ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2008) 3 ΑΑΔ 336
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Αναθεωρητική έφεση αρ. 5/2006
17 Iουλίου, 2008
[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, ΦΩΤΙΟΥ, ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ,
ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ/στές]
ΜΑΡΙΑ ΠΙΕΡΙΔΟΥ
Εφεσείουσα/αιτήτρια
- ν. -
1. ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ
2. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ
Εφεσιβλήτων/Καθών η αίτηση
.........
Κ. Χατζηιωάννου, για την εφεσείουσα/αιτήτρια
Γ. Ερωτοκρίτου (κα), Εισαγγελεας της Δημοκρατίας, για τους εφεσίβλητους/καθών η αίτηση
----------------------
Γ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ: Την ομόφωνη απόφαση του δικαστηρίου θα δώσει ο δικαστής Μ. Φωτίου
............................
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ: Η εφεσείουσα κατά τον ουσιώδη για την παρούσα υπόθεση χρόνο, δηλαδή Νοέμβριο του 2003, κατείχε τη θέση του Ανώτερου Λειτουργού Παραγωγικότητας, στο Κέντρο Παραγωγικότητας (ΚΕ.ΠΑ). Με επιστολή του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων (στο οποίο υπάγεται το Κέντρο Παραγωγικότητας) ημερ. 25/11/03 προς τον Πρόεδρο της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας του ζητήθηκε όπως μεριμνήσει για το διορισμό της Μαρίας Πιερίδου (εφεσείουσας) ως Αναπληρωτή Διευθυντή του ΚΕ.Π.Α. από 1η έως 31η Δεκεμβρίου 2003, ενόψει του ότι ο κάτοχος της θέσης κ. Αντρέας Κωμοδρόμου βρισκόταν με άδεια αφυπηρέτησης από 11/9/03 και θα αφυπηρετούσε την 1/1/04. Στην ίδια επιστολή αναφερόταν ότι η εφεσείουσα «κατέχει τα απαιτούμενα προσόντα της θέσης και αναμένεται από αυτή να εκτελεί όλα τα καθήκοντα και να επωμιστεί όλες τις ευθύνες της θέσης, επιπρόσθετα με τα καθήκοντα της θέσης της».
Η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας (Ε.Δ.Υ.) σε σχετική συνεδρία της ημερ. 1/12/03 ασχολήθηκε με το πιο πάνω αίτημα του Γενικού Διευθυντή για διορισμό της εφεσείουσας ως Αναπληρωτή Διευθυντή του ΚΕ.Π.Α και αποφάσισε ότι η εφεσείουσα δεν κατείχε τα ακαδημαϊκά προσόντα που απαιτούνταν από το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης του Διευθυντή του Κέντρου Παραγωγικότητας και ως εκ τούτου η σύσταση της αρμόδιας αρχής για διορισμό της ως Αναπληρωτή Διευθυντή δεν μπορούσε να γίνει αποδεκτή. Πληροφόρησε δε σχετικά την αρμόδια αρχή με επιστολή ημερ. 2/12/03.
Μετά την πιο πάνω εξέλιξη ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων (αρμόδια αρχή) με νέα επιστολή του ημερ. 6/12/03 προς τον Προέδρο της Ε.Δ.Υ., του ζήτησε τώρα να μεριμνήσει για το διορισμό του κ. Αντώνη Καφά, Ανώτερου Λειτουργού Παραγωγικότητας, ως Αναπληρωτή Διευθυντή του ΚΕ.ΠΑ, για τους ίδιους λόγους που αναφέρονταν και στην επιστολή ημερ. 25/11/03, όταν σύστηνε το διορισμό της εφεσείουσας. Εκφράστηκε δηλαδή και εδώ η άποψη ότι ο κ. Καφάς κατείχε τα απαιτούμενα προσόντα της θέσης. Έτσι η Ε.Δ.Υ διόρισε τον Αντώνη Καφά, ως Αναπληρωτή Διευθυντή του ΚΕ.ΠΑ από 1/12/03-31/12/03.
Αποτέλεσμα των πιο πάνω ήταν η καταχώρηση της προσφυγής 90/2004 (αντικείμενο της παρούσας έφεσης) από την εφεσείουσα με την οποία αξίωνε τις πιο κάτω θεραπείες, που παραθέτουμε αυτούσιες:
«Α. Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η άρνηση των καθ' ων η αίτηση να διορίσουν την αιτήτρια ως αναπληρωτή Διευθυντή του Κέντρου Παραγωγικότητας από 1η μέχρι 31η Δεκεμβρίου, 2003 είναι άκυρη παράνομη και χωρίς οποιοδήποτε αποτέλεσμα.
Β. Δήλωση δικαστηρίου ότι η απόφαση των καθ' ων η αίτηση ότι η αιτήτρια δεν έχει τα απαιτούμενα προσόντα για τη θέση του Διευθυντή Κέντρου Παραγωγικότητας που περιέχεται στην επιστολή των καθ' ων η αίτηση ημερ. 16.1.04 προς τους δικηγόρους της αιτήτριας (Παράρτημα Α) είναι άκυρη παράνομη και χωρίς οποιοδήποτε αποτέλεσμα.
Γ. Δήλωση Δικαστηρίου ότι η απόφαση των καθ' ων η αίτηση με την οποία διόρισαν τον Αντώνην Καφάν ως Αναπληρωτή Διευθυντή Κέντρου Παραγωγικότητας από 1η μέχρι 31 Δεκεμβρίου, 2003 αντί και/ή στη θέση της αιτήτριας είναι άκυρη, παράνομη και χωρίς οποιοδήποτε αποτέλεσμα.»
Από πλευράς των εφεσιβλήτων είχε εγερθεί στο πρωτόδικο δικαστήριο προδικαστική ένσταση ότι η εφεσείουσα δεν νομιμοποιείτο να εγείρει την προσφυγή διότι (α) αυτή καταχωρήθηκε στις 2/2/04 και προσβάλλει πράξη της οποίας η διάρκεια ήταν μόνο από 1/12/03-31/12/03, (β) δεν κατέχει τα προσόντα της θέσης για να δικαιούται αναπληρωτικό διορισμό και (γ) ουδέποτε έγινε σύγκριση της εφεσείουσας με το ενδιαφερόμενο μέρος.
Ο συνάδελφος που εκδίκασε πρωτόδικα την προσφυγή κατάληξε ότι η εφεσείουσα στερείτο εννόμου συμφέροντος, για τους εξής βασικά λόγους: (1) ότι σύμφωνα με το άρθρο 146.2 του Συντάγματος και τη σχετική νομολογία ένας αιτητής «θα πρέπει να έχει έννομο συμφέρον το οποίο πρέπει να υπάρχει σωρευτικά σε τρία χρονικά σημεία (α) κατά την έκδοση της προσβαλλόμενης πράξης ή τη συντέλεση της παράλειψης (β) κατά την άσκηση της προσφυγής και (γ) κατά τη συζήτηση της υπόθεσης. Στην παρούσα περίπτωση όχι μόνο κατά το χρόνο της συζήτησης της προσφυγής, αλλά ακόμη και κατά την καταχώρησή της στις 2/2/04 είχε ήδη παύσει η ισχυς του αναπληρωτικού διορισμού». (2) Η εφεσείουσα «θα έπρεπε να αποδείξει ότι κατά την περίοδο που το ενδιαφερόμενο μέρος άσκησε τα καθήκοντα του Αναπληρωτή Διευθυντή δημιουργήθηκαν γι' αυτήν δυσμενείς έννομες συνέπεις, οι οποίες διατηρούνται και μετά τη λήξη της ισχύος του αναπληρωματικού διορισμού και δεν μπορούν να αρθούν παρά μόνο με την ακύρωση του» κάτι που εδώ δεν αποδείχθηκε λόγω της φύσης του αναπληρωματικού διορισμού. Βασίστηκε στις υποθέσεις Μ. Παφίτης ν. Δημοκρατίας προσφ. Αρ. 22/04 ημερ. 23/2/05 και Βραχίμης Χατζηχάννας ν. Δημοκρατίας, προσφ. Αρ. 1028/04 ημερ. 12/9/05.
Με την παρούσα έφεση η εφεσείουσα προσβάλλει την ορθότητα της πιο πάνω κατάληξης του συναδέλφου μας. Βασίζεται στους εξής λόγους έφεσης: (α) ότι το πρωτόδικο δικαστήριο εσφαλμένα δεν ασχολήθηκε και δεν αποφάσισε επί του αιτήματος Α και Β της προσφυγής και εσφαλμένα δεν αποδέχθηκε την προσφυγή και (β) εσφαλμένα αποφάσισε ότι η εφεσείουσα δεν έχει έννομο συμφέρον αναφορικά με το (Γ) αιτητικό της προσφυγής.
Κατά την ενώπιον μας ακροαματική διαδικασία και περαιτέρω ανάπτυξη των περιγραμμάτων αγόρευσης, ο ευπαίδευτος συνήγορος της εφεσείουσας δήλωσε ότι εγκαταλείπει τη θεραπεία (Γ) της προσφυγής, που αφορά το διορισμό του ενδιαφερόμενου μέρους Καφά και περιορίζει την έφεση σε ότι αφορά βασικά τη θεραπεία (Α) της προσφυγής. Διευκρίνησε ότι η θεραπεία (Β) είναι απλώς βοηθητική για εξέταση της θεραπείας (Α). Το ερώτημα όπως το έθεσε, είναι αν εύλογα κρίθηκε από την Ε.Δ.Υ. ότι η εφεσείουσα δεν κατείχε τα προσόντα της θέσης του Διευθυντή του Κέντρου Παραγωγικότητας.
Από πλευράς των εφεσιβλήτων απλώς υποστηρίχθηκε ότι η εφεσείουσα δεν έχει έννομο συμφέρον, όπως αποφασίστηκε πρωτόδικα, ενόψει του ότι ο αναπληρωτικός διορισμός ήταν μόνο για ένα μήνα, περίοδος που έληξε πριν την καταχώρηση της προσφυγής. Βέβαια συμφώνησε η δικηγόρος των εφεσιβλήτων ότι σε περίπτωση που η εφεσείουσα κατείχε τα απαιτούμενα από το σχέδιο υπηρεσίας προσόντα για τη θέση, η Ε.Δ.Υ. ώφειλε να ακολουθήσει τη σύσταση του Γενικού Διευθυντή και να διορίσει ως Αναπληρωτή Διευθυντή την εφεσείουσα. Τούτο προκύπτει από το λεκτικό του άρθρου 42(1) του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου του 1990 (Ν. 1/90 ως έχει τροποποιηθεί).
Εξετάσαμε τις αντίστοιχες θέσεις. Είμαστε της άποψης ότι εσφαλμένα ο συνάδελφος πρωτόδικα, δεν εξέτασε το θέμα κατά πόσο η απόφαση της Ε.Δ.Υ., ότι η εφεσείουσα δεν κατείχε τα απαιτούμενα για διορισμό στη θέση του Γενικού Διευθυντή προσόντα, ήταν νόμιμη, με την έννοια ότι της κατάληξης αυτής προηγήθηκε η δέουσα επί του θέματος έρευνα. Η διαπίστωση της Ε.Δ.Υ. (αντίθετη με την εκφρασθείσα άποψη του Γενικού Διευθυντή) ότι η εφεσείουσα δεν ικανοποιούσε τις απαιτήσεις του σχεδίου υπηρεσίας ήταν τέτοια που επηρέαζε δυσμενώς και άμεσα ίδιον συμφέρον της εφεσείουσας. Επίσης με το διορισμό της ως Αναπληρωτή Διευθυντή θα είχε και κάποιο οικονομικό όφελος το οποίο στερήθηκε. Αυτό προκύπτει με σαφήνεια από τις διαπιστώσεις της Ε.Δ.Υ. αναφορικά με τα προσόντα της εφεσείουσας όπως οι διαπιστώσεις φαίνονται στο πρακτικό ημερ. 1/12/03 αλλά και σε σχετική απάντηση ημερ. 16/1/04 προς επιστολή του δικηγόρου της ημερ. 13/12/03, ο οποίος επέμενε ότι η εφεσείουσα ικανοποιεί τις απαιτήσεις του σχεδίου υπηρεσίας.
Η έφεση επιτυγχάνει με €1.500 έξοδα, περιλαμβανομένου του ΦΠΑ και η πρωτόδικη απόφαση μαζί με τη διαταγή για έξοδα παραμερίζονται. Κατά τα καθιερωμένα (βλ. Δημοκρατία ν. Βασιλειάδη κ.α. (2006) 3 Α.Α.Δ. 297) το δικαστήριο τούτο θα προχωρήσει στην εξέταση των λόγων ακύρωσης που είχαν εγερθεί πρωτόδικα αλλά δεν εξετάστηκαν. Για το σκοπό αυτό θα δοθεί νέα ημερομηνία.
Δ.
Δ.
Δ.
Δ.
Δ.
/ΚΑΣ