ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2006) 3 ΑΑΔ 120
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Αναθεωρητική ΄Εφεση Αρ. 3605)
24 Μαρτίου, 2006
[ΑΡΤΕΜΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΚΡΟΝΙΔΗΣ, ΗΛΙΑΔΗΣ, ΦΩΤΙΟΥ, Δ/στές]
1. MARKETRENDS FINANCIAL SERVICES LTD.,
2. ΛΑΜΠΡΟΣ ΧΡΙΣΤΟΦΗ,
Εφεσείοντες/Αιτητές,
ν.
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΚΕΦΑΛΑΙΑΓΟΡΑΣ ΚΥΠΡΟΥ,
ΕφεσίβλητηςΙΚαθ' ης η αίτηση.
Γ. Χριστοδούλου για Λ. Παπαφιλίππου, για τους Εφεσείοντες.
Ν. Παρτασίδου για Γ. Τριανταφυλλίδη, για την Εφεσίβλητη.
ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Τ. Ηλιάδης.
ΑΠΟΦΑΣΗ
ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ.: Με την παρούσα έφεση η εταιρεία Marketrends Financial Services Ltd (εφεσείουσα) και ο Λάμπρος Χριστοφή (Διευθυντής της εφεσείουσας) προσβάλλουν την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης με την οποία κρίθηκε ότι ο διορισμός από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς Κύπρου (η εφεσίβλητη) τεσσάρων ερευνώντων Λειτουργών, οι οποίοι θα εξέταζαν πιθανή διάπραξη παραβάσεων σε σχέση με τις κεφαλαιουχικές δραστηριότητες της εφεσείουσας, δεν συνιστούσε εκτελεστή πράξη που θα μπορούσε να προσβληθεί μέσα στα πλαίσια του άρθρου 146 του Συντάγματος.
(α) Τα γεγονότα και η πρωτόδικη απόφαση.
Στις 11/7/2002 η εφεσίβλητη ειδοποίησε εγγράφως την εφεσείουσα ότι είχε αποφασίσει, σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 50(1) του περί της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς Νόμου (αρ. 64(Ι)/2001), να αναθέσει σε εγκεκριμένους λογιστές την άσκηση ελέγχου στις δραστηριότητες της εφεσείουσας και του συγκροτήματος εταιρειών Marketrends. Και τούτο γιατί από τις εξελεγμένες οικονομικές καταστάσεις που είχε παρουσιάσει η εφεσείουσα προέκυπταν διάφορα προβλήματα αναφορικά με την οικονομική κατάσταση και τις δραστηριότητες της εφεσείουσας και του πιο πάνω συγκροτήματος εταιρειών.
Η εφεσείουσα αμφισβήτησε την εγκυρότητα της πιο πάνω απόφασης για διάφορους λόγους. Η εφεσίβλητη ήγειρε προδικαστική ένσταση ισχυριζόμενη ότι η "προσβαλλόμενη απόφαση δεν αποτελεί εκτελεστή διοικητική απόφαση", η οποία θα μπορούσε να αποτελέσει αντικείμενο εξέτασης σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 146 του Συντάγματος.
Η πιο πάνω εισήγηση υιοθετήθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο στην πρωτόδικη του δικαιοδοσία, που είχε ως αποτέλεσμα την απόρριψη της προσφυγής.
Από την πιο πάνω απορριπτική απόφαση κρίνουμε σκόπιμο να παραθέσουμε την αιτιολογία πάνω στην οποία στηρίχθηκε η επίδικη απόφαση:
"Ο διορισμός των ερευνώντων λειτουργών αποτελεί την αρχή της διαδικασίας έρευνας που αποφάσισε η καθ' ης η αίτηση επιτροπή, η οποία, και ανάλογα με το περιεχόμενο του πορίσματος, ενδεχομένως να οδηγήσει στην πειθαρχική δίωξη των αιτητών, μετά το πέρας της οποίας θα ολοκληρωθεί η εκτελεστή διοικητική απόφαση. Σε μια τέτοια περίπτωση οι αιτητές ασφαλώς θα μπορούν να προσβάλουν τη σχετική απόφαση, προβάλλοντας όλα τα επιχειρήματα που θα διαθέτουν για την επιτυχία του σκοπού τους. Η ύπαρξη εννόμου συμφέροντος έπεται της διακρίβωσης κατά πόσο με την προσφυγή προσβάλλεται εκτελεστή διοικητική απόφαση."
(β) Η έφεση.
Με την παρούσα έφεση οι εφεσείοντες ισχυρίζονται ότι η πρωτόδικη απόφαση είναι λανθασμένη και τούτο γιατί η προσβαλλόμενη απόφαση είναι αυτοτελής και ανεξάρτητη από οποιαδήποτε ποινική ή πειθαρχική διαδικασία που μπορούσε να επακολουθήσει. Είναι η θέση των εφεσειόντων ότι εφόσον δεν επακολούθησε μετά το διορισμό οποιαδήποτε πειθαρχική διαδικασία, ο διορισμός των εγκεκριμένων λογιστών παρέμεινε μετέωρος και έτσι οι εφεσείοντες ενομιμοποιούντο να προσβάλουν το διορισμό τους.
Η εγκυρότητα μιας διοικητικής πράξης ή απόφασης μπορεί να εξεταστεί μέσα στα πλαίσια που καθορίζει το άρθρο 146 του Συντάγματος, μόνο αν η πράξη ή η απόφαση είναι εκτελεστή. Το κύριο στοιχείο της εκτελεστής πράξης είναι η δημιουργία έννομου αποτελέσματος που εξυπακούει την τροποποίηση ή κατάλυση δικαιωμάτων και υποχρεώσεων διοικητικής φύσης του διοικουμένου. (Βλ. Δημοκρατία ν. Ματθαίου (1990) 3 Α.Α.Δ. 2452, 2464-2465).
Μια χαρακτηριστική περίπτωση προπαρασκευαστικής πράξης που κρίθηκε ότι δεν μπορούσε να αποτελέσει αντικείμενο αναθεώρησης ήταν ο διορισμός ερευνώντος λειτουργού για τη διεξαγωγή πειθαρχικής έρευνας για να εξεταστεί αν υπήρχε μαρτυρία για ισχυριζόμενη διάπραξη πειθαρχικού αδικήματος. (Payiatas v. Republic (1984) 3 C.L.R. 165).
Στην παρούσα περίπτωση ο διορισμός των εγκεκριμένων λογιστών αποτελούσε το πρώτο βήμα μιας σειράς ενεργειών που πιθανό να οδηγούσαν την εφεσίβλητη να καλέσει τους εφεσείοντες να λογοδοτήσουν για παραβιάσεις συγκεκριμένων νομοθετικών διατάξεων και μέσα σε αυτά τα πλαίσια ο διορισμός δεν μπορεί παρά να θεωρηθεί ως μια πράξη προπαρασκευαστική αλλά μη εκτελεστή.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα σε βάρος των εφεσειόντων.
Δ.
Δ.
Δ.
Δ.
Δ.
/ΔΓ