ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2007) 3 ΑΑΔ 147

3 Απριλίου, 2007

[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π., ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΚΡΟΝΙΔΗΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στές]

ΙΕΡΑ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΗ ΚΥΠΡΟΥ,

Εφεσείουσα-Αιτήτρια,

v.

1. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

    ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,

2. ΔΗΜΟY ΛΕΜΕΣΟΥ,

Εφεσιβλήτων-Καθ' ων η αίτηση.

(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 3903)

 

Πολεοδομία και Χωροταξία ― Αίτηση για Πολεοδομική άδεια μετατροπής χωραφιού σε οικόπεδο ― Απορρίφθηκε λόγω μη συγκατάθεσης της ΑΗΚ ― Η απορριπτική απόφαση της Υπουργικής Επιτροπής στην ιεραρχική προσφυγή ακυρώθηκε, λόγω έλλειψης δέουσας έρευνας και αιτιολογίας.

Η εφεσείουσα Ιερά Αρχιεπισκοπή Κύπρου επεδίωξε τόσο πρωτόδικα όσο και κατ' έφεση, την ακύρωση της απόφασης της Υπουργικής Επιτροπής, με την οποία είχε απορριφθεί ιεραρχική προσφυγή της κατά της απόφασης του Δήμου Λεμεσού να μην εγκρίνει αίτησή της για έκδοση πολεοδομικής άδειας μετατροπής χωραφιού της σε οικόπεδο.

Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, κάνοντας δεχτή την έφεση, αποφάσισε ότι:

Σύμφωνα με την εφεσείουσα, η επίδικη απόφαση, ενόψει των στοιχείων που είχε ενώπιόν της η Υπουργική Επιτροπή, δεν είναι επαρκώς αιτιολογημένη. Και τούτο διότι η Υπουργική Επιτροπή δεν κατηύθηνε την προσοχή της ως προς το τι πράγματι μπορούσε να συναρτηθεί προς τη συγκατάθεση της ΑΗΚ ως όρου για οικοπεδοποίηση, με αναφορά στο Άρθρο 32(1)(α) του περί Ηλεκτρισμού Νόμου, Κεφ. 170, που είναι ο λόγος για τον οποίο η στάση της ΑΗΚ αποτελεί καθοριστικό παράγοντα, αφενός, και ως προς το τι θα ήταν εύλογο να εκτιμηθεί ως εν γένει "ουσιώδης παράγοντας" στα πλαίσια της διακριτικής εξουσίας της Υπουργικής Επιτροπής βάσει του Αρθρου 26(1) του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου (Ν.90/1972, όπως τροποποιήθηκε), αφετέρου.*

Η εισήγηση της εφεσείουσας βρίσκει σύμφωνη την Ολομέλεια. Όπως το έθεσε ο Κωνσταντινίδης, Δ., σε παρόμοια προσφυγή της εφεσείουσας, που αφορούσε αίτησή της για πολεοδομική άδεια μετατροπής του χωραφιού 1430 σε οικόπεδο,

"Η Πολεοδομική Αρχή και στη συνέχεια η Υπουργική Επιτροπή λειτούργησαν υπό την αντίληψη πως δεν υπήρχε απαιτούμενη συγκατάθεση, εκδήλως ως απαραίτητη προϋπόθεση. Δεν στάθμισαν οτιδήποτε άλλο και ειδικά το κατά πόσο στην πραγματικότητα, ενώ η ΑΗΚ συγκατατίθετο για την ανέγερση οικοδομών ικανοποιουμένου του Άρθρου 32(1) του Κεφ. 170, στη συνέχεια, με αναφορά όχι στο τωρινό καθεστώς υπό το φως του οποίου συγκατατίθετο αλλά σε ενδεχόμενο μελλοντικό, διατύπωνε γενική τοποθέτηση, όχι όμως συναρτημένη προς το Άρθρο 32(1) στο οποίο δεν αναφέρεται η επιστολή της της 26.11.01, αλλά αναφέρονταν ρητά οι προηγούμενες.

Θεωρώ πως τουλάχιστον θα έπρεπε να είχε διερευνηθεί το θέμα προς αποφυγή του ορατού ενδεχομένου πλάνης αναφορικά με το ποια ακριβώς ήταν η τοποθέτηση της ΑΗΚ και, ανάλογα, να εκτιμηθούν οι επιπτώσεις στο ορθό πλαίσιο."

(Βλέπε Ιερά Αρχιεπισκοπή Κύπρου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Υπόθεση Αρ. 374/2003, ημερ. 15.9.2004).

Η επίδικη απόφαση δεν είναι, συνεπώς, επαρκώς αιτιολογημένη με την έννοια ότι η αιτιολογία της είναι προϊόν μη δέουσας έρευνας και, συνακόλουθα, ενδεχόμενης πλάνης αναφορικά με το ποια ακριβώς ήταν η τοποθέτηση της ΑΗΚ και, ανάλογα, οι επιπτώσεις της.

Η έφεση επιτυγχάνει με έξοδα.

Αναφερόμενη Υπόθεση:

Ιερά Αρχιεπισκοπή Κύπρου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 374/2003, ημερ. 15.9.2004.

Έφεση.

Έφεση από την εφεσείουσα εναντίον της απόφασης Δικαστή του Aνωτάτου Δικαστηρίου (Yπ. Aρ. 375/2003), ημερ. 27/10/2004.

Χρ. Νικολάου για Π. Παύλου, για την Εφεσείουσα.

Μ. Μαλαχτού-Παμπαλλή, Ανώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τον Εφεσίβλητο 1.

Μ. Καλλιγέρου, για τον Εφεσίβλητο 2.

Cur. adv. vult.

ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Γαβριηλίδης, Δ..

ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ.: Η εφεσείουσα είναι ιδιοκτήτρια του τεμαχίου 1444, Φύλλο/Σχέδιο LIV/33 στην Αγία Φύλα Λεμεσού. Το τεμάχιο 1444 ήταν μέρος ευρύτερης έκτασης για την οποία η εφεσείουσα εξασφάλισε άδεια διαχωρισμού σε 43 οικόπεδα από το 1986. Το 1996, όμως, εκδόθηκε πιστοποιητικό τελικής έγκρισης μόνο για τα 35 από αυτά. Τα υπόλοιπα 8, μεταξύ των οποίων και το 1444, ενεγράφησαν ως χωράφια επειδή η Αρχή Ηλεκτρισμού Κύπρου (η ΑΗΚ) δεν ήταν διατεθειμένη να τα ηλεκτροδοτήσει, για το λόγο ότι διέρχονταν από πάνω τους εναέριες γραμμές μεταφοράς ηλεκτρικού ρεύματος υψηλής τάσης. Η εφεσείουσα έθεσε θέμα αποζημίωσής της από την ΑΗΚ και τα πράγματα άλλαξαν το 1998. Η ΑΗΚ αποφάσισε πως θα ηλεκτροδοτούσε και τα άλλα 8 οικόπεδα με το επαγόμενο, βέβαια, πως θα κτίζονταν σ' αυτά οικοδομές. Μόνο που, στην περίπτωση ορισμένων, στα οποία ενδεχομένως θα γίνονταν χωματουργικές εργασίες που θα μείωναν την απόσταση από τους ηλεκτρικούς αγωγούς, θα χρειαζόταν, πριν την έκδοση άδειας οικοδομής, σύμφωνα με το Αρθρο 32(1) του περί Ηλεκτρισμού Νόμου, Κεφ. 170, να διασφαλιστεί ότι η προτεινόμενη οικοδομή θα είχε ορισμένη απόσταση από αυτούς. Η σχετική επιστολή της ΑΗΚ προς το Δήμο Λεμεσού (Πολεοδομική Αρχή), ημερομηνίας 9.7.1998, είχε ως εξής:

"Αναφέρομαι στο πιο πάνω θέμα και σας πληροφορώ τα ακόλουθα:

Η Ιερά Αρχιεπισκοπή Κύπρου ζήτησε ηλεκτροδότηση των 43 οικοπέδων της τα οποία διαχωρίστηκαν σύμφωνα με την πιο πάνω άδεια.

