ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2004) 3 ΑΑΔ 714
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Αναθεωρητική ΄Εφεση Αρ. 3313)
3 Δεκεμβρίου, 2004
[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ,
ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στές]
ΙΩΑΝΝΗΣ ΦΑΚΑΣ,
Εφεσείων,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Εφεσιβλήτων
________________________
Α. Ευτυχίου, για τον Εφεσείοντα.
Μ. Σπηλιωτοπούλου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Εφεσίβλητους.
________________________
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει η Δικαστής Ε. Παπαδοπούλου.
________________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Στις 19/7/1999, η Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας - (Ε.Ε.Υ.) - απέρριψε ένσταση του εφεσείοντα εναντίον απόφασης της αρμόδιας Συμβουλευτικής Επιτροπής - (Σ.Ε.) - με την οποία ο εφεσείων αποκλείσθηκε από τον κατάλογο των υποψηφίων για προαγωγή στις θέσεις Βοηθών Διευθυντών Σχολείων Μέσης Εκπαίδευσης, η πλήρωση των οποίων ολοκληρώθηκε με την έκδοση απόφασης στις 21/7/1999.
Προσφυγή του εφεσείοντα εναντίον της απόφασης της Ε.Ε.Υ., με τον ισχυρισμό ότι εδικαιούτο σε περισσότερες μονάδες για την αρχαιότητά του, απορρίφθηκε, αφού, όπως έκρινε αδελφός μας Δικαστής πρωτόδικα, η απόρριψη της ένστασης από την Ε.Ε.Υ. ήταν αποτέλεσμα ορθής ερμηνείας και εφαρμογής του ΄Αρθρου 14(η) του περί Συντάξεων Νόμου του 1997, (Ν. 97(Ι)/97), το οποίο προβλέπει:-
«..., σε περίπτωση επαναπρόσληψης στην κρατική υπηρεσία οποιουδήποτε προσώπου το οποίο απολύθηκε δυνάμει των διατάξεων του περί Αναστολής της Διαδικασίας της Προνοουμένης από τους περί Ωρισμένων Πειθαρχικών Παραπτωμάτων (Διεξαγωγή Ερεύνης και Εκδίκασης) Νόμων του 1977 έως 1978 Νόμου, η χρονική περίοδος κατά την οποία το πρόσωπο αυτό διατελούσε εκτός υπηρεσίας δε θα λογίζεται για σκοπούς σύνταξης ή της διάρκειας προϋπηρεσίας ή αρχαιότητας ή για σκοπούς καταβολής οποιουδήποτε άλλου ωφελήματος ή αποζημίωσης.»
Ο εφεσείων, καθηγητής Μαθηματικών, απολύθηκε από την υπηρεσία για λόγους δημοσίου συμφέροντος, με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, ημερομηνίας 31/1/1980. Μεταγενέστερα, την 22/4/1993, το Υπουργικό Συμβούλιο ανακάλεσε την εν λόγω απόφαση από την ίδια ημερομηνία, δηλαδή όχι αναδρομικά, και έτσι ο εφεσείων επαναπροσλήφθηκε στη θέση καθηγητή Μαθηματικών.
Ο εφεσείων υποστηρίζει, χωρίς όμως και να υποστηρίζει την επ' αυτού νομική βάση, πως θα έπρεπε να θεωρηθεί υπηρεσία του και η περίοδος κατά την οποία νομίμως δεν είχε υπαλληλικό δεσμό με τη Δημοκρατία. Δε θα διακρίναμε πεδίο για επιτυχία αυτής της θέσης, αλλά προέχει η εξέταση του δικαιοδοτικού θέματος που προέκυψε.
Πρωτόδικα, είχε εγερθεί από τους εφεσίβλητους προδικαστική ένσταση αναφορικά με την έλλειψη εκτελεστότητας της απόφασης της Ε.Ε.Υ., η οποία απορρίφθηκε, με το αιτιολογικό ότι η προσβαλλόμενη απόφαση «... παρήγαγε έννομα αποτελέσματα για τον αιτητή υπό την έννοια ότι, ο αποκλεισμός του από τον κατάλογο του στέρησε τη δυνατότητα της διεκδίκησης προαγωγής στη θέση Βοηθού Διευθυντή. ΄Ηταν απόφαση καθοριστική για τις διεκδικήσεις του, εφόσον επηρέασε δυσμενώς το έννομο συμφέρον του.».
Κατά την ενώπιόν μας συζήτηση της υπόθεσης και δεδομένης της πλήρωσης των θέσεων, για τους σκοπούς των οποίων και ο κατάλογος, ζητήσαμε τις θέσεις των συνηγόρων επί ζητήματος που δεν είχε απασχολήσει πρωτόδικα - δηλαδή κατά πόσο η απόφαση της Ε.Ε.Υ., η οποία κρίθηκε εκτελεστή και παράγουσα έννομα αποτελέσματα για τον εφεσείοντα κατά το χρόνο που αυτή λήφθηκε, έχει, στη συνέχεια, απολέσει την εκτελεστότητά της, ενόψει της τελικής απόφασης των προαγωγών από την Ε.Ε.Υ.
Ο συνήγορος του εφεσείοντα εισηγήθηκε ότι η απόρριψη πρωτόδικα της προδικαστικής ένστασης των εφεσιβλήτων έχει σφραγίσει ερμηνευτικά το πεδίο και εμποδίζει την οποιαδήποτε συγχώνευση της απόφασης της Ε.Ε.Υ. με άλλη παρεπόμενη πράξη. Η έκδοση της τελικής απόφασης, με κανένα τρόπο, υποστήριξε, δεν επηρεάζει την εκτελεστότητα της απόφασης της Ε.Ε.Υ. ημερομηνίας 19/7/1999. Παραλλήλισε τον κατάλογο στην παρούσα και τα αποτελέσματά του με τον κατάλογο που απασχόλησε το Δικαστήριο στην υπόθεση Ζαβρός κ.α. ν. Δημοκρατίας (1994) 3 Α.Α.Δ. 349, ο οποίος κρίθηκε, παρά την έκδοση και εκεί της τελικής απόφασης του οργάνου, ότι διατηρεί την εκτελεστότητά του.
Αντίθετη ήταν η θέση της συνηγόρου των εφεσιβλήτων. Κατ' επίκληση των αποφάσεων στις υποθέσεις Ηλία κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 884 και Σάουρος ν. Δημοκρατίας, Προσφυγή Αρ. 1078/00, 20/12/01, εισηγήθηκε ότι η προσβληθείσα απόφαση της Ε.Ε.Υ., από τη στιγμή που η διαδικασία των προαγωγών, στην οποία αφορά, ολοκληρώθηκε με την έκδοση της τελικής απόφασης, απώλεσε την εκτελεστότητά της.
Κύριο ζήτημα, το οποίο θα μας απασχολήσει, είναι η επίδραση της τελικής απόφασης των προαγωγών, η οποία δεν έχει προσβληθεί, στην απόφαση της Ε.Ε.Υ. ημερομηνίας 19/7/1999.
Ανάλογο ζήτημα απασχόλησε την Ολομέλεια στην υπόθεση Ηλία κ.ά. ν. Δημοκρατίας, (πιο πάνω), όπου αναφέρονται:- (σελ. 896-898)
«Είναι θεμελιωμένο ότι η τελική απόφαση, σε σύνθετη διοικητική πράξη, απορροφά το αντικείμενο όλων των προπαρασκευαστικών πράξεων, οι οποίες συγχωνεύονται με αυτή. Μετά την έκδοση της απόφασης προς την οποία συναρτάται, η προπαρασκευαστική πράξη χάνει την αυτοτέλειά της. ενσωματώνεται στην τελική απόφαση, η οποία καθίσταται και η μόνη η οποία μπορεί να αποτελέσει το αντικείμενο αναθεώρησης - (βλ., μεταξύ άλλων, Eleni Ioannidou and The Republic of Cyprus, through the Public Service Commission (1966) 3 C.L.R. 480. Δημοκρατία της Κύπρου ν. Αλεξάνδρου (1997) 3 Α.Α.Δ. 540. Κυπριακή Δημοκρατία ν. Κυριάκου (1998) 3 Α.Α.Δ. 565. Βλ., επίσης, Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας, 1929-1959, σελ. 244.).
Στην Tamassos Suppliers v. Δημοκρατίας (1992) 3 Α.Α.Δ. 60, επεξηγείται:- (σελ. 68)
'Η τελική πράξη, γνωστή ως σύνθετη στο διοικητικό δίκαιο, απορροφά μετά την έκδοσή της τα συνθετικά της στοιχεία τα οποία χάνουν την αυτοτέλειά τους.'
(Βλ., επίσης, Τσάτσου - «Η Αίτησις Ακυρώσεως Ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας», 3η έκδοση, στην παράγραφο 65.)
Στην Προσφυγή Αρ. 534/97, 44 από τους 49 αιτητές προσβάλλουν, επιπρόσθετα προς την απόρριψη της ένστασής τους, και την τελική απόφαση, με την Προσφυγή Αρ. 932/98. Σε ό,τι αφορά τους 44 αιτητές, η πρώτη προσφυγή τους απώλεσε, για τους λόγους που έχουμε νωρίτερα εκθέσει, την αυτοτέλειά της. Συγχωνεύθηκε στο αντικείμενο της δεύτερης προσφυγής. Ως προς τους πέντε άλλους αιτητές, η θέση τους συνταυτίζεται με εκείνη της αιτήτριας στην Προσφυγή Αρ. 992/97, η οποία προσέφυγε αποκλειστικά κατά της απόρριψης της ένστασής της στον προκαταρκτικό πίνακα.
Η πρώτη διαπίστωσή μας είναι ότι η απόρριψη της ένστασης δε συνιστά, αφ' εαυτής, εκτελεστή διοικητική πράξη. Η πράξη δεν είναι παράγωγος εννόμων αποτελεσμάτων. Και εκτελεστή να ήταν η πράξη, απέβαλε το χαρακτήρα αυτό μετά την έκδοση της τελικής απόφασης, οπόταν και πάλιν δε θα μπορούσε να αποτελέσει το αντικείμενο αναθεώρησης. Απηχώντας την καθιερωμένη στο πεδίο αυτό αρχή του διοικητικού δικαίου, στην Tamassos Suppliers v. Δημοκρατίας, (ανωτέρω), υποδείχθηκε:- (σελ. 68)
'Προπαρασκευαστικές πράξεις, η γένεση των οποίων αποτελεί προϋπόθεση για την έκδοση τελικής απόφασης ρυθμιστικής του θέματος στο οποίο αφορούν, δεν μπορεί να αποτελέσουν αντικείμενο αναθεώρησης έστω και αν έχουν εκτελεστό χαρακτήρα το χρόνο της έκδοσής τους, μετά την έκδοση της τελικής πράξης της οποίας αποτελούν συνθετικό στοιχείο.'
Το ακόλουθο απόσπασμα από την Tamassos Suppliers v. Δημοκρατίας (ανωτέρω), αποκαλύπτει πότε, κατά τα άλλα, εκτελεστές προπαρασκευαστικές πράξεις μπορεί να αποτελέσουν το αντικείμενο αναθεώρησης μετά την έκδοση της τελικής πράξης:- (σελ. 68-69)
'Μόνο όπου η σύνθετη πράξη εκφεύγει του αναθεωρητικού ελέγχου μπορεί εκτελεστή προπαρασκευαστική πράξη να αναθεωρηθεί με αίτηση επηρεαζομένου, οπόταν, αν επιτύχει, θεμελιώνονται οι προϋποθέσεις για την επιδίωξη της επανεξέτασης, από τη Διοίκηση, της τελικής πράξης. Οι πράξεις αυτές, που υπόκεινται σε διαχωρισμό, είναι γνωστές στο διοικητικό δίκαιο ως 'αποσπαστές', όρος που έλκει την προέλευσή του από τη γαλλική θεώρηση ανάλογων πράξεων 'actes detachables'.'
Τέτοιο θέμα δεν εγείρεται σ' αυτές τις υποθέσεις και δε θα μας απασχολήσει.
Ενόψει των ανωτέρω, και οι τέσσερις προσφυγές, στις οποίες έχουμε αναφερθεί, (534/97, 991/97, 992/97, 1004/97), υπόκεινται σε απόρριψη και απορρίπτονται με έξοδα.»
Στην υπόθεση Σάουρος ν. Δημοκρατίας, (πιο πάνω), (απόφαση Κωνσταντινίδη, Δ.), επαναλήφθηκαν οι ίδιες αρχές και η προσέγγιση δεν ήταν άλλη.
Στην υπόθεση Ζαβρός κ.α. ν. Δημοκρατίας, (πιο πάνω), στην οποία παρέπεμψε ο συνήγορος του εφεσείοντα, το ζήτημα ήταν διαφορετικό. Εκεί προσβάλλονταν αποφάσεις του Συμβουλίου Κρίσεων και του Συμβουλίου Επανακρίσεων, με τις οποίες δεν καταρτίστηκε απλός κατάλογος αρχαιότητας. Επρόκειτο για Επετηρίδα, η οποία, καθώς αναφέρεται στην απόφαση, είναι «... κατάλογος της προτεραιότητας των αξιωματικών για προαγωγή, που καταρτίζεται και σύμφωνα και με το στοιχείο της αξίας. Η Επετηρίδα επηρεάζει άμεσα τα συμφέροντα των αξιωματικών και παράγει έννομα αποτελέσματα, γιατί η σειρά κατάταξής τους προκαθορίζει και τη μελλοντική τους ανέλιξη.» - (σελ. 365).
Δε συμβαίνει κάτι ανάλογο εδώ, όπου ο κατάλογος καταρτίστηκε για σκοπούς πλήρωσης των συγκεκριμένων προαγωγών, με τη συμπλήρωση των οποίων και εξαντλήθηκε.
Στην προκείμενη περίπτωση, δεδομένης της διαδικασίας που ακολουθήθηκε - προκήρυξη των θέσεων, υποβολή αιτήσεων, καταρτισμός καταλόγου από τη Σ.Ε., εξέταση ενστάσεων και καταρτισμός τελικού καταλόγου από την Ε.Ε.Υ., έκδοση τελικής απόφασης προαγωγών - διαπιστώνουμε ότι πρόκειται για σύνθετη διοικητική ενέργεια, οι δικονομικές συνέπειες της οποίας, σύμφωνα με το Γενικό Διοικητικό Δίκαιο, Π.Δ. Δαγτόγλου, Τέταρτη Αναθεωρημένη ΄Εκδοση, σελ. 264, παράγραφο 578, αφορούν τους όρους του παραδεκτού της αίτησης ακυρώσεως:-
«...: μόνο η τ ε λ ι κ ή διοικητική πράξη μπορεί να προσβληθεί, αν και παραδεκτώς συμπροσβάλλεται και συνελέγχεται η νομιμότητα των προπαρασκευαστικών πράξεων.»
Η τελική απόφαση δεν έχει προσβληθεί από τον εφεσείοντα, έτσι, δεν παρέχεται έδαφος ενασχόλησής μας με άλλα ζητήματα που προωθήθηκαν.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα υπέρ των εφεσιβλήτων.
Γ. Κωνσταντινίδης, Δ.
Φρ . Νικολαΐδης, Δ.
Γ. Νικολάου, Δ.
Δ. Χατζηχαμπής, Δ.
Ε. Παπαδοπούλου, Δ.
/ΜΠ