ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2014:C322
(2014) 3 ΑΑΔ 168
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Αναθεωρητική Έφεση Αρ.45/2010)
(Υπόθεση Αρ. 1502/2007)
15 Μαΐου, 2014
[ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Π., Κ. ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ
ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δικαστές]
ΑΡΧΗ ΛΙΜΕΝΩΝ ΚΥΠΡΟΥ,
Εφεσείουσα/Καθ΄ης η Αίτηση,
ΚΑΙ
L.P. TRANSBETON PUBLIC LIMITED,
Εφεσίβλητη/Αιτήτρια.
_________
A. Κουντουρή, για την Εφεσείουσα.
Ν. Κλεάνθους, για την Εφεσίβλητη.
_________
Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου δίδεται από τον Δ. Χατζηχαμπή, Π.
_________
Α Π Ο Φ Α Σ Η (E X - T E M P O R E)
ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Π.: Η υπόθεση αυτή ανάγεται στο 2003 όταν η εφεσίβλητη εταιρεία ζήτησε από την Αρχή Λιμένων (εφεσείουσα) να της παραχωρηθεί άδεια για να ξεφορτώνει τσιμέντο, το οποίο θα εισήγαγε, από τα Λιμάνια Λάρνακας και Βασιλικού. Της εδόθη άδεια για χρήση του Λιμανιού Λάρνακας με όρους όσον αφορά την εκφόρτωση και αναφέρθη περαιτέρω στη σχετική επιστολή ότι «Επίσης σε περίπτωση που η χρήση του λιμανιού Λάρνακας αλλάξει, τότε πιθανόν να κληθείτε να χρησιμοποιείται άλλο λιμάνι για την διεκπεραίωση της εργασίας για την οποία σας παραχωρείται η παρούσα έγκριση.»
Μερικούς μήνες μετά, η εφεσίβλητη ζήτησε να της δοθεί έγκριση για εγκατάσταση σιλό αποθήκευσης του τσιμέντου που θα εισήγαγε στο λιμάνι της Λάρνακας και πήρε την απάντηση ότι το αίτημα δεν μπορούσε να ικανοποιηθεί λόγω κυβερνητικής απόφασης για μετεξέλιξη του λιμανιού της Λάρνακας σε επιβατικό λιμάνι. Τούτο, βέβαια, σε συνάρτηση με την αναφορά που υπήρχε στην άδεια ότι, σε περίπτωση που η χρήση του λιμανιού Λάρνακας θα άλλαζε, τότε πιθανόν να εκαλείτο η εφεσίβλητη να χρησιμοποιεί άλλο λιμάνι. Το θέμα παρέμεινε εκεί για περισσότερο των τριών ετών και επανήλθε η εφεσίβλητη στις 27.7.2007 με επιστολή, η οποία παραπέμπει στην εξασφάλιση της άδειας χρήσης του λιμανιού Λάρνακας και την απόρριψη του αιτήματος για εγκατάσταση σιλό αποθήκευσης εις το εν λόγω λιμάνι, αναφέροντας ότι δεν μπορούσε ως εκ τούτου να προβεί σε εισαγωγές από το λιμάνι της Λάρνακας και εζητείτο, επομένως, καταληκτικά όπως η άδεια χρήσης του λιμανιού της Λάρνακας ισχύσει για το λιμάνι του Βασιλικού. Παραλλήλως και επιπροσθέτως, εζητείτο όπως παραχωρηθεί άδεια και για εγκατάσταση σιλό αποθήκευσης τσιμέντου στο Βασιλικό, εφόσον βέβαια θα εγκρίνετο το αίτημά της ως προς την άδεια να ξεφορτώνει στο Βασιλικό. Η απάντηση ήλθε στις 30.7.2007 και ήταν ότι το αίτημα δεν μπορούσε να ικανοποιηθεί διότι δεν υπήρχε διαθέσιμος χώρος στο Βασιλικό για τέτοιο σκοπό.
Η εφεσίβλητη επανήλθε στις 8.8.2007, παραπέμποντας σε απόφαση της Επιτροπής Προστασίας του Ανταγωνισμού, και ζητώντας να της υποδειχθεί υπό το φως αυτής με ποιον τρόπο θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει τις εγκαταστάσεις του λιμανιού Βασιλικού για σκοπούς αποθήκευσης τσιμέντου, ώστε να μπορούσε να υλοποιηθεί η άδεια την οποία είχε εξασφαλίσει από το 2003. Η απάντηση εδόθη στις 21.8.2007 και ήταν ότι η άδεια που είχε αρχικά παραχωρηθεί για χρήση του λιμανιού Λάρνακας είχε ακυρωθεί με την επιστολή της 5.7.2004, εξαιτίας της κυβερνητικής απόφασης για μετεξέλιξη του λιμανιού Λάρνακας σε επιβατικό, ούτως ώστε να μην μπορούσε να γίνει εγκατάσταση σιλό στο εν λόγω λιμάνι και, συνεπώς, αναφέρετο, «Δεν έχετε άδεια για εισαγωγή τσιμέντου από οποιοδήποτε λιμάνι.», και ότι, ως προς το λιμάνι του Βασιλικού, είχε ήδη ενημερωθεί η εφεσίβλητη ότι δεν υπήρχε διαθέσιμος χώρος. Σχολίαζε περαιτέρω η Αρχή Λιμένων το θέμα της απόφασης της Επιτροπής Προστασίας του Ανταγωνισμού ως μη διαφοροποιούσα την κατάσταση ως προς το λιμάνι του Βασιλικού.
Η εφεσίβλητη, από όλες αυτές τις διαδικασίες, προσέβαλε μόνο την απόφαση ημερομηνίας 21.8.2007 και τούτη μόνο ως προς το ότι, όπως ανέφερε στο Αιτητικό, «οι αιτητές δεν έχουν άδεια για εισαγωγή τσιμέντου χύμα από οποιοδήποτε λιμάνι.», το μέρος δηλαδή εκείνο της επιστολής της 21.8.2007 που αναφέρετο στην εξήγηση γιατί η Αρχή Λιμένων θεωρούσε ότι η άδεια της εφεσίβλητης είχε παύσει να υφίσταται ως ακυρωθείσα με την επιστολή της 5.7.2004. Δυστυχώς, η προσφυγή είχε εξέλιξη ευρύτερη εκείνης την οποία εδικαιούτο με βάση το Αιτητικό της, εφόσον επεκτάθηκε και σε θέματα ουσίας που αφορούσαν την κρίση γενικότερα της εφεσείουσας ως προς την απόφαση σε σχέση με το θέμα της χρήσης του λιμανιού του Βασιλικού. Τούτο έγινε μετά που απορρίφθησαν οι προδικαστικές ενστάσεις της εφεσείουσας, που αφορούσαν ακριβώς το θέμα του κατά πόσο η επιστολή της 21.8.2007 ήταν πληροφοριακού χαρακτήρα ή ήταν εκτελεστή διοικητική πράξη. Η εφεσείουσα είχε υποβάλει ότι η μόνη εκτελεστή διοικητική πράξη ήταν η απόφαση της 5.7.2004, με την οποία ουσιαστικά θεωρούσε ότι είχε ακυρωθεί η άδεια για εκφόρτωση στο λιμάνι της Λάρνακας, ενόψει της κυβερνητικής απόφασης για μετεξέλιξη του Λιμανιού σε επιβατικό.
Ενώπιόν μας σήμερα κατέστη σαφές ευθύς εξ αρχής ότι δεν θα μπορούσε να μας απασχολήσουν λόγοι έφεσης που αφορούν το θέμα της ουσίας ως προς το αίτημα της εφεσίβλητης για χρήση του λιμανιού του Βασιλικού. Η εφεσίβλητη επέλεξε να μην προσβάλει είτε την πρώτη απόφαση που αφορούσε το θέμα τούτο της 30.7.2007, είτε τη δεύτερη απόφαση της 21.8.2007, στο βαθμό που αυτή η απόφαση αφορούσε την ουσία του θέματος, παρά μόνον επέλεξε να περιορίσει την προσφυγή στο θέμα κατά πόσο η άδειά της για το λιμάνι της Λάρνακας είχε τερματιστεί προηγουμένως ή όχι.
Οι λόγοι έφεσης λοιπόν αυτοί δεν θα εξεταστούν επί της ουσίας τους. Θεωρούμε, όμως, ότι η προσφυγή, μη προβλέποντας αυτά τα θέματα, έχει ουσιαστικά αποκλείσει την εφεσίβλητη από την αμφισβήτηση της νομιμότητας των πράξεων εκείνων, είτε η δεύτερη απόφαση ήταν βεβαιωτική της πρώτης είτε επρόκειτο για νέα απόφαση επί νέων στοιχείων, όπως λέγει ο αδελφός μας Δικαστής. Τούτο είναι άσχετο προς το ότι, εν πάση περιπτώσει, οι αποφάσεις εκείνες παρέμειναν αδιαμφισβήτητες. Δεν μπορεί λοιπόν να υφίσταται η απόφαση όσον αφορά την ουσία και θα παραμερισθεί.
Εξετάζουμε, επομένως, το περιορισμένο θέμα του κατά πόσο η απόφαση της Αρχής που περιέχεται στην επιστολή της 21.8.2007 ήταν όντως πληροφοριακού χαρακτήρα και μη εκτελεστή διοικητική πράξη ή αν μπορούσε να συνιστά εκτελεστή διοικητική πράξη, με την έννοια ότι για πρώτη φορά η διοίκηση κοινοποίησε τη θέση της ότι η άδεια όσον αφορά τη Λάρνακα είχε τερματιστεί. Η αναδρομή την οποία έχουμε κάμει στην ιστορία του πράγματος παραπέμπει βέβαια στην αλληλογραφία που υπήρξε και, επιπρόσθετα, στο γεγονός, το οποίο έχει τονίσει η ευπαίδευτη συνήγορος για την Αρχή Λιμένων, ότι για τρία ολόκληρα χρόνια η εφεσίβλητη δεν είχε θέσει θέμα χρήσης της άδειάς της για σκοπούς μεταφοράς του δικαιώματος εκφόρτωσης σε άλλο λιμάνι, παρά μόνο ουσιαστικά εδέχθη έτσι το γεγονός ότι η άδειά της είχε παύσει να υφίσταται, έχοντας υπόψη ιδιαίτερα την επιστολή ημερομηνίας 5.7.2004. Η πληροφόρηση στην επιστολή εκείνη, είναι η εισήγηση, ότι το αίτημα για εγκατάσταση σιλό στο λιμάνι Λάρνακας δεν μπορούσε να γίνει αποδεκτό λόγω της κυβερνητικής απόφασης για μετεξέλιξη του Λιμανιού της Λάρνακας σε επιβατικό, ουσιαστικά ισοδυναμεί με πληροφόρηση ότι η άδεια έπαυσε να έχει ισχύ όσον αφορά τη Λάρνακα. Το γεγονός ότι δεν ήταν πλέον επιτρεπτή η εκφόρτωση από το Λιμάνι της Λάρνακας όντως θα ήταν ισχυρός παράγων όσον αφορά την ύπαρξη της άδειας, αν δεν επρόκειτο για την αναφορά στην άδεια ότι «Σε περίπτωση που η χρήση του λιμανιού Λάρνακας αλλάξει, τότε πιθανόν να κληθείτε να χρησιμοποιείτε άλλο λιμάνι», με δεδομένο δηλαδή ότι η άδεια για το λιμάνι της Λάρνακας ουσιαστικά θα μεταφέρετο σε άλλο λιμάνι. Τούτο δεν θα σήμαινε αναγκαστικά την αυτόματη λήξη της άδειας όσον αφορά το λιμάνι της Λάρνακας, αλλά την εξέταση της δυνατότητας και του ενδεχομένου χρήσης άλλου λιμανιού στη βάση της άδειας που είχε ήδη δοθεί για σκοπούς εκφόρτωσης. Με το περαιτέρω θέμα της δημιουργίας σιλό να παραμένει ως αίτημα χωριστό και ανεξάρτητο, το οποίο, όπως είπαμε και προηγουμένως, δεν θα μας απασχολήσει περαιτέρω. Είναι γεγονός ότι τα τρία χρόνια τα οποία μεσολάβησαν από τη λήψη της επιστολής μέχρι την νέα προσπάθεια της εφεσίβλητης να εξασφαλίσει δυνατότητα χρήσης του λιμανιού του Βασιλικού, δείχνουν ότι η ίδια δεν είχε υπόψη της να χρησιμοποιήσει την άδειά της, με την έννοια της μεταφοράς σε άλλο λιμάνι και, επομένως, αν τα πράγματα είχαν μείνει μέχρι εκεί, θα ήταν σοβαρός παράγων που θα εβάρυνε στην ερμηνεία των ενεργειών των μερών ότι, ενόψει και της απάντησης που είχε δοθεί από το 2004, η εφεσίβλητη είχε εκλάβει ότι η άδεια της είχε παύσει να ισχύει. Η εφεσίβλητη, όμως, επανήλθε το 2007 με επιστολή που αφορούσε αίτημα για χρήση του Βασιλικού και έθεσε το θέμα ως η άδειά της για τη Λάρνακα να υπήρχε. Ζητούσε δηλαδή συγκεκριμένα, και μόνο έτσι θα μπορούσε να είχε εξασφαλίσει τη δυνατότητα χρήσης των εγκαταστάσεων του Βασιλικού, ως θέμα ουσιαστικά μεταφοράς της άδειας εκείνης στο Βασιλικό. Η απάντηση η οποία της εδόθη είναι δε σημαντική. Θα αναμένετο, εάν η εντύπωση της εφεσίβλητης ότι η άδειά της για τη Λάρνακα ακόμα ήταν εν ισχύ, ότι αυτή θα διασκεδάζετο από την Αρχή Λιμένων, η οποία είχε την άποψη ότι η άδεια είχε παύσει να ισχύει, ότι τούτο θα αναφέρετο ευθέως ως η απλή εξήγηση της απόρριψης του αιτήματος στην επιστολή της απάντησης. Τούτο όμως δεν έγινε και, αντί τούτου, η Αρχή Λιμένων υπεισήλθε στην ουσία του αιτήματος για χρήση των εγκαταστάσεων του Βασιλικού, εξηγώντας ότι το αίτημα για χρήση της εγκατάστασης του Βασιλικού, έχοντας υπόψη την άδεια της Λάρνακας, δεν θα μπορούσε να εγκριθεί λόγω μη διαθέσιμου χώρου. Η εντύπωση δηλαδή περί της διατήρησης της άδειας της Λάρνακας εν ισχύ ήταν απαραίτητη για σκοπούς εξέτασης του αιτήματος για χρήση των εγκαταστάσεων του Βασιλικού, άλλως, χωρίς την άδεια εκφόρτωσης από το Λιμάνι της Λάρνακας και μη υπάρχουσας άδειας εκφόρτωσης στο Λιμάνι Βασιλικού, δεν θα ήταν δυνατό να εξετάζεται θέμα χρήσης των εγκαταστάσεων του Βασιλικού για εγκατάσταση σιλό.
Η καταληκτική μας λοιπόν κρίση είναι ότι η άδεια της Λάρνακας δεν είχε τερματιστεί προηγουμένως και ότι, όταν η Αρχή Λιμένων πληροφόρησε την εφεσίβλητη με την επιστολή η οποία προσβάλλεται ως στερούμενη κατοχής άδειας για εισαγωγή τσιμέντου από οποιοδήποτε λιμάνι, είναι για πρώτη φορά που κοινοποίησε στην εφεσίβλητη τη θέση της εφεσείουσας ότι η άδεια σε σχέση με το λιμάνι της Λάρνακας είχε παύσει να ισχύει. Τούτο επέτρεπε εις την εφεσείουσα να προσβάλει την απόφαση αυτή, όπως ορθώς εκρίθη από το Δικαστήριο, στη βάση ότι η Αρχή Λιμένων τελούσε υπό πλάνη όταν θεωρούσε ότι η άδεια είχε ήδη παύσει να υφίσταται.
Έχουμε εξετάσει βέβαια την παράμετρο κατά πόσο η άδεια αυτή θα είχε οποιοδήποτε νόημα πλέον, ενόψει του ότι το αίτημα για χρήση στην βάση της άδειας αυτής των εγκαταστάσεων του Βασιλικού έχει παύσει να υφίσταται, εφόσον δεν προσβλήθηκαν οι αποφάσεις που αφορούν τις εγκαταστάσεις του Βασιλικού και η αποτρεπτική προθεσμία των 75 ημερών δεν επιτρέπει πλέον περαιτέρω επαναφορά του θέματος, εκτός εάν υπάρχει διαφοροποίηση των δεδομένων τα οποία διέπουν το πράγμα.
Όμως, τούτο δεν θα επηρέαζε την κατάληξή μας επί του θέματος της άδειας, πέραν του να παρατηρήσουμε ότι εναπόκειται βεβαίως πλέον στην Αρχή Λιμένων να αιτιολογήσει, μη τελούσα πλέον υπό την πλάνη του ήδη επελθέντος τερματισμού της άδειας, τη θέση της ότι η άδεια πρέπει να τερματισθεί.
Το αποτέλεσμα της απόφασής μας είναι ότι η έφεση επιτυγχάνει όσον αφορά την ουσία του πράγματος, ακυρούμενης καθόλα της απόφασης ως προς αυτό, και αποτυγχάνει όσον αφορά το θέμα της διατήρησης της άδειας που αφορά το λιμάνι της Λάρνακας σε ισχύ, με τις παρατηρήσεις βέβαια τις οποίες έχουμε κάμει.
Με αυτή την εξέλιξη της θέσεως, και παραμεριζομένης και της πρωτόδικης διαταγής για έξοδα, δεν θα προβούμε σε οποιαδήποτε διαταγή για έξοδα.
Δ. ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Π.
Κ. ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.
Α. ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ.
Λ. ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ.
Κ. ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.
/ΧΤΘ