Η Αρχή προχώρησε στην εκπόνηση της αναγκαίας τεχνοοικονομικής μελέτης και κοινοποίησε όρους στους αιτητές για ηλεκτροδότηση των 35 οικοπέδων μόνο, γιατί πάνω από τα 8 οικόπεδα περνούσαν γραμμές υψηλής τάσης (132000 Βολτ).

Σε μεταγενέστερο στάδιο, η ΑΗΚ προχώρησε σε μελέτη για ηλεκτροδότηση και των υπολοίπων 8 οικοπέδων. Για τα οικόπεδα με αρ. 14, 15 και 16, όπως φαίνονται στο αρχιτεκτονικό σχέδιο που επισυνάπτω, ίσως απαιτηθεί να γίνουν χωματουργικές εργασίες ανάλογα με την προτεινόμενη οικοδομή που πιθανό να μειώσουν την απόσταση των ηλεκτρικών αγωγών από το έδαφος και, κατά συνέπεια, από την προτεινόμενη οικοδομή. Για το λόγο αυτό, θα πρέπει να ζητήσετε τις απόψεις της ΑΗΚ πριν την έκδοση της σχετικής Άδειας Οικοδομής, σύμφωνα με τον "Περί Ηλεκτρισμού" Νόμο, Κεφ. 170, Αρθρο 32(1), έτσι ώστε να διασφαλιστεί ότι η προτεινόμενη οικοδομή θα απέχει τουλάχιστο 3.6m από τους αγωγούς, για λόγους ασφάλειας.

Είμαι στη διάθεσή σας για οποιεσδήποτε επιπρόσθετες πληροφορίες θα θέλατε."

Αφού προωθήθηκε το θέμα, η δε εφεσείουσα κατέβαλε τα ορισθέντα ποσά, στις 16.11.1998, η ΑΗΚ απέστειλε προς το Δήμο Λεμεσού την ακόλουθη επιστολή:

"Αναφέρομαι στο πιο πάνω θέμα και σας πληροφορώ ότι η Α.Η.Κ. από τη δική της πλευρά, είναι ικανοποιημένη όσο αφορά την εκπλήρωση των όρων που έθεσε για την ηλεκτροδότηση των υπόψη οικοπέδων.

Παρακαλώ σημειώστε ότι τα έξοδα για την εγκατάσταση φανών οδικού φωτισμού στα οικόπεδα αυτά έχουν πληρωθεί στην Α.Η.Κ.

Για την αξιοποίηση των οικοπέδων με αρ. 14, 15 και 16 ίσως απαιτηθεί να γίνουν χωματουργικές εργασίες, ανάλογα με την προτεινόμενη οικοδομή, που πιθανό να μειώσουν την απόσταση των ηλεκτρικών αγωγών από το έδαφος και κατά συνέπεια από την ανεγειρόμενη οικοδομή. Για το λόγο αυτό θα πρέπει να ζητήσετε τις απόψεις της Αρχής πριν από την έκδοση της σχετικής Άδειας Οικοδομής, σύμφωνα με τον "Περί Ηλεκτρισμού Νόμο" Κεφ. 170, Αρθρο 32(1), έτσι ώστε να διασφαλιστεί ότι η προτεινόμενη οικοδομή θα απέχει τουλάχιστο 3.6m από τους αγωγούς για λόγους ασφάλειας.

Τα πιο πάνω για ενημέρωση σας και για να μπορέσετε να προωθήσετε παραπέρα το όλο θέμα της έκδοσης Πιστοποιητικού Τελικής Έγκρισης."

Αυτό σήμαινε ότι η ΑΗΚ παρείχε πλέον τη συγκατάθεσή της, και, επομένως, πρόβλημα για οικοπεδοποίηση με αναφορά στο Αρθρο 32(1) του περί Ηλεκτρισμού Νόμου, Κεφ. 170, δεν υπήρχε.* Τα ενδεχόμενα προβλήματα και ο τρόπος αντιμετώπισής τους αφορούσαν στην άδεια οικοδομής.

Με δεδομένα τα πιο πάνω, η εφεσείουσα, με επιστολή της προς το Δήμο Λεμεσού, ημερομηνίας 13.12.2000, ζήτησε πολεοδομική άδεια για μετατροπή του τεμαχίου 1444 από χωράφι σε οικόπεδο. Η αίτηση απορρίφθηκε με απόφαση, ημερομηνίας 30.5.2002, το κείμενο της οποίας είχε ως εξής:

"Η Πολεοδομική Αρχή με το παρόν απορρίπτει την αίτηση για τη χορήγηση πολεοδομικής άδειας για την ανάπτυξη που αναφέρεται πιο πάνω και που περιγράφεται λεπτομερώς στην αίτηση που υποβλήθηκε, για τους λόγους που αναφέρονται στο παράρτημα που επισυνάπτεται.

Το Δημοτικό Συμβούλιο στη συνεδρίαση του με αρ. 10, ημερομηνίας 30/5/2002, αποφάσισε την απόρριψη της πιο πάνω αίτησης για το λόγο ότι το χωράφι προέκυψε από διαχωρισμό οικοπέδων με αριθμό φακέλου ΔΜ 15/86 και βρίσκεται κάτω από εναέρια γραμμή υψηλής τάσης και η ΑΗΚ με επιστολή της ημερομηνίας 26/11/2001 δεν δίνει την συγκατάθεση της."

Η απορριπτική απόφαση στηρίχθηκε σε νέα επιστολή της ΑΗΚ προς την οποία απευθύνθηκε ο Δήμος. Η επιστολή αυτή, ημερομηνίας 26.11.2001, είχε ως εξής:

"Σ' απάντηση των επιστολών σας με ημερομηνία 16/01/2001, με τις οποίες μας ζητάτε τις απόψεις μας για τους πιο πάνω διαχωρισμούς, θα 'θελα να σας πληροφορήσω ότι η ΑΗΚ δεν μπορεί να συναινέσει στους πιο πάνω διαχωρισμούς και αυτό επειδή, όπως θα γνωρίζετε, προωθείται νομοθεσία η οποία θα καθορίζει τις ελάχιστες αποστάσεις μεταξύ των γραμμών μεταφοράς και των οικοπέδων, και έτσι δεν κρίνουμε ορθό να συγκατατεθούμε στη δημιουργία οικοπέδων τα οποία, με την έγκριση της νέας νομοθεσίας, δεν θα μπορούν να αξιοποιηθούν από τους πιθανούς αγοραστές τους.

Παρακαλώ σημειώστε ότι η καθυστέρηση στην απάντησή μας οφείλεται σε παραδρομή και γι' αυτό απολογούμαστε."

Στο σημείο αυτό παρατηρούμε ότι στην επιστολή αυτή της ΑΗΚ δε γίνεται αναφορά ούτε δίδεται οποιαδήποτε εξήγηση σε σχέση με την προηγηθείσα συγκατάθεση της ΑΗΚ και τα όσα επακολούθησαν τη συγκατάθεση εκείνη.

Η απόφαση του Δήμου Λεμεσού προσβλήθηκε από την εφεσείουσα με ιεραρχική προσφυγή ενώπιον της αρμόδιας Υπουργικής Επιτροπής η οποία, όμως, με απόφασή της ημερομηνίας 11.2.2003, την απέρριψε, όπως αναφέρεται και στην ενημερωτική προς τους δικηγόρους της εφεσείουσας επιστολή, ημερομηνίας 3.3.2003, "για τους ίδιους λόγους για τους οποίους απορρίφθηκε η αίτηση από την Πολεοδομική Αρχή".

Η εφεσείουσα προσέβαλε, ακολούθως, τόσο την απόφαση του Δήμου Λεμεσού όσο και την απόφαση της Υπουργικής Επιτροπής, με την υπ' αρ. 375/2003 προσφυγή στο Ανώτατο Δικαστήριο. Όμως, στην πορεία, απέσυρε το αίτημα αναφορικά με την πρώτη απόφαση, ως ενσωματωθείσα στη δεύτερη. Παρέμεινε, έτσι, ως αντικείμενο της προσφυγής, η απόφαση της Υπουργικής Επιτροπής με την οποία απορρίφθηκε η ιεραρχική προσφυγή.

Ο συνάδελφός μας που εκδίκασε την προσφυγή, έκρινε ότι αυτή δεν ευσταθούσε και την απέρριψε με το ακόλουθο σκεπτικό:

"Σε μια πολυσέλιδη αγόρευση οι αιτητές υποστηρίζουν βασικά ότι η προσβαλλόμενη απόφαση στερείται αιτιολογίας. Υποστηρίζουν ότι οι καθ' ων η αίτηση 1 δεν αναφέρουν οτιδήποτε ως αιτιολογία της δικής τους απόφασης, αλλά απλώς παραπέμπουν στους λόγους που οδήγησαν το Δήμο Λεμεσού στη λήψη της απόφασής του. Και η αιτιολογία που οι καθ' ων η αίτηση 2 έδωσαν για την απόρριψη του αιτήματος των αιτητών ήταν ότι το χωράφι που προέκυψε από το διαχωρισμό, βρίσκεται κάτω από εναέρια γραμμή υψηλής τάσης και γι' αυτό η Αρχή Ηλεκτρισμού Κύπρου, με επιστολή της ημερ. 26.11.2001, δεν δίνει τη συγκατάθεσή της. Την αιτιολόγηση αυτή οι αιτητές θεωρούν ως ανεπαρκή.

Δεν θα συμφωνήσω με τους αιτητές. Η αιτιολογία που δόθηκε είναι επαρκέστατη. Το γεγονός ότι επαναλαμβάνει το λόγο για τον οποίο ο Δήμος Λεμεσού απέρριψε την αίτηση των αιτητών, δεν βλέπω πώς εξασθενεί τη δοθείσα αιτιολογία. Αποτελεί αναντίλεκτο γεγονός ότι το συγκεκριμένο ακίνητο επηρεάζεται από εναέρια γραμμή μεταφοράς ηλεκτρικού ρεύματος υψηλής τάσης και η Αρχή Ηλεκτρισμού Κύπρου, με πλήρη σαφήνεια απευθυνόμενη στο Δήμο Λεμεσού στις 26.11.2001, εκφράζει την έλλειψη συναίνεσης στο διαχωρισμό, γιατί τότε επροωθείτο νομοθεσία η οποία θα καθόριζε τις ελάχιστες αποστάσεις μεταξύ των γραμμών μεταφοράς και των οικοπέδων και έτσι δεν κρινόταν σωστό να συγκατατεθεί στη δημιουργία οικοπέδων, τα οποία με την έγκριση της νέας νομοθεσίας δεν θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν από τους πιθανούς αγοραστές τους.

Μπορεί η επιστολή που στάληκε στους δικηγόρους των αιτητών ημερ. 3.3.2003, με την οποία πληροφορούνταν την απόρριψη της ιεραρχικής τους προσφυγής, να έλεγε μόνο ότι η ιεραρχική προσφυγή απορρίφθηκε για τους ίδιους λόγους για τους οποίους απορρίφθηκε η αίτηση από την πολεοδομική αρχή (δηλαδή την έλλειψη συναίνεσης της Αρχής Ηλεκτρισμού), αλλά στο σημείωμα για την Υπουργική Επιτροπή που υπάρχει στο διοικητικό φάκελο, (ερυθρό 33 του τεκμηρίου 1), γίνεται εκτενής αναφορά στο θέμα. Σημειώνεται ότι η απόφαση της πολεοδομικής αρχής προήλθε μετά από διεξοδική μελέτη της αίτησης, ενώ περιέχεται και η συμφωνία του Διευθυντή του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως με τις απόψεις της Πολεοδομικής Αρχής. Τονίζεται ακόμα ότι η οικοδομική αξιοποίηση τεμαχίων που βρίσκονται κοντά ή κάτω από εναέριες γραμμές μεταφοράς, σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Ηλεκτρισμού Νόμου Κεφ. 170, επιτρέπεται μόνο εφ' όσον εξασφαλιστεί η έγκριση της Αρχής Ηλεκτρισμού, συγκατάθεση η οποία δεν εξασφαλίστηκε στην παρούσα υπόθεση.

Η άρνηση της Αρχής Ηλεκτρισμού, σύμφωνα πάντα με το σημείωμα για την Υπουργική Επιτροπή ημερ. 13.1.2003, απορρέει από την αναγκαιότητα διασφάλισης της δημόσιας υγείας και ασφάλειας, με τον καθορισμό θεσμοθετημένων ελάχιστων αποστάσεων μεταξύ των γραμμών μεταφοράς και των οικοπέδων, ο οποίος κατά την άποψη του Διευθυντή του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως αποτελεί ουσιώδη παράγοντα, για τον οποίο η ανάπτυξη δεν θα έπρεπε να πραγματοποιηθεί (βλέπε Αρθρο 26(1) του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου του 1972, Ν. 90/72, όπως τροποποιήθηκε με το Αρθρο 5 του Ν. 7/90).

Όπως έχει λεχθεί στην υπόθεση Μυλωνάς v. Δημοκρατίας (Αρ.2) (1997) 3 Α.Α.Δ. 332, οι ουσιώδεις παράγοντες οι οποίοι μπορεί να επιδράσουν στη λήψη της διοικητικής απόφασης, δεν προσδιορίζονται. Το κριτήριο είναι αντικειμενικό και ουσιώδης είναι κάθε παράγοντας, ο συνυπολογισμός του οποίου είναι αναγκαίος για τη λήψη της επίδικης διοικητικής απόφασης.

Στην παρούσα περίπτωση, επειδή η χρήση του τεμαχίου ως οικοπέδου υπόκειται δυνάμει ρητής νομοθετικής διάταξης (Αρθρο 32(1)(α) του περί Ηλεκτρισμού Νόμου, Κεφ. 170), στην έγκριση της Αρχής Ηλεκτρισμού, η εξασφάλιση των θέσεων της Αρχής ήταν επιτακτική.

Η παρασχεθείσα αιτιολογία σαφώς παρέχει το κριτήριο πάνω στο οποίο στηρίχτηκαν οι καθ' ων η αίτηση για να εκδώσουν την προσβαλλόμενη πράξη, αλλά και όλα τα στοιχεία που ήταν απαραίτητα για τη διακρίβωση της νομιμότητας της πράξης.

Δεν συμφωνώ με τους αιτητές ότι η απλή αναφορά στην επιστολή του Δήμου Λεμεσού, στην απουσία συγκατάθεσης της Αρχής Ηλεκτρισμού, δεν αποκαλύπτει με επάρκεια τις σκέψεις της διοίκησης. Είναι σαφές γιατί η άρνηση της Αρχής Ηλεκτρισμού επηρέασε την απόφαση των καθ' ων η αίτηση. Ούτε είναι επίσης ορθό ότι οι καθ' ων η αίτηση δεν αποκάλυψαν στην παρούσα περίπτωση τους λόγους για τους οποίους αποφάσισαν να απορρίψουν την ιεραρχική προσφυγή."

Με την ενώπιόν μας έφεση αμφισβητείται η ορθότητα της απόφασης του συναδέλφου μας.

Σύμφωνα με την εφεσείουσα, η επίδικη απόφαση, ενόψει των στοιχείων που είχε ενώπιόν της η Υπουργική Επιτροπή, δεν είναι επαρκώς αιτιολογημένη. Και τούτο διότι η Υπουργική Επιτροπή δεν κατηύθηνε την προσοχή της ως προς το τι πράγματι μπορούσε να συναρτηθεί προς τη συγκατάθεση της ΑΗΚ ως όρου για οικοπεδοποίηση, με αναφορά στο Αρθρο 32(1)(α) του περί Ηλεκτρισμού Νόμου, Κεφ. 170, που είναι ο λόγος για τον οποίο η στάση της ΑΗΚ αποτελεί καθοριστικό παράγοντα, αφενός, και ως προς το τι θα ήταν εύλογο να εκτιμηθεί ως εν γένει "ουσιώδης παράγοντας" στα πλαίσια της διακριτικής εξουσίας της Υπουργικής Επιτροπής βάσει του Αρθρου 26(1) του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου (Ν.90/1972, όπως τροποποιήθηκε), αφετέρου.*

Η εισήγηση της εφεσείουσας μας βρίσκει σύμφωνους. Όπως το έθεσε ο Κωνσταντινίδης, Δ., σε παρόμοια προσφυγή της εφεσείουσας, που αφορούσε αίτησή της για πολεοδομική άδεια μετατροπής του χωραφιού 1430 σε οικόπεδο,

"Η Πολεοδομική Αρχή και στη συνέχεια η Υπουργική Επιτροπή λειτούργησαν υπό την αντίληψη πως δεν υπήρχε απαιτούμενη συγκατάθεση, εκδήλως ως απαραίτητη προϋπόθεση. Δεν στάθμισαν οτιδήποτε άλλο και ειδικά το κατά πόσο στην πραγματικότητα, ενώ η ΑΗΚ συγκατατίθετο για την ανέγερση οικοδομών ικανοποιουμένου του Αρθρου 32(1) του Κεφ. 170, στη συνέχεια, με αναφορά όχι στο τωρινό καθεστώς υπό το φως του οποίου συγκατατίθετο αλλά σε ενδεχόμενο μελλοντικό, διατύπωνε γενική τοποθέτηση, όχι όμως συναρτημένη προς το Αρθρο 32(1) στο οποίο δεν αναφέρεται η επιστολή της της 26.11.01, αλλά αναφέρονταν ρητά οι προηγούμενες.

Θεωρώ πως τουλάχιστον θα έπρεπε να είχε διερευνηθεί το θέμα προς αποφυγή του ορατού ενδεχομένου πλάνης αναφορικά με το ποια ακριβώς ήταν η τοποθέτηση της ΑΗΚ και, ανάλογα, να εκτιμηθούν οι επιπτώσεις στο ορθό πλαίσιο."

(Βλέπε Ιερά Αρχιεπισκοπή Κύπρου v. Κυπριακής Δημοκρατίας, Υπόθεση Αρ. 374/2003, ημερ. 15.9.2004).

Η επίδικη απόφαση δεν είναι, συνεπώς, επαρκώς αιτιολογημένη με την έννοια ότι η αιτιολογία της είναι προϊόν μη δέουσας έρευνας και, συνακόλουθα, ενδεχόμενης πλάνης αναφορικά με το ποια ακριβώς ήταν η τοποθέτηση της ΑΗΚ και, ανάλογα, οι επιπτώσεις της.

Η έφεση επιτυγχάνει.

Η απόφαση στην προσφυγή 375/2003 παραμερίζεται. Η επίδικη απόφαση ακυρώνεται με £800 έξοδα υπέρ της εφεσείουσας, πρωτόδικα και κατ' έφεση.

Η έφεση επιτυγχάνει με έξοδα.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο