ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2009) 3 ΑΑΔ 123
12 Μαρτίου, 2009
[ΑΡΤΕΜΗΣ, Π., ΗΛΙΑΔΗΣ, ΦΩΤΙΟΥ, ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ,
ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ/στές]
ΑΝΔΡΟΥΛΑ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ,
Εφεσείουσα,
ν.
ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,
Εφεσιβλήτου.
(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 147/2006)
Διοικητική Πράξη ― Εκτελεστή σε αντιδιαστολή προς πράξη πληροφοριακού χαρακτήρα ― Περιστάσεις του πληροφοριακού περιεχομένου της προσβληθείσας πράξης στην κριθείσα περίπτωση.
Διοικητικό Δίκαιο ― Γενικές αρχές ― Η υποχρέωση της διοίκησης να απαντά εγκαίρως στα αιτήματα των πολιτών ― Παραβιάστηκε στην κριθείσα περίπτωση ― Περιστάσεις και συνέπειες.
Έξοδα ― Ανατροπή της πρωτόδικης διαταγής για τα έξοδα κατ' έφεση, παρά την απόρριψη της έφεσης κατά τα λοιπά ― Περιστάσεις.
Η εφεσείουσα ζήτησε την ανατροπή της πρωτόδικης απόφασης που απέρριψε την προσφυγή της εναντίον επιστολής των εφεσιβλήτων η οποία αποτελούσε διευκρίνιση όρου πολεοδομικής άδειας που είχε παλαιότερα εξασφαλίσει η εφεσείουσα.
Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, απορρίπτοντας την έφεση ως προς την ουσία και ακυρώνοντας την πρωτόδικη διαταγή ως προς τα έξοδα, αποφάσισε ότι:
1. Στην πολεοδομική άδεια, που είχε εκδοθεί στις 18.1.1994, αναφορικά με το ακίνητο της εφεσείουσας, τέθηκε ρητά ο όρος παραχώρησης, στο δημόσιο δρόμο, του τμήματος του τεμαχίου της εφεσείουσας που επηρεαζόταν από το σχέδιο διεύρυνσης του οδικού δικτύου. Τα όσα αναγράφονται στην προσβληθείσα, με την προσφυγή, απόφαση του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως Πάφου, ημερ. 21.2.2005, δεν αφίστανται ούτε είναι διαφορετικά από τα αρχικώς αποφασισθέντα.
Η απόφαση που κοινοποιήθηκε με την επιστολή ημερ. 21.2.2005, στην εφεσείουσα, ήταν καθαρά πληροφοριακού χαρακτήρα και ως εκ τούτου δεν υπόκειτο στον αναθεωρητικό έλεγχο του Ανωτάτου Δικαστηρίου δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος.
Πράξεις πληροφοριακού χαρακτήρα ή πράξεις στις οποίες εκφράζεται η πρόθεση και όχι η βούληση της διοίκησης δεν είναι εκτελεστές πράξεις. Στην προκείμενη περίπτωση η απόφαση που προσβλήθηκε με την προσφυγή επιβεβαίωνε, απλά, τον όρο (500) της πολεοδομικής άδειας και πληροφορούσε την εφεσείουσα-αιτήτρια ότι οι οποιεσδήποτε επεμβάσεις τυχόν έγιναν στο χρωματισμένο τμήμα του τεμαχίου, που επηρεαζόταν από το σχέδιο διεύρυνσης, θα έπρεπε να κατεδαφιστούν.
2. Όμως ένα παράπονο της εφεσείουσας είναι βάσιμο και δικαιολογημένο. Είναι το παράπονο ότι η διοίκηση δεν απάντησε στις διευκρινίσεις που είχε ζητήσει η εφεσείουσα, έγκαιρα. Απάντησε μόνο μετά από 14 περίπου μήνες και αφού η εφεσείουσα είχε ήδη προχωρήσει στην ανέγερση της οικίας και στην κατασκευή περίφραξης. Είναι απαράδεκτο η Διοίκηση να μην απαντά στους πολίτες, έγκαιρα, δημιουργώντας έτσι αχρείαστες επιπλοκές και έξοδα.
Υπό τις περιστάσεις είναι ορθό και δίκαιο να μη εκδοθεί οποιαδήποτε διαταγή για έξοδα, αναφορικά με την έφεση. Για τον ίδιο λόγο ακυρώνεται επίσης και η πρωτόδικη διαταγή ως προς τα έξοδα, που ήταν εις βάρος της αιτήτριας-εφεσείουσας. Σ΄ αυτή την έκταση διαφοροποιείται και η πρωτόδικη απόφαση. Κατά τα άλλα η έφεση απορρίπτεται, ως προς την ουσία, χωρίς διαταγή για έξοδα.
Διαταγή ως ανωτέρω.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Makris a.o. v. Republic a.o. (1984) 3 C.L.R. 10,
Siman v. The Municipality of Famagusta (No. 2) (1972) 3 C.L.R. 329,
Krashias Dev. v. Δήμου Έγκωμης (1995) 3 Α.Α.Δ. 198.
Έφεση.
Έφεση από την εφεσείουσα εναντίον της απόφασης Δικαστή του Aνωτάτου Δικαστηρίου (Κραμβής, Δ.), (Υπόθεση Aρ. 510/05), ημερ. 21.9.06.
Η Εφεσείουσα παρουσιάζεται προσωπικά.
Δ. Λυσάνδρου, για τον Εφεσίβλητο.
Cur. adv. vult.
ΑΡΤΕΜΗΣ, Π.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Νικολάτος.
ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ.: Η εφεσείουσα, η οποία εμφανίζεται χωρίς δικηγόρο, καταχώρησε ειδοποίηση έφεσης συνοδευόμενη από το περίγραμμα της αγόρευσης της. Από το περίγραμμα της αγόρευσης της φαίνεται ότι η πρωτόδικη απόφαση προσβάλλεται για δύο, ουσιαστικά, λόγους:
(α) Επειδή λανθασμένα το πρωτόδικο δικαστήριο θεώρησε ότι το περιεχόμενο της προσβαλλόμενης απόφασης, ημερ. 21.2.2005, δεν αφίστατο του αρχικού όρου της πολεοδομικής άδειας που αφορούσε στη ρυμοτομία που επηρέαζε το τεμάχιο της αιτήτριας - εφεσείουσας, και
(β) Επειδή λανθασμένα το πρωτόδικο δικαστήριο θεώρησε την προσβαλλόμενη απόφαση ως καθαρά πληροφοριακού χαρακτήρα η οποία συνεπώς δεν υπόκειτο στον αναθεωρητικό έλεγχο του Ανωτάτου Δικαστηρίου, δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος.
Τα ουσιώδη γεγονότα, σε συντομία, είναι τα εξής:
Η εφεσείουσα είναι ιδιοκτήτρια του ακινήτου με αρ. τεμαχίου 18 του Φυλ./Σχ. LI/47, στα Μανδριά της Πάφου. Με σκοπό την ανέγερση οικίας στο εν λόγω τεμάχιο η αιτήτρια εξασφάλισε πολεοδομική άδεια, ημερ. 18.1.1994 και άδεια οικοδομής, ημερ. 1.3.1995. Η πολεοδομική άδεια περιλάμβανε και τον εξής όρο:
«(500) Το τμήμα του τεμαχίου που επηρεάζεται από το σχέδιο διεύρυνσης του οδικού δικτύου και δείχνεται με κίτρινο χρώμα στα χωρομετρικά σχέδια που εγκρίθηκαν, να παραχωρηθεί στο δημόσιο δρόμο και να διαμορφωθεί με τέτοιο τρόπο που να μην παρουσιάζει υψομετρικές διαφορές του συν πλην τρία εκατοστά από το υψόμετρο του εφαπτομένου δρόμου.»
Για τον καθορισμό της ρυμοτομίας δόθηκε στην αιτήτρια χωρομετρικό σχέδιο στην κλίμακα 1:5000, στο οποίο φαινόταν (χρωματισμένος) ο επηρεαζόμενος χώρος του τεμαχίου της, από το σχέδιο διεύρυνσης του οδικού δικτύου. Η αιτήτρια-εφεσείουσα θεώρησε πως δεν ήταν εφικτός ο ακριβής καθορισμός της ρυμοτομίας, λόγω ασάφειας στα στοιχεία που της είχαν δοθεί. Αποτάθηκε λοιπόν γραπτώς στο Τμήμα Πολεοδομίας ζητώντας διευκρινίσεις και επακριβή καθορισμό του μέρους του τεμαχίου της που επηρεαζόταν από τον προαναφερόμενο όρο. Το Τμήμα Πολεοδομίας δεν απάντησε έγκαιρα παρά τις σχετικές επιστολές της εφεσείουσας. Η εφεσείουσα προχώρησε στην ανέγερση οικίας επί του προαναφερόμενου τεμαχίου της, καθώς και στην κατασκευή περίφραξης στην πλευρά του τεμαχίου που εφάπτεται στο δρόμο, καθορίζοντας τη ρυμοτομία με βάση δικές της μετρήσεις και αφού έλαβε υπόψη την επί τόπου κατάσταση. Το Τμήμα Πολεοδομίας και Οικήσεως Πάφου καθυστερημένα, και εν πάση περιπτώσει μετά τις προαναφερθείσες ενέργειες της εφεσείουσας, απέστειλε επιστολή στην εφεσείουσα, ημερ. 21.2.2005, σε απάντηση της δικής της επιστολής ημερ. 16.12.2003, δηλαδή μετά από παρέλευση περίπου 14 μηνών. Με την επιστολή ημερ. 21.2.2005 το Τμήμα Πολεοδομίας απαντούσε στο ζήτημα του καθορισμού της ρυμοτομίας και πληροφορούσε την αιτήτρια τα ακόλουθα:
«Αναφέρομαι στην επιστολή σας με ημερ. 16.12.03 σχετικά με το πιο πάνω θέμα.
2. Ο επηρεασμός του τεμαχίου σας από σχέδιο διεύρυνσης έχει υποδειχθεί με την χορήγηση της Πολεοδομικής Άδειας με αρ. ΠΑΦ/0627/93 ημερ. 18.1.94 και τέθηκε ο όρος (500) που αφορά παραχώρηση και διαμόρφωση του παραχωρούμενου τμήματος. Αντίγραφο του εγκριθέντος χωρομετρικού σχεδίου στο οποίο φαίνεται με πράσινη γραμμή και κίτρινο χρώμα ο επηρεασμός του τεμαχίου από σχέδιο διεύρυνσης επισυνάπτεται. Προς υποβοήθηση σας έχουν αναγραφεί διαστάσεις επί του σχεδίου όσον αφορά το μέγεθος του επηρεασμού. Τυχόν επεμβάσεις στο τμήμα του τεμαχίου που επηρεάζεται από σχέδιο διεύρυνσης να κατεδαφιστούν και το επηρεαζόμενο τμήμα να διαμορφωθεί σύμφωνα με τους όρους της άδειας που εκδόθηκε.
3. Σας υπενθυμίζεται ότι για την ανέγερση περίφραξης απαιτείται η εξασφάλιση από την Αρμόδια Αρχή άδειας περιφράγματος.»
Με την προσφυγή της η αιτήτρια-εφεσείουσα πρόσβαλε την απόφαση που περιέχεται στην επιστολή ημερ. 21.2.2005. Ο αδελφός Δικαστής που επιλήφθηκε της προσφυγής αποφάσισε ότι το περιεχόμενο της επιστολής ημερ. 21.2.2005, το οποίο αποτελούσε και το αντικείμενο της προσφυγής, δεν αφίστατο του αρχικού όρου της πολεοδομικής άδειας που αφορούσε στη ρυμοτομία που επηρέαζε το τεμάχιο της αιτήτριας και επίσης ότι η προαναφερόμενη επιστολή είχε καθαρά πληροφοριακό χαρακτήρα και συνεπώς δεν υπέκειτο στον αναθεωρητικό έλεγχο του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Ως εκ τούτου απέρριψε την προσφυγή ως απαράδεκτη, με έξοδα σε βάρος της αιτήτριας.
Παρατήρησε συναφώς, ο ευπαίδευτος Δικαστής που επιλήφθηκε της προσφυγής, ότι η υπόθεση της αιτήτριας στηριζόταν σε αντινομικούς ισχυρισμούς και αλληλοσυγκρουόμενες θέσεις. Από τη μια ισχυριζόταν ότι λόγω ασάφειας των στοιχείων που της είχαν δοθεί ήταν ανέφικτος ο ακριβής καθορισμός της ρυμοτομίας που επηρέαζε το τεμάχιο της ενώ από την άλλη ισχυριζόταν ότι με βάση την καλή γνώση που είχε των σχετικών κανονισμών, λόγω της μακρόχρονης πείρας της ως αρχιτέκτονας, και σε συνάρτηση με τα υπάρχοντα στοιχεία, προέβη στον ορθό υπολογισμό του εμβαδού που παραχώρησε, σύμφωνα με το σχετικό όρο της πολεοδομικής της άδειας. Ισχυριζόταν δηλαδή η αιτήτρια ότι με την επιστολή ημερ. 21.2.2005 τροποποιήθηκαν και/ή παρερμηνεύθηκαν οι όροι της υφιστάμενης πολεοδομικής άδειας με βάση τους οποίους η ίδια είχε ανεγείρει την οικία της, με αποτέλεσμα τελικά να ήταν αναγκαία η κατεδάφιση υφιστάμενων οικοδομών και περιφράξεως. Διερωτήθηκε λοιπόν το πρωτόδικο δικαστήριο πώς η αιτήτρια γνώριζε, εκ των υστέρων, τους αρχικούς όρους της πολεοδομικής άδειας και πώς κατέληξε στο συμπέρασμα ότι είχαν τροποποιηθεί ή παρερμηνευθεί (με την προσβαλλόμενη απόφαση) αφού οι αρχικοί όροι που τέθηκαν στην πολεοδομική άδεια ήταν, σύμφωνα με τον ισχυρισμό της, ασαφείς σε βαθμό που να μην ήταν εφικτός ο ακριβής υπολογισμός του εμβαδού του τεμαχίου της που θα έπρεπε να παραχωρηθεί για σκοπούς ρυμοτομίας.
Εξετάσαμε με προσοχή όλα τα ενώπιον μας στοιχεία και καταλήξαμε στο συμπέρασμα ότι η πρωτόδικη απόφαση είναι ορθή και ότι κανένας από τους λόγους έφεσης ευσταθεί. Στην πολεοδομική άδεια, που είχε εκδοθεί στις 18.1.1994, αναφορικά με το προαναφερόμενο ακίνητο της εφεσείουσας, τέθηκε ρητά ο όρος παραχώρησης, στο δημόσιο δρόμο, του τμήματος του τεμαχίου της εφεσείουσας που επηρεαζόταν από το σχέδιο διεύρυνσης του οδικού δικτύου και το οποίο υποδεικνυόταν, με κίτρινο χρώμα, στα χωρομετρικά σχέδια που είχαν εγκριθεί και τα οποία επισυνάφθηκαν στην πολεοδομική άδεια. Δεν έχουμε πεισθεί ότι τα όσα αναγράφονται στην προσβληθείσα, με την προσφυγή, απόφαση του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως Πάφου, ημερ. 21.2.2005, αφίστανται ή είναι διαφορετικά από τα αρχικώς αποφασισθέντα, απλά και μόνον επειδή στην προσβληθείσα απόφαση επισυνάφθηκε το ίδιο χωρομετρικό σχέδιο, στο οποίον όμως αναγράφησαν οι διαστάσεις του χρωματισμένου τμήματος του τεμαχίου της εφεσείουσας που επηρεαζόταν από το σχέδιο διεύρυνσης.
Συμφωνούμε επίσης με τον αδελφό Δικαστή που επιλήφθηκε της προσφυγής, ότι η απόφαση που κοινοποιήθηκε με την επιστολή ημερ. 21.2.2005, στην εφεσείουσα, ήταν καθαρά πληροφοριακού χαρακτήρα και ως εκ τούτου δεν υπέκειτο στον αναθεωρητικό έλεγχο του Ανωτάτου Δικαστηρίου δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος. Όπως ήδη παρατηρήσαμε, στην προσβληθείσα απόφαση, δεν υπήρχε οτιδήποτε το νέο εκτός από τις διαστάσεις του επηρεαζομένου, χρωματισμένου τμήματος του τεμαχίου της εφεσείουσας, επί του σχεδίου, και η παρατήρηση ότι τυχόν επεμβάσεις στο χρωματισμένο τμήμα του τεμαχίου, που επηρεαζόταν από το σχέδιο διεύρυνσης, θα έπρεπε να κατεδαφιστούν και το επηρεαζόμενο τμήμα να διαμορφωθεί σύμφωνα με τους όρους της άδειας που εκδόθηκε. Επιπρόσθετα ορθά υπενθυμιζόταν η εφεσείουσα ότι και για την περίφραξη χρειαζόταν άδεια από την αρμόδια αρχή.
Πράξεις πληροφοριακού χαρακτήρα ή πράξεις στις οποίες εκφράζεται η πρόθεση και όχι η βούληση της διοίκησης δεν είναι εκτελεστές πράξεις. Επίσης επιστολές που καλούν τον ιδιοκτήτη να κατεδαφίσει μια οικοδομή προειδοποιώντας τον ότι αν δεν συμμορφωθεί θα ληφθούν εναντίον του δικαστικά μέτρα, κρίθηκαν ότι εξέφραζαν απλά την πρόθεση και όχι τη βούληση της διοίκησης και συνεπώς δεν συνιστούσαν εκτελεστές διοικητικές πράξεις (Δέστε: Makris a.o. v. The Republic a.o. (1984) 3 C.L.R. 10, Siman v. The Municipality of Famagusta (No. 2) (1972) 3 C.L.R. 329 και Krashias Dev. v. Δήμου Έγκωμης (1995) 3 Α.Α.Δ. 198).
Στην προκείμενη περίπτωση η απόφαση που προσβλήθηκε με την προσφυγή επιβεβαίωνε, απλά, τον όρο (500) της πολεοδομικής άδειας και πληροφορούσε την εφεσείουσα-αιτήτρια ότι οι οποιεσδήποτε επεμβάσεις τυχόν έγιναν στο χρωματισμένο τμήμα του τεμαχίου, που επηρεαζόταν από το σχέδιο διεύρυνσης, θα έπρεπε να κατεδαφιστούν. Αυτή ήταν η πρόθεση της διοίκησης, ότι δηλαδή, αν δεν κατεδαφίζονταν οι επεμβάσεις από την αιτήτρια, θα λαμβάνονταν μέτρα για την κατεδάφισή τους. Δεν πρόκειται για εκτελεστή διοικητική πράξη που υπόκειται στον αναθεωρητικό έλεγχο του Ανωτάτου Δικαστηρίου με βάση το Άρθρο 146 του Συντάγματος, όπως ορθά έκρινε το πρωτόδικο δικαστήριο.
Το μόνο θέμα που μας απασχολεί είναι εκείνο των εξόδων. Η εφεσείουσα εμφανίστηκε ενώπιον μας χωρίς δικηγόρο. Ενώπιον του πρωτόδικου δικαστηρίου αυτή καταδικάστηκε στα έξοδα της προσφυγής. Όμως ένα παράπονο της είναι βάσιμο και δικαιολογημένο. Είναι το παράπονο ότι η διοίκηση δεν απάντησε στις διευκρινίσεις που είχε ζητήσει η εφεσείουσα, έγκαιρα. Απάντησε μόνο μετά από 14 περίπου μήνες και αφού η εφεσείουσα είχε ήδη προχωρήσει στην ανέγερση της οικίας και στην κατασκευή περίφραξης, βασισμένη στους δικούς της υπολογισμούς ως προς το εμβαδόν του τμήματος του τεμαχίου της που θα έπρεπε να παραχωρήσει. Στην αγόρευση της διερωτάται η εφεσείουσα γιατί η διοίκηση δεν της έδωσε τις αναγκαίες διασαφηνίσεις έγκαιρα. Συμφωνούμε ότι είναι απαράδεκτο η Διοίκηση να μην απαντά στους πολίτες, έγκαιρα, δημιουργώντας έτσι αχρείαστες επιπλοκές και έξοδα.
Υπό τις περιστάσεις θεωρούμε ορθό και δίκαιο να μη εκδώσουμε οποιαδήποτε διαταγή για έξοδα, αναφορικά με την έφεση. Για τον ίδιο λόγο ακυρώνεται επίσης και η πρωτόδικη διαταγή ως προς τα έξοδα, που ήταν εις βάρος της αιτήτριας-εφεσείουσας. Σ' αυτή την έκταση διαφοροποιείται και η πρωτόδικη απόφαση.
Κατά τα άλλα η έφεση απορρίπτεται, ως προς την ουσία, χωρίς διαταγή για έξοδα.
Διαταγή ως ανωτέρω.