ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2013) 3 ΑΑΔ 166

2 Απριλίου, 2013

[ΑΡΤΕΜΗΣ, Π., ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ,

ΚΛΗΡΙΔΗΣ, ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ/στές]

ONLAND LTD,

Εφεσείουσα - Αιτήτρια,

ν.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ,

Εφεσίβλητου - Καθ' ου η Αίτηση.

(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 170/2009)

 

Διοικητικό Όργανο ― Συλλογικά όργανα ― Αλλαγή στην σύνθεση συλλογικού οργάνου στην πορεία εξέτασης συγκεκριμένου θέματος ― Άρθρο 22 του Ν. 158(Ι)/99 ― Ερμηνεία της σχετικής αρχής από τη νομολογία και εφαρμογή της στα επίδικα γεγονότα.

Προσφυγή βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος ― Λόγοι ακυρώσεως ― Έλλειψη αιτιολογίας ― Δεν στοιχειοθετήθηκε στην κριθείσα περίπτωση απόρριψη αίτησης για κατά παρέκκλιση χορήγηση πολεοδομικής άδειας.

Διοικητικό Δίκαιο ― Αρχή της προηγούμενης ακρόασης ― Δεν παραβιάστηκε ούτε από το Υπουργικό Συμβούλιο στην κριθείσα περίπτωση.

Η εφεσείουσα επεδίωξε την ανατροπή της πρωτόδικης απόφασης, η οποία επικύρωσε την απόρριψη της πολεοδομικής της αίτησης για χορήγηση πολεοδομικής άδειας κατά παρέκκλιση.

Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, απορρίπτοντας την έφεση, αποφάσισε ότι:

 

1.  Κατά την επανεξέταση η οποία διενεργήθηκε από το ΣΥΜΕΠΑ, μετά την αναπομπή του θέματος από το Υπουργικό Συμβούλιο, η σύνθεση του ΣΥΜΕΠΑ δεν ήταν η ίδια, αφού δύο από τα μέλη του είχαν αλλάξει. Εξαιτίας αυτού του γεγονότος, η αιτήτρια είχε πρωτόδικα εγείρει θέμα κακής σύνθεσης του ΣΥΜΕΠΑ. Το πρωτόδικο όμως Δικαστήριο απέρριψε αυτό το λόγο ακύρωσης, κατ' εφαρμογή του Άρθρου 22 του περί Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου - Νόμου Αρ. 158(Ι)/1999, το οποίο αναφέρεται στη δυνατότητα συμμετοχής στη διαδικασία μελών που δεν ήσαν αρχικά παρόντες, δεδομένου ότι τα μέλη τα οποία λαμβάνουν την τελική απόφαση είναι πλήρως ενημερωμένα σχετικά με όλα τα αναγκαία στοιχεία. Με αυτό το μέρος της πρωτόδικης απόφασης, διαφωνεί έντονα η εφεσείουσα. Παρόμοιο θέμα με το εδώ εγειρόμενο, το οποίο επίσης αναφέρετο σε αλλαγή της σύνθεσης του ΣΥΜΕΠΑ, εξετάστηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο και σε άλλες αποφάσεις του. Η Ολομέλεια συμφωνεί πλήρως με το σκεπτικό και την κατάληξη των εν λόγω αποφάσεων και καταλήγει ότι δεν στοιχειοθετείται ο λόγος ακύρωσης της κακής σύνθεσης του ΣΥΜΕΠΑ, των ίδιων αρχών εφαρμοζομένων εδώ και στην περίπτωση κατά την οποία τα δύο νέα μέλη συμμετέσχαν στη διαδικασία λήψης νέας απόφασης για σύσταση προς το Υπουργικό Συμβούλιο, κατόπιν αναπομπής.

2.  Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου διαφωνεί πλήρως με τη θέση της αιτήτριας περί του αναιτιολόγητου της απόφασης αναπομπής που λήφθηκε από το Υπουργικό Συμβούλιο και περί του ότι το Υπουργικό όφειλε να προβεί σε οποιαδήποτε περαιτέρω διερεύνηση, νομική ή άλλη. Αντίθετα, το Υπουργικό Συμβούλιο είχε ενώπιόν του πλήρη και εμπεριστατωμένα στοιχεία ως αποτέλεσμα της διερεύνησης στην οποία προέβηκε το ΣΥΜΕΠΑ και αυτά τα στοιχεία, όχι απλά τα έλαβε υπόψη όπως ρητά φέρεται στην απόφασή του, αλλά σ' αυτήν δίδεται και πλήρης αιτιολογία γιατί κατέληξε στη συγκεκριμένη απόφαση και τι ήταν που βάρυνε στη σκέψη του. Για να καταλήξει δε στην απόφασή του, ούτε τεχνική γνώση απαιτείτο, ούτε εξειδίκευση. Πρόκειται για ένα υψηλού επιπέδου πολιτειακό όργανο, στο οποίο ο νομοθέτης εναπόθεσε την ευθύνη λήψης απόφασης, αφού βέβαια λάβει υπόψη του τα απαραίτητα στοιχεία τα οποία είναι αποτέλεσμα ενδελεχούς τεχνοκρατικής διερεύνησης από άλλα, εξειδικευμένης αρμοδιότητας όργανα, όπως είναι το Ε.Τ.Ε.Κ., το Πολεοδομικό Συμβούλιο, η Δημοτική Επιτροπή κλπ..

3.  Όπως ισχυρίζεται η εφεσείουσα, το δικαίωμα ακρόασης το οποίο είχε, δεν εξικνείτο στο στάδιο της δημόσιας ακρόασης που διενεργήθηκε από το ΣΥΜΕΠΑ, αλλ' επεκτείνετο και στη διαδικασία ενώπιον του Υπουργικού Συμβουλίου, καθώς επίσης και στη διαδικασία της εξέτασης από το ΣΥΜΕΠΑ της αναπομπής που έγινε από το Υπουργικό Συμβούλιο. Η πρωτόδικη κρίση επ' αυτού του θέματος είναι ορθή. Τυχόν διαφορετική προσέγγιση δε θα ισοδυναμούσε με ορθή άσκηση και χρήση του δικαιώματος ακρόασης, αλλά με κατάχρησή του και θα οδηγούσε τις νενομισμένες διοικητικές διεργασίες σε ατέρμονες διαδικασίες.

Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα.

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

Χατζηκυριάκου ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 1558/2007, ημερ. 10.2.2010,

Νεοφύτου ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 1305/2007, ημερ. 26.6.2010,

Getian General Services Ltd v. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 1425/2008, ημερ. 29.9.2010.

Έφεση

Έφεση από την Εφεσείουσα εναντίον της απόφασης Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Νικολάτος, Δ.), (Υπόθεση Αρ. 448/07), ημερ. 14/9/2009.

Α. Σ. Αγγελίδης με Σ. Αγγελίδη, για την Εφεσείουσα.

Θ. Πιπερή-Χριστοδούλου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για το Εφεσίβλητο.

Cur. adv. vult.

ΑΡΤΕΜΗΣ, Π.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Κληρίδης, Δ.

ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δ.: Η εφεσείουσα υπέβαλε αίτηση για χορήγηση πολεοδομικής άδειας για ανέγερση καταστήματος λιανικού εμπορίου παιγνιδιών και βρεφικών ειδών σε τεμάχιο γης στα Λειβάδια Λάρνακας (Καταστήματα "Jumbo"). Λόγω ασυμβατότητας στοιχείων της προτεινόμενης ανάπτυξης με πρόνοιες του Τοπικού Σχεδίου Λάρνακας, υποβλήθηκε στη συνέχεια από την αιτήτρια στις 5.8.2004 αίτηση για εξέταση της ανάπτυξης κατά παρέκκλιση των προνοιών του Τοπικού Σχεδίου.

Το Συμβούλιο Μελέτης Παρεκκλίσεων (ΣΥΜΕΠΑ), κατόπιν γνωμάτευσης του νομικού της συμβούλου, θεώρησε την προτεινόμενη ανάπτυξη ως "υπεραγορά", βάσει του Τοπικού Σχεδίου, και διεξήγαγε δημόσια ακρόαση, στην οποία προσκάλεσε όλους τους εμπλεκομένους και ενδιαφερομένους. Αφού μελέτησε τα δεδομένα και τα αποτελέσματα της δημόσιας ακρόασης, το ΣΥΜΕΠΑ εισηγήθηκε, κατά πλειοψηφία, διαφωνούντων της Προέδρου του και του Αναπληρωτή Αντιπροέδρου του, προς το Υπουργικό Συμβούλιο, όπως εγκρίνει τη χορήγηση της πολεοδομικής άδειας. Παρά ταύτα, το Υπουργικό Συμβούλιο, σε συνεδρία του ημερομηνίας 31.1.2007, αποφάσισε να παραπέμψει στο ΣΥΜΕΠΑ προς επανεξέταση το θέμα, καταγράφοντας λόγους διαφωνίας του με την εισήγησή του. Κατόπιν τούτου, το ΣΥΜΕΠΑ, σε συνεδρία του ημερομηνίας 19.4.2007, επανεξέτασε την αίτηση και αυτή τη φορά αποφάσισε κατά πλειοψηφία να εισηγηθεί στο Υπουργικό Συμβούλιο όπως απορρίψει την αίτηση, θεωρώντας ότι αυτή δεν ενέπιπτε σε κανένα από τα κριτήρια του Κανονισμού 19(1)(α)-(ιβ) των περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας (Παρεκκλίσεις) Κανονισμών του 1999 και επειδή η προτεινόμενη ανάπτυξη επηρέαζε ουσιωδώς τη γενική στρατηγική του ισχύοντος Τοπικού Σχεδίου Λάρνακας.

Το Υπουργικό Συμβούλιο, σε συνεδρία του ημερομηνίας 11.7.2007, υιοθέτησε την εισήγηση του ΣΥΜΕΠΑ και απέρριψε το αίτημα για χορήγηση της αιτούμενης πολεοδομικής άδειας κατά παρέκκλιση. Το αρμόδιο Υπουργείο Εσωτερικών ενημέρωσε την αιτήτρια περί της απόρριψης της αίτησής της με επιστολή του ημερομηνίας 29.8.2007.

Η εφεσείουσα προσέβαλε τη νομιμότητα της διαδικασίας με δύο προσφυγές.

Με την προσφυγή Αρ. 448/2007, η εφεσείουσα επιζητούσε την ακύρωση της απόφασης του Υπουργικού Συμβουλίου ημερομηνίας 31.1.2007, με την οποία αναπέμφθηκε στο ΣΥΜΕΠΑ η αίτησή της προς επανεξέταση. Με την Προσφυγή Αρ. 1334/2007 η εφεσείουσα επιζητούσε την ακύρωση της απόφασης του Υπουργικού Συμβουλίου, η οποία της κοινοποιήθηκε με την επιστολή ημερομηνίας 29.8.2007, με την οποία της διαβιβάζετο η απορριπτική για την αίτησή της απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου.

Οι δύο προσφυγές, για ευνόητους λόγους, συνεκδικάστηκαν και το αποτέλεσμα ήταν η απόρριψη και των δύο. Η Προσφυγή Αρ. 448/2007 απορρίφθηκε μετά που το πρωτόδικο Δικαστήριο έκανε δεκτή προδικαστική ένσταση του εφεσίβλητου σύμφωνα με την οποία με την προσφυγή δεν προσβαλλόταν εκτελεστή διοικητική πράξη. Η Προσφυγή Αρ. 1334/2007 απορρίφθηκε, μετά που οι εγερθέντες λόγοι ακύρωσης εξετάστηκαν στην ουσία τους και κρίθηκε ότι κανένας από αυτούς δεν ευσταθούσε.

Με την παρούσα έφεση, προσβλήθηκε η ορθότητα της πρωτόδικης ετυμηγορίας αναφορικά και με τις δύο απορριφθείσες προσφυγές. Ο συνήγορος όμως της εφεσείουσας ενώπιον του Εφετείου δήλωσε ότι εγκαταλείπει την έφεση αναφορικά με την Προσφυγή Αρ. 448/2007, συμφωνώντας με την πρωτόδικη απόφαση με την οποία έγινε δεκτή η προδικαστική ένσταση. Με αυτό ως δεδομένο, θα περιοριστούμε να εξετάσουμε την έφεση ως προς την ορθότητα ή μη της απόφασης στην Προσφυγή Αρ. 1334/2007 μόνο.

Θα εξετάσουμε τους λόγους έφεσης, με τη σειρά με την οποία αυτοί αναπτύχθηκαν στο περίγραμμα της εφεσείουσας, με πρώτο το λόγο Έφεσης Αρ. 3.

Λόγος Έφεσης Αρ. 3. Η νέα σύνθεση του ΣΥΜΕΠΑ κατά την επανεξέταση.

Όπως διαπιστώνεται από τα αδιαμφισβήτητα γεγονότα της προσφυγής, κατά την επανεξέταση η οποία διενεργήθηκε από το ΣΥΜΕΠΑ, μετά την αναπομπή του θέματος από το Υπουργικό Συμβούλιο, η σύνθεση του ΣΥΜΕΠΑ δεν ήταν η ίδια, αφού δύο από τα μέλη του είχαν αλλάξει. Εξαιτίας αυτού του γεγονότος, η αιτήτρια είχε πρωτόδικα εγείρει θέμα κακής σύνθεσης του ΣΥΜΕΠΑ. Το πρωτόδικο όμως Δικαστήριο απέρριψε αυτό το λόγο ακύρωσης, κατ' εφαρμογή του Άρθρου 22 του περί Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου - Νόμου Αρ. 158(Ι)/1999, το οποίο αναφέρεται στη δυνατότητα συμμετοχής στη διαδικασία μελών που δεν ήσαν αρχικά παρόντες, δεδομένου ότι τα μέλη τα οποία λαμβάνουν την τελική απόφαση είναι πλήρως ενημερωμένα σχετικά με όλα τα αναγκαία στοιχεία. Σημειώνεται ότι, κατά την έναρξη της επίμαχης συνεδρίας του ΣΥΜΕΠΑ κατά την 19.4.2007, σύμφωνα με το τηρηθέν πρακτικό, συμμετείχαν δύο νέα μέλη στα οποία είχαν διαβιβαστεί προηγουμένως για μελέτη όλα τα σχετικά με την αίτηση έγγραφα, τα οποία και μελέτησαν και ήσαν πλήρως ενημερωμένα σχετικά με όλα τα στοιχεία που είναι αναγκαία για τη λήψη απόφασης.

Με αυτό το μέρος της πρωτόδικης απόφασης, διαφωνεί έντονα η εφεσείουσα, η οποία υποστηρίζει ότι δεν είχαν εφαρμογή στην περίπτωση αυτή οι πρόνοιες του Άρθρου 22 του Νόμου, αφού η διαδικασία που είχε προηγηθεί και ολοκληρωθεί από το ΣΥΜΕΠΑ με άλλη σύνθεση, δεν ήταν μια τυπική διαδικασία, αλλ' είχαν διεξαχθεί δημόσιες ακροάσεις με μάρτυρες, οι οποίες διάρκεσαν 9 ½ μήνες, τα μέλη του ΣΥΜΕΠΑ υπέβαλαν ερωτήσεις, συζήτησαν και διαμόρφωσαν τη δική τους κρίση. Από την άλλη, η πλευρά του εφεσίβλητου διαφωνεί με αυτή τη θέση της αιτήτριας και, παραπέμποντας στα τηρηθέντα πρακτικά συνεδρίασης, τονίζει ιδιαίτερα ότι εξάγεται από αυτά το συμπέρασμα ότι τα δύο νέα μέλη του ΣΥΜΕΠΑ ενημερώθηκαν πλήρως για όλα τα προηγηθέντα, οπότε αυτά ήσαν σε θέση να συμμετάσχουν στη λήψη απόφασης, όπως προβλέπεται στο Άρθρο 22 του Νόμου.

Το κείμενο του Άρθρου 22 του περί Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου - Νόμος Αρ. 158(Ι)/1999 έχει ως ακολούθως:

"22. Η διαδικασία συζήτησης και λήψης απόφασης για ορισμένο θέμα πρέπει να διεξάγεται από την αρχή μέχρι το τέλος από τα ίδια μέλη του συλλογικού οργάνου. Αν η διαδικασία παρατείνεται σε περισσότερες συνεδρίες και η σύνθεση του οργάνου μετά την πρώτη συνεδρία αλλάξει με τη συμμετοχή μελών που ήταν απόντα στις προηγούμενες συνεδρίες, το συλλογικό όργανο δεν μπορεί να λάβει έγκυρη απόφαση στην τελευταία συνεδρία, εκτός αν στη συνεδρία αυτή επαναληφθεί από την αρχή η διαδικασία και η συζήτηση που προηγήθηκε. Αυτό δεν απαιτείται, όταν πρόκειται για απουσία από συνεδρία που ασχολήθηκε με προκαταρκτικά θέματα ή όταν τα μέλη τα οποία λαμβάνουν την τελική απόφαση είναι πλήρως ενημερωμένα σχετικά με όλα τα στοιχεία που είναι αναγκαία για τη λήψη απόφασης."

Παρόμοιο θέμα με το εδώ εγειρόμενο, το οποίο επίσης αναφέρετο σε αλλαγή της σύνθεσης του ΣΥΜΕΠΑ, εξετάστηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο και σε άλλες αποφάσεις του στις οποίες θα αναφερθούμε στη συνέχεια.

Στην απόφαση Χατζηκυριάκου ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση Αρ. 1558/2007, ημερομηνίας 10.2.2010, ο Ναθαναήλ, Δ., επιλήφθηκε εγερθέντος θέματος κακής σύνθεσης του ΣΥΜΕΠΑ, λόγω του ότι διαφορετικά ήταν τα μέλη του όταν άρχισε η εξέταση του αιτήματος για παρέκκλιση και διαφορετικά όταν λήφθηκε η απόφαση για εισήγηση προς το Υπουργικό Συμβούλιο όπως απορρίψει την αίτηση. Είχε δε στο μεσοδιάστημα διεξαχθεί και δημόσια ακρόαση κατά την οποία έλαβαν μέρος όλοι οι αρμόδιοι φορείς, ενώπιον του ΣΥΜΕΠΑ με την αρχική του σύνθεση. Όταν όμως λήφθηκε η απόφαση για αρνητική σύσταση προς το Υπουργικό Συμβούλιο, η Πρόεδρος του ΣΥΜΕΠΑ και τέσσερα μέλη παρέμειναν τα ίδια, πλην όμως δύο αντικαταστάθηκαν με νέα μέλη. Συγκεκριμένα, τα δύο νέα μέλη, τα οποία δεν είχαν συμμετάσχει στην προηγηθείσα διαδικασία, περιλαμβανομένης και της δημόσιας ακρόασης, ήσαν τα ίδια, όπως και τα υπό εξέταση στην παρούσα υπόθεση, ήτοι ο κ. Σάββας Βέργας και ο κ. Σάββας Σάββα. Όπως δε καταγράφηκε στο τηρηθέν πρακτικό, τα δύο αυτά νέα μέλη είχαν μελετήσει την αίτηση και είχαν τα σχετικά με αυτήν έγγραφα, καθώς και όλα τα πρακτικά της δημόσιας ακρόασης, και ήσαν πλήρως ενημερωμένα σε σχέση με όλα τα αναγκαία για τη λήψη απόφασης στοιχεία. Το ακόλουθο απόσπασμα από την απόφαση στην προσφυγή εκείνη χρήσιμα μπορεί να παρατεθεί για σκοπούς της παρούσας απόφασης:

". Η εισήγηση για κακή σύνθεση δεν είναι ορθή ενόψει του γεγονότος ότι το Συμβούλιο ως καθαρά γνωμοδοτικό όργανο με εξουσία να προβαίνει σε μελέτη και να εισηγείται στο Υπουργικό Συμβούλιο την αποδοχή ή την απόρριψη μιας αίτησης κατά παρέκκλιση, παραμένει ένα συλλογικό όργανο που διέπεται από τις γενικές διοικητικές αρχές λειτουργίας ενός τέτοιου οργάνου. Με βάση το Άρθρο 22 του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου Αρ. 158(Ι)/99, ενώ κατά κανόνα η διαδικασία συζήτησης και λήψης απόφασης πρέπει να διεξάγεται από την αρχή μέχρι το τέλος από τα ίδια μέλη, είναι επιτρεπτό σε περίπτωση που η διαδικασία παρατείνεται σε περισσότερες συνεδρίες και η σύνθεση αλλάζει με τη συμμετοχή μελών που ήταν προηγουμένως απόντα, το συλλογικό όργανο να δύναται να λάβει έγκυρη απόφαση εάν επαναληφθεί η συνεδρία από την αρχή εκτός εάν η πρώτη συνεδρία ασχολήθηκε με προκαταρκτικά θέματα ή αν τα μέλη που ήταν προηγουμένως απόντα ενημερωθούν πλήρως ούτως ώστε να είναι σε θέση να λάβουν μέρος στη διαδικασία και την απόφαση.

Σύμφωνα με τη νομολογία, επιβεβαιωτική των προνοιών του πιο πάνω άρθρου, που ταυτόχρονα αποτελεί κωδικοποίηση της, όλα τα μέλη ενός συλλογικού οργάνου που λαμβάνουν μια απόφαση πρέπει να έχουν παραστεί σε όλη την εξέταση της υπόθεσης και κατά τη διάρκεια όλης της διαδικασίας, εξασφαλίζοντας έτσι την πλήρη ενημέρωση κάθε μέλους, διαφορετικά η νομιμότητα της σύνθεσης του οργάνου δυνατό να πάσχει. Σε περίπτωση που μέλη μετέχουν στην τελική συνεδρία αλλά όχι σε προηγούμενες, πρέπει να υπάρχει σαφής δήλωση επί των πρακτικών ότι έχουν ενημερωθεί ως προς όλα τα ουσιώδη ζητήματα κατά τις προηγούμενες συνεδριάσεις που ήταν απόντα. (δέστε Αρχή Τηλεπικοινωνιών Κύπρου ν. Δημοκρατίας (2004) 3 Α.Α.Δ. 53 και Σύνδεσμος Ασφαλιστικών Εταιρειών Κύπρου ν. Επιτροπής Προστασίας Ανταγωνισμού (2002) 3 Α.Α.Δ. 314).

Στην απόφαση Νεοφύτου ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση Αρ. 1305/2007, ημερομηνίας 26.6.2010, ο Νικολαϊδης, Δ., επιλήφθηκε θέματος κακής σύνθεσης του ΣΥΜΕΠΑ, σε περίπτωση κατά την οποία κατά τη διαδικασία επανεξέτασης, μετά από ακυρωτική απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου, συμμετέσχε και ένα νέο μέλος του Συμβουλίου το οποίο δεν συμμετείχε στην ακυρωθείσα διαδικασία, κατά την οποία είχε επίσης διεξαχθεί και δημόσια ακρόαση ενώπιον των άλλων μελών. Το Δικαστήριο έκρινε ότι δεν υπήρχε πρόβλημα εφόσον, όπως καταγράφηκε στο τηρηθέν πρακτικό, το νέο μέλος είχε μελετήσει την αίτηση και όλα τα σχετικά στοιχεία, έτσι ώστε να ήταν πλήρως ενήμερο για τη λήψη της απόφασης. Ειδικότερα, ως προς το γεγονός της διεξαχθείσας προηγουμένως δημόσιας ακρόασης, στην απόφαση αναφέρθηκαν τα ακόλουθα:

"Η δημόσια ακρόαση δεν συνιστά συνεδρία καθοριστικής σημασίας. Πρόκειται για υποβοηθητική διαδικασία όπου ακούγονται απόψεις από τα εμπλεκόμενα μέρη, απόψεις που θα βοηθήσουν το Συμβούλιο να καταλήξει στην αιτιολογημένη εισήγησή του, σύμφωνα με τον Κανονισμό 15(3). Συνεπώς δεν διαπιστώνεται οτιδήποτε μεμπτό από τη μη συμμετοχή του κ. Κωνσταντή στη δημόσια ακρόαση που προηγήθηκε πολύ πιο πριν ο ίδιος μετάσχει του Συμβουλίου."

Με παρόμοιο επίσης θέμα ασχολήθηκε το Ανώτατο Δικαστήριο στη Getian General Services Ltd v. Δημοκρατίας, Υπόθεση Αρ. 1425/2008, ημερομηνίας 29.9.2010 (Κ. Κληρίδης, Δ.), με το ίδιο αποτέλεσμα.

Συμφωνούμε πλήρως με το σκεπτικό και την κατάληξη των πιο πάνω αποφάσεων και καταλήγουμε ότι δεν στοιχειοθετείται ο λόγος ακύρωσης της κακής σύνθεσης του ΣΥΜΕΠΑ, των ίδιων αρχών εφαρμοζομένων εδώ και στην περίπτωση κατά την οποία τα δύο νέα μέλη συμμετέσχαν στη διαδικασία λήψης νέας απόφασης για σύσταση προς το Υπουργικό Συμβούλιο, κατόπιν αναπομπής.

Λόγος Έφεσης Αρ. 1- Η κατ' ισχυρισμό πάσχουσα τελική απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου.

Παραπέμποντας στα τηρηθέντα πρακτικά, η αιτήτρια υποβάλλει ότι, ενώ η αρχική έκθεση του ΣΥΜΕΠΑ ήταν πλήρως αιτιολογημένη, τεκμηριωμένη και αποτέλεσμα σε βάθος έρευνας, μετά που έγινε και δημόσια ακρόαση και προνοούσε για όρους που εξυπηρετούσαν την περιοχή και ευνοϊκά αντισταθμιστικά μέτρα, εν τούτοις, το Υπουργικό Συμβούλιο δεν ζήτησε νομική γνωμάτευση ως προς το κατά πόσο η προτεινόμενη ανάπτυξη ήταν ή όχι "υπεραγορά" και αποφάσισε από μόνο του, χωρίς να διαθέτει τεχνική γνώση και χωρίς μελέτη ή συζήτηση, απλά να δώσει βαρύτητα στους λόγους ένστασης που ήγειρε το Ε.Τ.Ε.Κ., το Πολεοδομικό Συμβούλιο και ο Έπαρχος Λάρνακας. Προτίμησε αναιτιολόγητα κάποιες από τις πολλές απόψεις που είχαν τεθεί.

Το σχετικό απόσπασμα από την απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, έχει ως ακολούθως:

"«(α)  Τα χαρακτηριστικά και ο τρόπος λειτουργίας της ανάπτυξης συνάδουν πλήρως με τον καθορισμό/περιγραφή του όρου «υπεραγορά», όπως αυτός διατυπώνεται στο Τοπικό Σχέδιο Λάρνακας [πρόνοια 8.12.2.(γ)], γεγονός που επιβεβαιώνεται από τη γνωμάτευση του Νομικού Συμβούλου του Συμβουλίου Μελέτης Παρεκκλίσεων και κατ' επέκταση οποιοσδήποτε άλλος χαρακτηρισμός της ανάπτυξης είναι αντίθετος με ρητή πρόνοια του Τοπικού Σχεδίου Λάρνακας. Το θέμα αυτό αποτελεί ένα από τους κύριους λόγους που το Ε.Τ.Ε.Κ., το Πολεοδομικό Συμβούλιο και ο Δήμος Λάρνακας ενίσταται στην αιτούμενη ανάπτυξη και υπέβαλαν επαρκώς αιτιολογημένες θέσεις για απόρριψη της αίτησης.

(β) Θα ήταν τουλάχιστο παρακινδυνευμένο να επιτραπεί η μη εφαρμογή ρητής πρόνοιας του Τοπικού Σχεδίου, κατ' επίκληση ασάφειας και κατ' επέκταση υποχρέωσης για ευνοϊκή μεταχείριση του διοικούμενου καθότι - στην προκείμενη περίπτωση κάτι τέτοιο δεν αφορά το χαρακτηριστικό της ανάπτυξης που σαφώς προκύπτει από την προαναφερόμενη πρόνοια, αλλά αμφισβήτηση του τρόπου κατηγοριοποίησης της ανάπτυξης.

(γ) Η συγκεκριμένη εμπορική χρήση, σε συνδυασμό με την πολύ μεγάλη της κλίμακας (7.500 τ.μ.), θα έχουν ως αποτέλεσμα η λειτουργία της να επιβαρύνει ουσιαστικά τις ανέσεις της Οικιστικής Ζώνης στην οποία αυτή διεισδύει.

(δ) Το Συμβούλιο Μελέτης Παρεκκλίσεων έλαβε υπόψη του τη θετική εισήγηση της Τοπικής Αρχής (Κοινοτικό Συμβούλιο Λειβαδιών), χωρίς ωστόσο να δώσει βαρύτητα στις ενστάσεις και τις ανησυχίες των άμεσα επηρεαζόμενων κατοίκων, όπως αυτές διατυπώθηκαν κατά τη Δημόσια Ακρόαση.

(ε)   Το ότι η περιβάλλουσα το τεμάχιο περιοχή δεν έχει πλήρως αναπτυχθεί και, κυρίως, το γεγονός της ύπαρξης κενών οικοπέδων στην ευρύτερη περιοχή που γειτνιάζει με την ανάπτυξη δεν απαλλάσσει την Πολιτεία από την υποχρέωση να διασφαλίσει τις ανέσεις του σημερινού αλλά και του μελλοντικού πληθυσμού της περιοχής αυτής.

(στ)            Το Συμβούλιο Μελέτης Παρεκκλίσεων δεν φαίνεται να έχει αποδώσει ιδιαίτερη σημασία στον κεντρικό και στρατηγικής σημασίας στόχο του Τοπικού Σχεδίου Λάρνακας για ορθολογική και ισόρροπη κατανομή των εμπορικών δραστηριοτήτων του στο αστικό σύμπλεγμα της Λάρνακας, όπως και στην επιδίωξη για τη διαφύλαξη και αναβάθμιση του Αστικού Εμπορικού Κέντρου του ως προεξάρχαντος επικέντρου δραστηριότητας. Τη σημασία για την τήρηση αυτής της στρατηγικής έχει υπογραμμίσει τόσο το Ε.Τ.Ε.Κ. όσο και ο Δήμος Λάρνακας."

Διαφωνούμε πλήρως με τη θέση της αιτήτριας περί του αναιτιολόγητου της απόφασης αναπομπής που λήφθηκε από το Υπουργικό Συμβούλιο και περί του ότι το Υπουργικό όφειλε να προβεί σε οποιαδήποτε περαιτέρω διερεύνηση, νομική ή άλλη. Αντίθετα, το Υπουργικό Συμβούλιο είχε ενώπιόν του πλήρη και εμπεριστατωμένα στοιχεία ως αποτέλεσμα της διερεύνησης στην οποία προέβηκε το ΣΥΜΕΠΑ και αυτά τα στοιχεία, όχι απλά τα έλαβε υπόψη όπως ρητά φέρεται στην απόφασή του, αλλά σ' αυτήν δίδεται και πλήρης αιτιολογία γιατί κατέληξε στη συγκεκριμένη απόφαση και τι ήταν που βάρυνε στη σκέψη του. Για να καταλήξει δε στην απόφασή του, ούτε τεχνική γνώση απαιτείτο, ούτε εξειδίκευση. Πρόκειται για ένα υψηλού επιπέδου πολιτειακό όργανο στο οποίο ο νομοθέτης εναπόθεσε την ευθύνη λήψης απόφασης, αφού βέβαια λάβει υπόψη του τα απαραίτητα στοιχεία τα οποία είναι αποτέλεσμα ενδελεχούς τεχνοκρατικής διερεύνησης από άλλα, εξειδικευμένης αρμοδιότητας όργανα, όπως είναι το Ε.Τ.Ε.Κ., το Πολεοδομικό Συμβούλιο, η Δημοτική Επιτροπή κλπ.

Επομένως, αυτός ο λόγος έφεσης δεν μπορεί να ευσταθήσει.

Λόγος Έφεσης Αρ. 2 - Ισχυρισμός ότι εσφαλμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε ισχυρισμό της εφεσείουσας ότι θα έπρεπε να ακουστεί μετά την αναπομπή της αίτησής της.

Όπως ισχυρίζεται η εφεσείουσα, το δικαίωμα ακρόασης το οποίο είχε, δεν εξικνείτο στο στάδιο της δημόσιας ακρόασης που διενεργήθηκε από το ΣΥΜΕΠΑ, αλλ' επεκτείνετο και στη διαδικασία ενώπιον του Υπουργικού Συμβουλίου, καθώς επίσης και στη διαδικασία της εξέτασης από το ΣΥΜΕΠΑ της αναπομπής που έγινε από το Υπουργικό Συμβούλιο.

Πραγματευόμενο αυτή τη θέση, το πρωτόδικο Δικαστήριο ανέφερε τα ακόλουθα στις σελίδες 15-16 της απόφασής του:

"Αναφορικά με τον ισχυρισμό της αιτήτριας ότι, ως άμεσα επηρεαζόμενης, θα έπρεπε να της είχε δοθεί το δικαίωμα να ακουστεί προηγουμένως και ειδικότερα μετά το στάδιο της αναπομπής στο Υπουργικό Συμβούλιο Μελέτης Παρεκκλίσεων σημειώνω συναφώς ότι δεν υπάρχει ειδική νομοθετική διάταξη στον περί Πολεοδομίας και Οικήσεως Νόμο (Ν. 90/1972) ή στους περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας (Παρεκκλίσεις) Κανονισμούς του 1999 (Κ.Δ.Π. 309/99) με την οποία να επιβάλλεται ρητά τέτοια υποχρέωση. Επίσης σημειώνω συναφώς ότι με βάση τις διατάξεις του Άρθρου 43 των περί Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999 (Ν. 158(1)/1999), το δικαίωμα ακρόασης παρέχεται σε κάθε πρόσωπο που θα επηρεαστεί από την έκδοση πράξης ή από τη λήψη διοικητικού μέτρου που είναι πειθαρχικής φύσης ή που έχει το χαρακτήρα της κύρωσης ή που είναι άλλως πως δυσμενούς φύσης. Στην προκείμενη περίπτωση, δεν συντρέχουν οι νομοθετικές προϋποθέσεις αυτές των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου και που αποσκοπούν στην προστασία του διοικούμενου από αιφνίδιες αποφάσεις της διοίκησης. Εξάλλου, από τα γεγονότα της υπόθεσης φαίνεται ότι η αιτήτρια είχε, στην προκείμενη περίπτωση, την ευκαιρία να εκφράσει τις απόψεις της. Πέραν από την αλληλογραφία που ανταλλάγηκε με τη διοίκηση, οι θέσεις και απόψεις της εισακούσθηκαν και καταγράφηκαν στα πρακτικά της Δημόσιας Ακρόασης που πραγματοποιήθηκε στις 23.3.2006 και 13.4.2006 αντίστοιχα. Περαιτέρω σημειώνω συναφώς ότι με την απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου για αναπομπή, δεν είχαν τεθεί οποιαδήποτε νέα γεγονότα. Η αναπομπή αναφερόταν ουσιαστικά στη διαφωνία του Υπουργικού Συμβουλίου με το Συμβούλιο Μελέτης Παρεκκλίσεων ως προς τον προσδιορισμό της ανάπτυξης ως «υπεραγορά», στο ότι δεν είχε δοθεί δέουσα βαρύτητα στις ενστάσεις και ανησυχίες των επηρεαζόμενων κατοίκων και στο ότι η Πολιτεία δεν απαλλασσόταν από τη μέριμνα της για τη διασφάλιση των ανέσεων του πληθυσμού της περιοχής. Επίσης και στο ότι θα έπρεπε να αποδοθεί η δέουσα σημασία στην ορθολογική και ισόρροπη κατανομή των εμπορικών δραστηριοτήτων στην Λάρνακα όπως επέβαλλε το Τοπικό Σχέδιο (στρατηγικός στόχος)."

Η πρωτόδικη κρίση επ' αυτού του θέματος είναι ορθή και την επικροτούμε. Τυχόν διαφορετική προσέγγιση δε θα ισοδυναμούσε με ορθή άσκηση και χρήση του δικαιώματος ακρόασης, αλλά με κατάχρησή του και θα οδηγούσε τις νενομισμένες διοικητικές διεργασίες σε ατέρμονες διαδικασίες.

Λόγος Έφεσης Αρ. 4.

Αυτός ο λόγος έφεσης αναφέρεται στην κατ' ισχυρισμό εσφαλμένη κρίση του πρωτόδικου Δικαστηρίου η οποία κατέληξε στην απόρριψη της Υπόθεσης Αρ. 448/2007 ως μη προσβάλλουσας εκτελεστή διοικητική πράξη. Ενόψει επομένως των όσων έχουν αναφερθεί στην αρχή της παρούσας Απόφασης, αυτός ο λόγος έφεσης δεν έχει πλέον αντικείμενο.

Η έφεση απορρίπτεται, με έξοδα εναντίον της εφεσείουσας, όπως αυτά θα υπολογισθούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

 


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο