ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2004) 3 ΑΑΔ 314
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Aναθεωρητική ΄Εφεση Αρ. 3197)
19 Απριλίου, 2004
[ΑΡΤΕΜΗΣ, ΝΙΚΟΛΑЇΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, ΑΡΕΣΤΗΣ, Δ/στές]
PEPPIS COMPANY LTD,
Εφεσείoντες,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
1.ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
2. ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΟΓΙΣΤΗΡΙΟΥ
3. ΚΕΝΤΡΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΠΡΟΣΦΟΡΩΝ,
Εφεσιβλήτων.
____________
Αλ. Κουντουρή(κα), για Π. Ιωαννίδη,
για τους Εφεσείοντες.Ελ. Νικολαΐδου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους Εφεσιβλήτους.
___________
ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ
.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα απαγγείλειο Δικαστής Φρ. Νικολαΐδης.
__________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΝΙΚΟΛΑЇΔΗΣ, Δ
.: Οι εφεσείοντες υπέβαλαν προσφορά για την εκτέλεση τεχνικών έργων και βελτίωση του κεντρικού δρόμου μέσα στο χωριό Πελένδρι. H προσφορά τους ήταν η πιο χαμηλή, αλλά το Τμήμα Δημοσίων ΄Εργων στην αξιολόγησή του επισήμανε ότι αριθμός έργων που τους είχαν ανατεθεί προηγουμένως παρουσίαζαν σοβαρές ελλείψεις, κακοτεχνίες και καθυστερήσεις στην παράδοση, οι οποίες οφείλονταν σε έλλειψη οργάνωσης, προγραμματισμού, ελλιπή στελέχωση και εξοπλισμό.Το Κεντρικό Συμβούλιο Προσφορών ζήτησε συμπληρωματικά στοιχεία. Τα στοιχεία που υποβλήθηκαν υπό μορφή αναλυτικού σημειώματος στις 24.9.1998 αναφέρονταν σε αριθμό έργων τα οποία εκτέλεσαν οι εφεσείοντες και στα οποία παρατηρήθηκαν σοβαρές καθυστερήσεις και ατέλειες στις εργασίες που δεν κατέστη δυνατόν να διορθωθούν. ΄Ετσι, το Κεντρικό Συμβούλιο Προσφορών, εν όψει των πιο πάνω, αποφάσισε στις 30.9.1998, να τους αποκλείσει από τις προσφορές και να κατακυρώσει την προσφορά σε άλλο προσφοροδότη.
Το πρωτόδικο δικαστήριο, απέρριψε τις διάφορες εισηγήσεις των ευπαίδευτων συνήγορων των εφεσειόντων, αφού κατέληξε πως η προσβαλλόμενη απόφαση ήταν αιτιολογημένη και είχε ληφθεί μέσα στα ορθά πλαίσια άσκησης της διακριτικής ευχέρειας, ύστερα από πλήρη και λεπτομερή έρευνα.
Με τον πρώτο λόγο έφεσης οι εφεσείοντες υποστηρίζουν ότι το Δικαστήριο λανθασμένα δεν έλαβε υπ΄όψιν ότι αριθμός επιστολών τους προς το Τμήμα Δημοσίων ΄Εργων στις οποίες εκφραζόταν η θέση τους πάνω στα προβλήματα που είχαν δημιουργηθεί κατά την εκτέλεση των έργων που είχαν αναλάβει στο παρελθόν και δικαιολογούσαν ουσιαστικά τις ελλείψεις, παραλείψεις, κακοτεχνίες και αργοπορίες, δεν είχαν τεθεί από το Τμήμα Δημοσίων ΄Εργων ενώπιον του Συμβουλίου Προσφορών, όταν του ζητήθηκε να υποβάλει συμπληρωματικά στοιχεία προς αιτιολόγηση πιθανού αποκλεισμού τους από τη διαδικασία κατακύρωσης της προσφοράς. Τέθηκαν μόνο οι επιστολές του Τμήματος, με τις οποίες καταλόγιζαν στους εφεσείοντες τα όσα μεμπτά, χωρίς καν να πληροφορήσουν το Κεντρικό Συμβούλιο των Προσφορών ότι οι επιστολές τους αυτές είχαν τύχει απάντησης. Συνεπώς, καταλήγουν οι εφεσείοντες, δεν είχε διεξαχθεί η δέουσα έρευνα, αφού παραλείφθηκαν στοιχεία τα οποία ήταν ουσιώδη για τη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης.
Ο λόγος αυτός θα πρέπει να απορριφθεί. Το Κεντρικό Συμβούλιο Προσφορών ζήτησε από το Τμήμα Δημοσίων ΄Εργων να υποβάλει συμπληρωματικά στοιχεία προς αιτιολόγηση πιθανής απόρριψης της προσφοράς των εφεσειόντων. Το Τμήμα συμμορφώθηκε.
Στα στοιχεία που υποβλήθηκαν περιλαμβανόταν και αριθμός επιστολών από ιδιώτες αρχιτέκτονες των έργων, στις οποίες διατυπώνονταν έντονα παράπονα για το επίπεδο και ποιότητα της εργασίας των εφεσειόντων.
Το κριτήριο για την εγκυρότητα της πράξης του Συμβουλίου είναι η επάρκεια της έρευνας και η κατά τη διεξαγωγή της τήρηση των κανόνων της χρηστής διοίκησης. Η διερεύνηση των ισχυρισμών για συνέπεια των εφεσειόντων στην εκπλήρωση προηγούμενων υποχρεώσεών τους, δεν μπορούσε να λάβει τη μορφή δικαστικής διαδικασίας (Βασίλης Χαράκης και Υιοί Λτδ ν. Δημοκρατίας (1994) 3 Α.Α.Δ. 299 και Βασιλείου ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 605, ημερ. 24.4.1990). Δεν αναμενόταν από το Συμβούλιο να αποφασίσει ποια από τις δύο πλευρές είχε δίκαιο. Εξ άλλου, οι διαφορές των εφεσειόντων με το Τμήμα Δημοσίων ΄Εργων έχουν καταλήξει στα πολιτικά δικαστήρια.
Τα ενώπιον του Συμβουλίου στοιχεία και κυρίως οι επιστολές από τους ιδιώτες αρχιτέκτονες προηγούμενων έργων, που είναι ανεξάρτητοι παράγοντες συνιστούσαν ικανοποιητική βάση για τη ληφθείσα απόφαση.
Η κατάληξή μας αυτή απαντά και στο επιχείρημα των εφεσειόντων ότι η προσβαλλόμενη απόφαση πάσχει λόγω παράλειψης του αποφασίζοντος οργάνου να τους ακούσει πριν τη λήψη της απόφασης.
Περαιτέρω, με όλο το σεβασμό, δεν συμφωνούμε με τις διαπιστώσεις και συμπεράσματα που γίνονται στην πρωτόδικη απόφαση στην υπόθεση Peppis Co Ltd v. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 503/99, ημερ. 15.3.2001, την οποία επικαλέστηκε η ευπαίδευτη συνήγορος των εφεσειόντων.
΄Οσον δε αφορά την επίσης πρωτόδικη απόφαση Fysko Contracting Ltd v. Δήμου Λάρνακος, Υποθ. Αρ. 562/91, ημερ. 13.7.1993 αρκεί να λεχθεί ότι σ΄ εκείνη την περίπτωση οι πληροφορίες για ασυνέπεια των αιτητών δεν τεκμηριώθηκαν, ενώ υπό το φως των γεγονότων που έθεσαν οι αιτητές ενώπιον του δικαστηρίου, οι πληροφορίες αυτές ελέγχονται ως αμφίβολης ορθότητας.
Ακόμα, εντελώς διαφορετική είναι και η υπόθεση Αρχή Ηλεκτρισμού Κύπρου ν. Ανδρέας Ηρακλέους Ηλεκτρικαί Εγκαταστάσεις Λτδ, Α.Ε. 2379, ημερ. 2.9.1999, όπου η εφεσίβλητη εταιρεία είχε συστηθεί από την Τεχνική Επιτροπή ως ικανοποιούσα όλες τις τεχνικές και άλλες απαιτήσεις των όρων του διαγωνισμού, ενώ η προσφορά της ήταν η φθηνότερη. Ο Βοηθός Διευθυντής της Αρχής Ηλεκτρισμού είχε επίσης συμφωνήσει, αφού εξέτασε την προσφορά από εμπορική σκοπιά, ενώ η αρμόδια Επιτροπή Προσφορών εισηγήθηκε την κατακύρωση του διαγωνισμού στην εφεσίβλητη. Το Διοικητικό Συμβούλιο αγνόησε πλήρως τις συστάσεις των τεχνικών οργάνων και της αρμόδιας επιτροπής και κατά πλειοψηφία, κατακύρωσε την προσφορά σε άλλο προσφοροδότη που είχε αναλάβει και τις μηχανολογικές εργασίες του έργου και ο οποίος έδιδε, κατά τη γνώμη του Συμβουλίου, τη βεβαιότητα ότι το έργο θα εκτελεστεί με ακρίβεια, λόγω της καλύτερης οικονομικής του κατάστασης. Οι παράμετροι αυτές θεωρήθηκαν τόσο πρωτόδικα, όσο και κατ΄ έφεση, ως παράγοντες εξωτερικοί, που έπλητταν ανεπανόρθωτα το κύρος της διοικητικής πράξης.
Οι εφεσείοντες υποστηρίζουν ακόμα ότι η απόφαση αποκλεισμού τους δεν καλύπτεται από την εξουσία που παρέχει το άρθρο 7 του περί Προσφορών του Δημοσίου Νόμου του 1997, Ν.102(Ι)/97. Επισημαίνουν ότι η παραβίαση ή η μη πιστή εκτέλεση άλλων συμβάσεων που είχαν κατακυρωθεί στον προσφοροδότη, προστέθηκαν ως λόγοι αποκλεισμού με τους περί Προσφορών του Δημοσίου (Γενικούς) Κανονισμούς του 1999, Κ.Δ.Π. 104/99, που τέθηκαν σε ισχύ στις 8.7.1999, σε χρόνο δηλαδή μεταγενέστερο της προσβαλλόμενης απόφασης.
Η απάντηση είναι απλή. Οι εφεσείοντες δεν αποκλείστηκαν με βάση τη διαδικασία του άρθρου 7. Απλώς κρίθηκε ότι δεν πληρούσαν τις προϋποθέσεις για να τους ανατεθεί το έργο. Το συγκεκριμένο άρθρο αναφέρεται στη διαδικασία αποκλεισμού συμμετοχής στη διαδικασία προσφορών και όχι στην απόφαση για μη επιλογή οιουδήποτε υποψήφιου. Αναφέρεται σε στέρηση του δικαιώματος συμμετοχής στη διαδικασία προσφορών. Κι΄ αυτό, παρά τη διατύπωση, ότι ο αποκλεισμός μπορεί να γίνει σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας. Στην παρούσα υπόθεση οι εφεσείοντες έλαβαν μέρος στη διαδικασία, αλλά, τελικά, δεν επιλέγηκαν. Εν πάση περιπτώσει το εδάφιο (η) του ίδιου άρθρου παρέχει τη δυνατότητα στο αρμόδιο για την κατακύρωση όργανο να αποκλείσει οποιονδήποτε προσφοροδότη αν καταλήξει ότι για οποιονδήποτε σοβαρό λόγο κρίνεται ότι δεν πρέπει να του δοθεί δικαίωμα συμμετοχής στη διαδικασία προσφορών.
Οι εφεσείοντες τέλος παραπονούνται ότι το πρωτόδικο δικαστήριο δεν επιλήφθηκε του ισχυρισμού τους ότι, σύμφωνα με το άρθρο 8 του Ν.102(Ι)/97, το αρμόδιο όργανο παρέλειψε να τους ενημερώσει για τους λόγους αποκλεισμού τους.
Ο ισχυρισμός ελέγχεται ως ανακριβής, αφού στις 22.10.1998 οι δικηγόροι τους ενημερώθηκαν για τους λόγους που η προσφορά τους δεν ελήφθη υπ΄ όψιν. ΄Εστω όμως κι΄ αν υποθέσουμε ότι υπήρξε παράλειψη, η παράλειψη αυτή είναι γεγονός μεταγενέστερο της προσβαλλόμενης απόφασης και συνεπώς άσχετο. Ακόμα και αν θεωρηθεί ότι το αρμόδιο όργανο αθέτησε την υπό του νόμου προβλεπόμενη υποχρέωσή του να ενημερώσει τους εφεσείοντες, η παράλειψή του αυτή δεν θα οδηγούσε βέβαια στη ακύρωση της επίδικης απόφασης.
Η έφεση απορρίπτεται, με έξοδα εναντίον των εφεσειόντων, όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή.
Π. Αρτέμης, Δ.
Φρ. Νικολαΐδης, Δ.
Γ. Νικολάου, Δ.
Δ. Χατζηχαμπής, Δ.
Γ. Αρέστης, Δ.