ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2005) 3 ΑΑΔ 186
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 3412)
16 Μαΐου, 2005
[ΑΡΤΕΜΗΣ, ΚΡΟΝΙΔΗΣ, ΗΛΙΑΔΗΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, ΦΩΤΙΟΥ, Δ/στές]
ΜΑΡΙΑ ΘΕΟΔΩΡΟΥ,
Εφεσείουσα-Αιτήτρια,
ΚΑΙ
ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Εφεσίβλητη-Καθ΄ης η Αίτηση.
- - - - - -
Α.Σ. Αγγελίδης, για την Εφεσείουσα.
Ρ. Παπαέτη, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α, για την Εφεσίβλητη.
Κ. Κακουλλή, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος.
- - - - - -
ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Γαβριηλίδης, Δ.
- - - - - -
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ.: Με απόφασή της, ημερομηνίας 9.6.1993, η εφεσίβλητη προήγαγε τον Ανδρέα Γ. Σταθόπουλο (ενδιαφερόμενο μέρος) στη μόνιμη θέση Λέκτορα (Γενικών Σπουδών), Ανώτερο Τεχνολογικό Ινστιτούτο (ΑΤΙ), από 1.7.1993. Υποψηφιότητα για προαγωγή είχε υποβάλει και η εφεσείουσα. Αποκλείσθηκε, όμως, από την εφεσίβλητη καθότι είχε θεωρηθεί ως μη προσοντούχα υποψήφια, ενόψει του αντίκτυπου της αντίληψης της εφεσίβλητης ως προς την ημερομηνία έναρξης της διαδικασίας πλήρωσης της θέσης. Η εφεσείουσα για το λόγο αυτό, όπως και για άλλους, προσέβαλε την προαγωγή του ενδιαφερόμενου μέρους με την Προσφυγή 798/1993. Το Δικαστήριο, με απόφασή του ημερομηνίας 23.11.1995, έκρινε αδικαιολόγητο τον αποκλεισμό της εφεσείουσας ως μη προσοντούχας υποψήφιας και, ως εκ τούτου, ακύρωσε την προαγωγή του ενδιαφερόμενου μέρους. (Βλ. Θεοδώρου ν. Δημοκρατίας (1995) 4 ΑΑΔ 2560).
Συμμορφούμενη με την απόφαση του Δικαστηρίου η εφεσίβλητη θεώρησε, κατά την επανεξέταση, και την εφεσείουσα ως προσοντούχα υποψήφια για προαγωγή στη θέση. Όμως, με νέα απόφασή της, ημερομηνίας 6.12.1996, προήγαγε και πάλι το ενδιαφερόμενο μέρος. Η εφεσείουσα προσέφυγε και πάλι στο Δικαστήριο με νέα προσφυγή, την 105/1997. Η έκβαση ήταν και πάλι επιτυχής. Το Δικαστήριο ακύρωσε την απόφαση της εφεσίβλητης με το ακόλουθο σκεπτικό:
"Μια από τις κύριες θέσεις της αιτήτριας είναι ότι δεν θα έπρεπε να είχε γίνει "κατανομή της θέσης σε υποψήφιο που ανήκει στη Φυσική" γιατί, καθώς πρότεινε, αυτό "αντιβαίνει στον περί Προϋπολογισμού Νόμο και στο Νόμο 1/90". Στα δε διατυπωθέντα νομικά σημεία αναφέρεται ότι "Η απόφαση λήφθηκε κατά διαδικασία που προηγήθηκε που πάσχει νομικά" για διάφορους λόγους, γενικά εκτεθέντες. Τίθενται με την προσφυγή και άλλες θέσεις που συζητήθηκαν. Δεν χρειάζεται όμως να επεκταθώ πέραν αυτής της μιας που ανέφερα. Σε σχέση με την οποία διακρίνω, διαμέσου των επιχειρημάτων, όσο και αν δεν άγγιξαν ακριβώς το στόχο, ότι πράγματι υπήρξε καίριο σφάλμα στο αρχικό στάδιο της διαδικασίας.
