ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Βαλανίδης Νίκος ν. Γενικού Λογιστή (2017) 3 ΑΑΔ 954, ECLI:CY:AD:2017:C472
ΝΙΚΟΣ ΒΑΛΑΝΙΔΗΣ ν. ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΟΓΙΣΤΗ, Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 35/2012, 20/12/2017, ECLI:CY:AD:2017:C472
(2007) 3 ΑΑΔ 261
1 Ιουνίου, 2007
[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΗΛΙΑΔΗΣ,
ΚΡΑΜΒΗΣ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ/στές]
ΝΙΚΟΣ ΒΑΛΑΝΙΔΗΣ,
Εφεσείων,
v.
ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΟΓΙΣΤΗ,
Εφεσιβλήτου.
(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 3753)
Συντάξεις ― Συντάξιμη υπηρεσία ― Προϋποθέσεις υπό τις οποίες περίοδος απουσίας υπαλλήλου με άδεια χωρίς απολαβές λογίζεται ως συντάξιμη υπηρεσία ― Άρθρο 14(ζ) του περί Συντάξεων Νόμου Aρ. 97(Ι)/97 ― Περιστάσεις της εσφαλμένης εφαρμογής του από τη διοίκηση στην κριθείσα περίπτωση.
Διοικητικό Δίκαιο ― Αρχή της καλής πίστης ― Περιεχόμενο της αρχής και επενέργειά της στην διοικητική δράση.
Ο εφεσείων ζήτησε την ακύρωση της απόφασης, περί μη υπολογισμού ως συντάξιμης της περιόδου απουσίας του με άδεια άνευ απολαβών, η προσφυγή κατά της οποίας είχε πρωτοδίκως απορριφθεί.
Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, αποδεχόμενη την έφεση, αποφάσισε ότι:
1. Σύμφωνα με τις πρόνοιες του Άρθρου 14(ζ) του περί Συντάξεων Νόμου αρ. 97(Ι)/97, για να λογιστεί η περίοδος απουσίας υπαλλήλου με άδεια χωρίς απολαβές ως συντάξιμη υπηρεσία πρέπει η άδεια να είναι εκπαιδευτική ή άδεια που παραχωρήθηκε με την έγκριση του Υπουργικού Συμβουλίου προς το συμφέρον της εκπαίδευσης ή για σκοπούς δημόσιας πολιτικής. Στην προκείμενη περίπτωση ορθά έχει κριθεί ότι η άδεια απουσίας χωρίς απολαβές του εφεσείοντα δεν ήταν εκπαιδευτική εντός της εννοίας του νόμου, εφόσον ο εφεσείων δεν ήταν το υποκείμενο της εκπαίδευσης.
Ωστόσο, συνάγεται εμμέσως από το περιεχόμενο εγγράφων του διοικητικού φακέλου ότι η άδεια απουσίας χωρίς απολαβές προς το συμφέρον της εκπαίδευσης, χορηγήθηκε στον εφεσείοντα με την έγκριση του Υπουργικού Συμβουλίου.
2. Οι αμφιβολίες που έχουν προκύψει μετά την πρόωρη αφυπηρέτηση του εφεσείοντα αναφορικά με τα συνταξιοδοτικά του δικαιώματα και η θολή κατάσταση που δημιουργήθηκε, όχι από δική του υπαιτιότητα, σαφώς δεν πρέπει να επηρεάσουν δυσμενώς τον εφεσείοντα. Η αρχή της καλής πίστης η οποία αποβλέπει στη διασφάλιση της σύμμετρης λειτουργίας των διοικητικών οργάνων και τον αποκλεισμό της αυθαιρεσίας, πρέπει να τύχει και εδώ εφαρμογής ακόμα και αν ήθελε θεωρηθεί ότι η όποια παράλειψη της διοίκησης οφείλεται σε απλή αβλεψία. Το πεδίο μέσα στο οποίο κινείται η διοίκηση κατά την άσκηση της διακριτικής της εξουσίας οριοθετείται από την αρχή της αγαθής κρίσης, του ίσου μέτρου κρίσης για την αντιμετώπιση όμοιων περιπτώσεων και της επιλογής του ολιγότερο επαχθούς για το διοικούμενο τρόπου πραγμάτωσης της διοίκησης.
Η έφεση επιτυγχάνει με έξοδα.
Αναφερόμενη Υπόθεση:
Tamassos Tobacco Suppliers & Co v. Δημοκρατίας (1992) 2 Α.Α.Δ. 60.
Έφεση.
Έφεση από τον εφεσείοντα εναντίον της απόφασης Δικαστή του Aνωτάτου Δικαστηρίου (Yπ. Aρ. 723/2001), ημερ. 19/12/2003.
Α. Σ. Αγγελίδης, για τον Εφεσείοντα.
Λ. Χριστοδουλίδου, για τον Εφεσίβλητο.
Cur. adv. vult.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Κραμβής.
ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.: Ενώ ο εφεσείων κατείχε θέση Προϊστάμενου Επιμόρφωσης στο Παιδαγωγικό Ινστιτούτο Κύπρου, ζήτησε άδεια απουσίας άνευ απολαβών για να εργαστεί στο Πανεπιστήμιο Κύπρου από 1.3.1992 μέχρι 28.2.1993 ως μέλος του διδακτικού προσωπικού του πανεπιστημίου. Η ζητηθείσα άδεια, όπως και άλλες παρόμοιες που διαδοχικά ζητήθηκαν από τον εφεσείοντα, χορηγήθηκαν για λόγους δημοσίου συμφέροντος, καλύπτοντας την περίοδο από 1.3.1992 μέχρι 28.2.1995.
Στις 14.5.1997 ο εφεσείων αφυπηρέτησε πρόωρα. Κατά τον υπολογισμό των συνταξιοδοτικών του ωφελημάτων, κρίθηκε ότι η προαναφερόμενη άδεια απουσίας χωρίς απολαβές δεν μπορούσε να λογιστεί ως συντάξιμη υπηρεσία, γεγονός το οποίο, επηρέαζε τον υπολογισμό του καταβλητέου εφάπαξ ποσού και της μηνιαίας σύνταξης. Ο εφεσείων υπέβαλε ένσταση η οποία, κατόπιν εξέτασης, απορρίφθηκε για τους πιο κάτω λόγους οι οποίοι αναφέρονται στην επιστολή του εφεσίβλητου ημερομηνίας 22.6.2001 προς τον εφεσείοντα.
«2. Όσον αφορά τους λόγους, που αναφέρονται στην πιο πάνω επιστολή σας, για τους οποίους υποβάλλετε ένσταση, σας πληροφορώ τα ακόλουθα:
(α) Η περίοδος 1.3.92 - 28.2.95 δεν είναι συντάξιμος υπηρεσία επειδή θεωρείται άδεια απουσίας χωρίς απολαβές.
(β) Ο βασικός μισθός με βάση του οποίου έχουν υπολογισθεί τα συνταξιοδοτικά ωφελήματά σας είναι £4975.- και με ημερομηνία προσαύξησης 1η Μαΐου. Η μισθοδοτική κλίμακα Α12 που αναφέρεται στην πιο πάνω επιστολή σας δεν μπορεί να ληφθεί υπόψη για σκοπούς υπολογισμού των συνταξιοδοτικών ωφελημάτων σας, επειδή ποτέ δεν πληρωθήκατε το μισθό της κλίμακας αυτής.
(γ) Όσον αφορά την καταβολή νόμιμου τόκου επί του εφάπαξ ποσού, σας πληροφορώ ότι σύμφωνα με τον περί Συντάξεων Νόμο δεν υπάρχει υποχρέωση καταβολής τόκου.»
Ο εφεσείων δεν ικανοποιήθηκε με τις εξηγήσεις που δόθηκαν και άσκησε προσφυγή. Ο συνάδελφός μας που εκδίκασε την υπόθεση αφού αναφέρθηκε στο Άρθρο 14(ζ) του περί Συντάξεων Νόμου 97(I)/97*, έκρινε ότι η άδεια απουσίας άνευ απολαβών η οποία χορηγήθηκε στον εφεσείοντα από 1.3.92 μέχρι 28.2.1995 δεν μπορούσε να λογιστεί ως συντάξιμη υπηρεσία εφόσον δεν ήταν εκπαιδευτική κλπ. εντός της εννοίας του Άρθρου 14(ζ) του νόμου ούτε και χορηγήθηκε με την έγκριση του Υπουργικού Συμβουλίου, όπως ο νόμος προβλέπει.
Εναντίον της προαναφερόμενης απόφασης, ασκήθηκε η παρούσα έφεση. Η συζήτηση επικεντρώθηκε στο κατά πόσο υπήρχε ή όχι έγκριση του Υπουργικού Συμβουλίου για τη χορήγηση της άδειας απουσίας του εφεσείοντα χωρίς απολαβές για λόγους προς το συμφέρον της εκπαίδευσης.
Σύμφωνα με τις πρόνοιες του Άρθρου 14(ζ) του νόμου, για να λογιστεί η περίοδος απουσίας υπαλλήλου με άδεια χωρίς απολαβές ως συντάξιμη υπηρεσία πρέπει η άδεια να είναι εκπαιδευτική ή άδεια που παραχωρήθηκε με την έγκριση του Υπουργικού Συμβουλίου προς το συμφέρον της εκπαίδευσης ή για σκοπούς δημόσιας πολιτικής. Στην προκείμενη περίπτωση ορθά έχει κριθεί ότι η άδεια απουσίας χωρίς απολαβές του εφεσείοντα δεν ήταν εκπαιδευτική εντός της εννοίας του νόμου εφόσον ο εφεσείων δεν ήταν το υποκείμενο της εκπαίδευσης. Με αναφορά στο περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου και στα στοιχεία που οι συνήγοροι των διαδίκων έθεσαν ενώπιόν μας, εξετάσαμε κατά πόσο η χορήγηση της άδειας έγινε με την έγκριση του Υπουργικού Συμβουλίου. Δεν έχουμε εντοπίσει οποιοδήποτε έγγραφο από το οποίο να συνάγεται ευθέως ότι η άδεια απουσίας χορηγήθηκε με την έγκριση του Υπουργικού Συμβουλίου. Ωστόσο, συνάγεται εμμέσως από το περιεχόμενο εγγράφων του φακέλου ότι η άδεια απουσίας χωρίς απολαβές προς το συμφέρον της εκπαίδευσης, χορηγήθηκε στον εφεσείοντα με την έγκριση του Υπουργικού Συμβουλίου. Υπάρχει στο διοικητικό φάκελο επιστολή του Υπουργείου Οικονομικών, Υπηρεσία Δημόσιας Διοικήσεως και Προσωπικού, ημερομηνίας 8 Σεπτεμβρίου, 1992 προς τον κ. Νίκο Βάκη, Διευθυντή Διοίκησης και Οικονομικών Πανεπιστημίου Κύπρου, με θέμα «Συντάξεις των κ.κ. Νίκου Βαλανίδη και Στέλιου Γεωργίου» στην οποία, μεταξύ άλλων, αναφέρονται τα εξής:
«Έχω οδηγίες ν' αναφερθώ στην επιστολή σας με αρ. Π.Κ.7.7 και ημερ. 14.7.1992, με την οποία εγείρετε το θέμα της διαφύλαξης των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων των πιο πάνω εκπαιδευτικών λειτουργών, στους οποίους παραχωρήθηκε από το Υπουργικό Συμβούλιο άδεια χωρίς απολαβές για λόγους δημόσιου συμφέροντος για να υπηρετήσουν στον Πανεπιστήμιο Κύπρου, μετά που διορίστηκαν στη μη συντάξιμη θέση του Λέκτορα.»
Στο διοικητικό φάκελο της υπόθεσης υπάρχει επίσης άλλη επιστολή ημερ. 6 Νοεμβρίου, 1997, του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού προς τον εφεσείοντα με θέμα «Συνταξιοδοτικά ωφελήματα» στην οποία αναφέρονται τα ακόλουθα:
«Έχω οδηγίες να αναφερθώ στο πιο πάνω θέμα και να σας πληροφορήσω ότι έχει αποφασιστεί όπως η περίοδος που απουσιάζετε με άδεια απουσίας χωρίς απολαβές για λόγους δημοσίου συμφέροντος από 1.3.1992 μέχρι 28.2.1995 για να απασχοληθείτε με σύμβαση ως λέκτορας στο Πανεπιστήμιο Κύπρου, λογιστεί ως συντάξιμη υπηρεσία χωρίς την από μέρους σας καταβολή του 15% των συνταξίμων απολαβών σας. Διευκρινίζεται, ωστόσο ότι έπρεπε για την πιο πάνω περίοδο να έχετε καταβάλει ποσό 1,75% των συνταξίμων απολαβών σας, υποχρέωση που απορρέει από το Άρθρο 26(4) των περί Συντάξεων Καθηγητών Νόμων. Το οφειλόμενο ποσό θα σας αποκοπεί από το φιλοδώρημα σας.»
Το περιεχόμενο των πιο πάνω επιστολών συνάδει με το γράμμα και το πνεύμα της ισχύουσας κατά τον ουσιώδη χρόνο απόφασης του Υπουργικού Συμβουλίου (Υ.Π. 531/71/2 ημερ. 10.9.1981) η οποία, υπό μορφή εγκυκλίου* είχε αποσταλεί και ήταν σε γνώση της αρμόδιας αρχής.
Ενόψει των πιο πάνω, θεωρούμε ότι συνάγεται από το περιεχόμενο των πιο πάνω εγγράφων ότι η άδεια απουσίας χωρίς απολαβές για λόγους δημοσίου συμφέροντος χορηγήθηκε στον εφεσείοντα με έγκριση του Υπουργικού Συμβουλίου και ότι η αντίστοιχη περίοδος απουσίας λογίζεται ως συντάξιμη υπηρεσία. Οι αμφιβολίες που έχουν προκύψει μετά την πρόωρη αφυπηρέτηση του εφεσείοντα αναφορικά με τα συνταξιοδοτικά του δικαιώματα και η θολή κατάσταση που δημιουργήθηκε, όχι από δική του υπαιτιότητα, σαφώς δεν πρέπει να επηρεάσουν δυσμενώς τον εφεσείοντα. Η αρχή της καλής πίστης η οποία αποβλέπει στη διασφάλιση της σύμμετρης λειτουργίας των διοικητικών οργάνων και τον αποκλεισμό της αυθαιρεσίας πρέπει να τύχει και εδώ εφαρμογής ακόμα και αν ήθελε θεωρηθεί ότι η όποια παράλειψη της διοίκησης οφείλεται σε απλή αβλεψία. Το πεδίο μέσα στο οποίο κινείται η διοίκηση κατά την άσκηση της διακριτικής της εξουσίας οριοθετείται από την αρχή της αγαθής κρίσης, του ίσου μέτρου κρίσης για την αντιμετώπιση όμοιων περιπτώσεων και της επιλογής του ολιγότερο επαχθούς για το διοικούμενο τρόπου πραγμάτωσης της διοίκησης. Βλ. Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας 1929-1959, σελ. 181-182, Tamassos Tobacco Suppliers & Co v. Δημοκρατίας (1992) 2 Α.Α.Δ. 60 και Δαγτόγλου, Γενικό Διοικητικό Δίκαιο, 3η έκδοση, σελ. 175.
Δεν θα υπεισέλθουμε στο θέμα που αφορά στην καταβολή ή μη οποιουδήποτε ποσού το οποίο ενδεχομένως ο εφεσείων είχε ή έχει υποχρέωση να καταβάλει προκειμένου να δικαιούται στα προβλεπόμενα από το νόμο συνταξιοδοτικά δικαιώματά του. Αν υπάρχει οποιαδήποτε διαφορά αυτή είναι χρηματική και το θέμα θα πρέπει να επιλυθεί με άλλο τρόπο, εκτός των πλαισίων της παρούσας διαδικασίας.
Για τους πιο πάνω λόγους, η έφεση επιτυγχάνει. Η πρωτόδικη απόφαση και η διαταγή για έξοδα παραμερίζονται. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται. Επιδικάζονται £1100 έξοδα υπέρ του εφεσείοντα πρωτόδικα και κατ' έφεση.
Η έφεση επιτυγχάνει με έξοδα.