ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2007) 3 ΑΑΔ 354
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Αναθεωρητική ΄Εφεση Αρ. 3900)
4 Ιουλίου, 2007
[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΙΔΗΣ, ΗΛΙΑΔΗΣ,
ΚΡΑΜΒΗΣ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ/στές]
ΧΡΙΣΤΟΣ ΙΩΣΗΦΙΔΗΣ,
Εφεσείοντας/Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Εφεσίβλητης/Καθ' ης η αίτηση.
Ο Εφεσείων εμφανίζεται προσωπικά.
Ν. Κλεάνθους για Ρ. Χαραλάμπους, για την Εφεσίβλητη.
Ξ. Ευγενίου για Α.Σ. Αγγελίδη, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Τ. Ηλιάδης.
ΑΠΟΦΑΣΗ
ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ.: Με την παρούσα έφεση ο Χρίστος Ιωσηφίδης (ο εφεσείων) αμφισβητεί την ορθότητα της απόρριψης της υπ'. αρ. 991/2002 προσφυγής του με την οποία ζητούσε την ακύρωση της απόφασης της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας (η Ε.Δ.Υ.), που δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας στις 9/8/2002, σύμφωνα με την οποία ο Γιώργος Κασάπης (το ενδιαφερόμενο μέρος) προάχθηκε στη θέση του Πρώτου Λειτουργού Πολεοδομίας και Οικήσεως αναδρομικά από την 1/7/1989. Επειδή η επίδικη απόφαση συνδέεται με άλλες συναφείς προηγούμενες δικαστικές διαδικασίες που αφορούν τον ίδιο εφεσείοντα, κρίνουμε σκόπιμο να παραθέσουμε περιληπτικά τα πιο κάτω.
(α) Η απόφαση Δημοκρατία ν. Ιωσηφίδη (1994) 3 Α.Α.Δ. 495.
Ο Χρίστος Ιωσηφίδης (εφεσείων) είχε επιλεγεί στις 8/6/1989 ως ο καταλληλότερος και είχε διοριστεί από την Ε.Δ.Υ. στη θέση του Πρώτου Λειτουργού στο Τμήμα Πολεοδομίας και Οικήσεως. Πριν από την κοινοποίηση της απόφασης, ως αποτέλεσμα διαφόρων ερωτηματικών που διατυπώθηκαν από το Διευθυντή του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως κατά πόσον ο αιτητής ικανοποιούσε τις πρόνοιες του σχεδίου υπηρεσίας, όπως επίσης και λόγω αντιδράσεων του κλάδου των υπαλλήλων του Τμήματος και κινητοποίησης του Συνδέσμου Πολεοδόμων Κύπρου, ο Υπουργός Εσωτερικών απέσυρε την εξουσιοδότηση για την πλήρωση της θέσης με την αιτιολογία ότι το Υπουργείο ήθελε να εξετάσει το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης. Η πιο πάνω απόφαση κρίθηκε στις 5/10/1994 από την Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου ως άκυρη, αφού η απόσυρση της πρότασης για την πλήρωση της θέσης αποφασίστηκε ότι ήταν άσχετη με τις υπηρεσιακές ανάγκες και τα συμφέροντα της υπηρεσίας και παραβίαζε τους κανόνες χρηστής διοίκησης. (Βλ. Κυπριακή Δημοκρατία ν. Χρίστου Ιωσηφίδη (1994) 3 Α.Α.Δ. 495).
(β) Οι προσφυγές 348/96, 349/96, 365/96 και οι Αναθεωρητικές Εφέσεις 3190 και 3194.
