ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2003) 3 ΑΑΔ 392

13 Ιουνίου, 2003

[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΚΡΟΝΙΔΗΣ, ΗΛΙΑΔΗΣ,

ΚΡΑΜΒΗΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ/στές]

ΘΕΟΔΩΡΑ ΠΑΠΑΝΙΚΟΠΟΥΛΟΥ,

Εφεσείουσα,

v.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤIAΣ, ΜEΣΩ

1. ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

2. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,

 

Εφεσιβλήτων.

(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 3545)

 

Αναθεωρητική Έφεση ― Αντικείμενο ― Ενδιάμεσες αποφάσεις ― Υπόκεινται σε έφεση μόνο αν είναι καθοριστικές των δικαιωμάτων ή των υποχρεώσεων των διαδίκων ― Έφεση σε απόφαση απόρριψης αίτησης για αποκάλυψη εγγράφων από τον Δήμο Πόλης Χρυσοχούς, που δεν ήταν διάδικος στην προσφυγή, απορρίφθηκε για τον λόγο ότι δεν ήταν καθοριστική για τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις της εφεσείουσας.

Με την έφεση, η εφεσείουσα επεδίωξε την ανατροπή της πρωτόδικης ενδιάμεσης απόφασης, με την οποία απορρίφθηκε αίτησή της εναντίον του Δήμου Πόλης Χρυσοχούς, που δεν ήταν διάδικο μέρος στην προσφυγή, για αποκάλυψη των διοικητικών φακέλων.

Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, απορρίπτοντας την έφεση, αποφάσισε ότι:

Η νομολογία ορίζει ότι εφέσιμες είναι μόνο αποφάσεις, ενδιάμεσες ή τελικές, οι οποίες είναι καθοριστικές των δικαιωμάτων των διαδίκων, ενώ ταυτόχρονα διευκρινίζεται ότι σκοπός της δευτεροβάθμιας δικαιοδοσίας δεν είναι η επιτήρηση της πορείας ή εξέλιξης της δίκης, αλλά ο έλεγχος των αποτελεσμάτων της. Ενδιάμεσες αποφάσεις οι οποίες δεν είναι καθοριστικές των δικαιωμάτων των διαδίκων, μπορούν να αναθεωρηθούν στα πλαίσια έφεσης κατά της τελικής απόφασης εφόσον επηρεάζουν το αποτέλεσμα.

Οι πιο πάνω  αρχές είναι ταυτόσημες προς τις αρχές που διέπλασε η νομολογία στον τομέα του αστικού δικαίου και τυγχάνουν ανάλογης εφαρμογής  στο διοικητικό δίκαιο επί του ιδίου θέματος.

Ο κ. Κληρίδης, κατ' επίκληση της Phedias Kyriakides v. The Republic (Minister of Interior) R.S.C.C. 1960-1961, Vol. 1, σελ. 66 κάλεσε το Δικαστήριο να αποστεί από τις αυστηρές αρχές και κριτήρια που η νομολογία καθιέρωσε μεταγενέστερα και να εγκρίνει το αίτημα ώστε να καταστεί εφικτή η επιθεώρηση των φακέλων.

Η Phedias Kyriakides (ανωτέρω) αποφασίστηκε πριν από τη θέσπιση και εφαρμογή του περί Απονομής της Δικαιοσύνης (Ποικίλαι Διατάξεις) Νόμου του 1964 (Ν. 33/64) (στο εξής «ο νόμος 33/64»). Σύμφωνα με ό,τι ίσχυε προηγουμένως - Κανονισμός 20 των Διαδικαστικών Κανονισμών του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου 1962, αποφάσεις ή οδηγίες που εκδίδονταν από το Δικαστή ή τον Εισηγητή που επιλαμβανόταν της προδικασίας υπόκειντο σε αναθεώρηση από το ίδιο το Δικαστήριο. Αφότου η δικαιοδοσία του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου περιήλθε στο Ανώτατο Δικαστήριο με βάση το νόμο 33/64, η αναθεωρητική δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου ασκείται από Δικαστή ή Δικαστές οι οποίοι ορίζονται από το Ανώτατο Δικαστήριο, με εξαίρεση τις περιπτώσεις όπου το Ανώτατο Δικαστήριο αποφασίζει να αναλάβει απ΄ ευθείας την εκδίκαση της προσφυγής. Με απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου ημερ. 6.8.1964, η Αναθεωρητική Δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου ασκείται από ένα μέλος του και περιλαμβάνει το σύνολο της αναθεωρητικής δικαιοδοσίας με βάση το άρθρο 146 του Συντάγματος. (Βλ. Άρθρο 11(2) του νόμου 33/64.

Καθίσταται σαφές ότι η υπό κρίση εκκαλούμενη ενδιάμεση απόφαση δεν είναι εφέσιμη. Η Phedias Kyriakides απηχεί δίκαιο που προηγήθηκε της καθιέρωσης της έφεσης ως μέσου αναθεώρησης αποφάσεων επί ζητημάτων που εγείρονται κατά την πρωτόδικη αναθεωρητική διαδικασία. Με την καθιέρωση της έφεσης, υιοθετήθηκαν και εφαρμόζονται οι αρχές του αστικού δικαίου επί του θέματος για τις οποίες έγινε ήδη λόγος. Η εκκαλούμενη ενδιάμεση απόφαση δεν είναι καθοριστική των δικαιωμάτων ή των υποχρεώσεων των διαδίκων. Η εφεσείουσα θα έχει ενδεχομένως τη δυνατότητα να αμφισβητήσει την ορθότητα της ενδιάμεσης απόφασης σε περίπτωση που θα ασκηθεί έφεση κατά της τελικής απόφασης.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Ιωσηφίδης κ.ά. v. Συνδέσμου Πολεοδόμων Κύπρου κ.ά. (1999) 3 Α.Α.Δ. 871,

Seco Ltd v. Κεντρικού Συμβουλίου Προσφορών κ.ά. (2000) 3 Α.Α.Δ. 85,

Kyriakides v. Republic R.S.C.C. 1960-1961, Vol. 1, σελ. 66,

Attorney-General v. Ibrahim Mustafa (1964) 1 C.L.R. 95,

Georghiou and Others v. Republic (1987) 3 C.L.R. 980,

Ορφανίδης κ.ά. v. Δημοκρατίας (1992) 3 Α.Α.Δ. 44,

Γενικός Εισαγγελέας v. Αρτεμίου κ.ά. (1991) 2 Α.Α.Δ. 150,

Ιωαννίδου και Άλλοι v. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 305.

Έφεση.

Έφεση από την αιτήτρια εναντίον της ενδιάμεσης απόφασης Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Προσφυγή Αρ. 676/2000) ημερομηνίας 5/11/2002 με την οποία απορρίφθηκε αίτημά της για έκδοση διαταγής προς το Δήμο Πόλης Χρυσοχούς να επιτρέψει την επιθεώρηση φακέλων, το περιεχόμενο των οποίων η εφεσείουσα θεωρεί σχετικό με τα θέματα της προσφυγής, στα πλαίσια της οποίας, εξετάστηκε η αίτηση.

Λ. Κληρίδης,  για την Εφεσείουσα.

Καμιά εμφάνιση, για την Εφεσίβλητη.

Ι. Μαλέκκου για Αγ. Κακογιάννη, για το Δήμο Πόλης Χρυσοχούς.

Cur. adv. vult.

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Α. Κραμβής.

ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.: Η έφεση στρέφεται εναντίον ενδιάμεσης απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου με την οποία απορρίφθηκε αίτημα της εφεσείουσας για έκδοση διαταγής προς το Δήμο Πόλης Χρυσοχούς να επιτρέψει την επιθεώρηση φακέλων, το περιεχόμενο των οποίων η εφεσείουσα θεωρεί σχετικό με τα θέματα της προσφυγής, στα πλαίσια της οποίας, εξετάστηκε η αίτηση.

Η αίτηση επιδόθηκε μόνο στο Δήμο Πόλης Χρυσοχούς ο οποίος, υπέβαλε ένσταση συνοδευόμενη από ένορκη δήλωση του Δημοτικού του Γραμματέα. Οι εφεσίβλητοι δεν έλαβαν μέρος στη διαδικασία πρωτόδικα ή κατ' έφεση.

Οι λόγοι απόρριψης της αίτησης μπορούν να ταξινομηθούν ως ακολούθως:

(α)   Ο κανονισμός 18 των περί Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου Κανονισμών του 1962, παραπέμπει προς κάλυψη των κενών όταν οι περιστάσεις το επιτρέπουν, στις αντίστοιχες πρόνοιες των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών. Και σύμφωνα με την Διαταγή 28 θ.5 των εν λόγω διαδικαστικών κανονισμών προϋπόθεση για την έκδοση διατάγματος επιθεώρησης εγγράφων είναι ότι τα έγγραφα βρίσκονται στην κατοχή του διαδίκου.

(β)   Ο Δήμος Πόλης Χρυσοχούς δεν ήταν διάδικος με οποιαδήποτε ιδιότητα στην υπόθεση ενώ υπάρχει ασάφεια ως προς το «........ αν και ποιους φακέλους έχει στην κατοχή του ο Δήμος ...............».

(γ)   Η ανυπαρξία οποιουδήποτε εξειδικευμένου ισχυρισμού στο δικόγραφο της προσφυγής «........... που θα έδιδε το υπόβαθρο ή νόημα στην αίτηση επιθεώρησης».

(δ)   Πρόκειται για αόριστο αίτημα «............. που έγινε μόνο προς άγραν στοιχείων ή μαρτυριών και όχι για να εξυπηρετήσει τις συγκεκριμένες ανάγκες της υπόθεσης όπως προσδιορίζονται στο δικόγραφο. Η τυχόν αποδοχή της αίτησης θα εξέτρεπε τη διαδικασία σε ατελέσφορα  παράλληλα ζητήματα, εκτός των πλαισίων της προσφυγής.»

Κατά την ακρόαση της έφεσης, εξετάσαμε το εφέσιμο της εκκαλούμενης ενδιάμεσης απόφασης. Η νομολογία ορίζει ότι εφέσιμες είναι μόνο αποφάσεις, ενδιάμεσες ή τελικές οι οποίες, είναι καθοριστικές των δικαιωμάτων των διαδίκων ενώ ταυτόχρονα, διευκρινίζεται ότι σκοπός της δευτεροβάθμιας δικαιοδοσίας δεν είναι η επιτήρηση της πορείας ή εξέλιξης της δίκης αλλά ο έλεγχος των αποτελεσμάτων της. Ενδιάμεσες αποφάσεις οι οποίες δεν είναι καθοριστικές των δικαιωμάτων των διαδίκων μπορούν να αναθεωρηθούν στα πλαίσια έφεσης κατά της τελικής απόφασης εφόσον επηρεάζουν το αποτέλεσμα.

Οι πιο πάνω αρχές είναι ταυτόσημες προς τις αρχές που διέπλασε η νομολογία στον τομέα του αστικού δικαίου και τυγχάνουν ανάλογης εφαρμογής στο διοικητικό δίκαιο επί του ιδίου θέματος.

Στην Χρ. Ιωσηφίδης κ.ά. ν. Δημοκρατίας, (1999) 3 Α.Α.Δ. 871 και Seco Ltd v. Κεντρικού Συμβουλίου Προσφορών κ.ά. (2000) 3 Α.Α.Δ. 85, ευκρινώς υιοθετούνται τα κριτήρια που ισχύουν στις υποθέσεις αστικού δικαίου επί του ιδίου θέματος. Παραθέτουμε το πιο κάτω απόσπασμα από την Ιωσηφίδης (ανωτέρω):

«Στην υπόθεση Evand Promοtions Ltd κ.ά. ν. Rutman (1997) 1 Α.Α.Δ. 1787, επαναλήφθηκε ότι η έννοια του όρου «απόφαση» σημαίνει αποφάσεις, ενδιάμεσες ή τελικές, καθοριστικές για τα δικαιώματα των διαδίκων. Μόνο αποφάσεις που ενέχουν αυτό το στοιχείο είναι εφέσιμες. Τονίστηκε επίσης ότι η δευτεροβάθμια δικαιοδοσία δεν έχει ως σκοπό την επιτήρηση της πορείας ή της εξέλιξης της δίκης, αλλά των αποτελεσμάτων της, των καθοριστικών για τα δικαιώματα των διαδίκων. Ενδιάμεσες αποφάσεις, μη καθοριστικές αφ΄ εαυτών για τα δικαιώματα των διαδίκων, εφόσον επηρεάζουν το αποτέλεσμα, μπορούν να αναθεωρηθούν μέσα στα πλαίσια της έφεσης κατά της τελικής απόφασης (βλέπε επίσης Ιεροδιακόνου κ.α. ν. Γεωργίου (1998) 1 Α.Α.Δ. 2307).»

Ο κ. Κληρίδης, κατ' επίκληση της Phedias Kyriakides v. The Republic (Minister of Interior) R.S.C.C. 1960-1961, Vol. 1, σελ. 66 όπου γίνεται διάκριση μεταξύ των αρμοδιοτήτων των Δικαστηρίων σε αστικές υποθέσεις και υποθέσεις διοικητικού δικαίου και με αναφορά στο λόγο (ratio decidenti) της εν λόγω απόφασης ότι δηλαδή στις υποθέσεις διοικητικού δικαίου το Δικαστήριο δεν διστάζει να χαλαρώνει ή να απομακρύνεται από το δίκαιο και τους κανόνες αποδείξεως (rules of evidence), μας κάλεσε να αποστούμε από τις αυστηρές αρχές και κριτήρια που η νομολογία καθιέρωσε μεταγενέστερα και να εγκρίνουμε το αίτημα ώστε να καταστεί εφικτή η επιθεώρηση των φακέλων.

Η Phedias Kyriakides (ανωτέρω) αποφασίστηκε πριν από τη θέσπιση και εφαρμογή του περί Απονομής της Δικαιοσύνης (Ποικίλαι Διατάξεις) Νόμου του 1964 (Ν. 33/64) (στο εξής «ο νόμος 33/64»). Σύμφωνα με ό,τι ίσχυε προηγουμένως - Κανονισμός 20 των Διαδικαστικών Κανονισμών του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου 1962 -, αποφάσεις ή οδηγίες που εκδίδονταν από το Δικαστή ή τον Εισηγητή που επιλαμβανόταν της προδικασίας υπόκειντο σε αναθεώρηση από το ίδιο το Δικαστήριο. Αφότου η δικαιοδοσία του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου περιήλθε στο Ανώτατο Δικαστήριο με βάση το νόμο 33/64 (βλ. Attorney-General v. Ibrahim Mustafa (1964) 1 C.L.R. 95), η αναθεωρητική δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου ασκείται από Δικαστή ή Δικαστές οι οποίοι ορίζονται από το Ανώτατο Δικαστήριο με εξαίρεση τις περιπτώσεις όπου το Ανώτατο Δικαστήριο αποφασίζει να αναλάβει απ' ευθείας την εκδίκαση της προσφυγής. (Βλ. Georghiou and Others v. Republic (1987) 3 C.L.R. 980). Με απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου ημερ. 6.8.1964, η Αναθεωρητική Δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου ασκείται από ένα μέλος του και περιλαμβάνει το σύνολο της αναθεωρητικής δικαιοδοσίας με βάση το άρθρο 146 του Συντάγματος. (Βλ. άρθρο 11(2) του νόμου 33/64, Ορφανίδης κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1992) 3 Α.Α.Δ. 44, Γενικός Εισαγγελέας ν. Αρτεμίου κ.ά. (1991) 2 Α.Α.Δ. 150.) Στην Χλόη Ιωαννίδου και άλλοι ν. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 305, κρίθηκε από την Ολομέλεια ότι το μόνο μέσο αναθεώρησης αποφάσεων που εκδίδονται βάσει του άρθρου 11(2)(3) του νόμου είναι η έφεση «.......... ούτε παρέχεται από τον κ. 20 εξουσία σε Δικαστήριο επιφορτισμένο με την άσκηση της δικαιοδοσίας η οποία παρέχεται από το άρθρο 146 του Συντάγματος να αναθεωρήσει τις αποφάσεις του.»

Εκ των ανωτέρω, καθίσταται σαφές ότι η υπό κρίση εκκαλούμενη ενδιάμεση απόφαση δεν είναι εφέσιμη. Η Phedias Kyriakides απηχεί δίκαιο που προηγήθηκε της καθιέρωσης της έφεσης ως μέσου αναθεώρησης αποφάσεων επί ζητημάτων που εγείρονται κατά την πρωτόδικη αναθεωρητική διαδικασία. Με την καθιέρωση της έφεσης, υιοθετήθηκαν και εφαρμόζονται οι αρχές του αστικού δικαίου επί του θέματος για τις οποίες έγινε ήδη λόγος. Η εκκαλούμενη ενδιάμεση απόφαση δεν είναι καθοριστική των δικαιωμάτων ή των υποχρεώσεων των διαδίκων. Η εφεσείουσα θα έχει ενδεχομένως τη δυνατότητα να αμφισβητήσει την ορθότητα της ενδιάμεσης απόφασης σε περίπτωση που θα ασκηθεί έφεση κατά της τελικής απόφασης.

Η έφεση δεν είναι παραδεκτή και απορρίπτεται με έξοδα σε βάρος της εφεσείουσας.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο