ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 651/2009)
11 Μαΐου, 2012
[Ε. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
JESSIE C. RUEME,
Αιτήτρια,
ν.
1. ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΥ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ, ΔΙΑ ΤΟΥ
ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ,
2. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΔΙΑ ΤΟΥ
ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ,
3. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΔΙΑ ΤΟΥ
ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ,
Καθ' ων η Αίτηση.
________________________
Γιώργος Φ. Πιττάτζης, για την Αιτήτρια.
Γιάννα Χατζηχάννα-Ευαγόρου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ' ων η Αίτηση.
________________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
(ex tempore)
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Τα γεγονότα της υπόθεσης εκτίθενται στην ενδιάμεση απόφαση του Δικαστηρίου ημερομηνίας 30/12/2011, από την οποία και τα παραθέτω:-
«Η αιτήτρια, υπήκοος των Φιλιππινών, ήλθε στη Δημοκρατία στις 13/8/2000, για να εργαστεί ως οικιακή βοηθός σε οικογένεια στο Παραλίμνι. Εξεδόθη, για το σκοπό αυτό, άδεια προσωρινής παραμονής, η οποία ανανεώθηκε διαδοχικά μέχρι 13/8/2006, με την ένδειξη τελική - μη ανανεώσιμη - (Final - Not Renewable).
Πριν από την εκπνοή της τελικής άδειας, ο εργοδότης της αιτήτριας, ο οποίος τυγχάνει να είναι και ο δικηγόρος της, με επιστολή του ημερομηνίας 28/4/2006, υπέβαλε στο Λειτουργό Μετανάστευσης αίτημα για ανανέωση της άδειας παραμονής της 'μέσα στα πλαίσια και οδηγίες της Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης'. Στην πιο πάνω επιστολή, σημειωνόταν ότι η αιτήτρια '... διέμενε συνεχώς για όλη αυτή την περίοδο στην Κύπρο εκτός από ένα ταξίδι που έκανε προ δύο ετών στην πατρίδα της για 30 μέρες για οικογενειακούς λόγους κατά την άδεια της'.
Η Διευθύντρια, με επιστολή της ημερομηνίας 4/12/2006, ανέφερε ότι, εκ πρώτης όψεως, η περίπτωση της αιτήτριας φαινόταν να εμπίπτει στο πεδίο της Οδηγίας 2003/109/ΕΚ, (η «Οδηγία»), για τους επί μακρόν διαμένοντες και ότι αυτή θα έπρεπε να διευθετήσει την παράταση της προσωρινής άδειας παραμονής και εργασίας της σε δικαιούχο εργοδότη για ακόμα ένα χρόνο και να υποβάλει αίτηση για το καθεστώς του επί μακρόν διαμένοντα μετά την ψήφιση του σχετικού νόμου από τη Βουλή.
Η αιτήτρια, μετά από αίτησή της ημερομηνίας 5/1/2007 εξασφάλισε άδεια προσωρινής παραμονής μέχρι τις 13/8/2008. Στο μεταξύ, στις 4/7/2008, υπέβαλε αίτηση για απόκτηση του καθεστώτος του επί μακρόν διαμένοντα στη Δημοκρατία, δυνάμει των ΄Αρθρων 18Ι, 18ΙΒ, 18ΙΓ και 18Κ του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως (Τροποποιητικός) Νόμου του 2007, (Ν. 8(Ι)/2007), (ο «Νόμος»), ο οποίος δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας στις 14/2/2007 και αποσκοπούσε, μεταξύ άλλων, στην εναρμόνιση της κυπριακής νομοθεσίας με την Οδηγία, σχετικά με το καθεστώς υπηκόων τρίτων χωρών, οι οποίοι είναι επί μακρόν διαμένοντες.
Η αίτηση εξετάστηκε από την Επιτροπή Ελέγχου Μετανάστευσης στις 17/3/2009, υπό το φως σχετικής ΄Εκθεσης του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης, και απορρίφθηκε. Η Επιτροπή έκρινε πως η περίπτωση της αιτήτριας δεν ενέπιπτε στο πεδίο εφαρμογής της πρόνοιας του ΄Αρθρου 18Ζ του Νόμου, επειδή η διαμονή της στη Δημοκρατία αφορούσε αποκλειστικά λόγους προσωρινού χαρακτήρα και η άδεια διαμονής της είχε επίσημα περιοριστεί σ' ό,τι αφορούσε τη χρονική της διάρκεια και, επίσης, ότι δεν πληρούνταν οι προϋποθέσεις του ΄Αρθρου 18Θ του Νόμου, αναφορικά με την ανάγκη διάθεσης σταθερών και τακτικών οικονομικών πόρων.»
Η αιτήτρια, εναντίον της πιο πάνω απόφασης, καταχώρισε την παρούσα προσφυγή και, ακολούθως, την αίτηση για προδικαστική παραπομπή ερωτήματος στο Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (Δ.Ε.Κ.), σε σχέση με το:-
«... κατά πόσο οι οικιακοί βοηθοί που εργάζονται σε μια χώρα της Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης με προσωρινές άδειες διαμονής για να εργασθούν σαν οικιακές βοηθοί και η συνολική διάρκεια της εργασίας και διαμονής τους είναι πέραν των 5 ετών όπως είναι η περίπτωση της Αιτήτριας, δικαιούνται να αποκτήσουν ή όχι το καθεστώς του Επί Μακρόν Διαμένοντος.»
Οι καθ' ων η αίτηση, κατά το στάδιο της εξέτασης του πιο πάνω προδικαστικού ζητήματος, εισηγήθηκαν ότι η περίπτωση καλύπτεται από την απόφαση της Πλήρους Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου στη Motilla ν. Δημοκρατίας (2008) 3 Α.Α.Δ. 29, (απόφαση πλειοψηφίας), όπου, σε σχέση με τον όρο «επίσημα περιορισθεί» του ΄Αρθρου 18Ζ του Νόμου, αναφέρθηκαν τα εξής:- (σελ. 36-37)
«Η Κυπριακή Δημοκρατία, στα πλαίσια της Οδηγίας, έχει προβεί σε τέτοιες ρυθμίσεις, αφορώσες πολλές κατηγορίες υπηκόων τρίτων χωρών, μέσα από την απόφαση της προς τούτο ορισθείσας Υπουργικής Επιτροπής την οποία και ενέκρινε το Υπουργικό Συμβούλιο και η οποία εκφράζει την έννοια του 'επίσημου περιορισμού'. Η περίπτωση των οικιακών βοηθών είναι μία από τις κατηγορίες υπηκόων τρίτων χωρών που περιλαμβάνονται στις ρυθμίσεις αυτές. Η απόφαση όπως περιορίζεται χρονικά η άδεια παραμονής τους είναι αποκαλυπτική της αντίληψης της Δημοκρατίας ότι η φύση και ο σκοπός της παραμονής εσωτερικών οικιακών βοηθών, που η άδεια τους μάλιστα αφορά συγκεκριμένο εργοδότη, εμπεριέχει μια ειδικότητα και προσωρινότητα της παραμονής τους που να δικαιολογεί την εξαίρεση τους από το γενικό κανόνα. Σε αυτή τη βάση η αιτήτρια, από την άφιξη της στην Κύπρο και καθ' όλη τη διάρκεια της παραμονής της, εγνώριζε ότι αυτή θα ήταν περιορισμένης διάρκειας και δεν μπορούσε να της εδημιουργούντο ερείσματα εύλογων προσδοκιών για μονιμότερη παραμονή και εδραίωση της στην Κύπρο. Με κάθε ανανέωση μάλιστα της άδειας της, της ετονίζετο τούτο μέσα από την ένδειξη ότι η άδεια δεν θα ανανεώνετο περαιτέρω, δηλαδή πέραν του χρονικού ορίου που καθόριζε η απόφαση της Υπουργικής Επιτροπής για το οποίο της εδίδετο η παράταση. Σαφώς συνιστούσε τούτο επίσημο περιορισμό της άδειας παραμονής της. Και μάλιστα περιορισμό που η αιτήτρια, αποδεχόμενη να έλθει και να παραμείνει νόμιμα στην Κύπρο μόνο ως εκ της άδειας παραμονής της για συγκεκριμένη εργασία, και η ίδια απεδέχθη εφόσον αυτός συνιστούσε αναπόσπαστο όρο της άδειας της. Δεν μπορεί τώρα, ανακρούουσα πρύμναν, να αρνείται την ίδια τη βάση της προσωρινότητας και του για περιορισμένο σκοπό της παραμονής της, ως εκ της οποίας και μόνο κατέστη δυνατή η νόμιμη παρουσία και εργασία της στην Κύπρο, και να ισχυρίζεται ουσιαστικά ότι η και χρονικά περιορισθείσα παραμονή της εκείνη της δημιούργησε συνθήκες εδραίωσης στην Κύπρο και ότι η απόρριψη της αίτησης της συνιστούσε άδικη μεταχείριση της. Η προοπτική τέτοιας εδραίωσης είχε εξ αρχής αναιρεθεί μέσα από τη φύση και το σκοπό της άδειας που της είχε δοθεί και τη διαχρονικά σαφέστατη προς την αιτήτρια θέση της Δημοκρατίας ότι αυτή δεν μπορούσε να αναμένει να παραμείνει στην Κύπρο πέραν του χρονικού ορίου και του σκοπού που η Δημοκρατία, ασκώντας τη μεταναστευτική πολιτική της, καθόρισε για την περίπτωση της. Να τονίσουμε ότι η πολιτική εκείνη συναρτάται προς τη στάθμιση όλων των παραγόντων που διέπουν τη μετανάστευση υπηκόων τρίτων χωρών, περιλαμβανομένης της έκτασης της δυνατότητας της Δημοκρατίας, ως εκ του μικρού μεγέθους της γεωγραφικής επικράτειας και του πληθυσμού της, να δεχθεί και να αφομοιώσει υπηκόους τρίτων χωρών, που συνιστά νόμιμη διάσταση στα πλαίσια της Οδηγίας.»
Με τη θέση των καθ' ων η αίτηση συμφωνεί και ο συνήγορος της αιτήτριας, ότι, δηλαδή, η προσφυγή δεν μπορεί να επιτύχει, καθότι καλύπτεται από τα αποφασισθέντα στη Motilla ν. Δημοκρατίας, (πιο πάνω).
Το Δικαστήριο είναι δεσμευμένο από την απόφαση Motilla ν. Δημοκρατίας, η οποία έχει επιλύσει το ζήτημα της ερμηνείας του όρου «επίσημα περιορισθεί» του ΄Αρθρου 18Ζ του Νόμου.
Η εξέταση της Οδηγίας από την Πλήρη Ολομέλεια και η κατάληξη σε σχέση με τον όρο «επίσημα περιορισθεί» εφαρμόζεται απόλυτα στην παρούσα περίπτωση, τα γεγονότα της οποίας είναι όμοια με τα γεγονότα της Motilla ν. Δημοκρατίας.
Η προσφυγή απορρίπτεται.
Ε. Παπαδοπούλου,
Δ.
/ΜΠ