Ο εφεσείων ακολούθως διορίστηκε με απόφαση της Ε.Δ.Υ. ημερομηνίας 5/1/96 στη θέση του Πρώτου Λειτουργού Πολεοδομίας από την 1/7/89. Η εγκυρότητα της πιο πάνω απόφασης αμφισβητήθηκε από άλλα ενδιαφερόμενα πρόσωπα και το Ανώτατο Δικαστήριο στην πρωτόδικη του δικαιοδοσία με απόφαση του ημερομηνίας 31/1/2001 στις συνενωθείσες προσφυγές 348/96 (Σύνδεσμος Πολεοδόμων Κύπρου και Ανδρέας Δαβερώνας ν. Κυπριακής Δημοκρατίας), 349/96 (Γεώργιος Κασάπης ν. Κυπριακής Δημοκρατίας) και 365/96 (Σύνδεσμος Πολεοδόμων Κύπρου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας), ακύρωσε την πιο πάνω απόφαση της Ε.Δ.Υ. αφού έκρινε ότι ο διορισθείς δεν κατείχε τα απαιτούμενα προσόντα από το σχέδιο υπηρεσίας. Στην απόφαση σημειώθηκε ότι η Ε.Δ.Υ. προδήλως θεώρησε ότι είχε δέσμια υποχρέωση να υιοθετήσει τη γνωμάτευση του Γενικού Εισαγγελέα για αναστολή της διαδικασίας πλήρωσης της θέσης και επιπρόσθετα ότι παρερμήνευσε το σκεπτικό της απόφασης Δημοκρατία ν. Ιωσηφίδης (1994) 3 Α.Α.Δ. 435. Τόσο η Αναθεωρητική Έφεση 3190 (που καταχωρήθηκε από τον εφεσείοντα) όσο και η 3194 (που καταχωρήθηκε από την Κυπριακή Δημοκρατία) εναντίον της πιο πάνω απόφασης στις προσφυγές 348/96, 349/96 και 365/96, απορρίφθηκαν στις 12/3/2002 από την Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου (βλ. Ιωσηφίδης κ.ά. ν. Δαβερώνα κ.ά. (2002) 3 Α.Α.Δ. 147). Στη σχετική απορριπτική απόφαση τονίστηκε αναφορικά με την απόφαση Δημοκρατία ν. Ιωσηφίδη (1994) 3 Α.Α.Δ. 495 ότι, "Η Ολομέλεια απέρριψε την έφεση με μόνο σκεπτικό ότι, όπως είχε διαπιστώσει και το πρωτόδικο Δικαστήριο, η εκ μέρους του Υπουργού απόσυρση της πρότασης για πλήρωση της θέσης «. εγένετο με μοναδικό σκοπό να εμποδισθεί ο διορισμός του αιτητή ....», Κατά κατάχρηση, δηλαδή, εξουσίας. Η κρίση αυτή, και μόνη, της Ολομέλειας συνιστούσε ακυρωτικό δεδικασμένο. Τίποτε περισσότερο. Ούτε το πρωτόδικο Δικαστήριο ούτε η Ολομέλεια ακύρωσε οποιαδήποτε πράξη ή παράλειψη της ΕΔΥ ώστε να τίθεται θέμα είτε ακυρωτικού δεδικασμένου ως εκ της ακύρωσης τέτοιας πράξης ή παράλειψης είτε υποχρέωσης προς συμμόρφωση με απόσυρση που ακύρωσε τέτοια πράξη ή παράλειψη."
Αναφορικά με την εισήγηση του εφεσείοντος ότι το Ανώτατο Δικαστήριο στην πρωτόδικη του δικαιοδοσία αγνόησε και/ή παρέλειψε να αποφασίσει αν ο εφεσείων ήταν κάτοχος των απαιτούμενων προσόντων, το Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι εφόσον η Ε.Δ.Υ., ενεργώντας υπό καθεστώς πραγματικής και νομικής πλάνης, θεώρησε ότι είχε δέσμια υποχρέωση να αποδεχθεί ότι ο εφεσείων κατείχε τα προσόντα της θέσης, το Δικαστήριο δεν μπορούσε να υποκαταστήσει την Ε.Δ.Υ. και να κρίνει αν ο εφεσείων κατείχε ή όχι τα απαραίτητα προσόντα. Όπως σημειώθηκε στην απόφαση, "Η εξέταση του θέματος ανήκε και πάλι στην ΕΔΥ κατά την επανεξέταση". Το θέμα της εξέτασης των προσόντων του εφεσείοντος αποτελούσε, σύμφωνα με την απόφαση στην Ιωσηφίδης κ.ά. ν. Δαβερώνα κ.ά. ((2002) 3 Α.Α.Δ. 147), θέμα εξέτασης από την Ε.Δ.Υ. Η Ε.Δ.Υ. συμμορφώθηκε με την πιο πάνω παρατήρηση στην οφειλόμενη εξέταση κατά πόσο ο εφεσείων ήταν κάτοχος των απαιτούμενων προσόντων. Πρέπει να σημειώσουμε ότι ο εφεσείων πριν από την επανεξέταση πρόβαλε νέα στοιχεία με σχετικές επιστολές του ημερομηνίας 22/3/2002 και 17/4/2002, γεγονός που καθιστούσε την επανεξέταση αναγκαία, αλλά και εξυπάκουε τη δική του συμμετοχή σε αυτή τη βάση, ότι το θέμα των προσόντων του ήταν, σύμφωνα με την απόφαση στην Ιωσηφίδης κ.ά. ν. Δαβερώνα κ.ά. (πιο πάνω) ανοικτό κατά την επανεξέταση.
(γ) Η επανεξέταση.
Η Ε.Δ.Υ. κατά την επανεξέταση για την πλήρωση της επίδικης θέσης στις 4/6/2002 αποφάνθηκε ότι ο εφεσείων δεν κατείχε τα απαιτούμενα προσόντα και τον απέκλεισε ως μη προσοντούχο. Προς τούτο η Ε.Δ.Υ. έλαβε υπόψη επιστολή του Γαλλικού Υπουργείου Εθνικής Παιδείας, Νεολαίας και Αθλητισμού στην οποία αναφερόταν ότι το δίπλωμα Μηχανικού του Βιομηχανικού Ινστιτούτου του Βορρά που κατείχε ο εφεσείων, δεν μπορούσε να θεωρηθεί ως δίπλωμα Πολεοδομίας γιατί στη Γαλλία δεν απονέμεται δίπλωμα Πολεοδομίας. Επιπρόσθετα, επειδή ο εφεσείων είχε αναφέρει στην αίτηση του ότι ήταν μέλος του Συνδέσμου Πολεοδόμων της Γαλλίας το 1983, η Ε.Δ.Υ. ζήτησε και πληροφορήθηκε από το Σύνδεσμο Πολεοδόμων Γαλλίας ότι ο εφεσείων δεν ήταν μέλος του Συνδέσμου το 1989, που είναι ο ουσιώδης χρόνος για τους σκοπούς της διαδικασίας πλήρωσης της θέσης. Η Ε.Δ.Υ. αφού έλαβε επίσης υπόψη ότι ο εφεσείων δεν κατείχε τα απαιτούμενα προσόντα σύμφωνα με την παράγραφο 3 του σχεδίου υπηρεσίας για "δεκαετή τουλάχιστο μεταπτυχιακή πείρα σε υπεύθυνη θέση σε θέματα Πολεοδομίας, Χωροταξίας και Οίκησης, από την οποία 5 έτη τουλάχιστο διοικητική πείρα" και μετά την αξιολόγηση των προσόντων των υπόλοιπων τριών υποψηφίων, επέλεξε για προαγωγή στην επίδικη θέση το ενδιαφερόμενο μέρος Γιώργο Κασάπη.
(δ) Η προσφυγή 991/2002 και η παρούσα έφεση.
Εναντίον της πιο πάνω απόφασης της 4/6/2002 ο εφεσείων καταχώρισε στις 21/10/2002 την υπ' αρ. 991/2002 προσφυγή με την οποία ζητούσε την ακύρωση της πιο πάνω απόφασης της Ε.Δ.Υ., υποστηρίζοντας ότι, (i) η Ε.Δ.Υ. δεν είχε εξουσία να επαναδιερευνήσει κατά πόσο ήταν κάτοχος των απαιτούμενων προσόντων και ότι (ii) η Ε.Δ.Υ. δεσμευόταν από το δεδικασμένο το οποίο προέκυπτε από τις προηγούμενες αποφάσεις που αφορούσαν τον εφεσείοντα.
Οι πιο πάνω εισηγήσεις απορρίφθηκαν από το πρωτόδικο Δικαστήριο και με την παρούσα έφεση ο εφεσείων αμφισβητεί την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης για διάφορους λόγους, οι οποίοι επικεντρώνονται στις θέσεις που υποστήριξε πρωτοδίκως, ότι δηλαδή υπήρξε παραβίαση του δεδικασμένου και ότι η Ε.Δ.Υ. κωλυόταν να προβεί σε επανεξέταση της κατοχής από τον εφεσείοντα των απαιτούμενων προσόντων του σχεδίου υπηρεσίας.
