με δόλια πρόθεση, γνωστό στο αγγλικό δίκαιο, είναι ότι δε μπορεί να εξαχθεί συμπέρασμα για την προμελέτη από το γεγονός της θανάτωσης. Με άλλα λόγια δε μπορεί να εξαχθεί εύρημα για προμελέτη από το γεγονός ότι ο κατηγορούμενος φόνευσε το θύμα. Η προμελέτη πρέπει να αποδειχθεί ως ξεχωριστό γεγονός. ....»
Στην Χαραλάμπους ν. Δημοκρατία (Αρ. 1) (2012) 2 Α.Α.Δ. 370, λέχθηκε ότι το ζήτημα της ύπαρξης ή μη προμελέτης είναι πραγματικό που εξαρτάται από τη σημασία του συνόλου της μαρτυρία στην κάθε υπόθεση.»
Ο ευπαίδευτος συνήγορος του Εφεσείοντα εισηγήθηκε ότι δεν αποδείχθηκε το στοιχείο αυτό καθότι ουδεμία μαρτυρία παρουσιάστηκε ως προς το κίνητρο του Εφεσείοντα να φονεύσει το θύμα, ομοίως ουδεμία μαρτυρία δόθηκε η οποία να προσδιορίζει πως ο Εφεσείοντας θα μπορούσε να γνωρίζει ή έστω να πιθανολογήσει την παρουσία του θύματος στην σκηνή του εγκλήματος, δεν αποδείχθηκε σχέδιο θανάτωσης του θύματος και περαιτέρω ότι «δεν υπήρχε ίχνος μαρτυρίας προς απόδειξη της ειδικής πρόθεσης βασικό συστατικό στοιχείο του αδικήματος. Το πρωτόδικο δικαστήριο λανθασμένα και χωρίς έρεισμα προχώρησε σε συμπέρασμα ως προς το χρόνο λήψης απόφασης για θανάτωση του θύματος από τον Εφεσείοντα. Διαφορετική ήταν η θέση και η γραμμή της κατηγορούσας αρχής και διαφορετική του δικαστηρίου. Περαιτέρω δεν υπήρχε πραγματική ή/και περιστατική μαρτυρία που να οδηγούσε σε ασφαλές συμπέρασμα όχι μόνο για τον κρίσιμο χρόνο λήψης της απόφασης για θανάτωση του θύματος αλλά για τις συνθήκες κάτω από τις οποίες ο Εφεσείοντας έλαβε την πιο πάνω απόφαση.
Η απάντηση του ευπαίδευτου συνήγορου για την Εφεσίβλητη είναι ότι το κίνητρο/ελατήριο δεν είναι συστατικό στοιχείο του αδικήματος και παρέπεμψε σχετικά στην Μιχαηλίδη ν. Δημοκρατίας (1989) 2 Α.Α.Δ. 172. Όσον αφορά το δεύτερο σημείο είναι η θέση του ότι ο Εφεσείων γνώριζε ότι το θύμα σύχναζε στο συγκεκριμένο σημείο (σημείο εκτέλεσης) αφού αποτελούσε το πόστο του ως ταξιτζή για πάνω από 10 έτη. Όσον αφορά τα υπόλοιπα που έθιξε ο αντίκλητος του (δικηγόρος), υποστήριξε την Πρωτόδικη απόφαση ως ορθή.
Το Κακουργιοδικείο αντιμετώπισε το θέμα ως ακολούθως:
«Παρεμβάλλουμε εδώ κάτι το ιδιαίτερα σημαντικό - το οποίο και έθιξε ο κ. Αριστείδης στην αγόρευση του - σε σχέση με τα ψέματα που, εκ των πραγμάτων, είπε ο κατηγορούμενος στη γραπτή του κατάθεση προς την Αστυνομία στις 8.10.13, ως το Τεκμήριο 46, σε σχέση με τη διαδρομή που δήλωσε ότι ακολούθησε. Ο κατηγορούμενος δεν πορεύθηκε ευθέως προς το κέντρο της Αγίας Νάπας όπως ισχυρίστηκε. Ψευδολογούσε στη γραπτή του κατάθεση - Τεκμήριο 46, όταν δήλωνε ότι πήγε στην Αγία Νάπα «ένα γυρό» ........ ............
