ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
TEKKIS & ANOTHER ν. REPUBLIC (1982) 3 CLR 680
C. Contos Estates Ltd. ν. Δημοκρατίας κ.ά. (1991) 4 ΑΑΔ 2473
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
(2006) 3 ΑΑΔ 290
19 Μαΐου, 2006
[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π., ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΚΡΑΜΒΗΣ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ/στές]
ΣΤΑΥΡΟΥΛΛΑ Ν. ΣΠΥΡΟΥ,
Εφεσείουσα-Αιτήτρια,
v.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜEΣΩ
ΥΠΟΥΡΓΕIΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ (AΡ. 2),
Εφεσίβλητης-Καθ'ης η αίτηση.
(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 3683)
Ακίνητη Ιδιοκτησία ― Κρατική γη ― Ανάκληση απόφασης παραχώρησης κρατικής γης και οικονομικής βοήθειας για ανέγερση κατοικίας σε αυτήν από το κράτος ― Κατά παράβαση της αρχής της χρηστής διοίκησης ανακλήθηκε η απόφαση, πριν εφαρμοστούν οι όροι των δύο συμβολαίων, περί τερματισμού τους με ειδοποίηση.
Μετά από προηγηθείσα απόφαση της Ολομέλειας, ότι η επίδικη στην προσφυγή απόφαση περί ανάκλησης της άδειας παραχώρησης κρατικής γης στην εφεσείουσα, καθώς και οικονομικής βοήθειας για ανέγερση κατοικίας, ενέπιπτε στη σφαίρα του δημοσίου δικαίου, η Ολομέλεια εξέτασε τη νομιμότητα της εν λόγω απόφασης, στη βάση των λόγων ακύρωσης που είχαν τεθεί στην προσφυγή.
Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση, αποφάσισε ότι:
Η εισήγηση του δικηγόρου της εφεσείουσας είναι απλή. Λέγει πως η διοίκηση δεν λειτούργησε νόμιμα και μέσα στα πλαίσια της χρηστής διοίκησης. Κατά πρώτο ουδέποτε ακύρωσε νόμιμα τις δύο συμβάσεις που υπέγραψε με την εφεσείουσα, με τη διαδικασία που ρητά προβλέπεται σε αυτές. Η ίδια αρνείται πως πριν από τη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης ειδοποιήθηκε για το ενδεχόμενο να ακυρωθεί η άδεια χρήσης του οικοπέδου και της βοήθειας των έξι χιλιάδων λιρών, όπως διατείνεται η διοίκηση στη γνωστοποίηση της επίδικης απόφασης, ημερομηνίας 28.11.2000.
Η δικηγόρος της δημοκρατίας ανέφερε στο δικαστήριο, πως πράγματι στο διοικητικό φάκελο δεν υπάρχει οποιαδήποτε προειδοποίηση για το ενδεχόμενο ακύρωσης της πιο πάνω συμφωνίας. Εισηγείται όμως πως η προσβαλλόμενη απόφαση ορθά λήφθηκε γιατί, ενόψει του χρόνου που διέρρευσε από την υπογραφή της συμφωνίας, δηλαδή από 13.11.95 μέχρι 28.11.2000, ορθά κρίθηκε πως η εφεσείουσα δεν επεδείκνυε πλέον ενδιαφέρον για ανέγερση κατοικίας πάνω στο οικόπεδο που της παραχωρήθηκε.
Στη συμφωνία που υπεγράφη στις 20.11.1992, με την οποία παραχωρήθηκε στην εφεσείουσα η χρήση του οικοπέδου, αλλά και στη συμφωνία της 13.11.1995, με την οποία η διοίκηση ανέλαβε να πληρώσει £6,000 στην εφεσείουσα, υπό τον όρο να κτίσει σπίτι πάνω στο οικόπεδο, υπάρχει ρητός όρος (αριθμός 7 και στις δύο συμφωνίες), πως η ισχύς της άδειας θα διαρκεί για ένα έτος από την ημερομηνία υπογραφής της και θα ανανεώνεται αυτόματα από έτος σε έτος, εκτός αν οποιοσδήποτε από τα συμβαλλόμενα μέρη την τερματίσει, αποστέλλοντας στον άλλο δίμηνη γραπτή προειδοποίηση.
Κατά συνέπεια, το ελάχιστο που όφειλε να κάνει η διοίκηση, για να λειτουργήσει νόμιμα ήταν να τηρήσει τους όρους του συμβολαίου που υπέγραψε με την εφεσείουσα. Εφόσον ο όρος για τον τερματισμό της συμφωνίας που παρατέθηκε πιο πάνω, δεν τηρήθηκε, θεωρείται πως η συμφωνία συνεχιζόταν. Και σ' αυτή τη σκέψη, δικαιολογημένα, οδηγείτο η εφεσείουσα.
Η έφεση επιτυγχάνει με έξοδα.
Έφεση.
Έφεση από την εφεσείουσα εναντίον της απόφασης Δικαστή του Aνωτάτου Δικαστηρίου (Υποθ. Αρ. 162/2001), ημερ. 14/7/2003.
Μ. Χριστοφίδης, για την Εφεσείουσα.
Τζ. Καρακάννα, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Εφεσίβλητη.
Cur. adv. vult.
ΔIKAΣTHPIO: Την ομόφωνη απόφαση του δικαστηρίου θα δώσει οΑρτεμίδης, Π..
ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π.: Στις 9 Μαρτίου, 2006, εκδώσαμε την απόφασή μας επί προδικαστικού ζητήματος που ηγέρθη στην προσφυγή και ακολούθως ενώπιον μας. Κρίναμε, διαφωνώντας με το συνάδελφο μας που δίκασε πρωτόδικα την προσφυγή, πως η υπόθεση εμπίπτει στη σφαίρα του δημοσίου δικαίου και επομένως ορθά καταχωρίστηκε η αίτηση ακυρώσεως. Για εύκολη αναφορά επισυνάπτεται η πιο πάνω απόφασή μας. Με αυτή η εφεσείουσα-αιτήτρια επιδιώκει την ακύρωση της επίδικης διοικητικής απόφασης ημερομηνίας 10 Νοεμβρίου, 2000 και σύμφωνα με την οποία ακυρώθηκε η δοθείσα έγκριση για αυτοστέγαση της εφεσείουσας στο κυβερνητικό οικόπεδο στο Παραλίμνι που της είχε παραχωρηθεί. Η συζήτηση που ακολουθεί αφορά την ουσία της υπόθεσης.
Από την απόφασή μας της 9ης Μαρτίου 2006 θα μεταφέρουμε εδώ τις πρώτες δύο παραγράφους, που αναφέρονται στο υπόβαθρο των γεγονότων, θα προσθέσουμε δε ό,τι είναι απαραίτητο για την τελική μας κρίση.
«Η εφεσείουσα-αιτήτρια είναι πρόσφυγας, η οποία διέμενε με τον πατέρα της σε κατοικία στο κυβερνητικό συνοικισμό αυτοστέγασης Παραλιμνίου, με σύμβαση που υπεγράφη μεταξύ του πατέρα της και της τοπικής επαρχιακής διοίκησης.
Όταν πέθανε ο πατέρας της η αιτήτρια υπέβαλε αίτηση για να μεταβιβαστεί η κατοικία στο όνομα της. Εγκρίθηκε το αίτημα και υπεγράφη στις 20.11.92 σχετική συμφωνία με την επαρχιακή διοίκηση. Τρία χρόνια αργότερα η αιτήτρια ζήτησε οικονομική βοήθεια για να επανοικοδομήσει την κατοικία. Και αυτό το αίτημα έγινε αποδεκτό. Στις 13.11.95 υπεγράφη συμφωνία μεταξύ της και του Επάρχου Αμμοχώστου σύμφωνα με την οποία θα της παρεχόταν σταδιακά, και ανάλογα με την πρόοδο των εργασιών, συνολικό ποσό £6,000. Είναι η θέση της διοίκησης πως η αιτήτρια δεν συμμορφώθηκε με τους όρους παροχής του δανείου, και έτσι στις 10.11.2000 η διοίκηση αποφάσισε να ακυρώσει τη δοθείσα έγκριση για αυτοστέγαση της αιτήτριας στο συγκεκριμένο κυβερνητικό οικόπεδο, και προς τούτο ειδοποιήθηκε σχετικά.»
Η αιτιολογία που δόθηκε από τη διοίκηση για τη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης, όπως αναφέρεται στη σχετική γνωστοποίηση προς την εφεσείουσα, ημερομηνίας 28 Νοεμβρίου, 2000, είναι ότι αυτή δεν έδειξε το απαιτούμενο ενδιαφέρον για την ανέγερση της οικίας της, παρόλες τις σχετικές ειδοποιήσεις που είχε από την Επαρχιακή Διοίκηση Αμμοχώστου.
Η παραχώρηση προς την ίδια την εφεσείουσα της άδειας χρήσεως του συγκεκριμένου οικοπέδου στις 13 Νοεμβρίου 1995, επιμαρτυρείται με έγγραφη συμφωνία που υπεγράφη από την εφεσείουσα και τον Έπαρχο Αμμοχώστου, εκ μέρους της Κυπριακής Δημοκρατίας. Η Δημοκρατία ανέλαβε να καταβάλει στην εφεσείουσα ποσό £6,000 (έξι χιλιάδων λιρών), έναντι της δαπάνης για την ανέγερση από την εφεσείουσα, κατοικίας πάνω στο οικόπεδο. Το ποσό αυτό θα καταβαλλόταν σταδιακά ανάλογα με την πρόοδο των εργασιών για την ανέγερση της κατοικίας. Ιδιαίτερος όρος στη σύμβαση πρόβλεπε πως η εφεσείουσα αναλάμβανε να ανεγερθεί η κατοικία σύμφωνα με σχέδια και όρους που θα αποδεχόταν το Τμήμα Πολεοδομίας και Οικήσεως, το συντομότερο δυνατό, και οπωσδήποτε μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα από την παραχώρηση της άδειας.
Είναι γεγονός πως η εφεσείουσα δεν υπέβαλε, μέχρι τη λήψη της επίδικης απόφασης, αρχιτεκτονικά σχέδια για την ανέγερση της κατοικίας. Η ίδια ισχυρίζεται πως κατά την ουσιώδη περίοδο 1996-2000, η ίδια και η οικογένεια της αντιμετώπισαν σοβαρότατα οικονομικά προβλήματα, και η ίδια σοβαρά προβλήματα υγείας.
Η εισήγηση του δικηγόρου της εφεσείουσας είναι απλή. Λέγει πως η διοίκηση δεν λειτούργησε νόμιμα και μέσα στα πλαίσια της χρηστής διοίκησης. Κατά πρώτο ουδέποτε ακύρωσε νόμιμα τις δύο συμβάσεις που υπέγραψε με την εφεσείουσα, με τη διαδικασία που ρητά προβλέπεται σε αυτές. Η ίδια αρνείται πως πριν από τη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης ειδοποιήθηκε για το ενδεχόμενο να ακυρωθεί η άδεια χρήσης του οικοπέδου και της βοήθειας των έξι χιλιάδων λιρών, όπως διατείνεται η διοίκηση στη γνωστοποίηση της επίδικης απόφασης, ημερομηνίας 28.11.2000.
Η δικηγόρος της δημοκρατίας ανέφερε στο δικαστήριο πως πράγματι στο διοικητικό φάκελο δεν υπάρχει οποιαδήποτε προειδοποίηση για το ενδεχόμενο ακύρωσης της πιο πάνω συμφωνίας. Εισηγείται όμως πως η προσβαλλόμενη απόφαση ορθά λήφθηκε γιατί, ενόψει του χρόνου που διέρρευσε από την υπογραφή της συμφωνίας, δηλαδή από 13.11.95 μέχρι 28.11.2000, ορθά κρίθηκε πως η εφεσείουσα δεν επεδείκνυε πλέον ενδιαφέρον για ανέγερση κατοικίας πάνω στο οικόπεδο που της παραχωρήθηκε.
Έχουμε την άποψη πως η θέση που πρόβαλε ο δικηγόρος της εφεσείουσας είναι ορθή. Στη συμφωνία που υπεγράφη στις 20.11.1992, με την οποία παραχωρήθηκε στην εφεσείουσα η χρήση του οικοπέδου, αλλά και στη συμφωνία της 13.11.1995, με την οποία η διοίκηση ανέλαβε να πληρώσει £6,000 στην εφεσείουσα υπό τον όρο να κτίσει σπίτι πάνω στο οικόπεδο, υπάρχει ρητός όρος (αριθμός 7 και στις δύο συμφωνίες), πως η ισχύς της άδειας θα διαρκεί για ένα έτος από την ημερομηνία υπογραφής της και θα ανανεώνεται αυτόματα από έτος σε έτος, εκτός αν οποιοσδήποτε από τα συμβαλλόμενα μέρη την τερματίσει αποστέλλοντας στον άλλο δίμηνη γραπτή προειδοποίηση.
Κατά συνέπεια, το ελάχιστο που όφειλε να κάνει η διοίκηση, για να λειτουργήσει νόμιμα ήταν να τηρήσει τους όρους του συμβολαίου που υπέγραψε με την εφεσείουσα. Εφόσον ο όρος για τον τερματισμό της συμφωνίας που παραθέτουμε πιο πάνω δεν τηρήθηκε, θεωρείται πως η συμφωνία συνεχιζόταν. Και σ' αυτή τη σκέψη, δικαιολογημένα, οδηγείτο η εφεσείουσα.
Ενόψει των ανωτέρω η έφεση επιτυγχάνει και η προσβαλλόμενη διοικητική απόφαση ακυρώνεται με έξοδα εις βάρος της Δημοκρατίας.
Η έφεση επιτυγχάνει με έξοδα.
9 Μαρτίου, 2006
[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π., ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΚΡΑΜΒΗΣ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ/στές]
ΣΤΑΥΡΟΥΛΛΑ Ν. ΣΠΥΡΟΥ,
Εφεσείουσα-Αιτήτρια,
v.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜEΣΩ
ΥΠΟΥΡΓΕIΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ (AP. 1),
Εφεσίβλητης-Καθ'ης η αίτηση.
(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 3683)
ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π.: H εφεσείουσα-αιτήτρια είναι πρόσφυγας, η οποία διέμενε με τον πατέρα της σε κατοικία στο κυβερνητικό συνοικισμό αυτοστέγασης Παραλιμνίου, με σύμβαση που υπεγράφη μεταξύ του πατέρα της και της τοπικής επαρχιακής διοίκησης.
Όταν πέθανε ο πατέρας της η αιτήτρια υπέβαλε αίτηση για να μεταβιβαστεί η κατοικία στο όνομα της. Εγκρίθηκε το αίτημα και υπεγράφη στις 20.11.92 σχετική συμφωνία με την επαρχιακή διοίκηση. Τρία χρόνια αργότερα η αιτήτρια ζήτησε οικονομική βοήθεια για να επανοικοδομήσει την κατοικία. Και αυτό το αίτημα έγινε αποδεκτό. Στις 13.11.95 υπεγράφη συμφωνία μεταξύ της και του Επάρχου Αμμοχώστου σύμφωνα με την οποία θα της παρεχόταν σταδιακά, και ανάλογα με την πρόοδο των εργασιών, συνολικό ποσό £6.000. Είναι η θέση της διοίκησης πως η αιτήτρια δεν συμμορφώθηκε με τους όρους παροχής του δανείου, και έτσι στις 10.11.2000 η διοίκηση αποφάσισε να ακυρώσει τη δοθείσα έγκριση για αυτοστέγαση της αιτήτριας στο συγκεκριμένο κυβερνητικό οικόπεδο, και προς τούτο ειδοποιήθηκε σχετικά.
Η αιτήτρια καταχώρισε στις 9.2.2001 προσφυγή εναντίον της πιο πάνω διοικητικής απόφασης, η οποία όμως απορρίφθηκε πρωτοδίκως στις 14.7.2003. Κρίθηκε από το συνάδελφο αυτεπάγγελτα, και χωρίς να δοθεί η ευκαιρία στους διαδίκους να εκφράσουν τις απόψεις τους, πως η επίδικη διαφορά δεν εμπίπτει στη σφαίρα του δημοσίου δικαίου αλλά του ιδιωτικού. Ο συνάδελφος παραθέτει στην απόφαση του υποθέσεις όπου η νομολογία μας καθιερώνει τη γνωστή αρχή πως οι πράξεις διαχείρισης κρατικής περιουσίας εμπίπτουν στη σφαίρα του ιδιωτικού και όχι του δημόσιου δικαίου. (Οι υποθέσεις που αναφέρονται είναι: Tekkis v. Republic (1982) 3 C.L.R. 680 και C. Kontos Estates Ltd v. Δημοκρατίας και Άλλων (1991) 4 A.A.Δ. 2473). Οι υποθέσεις όμως αυτές αναφέρονται στη συνήθη διαχείριση κρατικής ακίνητης ιδιοκτησίας, μεταξύ της κυβέρνησης και ιδιώτη, όπου δεν υπεισέρχεται δημόσιος σκοπός.
Ο δικηγόρος της εφεσείουσας υποστήριξε ενώπιον μας πως η πρωτόδικη απόφαση είναι εσφαλμένη. Κατά την άποψή του το επίδικο ζήτημα εμπίπτει στη σφαίρα του δημοσίου δικαίου γιατί το υπόβαθρο της υπόθεσης ανάγεται σε πράξεις που επιδιώκουν δημόσιο σκοπό. Στη συγκεκριμένη περίπτωση την προσπάθεια της πολιτείας για στέγαση των προσφύγων, που κατέστησαν άστεγοι εξ αιτίας της τούρκικης εισβολής.
Η νομολογία μας καλύπτει πλήρως το ζήτημα. Το Ανώτατο Δικαστήριο, πρωτοδίκως, εξέτασε ακριβώς παρόμοιο ζήτημα στην υπόθεση Ανδρέας Πλάτων κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1995) 4 Α.Α.Δ. 2042. Στην υπόθεση εκείνη οι αιτητές ήσαν πρόσφυγες και κατοικούσαν στη Λάρνακα. Ζήτησαν από τον έπαρχο να τους παραχωρηθεί τουρκοκυπριακή γη για να επαναδραστηριοποιηθούν επαγγελματικά. Ο κηδεμόνας απέρριψε το αίτημα. Ο δικηγόρος της Δημοκρατίας εισηγήθηκε πως η λειτουργία του κηδεμόνα, σύμφωνα με το σχετικό νόμο Ν.139/91, δεν εμπίπτει στη σφαίρα του δημοσίου αλλά του ιδιωτικού δικαίου. Στην απόφαση ειπώθηκαν τα εξής:
«Δεν συμφωνώ με την εισήγηση η οποία προσεγγίζει το ζήτημα εντελώς εσφαλμένα. Οι εξουσίες που έχει ο αρμόδιος Υπουργός, που διορίστηκε ως Κηδεμόνας των Τ/Κ περιουσιών σύμφωνα με το Ν.139/91, ανάγονται στη σφαίρα του δημοσίου δικαίου και μάλιστα άπτονται μιας πολύ σοβαρής και μεγάλης πτυχής ζητήματος που ενδιαφέρει ολόκληρη την πολιτεία. Η διαχείριση των Τουρκοκυπριακών περιουσιών από τον Κηδεμόνα δεν αφορά μόνο ένα έκαστο των ιδιοκτητών αλλά γενικά όλους τους Τ/Κ πολίτες της Δημοκρατίας, καθώς και τους υπόλοιπους. Αυτοί που αποκτούν προσωρινά τις τρουρκοκυπριακές περιουσίες το πράττουν προς όφελος των ιδιοκτητών των ιδίων αλλά και της πολιτείας στο σύνολο της. Η κατάσταση αυτή, που δημιουργήθηκε μετά την τούρκικη εισβολή, αντιμετωπίζεται με νομοθετικούς κανόνες που επηρεάζουν όλους τους πολίτες».
Η απόφαση αυτή υιοθετήθηκε και από τους δικαστές Νικήτα και Κωνσταντινίδη στις αντίστοιχες Υποθέσεις Αρ. 544/97, Κώστας Μιχαήλ v. Δημοκρατίας, ημερ. 19.6.1998 και 535/97, Margaret O'Neill ν. Δημοκρατίας, ημερ. 8.11.1998. Δεν διαφοροποιείται η αρχή επειδή εδώ η ακίνητη ιδιοκτησία ανήκει στο κράτος. Το ουσιαστικό θέμα, που ανάγει την υπόθεση στη σφαίρα του δημόσιου δικαίου, είναι η αναληφθείσα υποχρέωση της πολιτείας για τη στέγαση των δεκάδων χιλιάδων πολιτών που παρέμειναν άστεγοι λόγω της τούρκικης εισβολής. Το έργο αυτό έχει μέγιστο και σπουδαίο δημόσιο σκοπό. Η ανάκληση, επομένως, της αρχικά δοθείσας έγκρισης για αυτοστέγαση της εφεσείουσας, είναι πράξη που εμπίπτει στη σφαίρα του δημοσίου δικαίου.
Η πρωτόδικη απόφαση ακυρώνεται. Η έφεση θα προχωρήσει για να εξεταστούν οι λόγοι ακυρώσεως που αναφέρονται στην αίτηση. Η Δημοκρατία θα καταβάλει τα έξοδα.