Σε σημείωση στο σχέδιο υπηρεσίας αναφέρεται ότι: "Η ειδικότητα θα καθορίζεται κατά την πλήρωση της θέσης". Καθίσταται σαφές από το μέρος του σχεδίου που παρέθεσα πιο πριν ποια είναι η έννοια της "ειδικότητας" και προκύπτει η αντιδιαστολή της με τον "Κλάδο", ως την ονομασία της κάθε μιας από τις βασικές διαιρέσεις, παρόλον που η λέξη "Κλάδος" δεν χρησιμοποιείται στο ίδιο το σχέδιο. Χρησιμοποιείται όμως στον Προϋπολογισμό Ανάπτυξης: βλ. ενδεικτικά εκείνο του 1991, στη σελ. 2598.
Όταν η Ε.Δ.Υ. ζήτησε από την αρμόδια αρχή να καθορίσει την ειδικότητα, η απάντηση που δόθηκε με επιστολή ημερ. 15 Μαρτίου 1993 ήταν να πληρωθεί η θέση "στην ειδικότητα των "Γενικών Σπουδών".
.................................. .................................................. ...................................
Η Ε.Δ.Υ. το δέχθηκε αυτό και προχώρησε. Ενώ όφειλε, έχοντας την ευθύνη ερμηνείας του σχεδίου υπηρεσίας, να υποδείξει ότι οι "Γενικές Σπουδές" αποτελούσαν κλάδο και όχι ειδικότητα. Που σήμαινε ότι ειδικότητα δεν καθορίστηκε όπως προέβλεπε το σχέδιο υπηρεσίας. Δεν υπήρχε λοιπόν θεμέλιο για τα όσα ακολούθησαν. Με τη διαπίστωση ότι έπασχε η διαδικασία που απέληξε στην προσβαλλόμενη απόφαση, επιβάλλεται η ακύρωση.
Θα ήταν ίσως χρήσιμο να σημειώσω εδώ πως το ζήτημα αυτό δεν κρίθηκε με τη δικαστική απόφαση στην προηγούμενη προσφυγή. Έγινε μεν εκεί αναφορά στον καθορισμό ειδικότητας αλλά μόνο με σκοπό αναζήτησης του χρονικού σημείου κατά το οποίο θα έπρεπε να κριθεί η κατοχή των προσόντων που απαιτούσε το σχέδιο υπηρεσίας και όχι από οποιαδήποτε άλλη άποψη. Επομένως δεν δημιουργήθηκε επ΄ αυτού δεδικασμένο."
(Βλ. Μαρία Θεοδώρου ν. ΕΔΥ, Προσφυγή 105/1997, 11.3.1999)
Συμμορφούμενη και πάλι με την απόφαση του Δικαστηρίου, η εφεσίβλητη, κατά την επανεξέταση, ζήτησε από το Υπουργείο Εργασίας, ως την αρμόδια Αρχή, να καθορίσει την "ειδικότητα" του Κλάδου Γενικών Σπουδών στην οποία ανήκε η κενή θέση. Με την απάντηση ως "ειδικότητα" καθορίσθηκε εκείνη της Φυσικής. Στη συνέχεια, η εφεσίβλητη προχώρησε και εξέτασε ποιος από τον κατάλογο των προαξίμων υποψηφίων, στον οποίο περιλαμβανόταν και η εφεσείουσα, ήταν ο καταλληλότερος για προαγωγή στη θέση. Διαπίστωσε ότι ο μόνος υποψήφιος που πληρούσε το προσόν της ειδικότητας της Φυσικής ήταν το ενδιαφερόμενο μέρος, το οποίο σύστησε και ο Διευθυντής. Κατόπιν τούτου, η εφεσίβλητη, με απόφασή της ημερομηνίας 3.3.2000, προχώρησε και πάλι στην προαγωγή του ενδιαφερόμενου μέρους. Η εφεσείουσα προσέφυγε και πάλι στο Δικαστήριο, με την Προσφυγή 623/2000. Τη φορά αυτή απέτυχε. Με απόφασή του ημερομηνίας 6.3.2002, το Δικαστήριο απέρριψε την προσφυγή με το ακόλουθο σκεπτικό:
"Στη γραπτή αγόρευση του δικηγόρου της αιτήτριας γίνονται διάφορες εισηγήσεις για να πληγεί, για τρίτη φορά, η προσβαλλόμενη απόφαση. Δεν επικεντρώνεται όμως η γραπτή αγόρευση στο καίριο σημείο, το οποίο έχω εντοπίσει πιο πάνω. Η ΕΔΥ δεσμευόταν να εφαρμόσει την απόφαση του Δικαστηρίου στην προσφυγή 105/97. Το σημείο που εγειρόταν ήταν ένα και μοναδικό. Όφειλε η αρμόδια υπηρεσία να καθορίσει την ειδικότητα της κενής θέσης που θα πληρούτο. Συμμορφούμενη με την απόφαση του Δικαστηρίου καθορίστηκε ως ειδικότητα αυτή της Φυσικής. Και ο μόνος προσοντούχος υποψήφιος σ΄ αυτή την ειδικότητα κρίθηκε πως ήταν το ενδιαφερόμενο μέρος. Δεν υπήρχε άλλο πεδίο δράσης της ΕΔΥ."
Η τελευταία αυτή απόφαση του Δικαστηρίου είναι το αντικείμενο της ενώπιόν μας έφεσης.
Προβάλλεται ως λόγος έφεσης ότι εσφαλμένα έκρινε η πρωτόδικη απόφαση ότι η γραπτή αγόρευση του δικηγόρου της αιτήτριας δεν επικεντρώθηκε στο καίριο σημείο του δεδικασμένου στην Προσφυγή 105/1997, ότι δηλαδή η αρμόδια Αρχή όφειλε να καθορίσει την ειδικότητα του Κλάδου Γενικών Σπουδών, στην οποία ανήκε η υπό πλήρωση κενή θέση, "αφού αντίθετα με την κρίση αυτή αμφισβητήθηκε ο τρόπος που εκ νέου καθορίστηκε η ειδικότητα της θέσης από την αρμόδια Αρχή...". Η αμφισβήτηση συνίστατο στο ότι, ναι μεν η αρμόδια Αρχή όφειλε να καθορίσει ειδικότητα, "αλλά τούτο δεν έπρεπε να γίνει ούτε άνισα «φωτογραφικά» ούτε αυθαίρετα, γιατί υπήρχε ο Προϋπολογισμός", ήτοι ο Προϋπολογισμός Ανάπτυξης (1991).
Ο λόγος αυτός δεν ευσταθεί. Όπως σημείωσε το Δικαστήριο στην Προσφυγή 105/1997, η πρόβλεψη στον Προϋπολογισμό Ανάπτυξης (1991) αφορούσε θέση Ανώτερου Λέκτορα στον Κλάδο Γενικών Σπουδών. Δεν αφορούσε θέση στην ειδικότητα των Ηλεκτρονικών Υπολογιστών. Από εκεί και πέρα, η εφεσίβλητη όφειλε να συμμορφωθεί με το ακυρωτικό δεδικασμένο στην Προσφυγή 105/1997 και να ζητήσει από την αρμόδια Αρχή τον καθορισμό ειδικότητας, όπως απαιτούσε η σημείωση στο σχέδιο υπηρεσίας, και όχι Κλάδου, όπως έγινε κατά τη διαδικασία που απέληξε στην απόφαση της εφεσίβλητης η οποία ακυρώθηκε με την απόφαση στην Προσφυγή 105/1997. Αυτό ακριβώς ζήτησε η εφεσίβλητη, η δε αρμόδια Αρχή, το Υπουργείο Εργασίας, καθόρισε ως ειδικότητα, για την υπό πλήρωση θέση, τη Φυσική, που είναι μια από τις ειδικότητες του Κλάδου Γενικών Σπουδών. Το ότι στην ειδικότητα της Φυσικής υπηρετούσε μόνο το ενδιαφερόμενο μέρος, δε σημαίνει ότι ο καθορισμός της έγινε, όπως το έθεσε ο δικηγόρος της εφεσείουσας, «φωτογραφικά». Με τη λογική αυτή, οποτεδήποτε διαπιστωνόταν ότι, σε μια ειδικότητα, υπηρετούσε μόνον ένας Λέκτορας, η ειδικότητα αυτή θάπρεπε να αποκλείεται. Το σημείο αυτό είχε όντως επισημανθεί από την αρμόδια Αρχή η οποία και είχε εισηγηθεί όπως η θέση πληρωθεί σε οποιαδήποτε από τις οικείες ειδικότητες του Κλάδου Γενικών Σπουδών. Όμως, η εφεσίβλητη θεώρησε, ορθά, ότι κατ΄ αυτό τον τρόπο δε θα υπήρχε συμμόρφωση με το ακυρωτικό δεδικασμένο στην Προσφυγή 105/1997 και, ως εκ τούτου, κάλεσε την αρμόδια Αρχή να καθορίσει σαφώς τη συγκεκριμένη ειδικότητα στην οποία επιθυμούσε να πληρωθεί η θέση. Αυτό και έπραξε η αρμόδια Αρχή.
Προβάλλεται, επίσης, ως λόγος έφεσης ότι "Εσφαλμένα η πρωτόδικη απόφαση, υπό την πεπλανημένη, κρίση ότι η ΕΔΥ όφειλε ή επιβάλλετο να καλύψει την κενή θέση με ειδικότητα στην Φυσική, σταμάτησε σ΄ αυτό το σημείο και δεν ερεύνησε περαιτέρω τα προβληθέντα πλείστα όσα πάσχοντα σημεία της προσβληθείσας διαδικασίας και τελικής απόφασης ήτοι την πάσχουσα σύσταση του Διευθυντή, την έλλειψη δέουσας έρευνας της ΕΔΥ περί το λεγόμενο ως «πρόσθετο» προσόν (διδακτορικό) του ενδιαφ. προσώπου κ.α." Και τούτο διότι "αφ΄ ενός η σύσταση του Διευθυντή έπασχε ως αναιτιολόγητη με δεδομένο ότι η θέση ήταν προαγωγής και αφ΄ ετέρου το ενδιαφ. πρόσωπο δεν είναι προσοντούχος έστω και υπό την εσφαλμένη κρίση της ΕΔΥ για πλήρωση της θέσης με ειδικότητα στην Φυσική, γιατί τα ακαδημαϊκά του προσόντα δεν έχουν καμία σχέση με την Φυσική, όπως αναλύθηκε στις αγορεύσεις της αιτήτριας - εφεσείουσας."
Εφόσον ήδη αποφασίσαμε ότι ορθά η πρωτόδικη απόφαση έκρινε ότι η εφεσίβλητη όφειλε να πληρώσει την κενή θέση με υποψήφιο που υπηρετούσε στην ειδικότητα της Φυσικής, δε δικαιολογείται η εκ μέρους μας εξέταση αυτού του λόγου έφεσης, εφόσον αυτός τελεί υπό την προϋπόθεση ότι, αντίθετα με ότι ήδη αποφασίσαμε, η πρωτόδικη απόφαση ότι η εφεσίβλητη όφειλε να πληρώσει την κενή θέση με υποψήφιο που υπηρετούσε στην ειδικότητα της Φυσικής είναι εσφαλμένη. Η απόφασή μας, άλλωστε, ότι η κενή θέση έπρεπε να πληρωθεί από την εφεσίβλητη με υποψήφιο που υπηρετούσε στην ειδικότητα της Φυσικής, εξυπακούει ότι η εφεσείουσα δεν είχε έννομο συμφέρον, ως μη προσοντούχα υποψήφια, στην προσφυγή, η πρωτόδικη απόφαση στην οποία είναι το αντικείμενο της έφεσης.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα εις βάρος της εφεσείουσας.
Δ.
Δ.
Δ.
Δ.
Δ.
/ΧΤΘ