ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:

(2009) 3 ΑΑΔ 13

15 Ιανουαρίου, 2009

[ΑΡΤΕΜΗΣ, Π., ΗΛΙΑΔΗΣ, ΦΩΤΙΟΥ,

ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ/στές]

ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΚΥΠΡΟΥ ΧΩΜΑΤΕΝΟΣ,

ΩΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΗΣ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ

ΤΗΣ ΕΛΕΓΚΩΣ ΚΥΠΡΟΥ ΧΩΜΑΤΕΝΟΥ,

Εφεσείων,

v.

ΔΗΜΟΥ ΙΔΑΛΙΟΥ,

Εφεσιβλήτου.

(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 125/2007)

 

Αναγκαστική Απαλλοτρίωση ― Όροι νομιμότητας με βάση το Σύνταγμα, τον περί Αναγκαστικής Απαλλοτριώσεως Νόμο αρ. 15/62 και τη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου ― Ειδικά η απαίτηση εξειδίκευσης του σκοπού δημοσίας ωφελείας στην Γνωστοποίηση Απαλλοτρίωσης ― Περιστάσεις αοριστίας της επίδικης Γνωστοποίησης Απαλλοτρίωσης.

Αναγκαστική Απαλλοτρίωση ― Όροι νομιμότητας ― Ειδικά το προαπαιτούμενο της ύπαρξης ολοκληρωμένης τεχνικής μελέτης, που να καταδεικνύει την αναγκαιότητα της απαλλοτρίωσης και την καταλληλότητα του υπό απαλλοτρίωση ακινήτου για την επίτευξη του σκοπού της ― Περιστάσεις υπό τις οποίες κρίθηκε ότι απουσίαζε η απαιτούμενη μελέτη στην εξετασθείσα υπόθεση.

Ο εφεσείων αξίωσε με την έφεση την ανατροπή της πρωτόδικης απόφασης που απέρριψε την προσφυγή του κατά της επίδικης απαλλοτρίωσης ακίνητης ιδιοκτησίας.

Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, αποδεχόμενη την έφεση, αποφάσισε ότι:

1.  Η αναφορά στην επίδικη Γνωστοποίηση Απαλλοτρίωσης, ότι ο σκοπός δημόσιας ωφελείας είναι η «ανέγερση γραφείων των δημοτικών υπηρεσιών και άλλων δημοτικών αναγκών», δεν συνάδει με την αναγκαιότητα να υπάρχει σαφής καθορισμός αλλά και προσδιορισμός του σκοπού δημοσίας ωφελείας, ως καθορίζει το Σύνταγμα και ο Νόμος αρ. 15/62.  Το πρόβλημα έγκειται στην αναφορά σε «άλλες δημοτικές ανάγκες», που είναι αόριστη.  Δεν μπορεί να αποτελεί ούτε δευτερεύοντα στόχο αυτή η γενική και αόριστη αναφορά σε «άλλες δημοτικές ανάγκες», που παραπέμπει σε πλείστα όσα θέματα.

     Συνακόλουθα και η λεγόμενη συμπλήρωση της αιτιολογίας από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου δεν μπορεί εξ αντικειμένου στην περίπτωση αυτή να θεωρηθεί ότι έχει έρεισμα.

     Εφόσον το δημοσιευθέν Διάταγμα παραπέμπει ευθέως στη Γνωστοποίηση και στον εκεί καθορισμένο σκοπό δημόσιας ωφέλειας, χωρίς την παραμικρή διαφοροποίηση ως αποτέλεσμα της ένστασης που μεσολάβησε, δεν είναι δυνατή η «συμπλήρωση» ή «επεξήγηση» των σκοπών της απαλλοτρίωσης με εκ των υστέρων επεξηγήσεις, καταστρατηγώντας έτσι τις ρητές πρόνοιες του Συντάγματος και του Νόμου περί σαφούς και εξειδικευμένης αναφοράς στο σκοπό της απαλλοτρίωσης.