Η διαδρομή που ακολούθησε ήταν αυτή που με ακρίβεια αποτυπώνεται στα κλειστά κυκλώματα παρακολούθησης που κατέγραψαν τις κινήσεις του στην περιοχή, ως τα Τεκμήρια 19-24 και 37, τα οποία αναμφισβητήτως αποτελούν ανεξάρτητη μαρτυρία αυτών που καταγράφουν (με τις ώρες που παρουσιάζονται στα διάφορα πλάνα τους, να έχουν επιστημονικώς και αποδεκτώς προσαρμοστεί στην πραγματική τοπική ώρα της Κύπρου...........
Είπε ο κατηγορούμενος στη γραπτή του κατάθεση-Τεκμήριο 46, σε σχέση με το επίδικο δρομολόγιο που ακολούθησε από την είσοδο μέχρι και την έξοδο του από την Αγία Νάπα, ότι «Εμπήκα από την έξοδο της πεζίνας της ΕΚΟ και που τα φώτα του Nissi Beach επήα αριστερά. Που τσαμέ επήα ούλον ίσια ως τα φώτα του Mc-Donalds τσιαι που τσαμέ έκλωσα αριστερά. ......... .....
Γνωρίζουμε όμως ότι ούτε και αυτό είναι αληθές στη λεπτομέρεια του αφού δυο φορές είναι που καταγράφηκε το διπλοκάμπινο του (το οποίο οδηγούσε ο ίδιος συνεχώς), από κάμερα κλειστού κυκλώματος παρακολούθησης του Anthea Hotel, να στρίβει δεξιά από τον ανώνυμο δρόμο, επί της οδού Μάρτας και να κατευθύνεται ακολούθως προς τη Λεωφόρο Νησί και δυο άλλες φορές να σταματά (ως συνέχεια της προηγούμενης του διαδρομής) - σύμφωνα με κάμερα κλειστού κυκλώματος παρακολούθησης του Rialas Jewellery - στη διασταύρωση της οδού Μάρτας με τη Λεωφόρο Νησί, ακριβώς απέναντι από το σημείο που καθόταν το θύμα με τον Ευάγγελο Μάστρου (ΜΚ3). Τα ψέματα αυτά του κατηγορούμενου κρίνουμε ότι ήσαν ηθελημένα, αφορούσαν σε ουσιώδες ζήτημα σε σχέση με τα γεγονότα (δεδομένου ότι η διαδρομή που ακολούθησε μπορούσε να τον συνδέσει με τη διάπραξη του αδικήματος) και σαφώς το κίνητρο του πίσω από αυτά ήταν η επίγνωση της ενοχής του και ο φόβος του για την αλήθεια. Τούτα τα ψέματα αποτελούν περιστατική μαρτυρία εναντίον του συμφώνως των σχετικών αρχών που εμπέδωσε η νομολογία επί του ζητήματος (βλ. ενδεικτικώς, Κωνσταντίνου ν Δημοκρατίας (1999) 2 ΑΑΔ 260, 268-269) και έτσι την έχουμε αξιολογήσει, έχοντας ασφαλώς αυτοπροειδοποιηθεί δεόντως για τους κινδύνους που χαρακτηρίζουν συνήθως τέτοια διαβήματα ένεκα της φύσης της μαρτυρίας τούτης, προσεγγίζοντας την με την αναμενόμενη σύνεση και περίσκεψη συμφώνως της καθοδήγησης αποφάσεων όπως η R v Press (2013) EWCA Crim 1849. Επανερχόμαστε στην περιγραφή της διαδρομής που ακολούθησε ο κατηγορούμενος κατά τους κρίσιμους χρόνους....... ..........
Ευρισκόμενος λοιπόν επί της Λεωφόρου Νησί και οδεύοντας προς το κέντρο της Αγίας Νάπας, ο κατηγορούμενος έστριψε αριστερά συμφώνως της πορείας του στον ανώνυμο δρόμο (που αποτυπώνεται στο Τεκμήριο 38, αμέσως μετά το Hameleon Club καθώς και στο Τεκμήριο 30 [απέναντι από την οδό Κασσάνδρου]) και ακολουθώντας την πορεία του εν λόγω δρόμου δεξιόστροφα, έφθασε στο ΑΛΤ και έστριψε δεξιά επί της οδού Μάρτας, καταλήγοντας εν τέλει στο ΑΛΤ της εν λόγω οδού με τη Λεωφόρο Νησί στις 12:42:27. Δεν υπήρχε άλλος τρόπος να καταλήξει κανείς στο συγκεκριμένο σημείο ΑΛΤ, παρά ακολουθώντας και διανύοντας την πορεία που ακολούθησε και διένυσε ο κατηγορούμενος με το όχημα του, όπως την περιγράφουμε. Ο κατηγορούμενος παρέμεινε εντός του διπλοκάμπινου του στο ΑΛΤ της οδού Μάρτας με τη Λεωφόρο Νησί για δεκαοκτώ δευτερόλεπτα. Από το σημείο εκείνο απολάμβανε, ευθεία εμπρός του, πλήρη και καθαρή ορατότητα προς το σημείο που καθόταν το εξηνταεξάχρονο θύμα - γεννημένο στις 9.8.47 - μαζί με τον Ευάγγελο Μάστρου (ΜΚ3), οι οποίοι έπαιζαν τάβλι από τις 12:20 της μέρας εκείνης, σε τραπεζάκι που ήταν τοποθετημένο μεταξύ των εμπορικών καταστημάτων Incredible Universe και Efstathiou Yiannis Shopping Centre,..............
Ο κατηγορούμενος γνώριζε καλώς ότι το θύμα σύχναζε στο συγκεκριμένο σημείο αφού αποτελούσε «το πόστο του» για πάνω από δέκα χρόνια. ..........
Τη μέρα εκείνη - πριν από τους κρίσιμους χρόνους που αφορούν στο έγκλημα - δεν υπήρξε καμιά προηγούμενη επαφή, οποιασδήποτε μορφής, μεταξύ κατηγορούμενου και θύματος......... ................................
Ενόσω ο τελευταίος εξακολουθούσε να βρίσκεται σταματημένος επί του σημείου ΑΛΤ της οδού Μάρτας με τη Λεωφόρο Νησί (την πρώτη φορά), διακινούντο συνεχώς οχήματα στη Λεωφόρο Νησί τόσο από τη δεξιά του πλευρά όσο και από την αριστερή του πλευρά όπως βρισκόταν σταματημένος εκεί εντός του διπλοκάμπινου του. Μετά την παρέλευση των δεκαοκτώ δευτερολέπτων που ανάλωσε στο εν λόγω σημείο ΑΛΤ, ο κατηγορούμενος έστριψε δεξιά επί της Λεωφόρου Νησί....... ..............
Δεν μπορούμε να γνωρίζουμε ούτε και δυνάμεθα να καταλήξουμε σε ένα αντικειμενικώς ασφαλές συμπέρασμα περί της διαμόρφωσης πρόθεσης του κατηγορούμενου για δολοφονία του Παντελή Αντωνίου σε οποιοδήποτε στάδιο της παραμονής του πρώτου στο σημείο ΑΛΤ της οδού Μάρτας με τη Λεωφόρο Νησί, την πρώτη φορά που στάθμευσε εκεί. Τα ίδια ισχύουν, στην απουσία σχετικής μαρτυρίας (ή ακόμη και μαρτυρίας περί των όποιων κινήτρων του κατηγορούμενου να εκτελέσει τον Παντελή Αντωνίου ώστε να χυνόταν φως στους λόγους για τους οποίους ο κατηγορούμενος αποφάσισε να δράσει ως έδρασε).........
Ωστόσο, είναι δεδομένο (και σε αντίθεση πάντοτε με αντίστοιχη θέση του κατηγορούμενου στη γραπτή του κατάθεση-Τεκμήριο 46), ότι τούτος επέλεξε να ακολουθήσει για δεύτερη φορά το ίδιο δρομολόγιο εξερχόμενος από το σημείο ΑΛΤ της οδού Μάρτας με τη Λεωφόρο Νησί (ερχόμενος αυτή τη φορά από την αντίθετη κατεύθυνση) και να στρίψει ακολούθως στον ανώνυμο δρόμο (δεξιά αυτή τη φορά συμφώνως της φοράς του), για να καταλήξει και πάλι, διανύοντας την ίδια πορεία όπως και προηγουμένως, στο σημείο ΑΛΤ της οδού Μάρτας με τη Λεωφόρο Νησί στις 12:44:10. Απαιτήθηκε για να καλύψει αυτή τη διαδρομή χρόνος ενός λεπτού και 45 δευτερολέπτων. Παρέμεινε στο υπό αναφορά σημείο ΑΛΤ για περίπου 6 δευτερόλεπτα δίχως να υπάρχει κάποιος εύλογος λόγος παραμονής του εκεί για τόσο χρόνο, δοσμένου ότι δεν υπήρχε κατά τη στιγμή εκείνη τέτοια τροχαία κίνηση (από τη στιγμή που προσέγγισε το υπό αναφορά σημείο ΑΛΤ), από οποιαδήποτε κατεύθυνση επί της Λεωφόρου Νησί σε σχέση με το σημείο ΑΛΤ στο οποίο βρισκόταν, που να απέτρεπε τη γρηγορότερη είσοδο του επί της εν λόγω Λεωφόρου, όπως εναργώς αποτυπώνεται στα σχετικά πλάνα του Τεκμήριου 37. Κρίνουμε ότι ευρισκόμενος στο σημείο ΑΛΤ της οδού Μάρτας με τη Λεωφόρο Νησί τη δεύτερη εκείνη φορά, ο κατηγορούμενος είχε ήδη διαμορφώσει την απαιτούμενη ειδική πρόθεση για να εκτελέσει τον Παντελή Αντωνίου. Παρ' όλο που δεν μπορεί κανείς να αποτυπώσει επακριβώς τη χρονική στιγμή διαμόρφωσης της υπό αναφορά ειδικής πρόθεσης για εξόντωση του Παντελή Αντωνίου, καταλήγουμε χωρίς καμιά απολύτως αμφιβολία, ότι η πρόθεση αυτή είχε ήδη διαμορφωθεί όταν ο κατηγορούμενος έστριψε δεξιά επί της ανωνύμου οδού μετά που εξήλθε από το ΑΛΤ της οδού Μάρτας με τη Λεωφόρο Νησί την πρώτη φορά, όπως έχουμε ήδη περιγράψει. Δεν υπήρχε - και δεν προτάχθηκε ποτέ εν πάση περιπτώσει - οποιοσδήποτε λόγος για τον κατηγορούμενο να επιχειρούσε να διανύσει την ίδια διαδρομή από το σημείο ΑΛΤ της οδού Μάρτας με τη Λεωφόρο Νησί μέχρι το ίδιο σημείο, από τη στιγμή που είχε καλύψει την εν λόγω διαδρομή την πρώτη φορά.................. .....
Ευρισκόμενος επί του σημείου ΑΛΤ της οδού Μάρτας με τη Λεωφόρο Νησί τη δεύτερη φορά, κάλλιστα θα μπορούσε να είχε αποστεί από την υλοποίηση της προειλημμένης απόφασης του να εκτελέσει τον Παντελή Αντωνίου. Δεν το έπραξε. Αντιθέτως, με προσοχή και στοχευμένη οδήγηση, εξήλθε αργά από το σημείο ΑΛΤ της οδού Μάρτας με τη Λεωφόρο Νησί, εισήλθε στην εν λόγω Λεωφόρο και ακολούθως μπήκε με οφθαλμοφανή δεξιότητα, οδικό ελιγμό και ηρεμία στο πέρασμα του Efstathiou Yiannis Shopping Centre.........., ............
Ακόμη και αν, χάριν συζήτησης, θα μπορούσε κανείς να προτάξει ότι η ειδική πρόθεση θανάτωσης του θύματος δεν είχε σχηματιστεί από τον κατηγορούμενο λίγο πριν ή κατά την είσοδο του στη ανώνυμη οδό τη δεύτερη φορά, η πρόθεση του αυτή δεν μπορεί παρά να είχε διαμορφωθεί κατά την παραμονή του στο σημείο ΑΛΤ της οδού Μάρτας με τη Λεωφόρο Νησί, τη δεύτερη φορά, αμέσως πριν την εκκίνηση του για είσοδο στη Λεωφόρο Νησί με κατεύθυνση το πέρασμα του Efstathiou Yiannis Shopping Centre. Δεν υπήρχε απολύτως κανένας λόγος για τον κατηγορούμενο (ούτε και προβλήθηκε άλλωστε οποιοσδήποτε), να κατευθυνθεί προς το πέρασμα αυτό και να εισέλθει τελικώς εντός αυτού με τον τρόπο που το πέτυχε, παρά μόνο - αποφαινόμαστε - για να εκτελέσει το θύμα το οποίο εξακολουθούσε να κάθεται εκεί αμέριμνο με τον φίλο του Ευάγγελο Μάστρου (ΜΚ3), παίζοντας τάβλι. .........
Ο κατηγορούμενος σταμάτησε λίγο μπροστά από το πισινό μέρος του αυτοκινήτου-ταξί του θύματος ....... έστρεψε το κεφάλι προς τα αριστερά και είδε το θύμα να εξακολουθεί να κάθεται αμέριμνο, με τον τρόπο που προείπαμε. Είχε και πάλι επομένως την ευκαιρία να αποστεί και να μην προχωρήσει στο έγκλημα. Επέλεξε εντούτοις, συνειδητά, να προχωρήσει με την εκτέλεση του Παντελή Αντωνίου. Πήρε στα χέρια το έμφορτο κυνηγετικό όπλο .....σημάδεψε προς την κατεύθυνση του θύματος δια μέσου του ανοικτού παραθύρου της θέσης του συνοδηγού, γέρνοντας το σώμα προς τα αριστερά και εμπρός στη θέση του συνοδηγού (έχοντας ξανά την ευκαιρία να αποστεί, δίχως όμως και πάλι να το πράττει) και πυροβόλησε εν ψυχρώ - και παντελώς απρόκλητα ή υπό οποιεσδήποτε άλλες περιστάσεις θα μπορούσαν δυνητικώς να οδηγήσουν σε υπερασπιστική εφαρμογή του άρθρου 208 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154 - από κοντινή απόσταση ......, μια φορά τον καθήμενο Παντελή Αντωνίου, με σκοπό να το σκοτώσει. Το κτύπημα πυρός ήταν χειρουργικό και στόχευε αποκλειστικώς στη δολοφονία του συγκεκριμένου ατόμου και όχι του Ευάγγελου Μάστρου (ΜΚ3)....... ......
Μετά τον πρώτο πυροβολισμό και τα σφαιρίδια που έπληξαν τον Παντελή Αντωνίου........., σε κλάσματα δευτερολέπτου - και πάλι ψυχρά και απρόκλητα - ο κατηγορούμενος πυροβόλησε το θύμα με το ίδιο κυνηγετικό όπλο-Τεκμήριο 13Α, μολονότι είχε και πάλι τη δυνατότητα (εξακολουθούσε να είναι ο απόλυτος άρχοντας της κατάστασης εκείνη τη στιγμή με τη δύναμη πυρός που διέθετε), να μην τον ξαναπυροβολήσει, μειώνοντας τουτέστιν την πιθανότητα θανάτωσης του θύματος το οποίο, ένεκα του πρώτου πυροβολισμού, στεκόταν γέρνοντας «στο ένα πόδι» όπως γλαφυρά περίγραψε ο αυτόπτης μάρτυς Ευάγγελος Μάστρου (ΜΚ3). Δεν απέστιν όμως ο κατηγορούμενος ούτε και αυτή τη φορά ασχέτως αν το θύμα, κατά το δεύτερο πυροβολισμό, βρισκόταν ακόμη σε πιο μειονεκτικότερη θέση αντίδρασης από ό,τι βρισκόταν πριν και κατά τον πρώτο πυροβολισμό. .........
Αμφότεροι οι πυροβολισμοί ....... μοναδικό στόχο είχαν την εξολόθρευση του Παντελή Αντωνίου μια και επικεντρώθηκαν και οι δυο, σε σημεία του σώματος του τελευταίου ........των οποίων η πλήξη θα έθετε τον αποδέκτη (εδώ, το θύμα), σε άμεσο κίνδυνο θανάτου, δηλαδή, στο αριστερό ημιθωράκιο (αριστερή πλάγια θωρακική χώρα), αριστερό βραχίονα, τραχηλική περιοχή, αριστερή παρειακή περιοχή, δεξιό βραχίονα και γενειακή χώρα......
Για όλους τους λόγους που προσπαθήσαμε να εξηγήσουμε πιο πάνω, αποφαινόμαστε ότι ο κατηγορούμενος στις 8.10.13, πυροβολώντας τον παρανόμως με το ΔΟΚΟ-Τεκμήριο 13Α, εκ προμελέτης επέφερε το θάνατο στον Παντελή Αντωνίου, τέως από τη Σωτήρα, διαπράττοντας με αυτό τον τρόπο το κακούργημα του φόνου εκ προμελέτης, κατά παράβαση του άρθρου 203 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ.154.»
