ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
(2004) 3 ΑΑΔ 72
28 Ιανουαρίου, 2004
[ΑΡΤΕΜΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, ΑΡΕΣΤΗΣ, Δ/στές]
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΜΕΣΑΡΙΤΗΣ,
Εφεσείων-Αιτητής,
v.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΔΙΑ ΤΟΥ
ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΠΡΟΣΟΔΩΝ (ΑΡ. 1),
Εφεσιβλήτου-Καθ' ου η αίτηση.
(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 3267)
Φορολογία ― Φορολογία Κεφαλαιουχικών Κερδών ― Παράλειψη προσβολής της απόφασης επιβολής της φορολογίας ― Προσφυγή κατά παράλειψης ανάκλησης της απόφασης ― Αλλαγή στην αντίληψη ως προς την ερμηνεία του νόμου δεν καθιστά παράνομη την απόφαση η οποία δεν προσβλήθηκε εμπρόθεσμα με προσφυγή.
Ο εφεσείων επεδίωξε τόσο πρωτόδικα, όσο και κατ' έφεση, την ακύρωση της παράλειψης του εφεσίβλητου, να ανακαλέσει την απόφαση επιβολής φορολογίας κεφαλαιουχικών κερδών.
Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, απορρίπτοντας την έφεση, αποφάσισε ότι:
Ο πρωτόδικος Δικαστής θεώρησε την προσφυγή απαράδεκτη, αφού ο εφεσείων-αιτητής δεν προσέβαλε τις φορολογίες όταν αρχικά επεβλήθησαν αλλά ούτε και την απόφαση του Εφόρου, που απέρριψε το αίτημά του. Ο Δικαστής επίσης έκρινε, με αναφορά στην Κληρίδης ν. Δημοκρατίας (2000) 3 Α.Α.Δ. 575, πως η εισήγηση του αιτητή ότι είχε υποχρέωση ο Έφορος να ανακαλέσει τις αποφάσεις του γιατί κατά την άποψή του αποδείχθηκαν εκ των υστέρων εσφαλμένες, εν όψει της νομολογίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου, είναι ανεδαφική.
Στην υπόθεση Κωνσταντίνος Μεσαρίτης ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Υπ. Αρ. 762/00, ημερ. 23.4.01, που αφορούσε παρόμοιο θέμα και σχετιζόταν με την υπό κρίση υπόθεση, λέχθηκαν τα πιο κάτω στη σελ. 2 της απόφασης, τα οποία και υιοθετούνται:
«Ύστερα βέβαια, και η ίδια η προσφυγή είναι εν πάση περιπτώσει εκπρόθεσμη, αφού τα έννομα αποτελέσματα συντελέσθησαν προ ετών με τις φορολογίες του 1993. Η εισήγηση του Αιτητή ότι πρόκειται περί παράνομων φορολογιών που ο Διευθυντής έχει έτσι υποχρέωση να ανακαλέσει και ότι η παράλειψη του Διευθυντή να πράξει τούτο είναι αντικείμενο της προσφυγής εκλαμβάνει το ζητούμενο ως δεδομένο και παρακάμπτει τη λογική των πραγμάτων.»
Στην παρούσα υπόθεση παρατηρείται και πάλι πως ο εφεσείων παρέλειψε να προσφύγει εναντίον της επιβολής των φορολογιών και ακολούθως απέτυχε και να προσβάλει με προσφυγή την απορριπτική απόφαση.
Καταλήγοντας, υιοθετείται η πρωτόδικη απόφαση ως ορθή.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Κληρίδης v. Δημοκρατίας (2000) 3 Α.Α.Δ. 575,
Μεσαρίτης v. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 769/00, ημερ. 25.9.2001,
Μεσαρίτης v. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 762/00, ημερ. 23.4.2001.
Έφεση.
Έφεση από τον αιτητή εναντίον της απόφασης Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Υπόθεση Αρ. 583/2000) ημερομηνίας 20/6/2001, με την οποία απέρριψε ως απαράδεκτη την προσφυγή την οποία άσκησε κατά της απόρριψης από τον Καθ' ου η αίτηση της ένστασης του ημερ. 21/1/2000, κατά του ποσού της φορολογίας κεφαλαιουχικών κερδών η οποία του επιβλήθηκε για διάθεση ακίνητης περιουσίας του κατά τα έτη 1995 και 1996.
Ο Εφεσείων εμφανίζεται προσωπικά.
Λ. Χριστοδουλίδου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τον Εφεσίβλητο.
Cur. adv. vult.
ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Π. Αρτέμη, Δ.
ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.: Κατά τα χρόνια 1995 και 1996 ο εφεσείων-αιτητής πώλησε οικόπεδα και ακολούθως υπέβαλε δηλώσεις διάθεσης ακίνητης ιδιοκτησίας για τον υπολογισμό του φόρου κεφαλαιουχικών κερδών. Αφαίρεσε από το προϊόν της διάθεσης την αγοραία αξία της γης κατά την 1.1.80, την προμήθεια που πληρώθηκε σε κτηματομεσίτη και την αναπροσαρμογή της αξίας του ακινήτου λόγω πληθωρισμού.
Ο Διευθυντής του Τμήματος Εσωτερικών Προσόδων κατέληξε σε φορολογίες με δική του εκτίμηση, με βάση τον περί Κεφαλαιουχικών Κερδών Νόμο του 1980 (Ν.52/80, όπως τροποποιήθηκε).
Στις 21.1.00 ο εφεσείων-αιτητής υπέβαλε ένσταση κατά των πιο πάνω φορολογιών, διαφωνώντας με τον τρόπο υπολογισμού του φορολογητέου κέρδους, υποστηρίζοντας ότι ο Διευθυντής ακολούθησε λανθασμένη μέθοδο.
Με επιστολή του ημερομηνίας 25.1.00, ο Διευθυντής του Τμήματος Εσωτερικών Προσόδων πληροφόρησε τον εφεσείοντα-αιτητή ότι η ένσταση του δεν μπορούσε να γίνει αποδεκτή, αφού υποβλήθηκε εκπρόθεσμα.
Ο εφεσείων-αιτητής υποστήριξε πως η επιστολή του ημερομηνίας 21.1.00 δεν συνιστούσε ένσταση, αλλά αίτημα για ανάκληση των πράξεων επιβολής της φορολογίας, ισχυριζόμενος πως συνιστούσαν παράνομη διοικητική απόφαση που όφειλε να ανακληθεί. Παρόλο ότι η προσφυγή του καταχωρήθηκε εκπρόθεσμα, αφού είχαν παρέλθει πέραν των 75 ημερών από την απορριπτική απόφαση στην ένσταση του, αυτός πρόβαλε τον ισχυρισμό πως, αφού η πράξη ήταν παράνομη και όφειλε να ανακληθεί, η άρνηση του Διευθυντή να την ανακαλέσει συνιστούσε συνεχιζόμενη παράλειψη και έτσι δεν μετρούσε η περίοδος των 75 ημερών όσο συνεχιζόταν η παράλειψη.
Ο πρωτόδικος Δικαστής θεώρησε την προσφυγή απαράδεκτη, αφού ο εφεσείων-αιτητής δεν προσέβαλε τις φορολογίες όταν αρχικά επεβλήθησαν αλλά ούτε και την απόφαση του Εφόρου, που απέρριψε το αίτημά του. Ο Δικαστής επίσης έκρινε, με αναφορά στην Κληρίδης ν. Δημοκρατίας (2000) 3 Α.Α.Δ. 575, πως η εισήγηση του αιτητή ότι είχε υποχρέωση ο Έφορος να ανακαλέσει τις αποφάσεις του γιατί κατά την άποψή του αποδείχθηκαν εκ των υστέρων εσφαλμένες, εν όψει της νομολογίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου, είναι ανεδαφική.
Όπως λέχθηκε επί του προκειμένου και στη Μιχαήλ Μεσαρίτης ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Υπ. Αρ. 769/00, ημερ. 25.9.01, «η όποια αλλαγή στην αντίληψη αναφορικά με την ερμηνεία του νόμου δεν καθιστά εκ των υστέρων παράνομη τη διοικητική απόφαση η νομιμότητα της οποίας δεν αμφισβητήθηκε εγκαίρως»
Στην υπόθεση Κωνσταντίνος Μεσαρίτης ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Υπ. Αρ. 762/00, ημερ. 23.4.01, που αφορούσε παρόμοιο θέμα και σχετιζόταν με την υπό κρίση υπόθεση, λέχθηκαν τα πιο κάτω στη σελ. 2 της απόφασης, τα οποία και υιοθετούμε:
«Ύστερα βέβαια, και η ίδια η προσφυγή είναι εν πάση περιπτώσει εκπρόθεσμη, αφού τα έννομα αποτελέσματα συντελέσθησαν προ ετών με τις φορολογίες του 1993. Η εισήγηση του Αιτητή ότι πρόκειται περί παράνομων φορολογιών που ο Διευθυντής έχει έτσι υποχρέωση να ανακαλέσει και ότι η παράλειψη του Διευθυντή να πράξει τούτο είναι αντικείμενο της προσφυγής εκλαμβάνει το ζητούμενο ως δεδομένο και παρακάμπτει τη λογική των πραγμάτων.»
Στην παρούσα υπόθεση παρατηρούμε και πάλι πως ο εφεσείων παρέλειψε να προσφύγει εναντίον της επιβολής των φορολογιών και ακολούθως απέτυχε και να προσβάλει με προσφυγή την απορριπτική απόφαση.
Καταλήγοντας, υιοθετούμε την πρωτόδικη απόφαση ως ορθή και απορρίπτουμε την έφεση με έξοδα εναντίον του εφεσείοντα.
H έφεση απορρίπτεται με έξοδα.