ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2007) 3 ΑΑΔ 116
13 Μαρτίου, 2007
[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π., ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΚΡΟΝΙΔΗΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ,
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στές]
ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Εφεσείουσα-Καθ' ης η αίτηση,
v.
1. ΒΡΑΧΙΜΗ ΧΑΤΖΗΧΑΝΝΑ,
2. ΑΝΔΡΕΑ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΙΔΗ,
Εφεσιβλήτων-Αιτητών.
(Aναθεωρητική Έφεση Αρ. 142/2005)
Δημόσιοι Υπάλληλοι ― Διορισμοί/Προαγωγές ― Συμβουλευτική Επιτροπή ― Ισχυρισμός για πρώτη φορά στο Δικαστήριο ότι ο Γενικός Διευθυντής, Πρόεδρος της Συμβουλευτικής ήταν, λόγω αντιδικιών στο Δικαστήριο, προκατειλημμένος ― Ο ισχυρισμός που πέτυχε πρωτοδίκως, ανατράπηκε κατ' έφεση, λόγω της έλλειψης απόδειξης οποιουδήποτε προσωπικού συμφέροντος του Γενικού Διευθυντή στην επίδικη διαδικασία και λόγω του χρόνου που επιλέγηκε να τεθεί ο ισχυρισμός από τον εφεσίβλητο.
Δημόσιοι Υπάλληλοι ― Διορισμοί/Προαγωγές ― Έκθεση Συμβουλευτικής Επιτροπής ― Παρόλο που η αιτιολογία της Συμβουλευτικής στην Έκθεση συνοπτική, ήταν αρκούντος περιεκτική.
Η Δημοκρατία εφεσίβαλε την πρωτόδικη απόφαση, σύμφωνα με την οποία η προαγωγή του ενδιαφερόμενου προσώπου ακυρώθηκε λόγω παράνομης σύνθεσης της Συμβουλευτικής Επιτροπής.
Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, κάνοντας δεχτή την έφεση και απορρίπτοντας την προσφυγή, μετά την εξέταση των υπόλοιπων λόγων ακυρώσεως, αποφάσισε ότι:
1. Ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Εσωτερικών, που συμμετείχε στη Συμβουλευτική Επιτροπή ως Πρόεδρος, δεν είχε καμιά αντιδικία με τον εφεσίβλητο σε σχέση με την προαγωγή του πρώτου στη θέση του γενικού διευθυντή, ενώ για την επίδικη, του επάρχου, επίσης ο Γενικός Διευθυντής δεν είχε καμιά αντιδικία με τον εφεσίβλητο γιατί ο τελευταίος δεν την διεκδικούσε. Η θέση γενικού διευθυντή είναι πρώτου διορισμού και προαγωγής, η δε θέση επάρχου, επίσης πρώτου διορισμού και προαγωγής, δεν αποτελεί εφαλτήριο για προαγωγή στη θέση γενικού διευθυντή. Έπεται, πως ο Γενικός Διευθυντής δεν αντλούσε οποιοδήποτε συμφέρον από την έκβαση των προσφυγών που είχαν καταχωρηθεί εναντίον του προηγούμενου διορισμού του στη θέση του επάρχου από τον εφεσίβλητο.
Επιπλέον, και επί του προκειμένου, θα πρέπει να επισημανθεί, πως απαραίτητη προϋπόθεση για να εξεταστεί τέτοιος ισχυρισμός, θα πρέπει ο ενδιαφέρομενος που τον προβάλλει να τον θέσει με την πρώτη ευκαιρία ενώπιον του διοικητικού οργάνου για να τον εξετάσει, ώστε να προχωρήσει απρόσκοπτα η διαδικασία. Δεν νοείται ο ενδιαφερόμενος να μένει σιωπηλός και ανάλογα με την τελική απόφαση του διοικητικού οργάνου, όταν π.χ. δεν τον ευνοεί, να επιλέγει σε μεταγενέστερο στάδιο, και ειδικότερα ενώπιον του Δικαστηρίου να την προβάλει. Σε τέτοια περίπτωση ο ισχυρισμός δεν θα εξεταστεί.
O σχετικός επομένως λόγος ακυρώσεως του εφεσίβλητου, που πρόβαλε πρωτοδίκως, και η οποία αφορούσε τη νομιμότητα της σύνθεσης του διοικητικού οργάνου, για τους λόγους που εξηγούνται πιο πάνω, απορρίπτεται.
2. Εισηγείται ο εφεσίβλητος, πως η κρίση της Συμβουλευτικής Επιτροπής αναφορικά με τις προσωπικές συνεντεύξεις των υποψηφίων και η τελική εισήγηση της προς την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας δεν είναι δεόντως αιτιολογημένες.
Είναι γεγονός πως και στα δύο αυτά στοιχεία η αιτιολογία της Συμβουλευτικής Επιτροπής είναι συνοπτική. Θα αναμένετο να ήταν πιο εμπεριστατωμένη. Όμως, μολονότι συνοπτική, είναι αρκούντως περιεκτική, ώστε να εμπίπτει μέσα στα πλαίσια της επιβαλλόμενης αιτιολογίας.
Η έφεση επιτυγχάνει και η διοικητική απόφαση επικυρώνεται, με έξοδα.
Αναφερόμενη Υπόθεση:
Δημοκρατία ν. Χ"Χάννα (2003) 3 Α.Α.Δ. 55.
Έφεση.
Έφεση από την εφεσείουσα εναντίον της απόφασης Δικαστή του Aνωτάτου Δικαστηρίου (Yπ. Aρ. 398/2003 & 413/2003), ημερ. 21/11/2005.
Α. Βασιλειάδης, Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, για την Εφεσείουσα.
Ο Εφεσίβλητος εμφανίζεται προσωπικά.
Cur. adv. vult.
ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π.: Οι εφεσίβλητοι διεκδίκησαν, μαζί με άλλους υποψήφιους, τη θέση Επάρχου (πρώτου διορισμού και προαγωγής). Η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας με απόφαση της ημερομηνίας 3.3.2003 επέλεξε και προήγαγε στη θέση το ενδιαφερόμενο μέρος Νίκο Ρούσο. Οι εφεσίβλητοι προσέβαλαν με προσφυγή την πιο πάνω απόφαση. Συνάδελφος, ενώπιον του οποίου συζητήθηκαν πρωτοδίκως οι προσφυγές, τις αποδέκτηκε, και κατά συνέπεια ακύρωσε την επίδικη διοικητική απόφαση. Μόνο ένα ζήτημα απασχόλησε το συνάδελφο μας, η εισήγηση των εφεσιβλήτων πως έπασχε η σύνθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής και τούτο γιατί μετείχε σ' αυτή ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Εσωτερικών, που ενεργούσε ως Πρόεδρος της, με τον οποίο οι εφεσίβλητοι είχαν, ιδιαίτερα ο πρώτος εφεσίβλητος Χ"Χάννας, σωρεία αντιδικιών ως διεκδικητές των ιδίων θέσεων στη δημόσια υπηρεσία.
Με την παρούσα έφεση η Κυπριακή Δημοκρατία επιδιώκει την ακύρωση της πρωτόδικης απόφασης, η διαδικασία δε αφορά μόνο τον πρώτο εφεσίβλητο. Δεν ενδιαφέρει το δεύτερο. Ο αδελφός δικαστής, δεχόμενος την εισήγηση του εφεσίβλητου, έκρινε πως ο Πρόεδρος της Συμβουλευτικής Επιτροπής δεν είχε τα εχέγγυα της αντικειμενικής κρίσης και αμεροληψίας αντίθετα, και σύμφωνα με τη νομολογία, είχε αντικειμενική προκατάληψη ενόψει των πολλών αντιδικιών που είχε με τον εφεσίβλητο, οι οποίες αφορούσαν στη διεκδίκηση των ίδιων θέσεων στη δημόσια υπηρεσία. Παρατίθεται στην πρωτόδικη απόφαση η πιο κάτω περικοπή από απόφαση της Ολομέλειας, σε έφεση της Δημοκρατίας εναντίον του εδώ εφεσίβλητου (Δημοκρατία v. Χ"Χάννα (2003) 3 Α.Α.Δ. 55 (σελ. 558).
«Αυτή είναι και η ουσία του πράγματος. Το ότι ο κ. Παπαρίδης δεν ήταν διάδικος στη διαδικασία που αφορά η εφεσιβαλλόμενη απόφαση δεν είναι το κρίσιμο στοιχείο. Το κριτήριο της προκατάληψης δεν είναι τόσο περιορισμένο ώστε να αποκλείει αναφορά σε ιδιαίτερο ενδιαφέρον που να συναρτάται με άλλη διαδικασία, ούτε βεβαίως η προκατάληψη κρίνεται υποκειμενικά ώστε να απαιτείται απόδειξη πραγματικής τοιαύτης. Κυρίαρχο στοιχείο στην προκειμένη περίπτωση παραμένει όχι απλώς η αντιδικία του Εφεσίβλητου με τον κ. Παπαρίδη σε άλλη προσφυγή αλλά και ιδιαιτέρως το ότι η αντιδικία στην προσφυγή εκείνη αφορούσε προαγωγή του κ. Παπαρίδη στην ίδια θέση, στα πλαίσια της οποίας ήταν σχετική η διαπίστωση της ανταπόκρισης των ίδιων προσόντων του Εφεσίβλητου στις απαιτήσεις του ίδιου σχεδίου υπηρεσίας. Και όχι μόνο τούτο. Όπως προέκυψε από τη συζήτηση της έφεσης, ενδεχόμενη επιτυχία του Εφεσίβλητου στην προσφυγή εκείνη θα επηρέαζε και τη μετέπειτα προαγωγή του κ. Παπαρίδη στη θέση του Διευθυντή Διοίκησης, υπό την οποία ιδιότητα συμμετείχε στη Συμβουλευτική Επιτροπή. Υπό το φως όλων αυτών, η προκειμένη απέληγε να είναι προφανής περίπτωση στην οποία η συμμετοχή του κ. Παπαρίδη να ήταν αντίθετη με την εγγύηση αμερολήπτου κρίσεως αντικειμενικώς κρινόμενης.»
Μελετήσαμε με προσοχή την υπόθεση. Έχουμε τη γνώμη πως ο δικηγόρος της Δημοκρατίας ορθά επισημαίνει στο περίγραμμα αγόρευσης του πως τα περιστατικά της ενώπιον μας υπόθεσης δεν υπάγονται στη νομολογιακή αρχή, όπως αυτή διατυπώνεται στην πιο πάνω απόφαση, γιατί ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Εσωτερικών, που συμμετείχε στη Συμβουλευτική Επιτροπή ως Πρόεδρος, δεν είχε καμιά αντιδικία με τον εφεσίβλητο σε σχέση με την προαγωγή του πρώτου στη θέση του γενικού διευθυντή, ενώ για την επίδικη, του επάρχου, επίσης ο Γενικός Διευθυντής δεν είχε καμιά αντιδικία με τον εφεσίβλητο γιατί ο τελευταίος δεν την διεκδικούσε. Η θέση γενικού διευθυντή είναι πρώτου διορισμού και προαγωγής, η δε θέση επάρχου, επίσης πρώτου διορισμού και προαγωγής, δεν αποτελεί εφαλτήριο για προαγωγή στη θέση γενικού διευθυντή. Έπεται, πως ο Γενικός Διευθυντής δεν αντλούσε οποιοδήποτε συμφέρον από την έκβαση των προσφυγών που είχαν καταχωρηθεί εναντίον του προηγούμενου διορισμού του στη θέση του επάρχου από τον εφεσίβλητο.
Επιπλέον, και επί του προκειμένου, θα πρέπει να επισημάνουμε πως απαραίτητη προϋπόθεση για να εξεταστεί τέτοιος ισχυρισμός θα πρέπει ο ενδιαφέρομενος που τον προβάλλει να τον θέσει με την πρώτη ευκαιρία ενώπιον του διοικητικού οργάνου για να τον εξετάσει, ώστε να προχωρήσει απρόσκοπτα η διαδικασία. Δεν νοείται ο ενδιαφερόμενος να μένει σιωπηλός και ανάλογα με την τελική απόφαση του διοικητικού οργάνου, όταν π.χ. δεν τον ευνοεί, να επιλέγει σε μεταγενέστερο στάδιο, και ειδικότερα ενώπιον του Δικαστηρίου να την προβάλει. Σε τέτοια περίπτωση ο ισχυρισμός δεν θα εξεταστεί.
O σχετικός επομένως λόγος ακυρώσεως του εφεσίβλητου, που πρόβαλε πρωτοδίκως, και η οποία αφορούσε τη νομιμότητα της σύνθεσης του διοικητικού οργάνου, για τους λόγους που εξηγούμε πιο πάνω, απορρίπτεται.
Προχωρούμε να εξετάσουμε την ουσία της προσφυγής, στη βάση των λόγων ακύρωσης που διατύπωσε ο εφεσίβλητος πρωτοδίκως. Οι λόγοι περιορίζονται ουσιαστικά σε δύο, και αφορούν τη διαδικασία ενώπιον της Συμβουλευτικής Επιτροπής, εφόσον δεν περιλήφθηκε στον κατάλογο των τεσσάρων υποψηφίων που αυτή συνέστησε στην ΕΔΥ. Εισηγείται ο εφεσίβλητος πως η κρίση της Συμβουλευτικής Επιτροπής αναφορικά με τις προσωπικές συνεντεύξεις των υποψηφίων και η τελική εισήγηση της προς την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας δεν είναι δεόντως αιτιολογημένες.
Είναι γεγονός πως και στα δύο αυτά στοιχεία η αιτιολογία της Συμβουλευτικής Επιτροπής είναι συνοπτική. Θα αναμέναμε να ήταν πιο εμπεριστατωμένη. Όμως, μολονότι συνοπτική, είναι αρκούντως περιεκτική ώστε να εμπίπτει μέσα στα πλαίσια της επιβαλλόμενης αιτιολογίας.
Ενόψει των ανωτέρω η έφεση της Κυπριακής Δημοκρατίας επιτυγχάνει. Η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται και η διαταγή για τα έξοδα ακυρώνεται. Η διοικητική απόφαση επικυρώνεται. Ο εφεσίβλητος να πληρώσει £700 έξοδα για την πρωτόδικη διαδικασία και εδώ.
Η έφεση επιτυγχάνει και η διοικητική απόφαση επικυρώνεται με έξοδα.