2.  Από το διοικητικό φάκελο προκύπτει ότι πέραν από την καταγραφή της επιθυμίας να αποκτήσει ο Δήμος περισσότερο χώρο για τα γραφεία του, δεν υπήρξε καμία απολύτως μελέτη ή αρχιτεκτονικό σχέδιο ή ακόμη και προσχέδιο, που να δικαιολογούσε την επιλογή του συγκεκριμένου τεμαχίου ή να αιτιολογούσε την αναγκαιότητα απαλλοτρίωσης ολόκληρου του τεμαχίου σε συνάρτηση με το προτεινόμενο έργο.

     Η επιλογή της γης, η προώθηση της απαλλοτρίωσης και η κρίση της αρμοδίας αρχής σε σχέση με την αναγκαιότητα του έργου, αποτελούν θέματα, κατ΄ εξοχήν διοικητικά, στα οποία κατά κανόνα δεν επεμβαίνει το Δικαστήριο.  Ταυτόχρονα όμως αποτελεί υποχρέωση της απαλλοτριούσας αρχής, προτού προχωρήσει στη λήψη της απόφασης για απαλλοτρίωση, να έχει και διαθέσιμη ολοκληρωμένη μελέτη αναφορικά προς το σκοπό της απαλλοτρίωσης.

     Η αοριστία, ασάφεια, αλλά και προχειρότητα με την οποία προσεγγίστηκε το όλο ζήτημα της απαλλοτρίωσης του επιδίκου τεμαχίου, επιβεβαιώνεται και από τα όσα εν κατακλείδι καταγράφηκαν στα πρακτικά ημερ. 14.9.05, όπου λήφθηκε απόφαση ότι «... σε περίπτωση που ο ενιστάμενος προσφύγει στο Δικαστήριο τότε να επανεξεταστεί το θέμα μη αποκλειόμενης της ανάκλησης της Γνωστοποίησης Απαλλοτρίωσης».

Δεν αποκλείεται ένα έργο που ολοκληρωμένα συζητείται και αποφασίζεται από την αρμόδια απαλλοτριούσα αρχή να ανεγερθεί εν μέρει σε μέλλοντα χρόνο.  Φθάνει η μελλοντική  αυτή   ανάπτυξη να καθορίζεται  σαφώς στη βάση υπαρκτών επιστημονικών και τεχνικών στοιχείων και δεδομένων από την ώρα της απαλλοτρίωσης.  Διαφορετικά η απαλλοτριούσα αρχή αφήνεται να λειτουργεί κατά το δοκούν, χωρίς  εκ των προτέρων συγκεκριμένο στόχο και προγραμματισμό, αποστερώντας έτσι το δικαίωμα στην απόλαυση της ιδιοκτησίας του πολίτη, με απλές γενικόλογες αναφορές σε σκοπό δημοσίας ωφελείας.

Η έφεση επιτυγχάνει με έξοδα.

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

Σταυρίδη ν. Δημοκρατίας (1992) 3 Α.Α.Δ. 303,

Λουκά ν. Δημοκρατίας (1996) 3 Α.Α.Δ. 413,

Καραολή ν. Υπουργείου Εσωτερικών (2004) 3 Α.Α.Δ. 76,

Σπύρου ν. Δημοτικού Συμβουλίου Κάτω Πολεμιδιών (1998) 3 Α.Α.Δ. 307,

Πιερίδη ν. Δημοκρατίας (2007) 3 Α.Α.Δ. 543.

Έφεση.

Έφεση από τον εφεσείοντα εναντίον της απόφασης Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Κραμβής, Δ.), (Υπόθεση Αρ. 594/06), ημερομ. 11.7.07.

Μ. Κωνσταντινίδης, για τον Εφεσείοντα.

Χρ. Χριστοφίδης με Γ. Βαλιαντή, για τον Εφεσίβλητο.

Cur. adv. vult.

ΑΡΤΕΜΗΣ, Π.:  Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Ναθαναήλ.

ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.:  Πρωτοδίκως απορρίφθηκε η προσφυγή του εφεσείοντος, διαχειριστή της περιουσίας της εγγεγραμμένης ιδιοκτήτριας, εναντίον της Γνωστοποίησης Απαλλοτρίωσης ολοκλήρου του τεμαχίου υπ' αρ. 382, Φ/Σχ.30/64Ε2, τμήμα 3, στο Δάλι, συνολικής έκτασης 6 δεκαρίων και 857 τ.μ., που δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας υπ' αρ. 4003 στις 10.6.05. Η απαλλοτρίωση, ως δημοσιεύθηκε, θεωρήθηκε αναγκαία «.. για τον ακόλουθο σκοπό δημόσιας ωφέλειας, δηλαδή για την ανέγερση γραφείων των δημοτικών υπηρεσιών και άλλων δημοτικών αναγκών του Δήμου Ιδαλίου.». 

Παρά την προς το αντίθετο προβληθείσα θέση, θεωρήθηκε πρωτόδικα ότι ο σκοπός της απαλλοτρίωσης όπως περιγράφηκε στη Γνωστοποίηση και στη συνέχεια, μετά την απόρριψη της σχετικής ένστασης του εφεσείοντος από τον Δήμο Ιδαλίου, του Διατάγματος Απαλλοτρίωσης που δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα με αρ. 4071, ημερ. 27.1.06, δεν ήταν γενικός, αόριστος και χωρίς την αναγκαία εξειδίκευση.  Κρίθηκε δε, ότι οι λόγοι απαλλοτρίωσης μπορούν να διατυπωθούν κατά γενικό τρόπο και χωρίς ειδική αναφορά στα επί μέρους στοιχεία, τα οποία και δύνανται να συμπληρωθούν από το διοικητικό φάκελο.  Όπως επί λέξει αναφέρθηκε στις σελ. 3-4 της πρωτόδικης απόφασης:

«Σαφώς προκύπτει ότι ο σκοπός της απαλλοτρίωσης είναι η ανέγερση σύγχρονου δημοτικού μεγάρου για την κάλυψη των υφιστάμενων και μελλοντικών αναγκών του Δήμου Ιδαλίου και άλλων σχετικών αναγκών.  Τα πρακτικά συνεδρίας του Δημοτικού Συμβουλίου Ιδαλίου ημερ. 14.9.05 είναι αρκούντως διαφωτιστικά για τους λόγους για τους οποίους κρίθηκε απαραίτητη η απαλλοτρίωση του συγκεκριμένου τεμαχίου.»

Ο κ. Κωνσταντινίδης υπέβαλε και ενώπιον της Ολομέλειας ως πρώτο λόγο έφεσης ότι δεν εξειδικεύεται ο σκοπός της απαλλοτρίωσης με την αναγκαία λεπτομέρεια, ως επιβάλλει το Σύνταγμα και ο σχετικός Νόμος και ότι η φράση που χρησιμοποιήθηκε στη Γνωστοποίηση, «άλλες δημοτικές ανάγκες», δεν είναι επαρκής για να προσφέρει στον πολίτη, του οποίου η ακίνητη ιδιοκτησία δεσμεύεται από την απαλλοτρίωση, την αναγκαία γνώση ως προς το λόγο αποστέρησης της περιουσίας του.

Πράγματι, το αναφαίρετο δικαίωμα στην ιδιοκτησία ως κατοχυρώνεται από το Άρθρο 23 του Συντάγματος, υπόκειται μόνο σε εκείνους τους περιορισμούς που καταγράφονται στην παρ. 3, οι οποίοι είναι απολύτως απαραίτητοι.  Με το Άρθρο 23 παρ. 4, δίνεται η δυνατότητα αναγκαστικής απαλλοτρίωσης, μεταξύ άλλων, και για την εξυπηρέτηση σκοπού δημοσίας ωφελείας καθοριζομένου διά νόμου περί αναγκαστικής απαλλοτριώσεως.  Ο σκοπός της δημοσίας ωφελείας πρέπει να είναι εξειδικευμένος με αιτιολογημένη απόφαση της απαλλοτριούσας αρχής.  Συναφώς, ο περί Αναγκαστικής Απαλλοτριώσεως Νόμος αρ. 15/62, ως τροποποιήθηκε, (εφεξής «ο Νόμος»), προνοεί με το Άρθρο 3 αυτού, ότι πάσα ιδιοκτησία μπορεί να απαλλοτριωθεί αναγκαστικά για διάφορους σκοπούς δημοσίας ωφελείας, στους οποίους περιλαμβάνονται με βάση το εδάφιο (2) υποπαρ. (π), και η επίτευξη ή προαγωγή των σκοπών των δημοτικών αρχών, νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου ή κοινής ωφελείας οργανισμών. 

Παρατηρείται, πρόσθετα, ότι στο Άρθρο 4(1)(β) του Νόμου αναφέρεται ότι η δημοσίευση της γνωστοποίησης απαλλοτρίωσης «.. περιλαμβάνει περιγραφή της ιδιοκτησίας που θα απαλλοτριωθεί και καθορίζει σαφώς το σκοπό και τους λόγους της απαλλοτρίωσης...».  Αλλά και το Άρθρο 6(2) του Νόμου, αναφέρει ότι μετά την εξέταση και απόρριψη των τυχόν ενστάσεων από τους επηρεαζόμενους ιδιοκτήτες και εφόσον κρίνεται σκόπιμος η απαλλοτρίωση της συγκεκριμένης ιδιοκτησίας, εκδίδεται το Διάταγμα Απαλλοτρίωσης «.. διά τους εν ταύτη καθορισμένους σκοπούς ..», δηλαδή, της Γνωστοποίησης Απαλλοτρίωσης. 

Έπεται ότι η αναφορά στην επίδικη Γνωστοποίηση ότι ο σκοπός δημόσιας ωφελείας είναι η «ανέγερση γραφείων των δημοτικών υπηρεσιών και άλλων δημοτικών αναγκών», δεν συνάδει με την αναγκαιότητα να υπάρχει σαφής καθορισμός αλλά και προσδιορισμός του σκοπού δημοσίας ωφελείας, ως καθορίζει το Σύνταγμα και ο Νόμος.  Το πρόβλημα έγκειται στην αναφορά σε «άλλες δημοτικές ανάγκες», που είναι τόσο αόριστη (σε αντιδιαστολή με την «ανέγερση γραφείων των δημοτικών υπηρεσιών»), ώστε οι ανάγκες αυτές να κυμαίνονται και ενδεχομένως να καλύπτουν μια σειρά από διαφορετικά έργα όπως την ίδρυση και συντήρηση κοιμητηρίων, δημοσίων λουτρών, υγειονομικών εγκαταστάσεων, αναπαυτηρίων, σφαγείων, βιοτεχνικών περιοχών, πάρκων, κήπων, γηπέδων, ραδιοσταθμών κ.ά.  (δέστε τα Άρθρα 84 και 85 του περί Δήμων Νόμου αρ. 111/85, ως τροποποιήθηκε).  Ενώ, λοιπόν, θα έπρεπε σε συμμόρφωση με το σχετικό Άρθρο 4(1)(β) του Νόμου ο σκοπός να ήταν ήδη σαφώς καθορισμένος από τη χρονική στιγμή της δημοσίευσης της Γνωστοποίησης Απαλλοτρίωσης, αφέθηκε ασαφής η όλη σκοπιμότητα της απαλλοτρίωσης.  Αυτό απαντά και την ενώπιον της Ολομέλειας κατά την έφεση προβληθείσα θέση του εφεσίβλητου Δήμου, ότι η ανέγερση γραφείων αποτελούσε τον πρωταρχικό σκοπό και τα περί άλλων δημοτικών αναγκών, τον δευτερεύοντα ή συναφή σκοπό.  Δεν μπορεί όμως να αποτελεί δευτερεύοντα στόχο αυτή η γενική και αόριστη αναφορά σε «άλλες δημοτικές ανάγκες», που παραπέμπει σε πλείστα όσα θέματα, άσχετα και ασύνδετα με τις καθαυτό ανάγκες ανέγερσης γραφείων, προς τα οποία και δεν συσχετίζονται καν στη Γνωστοποίηση.

Συνακόλουθα και η λεγόμενη συμπλήρωση της αιτιολογίας από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου, (όπου αποτελεί το δεύτερο λόγο έφεσης), δεν μπορεί εξ αντικειμένου στην περίπτωση αυτή να θεωρηθεί ότι έχει έρεισμα, εφόσον τα πρακτικά της συνεδρίας του Δημοτικού Συμβουλίου Ιδαλίου ημερ.  14.9.05 (συνημμένο 27 στην ένσταση), το περιεχόμενο των οποίων πρωτοδίκως κρίθηκε επαρκές, ήταν μεταγενέστερα της δημοσίευσης της γνωστοποίησης  που είχε γίνει στις 10.6.05. Ορθά, κρίνεται, ο συνήγορος του εφεσείοντα επιχειρηματολόγησε ότι εκ των υστέρων και μόνο είναι που έγινε αναφορά στο θέμα 3.0.0 παρ. (ΙΙ),  ότι το κτίριο που θα ανεγερθεί στο τεμάχιο «... θα καλύπτει και τις ανάγκες της δημοτικής βιβλιοθήκης καθώς και αμφιθεατρικό χώρο εκδηλώσεων».  Από το διοικητικό φάκελο δεν προκύπτει από οποιοδήποτε χρονικά προηγούμενο έγγραφο ή πρακτικό συνεδρίας του Δημοτικού Συμβουλίου Ιδαλίου, οποιαδήποτε αναφορά σε δημοτική βιβλιοθήκη ή χώρο εκδηλώσεων και μάλιστα αμφιθεατρικό.  Σε προηγούμενα έγγραφα αναφέρεται μόνο η ανάγκη για ανέγερση γραφείων του Δήμου, ενώ αλλού καταγράφεται η ανέγερση δημοτικού μεγάρου, έννοια όχι κατ' ανάγκην ταυτόσημη με τη δημιουργία γραφείων, αν και ατυχώς εξομοιώθηκαν στην πρωτόδικη απόφαση. Αυτά τα έγγραφα παραπέμπουν σε σκέψεις ή αποφάσεις που είχαν ληφθεί από τον Ιανουάριο και Μάρτιο του 2001 και μάλιστα με συγκεχυμένες αναφορές ως προς το εμβαδόν των τότε υφιστάμενων γραφείων που στη συνεδρία ημερ. 18.1.01 καταγράφηκε να ήταν 400 τ.μ., ενώ στη μεταγενέστερη συνεδρία ημερ. 22.3.01, παρουσιάστηκε να ήταν 300 τ.μ.  Σαφώς και δεν προκύπτει συσχέτιση μεταξύ της ανέγερσης μιας δημοτικής βιβλιοθήκης και ενός αμφιθεατρικού χώρου εκδηλώσεων, με τα γραφεία των δημοτικών υπηρεσίων.  Η λέξη «γραφεία» έχει συγκεκριμένη έννοια και δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι επεκτείνεται σε οτιδήποτε άλλο, όπως αυτά εκ των υστέρων αναφέρθηκαν από τον Δήμο στη συνεδρία του ημερ. 14.9.05.

Τα πιο πάνω αναφέρονται σε συνάρτηση αλλά και απάντηση της θέσης του εφεσίβλητου Δήμου (που δεν προβλήθηκε πρωτοδίκως), ότι η απορριπτική απάντηση στην ένσταση μπορεί να ληφθεί υπόψη εφόσον η τελική έκδοση του Διατάγματος Απαλλοτρίωσης είναι προϊόν σύνθετης διοικητικής πράξης και επομένως το σχετικό πρακτικό του Δήμου ημερ. 14.9.05 και η συνακόλουθη απορριπτική απάντηση ημερ. 21.9.05, αποτελούν μέρος του διοικητικού φακέλου.  Οι υποθέσεις Ελένη Σταυρίδη ν. Δημοκρατίας (1992) 3 Α.Α.Δ. 303 και Άννα Λουκά ν. Δημοκρατίας (1996) 3 Α.Α.Δ. 413, όντως αποτελούν αυθεντίες περί του σύνθετου της τελικής πράξης της απαλλοτρίωσης που τελεσφορεί με τη δημοσίευση του Διατάγματος, της Γνωστοποίησης και της απόφασης επί της ένστασης, μη θεωρουμένων ως εκτελεστών πράξεων.  Οι υποθέσεις αυτές όμως δεν οδηγούν και στη θέση που προώθησε ο εφεσίβλητος Δήμος.

Εφόσον το δημοσιευθέν Διάταγμα παραπέμπει ευθέως στη Γνωστοποίηση και στον εκεί καθορισμένο σκοπό δημόσιας ωφέλειας, χωρίς την παραμικρή διαφοροποίηση ως αποτέλεσμα της ένστασης που μεσολάβησε, δεν είναι δυνατή η «συμπλήρωση» ή «επεξήγηση» των σκοπών της απαλλοτρίωσης με εκ των υστέρων επεξηγήσεις, καταστρατηγώντας έτσι τις ρητές πρόνοιες του Συντάγματος και του Νόμου περί σαφούς και εξειδικευμένης αναφοράς στο σκοπό της απαλλοτρίωσης.

Αλλά και οι υπόλοιποι λόγοι έφεσης αρ. 3-7 που σχετίζονται με την αιτιολογία και την επάρκεια της έρευνας για την επιλογή του επιδίκου τεμαχίου, συμπλέκοντας και τις έννοιες της χρηστής διοίκησης και της δυσμενούς διάκρισης, ελέγχονται ως ορθοί.  Οι λόγοι αυτοί σχετίζονται ιδιαίτερα με την έκταση του επιδίκου τεμαχίου που, όπως προαναφέρθηκε, αποτελείται από 6 δεκάρια και 857 τ.μ.  Από το διοικητικό φάκελο προκύπτει ότι πέραν από την καταγραφή της επιθυμίας να αποκτήσει ο Δήμος περισσότερο χώρο για τα γραφεία του, δεν υπήρξε καμία απολύτως μελέτη ή αρχιτεκτονικό σχέδιο ή ακόμη και προσχέδιο, που να δικαιολογούσε την επιλογή του συγκεκριμένου τεμαχίου ή να αιτιολογούσε την αναγκαιότητα απαλλοτρίωσης ολόκληρου του τεμαχίου σε συνάρτηση με το προτεινόμενο έργο.

Όπως λέχθηκε στην υπόθεση Καραολή ν. Υπουργείου Εσωτερικών (2004) 3 Α.Α.Δ. 76:

«. οι σκοποί που αναφέρονται στη Γνωστοποίηση Απαλλοτρίωσης εξετάζονται μαζί με, και επηρεάζονται και από, άλλους παράγοντες όπως το περιεχόμενο της μελέτης που οδηγεί στο επίδικο Διάταγμα.  Μια τέτοια μελέτη ή σχέδιο, σύμφωνα με τη νομολογία, αποτελεί και προϋπόθεση για την έκδοση διατάγματος απαλλοτρίωσης. (Glyki v. Municipal Corporation of Famagusta (1967) 3 C.L.R. 677).»

Περαιτέρω, στη Σπύρου ν. Δημοτικού Συμβουλίου Κάτω Πολεμιδιών (1998) 3 Α.Α.Δ. 307, αναφέρθηκε ότι η διοίκηση δεν προχωρά σε απαλλοτρίωση «... προτού εξετάσει τα σχέδια του έργου που δείχνει τη φύση, την έκταση και τις ανάγκες του έργου για το οποίο γίνεται η απαλλοτρίωση .. Η απαλλοτριούσα αρχή έχει την υποχρέωση να εξετάζει τις δυνατότητες πραγμάτωσης του σκοπού της απαλλοτρίωσης και μέσα σε αυτά τα πλαίσια επιβάλλεται η ετοιμασία μιας ολοκληρωμένης μελέτης.».

Πρόσθετα, όπως αναφέρεται στον Τάχο: «Ελληνικό Διοικητικό Δίκαιο» 7η έκδ. 2003 σελ. 901, παρ. 158, δεν επαρκεί για τη νομιμότητα της πράξης, η απλή μνεία του σκοπού που από το νόμο θεωρείται ως δημοσίας ωφελείας, αλλά χρειάζεται εμπεριστατωμένη μελέτη από την οποία να προκύπτει η ανάγκη της απαλλοτρίωσης. (δέστε και το σύγγραμμα του Σπηλιωτόπουλου: «Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου» Τόμος ΙΙ, 12η έκδ., 2006, σελ. 144, παρ. 517). 

Όπως έχει αναφερθεί και πολύ πρόσφατα στην Ολυμπία Πιερίδη ν. Δημοκρατίας (2007) 3 Α.Α.Δ. 543, η επιλογή της γης, η προώθηση της απαλλοτρίωσης και η κρίση της αρμοδίας αρχής σε σχέση με την αναγκαιότητα του έργου, αποτελούν θέματα, κατ΄ εξοχήν διοικητικά, στα οποία κατά κανόνα δεν επεμβαίνει το Δικαστήριο. Ταυτόχρονα όμως αποτελεί υποχρέωση της απαλλοτριούσας αρχής προτού προχωρήσει στη λήψη της απόφασης για απαλλοτρίωση, να έχει και διαθέσιμη ολοκληρωμένη μελέτη αναφορικά προς το σκοπό της απαλλοτρίωσης.

Εδώ προκύπτει ότι στη συνεδρία του Δήμου Ιδαλίου στις 18.1.01, κρίθηκε αναγκαία η εξεύρεση γης για ανέγερση μονίμων γραφείων του Δήμου, «. τα οποία να αντιστοιχούν με την ιστορία και τις προοπτικές του Δήμου». Αναζητήθηκε πράγματι η εξεύρεση γης και καταγράφηκαν 6 διαφορετικά τεμάχια στα πρακτικά ημερ. 1.2.01 (συνημμένο 2 στην ένσταση).  Παρόλον που ζητήθηκε η συνδρομή του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως και του ΕΤΕΚ για την αξιολόγηση των διαθέσιμων χώρων στις 5.3.01 (συνημμένο 3 στην ένσταση), στη συνεδρία ημερ. 22.3.01 και στην παρουσία εκπροσώπων των δύο προαναφερομένων φορέων, δεν καταγράφηκε, ούτε λέχθηκε οτιδήποτε συγκεκριμένο πέραν από γενικότητες ως προς την επιλογή του κατάλληλου τεμαχίου.  Αναφέρθηκε από τον εκπρόσωπο του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως, συμφωνούντος και του εκπροσώπου του ΕΤΕΚ, ότι οι διάφοροι προτεινόμενοι χώροι θα έπρεπε να αξιολογηθούν με βάση το μέγεθος τους για «.. υφιστάμενες και μελλοντικές ανάγκες», να  υπάρχει «κεντροβαρής χωροθεσία, προσβασιμότητα, εγγύτητα με τον παραδοσιακό πυρήνα του Δήμου» και ότι το δημοτικό μέγαρο θα πρέπει να αποτελεί σημείο αναφοράς.

Ουδέν όμως αρχιτεκτονικό προσχέδιο ή σχέδιο παρουσιάστηκε σε σχέση με τη χρησιμοποίηση του επιδίκου τεμαχίου το οποίο επιλέγηκε σε εκείνη τη συνεδρία, καμία κατ' αρχήν χωροθέτηση της προτεινόμενης ανάπτυξης δεν έγινε, αλλά ούτε καν αναφορά στο μέγεθος των προτεινομένων γραφείων σε σχέση με την όλη έκταση του επιδίκου τεμαχίου, ιδιαιτέρως όταν, όπως αναφέρθηκε πριν, έγινε αντιφατικά λόγος σε δύο διαφορετικές συνεδρίες στις 18.1.01 και στις 22.10.03, περί ύπαρξης 400 τ.μ. αλλά και 300 τ.μ. υφισταμένου γραφειακού χώρου.

Η αοριστία, ασάφεια, αλλά και προχειρότητα με την οποία προσεγγίστηκε το όλο ζήτημα της απαλλοτρίωσης του επιδίκου τεμαχίου, επιβεβαιώνεται και από τα όσα εν κατακλείδι καταγράφηκαν στα πρακτικά ημερ. 14.9.05, όπου λήφθηκε απόφαση ότι «... σε περίπτωση που ο ενιστάμενος προσφύγει στο Δικαστήριο τότε να επανεξεταστεί το θέμα μη αποκλειόμενης της ανάκλησης της Γνωστοποίησης Απαλλοτρίωσης». Προκύπτει, επομένως, ότι και ο ίδιος ο Δήμος Ιδαλίου άφησε ανοικτό το ενδεχόμενο να ανακαλέσει τη Γνωστοποίηση, το οποίο δείχνει τον επιφανειακό τρόπο με τον οποίο προσέγγισε το όλο ζήτημα, αλλά και την ανυπαρξία πραγματικής και δεδομένης ανάγκης ως προς το υπό εκτέλεση έργο.  Άλλωστε, στην απάντηση που έδωσε στον εφεσείοντα απορρίπτοντας την ένσταση του στις 21.9.05 αυτή η γενικότητα της σκέψης παρουσιάζεται ανάγλυφα, εφόσον αναφέρθηκε απλά χωρίς καμιά απολύτως αναφορά σε σχετική μελέτη, ότι το επίδικο τεμάχιο είχε κριθεί ως το πλέον κατάλληλο από χωροθετικής και πολεοδομικής άποψης, επιλεχθέν μάλιστα από ένα σύνολο 5 τεμαχίων από ειδική επιτροπή που συστάθηκε γι' αυτό το σκοπό.  Όλα τα πιο πάνω δεν έτυχαν πρωτοδίκως λεπτομερειακής αναφοράς και ανάλυσης, που θα οδηγούσαν ενδεχομένως σε διαφορετική κατάληξη ως προς την επάρκεια της έρευνας.

Περαιτέρω, στη συνεδρία ημερ. 14.9.05 που θεωρήθηκε από το Δικαστήριο κατά λανθασμένη όμως, με όλο τον προσήκοντα σεβασμό, εκτίμηση, ότι παρείχε και προσέθετε στην αιτιολογία του σκοπού της απαλλοτρίωσης, καταγράφηκε ότι το εμβαδόν του απαλλοτριωθέντος τεμαχίου διασφάλιζε «.. όχι μόνο τις σημερινές ανάγκες του Δήμου για γραφεία αλλά και τις μελλοντικές δεδομένου ότι ο ρυθμός ανάπτυξης του είναι ο πιο ψηλός της επαρχίας Λευκωσίας».  Η όποια όμως μελλοντική ανάπτυξη δεν μπορεί να αποτελεί λόγο και σκοπό της απαλλοτρίωσης, αφού έρχεται σε αντίθεση με τη σαφή νομολογία που προαναφέρθηκε, η οποία και επιβάλλει την προΰπαρξη μελετών και σχεδίων που να δείχνουν κατά συγκεκριμένο τρόπο τη φύση, την έκταση και τις ανάγκες του έργου για το οποίο γίνεται τη δεδομένη στιγμή η απαλλοτρίωση.  Η θεώρηση επομένως πρωτοδίκως ότι ο σκοπός περιλάμβανε και μελλοντικές ανάγκες δεν ήταν ορθή.

Δεν αποκλείεται, βεβαίως, ένα έργο που ολοκληρωμένα συζητείται και αποφασίζεται από την αρμόδια απαλλοτριούσα αρχή να ανεγερθεί εν μέρει σε μέλλοντα χρόνο. Φθάνει η μελλοντική  αυτή   ανάπτυξη  να  καθορίζεται  σαφώς στη βάση υπαρκτών επιστημονικών και τεχνικών στοιχείων και δεδομένων από την ώρα της απαλλοτρίωσης. Διαφορετικά η απαλλοτριούσα αρχή αφήνεται να λειτουργεί κατά το δοκούν, χωρίς  εκ των προτέρων συγκεκριμένο στόχο και προγραμματισμό, αποστερώντας έτσι το δικαίωμα στην απόλαυση της ιδιοκτησίας του πολίτη, με απλές γενικόλογες αναφορές σε σκοπό δημοσίας ωφελείας.

Για όλους τους πιο πάνω λόγους, κρίνεται ότι η έφεση πρέπει να επιτύχει.  Η πρωτόδικη απόφαση, επομένως, ακυρώνεται μαζί με τη σχετική διαταγή για έξοδα.  Η προσβληθείσα απόφαση του εφεσίβλητου Δήμου ακυρώνεται. Ο εφεσίβλητος θα καταβάλει €2.500 έξοδα, πλέον του Φ.Π.Α. στον εφεσείοντα τόσο για την πρωτόδικη όσο και για την κατ' έφεση διαδικασία.

Η έφεση επιτυγχάνει με έξοδα.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο