ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2007) 3 ΑΑΔ 335

4 Ιουλίου, 2007

[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΗΛΙΑΔΗΣ, ΚΡΑΜΒΗΣ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ/στές]

(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 54/2005)

FRED T.V. LIMITED,

Εφεσείουσα-Αιτήτρια,

v.

ΑΡΧΗΣ ΡΑΔΙΟΤΗΛΕΟΡΑΣΗΣ ΚΥΠΡΟΥ,

Εφεσίβλητης-Καθ' ης η αίτηση.

 

(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 59/2005)

DESTE DIGITAL SERVICES LTD,

Εφεσείουσα-Ενδιαφερόμενο Μέρος,

v.

1. ΠΑΙΔΙΚΟ ΚΑΝΑΛΙ ΤΟ ΕΝΑ ΛΙΜΙΤΕΔ,

2. GUSSI HOLDINGS LTD,

3. TOUCH HOME SHOP T.V. LTD,

Εφεσιβλήτων-Αιτητών,

v.

ΑΡΧΗΣ ΡΑΔΙΟΤΗΛΕΟΡΑΣΗΣ ΚΥΠΡΟΥ,

Καθ' ης η αίτηση.

 

(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 60/2005)

ΑΡΧΗ ΡΑΔΙΟΤΗΛΕΟΡΑΣΗΣ ΚΥΠΡΟΥ,

Εφεσείουσα-Καθ' ης η αίτηση,

v.

1. ΠAIΔIKO ΚΑΝΑΛΙ ΤΟ ΕΝΑ ΛΙΜΙΤΕΔ,

2. GUSSI HOLDINGS LTD,

3. TOUCH HOME SHOP T.V. LTD,

Εφεσιβλήτων-Αιτητών.

 

(Αναθεωρητική Έφεση Aρ. 61/2005)

Κ.K. NEW EXTRA LTD,

Εφεσείουσα-Αιτήτρια,

v.

ΑΡΧΗΣ ΡΑΔΙΟΤΗΛΕΟΡΑΣΗΣ ΚΥΠΡΟΥ,

Εφεσίβλητης-Καθ' ης η αίτηση.

(Αναθεωρητικές Εφέσεις Αρ. 54/2005, 59/2005, 60/2005, 61/2005)

 

Αρχή Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου ― Άρθρο 18 του περί Ραδιοφωνικών και Τηλεοπτικών Σταθμών Νόμου του 1998 (Ν.7(Ι)/98) ― Ερμηνεία και ορθή εφαρμογή στα γεγονότα της κριθείσας περίπτωσης.

Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο ― Ενεργητική νομιμοποίηση διαδίκου  ―  Κατά πόσο μπορεί να αμφισβητηθεί στο πλαίσιο της δικαστικής διαδικασίας της προσφυγής, η οποία έχει διάφορο αντικείμενο και παρά το γεγονός ότι ο συγκεκριμένος διάδικος είχε κριθεί από τη διοίκηση ως νομιμοποιούμενος.

Αρχή Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου  ―  Χορήγηση άδειας ίδρυσης και λειτουργίας τηλεοπτικού σταθμού παγκύπριας εμβέλειας ―  Περιστάσεις υπό τις οποίες κρίθηκε ότι η απόφαση χορήγησης της άδειας δεν ήταν το προϊόν πλάνης.

Οι εφέσεις αφορούσαν την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης, αφενός ως προς το ακυρωτικό της αποτέλεσμα για την χορηγηθείσα επίδικη άδεια τηλεοπτικού σταθμού, (η Α.Ε. 59/05 του ενδιαφερομένου μέρους και η 60/05 της καθ' ης η αίτηση Αρχής) και αφετέρου ως προς το απορριπτικό της αποτέλεσμα αναφορικά με τις προσφυγές δύο άλλων υποψηφίων εταιρειών για την επίδικη άδεια τηλεοπτικού σταθμού, (Α.Ε. 54/05 και 61/05).

Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, αποδεχόμενη όλες τις εφέσεις, αποφάσισε ότι:

1.  Η απόρριψη των προσφυγών των Εφεσειουσών στις εφέσεις 54/2005 και 61/2005 βασίσθηκε στη διαπίστωση, ότι οι Εφεσείουσες εστερούντο εννόμου συμφέροντος καθ' όσον, κατέχουσες ήδη άδειες τηλεοπτικού σταθμού τοπικής εμβέλειας, δεν ενομιμοποιούντο να υποβάλουν αίτηση για την εν λόγω άδεια παγκύπριας εμβέλειας. Και τούτο στη βάση του Άρθρου 18 του περί Ραδιοφωνικών και Τηλεοπτικών Σταθμών Νόμου του 1998 (Ν. 7(Ι) του 1998).

Το Άρθρο 18 όμως δεν μπορούσε να ερμηνευθεί πέραν των όρων του, ότι δηλαδή απαγορεύει τη χορήγηση πέραν της μιας αδειών, ώστε να απαγόρευε και την υποβολή αίτησης από κάτοχο άδειας.  Αν ήταν διαφορετικά, ο κάτοχος υφιστάμενης άδειας τοπικής εμβέλειας θα αποκλείετο της δυνατότητας να αποταθεί και για άδεια παγκύπριας εμβέλειας εκτός αν εκ των προτέρων, και χωρίς να είναι βέβαιος ότι θα εξασφάλιζε τέτοια άδεια, αποποιείτο της άδειας τοπικής εμβέλειας. 

2.  Πέραν των πιο πάνω, γεννάται το ερώτημα κατά πόσο η Deste Digital Services Ltd μπορούσε, στις προσφυγές των Εφεσειουσών, και ενώ η ίδια η ΑΡΚ ενήργησε στη βάση ότι οι Εφεσείουσες ενομιμοποιούντο να υποβάλουν αίτηση, να θέτει θέμα μη νομιμοποίησής τους. Τέτοιο θέμα δεν θα μπορούσε να εθεωρείτο επίδικο στις προσφυγές αυτές. Ευθέως σχετική είναι η νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, πρωτόδικη και εν Ολομέλεια.

3.  Επί των εφέσεων 59/2005 και 60/2005, παρατηρείται κατά πρώτον ότι ένα είναι το επίδικο θέμα, η ορθότητα της κατάληξης του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι, χορηγώντας την άδεια στην Deste, η ΑΡΚ ενήργησε υπό πλάνη. 

Η πρωτόδικη απόφαση επικεντρώθηκε στην εγκυρότητα της αίτησης της ΤΕΚ, από την οποία εξαρτήθηκε η αίτηση της Deste, με δεδομένο ως κρίσιμο χρόνο εκείνο της υποβολής της αίτησης της ΤΕΚ.  Δεν μπορούσε όμως να ήταν εκείνος ο κρίσιμος χρόνος για σκοπούς εγκυρότητας της αίτησης της Deste. Η διαδικασία που αφορούσε τις προηγούμενες αιτήσεις είχε λήξει το 2001. Η συχνότητα που ενδιαφέρει προέκυψε πολύ αργότερα με τη δημοσίευση του Τελικού Αναθεωρημένου Σχεδίου το 2003, ώστε κρίσιμος χρόνος διακρίβωσης της εγκυρότητας των αιτήσεων για την εν λόγω συχνότητα να μην μπορούσε να ήταν άλλος από το 2003. Τότε όμως η Deste ήταν από πολλού (10.9.2001) ιδρυμένη. Και όχι μόνο τούτο. Η ΑΡΚ ήταν πλήρως ενήμερη των εξελίξεων που αφορούσαν την ΤΕΚ και τη Deste, δηλαδή της αποχώρησης του μετόχου του 25% της ΤΕΚ και τη συνέχιση του ενδιαφέροντος των υπολοίπων μετόχων που αποτέλεσαν τους μετόχους της Deste.  Η επιστολή που εστάλη την 17.9.2001 στην ΑΡΚ κατέστησε σαφές ότι η υποβληθείσα αίτηση αφορούσε πλέον την Deste με τη νέα της μετοχική δομή (που μάλιστα ήδη υφίστατο από 10.9.2001 και δεν ήταν «υπό ίδρυση» όπως αναφέρετο προφανώς με χαλαρότητα που εξέφραζε το πρόσφατο της ίδρυσης). Όχι μόνο λοιπόν από τις 17.9.2001 η αίτηση που αρχικά υπέβαλε η ΤΕΚ κατέστη αίτηση της Deste, αλλά και, όταν το 2003 η Deste εξεδήλωσε το ενδιαφέρον της για τη νέα συχνότητα, ουσιαστικά υπέβαλε νέα αίτηση υιοθετώντας την προηγούμενη. Η αίτηση της Deste, κρινόμενη ως προς την εγκυρότητά της το 2003, ουδόλως συναρτάτο προς την ΤΕΚ ως ανύπαρκτο νομικό πρόσωπο και ήταν καθ' όλα έγκυρη προερχόμενη από υφιστάμενο νομικό πρόσωπο.

4.  Οι εφέσεις 54/2005 και 61/2005 καθώς και οι εφέσεις 59/2005 και 60/2005, επιτυγχάνουν και οι προσβαλλόμενες αποφάσεις και διαταγές για έξοδα στις προσφυγές 341/2004, 549/2004 και 604/2004 παραμερίζονται, επιδικάζονται δε £500 έξοδα της έφεσης σε κάθε Εφεσείουσα εναντίον των Εφεσιβλήτων.

Διαταγή ως ανωτέρω.

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

General Constructions Ltd ν. Δήμου Λεμεσού (1992) 4 Α.Α.Δ. 2366,

Thermphase Ltd ν. Δημοκρατίας (1992) 4 Α.Α.Δ. 3780,

Π. Κ. Ιωάννου & Υιοί Λτδ ν. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 433,

Εταιρεία Siemens A.G. ν. ΑΗΚ (1994) 3 Α.Α.Δ. 1970,

Χαραλαμπίδου ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 591/2003, ημερ. 22.6.2004,

Φωτιάδου ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 1254/2002, ημερ. 15.11.2004,

Σιλβέστρου & Κιτρομηλίδη Λτδ κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1995) 4 Α.Α.Δ. 2250,

Δ. Αυλωνίτης & Υιοί Λτδ ν. Δημοκρατίας (1997) 4 Α.Α.Δ. 1517,

Παναγιώτου ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 360/2003, ημερ. 8.10.2004,

Ιωσηφίδης ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ.  575/2001, ημερ.  25.2.2005.

Eφέσεις.

Eφέσεις από τους εφεσείοντες εναντίον της απόφασης Δικαστή του Aνωτάτου Δικαστηρίου (Yπ.�Aρ. 423/04, 341/04, 549/04, 604/04, 611/04), ημερ. 27/4/05.

Χρ. Χριστοφίδης για την Εφεσείουσα στην Aναθ. Έφεση Aρ. 54/05 και για τους Εφεσίβλητους- Αιτητές υπ' αρ. 1 στις Aναθ. Eφέσεις Aρ. 59/05 και 60/05.

Μ. Καλλιγέρου για την Εφεσίβλητη - Καθ' ης η αίτηση στην Aναθ. Έφεση Aρ. 54/05, για την Καθ' ης η αίτηση στην Aναθ. Έφεση Aρ. 59/05, για την Eφεσείουσα στην Aναθ. Έφεση Aρ. 60/05 και για την Eφεσίβλητη στην Aναθ. Έφεση Aρ. 61/05.

Γ. Μυλωνάς με Τ. Άνιφτου για το Ενδιαφερόμενο Μέρος στις Aναθ. Eφέσεις Aρ. 54/05, 60/05, 61/05 και για την Εφεσείουσα - Ενδιαφερόμενο Μέρος στην Aναθ. Έφεση Aρ. 59/05.

Σ. Αγγελίδης για τους Εφεσίβλητους-Αιτητές υπ' αρ. 2 στις Aναθ. Eφέσεις Aρ. 59/05 και 60/05.

Γ. Γεωργιάδης για τους Εφεσίβλητους-Αιτητές υπ' αρ. 3 στις Aναθ. Eφέσεις Aρ. 59/05 και 60/05.

Χρ. Τιμοθέου για την Εφεσείουσα στην Aναθ. Έφεση Aρ. 61/05.

Cur. adv. vult.

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Δ. Χατζηχαμπής.

ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ.: Η έφεση 60/2005 αφορά απόφαση αδελφού μας Δικαστή με την οποία ακυρώθηκε απόφαση της Εφεσείουσας Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου (ΑΡΚ) με την οποία χορηγήθηκε άδεια ίδρυσης και λειτουργίας τηλεοπτικού σταθμού παγκύπριας εμβέλειας στην εταιρεία Deste Digital Services Ltd, Ενδιαφερόμενο Μέρος στις τρεις προσφυγές των Εφεσιβλήτων εταιρειών οι οποίες είχαν επίσης ενδιαφερθεί για την εν λόγω άδεια. Η έφεση 59/2005 αφορά την ίδια απόφαση και κατεχωρήθη από τη Deste. Οι εφέσεις 54/2005 και 61/2005 κατεχωρήθησαν από δύο άλλες εταιρείες που είχαν επίσης ενδιαφερθεί για τις εν λόγω άδειες και οι προσφυγές των οποίων κατά της απόφασης της ΑΡΚ είχαν απορριφθεί.

Η απόρριψη των προσφυγών των Εφεσειουσών στις εφέσεις 54/2005 και 61/2005 βασίσθηκε στη διαπίστωση, επί σχετικής εισήγησης της Deste, ότι οι Εφεσείουσες εστερούντο εννόμου συμφέροντος καθ' όσον, κατέχουσες ήδη άδειες τηλεοπτικού σταθμού τοπικής εμβέλειας, δεν ενομιμοποιούντο να υποβάλουν αίτηση για την εν λόγω άδεια παγκύπριας εμβέλειας. Και τούτο στη βάση του Αρθρου 18 του περί Ραδιοφωνικών και Τηλεοπτικών Σταθμών Νόμου του 1998 (Ν. 7(Ι) του 1998) το οποίο προνοεί:

«Στο ίδιο φυσικό ή νομικό πρόσωπο απαγορεύεται να χορηγηθούν περισσότερες από μια άδειες για ραδιοφωνικό σταθμό και στο ίδιο νομικό πρόσωπο απαγορεύεται να χορηγηθούν περισσότερες από μια άδειες για τηλεοπτικό σταθμό.»

Συμφωνούμε με τους Εφεσείοντες ότι το Αρθρο 18 δεν μπορούσε να ερμηνευθεί πέραν των όρων του, ότι δηλαδή απαγορεύει τη χορήγηση πέραν της μιας αδειών, ώστε να απαγόρευε και την υποβολή αίτησης από κάτοχο άδειας. Αν ήταν διαφορετικά, ο κάτοχος υφιστάμενης άδειας τοπικής εμβέλειας θα αποκλείετο της δυνατότητας να αποταθεί και για άδεια παγκύπριας εμβέλειας εκτός αν εκ των προτέρων, και χωρίς να είναι βέβαιος ότι θα εξασφάλιζε τέτοια άδεια, αποποιείτο της άδειας τοπικής εμβέλειας.  Αυτή ουσιαστικά ήταν, όπως απερίφραστα κατέληξε, η εισήγηση του ευπαιδεύτου συνηγόρου για τη Deste. Η εισήγηση όμως δεν έχει έρεισμα ούτε στο Αρθρο 18 ούτε και στη λογική των πραγμάτων.  Ασφαλώς, αν η άδεια εδίδετο σε μια από τις Εφεσείουσες, αυτή δεν θα μπορούσε, εν όψει του Αρθρου 18, να διατηρεί και την άδεια σταθμού τοπικής εμβέλειας. Τέτοια πρόθεση εξ άλλου εκ μέρους των Εφεσειουσών είχε καταστεί σαφής προς την ΑΡΚ, εκείνο δε που ουσιαστικά επιδιώκετο από τις Εφεσείουσες με την απόκτηση της εν λόγω άδειας ήταν η αναβάθμιση του σταθμού τους από τοπικής σε παγκύπριας εμβέλειας. Είχαν λοιπόν κάθε δικαίωμα, ώστε να ενομιμοποιούντο, οι Εφεσείουσες να υποβάλουν αίτηση για την εν λόγω άδεια, την οποία εξ άλλου, και αυτό μας οδηγεί και σε μια άλλη πτυχή του πράγματος, και εξέτασε η ΑΡΚ. Πέραν των πιο πάνω, διερωτώμεθα κατά πόσο η Deste μπορούσε, στις προσφυγές των Εφεσειουσών, και ενώ η ίδια η ΑΡΚ ενήργησε στη βάση ότι οι Εφεσείουσες ενομιμοποιούντο να υποβάλουν αίτηση, να θέτει θέμα μη νομιμοποίησής τους. Τέτοιο θέμα δεν θα μπορούσε να εθεωρείτο επίδικο στις προσφυγές αυτές. Ευθέως σχετική είναι η νομολογία που έχουμε υπ' όψη μας.

Στην απόφαση General Constructions Ltd ν. Δήμου Λεμεσού (1992) 4 Α.Α.Δ. 2366, ο Χατζητσαγγάρης, Δ., αρνήθηκε να ασχοληθεί με προδικαστική ένσταση του Δήμου ότι η Αιτήτρια, αποτυχούσα προσφοροδότης σε διαγωνισμό του Δήμου, εστερείτο εννόμου συμφέροντος λόγω μη συμμόρφωσης της με τους όρους του διαγωνισμού, καθ' όσον ο Δήμος είχε εξετάσει την προσφορά της Αιτήτριας χωρίς να την απορρίψει ως άκυρη. Αμέσως μετά ο Πογιατζής, Δ., στην απόφασή του στην υπόθεση Thermphase Ltd ν.  Δημοκρατίας (1992) 4 Α.Α.Δ. 3780, εφαρμόζοντας την απόφαση του Χατζητσαγγάρη, Δ., σε ανάλογο πλαίσιο, παρέσχε ως εξήγηση της θέσης αυτής την αρχή της χρηστής διοίκησης που δεν επιτρέπει στη διοίκηση να συμπεριφέρεται με ασυνέπεια, αρχή που έχει αναλογίες και προς εκείνη της επιδοκιμασίας και αποδοκιμασίας.  Στην ίδια βάση ήταν και η απόφαση της Ολομέλειας, χωρίς όμως αναφορά σε νομολογία, στην υπόθεση Π.Κ. Ιωάννου & Υιοί Λτδ ν. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 433. Όπως όμως κατέδειξε ο Κωνσταντινίδης, Δ., στην απόφαση του στην υπόθεση Εταιρεία Siemens A.G. ν. ΑΗΚ (1994) 3 Α.Α.Δ. 1970, παίρνοντας το πράγμα πιο πέρα, η αρχή είναι ευρύτερη. Στις δύο προηγούμενες υποθέσεις η ένσταση στο έννομο συμφέρον της Αιτήτριας προήρχετο από την ίδια την προκηρύσσουσα Αρχή. Εδώ η ένσταση προήλθε όχι μόνο από την προκηρύσσουσα αρχή αλλά και από το Ενδιαφερόμενο Μέρος στο οποίο είχε κατακυρωθεί η προσφορά. Εκ πρώτης όψεως η αρχή που είχε διατυπωθεί από τον Πογιατζή, Δ.,  αφορούσα στη συμπεριφορά της διοίκησης, δεν θα επεκτείνετο αναγκαστικά και στο Ενδιαφερόμενο Μέρος. Ο Κωνσταντινίδης, Δ., όμως, επέκτεινε την αρχή και στο Ενδιαφερόμενο Μέρος στη βάση της φύσης της προσφυγής του αποτυχόντος προσφοροδότη, λέγοντας (σ. 1972):

«Αντικείμενο της προσφυγής αυτής είναι το κύρος της απόφασης της Αρχής για κατακύρωση της προσφοράς. Ως προς το επίδικο ζήτημα οι αιτητές είναι αποτυχόντες προσφοροδότες και έχουν, για το λόγο αυτό, έννομο συμφέρον. Δεν υπάρχει δικαιοδοτική βάση για αναθεώρηση και ανατροπή στο πλαίσιο της προσφυγής των αιτητών, της κρίσης της Αρχής ως προς τη συζητούμενη πτυχή, ούτε βέβαια, μπορεί να τεθεί ζήτημα παράλληλης ή ανεξάρτητης κρίσης του Δικαστηρίου πάνω στο ίδιο θέμα.»

Και συγχρόνως υπέδειξε τις εύλογες διαφοροποιήσεις του πράγματος (σελίδες 1972-1973):

«Είναι διαφορετική η περίπτωση του αποκλεισμού προσφοροδότη για τέτοιο λόγο και η προσβολή από αυτόν της τελικής απόφασης με το επιχείρημα ότι η θεώρηση της προσφοράς του ως άκυρης δεν ήταν επιτρεπτή. Εκεί είναι κατ' ευθείαν αντικείμενο του ελέγχου ο αποκλεισμός του και είναι τότε που η δικαίωση της διοίκησης αποκαλύπτει την έλλειψη εννόμου συμφέροντος για προσβολή του κύρους της κατακύρωσης. Οι υποθέσεις που επικαλέστηκαν οι καθ' ων η αίτηση και το ενδιαφερόμενο μέρος αναφέρονται στην επίσης διαφορετική περίπτωση προσβολής του κύρους της κατακύρωσης για τον λόγο ότι η προσφορά του επιτυχόντος προσφοροδότη δεν ανταποκρινόταν στις ουσιώδεις απαιτήσεις των όρων ακριβώς όπως είναι και ο ισχυρισμός των αιτητών στην παρούσα υπόθεση, τον οποίο και θα εξετάσω.»

Το σκεπτικό αυτό, που εφαρμόσθηκε και στις υποθέσεις Χαραλαμπίδου ν. Δημοκρατίας, Yπόθ. Aρ. 591/2003, ημερ. 22.6.2004 και Φωτιάδου ν. Δημοκρατίας, Yπόθ.�Aρ. 1254/2002, ημερ. 15.11.2004, υιοθετήθηκε από το Χρυσοστομή, Δ., στην υπόθεση Σιλβέστρου & Κιτρομηλίδη Λτδ κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1995) 4 Α.Α.Δ. 2250, και από το Νικολάου, Δ., στην υπόθεση Δ. Αυλωνίτης & Υιοί Λτδ ν. Δημοκρατίας (1997) 4 Α.Α.Δ. 1517 (αν και οι υποθέσεις αυτές αφορούσαν ένσταση όχι του επιτυχόντος προσφοροδότη, όπως στη Siemens, αλλά της προκηρύσσουσας αρχής) όσο και, εφαρμοσθέν, από την Παπαδοπούλου, Δ., στην υπόθεση Παναγιώτου ν. Δημοκρατίας, Yπόθ.�Aρ. 360/2003, ημερ. 8.10.2004, και στην υπόθεση Ιωσηφίδης ν. Δημοκρατίας, Yπόθ. Aρ. 575/2001, ημερ. 25.2.2005.

Οι εφέσεις 54/2005 και 61/2005 λοιπόν επιτυγχάνουν και οι εφεσιβαλλόμενες αποφάσεις και διαταγές για έξοδα παραμερίζονται, επιδικάζονται δε σε κάθε Εφεσείουσα £500 έξοδα της έφεσης.  Η περαιτέρω τύχη των προσφυγών που αφορούν θα εξαρτηθεί βεβαίως, όπως ήταν και κοινή αντίληψη κατά την ακρόαση, από το αποτέλεσμα των εφέσεων 59/2005 και 60/2005.

Στις οποίες και στρεφόμεθα, για να παρατηρήσουμε κατά πρώτον ότι ένα είναι το επίδικο θέμα, η ορθότητα της κατάληξης του αδελφού μας Δικαστή ότι, χορηγώντας την άδεια στην Deste, η ΑΡΚ ενήργησε υπό πλάνη. Αναφορά στο ιστορικό υπόβαθρο είναι αποκαλυπτική του πώς ηγέρθη και απεφασίσθη το θέμα. Ήταν με τη δημοσίευση του Τελικού Αναθεωρημένου Σχεδίου Κατανομής Συχνοτήτων Ραδιοφώνου και Τηλεόρασης το 2003 που προέκυψε η διαθεσιμότητα της συχνότητας για την οποία χορηγήθηκε η εν λόγω άδεια. Αμέσως μετά τη δημοσίευση του η ΑΡΚ ανακοίνωσε ότι δέχεται αιτήσεις για τη χορήγηση της εν λόγω άδειας. Στην ανακοίνωση ανεφέρετο επίσης ότι όσοι ενδιαφερόμενοι είχαν υποβάλει προηγουμένως αιτήσεις που εξετάσθησαν και αξιολογήθησαν αλλά δεν κατέστη δυνατή η εξασφάλιση άδειας, μπορούσαν, αντί να υποβάλουν νέα αίτηση, να εκδηλώσουν γραπτώς το ενδιαφέρον τους για επανεξέταση της αίτησής τους. Έτσι έπραξε και η Deste. Το θέμα προέκυψε εκ του ότι την προηγούμενη αίτηση δεν την είχε υποβάλει η ίδια η Deste, η οποία ιδρύθηκε την 10.9.2001, αλλά η υπό ίδρυση ΤΕΚ Κυπριακές Τηλεοπτικές Επιχειρήσεις Λτδ, την 16.7.2001. Στη συνέχεια μάλιστα ένας μέτοχος του 25% της ΤΕΚ εκδήλωσε στην ΑΡΚ την αποχώρηση του από την ΤΕΚ και την απόσυρση του ενδιαφέροντός του για προώθηση της αίτησης. Οι υπόλοιποι μέτοχοι όμως αντέδρασαν αναφέροντας ότι εξακολουθούσαν να ενδιαφέρονται και παρακαλούσαν όπως η αίτηση προωθηθεί στο όνομα της νέας εταιρείας που θα ίδρυαν, της Deste, η οποία μάλιστα είχε τότε εγγραφεί. Η ΑΡΚ χειρίστηκε την αίτηση σε αυτή τη βάση και, εξετάζοντας τη μαζί με τις άλλες και κατατάσσοντας την πρώτη σε βαθμολογία, χορήγησε την άδεια στη Deste.

Ο αδελφός μας Δικαστής, αποδεχόμενος τις εισηγήσεις των Εφεσιβλήτων, έκρινε ότι κρίσιμος χρόνος ήταν η ημερομηνία της αρχικής αίτησης και κρίσιμο στοιχείο ήταν το ότι η αρχική αίτηση είχε υποβληθεί από την ΤΕΚ ως ανύπαρκτο νομικό πρόσωπο. Εφ' όσον λοιπόν, κατέληξε, η Deste δεν υπέβαλε νέα αίτηση αλλά επέλεξε να στηριχθεί στην αίτηση της ΤΕΚ, η ακυρότητα της αίτησης της ΤΕΚ επηρέαζε και τη Deste ώστε να εθεωρείτο ότι δεν είχε υποβάλει έγκυρη αίτηση, αποδεχόμενος την προσφυγή των Εφεσιβλήτων με το ακόλουθο σκεπτικό (σελίδες 23-24):

«Η ενδιαφερόμενη εταιρεία κατόπιν της ανακοίνωσης της Αρχής ημ. 23.9.2003 επέλεξε, αντί να υποβάλει δική της αίτηση, να κάμει χρήση της αίτησης που είχε υποβληθεί την 16.7.2001, από ανύπαρκτο νομικό πρόσωπο, και η Διοίκηση με τη σειρά της, προέβηκε στην αξιολόγηση της αίτησης χωρίς καμιά αναφορά στα πραγματικά γεγονότα που σχετίζονταν με τη φύση της αίτησης εκείνης ή και οποιαδήποτε μνεία στο παράτυπο της.

Εν όψει λοιπόν των πιο πάνω κρίνεται βάσιμος ο λόγος με τον οποίο προβάλλεται πλάνη περί τα πράγματα εφόσον μόνο η αληθινή εικόνα της πραγματικότητας μπορεί να αποτελέσει στέρεη βάση για μια διοικητική απόφαση.»

Με όλο το σέβας προς τον αδελφό μας Δικαστή, η δική μας άποψη των πραγμάτων διαφέρει. Η απόφαση επικεντρώθηκε στην εγκυρότητα της αίτησης της ΤΕΚ, από την οποία εξαρτήθηκε η αίτηση της Deste, με δεδομένο ως κρίσιμο χρόνο εκείνο της υποβολής της αίτησης της ΤΕΚ. Δεν μπορούσε όμως να ήταν εκείνος ο κρίσιμος χρόνος για σκοπούς εγκυρότητας της αίτησης της Deste.  Η διαδικασία που αφορούσε τις προηγούμενες αιτήσεις είχε λήξει το 2001. Η συχνότητα που ενδιαφέρει προέκυψε πολύ αργότερα με τη δημοσίευση του Τελικού Αναθεωρημένου Σχεδίου το 2003, ώστε κρίσιμος χρόνος διακρίβωσης της εγκυρότητας των αιτήσεων για την εν λόγω συχνότητα να μην μπορούσε να ήταν άλλος από το 2003. Τότε όμως η Deste ήταν από πολλού (10.9.2001) ιδρυμένη. Και όχι μόνο τούτο. Η ΑΡΚ ήταν πλήρως ενήμερη των εξελίξεων που αφορούσαν την ΤΕΚ και τη Deste, δηλαδή της αποχώρησης του μετόχου του 25% της ΤΕΚ και τη συνέχιση του ενδιαφέροντος των υπολοίπων μετόχων που αποτέλεσαν τους μετόχους της Deste. Η επιστολή που εστάλη την 17.9.2001 στην ΑΡΚ κατέστησε σαφές ότι η υποβληθείσα αίτηση αφορούσε πλέον την Deste με τη νέα της μετοχική δομή (που μάλιστα ήδη υφίστατο από 10.9.2001 και δεν ήταν «υπό ίδρυση» όπως αναφέρετο προφανώς με χαλαρότητα που εξέφραζε το πρόσφατο της ίδρυσης).  Όχι μόνο λοιπόν από τις 17.9.2001 η αίτηση που αρχικά υπέβαλε η ΤΕΚ κατέστη αίτηση της Deste, αλλά και, όταν το 2003 η Deste εξεδήλωσε το ενδιαφέρον της για τη νέα συχνότητα, ουσιαστικά υπέβαλε νέα αίτηση υιοθετώντας την προηγούμενη. Η αίτηση της Deste, κρινόμενη ως προς την εγκυρότητα της το 2003, ουδόλως λοιπόν συναρτάτο προς την ΤΕΚ ως ανύπαρκτο νομικό πρόσωπο και ήταν καθ' όλα έγκυρη προερχόμενη από υφιστάμενο νομικό πρόσωπο.

Οι εφέσεις 59/2005 και 60/2005 λοιπόν επιτυγχάνουν και οι προσβαλλόμενες αποφάσεις και διαταγές για έξοδα στις προσφυγές 341/2004, 549/2004 και 604/2004 παραμερίζονται, επιδικάζονται δε £500 έξοδα της έφεσης σε κάθε Εφεσείουσα εναντίον των Εφεσιβλήτων.

Ενόψει της κατάληξης των εφέσεων, κατά τα καθιερωμένα θα προχωρήσουμε να εξετάσουμε τους υπόλοιπους λόγους ακυρότητας στις προσφυγές.

Διαταγή ως ανωτέρω.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο