ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2015:C861
(2015) 3 ΑΑΔ 671
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Αναθεωρητικές Εφέσεις Αρ. 20/2011 + 36/2011)
21 Δεκεμβρίου, 2015
[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, ΠΑΝΑΓΗ, ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δικαστές]
ΑΕ20/2011
ΚΟΙΝΟΠΡΑΞΙΑ POSEIDON GRAND MARINA OF PAPHOS,
Εφεσείουσα/Ενδιαφερόμενο Μέρος,
ΚΑΙ
1. CYBARCO PLC,
2. FRANCOUDI & STEFANOU LTD,
3. ΑΘΗΝΑ Α.Τ.Ε.,
4. J & P AVAX SA,
5. IOANNOU & PARASKEVAIDES LTD,
6. PANDORA INVESTMENTS PUBLIC LTD,
7. C.A.D.S. HOLDINGS LTD,
Εφεσίβλητοι/Αιτητές.
ΚΑΙ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΑΡΧΗ ΠΡΟΣΦΟΡΩΝ,
Καθ΄ης η Αίτηση.
----------
ΑΕ 36/2011
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΑΡΧΗ ΠΡΟΣΦΟΡΩΝ,
Εφεσείουσα/Καθ΄ης η Αίτηση,
ΚΑΙ
1. CYBARCO PLC,
2. FRANCOUDI & STEFANOU LTD,
3. ΑΘΗΝΑ Α.Τ.Ε.,
4. J & P AVAX SA,
5. IOANNOU & PARASKEVAIDES LTD,
6. PANDORA INVESTMENTS PUBLIC LTD,
7. C.A.D.S. HOLDINGS LTD,
Εφεσίβλητοι/Αιτητές,
ΚΑΙ
ΚΟΙΝΟΠΡΑΞΙΑ POSEIDON GRAND MARINA OF PAPHOS,
Ενδιαφερόμενο Μέρος.
----------
(ΑΕ 20/2011)
Ν. Παπαευσταθίου με Στ. Μαξούτη (κα), για την Εφεσείουσα.
Χρ. Χριστοφίδης με Γ. Βαλιαντή και Χρ. Παρασκευά (κα), για τους
Εφεσίβλητους.
Χρ. Τριανταφυλλίδης, για την Καθ΄ης η Αίτηση.
(ΑΕ36/2011)
Χρ. Τριανταφυλλίδης, για την Εφεσείουσα.
Χρ. Χριστοφίδης με Γ. Βαλιαντή και Χρ. Παρασκευά (κα), για τους
Εφεσίβλητους.
Ν. Παπαευσταθίου με Στ. Μαξούτη (κα), για το Ενδιαφερόμενο Μέρος.
----------
ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει η Σταματίου, Δ.
----------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.: Στις 30.9.2005 δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας διαγωνισμός για την επιλογή αναδόχου με διαπραγμάτευση και κριτήριο επιλογής την πλέον συμφέρουσα προσφορά που αφορούσε «Σύμβαση για το Σχεδιασμό, Κατασκευή, Χρηματοδότηση, Λειτουργία και Μεταβίβαση της Προτεινόμενης Μαρίνας Πάφου». Στις 3.6.2008 η Αναθέτουσα Αρχή (Υπουργείο Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού) αποφάσισε την κατακύρωση της προσφοράς και την ανάθεση της Σύμβασης για το εν λόγω έργο στους εφεσίβλητους-αιτητές.
Η εφεσείουσα-ενδιαφερόμενο μέρος καταχώρησε στις 20.6.2008 ιεραρχική προσφυγή στην Αναθεωρητική Αρχή Προσφορών - καθ΄ης η αίτηση. Στις 27.11.2008 η Αναθεωρητική Αρχή Προσφορών εξέδωσε απόφαση, με την οποία κρίθηκε βάσιμη η ιεραρχική προσφυγή και ακυρώθηκε η απόφαση της Αναθέτουσας Αρχής. Συγκεκριμένα, κρίθηκε ότι η προσφορά των εφεσιβλήτων ήταν άκυρη, επειδή παραβίαζε ουσιώδη όρο των προσφορών, ήτοι, ότι δεν υποβλήθηκαν πιστοποιητικά ποινικού μητρώου για τις εταιρείες που αποτελούσαν την Κοινοπραξία των εφεσιβλήτων. Οι εφεσίβλητοι καταχώρησαν την προσφυγή 1855/2008, αμφισβητώντας τη νομιμότητα και εγκυρότητα της απόφασης της Αναθεωρητικής Αρχής, η οποία είχε επιτυχή κατάληξη, με αποτέλεσμα την ακύρωση της απόφασης της Αναθεωρητικής Αρχής. Καταχωρήθηκε έφεση εναντίον της εν λόγω απόφασης, τόσο εκ μέρους του ενδιαφερόμενου μέρους, όσο και εκ μέρους της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφορών.
Η εφεσείουσα-ενδιαφερόμενο μέρος, εγείρει πέντε λόγους έφεσης, με τους οποίους ισχυρίζεται ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο (α) εσφαλμένα δεν επιλήφθηκε και δεν αποφάσισε επί της εισήγησής της ότι οι εφεσίβλητοι στερούντο έννομου συμφέροντος να καταχωρήσουν και προωθήσουν την προσφυγή τους, για το λόγο ότι η προσφορά τους ήταν άκυρη και παράνομη και παραβίαζε ουσιώδεις Όρους των Εγγράφων (1ος λόγος έφεσης), (β) λανθασμένα έθεσε τη βάση του ερωτήματος σε σχέση με το κρίσιμο ερώτημα αναφορικά με την παράβαση ή μη ουσιώδους όρου των εγγράφων του διαγωνισμού ως βάση κρίσης του Δικαστή και λανθασμένα αποφάσισε επί του εν λόγω ερωτήματος (2ος λόγος έφεσης), (γ) εσφαλμένα έκρινε και αποφάσισε «ότι δεν έχει διαπιστωθεί ουσιώδης παράβαση του Όρου» των Εγγράφων του διαγωνισμού από μέρους των αιτητών - εφεσιβλήτων, δηλαδή την απαίτηση για κατάθεση μαζί με την προσφορά τους και πιστοποιητικών ποινικού μητρώου για όλα τα μέλη της Κοινοπραξίας των αιτητών (3ος λόγος έφεσης), (δ) λανθασμένα δεν αποφάσισε κατά πόσο ο συγκεκριμένος όρος των Εγγράφων του Διαγωνισμού για την προσκόμιση πιστοποιητικού Ποινικού Μητρώου ήταν ουσιώδης ή μη ουσιώδης όρος των Εγγράφων του Διαγωνισμού και, περαιτέρω, εάν κριθεί ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι οι σχετικοί όροι είναι μη ουσιώδεις, τότε και αυτό το εύρημα είναι λανθασμένο (4ος λόγος έφεσης), και, (ε) λανθασμένα αποφάσισε ότι, επειδή οι εφεσίβλητοι δεν απέφυγαν ή παρέλειψαν τελείως να παρουσιάσουν πιστοποιητικό ποινικού μητρώου δεν ήταν άκυρη η προσφορά τους (5ος λόγος έφεσης).
Η Αναθεωρητική Αρχή, εφεσείουσα-καθ΄ης η αίτηση, εγείρει ένα λόγο έφεσης, ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα έκρινε ότι «από τη στιγμή που οι Αιτητές έχουν παρουσιάσει πιστοποιητικά ποινικού μητρώου σχετικά με τους διευθυντές της κάθε εταιρείας που αποτελούσε την κοινοπραξία και επιπρόσθετα ένορκες δηλώσεις εκ μέρους της εταιρείας που έδειχναν ότι είχαν λευκό ποινικό μητρώο δεν είχε διαπιστωθεί ουσιώδης παράβαση του όρου».
Η απόφαση της Αναθεωρητικής Αρχής να ακυρώσει την απόφαση της Αναθέτουσας Αρχής για κατακύρωση της προσφοράς στους εφεσίβλητους, έγινε στη βάση του πρώτου νομικού λόγου που επικαλέστηκε η εφεσείουσα/ενδιαφερόμενο μέρος ενώπιόν της, ήτοι, στη μη υποβολή αποσπάσματος ποινικού μητρώου από τις εταιρείες που αποτελούσαν την επιτυχούσα Κοινοπραξία. Θεωρούμε σκόπιμο σε αυτό το στάδιο να παραθέσουμε το σχετικό απόσπασμα από την απόφαση της Αναθεωρητικής Αρχής, έστω και αν είναι μακροσκελές, για να γίνει αντιληπτό το επίδικο θέμα:
«Ο πρώτος νομικός λόγος που επικαλούνται οι αιτητές αναφέρεται στη μη υποβολή αποσπάσματος ποινικού μητρώου από τις εταιρείες που αποτελούσαν την επιτυχούσα Κοινοπραξία. Το γεγονός αυτό είναι παραδεκτό και από την Αναθέτουσα Αρχή. Στα έγγραφα του Διαγωνισμού, Γενικοί Όροι Μέρος Α, στον όρο Α2.1.2.2 «Αποκλεισμός διαγωνιζομένου» στην παράγραφο 2(γ) αναφέρονται τα εξής:
«(2) Οποιοσδήποτε διαγωνιζόμενος αποκλείεται σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας από το διαγωνισμό ο οποίος:
(γ) έχει καταδικαστεί βάσει απόφασης η οποία έχει ισχύ δεδικασμένου, και η οποία διαπιστώνει αδίκημα σχετικό με την επαγγελματική του διαγωγή.»
Για να αποδείξουν οι διαγωνιζόμενοι (προσφέροντες) ότι, δεν υπάγονται στην πιο πάνω παράγραφο (γ) έπρεπε σύμφωνα με τον όρο Α2.1.2(5)(α) να προσκομίσουν απόσπασμα ποινικού μητρώου, ή ελλείψει αυτού, ισοδύναμου εγγράφου που εκδίδεται από την αρμόδια δικαστική ή διοικητική αρχή της χώρας καταγωγής ή προέλευσης του προσφέροντος.
Στον όρο Α2.1.2.(6) προνοείται ότι σε περίπτωση που το οικείο κράτος δεν εκδίδει έγγραφο ή πιστοποιητικό ή σε περίπτωση που το έγγραφο ή πιστοποιητικό αυτό δεν καλύπτει όλες τις περιπτώσεις δηλαδή και την παράγραφο Α2.1.2.2.(γ) αυτό δύναται να αντικαθίσταται από Ένορκη Βεβαίωση του ενδιαφερομένου. Στην παρούσα υπόθεση η επιτυχούσα Κοινοπραξία υπέβαλε πιστοποιητικά ποινικού μητρώου μόνο για τους διευθυντές των εταιρειών που αποτελούσαν την Κοινοπραξία. Για τις ίδιες τις εταιρείες που αποτελούσαν την Κοινοπραξία υποβλήθηκαν ένορκες δηλώσεις.
Από τους όρους του διαγωνισμού προκύπτει ότι το πιστοποιητικό ποινικού μητρώου έπρεπε να υποβληθεί από τον προσφέροντα. Στη συγκεκριμένη υπόθεση η Κοινοπραξία είναι ο προσφέρων και όχι οι διευθυντές των εταιρειών που την αποτελούν. Επομένως το απόσπασμα ποινικού μητρώου έπρεπε να υποβληθεί από τις εταιρείες που αποτελούσαν την επιτυχούσα Κοινοπραξία. Η ένορκη δήλωση υποβάλλεται μόνο στις περιπτώσεις που το οικείο κράτος δεν εκδίδει πιστοποιητικά ποινικού μητρώου. Η Κυπριακή Δημοκρατία εκδίδει τέτοια πιστοποιητικά τόσο για τα φυσικά πρόσωπα όσο και για τα νομικά.
Το επιχείρημα της Αναθέτουσας Αρχής ότι τα πιστοποιητικά ποινικού μητρώου θα μπορούσαν να υποβληθούν αργότερα στο στάδιο της διαπραγμάτευσης ή και πριν την υπογραφή της σύμβασης δεν ευσταθεί. Ο όρος Α4.7 «Περιεχόμενο Υποφακέλων Προσφορών», Α4.7.1 «περιεχόμενα Υποφακέλων «Δικαιολογητικά & Τεχνική Προσφορά», Α4.7.1.1 «Δικαιολογητικά», στην παράγραφο (1) αναφέρεται ότι: «Ο κάθε προσφέρων οφείλει να καταθέσει τα ακόλουθα δικαιολογητικά: (α) Την εγγύηση συμμετοχής (Παράρτημα 1) (β) Τα πιστοποιητικά που αναφέρονται στις παραγράφους Α2.1.2.(5) και (6)». Ένα από τα πιστοποιητικά που αναφέρονται στην παράγραφο Α2.1.2(5) είναι και το απόσπασμα ποινικού μητρώου.
Είναι φανερό από τον πιο πάνω όρο ότι, ένα από τα δικαιολογητικά που οφείλετο να κατατεθεί με την προσφορά αφού περιλαμβάνετο στον Υποφάκελο «Δικαιολογητικά & Τεχνική Προσφορά» ήταν το απόσπασμα ποινικού μητρώου. Ο όρος είναι ουσιώδης και αυτό προκύπτει από την επιτακτική διατύπωση του «οφείλει να καταθέσει» αλλά και από το γεγονός ότι περιλαμβάνεται στον ίδιο όρο Α4.7.1.1. με το πολύ σημαντικό έγγραφο που είναι η Εγγύηση Συμμετοχής.
Επίσης ο όρος Α4.7.1.1.(2) κάμνει ειδική αναφορά στις κοινοπραξίες:
«2. Σε περίπτωση κοινοπραξίας φυσικών ή νομικών προσώπων που υποβάλλουν κοινή προσφορά, θα πρέπει να κατατεθούν τα παραπάνω δικαιολογητικά για κάθε συμμετέχοντα στην κοινοπραξία ......» δηλαδή και το απόσπασμα ποινικού μητρώου.»
Η μη υποβολή του αποσπάσματος ποινικού μητρώου είναι λόγος αποκλεισμού αφού περιλαμβάνεται στα έγγραφα του όρου Α2.1.2.2 «Αποκλεισμός Διαγωνιζομένου» αλλά και στα δικαιολογητικά που έπρεπε να ευρίσκονται στον υποφάκελο «Δικαιολογητικά & Τεχνική Πρόταση» που κατατέθηκε με την υποβολή της προσφοράς. Σχετικός είναι ο όρος Α.5.5 «Απόρριψη προσφορών» όπου στην παράγραφο 2(β) αναφέρονται τα εξής: 2. Μεταξύ άλλων οι πιο κάτω λόγοι αποτελούν λόγο απόρριψης προσφοράς: (β) όταν δεν υποβληθούν τα δικαιολογητικά που προβλέπουν τα έγγραφα του Διαγωνισμού ή όταν αυτά έχουν υποβληθεί και είναι ανακριβή.
Στην παρούσα υπόθεση η προσφορά της επιτυχούσας Κοινοπραξίας δεν ανταποκρίνετο σε ουσιώδη όρο του διαγωνισμού, υπήρχε δηλαδή απόκλιση και μη συμμόρφωση στον ουσιώδη όρο Α4.7.1.1(β) των εγγράφων του διαγωνισμού.
Είναι πάγια νομολογημένη αρχή ότι, απόκλιση από ουσιώδεις όρους προσφορών καθιστά την προσφορά άκυρη. Προσφορά η οποία δεν πληροί και δεν ανταποκρίνεται σε ουσιώδη όρο του Διαγωνισμού είναι άκυρη και δεν μπορεί να εξεταστεί (Αναθεωρητική Έφεση αρ. 903 Τamasos Tobacco Supplier's and Co v. Δημοκρατίας (1992) 3 Α.Α.Δ. 60).
Ενόψει της πιο πάνω κατάληξης μας, δεν κρίνουμε σκόπιμο να εξετάσουμε τους υπόλοιπους νομικούς λόγους που επικαλέστηκαν οι Αιτητές για την ακύρωση της απόφασης της Αναθέτουσας Αρχής. Ως εκ τούτου η Προσφυγή κρίνεται βάσιμη και επιτυγχάνει και η απόφαση της Αναθέτουσας Αρχής ακυρώνεται.»»
Πρωτοδίκως, ο αδελφός μας Δικαστής που εκδίκασε την προσφυγή, εξέτασε ως πρώτο θέμα την απόφαση της Αναθεωρητικής Αρχής ότι οι εφεσίβλητοι παρέβησαν ουσιώδη όρο του διαγωνισμού, δηλαδή την απαίτηση για παρουσίαση πιστοποιητικών ποινικού μητρώου, θέμα που καλυπτόταν και από τους νομικούς λόγους της προσφυγής που αφορούν πλάνη περί τα πράγματα και το Νόμο.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο, αφού παρέθεσε τη νομολογία που διέπει το θέμα, διατύπωσε τη θέση ότι το κατά πόσο ένας όρος είναι ουσιώδης και, εάν υπήρξε παράβασή του, ανήκει στο δικαστή. Έκρινε δε ότι, από τη στιγμή που οι εφεσίβλητοι έχουν παρουσιάσει πιστοποιητικά ποινικού μητρώου σχετικά με τους διευθυντές της κάθε εταιρείας που αποτελούσε την Κοινοπραξία και, επιπρόσθετα, ένορκες δηλώσεις εκ μέρους της κάθε εταιρείας που έδειχναν ότι είχαν λευκό ποινικό μητρώο, δεν έχει διαπιστωθεί ουσιώδης παράβαση του όρου. Περαιτέρω, το Δικαστήριο θεώρησε πως, ενόψει και της πρόνοιας του Όρου Α5.8.2, που διαλαμβάνει ότι ο προσφέρων στον οποίο θα ανατεθεί η σύμβαση, είναι υποχρεωμένος να προσέλθει για την υπογραφή της σύμβασης, προσκομίζοντας τα πιστοποιητικά που καθορίζονται στην παράγραφο Α2.1(5), μεταξύ των οποίων είναι και τα πιστοποιητικά που αφορούν το ποινικό μητρώο, θα μπορούσε η Αναθέτουσα Αρχή, όπως η ίδια υποστήριξε, αν θεωρούσε ότι τα προσκομισθέντα πιστοποιητικά άφηναν αμφιβολίες για το λευκό μητρώο των αιτητών, να ζητήσει πιστοποιητικά και για τις εταιρείες, πέραν αυτών που επισύναψαν οι εφεσίβλητοι στην προσφορά τους, για τους διευθυντές της κάθε εταιρείας και τις ένορκες δηλώσεις. Αντίθετα, η Αναθέτουσα Αρχή τα αποδέχθηκε και προχώρησε στην εξέταση της ουσίας της προσφοράς.
Περαιτέρω, το Δικαστήριο ανέφερε ότι η εξουσία αποκλεισμού του προσφοροδότη σχετικά με το θέμα του ποινικού μητρώου, όπως διατυπώνεται στους όρους των προσφορών, είναι να έχει καταδικαστεί για αδίκημα, όπως περιγράφεται στις σχετικές παραγράφους στις οποίες έγινε αναφορά. Έκρινε δε ότι από τα γεγονότα ενώπιον της Αναθεωρητικής Αρχής, ούτε καν υποψία μπορούσε να υπάρξει για τέτοια καταδίκη, ούτε μέχρι το τέλος της δίκης έγινε ισχυρισμός ότι οποιαδήποτε από τις εταιρείες της Κοινοπραξίας είχε καταδίκη η οποία, σύμφωνα με τους όρους των προσφορών, αποτελούσε λόγο αποκλεισμού και διαφοροποίησε τα γεγονότα της υπόθεσης από αυτά στις υποθέσεις Tamassos Tobacco Supplier's and Co v. Δημοκρατίας (1992) 3 ΑΑΔ 60 και Α.Η.Κ. ν. Bulk Oil A.g. (1997) 3 AAΔ 182.
Αποτελεί θέση των εφεσειόντων ότι το Δικαστήριο έχει καταλήξει ότι ο όρος περί παρουσίασης ποινικού μητρώου ήταν ουσιώδης όρος της προσφοράς, παρά το ότι δεν το αναφέρει ρητά στην απόφαση. Από τη στιγμή που ο εν λόγω όρος ήταν ουσιώδης, συνεχίζει η εισήγηση, η παραβίασή του επέφερε την ακύρωση της προσφοράς, ανεξάρτητα του κατά πόσο η παραβίαση ήταν ουσιώδης ή όχι.
Αντίθετη επί του προκειμένου η θέση των εφεσιβλήτων, οι οποίοι υπεραμύνθηκαν της πρωτόδικης απόφασης, εισηγούμενοι ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο με πλήρως αιτιολογημένη απόφασή του έκρινε, αφενός, ότι ο επίδικος όρος δεν ήταν ουσιώδης και, αφετέρου, ότι καμία παράβαση δεν υπήρχε εκ μέρους των εφεσιβλήτων.
Στην υπόθεση Tamassos (πιο πάνω) εξετάστηκε πότε ένας όρος σε προκήρυξη δημόσιου διαγωνισμού έχει το χαρακτήρα ουσιαστικού τύπου. Αναφέρθηκαν στις σελίδες 73-74 τα εξής σχετικά:
«Τι συνιστά ουσιώδη όρο πλειοδοτικού διαγωνισμού, αποτέλεσε το αντικείμενο μεγάλου αριθμού δικαστικών αποφάσεων. Η κρίση κατά πόσο τύπος ο οποίος παραβιάζεται αποτελεί ουσιώδη ή επουσιώδη πρόνοια, ανήκει στο δικαστή. (βλ. Σπηλιωτόπουλος Εγχειρίδιον Διοικητικού Δικαίου έκδοση 1977 σσ 404-405). Η νομολογία βεβαιώνει ότι το κριτήριο για τον καθορισμό της σημασίας και υπόστασης όρου πλειοδοτικού διαγωνισμού, είναι η σημασία που ενέχει η τήρηση του για την απόφαση για κατακύρωση της προσφοράς. Ουσιώδης είναι ο όρος η τήρηση του οποίου είναι αποφασιστικής σημασίας για τη λήψη και το περιεχόμενο της απόφασης για την κατακύρωση της προσφοράς. (βλ. μεταξύ άλλων Medcon Construction & Others v. Republic (1968) 3 C.L.R. 535, Kounnas & Sons v. Republic (1972) 3 C.L.R. 542, Papadopoulos v. Republic (1985) 3 C.L.R. 154, Vouniotis v. Republic (1985) 3 C.L.R. 2355, K.& M. Transport Ltd. v. Eteria Fortigon Aftokiniton (EFA) & others (1987) 3 C.L.R. 1939, Μανουτράκο Λτδ. ν. Δημοκρατίας (ανωτέρω), Θεοφάνους ν. Δημοκρατίας Υπόθεση 1010/87, η απόφαση εκδόθηκε στις 24/3/90 και θα δημοσιευθεί στο (1990) 3 Α.Α.Δ. P Steff & Co. v. Δημοκρατίας - Υπόθεση 891/88, η απόφαση εκδόθηκε στις 11/10/90 και θα δημοσιευθεί στο (1990) 3 Α.Α.Δ. και Κ.Π. Ιωάννου Λτδ. ν. Δημοκρατίας - Υπόθεση 833/89, η απόφαση εκδόθηκε στις 20/5/91 και θα δημοσιευθεί στο (1991) 4 Α.Α.Δ. )»
(Η υπογράμμιση είναι δική μου)»
Στην υπόθεση Ε. Φιλίππου Λτδ ν. Δημοκρατίας (2004) 3 ΑΑΔ 389 επανατονίστηκε ότι το κατά πόσο όρος που παραβιάζεται είναι ουσιώδης ανήκει στο Δικαστήριο.
Στην υπόθεση Δημοκρατία ν. Χατζηιωάννου & Υιοί (2005) 3 ΑΑΔ 467, στις σελίδες 472-473 αναφέρθηκαν τα ακόλουθα:
«Αναφορικά με προσφορές, έχει κριθεί νομολογιακά ότι προσφορά που δεν πληροί ουσιώδη όρο ή όρους του διαγωνισμού είναι άκυρη και ως εκ τούτου δεν μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο εξέτασης. (Κ. & Μ. Transport v. E.F.A. & Others (1987) 3 C.L.R. 1939, P. Steff & Co. v. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 3343). Το κριτήριο για να καθοριστεί αν ο όρος της προσφοράς είναι ουσιώδης, είναι η σημασία που ενέχει η συμμόρφωση με αυτό για να αποφασισθεί η κατακύρωση της προσφοράς και ουσιώδης είναι ο όρος του οποίου η τήρηση είναι σημασίας αποφασιστικής για την λήψη και το περιεχόμενο της απόφασης (Tamassos Tobacco Suppliers and Co v. Δημοκρατίας (1992) 3 Α.Α.Δ. 60). Έχει επίσης επανειλημμένα αποφασισθεί ότι προσφοροδότης που δεν έχει υποβάλει έγκυρη προσφορά στερείται έννομου συμφέροντος να προσβάλει την απόφαση κατακύρωσής της (Atlantic Insurance Ltd v. Συμβουλίου Εμπορίας Κυπριακών Πατατών (1990) 3 Α.Α.Δ. 173, Tylson Engineering Ltd v. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 963, Kanika Hotels Ltd v. Δήμου Πάφου (1990) 3 Α.Α.Δ. 2487).»
Το πρωτόδικο Δικαστήριο, κατά την εξέταση του κατά πόσο η προσφορά των εφεσιβλήτων παραβίαζε ουσιώδη όρο του διαγωνισμού, όπως είχε κρίνει η Αναθεωρητική Αρχή, κατέληξε ως ακολούθως:
«Από τη διατύπωση των όρων περί παρουσίασης πιστοποιητικού ποινικού μητρώου οι οποίοι φαίνονται και στο σχετικό απόσπασμα που παράθεσα πιο πάνω από την απόφαση της καθ' ης η αίτηση αρ. 1, προκύπτει ότι η απαίτηση είναι επιτακτικής μορφής. Η ανάγκη για τέτοια παρουσίαση είναι για να διαφαίνεται ότι ο προσφοροδότης δεν έχει καταδικαστεί για αδίκημα όπως εκεί περιγράφεται περιλαμβανομένης και επαγγελματικής διαγωγής του. Η σχετική πρόνοια είναι ότι αποκλείεται από το διαγωνισμό οποιοσδήποτε ο οποίος «έχει καταδικαστεί για τέτοιο αδίκημα». Με βάση τις αυθεντίες που παράθεσα πιο πάνω, η απόφαση ότι ο όρος είναι ουσιώδης και αν υπήρξε παράβαση του, είναι στο Δικαστή. Αυτό έχει ιδιαίτερη εφαρμογή στην παρούσα υπόθεση αφού ο όρος δεν αφορά τεχνικά θέματα. Από τη στιγμή που οι αιτητές έχουν παρουσιάσει πιστοποιητικά ποινικού μητρώου σχετικά με τους διευθυντές της κάθε εταιρείας που αποτελούσε την Κοινοπραξία και επιπρόσθετα ένορκες δηλώσεις εκ μέρους της κάθε εταιρείας που έδειχναν ότι είχαν λευκό ποινικό μητρώο, είμαι της άποψης ότι δεν έχει διαπιστωθεί ουσιώδης παράβαση του όρου. Θα ήταν διαφορετικά τα πράγματα αν οι αιτητές δεν παρουσίαζαν καθόλου τέτοια πιστοποιητικά. Περαιτέρω ενόψει και της πρόνοιας του Όρου Α5.8.2 που διαλαμβάνει ότι ο προσφέρων στον οποίο θα ανατεθεί η σύμβαση είναι υποχρεωμένος να προσέλθει για την υπογραφή της σύμβασης προσκομίζοντας τα πιστοποιητικά που καθορίζονται στην παράγραφο Α2.1(5), πιο πάνω, μεταξύ των οποίων είναι και τα πιστοποιητικά που αφορούν το ποινικό μητρώο, θα μπορούσε η Αναθέτουσα Αρχή, όπως η ίδια υποστήριξε, αν θεωρούσε ότι τα προσκομισθέντα πιστοποιητικά άφηναν αμφιβολίες για το λευκό μητρώο των αιτητών, να ζητήσει πιστοποιητικά και για τις εταιρείες πέραν αυτών που επισύναψαν οι αιτητές στην προσφορά τους για τους διευθυντές της κάθε εταιρείας και τις ένορκες δηλώσεις. Αντίθετα η Αναθέτουσα Αρχή τα έχει αποδεχθεί και προχώρησε στην εξέταση της ουσίας της προσφοράς. Κρίνω ότι τυγχάνουν εφαρμογής τα όσα αποφασίστηκαν στην υπόθεση Zittis v. Republic (1973) 3 C.L.R. 37 που επικαλέστηκαν οι αιτητές.
Η εξουσία αποκλεισμού του προσφοροδότη σχετικά με το θέμα του ποινικού μητρώου, όπως διατυπώνεται στους όρους των προσφορών, είναι να έχει καταδικαστεί για αδίκημα όπως περιγράφεται στις σχετικές παραγράφους στις οποίες έγινε αναφορά. Από τα ενώπιον της καθ' ης η αίτηση 1 γεγονότα, ούτε καν υποψία μπορούσε να υπάρξει για τέτοια καταδίκη. Εν πάση περιπτώσει μέχρι και την ολοκλήρωση της δίκης δεν έγινε ισχυρισμός ότι οποιαδήποτε από τις εταιρείες της Κοινοπραξίας είχε καταδίκη η οποία, σύμφωνα με τους όρους των προσφορών, αποτελούσε λόγο αποκλεισμού. Ούτε και υπήρξε ισχυρισμός ότι το περιεχόμενο των ενόρκων δηλώσεων ήταν ανακριβές. Η περίπτωση διαφοροποιείται πλήρως από την υπόθεση Tamassos πιο πάνω, στην οποία βασίστηκε η καθ' ης η αίτηση 1, αφού εκεί αυτό που απουσίαζε ήταν η εγγυητική και ορθά κρίθηκε ότι δε θα κατακυρώνετο η προσφορά σε πρόσωπο που δεν εγγυάτο την πιστή εκτέλεση του έργου της προσφοράς.»
Από το πιο πάνω απόσπασμα είναι εμφανές ότι το Δικαστήριο δεν αναφέρει ρητά κατά πόσο ο επίδικος όρος ήταν ουσιώδης όρος του διαγωνισμού. Άλλωστε, αυτό οδήγησε και στις αντιφατικές εκτιμήσεις των δύο πλευρών ως προς το θέμα αυτό, κατά την ανάπτυξη των λόγων έφεσης. Η αναφορά, όμως, του Δικαστηρίου ότι η απαίτηση για παρουσίαση πιστοποιητικού ποινικού μητρώου είναι επιτακτικής μορφής, δεν μπορεί παρά να οδηγήσει σε συμπέρασμα ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο θεώρησε ότι επρόκειτο για ουσιώδη όρο. Άλλωστε, όπως προκύπτει από τη νομολογία που παραθέσαμε πιο πάνω και στην οποία αναφέρθηκε και το πρωτόδικο Δικαστήριο, το κριτήριο για τον καθορισμό της σημασίας του όρου του διαγωνισμού, είναι η σημασία που ενέχει η τήρησή του για την απόφαση για την κατακύρωση της προσφοράς. Από τη στιγμή που το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε ότι επρόκειτο για επιτακτικής μορφής όρο, δεν μπορεί να ευσταθήσει η εισήγηση ότι δεν τον θεώρησε ουσιώδη όρο. Εν πάσει περιπτώσει, η εξέταση των δεδομένων της υπόθεσης, υπό το φως της νομολογίας που παραθέσαμε πιο πάνω, μας οδηγεί στο ίδιο συμπέρασμα.
Παραθέτουμε τους σχετικούς όρους του διαγωνισμού:
«Όρος Α.2.1.2 Αποκλεισμός διαγωνιζομένου
2. Οποιοσδήποτε διαγωνιζόμενος αποκλείεται σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας από το διαγωνισμό, ο οποίος:
(γ) έχει καταδικαστεί βάσει απόφασης η οποία έχει ισχύ δεδικασμένου, και η οποία διαπιστώνει αδίκημα σχετικό με την επαγγελματική του διαγωγή
5. Η Ενδιαφερόμενη Υπηρεσία δέχεται ως επαρκή απόδειξη του ότι ο προσφέρων δεν εμπίπτει στις περιπτώσεις που αναφέρονται στον Όρο Α.2.1.2.1 και τις παραγράφους (α), (β), (γ), (ε) και (στ) του Όρου Α2.1.2.2.
(α) αναφορικά με τον Όρο Α2.1.2.1 και τις παραγράφους (α), (β) και (γ) του Όρου Α.2.1.2.2 την προσκόμιση αποσπάσματος ποινικού μητρώου, ή έλλειψη αυτού, ισοδύναμου εγγράφου που εκδίδεται από την αρμόδια δικαστική ή διοικητική αρχή της χώρας καταγωγής ή προέλευσης του προσφέροντος από το οποίο προκύπτει ότι πληρούνται αυτές οι προϋποθέσεις.
3. Σε περίπτωση κοινοπραξίας φυσικών και/ή νομικών προσώπων, όλοι οι παραπάνω λόγοι αποκλεισμού εφαρμόζονται για κάθε ένα συμμετέχοντα στην κοινοπραξία και σε περίπτωση που οποιοσδήποτε από τους συμμετέχοντες σε αυτήν αποκλεισθεί από το διαγωνισμό για οποιοδήποτε από τους λόγους αυτούς, η υποβληθείσα προσφορά της κοινοπραξίας αποκλείεται του διαγωνισμού και δεν αξιολογείται.
Όρος Α4.7. Περιεχόμενο Υποφακέλων Προσφορών
Όρος Α4.7.1. Περιεχόμενα Υποφακέλου «ΔΙΚΑΙΟΛΟΓΗΤΙΚΑ & ΤΕΧΝΙΚΗ ΠΡΟΣΦΟΡΑ».
Όρος Α.4.7.1.1. Δικαιολογητικά.
1. Ο κάθε Προσφέρων οφείλει να καταθέσει τα ακόλουθα δικαιολογητικά:
(α) την Εγγύηση Συμμετοχής (Παράρτημα Μέρος 1).
(β) τα πιστοποιητικά που αναφέρονται στις παραγράφους Α2.1.2.(5) και (6).
2. Σε περίπτωση κοινοπραξίας φυσικών και/ή νομικών προσώπων που υποβάλλουν κοινή προσφορά, θα πρέπει να κατατεθούν τα παραπάνω δικαιολογητικά για κάθε συμμετέχοντα στην κοινοπραξία.
Όρος Α.5.2. Αξιολόγηση προσφορών
Όρος Α.5.2.1. Γενικά.
1. Πριν τον ενδελεχή έλεγχο και την βαθμολόγηση των προσφορών που υποβλήθηκαν, η Ενδιαφερόμενη Υπηρεσία θα ελέγξει προκαταρκτικά κατά πόσον:
(β) τα έγγραφα / στοιχεία που απαιτούνται από την Ενδιαφερόμενη Υπηρεσία για την προσφορά είναι τα ακόλουθα:
(i) ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ - Μέρος 1: Εγγύηση Συμμετοχής
(ii) ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ - Μέρος 2: Έντυπο Τεχνικής Προσφοράς
(iii) ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ - Μέρος 3: Έντυπο Οικονομικής Προσφοράς
(iv) ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ - Μέρος 4: Βεβαίωση για την Προστασία των Εργαζομένων
(v) ΜΕΡΟΣ Α: Γενικοί Όροι Διαγωνισμού: Πιστοποιητικά σύμφωνα με τις παραγράφους Α2.1.2(5) και (6)
(vi) ΜΕΡΟΣ Γ: Όροι Εντολής Διαγωνισμού - Σχέδιο Δράσης και
(γ) όλα τα πιο πάνω Παραρτήματα είναι δεόντως υπογραμμένα.
Όρος Α.5.5. Απόρριψη προσφορών
1. Όλοι οι όροι και τεχνικές προδιαγραφές των Εγγράφων του Διαγωνισμού είναι ουσιώδεις και δεσμευτικοί και η τήρηση τους είναι υποχρεωτική για τους Προσφέροντες.
2. Μεταξύ άλλων οι πιο κάτω λόγοι αποτελούν λόγο απόρριψης προσφοράς:
(α) όταν η προσφορά δεν είναι σύμφωνη με τους όρους των Εγγράφων του Διαγωνισμού.
(β) όταν δεν υποβληθούν τα δικαιολογητικά που προβλέπουν τα Έγγραφα του Διαγωνισμού ή όταν αυτά που έχουν υποβληθεί είναι ανακριβή.»
Θεωρούμε ότι οι πρόνοιες των πιο πάνω όρων του διαγωνισμού είναι σαφείς και δεν αφήνουν αμφιβολία ότι πρόκειται για επιτακτικές πρόνοιες ως προς τις υποχρεώσεις που έχουν οι διαγωνιζόμενοι για την ικανοποίηση των απαραίτητων προϋποθέσεων έγκυρης προσφοράς. Ρητά αναφέρεται στους όρους του διαγωνισμού ότι η μη υποβολή των δικαιολογητικών που προβλέπουν τα Έγγραφα του Διαγωνισμού είναι μεταξύ των λόγων που οδηγούν σε απόρριψη προσφοράς. Συνεπώς, η σημασία που ενέχει η συμμόρφωση με τον σχετικό όρο περί παρουσίασης ποινικού μητρώου για την κάθε εταιρεία που αποτελεί την Κοινοπραξία είναι καταλυτική και, ως τέτοια, καθιστά το σχετικό όρο ουσιώδη όρο του διαγωνισμού.
Στην υπόθεση Αρχή Ηλεκτρισμού Κύπρου ν. Bulk Oil A.G. (1997) 3 ΑΑΔ 182 ουσιώδης όρος της προκήρυξης προσφορών ήταν η υποβολή τραπεζικής εγγύησης κατά τον τύπο που προβλέπετο. Η Bulk Oil συνόδευσε την προσφορά της με επιστολή της Συριακής πρεσβείας ότι η Συριακή κυβέρνηση «υποστήριζε την προσφορά και ήταν έτοιμη να εγγυηθεί την εκτέλεση συμβολαίου εάν κατακυρωνόταν η προσφορά.» Οι δικηγόροι της Bulk Oil υποστήριξαν ότι η προταθείσα εγγύηση της Συρίας δεν ήταν υποδεέστερη της προβλεπόμενης και, ως εκ τούτου, δεν υπήρξε ουσιώδης παρέκκλιση που να καθιστούσε άκυρη την προσφορά, εισήγηση η οποία απορρίφθηκε από την Ολομέλεια, όπως φαίνεται από το ακόλουθο απόσπασμα:
«Διαφωνούμε. Ο όρος 11.3 της προκήρυξης ήταν ουσιώδης γιατί η σημασία του ήταν κρίσιμη. Αυτό αναδεικνύεται και από το ότι καθίστατο επιτακτική η απόρριψη της προσφοράς δυνάμει του όρου 11.4 σε περίπτωση μη συμμόρφωσης. Καθώς λέχθηκε στην Tamassos Tobacco Suppliers & Co. ν. Δημοκρατίας (1992) 3 Α.Α.Δ. 60 με αναφορά σε προηγούμενη νομολογία (στη σελ. 72):
"Είναι θεμελιωμένο ότι όρος της προσφοράς συνιστά, ανάλογα με τη σημασία του, ουσιώδη ή επουσιώδη προδιαγραφή για συμμετοχή στο διαγωνισμό. Προσφορά η οποία δεν πληροί και δεν ανταποκρίνεται σε ουσιώδη όρο του διαγωνισμού, είναι άκυρη και κατ' επέκταση, δεν μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο εξέτασης (βλ. μεταξύ άλλων, K. & M. Transport v. E.F.A. and Others (1987) 3 C.L.R. 1939 και P. STEFF & CO. v. Δημοκρατίας - Υπόθεση 891/88, η απόφαση εκδόθηκε στις 11/10/90 και θα δημοσιευθεί στο (1990) 3 Α.Α.Δ.). Συμμόρφωση με τις ουσιώδεις πρόνοιες του πλειοδοτικού διαγωνισμού αποτελεί προϋπόθεση για συμμετοχή σ' αυτό."
Η εξασφάλιση που πρότεινε το ενδιαφερόμενο πρόσωπο δεν είχε καμιά σχέση με ό,τι απαιτείτο. Δεν επρόκειτο για επουσιώδη απόκλιση από τον όρο 11.4 αλλά για υπαλλακτική πρόταση, εντελώς εκτός του όρου. Που ήταν μάλιστα και υποδεέστερη της προβλεπόμενης. Διότι δεν κάλυπτε όλα τα ενδεχόμενα για τα οποία προοριζόταν η προβλεπόμενη, όπως αυτά εκτίθεντο στον όρο 11.7 της προκήρυξης. Αλλά και διότι άφηνε ερωτηματικό αναφορικά με τις δυνατότητες κατάσχεσής της. Ήταν, δηλαδή, όχι μόνο εντελώς διαφορετική αλλά και εντελώς ανεπαρκής. Επιπλέον, κατέτεινε και από τη φύση της σε ανισότητα η οποία ευνοούσε το ενδιαφερόμενο πρόσωπο με αναφορά στο τι θα μπορούσε να συνεπαγόταν η εξασφάλιση από άποψη κόστους.»
Στην υπόθεση Δημοκρατία ν. C. H. Heat-Flow Mechanical Contractors Ltd (2005) 3 AAΔ 363 κρίθηκε ότι παράβαση ουσιώδους όρου της προσφοράς αποκλείει τον προσφοροδότη από το διαγωνισμό και ότι δε χωρεί συζήτηση μεταξύ ουσιώδους ή επουσιώδους απόκλισης από ουσιώδη όρο. Στην ίδια απόφαση αναλύεται και η απόφαση στην υπόθεση Αρχή Ηλεκτρισμού Κύπρου ν. Bulk Oil A.G., πιο πάνω, όπου κρίθηκε ότι δεν μπορεί να εξαχθεί συμπέρασμα ότι στην υπόθεση Bulk Oil το Δικαστήριο προέβη σε διάκριση ουσιώδους και επουσιώδους απόκλισης από ουσιώδη όρο.
Σύμφωνα με τους όρους του διαγωνισμού, οι διαγωνιζόμενοι όφειλαν να προσκομίσουν απόσπασμα ποινικού μητρώου ή ελλείψει αυτού ισοδύναμου εγγράφου που εκδίδεται από την αρμόδια δικαστική ή διοικητική Αρχή της χώρας για το κάθε νομικό πρόσωπο που αποτελούσε την κοινοπραξία. Οι εφεσίβλητοι, αυτά που προσκόμισαν ήταν πιστοποιητικά ποινικού μητρώου σχετικά με τους διευθυντές της κάθε εταιρείας που αποτελούσε την Κοινοπραξία, καθώς και ένορκες δηλώσεις εκ μέρους της κάθε εταιρείας που έδειχναν ότι είχαν λευκό ποινικό μητρώο. Θεωρούμε ότι τα έγγραφα που προσκομίστηκαν δεν έχουν καμία σχέση με αυτά που απαιτούντο από τους όρους του διαγωνισμού. Το λευκό ποινικό μητρώο του διευθυντή μίας εταιρείας δεν ισοδυναμεί με πιστοποιητικό λευκού ποινικού μητρώου της εταιρείας και δεν καταδεικνύει, άνευ άλλου, ότι η εταιρεία, ως νομικό πρόσωπο, είναι λευκού ποινικού μητρώου. Ούτε βέβαια οι ένορκες δηλώσεις των διευθυντών των εταιρειών που αποτελούν την Κοινοπραξία, ως προς το ποινικό μητρώο των εταιρειών, ισοδυναμούν με πιστοποιητικά λευκού ποινικού μητρώου, όπως απαιτείται από τους όρους του διαγωνισμού. Η απαίτηση του Όρου Α.2.1.2.5(α) είναι σαφής. Ό,τι απαιτείται είναι όπως η διαβεβαίωση δοθεί από αρμόδια Αρχή, έτσι ώστε να είναι έγκυρη και αντικειμενική. Δεν μπορεί βεβαίως να υποκατασταθεί από ένορκη δήλωση των φυσικών προσώπων που αποτελούν το διοικητικό συμβούλιο της εταιρείας.
Σημειώνουμε επίσης ότι, με βάση τον συμπληρωματικό όρο 4 που απεστάλη στους εφεσίβλητους στις 8.5.2007, αναφέρονται τα εξής στην ερώτηση 3:
«Ερώτηση 3:
Μέρος Α, Παράγραφος 4.7.1.1.(β). - Δικαιολογητικά υποφακέλλου τεχνικής προσφοράς.
Σύμφωνα με το άρθρο 2.1.2.(8) ο προσφέρων με τον οποίο θα αρχίσουν οι διαπραγματεύσεις θα πρέπει να προσκομίσει τα στοιχεία που αναφέρονται στις πραγράφους Α.2.1.2(5) και Α.2.1.2(6). Αντιλαμβανόσμαστε, ότι κατά την υποβολή της προσφοράς και σύμφωνα με την παγια τακτική που ακολουθείται στους διαγωνισμούς του Δημοσίου, θα υποβληθεί από όλα τα μέλη της κοινοπραξίας, μόνον υπεύθυνη δήλωση για όλες τις περιπτώσεις που αναφέρονται στις παραγράφους Α2.1.2.1 και Α.2.1.2.2. Παρακαλούμε όπως επιβεβαιώσετε.
Απάντηση:
Σχετική με το ερώτημα είναι η παράγραφος 8 του όρου Α.2.1.2. Αποκλεισμός διαγωνιζόμενου.»
Είναι λοιπόν σαφές ότι απαίτηση των όρων του διαγωνισμού ήταν να δοθεί πιστοποιητικό ποινικού μητρώου και όχι οποιαδήποτε άλλη δήλωση. Θεωρούμε σκόπιμο να τονίσουμε ότι το ζητούμενο με το διαγωνισμό είναι να αποκλείονται οι διαγωνιζόμενοι οι οποίοι έχουν ποινικό μητρώο. Για την διασφάλιση αυτής της πρόνοιας απαιτείται η προσκόμιση πιστοποιητικού λευκού ποινικού μητρώου ή ανάλογη βεβαίωση από δικαστική ή άλλην Αρχή της χώρας. Η Αναθέτουσα Αρχή οφείλει να αποφασίσει το θέμα στη βάση των εγγράφων του διαγωνισμού. Δεν μπορεί να καταλήξει σε συμπέρασμα ότι οι εφεσίβλητοι δεν είχαν ποινικό μητρώο στη βάση άλλων εγγράφων, εκτός αυτών που προνοούνται ρητά στους όρους του διαγωνισμού. Επικύρωση μίας τέτοιας ενέργειας θα συνιστούσε αδικία για τους υπόλοιπους προσφοροδότες και παρέκκλιση από τη νομολογία που επιτάσσει κανόνα αυστηρής ερμηνείας των όρων των διαγωνισμών του δημοσίου (βλ. Νικόλας ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2011) 3 ΑΑΔ 583).
Ένα άλλο στοιχείο που προκύπτει από την πρωτόδικη απόφαση και υποστηρίχθηκε από τους εφεσίβλητους κατά την έφεση είναι ότι, με βάσει τον όρο Α.5.8.2, ο προσφέρων, στον οποίο θα ανατεθεί η σύμβαση είναι υποχρεωμένος να προσέλθει για την υπογραφή της σύμβασης προσκομίζοντας τα απαιτούμενα πιστοποιητικά, μεταξύ των οποίων είναι και τα πιστοποιητικά που αφορούν το ποινικό μητρώο. Συνεπώς, συνεχίζει η εισήγηση, θα μπορούσε να ζητηθεί η προσκόμιση πιστοποιητικών για τις εταιρείες σε εκείνο το στάδιο, εφόσον τα προσκομισθέντα πιστοποιητικά άφηναν αμφιβολίες. Με όλο τα σεβασμό ως προς τη θέση αυτή του πρωτόδικου δικαστηρίου, δε μας βρίσκει σύμφωνους. Η υποχρέωση του όρου Α.5.8.2 αποτελεί πρόσθετη υποχρέωση και δε θα μπορούσε να αναιρέσει καθ΄οιονδήποτε τρόπο την ουσιώδη σημασία του όρου Α.2.1.2.5(α). Θα ήταν τουλάχιστον παράδοξο αν δεν απαιτείτο η ύπαρξη λευκού ποινικού μητρώου κατά την υπογραφή της σύμβασης. Η φύση του διαγωνισμού ήταν τέτοια που μπορεί να υπάρξει μεγάλη χρονική απόσταση μεταξύ της υποβολής των προσφορών μέχρι την κατακύρωση και την υπογραφή της σύμβασης.
Με βάση τις πιο πάνω διαπιστώσεις μας, η πρωτόδικη απόφαση θα πρέπει να παραμεριστεί, χωρίς να απαιτείται ενασχόλησή μας με τα υπόλοιπα ζητήματα που τέθηκαν με την έφεση.
Για τους πιο πάνω λόγους, και οι δύο αναθεωρητικές εφέσεις επιτυγχάνουν και η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται με έξοδα υπέρ των εφεσειόντων, όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.
ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.
ΠΑΝΑΓΗ, Δ.
ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ.
ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.
ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.
/ΧΤΘ