Όλοι οι λόγοι έφεσης είναι ανεδαφικοί. Ο εφεσείων ισχυρίζεται ότι κατείχε κατά τεκμήριο τα απαραίτητα προσόντα κατά τον ουσιώδη χρόνο καθ' όσον, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του, το θέμα αποτέλεσε αντικείμενο εξέτασης και έτσι συνιστά δεδικασμένο της απόφασης Δημοκρατία ν. Ιωσηφίδη (1994) 3 Α.Α.Δ. 495 και της απόφασης της Ολομέλειας Παπαδόπουλος ν. Ιωσηφίδης και Κυπριακής Δημοκρατίας (Α.Ε. 3033 της 2/10/2002). Το θέμα όμως της κατοχής ή όχι από τον εφεσείοντα των απαραίτητων προσόντων για τη διεκδίκηση της θέσης, δεν αποτέλεσε θέμα εξέτασης από το Δικαστήριο στην πιο πάνω υπόθεση που θα δικαιολογούσε την επίκληση του δεδικασμένου. Όπως τονίζεται και στην πρωτόδικη απόφαση, η πιο πάνω απόφαση της Ολομέλειας αφορούσε "αποκλειστικά στην απόσυρση της πρότασης του Υπουργείου Εσωτερικών ως αρμόδιας αρχής για την πλήρωση της θέσης του Πρώτου Λειτουργού Πολεοδομίας" και ότι το θέμα επαφιόταν στην κρίση της Ε.Δ.Υ.
Στην υπόθεση Παπαδόπουλου ν. Ιωσηφίδη και Κυπριακής Δημοκρατίας (πιο πάνω) το επίδικο θέμα ήταν κατά πόσο ο εφεσείων κατείχε τα προσόντα για τη θέση του Διευθυντή του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως. Στην πιο πάνω υπόθεση το Ανώτατο Δικαστήριο κλήθηκε να εξετάσει κατά πόσο ο αποκλεισμός του εφεσίβλητου από την Ε.Δ.Υ. ως υποψήφιου για τη θέση του Διευθυντή του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως και η επιλογή εκ μέρους της Ε.Δ.Υ. του Γιάννου Παπαδόπουλου για προαγωγή στην πιο πάνω θέση, ήταν ορθή. Το Ανώτατο Δικαστήριο στην πρωτόδικη του δικαιοδοσία (Προσφυγή 816/93) σημείωσε στην απόφαση του ότι η Ε.Δ.Υ. αφού έλαβε υπόψη ότι, "τα προσόντα που προβλέπονται στο Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης του Διευθυντή είναι παρόμοια στα ουσιώδη μέρη με τα προσόντα του Σχεδίου Υπηρεσίας της θέσης του Πρώτου Λειτουργού Πολεοδομίας" εξάρτησε την απάντηση στο ερώτημα αν ο εφεσίβλητος κατείχε τα προσόντα για τη θέση του Διευθυντή με το ερώτημα αν ο εφεσίβλητος κατείχε τα προσόντα για τη θέση του Πρώτου Λειτουργού Πολεοδομίας. Η απόφαση της Ε.Δ.Υ. ήταν ότι ο εφεσίβλητος δεν ικανοποιούσε τις απαιτήσεις του σχεδίου υπηρεσίας τόσο για τη θέση του Πρώτου Λειτουργού όσο και για τη θέση του Διευθυντή. Η πιο πάνω πρωτόδικη απόφαση ακυρώθηκε με την Α.Ε. 3033 της 2/10/2002, στην οποία το Ανώτατο Δικαστήριο, αφού σημείωσε ότι η διαδικασία για την πλήρωση της θέσης του Πρώτου Λειτουργού Πολεοδομίας δεν μπορούσε να επηρεάσει την κρίση του Δικαστηρίου σε σχέση με τη διαδικασία για τη θέση του Διευθυντή, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι "η Ε.Δ.Υ. δεν διατηρούσε εν προκειμένω τη δυνατότητα να μην θεωρήσει τον εφεσίβλητο προσοντούχο", δεδομένου ότι η ίδια είχε εξαρτήσει το αν ο εφεσίβλητος ήταν προσοντούχος για τη θέση του Διευθυντή από την κατάληξη της κατά πόσο ήταν προσοντούχος για τη θέση του Πρώτου Λειτουργού, που θεώρησε τελικά ότι ήταν (πεπλανημένα, όπως κρίθηκε στην Ιωσηφίδης κ.ά. ν. Δαβερώνα κ.ά.).
Το θέμα του δεδικασμένου αναφορικά με τα προσόντα του εφεσείοντος ηγέρθη από τον εφεσείοντα και στην υπόθεση Ιωσηφίδης ν. Δημοκρατίας (Α.Ε. 3787 της 3/7/2006). Στην πιο πάνω υπόθεση ο εφεσείων είχε προσβάλει με την Προσφυγή 970/2000 την προαγωγή του ενδιαφερόμενου μέρους στη θέση Διευθυντή του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως. Η προσφυγή απορρίφθηκε και στην έφεση που ασκήθηκε το Ανώτατο Δικαστήριο σημείωσε ότι οι αποφάσεις στις Α.Ε. 3190 και 3194 αφορούσαν τη διαδικασία πλήρωσης της θέσης του Πρώτου Λειτουργού Πολεοδομίας και όχι την πλήρωση της θέσης του Διευθυντή Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως. Ο εφεσείων υπέβαλε ότι στην πρωτόδικη απόφαση έπρεπε να γίνει αναφορά και στην Α.Ε. 3194 για να καταδειχθεί η αντιφατική στάση της διοίκησης πάνω στο θέμα, ότι κακώς δεν θεωρήθηκε πως η απόφαση στην Α.Ε. 3033 υπερίσχυε των αποφάσεων των Α.Ε. 3190 και 3194, με τις οποίες συγκρουόταν και ότι ως αποτέλεσμα της απόφασης Α.Ε. 3033 που υπερίσχυε υπήρχε παράβαση του δεδικασμένου. Υιοθετώντας τις αποφάσεις της Ε.Δ.Υ. και του πρωτόδικου Δικαστηρίου, ότι το δεδικασμένο στην Α.Ε. 3033 περιοριζόταν στη διαπίστωση ότι ο εφεσείων ήταν προσοντούχος για τη θέση του Διευθυντή, το Ανώτατο Δικαστήριο στην Α.Ε. 3787 κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο εφεσείων ήταν προσοντούχος για τη θέση του Διευθυντή, όπως και είχε θεωρηθεί από την Ε.Δ.Υ. και δεν επεκτεινόταν στα άλλα που αφορούσαν τη μη επιλογή του.
Έχοντας υπόψη τα πιο πάνω, δεν μπορούμε να αποδεχθούμε την εισήγηση του εφεσείοντος ότι η Α.Ε. 3033 υπερέχει των αποφάσεων των αναθεωρητικών εφέσεων 3190 και 3194 και ότι οι πιο πάνω αποφάσεις καθορίζουν δεσμευτικά ότι ο εφεσείων ήταν προσοντούχος για τη θέση του Πρώτου Λειτουργού Πολεοδομίας. Στην παρούσα περίπτωση το υπό εξέταση ερώτημα περιορίζεται στην υπό του εφεσείοντος κατοχή των προσόντων του Πρώτου Λειτουργού Πολεοδομίας. Από τις προηγούμενες αποφάσεις το δεδικασμένο περιορίζεται στην υπό του εφεσείοντος κατοχή των προσόντων του Διευθυντή και μάλιστα όχι στη βάση διαπίστωσης κατοχής των προσόντων, αλλά στη βάση της αρχής της καλής πίστης. Η αρχή εκείνη όμως ουδόλως υπεισέρχεται στα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης ως προς την οποία το ίδιο το δικαστικό δεδικασμένο, όπως προκύπτει από την Ιωσηφίδης κ.ά. ν. Δαβερώνα κ.ά. (πιο πάνω) είναι ακριβώς ότι η Ε.Δ.Υ. διατηρούσε τη δυνατότητα να διερευνήσει το θέμα των προσόντων.
Όπως σημειώθηκε πρωτοδίκως η εξέταση της κατοχής ή όχι των απαραίτητων προσόντων από τον εφεσείοντα επαφιόταν στην Ε.Δ.Υ. κατά το στάδιο της επανεξέτασης, σύμφωνα με το σκεπτικό της Ιωσηφίδης κ.ά. ν. Δαβερώνα κ.ά. (πιο πάνω). Σημειώνουμε μάλιστα ότι ο ίδιος ο εφεσείων παρουσίασε νέα στοιχεία τα οποία ζήτησε να ληφθούν υπόψη κατά το στάδιο της επανεξέτασης. Μέσα στα πιο πάνω πλαίσια η εισήγηση του ότι η Ε.Δ.Υ. δεν είχε δικαίωμα να προβεί σε επανεξέταση απορρίπτεται.
Έχοντας υπόψη τα πιο πάνω κρίνουμε ότι οι λόγοι έφεσης δεν ευσταθούν και ότι η πρωτόδικη απόφαση είναι ορθή.
Συνακόλουθα η έφεση κρίνεται ως αβάσιμη και απορρίπτεται με £700 έξοδα σε βάρος του εφεσείοντος.
Δ.
Δ.
Δ.
Δ.
Δ.
/ΔΓ