ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 113/2009
(Υπόθεση Αρ. 977/07)
9 Απριλίου 2012
[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΚΡΑΜΒΗΣ, ΦΩΤΙΟΥ, ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δ/στές]
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ
ΕΦΟΡΟΥ ΦΟΡΟΥ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ
Εφεσείοντες
v.
OCEAN AQUARIUM LTD
Εφεσιβλήτων
Λουίζα Χριστοδουλίδου-Ζανέττου, Ανώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους εφεσείοντες.
Ανδρέας Σ. Αγγελίδης για τους εφεσίβλητους.
Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει
ο Δικαστής Γ. Κωνσταντινίδης.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Οι εφεσίβλητοι ιδρύθηκαν το 1995 και λειτουργούν ως ενυδρείο στην Τουριστική Περιοχή Παραλιμνίου, δηλαδή, όπως είναι δεκτό και από τους εφεσείοντες, ως «παρεμφερές τουριστικό κτίριο ή έργο» με την έννοια του Πέμπτου Παραρτήματος του περί Φορολογίας του Εισοδήματος Νόμου του 1961 [Ν. 58(Ι)/61], όπως τροποποιήθηκε από τον περί Φορολογίας του Εισοδήματος (Τροποποιητικό) Νόμο του 1997, [Ν.70(Ι)/97].
Η συζήτηση, όπως και πρωτοδίκως, αφορά στο άρθρο 8(κθ) του πιο πάνω Νόμου και στις επιπτώσεις από το άρθρο 47 του περί Φορολογίας του Εισοδήματος Νόμου του 2002 [Ν. 118(Ι)/2002]. Κατά το άρθρο 8(κθ) απαλλάσσονται του φόρου, «τα κέρδη τα οποία προκύπτουν από την επιχείρηση της εκμετάλλευσης παρεμφερούς τουριστικού κτιρίου ή έργου η οποία διεξάγεται από εταιρεία, για περίοδο δέκα ετών από το έτος που άρχισε η εκμετάλλευση του τουριστικού κτιρίου ή έργου».
Με το άρθρο 47 του Ν. 118(Ι)/02 καταργήθηκαν γενικά οι περί Φορολογίας του Εισοδήματος Νόμοι από το 1961 μέχρι και το 2002. Μεταξύ τους, βεβαίως, και ο Ν. 70(Ι)/97, με τον οποίο είχε εισαχθεί το άρθρο 8(κθ). Αυτό, όμως, όπως προβλέφθηκε, «χωρίς να επηρεάζεται οτιδήποτε έγινε ή παραλείφθηκε να γίνει δυνάμει τούτων».
Το ερώτημα είναι αν το άρθρο 47 του Ν. 118(Ι)/2002, ορθά ερμηνευόμενο, επηρεάζει τα δέκα έτη της απαλλαγής όπως τα καθόρισε το άρθρο 8(κθ) οπότε, αναλόγως, θα είναι νόμιμη ή παράνομη η επιβολή στους εφεσιβλήτους φορολογίας για το έτος 2003. Η απάντηση πρωτοδίκως ήταν αρνητική. Όπως εξηγήθηκε, το ίδιο το άρθρο 47 ορίζει πως δεν επηρεάζεται από την κατάργηση, οτιδήποτε έγινε και θα χρειαζόταν άλλης μορφής διατύπωση για να ήταν δυνατό να θεωρηθεί ότι το άρθρο 47 επέφερε ανατροπή, εν προκειμένω αναδρομικής υφής, των ήδη αποκρυσταλλωθέντων, στη βάση των οποίων οι εφεσίβλητοι φυσιολογικά προγραμμάτιζαν τις δραστηριότητές τους. Όπως ακριβώς στην Ιωάννου & Παρασκευαΐδης Λτδ ν. Δημοκρατίας (2009) 3 ΑΑΔ 52. Εκεί δεν εγκρίθηκε ανανέωση αδειών οδικής χρήσης οχημάτων ενόψει τροποποίησης του Νόμου και αποφασίστηκε από την Πλήρη Ολομέλεια πως εκείνη η τροποποίηση δεν μπορούσε να θεωρηθεί ότι επηρέαζε τις ήδη εκδοθείσες άδειες πενταετούς διάρκειας και τη δυνατότητα ανανέωσής τους, ουσιαστικά αυτομάτως. Όταν, μεταξύ άλλων, αντίθετη ερμηνεία, θα απέδιδε στο Νομοθέτη πρόθεση δραστικού εκ των υστέρων επηρεασμού της οργάνωσης της επιχείρησης των αιτητών, με μεγάλη δαπάνη, για την οποία «θα απαιτείτο πολύ σαφής εκδήλωση τέτοιας πρόθεσης για να εδίδετο ανάλογη ερμηνεία και μάλιστα αφού σε τέτοια περίπτωση θα αναδεικνύοντο ενδεχόμενες συνταγματικές προσκρούσεις».
Διατυπώθηκαν τρεις λόγοι έφεσης, επάλληλοι, που συζητήθηκαν σωρευτικά. Υποστηρίχθηκε ότι η ερμηνεία του Νόμου, όπως αυτή έγινε πρωτοδίκως, ήταν λανθασμένη αφού ερχόταν σε αντίθεση προς το κοινοτικό κεκτημένο ως προς το ανεπίτρεπτο «δημόσιας λειτουργικής ενίσχυσης» και, συναφώς, επισυνάφθηκε στο περίγραμμα των εφεσειόντων η αιτιολογική έκθεση του Νόμου. Προστέθηκε, σ' αυτό το πλαίσιο, ότι «με την εξήγηση που έδωσε το πρωτόδικο δικαστήριο, η εκτελεστική εξουσία δεν θα μπορούσε να καταργεί ποτέ επιδόματα, ή δικαιώματα, ή φοροαπαλλαγές που δίνει και για κάποιο λόγο, ή δεν μπορεί να συνεχίσει να δίνει ή πρέπει να καταργήσει, όπως εδώ για σκοπούς εναρμόνισης με την Ε.Ε.».
Σημειώνουμε πως τα περί κοινοτικού κεκτημένου, έστω όπως ελλειπτικά και γενικά αναφέρθηκαν και συνακολούθως η αιτιολογική έκθεση, που εν πάση περιπτώσει δεν αναφέρεται ειδικά στο θέμα, δεν συζητήθηκαν πρωτοδίκως. Ούτως ή άλλως δεν είναι ορθή η προσέγγιση πως, ενόψει ερμηνείας όπως η πρωτόδικη απόφαση, δεν θα ήταν δυνατές οι καταργήσεις, όπως τις εξειδικεύουν οι εφεσείοντες στο περίγραμμα της αγόρευσής τους. Δεν είχε η πρωτόδικη απόφαση τέτοια διάσταση. Ζητούμενο, εν προκειμένω, δεν ήταν τι θα ήταν δυνατό να αποτελέσει αντικείμενο νομοθετικής ρύθμισης αλλά ποιο ήταν το νόημα της νομοθετικής ρύθμισης που έγινε. Επ' αυτού οι εφεσείοντες εισηγήθηκαν πως με την κατάργηση του άρθρου 8(κθ) δεν υπήρχε, πλέον, νομοθετικό έρεισμα για την απαλλαγή για το έτος 2003.
Η κατάργηση του άρθρου 8(κθ) ήταν, βεβαίως, δεδομένη αλλά το ζήτημα αφορούσε στο κατά πόσο αυτή επηρέασε τη δεκαετή απαλλαγή που ήδη παρέσχε, από της θέσπισής του. Το άρθρο 8(κθ) πρόβλεπε πως απαλλάσσονταν τα κέρδη της επιχείρησης των εφεσιβλήτων για περίοδο δέκα ετών από το έτος που άρχισε η εκμετάλλευση του τουριστικού κτιρίου ή έργου και σε συμφωνία προς την πρωτόδικη απόφαση, την ορθότητα της οποίας υποστήριξαν οι εφεσίβλητοι σε όλη την έκταση της, θεωρούμε πως άλλη θα έπρεπε να ήταν η διατύπωση αν επρόκειτο να απέβλεπε ο Νόμος και στην ανατροπή της προηγούμενης σαφούς ρύθμισης για απαλλαγή επί δέκα έτη.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.
ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ.,
ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.,
ΦΩΤΙΟΥ, Δ.,
ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δ.,
/μσιαμπαρτα