Το Κακουργιοδικείο κατέληξε ως άνω καθοδηγούμενο από τις υποθέσεις Γιουρούκκης ν. Δημοκρατίας (1992) 2 Α.Α.Δ. 402 και Ονήσιλλου ν. Δημοκρατίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 556. Εις την πρώτη λέχθηκαν σχετικά τ' ακόλουθα:
«Τα συμπεράσματα για την ύπαρξη προμελέτης μπορεί να εξαχθούν από τα γεγονότα που περιστοιχίζουν τη δολοφονία του θύματος .Το κριτήριο ως προς την ύπαρξη ή μη προμελέτης είναι αν κάτω από το φως όλων των περιστάσεων της υποθέσεως ο δράστης είχε αρκετή ευχέρεια μετά που σχημάτισε την πρόθεση να σκοτώσει, να ξανασκεφτεί με σκοπό να αποφασίσει αν θα σκοτώσει ή όχι, και ότι αποφάσισε να σκοτώσει σαν αποτέλεσμα αυτής της σκέψης. Με άλλα λόγια η δολοφονία πρέπει να είναι αποτέλεσμα αυτού του αναλογισμού και όχι κάτι το ξαφνικό. Βέβαια πολλά εξαρτώνται από τη ψυχική και πνευματική κατάσταση του δράστη την ώρα εκείνη, την ηρεμία του πνεύματός του ή το αντίθετο. Υπάρχουν περιπτώσεις που έχει ένας δράστης αρκετό χρόνο μεταξύ της απόφασης να σκοτώσει και της εκτέλεσης της πρόθεσής του αλλά η κατάστασή του είναι τέτοια που να μη μπορεί να αναλογισθεί τις συνέπειες και αποστεί από την εκτέλεση της απόφασης. Σε άλλες περιπτώσεις η ψυχραιμία και η περίσκεψη του δράστη μπορεί να είναι τέτοια που και ένα ασήμαντο διάστημα μεταξύ του σχηματισμού της πρόθεσης και της εκτέλεσής της να ήταν αρκετό για την προμελέτη. Τα μέσα που χρησιμοποιούνται και η επιμονή του δράστη στο να επιφέρει το θάνατο είναι στοιχεία αποκαλυπτικά των προθέσεών του που μπορεί να συνεκτιμηθούν για την εξαγωγή συμπερασμάτων αναφορικά με την ύπαρξη προμελέτης.»
Εξετάσαμε με μεγάλη προσοχή όλα όσα τέθησαν ενώπιον μας σε συνάρτηση με τα ευρήματα του Κακουργιοδικείου τα οποία, να σημειωθεί, δεν αμφισβητούνται. Έχοντας υπόψιν αυτά δεν έχουμε καμία αμφιβολία ότι το Κακουργιοδικείο ορθά έκρινε από τις όλες ενέργειες του Εφεσείοντα, ότι η μοναδική του επιδίωξη ήταν η εκτέλεση του θύματος. Ο τρόπος που πυροβόλησε, με στόχευση αποκλειστικά σημεία του σώματος του θύματος, η πλήξη των οποίων θα έθετε αυτό σε άμεσο κίνδυνο θανάτου, δεν αφήνουν περιθώρια άλλου συμπεράσματος ειμή ότι η μοναδική επιδίωξη του Εφεσείοντα ήταν η εκτέλεση του θύματος. Ορθό επίσης κρίνεται το συμπέρασμα του Κακουργιοδικείου ότι ο Εφεσείων διαμόρφωσε την απαιτούμενη ειδική πρόθεση για εκτέλεση του θύματος όταν αυτός έστριψε δεξιά επί της ανωνύμου οδού μετά που εξήλθε από το ΑΛΤ της οδού Μάρτας με τη Λεωφ. Νησί την πρώτη φορά. Όπως πολύ ορθά παρατηρεί δεν υπήρχε κανένας άλλος λόγος ο Εφεσείων να διανύσει την ίδια διαδρομή εκ νέου. Αυτό σε συνδυασμό με τα ψέματα που είπε αναφορικά με τις κινήσεις του γι΄ αυτόν τον κρίσιμο χρόνο δεν αφήνουν καμία αμφιβολία. Στη Ρόπας ν. Δημοκρατία (2000) 2 Α.Α.Δ. 628 λέχθηκε ότι:
"Kαταφυγή στο ψεύδος, προς το σκοπό απόκρυψης κρίσιμων γεγονότων, κατατείνει σε ενοχοποιητικά συμπεράσματα - (Mawaz Khan v. Reginam [1967] 1 All E.R. 80· George O. Philotas v. The Republic (1967) 2 C.L.R. 13). Καθώς εξηγήσαμε στην Αλ-Χάματ και άλλων ν. Δημοκρατίας (1989) 2 Α.Α.Δ. 117, προσφυγή στο ψεύδος δε στοιχειοθετεί (θετικά) τα συστατικά στοιχεία του εγκλήματος· παρέχει, όμως, μαρτυρία «η οποία επεξηγεί και ρίπτει φως στη συμπεριφορά του κατηγορουμένου και δίδει εγκληματικό χαρακτήρα σε πράξεις για τις οποίες χωρεί και αθώα εξήγηση», (σελ. 137) - (βλ., επίσης, Παφίτης ν. Δημοκρατίας (1999) 2 Α.Α.Δ. 444)."
Περαιτέρω, υπό τις συνθήκες που έχουν αναφερθεί, ορθά και πάλι έκρινε το Κακουργιοδικείο ότι ο Εφεσείων είχε το χρόνο ν' αποστεί από την υλοποίηση του ανωτέρω σχεδίου του σε τέσσερις τουλάχιστον περιπτώσεις. Η πρώτη φορά ήταν όταν ευρίσκετο στο ΑΛΤ της οδού Μάρτας με τη Λεωφ. Νησί, η δεύτερη φορά ήταν όταν σταμάτησε το όχημα του εκεί κοντά που ευρίσκετο το θύμα και το είδε να παίζει τάβλι, η τρίτη φορά ήταν όταν έγυρε προς τη θέση του συνοδηγού ώστε να είναι σε θέση να πυροβολήσει απρόσκοπτα και η τέταρτη ήταν μετά που πυροβόλησε την πρώτη φορά και είχε τη δυνατότητα αποφυγής του δεύτερου πυροβολισμού. Συνεπώς, ορθό είναι ότι ο Εφεσείων είχε τις ευκαιρίες αλλά και το χρόνο να αποστεί από την υλοποίηση του σχεδίου του και δεν το έπραξε.
Επίσης, συμφωνούμε με τον ευπαίδευτο συνήγορο για την Εφεσίβλητη ότι ο Εφεσείων γνώριζε το μέρος όπου θα εύρισκε το θύμα. Αμφότεροι ήταν οδηγοί ταξί και ο Εφεσείων γνώριζε ότι το θύμα χρησιμοποιούσε το μέρος εκείνο για 10 έτη για σκοπούς της εργασίας του.
Με τα προαναφερόμενα δεδομένα, πολύ ορθά κατά τη γνώμη μας το Κακουργιοδικείο κατέληξε ότι η πράξη του Εφεσείοντα συνιστούσε φόνο εκ προμελέτης. Ήταν και το μόνο συμπέρασμα στο οποίο θα μπορούσε να αχθεί σύμφωνα με τα γεγονότα που αποδείχθησαν ενώπιον του.
Αναφορικά με την έλλειψη ελατηρίου στην οποία αναφέρθηκε ο ευπαίδευτος συνήγορος του Εφεσείοντα, θα πρέπει να λεχθεί ότι το ελατήριο δεν είναι συστατικό στοιχείο του εγκλήματος. Εις την Μιχαηλίδης (άνω) που μας παρέπεμψε ο ευπαίδευτος συνήγορος για την Εφεσίβλητη αναφέρονται:
«Το ελατήριο συνίσταται από τους εσώτερους λόγους που ωθούν στις πράξεις, κινήσεις και εκδηλώσεις του κατηγορουμένου. Για το λόγο αυτό χαρακτηρίζεται και ως κίνητρο, δηλαδή, εκείνο που κινεί τον άνθρωπο να δράσει. Το ελατήριο δεν είναι συστατικό στοιχείο του εγκλήματος. Η ύπαρξη και η απόδειξή του δεν είναι αναγκαία για την καταδίκη του κατηγορουμένου. Ό,τι απαιτείται για την απόδειξη του εγκλήματος είναι η εγκληματική πρόθεση (intention).....»
Για τους πιο πάνω λόγους όλοι οι λόγοι Έφεσης απορρίπτονται και συνεπώς και η Έφεση κατά της καταδίκης απορρίπτεται.
Μ.Μ.ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π.
Λ. ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ.
Α.Ρ. ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.
/γκ